Συνολικές προβολές σελίδας

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Αχτσιόγλου. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Αχτσιόγλου. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 9 Φεβρουαρίου 2024

Τρικυμία στο… (μισο)άδειο ποτήρι της Κεντροαριστεράς

    Τρεις νέοι -και εν πολλοίς φερέλπιδες- πολιτικοί από διαφορετικούς πολιτικούς σχηματισμούς, ο Μανόλης Χριστοδουλάκης από το ΠΑΣΟΚ, η Έφη Αχτσιόγλου από τη Νέα Αριστερά και ο Διονύσης Τεμπονέρας από τον ΣΥΡΙΖΑ, απεδέχθησαν την πρόσκληση μιας εφημερίδας για να συμμετάσχουν σε μια συζήτηση για τις μελλοντικές πολιτικές εξελίξεις.

         Από μια πρώτη άποψη, δεν φαίνεται να υπήρξε τίποτε το επιλήψιμο στην οργάνωση μιας τέτοιας εκδήλωσης. Από που κι ως όπου, άλλωστε, είναι πρόβλημα τρεις νέοι πολιτικοί να μη μπορούν να συνομιλούν μεταξύ τους, να εκφράζουν τις απόψεις τους και να προβληματίζονται για το μέλλον που επιφυλάσσουν στην ελληνική κοινωνία οι τρέχουσες καταστάσεις; Θα ήταν ευχής έργον αν οι Έλληνες πολιτικοί κατάφερναν να ανταλλάσσουν απόψεις χωρίς υστεροβουλίες και υπολογισμούς.    

         Στην προκειμένη περίπτωση, όμως, τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά. Ο τίτλος τον οποίο επέλεξαν να βάλουν οι οργανωτές της εκδήλωσης ήταν τουλάχιστον αφελής, αν όχι πολιτικά προβοκατόρικος. «Απέναντι στον Μητσοτάκη ποιος;», είναι το βαρύγδουπο ερώτημα στο οποίο υποτίθεται ότι θα κληθούν να απαντήσουν ένας συμπαθής πρώην γραμματέας του ΠΑΣΟΚ, μια παρ΄ όλίγον ηγέτις του ΣΥΡΙΖΑ και ένα στέλεχος της αξιωματικής αντιπολίτευσης που μέχρι στιγμής δεν έχει γνωρίσει την επικύρωση της λαϊκής νομιμοποίησης.

         Δεν ξέρω ποιος το σκέφθηκε το συγκεκριμένο ερώτημα, αλλά, κατά την άποψή μου, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι είναι απολύτως υπονομευτικό για το όλο εγχείρημα της υποτιθέμενης αναζήτησης εναλλακτικής πολιτικής προσωπικότητας που θα διαδεχθεί τον σημερινό πρωθυπουργό, ο οποίος, όπως συνήθως συμβαίνει στις κοινοβουλευτικές δημοκρατίες, αποκλείεται να είναι… αιώνιος στο αξίωμα.

         Το πότε, όμως, αλλά κυρίως το από ποιον, θα γίνει, αργά ή γρήγορα, η διαδοχή του Κυριάκου Μητσοτάκη είναι ένα πολύπλοκο ζήτημα το οποίο αποκλείεται να απαντηθεί σε μια ημερίδα που μάλλον πρόχειρα και σίγουρα αυτάρεσκα κάποιοι οργάνωσαν, θεωρώντας ότι μπορεί να καθορίσουν τα πολιτικά μελλούμενα με μόνο κριτήριο τη δική τους βουλησιαρχία ή ίσως και προπέτεια.

         Η αναμφισβήτητη αλήθεια είναι ότι ο χώρος της Κεντροαριστεράς, το οποίον με τον έναν ή τον άλλο φιλοδοξούν να εκπροσωπούν οι τρεις συγκεκριμένοι πολιτικοί, υπερβαίνει κατά πολύ τις δικές τους -θεμιτές ή αθέμιτες- φιλοδοξίες. Διότι το μεγάλο πρόβλημα που αντιμετωπίζει σήμερα η Κεντροαριστερά είναι ο κατακερματισμός, ο οποίος σχετίζεται απολύτως με τις διαφορετικές προσεγγίσεις που έχουν σε μια σειρά από διαφορετικά ζητήματα με έντονη ιδεολογική χροιά. 

Πώς αποτιμούν, για παράδειγμα, την υπερτετραετή διακυβέρνηση από τους ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ; Και, επίσης πώς εκτιμούν τον ρόλο που διαδραμάτισε στα πολιτικά πράγματα της τελευταίας 15ετίας ο Αλέξης Τσίπρας; Δεν είναι προφανώς τυχαίο ότι τον τελευταίο έσπευσε να συναντήσει τις προηγούμενες μέρες ο κ. Τεμπονέρας, θέλοντας ενδεχομένως να δείξει ότι οι πρωτοβουλίες του έχουν -αν μη τι άλλο!- την επίνευση του τέως αρχηγού του ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος, ας μην ξεχνάμε, ποτέ δεν παραιτήθηκε, παρά μόνο, κατά την επίσημη δήλωσή του, «παραμέρισε».

Όπως και να έχει, και σε πείσμα με τις δεύτερες σκέψεις που κάνουν κάποιοι από τους συμμετέχοντες στην περί ής ο λόγος εκδήλωση, η διάσταση που της δόθηκε είναι δυσανάλογη τόσο του πολιτικού διαμετρήματος των τριών στελεχών που θα καθίσουν γύρω από το ίδιο τραπέζι για να βρουν τον αντικαταστάτη του Μητσοτάκη όσο και των παραμέτρων που συνθέτουν το υφιστάμενο πολιτικό σκηνικό.

Από την άλλη, δυσανάλογα μεγάλος μοιάζει να είναι και ο θόρυβος που ξεσηκώθηκε γύρω από την συγκεκριμένη εκδήλωση. Και αυτό διότι η ετερόκλητη τριάδα, όπως και όλοι όσοι έχουν αντίστοιχες ανησυχίες, προτού αναζητήσουν τον επόμενο πρωθυπουργό, χρειάζεται να διαμορφώσουν μια συνεκτική εναλλακτική πρόταση διακυβέρνησης η οποία να αμφισβητεί βάσιμα την διαχειριστική επάρκεια του κ. Μητσοτάκη και των πολιτικών προσώπων που τον πλαισιώνουν στην άσκηση της κυβερνητικής εξουσίας κατά τα τελευταία τεσσεράμισι χρόνια.

Όσο αυτό δεν συμβαίνει, καμμιά ημερίδα δεν θα καταφέρει να συγκολλήσει τις διαφορετικές τάσεις που επικρατούν στην Κεντροαριστερά. Με αποτέλεσμα η αναταραχή που κάποιοι διαβλέπουν να προκαλείται από πρωτοβουλίες αυτού του είδους να μην είναι στην πραγματικότητα τίποτε περισσότερο από… τρικυμία σε ένα (μισο)άδειο ποτήρι, όπως μοιάζει ο χώρος της Κεντροαριστεράς στις μέρες μας.

Δεν μπορεί, άλλωστε, να περάσει απαρατήρητο ότι, με βάση την τελευταία δημοσκόπηση που είδε το φως της δημοσιότητας (Alco για τον Alpha) το άθροισμα των δημοσκοπικών ποσοστών  τα οποία συγκεντρώνουν στην πρόθεση ψήφου το ΠΑΣΟΚ, ο ΣΥΡΙΖΑ και η Νέα Αριστερά (24,5%) υπολείπονται της επίδοσης την οποία επιτυγχάνει η κυβερνητική παράταξη (28,2%). 

Αν και είναι αρκετοί εκείνοι που δεν βρίσκουν ευθείες αναλογίες, στις αυτοδιοικητικές εκλογές του περασμένου Οκτωβρίου ο Χάρης Δούκας κατάφερε να ανατρέψει πολύ μεγαλύτερη διαφορά που χώριζε όχι μόνον τον ίδιο αλλά και τους συμμάχους που εξασφάλισε στη μάχη του δεύτερου γύρου από τον βασικό του αντίπαλο Κώστα Μπακογιάννη. 

Η ουσιαστική διαφορά, όμως, ήταν ότι ο Δούκας έδειξε εξαρχής να πιστεύει στην νίκη και, εκπονώντας ένα πρόγραμμα που διέφερε από τα τετριμμένα και μεγαλεπήβολα, κάλυψε τη δεύτερη Κυριακή μια δυσθεώρητη διαφορά που τον χώριζε στον πρώτο γύρο από τον αντίπαλό του, ο οποίος, επειδή πίστευε ότι ήταν… «άχαστος», επέλεξε να τον αντιμετωπίσει πρόσωπο με πρόσωπο στο περίφημο ντιμπέιτ που θα μνημονεύεται για χρόνια ως «case study» πολιτικής ανατροπής.  

Συμπέρασμα; Για να γεμίσει το ποτήρι της Κεντροαριστεράς, ώστε να καταστεί πλειοψηφική δύναμη, απαιτείται να συντρέξουν δύο απαράβατες προϋποθέσεις: ρηξικέλευθο πρόγραμμα και ηγέτης που να πείθει ότι μπορεί να το εφαρμόσει. Όλα τα άλλα είναι για να έχουν ύλη οι εφημερίδες και τα σάιτ και για να καταναλώνουν χρόνο τα τηλεοπτικά πρωινάδικα όταν δεν κατακλύζονται από το lifestyle του νεόκοπου αρχηγού του ΣΥΡΙΖΑ.

Παρασκευή 28 Ιουλίου 2023

Ψηφίζουν Έφη, αλλά το πνεύμα τους το οδηγεί ο…. «Παυλάρας»

Δεν είμαι σίγουρος ότι συμβαίνει αλλού, τουλάχιστον στην ίδια έκταση, αλλά στη χώρα μας ενδημεί μια μεγάλη κατηγορία μέσων ενημέρωσης και δημοσιολόγων που δεν περιορίζονται στην αποστολή τους που είναι να μεταδίδουν ή να σχολιάζουν τα γεγονότα, τις ειδήσεις και ό,τι άλλο συμβαίνει γύρω μας.

Το ενδιαφέρον τους, σχεδόν εμμονικά, είναι στραμμένο στον σχολιασμό της συμπεριφοράς των άλλων μέσων ενημέρωσης. Δεν αρκούνται, για παράδειγμα, στην πεποίθηση που μπορεί να έχουν -και είναι αναφαίρετο δικαίωμά τους!- ότι η κυβέρνηση έχει ευθύνες για τις πυρκαγιές και, όπως ισχυρίζονται, κακώς κάνει εκκενώσεις μέσω του 112. Εκείνο το οποίο κυρίως τους απασχολεί και σε αυτό εστιάζουν όλη τους την επικριτική διάθεση είναι γιατί τα «συστημικά», όπως αρέσκονται να τα χαρακτηρίζουν, μέσα ενημέρωσης δεν ακολουθούν την ίδια «γραμμή».

Με την ίδια μανία με την οποία καταφέρονταν όλα τα προηγούμενα χρόνια κατά των «βοθροκάναλων», επειδή μετέδιδαν τις δημοσκοπήσεις, που καταδείκνυαν την κατάρρευση του ΣΥΡΙΖΑ, τώρα εγκαλούν τους –«πετσοταϊσμένους», κατ΄ αυτούς- επαγγελματίες της ενημέρωσης για τον τρόπο που καλύπτουν την τρέχουσα επικαιρότητα η οποία, εκ των πραγμάτων, κατακλύζεται από την επέλαση των πύρινων μετώπων που κατακαίουν τα ελληνικά δάση.

«Ναι, αλλά γιατί τα κανάλια και τα ραδιόφωνα δεν έχουν 24ωρη κάλυψη;», είναι ο, εν μέσω θέρους και διακοπών για πολλούς εργαζόμενους, ισχυρισμός των -συνήθως άκαπνων- σχολιαστών. Οι οποίοι, κρίνοντας προφανώς εξ ιδίων, υποστηρίζουν άλλοτε ευθέως και άλλοτε υπαινικτικά ότι όλοι οι άλλοι έχουν πάρει γραμμή από την κυβέρνηση να «κρύβουν την πραγματικότητα». Παραβλέπουν, φυσικά, (ή, μάλλον, κάνουν πως παραβλέπουν) ότι αν ίσχυε κάτι τέτοιο, αυτό θα ήταν το καλύτερο βούτυρο για το δικό τους ψωμί.

Χωρίς αμφιβολία, αν ήταν αληθινές οι καταγγελίες τους για απόκρυψη γεγονότων, θα είχαν χρυσή ευκαιρία να αποκαλύψουν εκείνοι όλη την αλήθεια και να κερδίσουν την αποκλειστικότητα στο αναγνωστικό, στο ραδιοφωνικό και στο τηλεοπτικό κοινό. Φανταστείτε την απήχηση που θα είχε ένας ραδιοφωνικός ή τηλεοπτικός σταθμός, μια εφημερίδα ή ένα site που θα αποκάλυπτε πραγματικά και αποκλειστικά «όσα όλοι οι άλλοι κρύβουν».

Σε μια τέτοια κατάσταση, τα υπόλοιπα μέσα ενημέρωσης θα είχαν χρεωκοπήσει. Και θα ήταν ζήτημα μόνο λίγων εβδομάδων το πότε θα έβαζαν λουκέτο, όση βοήθεια και αν τους παρείχε «το σύστημα». Ενώ αυτοί που θα αποκάλυπταν την… κρυμμένη αλήθεια θα ήταν στην κορυφή της τηλεθέασης, της ακροαματικότητας και της αναγνωσιμότητας.

Αν και την πραγματικότητα ισχύει το ακριβώς αντίθετο, δηλαδή το κοινό, που έχει κριτήριο επιλογής για τα μέσα που του δίνουν ενημέρωση και όχι «fake news» και «wishful thinking» (ευσεβείς πόθους, ελληνιστί) είναι στην ακριβώς αντίθετη κατεύθυνση, όποιος δεν καταγγέλλει ως μέγιστη υποκρισία την… αξυρισία του Κικίλια «σίγουρα τα έχει πιάσει». Ενώ όποιος διανοηθεί να θυμίσει ότι ο Τσίπρας που είχε υποσχεθεί να μείνει επί των επάλξεων την… έκανε για το Αμέρικα «είναι απολύτως εξωνημένος».

Η αλήθεια είναι ότι στα χρόνια της μνημονιακής κρίσης, που συνέπεσαν με την άνθηση της διαδικτυακής ενημέρωσης, η οποία έδωσε στον κάθε πικραμένο που αγόραζε ένα smart phone ίσα «δικαιώματα» μετάδοσης και σχολιασμού ειδήσεων με τους επαγγελματίες του κλάδου, δημιουργήθηκε στη χώρα μας ένα μεγάλο κοινό που ήθελε εύκολες δικαιολογίες για τα δεινά που επέπεσαν επί των κεφαλών των Ελλήνων.

Ήταν ένα κοινό που προτιμούσε τις εύπεπτες θεωρίες συνωμοσίας για τις ευθύνες των άλλων. Και το οποίο απέστρεφε το βλέμμα έκλεινε τα αυτιά σε κάθε αναφορά που θα μπορούσε να περιλαμβάνει και τον ίδιο στους υπαίτιους της κρίσης. 

Οι ξένοι, οι δημοσιογράφοι (σ.σ.: θυμηθείτε το σύνθημα «αλήτες, ρουφιάνοι…», που δονούσε τους δρόμους και τις πλατείες), αλλά και όσοι κυβέρνησαν τα προηγούμενα χρόνια και δεν άλλαξαν στρατόπεδο μετά το ξέσπασμα της κρίσης, ήταν οι αποκλειστικά υπεύθυνοι για την οικονομική δυσπραγία, την εκτίναξη της ανεργίας και τη συρρίκνωση των εισοδημάτων -σχεδόν- όλων μας.

Παρόλο που τα τελευταία χρόνια μειώθηκε σημαντικά το συγκεκριμένο κοινό, η λαϊκίστικη τοξικότητα με την οποία εμποτίστηκε η ελληνική κοινωνία ήταν δύσκολο να ξεριζωθεί. Γι΄ αυτό και τη βλέπουμε να παραμένει διάχυτη γύρω μας και να εκφράζεται με πολλούς τρόπους και από πολλές κατευθύνσεις.

Είναι, για παράδειγμα, απολύτως χαρακτηριστικές οι επιθέσεις που δέχθηκε αυτές τις μέρες η υποψήφια για την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ Έφη Αχτσιόγλου, επειδή εξέφρασε την αυτονόητη αλήθεια προτρέποντας τους «συντρόφους» της «να μην αδικούμε τους δημοσιογράφους», έτσι ώστε «ούτε και εκείνοι να μας αδικούν…».

Με προεξάρχοντα τον γνωστό και μη εξαιρετέο διαπρύσιο… μαχητή του πληκτρολογίου Παύλο Πολάκη, ο οποίος έσπευσε να δηλώσει ότι θα… συνεχίσει να «αδικεί», εκατοντάδες ή ίσως και χιλιάδες στελέχη, μέλη και φίλοι του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης ξιφούλκησαν κατά των όσων είπε η Αχτσιόχλου.

Είναι προφανώς πάνω – κάτω οι ίδιοι που ξεσηκώθηκαν τον περασμένο Μάρτιο και δεν άφησαν τον Αλέξη Τσίπρα να διαγράψει τον «αψύ Σφακιανό» που είχε επιδοθεί σε… «προγραφές» δημοσιογράφων, δικαστών και θεσμικών παραγόντων οι οποίοι δεν ήταν αρεστοί στον ίδιο. Ο ΣΥΡΙΖΑ και ο τότε αρχηγός του πλήρωσαν στις πρόσφατες εκλογές βαρύ τίμημα -και- εξαιτίας της υπαναχώρησης στη διαγραφή Πολάκη.

Φαίνεται, όμως, ότι το εναπομείναν εκλογικό σώμα των υποστηρικτών του ΣΥΡΙΖΑ εμφορείται σε μεγάλο βαθμό από τις ίδιες ιδέες της βολικής στοχοποίησης των μέσων ενημέρωσης και των εργαζομένων σε αυτά. Γι΄ αυτό και ουδείς από τους τέσσερις υποψηφίους αρχηγούς δεν αντέδρασε στους ισχυρισμούς του Πολάκη, τον οποίο φαίνεται ότι, όπως έκανε και ο Τσίπρας, ουδείς θέλει να βρει απέναντί του.

Επειδή, προφανώς, ο επονομαζόμενος από τους υποστηρικτές του και… «Παυλάρας», έχει με το μέρος του το μεγαλύτερο μέρος των διαδικτυακών στρατευμάτων που έφεραν τον ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία και τον διατήρησαν, έστω οριακά, στη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης.

Όλα -ακόμη και οι δημοσκοπήσεις που κάποιοι στον ΣΥΡΙΖΑ έχουν αρχίσει να μην αμφισβητούν πια- δείχνουν ότι η κ. Αχτσιόγλου θα είναι η νέα αρχηγός στην Κουμουνδούρου. Στην παρούσα φάση δείχνει να διστάζει να έρθει σε ανοιχτή ρήξη με τους οπαδούς του «Παυλάρα». Και δικαίως ίσως, λένε κάποιοι, αφού χρειάζεται ψήφους για να εκλεγεί στην ηγεσία.

Αν, όμως, συμβιβαστεί μέχρι τέλους με όσους διακατέχονται από το πολάκειο πνεύμα της τυφλής και δαιμονολογικής σύγκρουσης με τα μέσα ενημέρωσης και τους εργαζομένους σε αυτά, θα κερδίσει ίσως ευκολότερα την εσωκομματική κούρσα. Περπατησιά, όμως, υποψήφιας πρωθυπουργού αποκλείεται να αποκτήσει χωρίς να συγκρουστεί με τέτοιες απόψεις και νοοτροπίες.

Υ.Γ.: Α, και για την ιστορία, ώστε να μην έχουν διάφοροι αυταπάτες, θέλω να θυμίσω ότι πριν από τις νικηφόρες για εκείνον εκλογές του 2015, ο Αλέξης Τσίπρας δεν συναντήθηκε μόνον στα κρυφά με την περιβόητη πλέον «γάτα Ιμαλαΐων». Ήρθε και στο «Θέμα» και φωτογραφήθηκε μαζί μας στα φανερά. Παρά τα όσα ακολούθησαν όταν έγινε πρωθυπουργός…

Δευτέρα 13 Δεκεμβρίου 2021

Το κενό του Νίκου Ανδρουλάκη

 Η ευρεία νίκη την οποία πέτυχε ο Νίκος Ανδρουλάκης στον επαναληπτικό γύρο των εκλογών του Κινήματος Αλλαγής και η πανηγυρική ανάδειξή του στην ηγεσία του άλλοτε κραταιού ΠΑΣΟΚ δεν απετέλεσε έκπληξη για όποιον μπορεί και βλέπει τα πράγματα χωρίς τους παραμορφωτικούς φακούς των… wishful thinking (ευσεβών πόθων, ελληνιστί).

Έκπληξη επίσης δεν μπορεί να απετέλεσε ούτε η αθρόα συμμετοχή των μελών και των φίλων του ΠΑΣΟΚ που –σε αναλογία τρεις στους τέσσερις- πήγαν και στο δεύτερο γύρο για να στηρίξουν την ισχυρή εντολή για ανανέωση της παράταξής του, αλλά και ευρύτερα του πολιτικού σκηνικού που είχαν δώσει ήδη από την πρώτη Κυριακή.

Χιλιάδες πολίτες έστειλαν εκ νέου το μήνυμά τους, σε πείσμα όλων των συνωμοσιολογικού τύπου δαιμονολογιών για έξωθεν παρεμβάσεις στην εκλογική διαδικασία που διακινήθηκαν, κυρίως στις παραμονές του πρώτου γύρου, από ανθρώπους που σκέφτονται με όρους του χθες και δυσκολεύονται να δουν τη νέα πολιτική γεωγραφία που αρχίζει να προβάλλει καθώς η χώρα, με όλα τα στραβά και τα ανάποδα που κουβαλάει από το κοντινό αλλά και το μακρινό παρελθόν, κάνει σοβαρά βήματα επιστροφής στην κανονικότητα.

Για να έχουμε ένα μέτρο σύγκρισης της σημασίας που δικαιολογημένα δίνεται στη συμμετοχή των πολιτών στις εκλογές του ΚΙΝΑΛ, αρκεί να επισημάνουμε ότι η υποψήφια της Δεξιάς παράταξης στη Γαλλία Βαλερί Πεκρές η οποία θα τρέξει την προσεχή άνοιξη στην κούρσα της Προεδρίας απέναντι στον Εμάνουελ Μακρόν, τη Μαρί Λεπέν και τους υπολοίπους υποψηφίους, που θα διεκδικήσουν την εκλογή τους στο Μέγαρο των Ηλυσίων, αναδείχθηκε από ένα σώμα ψηφοφόρων που αριθμούσε μόνον τα 140.000 μέλη που είναι εγγεγραμμένα στο κόμμα των Ρεπουμπλικάνων.

Υπό αυτή την έννοια, οι συνθήκες υπό τις οποίες ο 42χρονος ευρωβουλευτής από την Κρήτη γίνεται αρχηγός του τρίτου, μεν, στην κατάταξη κόμματος της ελληνικής πολιτικής σκηνής, αλλά κομβικού για τις εξελίξεις των επόμενων ετών, μοιάζουν να είναι πολύ ευοίωνες. Το εμφανές, εξάλλου, πολιτικό κενό στον χώρο της Κεντροαριστεράς που άφησε η εκλογική συρρίκνωση, την οποία, δικαίως ή αδίκως, υπέστη το ΠΑΣΟΚ την περίοδο της μνημονιακής κρίσης, είναι εκεί και περιμένει τον κ. Ανδρουλάκη να το (επανα)καταλάβει.

Καλώς ή κακώς, ο ΣΥΡΙΖΑ, στον οποίο μετακόμισε απογοητευμένη η μεγαλύτερη μάζα των παλαιών ΠΑΣΟΚικών ψηφοφόρων, δεν κατάφερε να τους παράσχει μόνιμη στέγη. Είτε επειδή δεν ήθελε, είτε επειδή δεν μπόρεσε. Όταν ο αρχηγός του δηλώνει στα σοβαρά ότι προτίθεται «να στρίψει Αριστερά για να βρεθεί στο Κέντρο», είναι προφανές ότι κάτι δεν πάει καλά με την «ανάγνωση» της ελληνικής πολιτικής πραγματικότητας, όπως διαμορφώνεται τα τελευταία χρόνια και αποτυπώνεται σε όλες τις μετρήσεις για τις διαθέσεις της κοινής γνώμης.

Μόνον, για παράδειγμα, ένας που εθελοτυφλεί δεν βλέπει το πολιτικό παράδοξο που συνιστά η φθορά της αξιωματικής αντιπολίτευσης και η αδυναμία της να επωφεληθεί από τα λάθη της κυβέρνησης. 

Πρόκειται, ωστόσο, για παράδοξο που είναι εύκολα ερμηνεύσιμο για όποιον παρακολουθεί την αλλοπρόσαλλη αντιπολιτευτική τακτική της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ, η οποία αρνείται, με αστεία προσχήματα, να συναινέσει ακόμη και σε πρωτοβουλίες της σημερινής κυβέρνησης που αποτελούν συνέχεια της προηγούμενης, όπως, μεταξύ πολλών άλλων, οι πολύ σημαντικές αμυντικές συμφωνίες με τις ΗΠΑ και τη Γαλλία.

Το βασικό πρόβλημα για τον ΣΥΡΙΖΑ και ταυτόχρονα η μεγάλη ευκαιρία για τον νέο ηγέτη του ΠΑΣΟΚ αναδεικνύεται μέσα από την κυνική παραδοχή που είχε κάνει πριν από μερικούς μήνες η πρώην υπουργός Έφη Αχτσιόγλου ότι «η κανονικότητα στην πραγματικότητα ποτέ δεν είναι ευκαιρία για την Αριστερά». 

Άλλωστε, παρά τις άκομψες προσπάθειες που έκανε ο αρχηγός του για να μιμηθεί τον Ανδρέα Παπανδρέου, ο ΣΥΡΙΖΑ παρέμεινε ένα κόμμα της ριζοσπαστικής Αριστεράς και δεν μπόρεσε να μεταμορφωθεί στο κόμμα του Κέντρου που είχε ανάγκη η σταδιακή υπέρβαση της κρίσης.

Παρά το γεγονός ότι πολλά βήματα για την επιστροφή στην κανονικότητα έγιναν και επί των ημερών που είχε η ίδια την ευθύνη της διακυβέρνησης, η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ δεν μπόρεσε να συμφιλιωθεί με τη διάθεση της κοινωνίας για ευημερία μέσα από την ανάπτυξη και τη διεύρυνση του συλλογικού πλούτου. 

Παρέμεινε προσκολλημένη σε παρωχημένα δόγματα οργανώνοντας εν μέσω πανδημίας πορείες για να ικανοποιηθούν οι απαιτήσεις τρομοκρατών ή κλείνοντας το μάτι σε κάθε λογής αντιεμβολιαστές που θολώνει την εικόνα της δυσμενούς πραγματικότητας και συσκοτίζει την ατολμία και τη διαχειριστική ανεπάρκεια της κυβέρνησης.

Κακά τα ψέματα, αν ο ΣΥΡΙΖΑ ανταποκρινόταν με επάρκεια στα αντιπολιτευτικά του καθήκοντα και προέβαλε ως η εναλλακτική πρόταση εξουσίας απέναντι στην κυβέρνηση της ΝΔ και του Κυριάκου Μητσοτάκη, που έχει καταλάβει ένα μέρος του Κέντρου, η διαδικασία για την εκλογή νέου αρχηγού στο ΚΙΝΑΛ δεν θα κινητοποιούσε τόσο κόσμο και ούτε θα προκαλούσε τόσες συζητήσεις.

Όλα αυτά συνέβησαν διότι είναι πολλοί εκείνοι που βλέπουν το κενό που υπάρχει στο γήπεδο της ελληνικής πολιτικής σκηνής. Ένα κενό το οποίο καλείται να καλύψει ο νέος παίκτης που ακούει στο όνομα Νίκος Ανδρουλάκης και μπαίνει από σήμερα στο τερέν.

Το πολιτικό momentum που δημιούργησε η εκλογή του, ευνοεί τον νέο ηγέτη της Κεντροαριστεράς. Από τον ίδιο και τα χαρίσματά του, που περιμένουν να ξεδιπλώσει όσοι τον ψήφισαν, θα εξαρτηθεί αν θα εκμεταλλευτεί τις συνθήκες που θα συναντήσει, ασκώντας σκληρή κριτική προς την κυβέρνηση, από την πλευρά της λογικής, του μέτρου και της κοινωνικής δικαιοσύνης, που θα πρέπει να χαρακτηρίζουν τις προτάσεις του.

Όπως, στο τέλος – τέλος, αρμόζει σε ένα κόμμα και σε έναν αρχηγό της σύγχρονης και αυθεντικής Κεντροαριστεράς που κοιτάει μπροστά.

Πέμπτη 13 Ιουνίου 2019

Επιχείρηση «μπαμπούλας» ή «άρμεγε λαγούς και… δέσε χελώνες»



Μετά την αναπάντεχη για την ηγεσία και τα στελέχη του πανωλεθρία που υπέστη ο ΣΥΡΙΖΑ στις κάλπες των ευρωπαϊκών και των αυτοδιοικητικών εκλογών, στον ορίζοντα διεφάνησαν ορισμένα δείγματα ωριμότητας που εκφράστηκαν με την άρον – άρον εγκατάλειψη των διχαστικών διλημμάτων για «την Ελλάδα των πολλών» που (υποτίθεται ότι) συγκρούονταν με τις ελίτ.
Τα προηγούμενα προεκλογικά διλήμματα των κυβερνητικών λειτούργησαν, εν τέλει, προς την ακριβώς αντίθετη κατεύθυνση από εκείνη που προσδοκούσαν το Μαξίμου και η Κουμουνδούρου. Άλλωστε, έπειτα από δέκα συναπτά χρόνια κρίσης και οικονομικής καχεξίας, η ελληνική κοινωνία έχει «μπουχτίσει» από άσκοπες κοκορομαχίες και ανούσιες αντιπαραθέσεις για το ποιος συνέβαλε λιγότερο ή περισσότερο στην πρωτοφανή για ειρηνική περίοδο παρατεταμένη παρακμή που βιώνουμε.
Καλώς ή κακώς, ήρθαν έτσι τα πράγματα ώστε –μετά τα πολλαπλά Μνημόνια που υιοθετήθηκαν- να μην μπορεί κανείς από όσους τουλάχιστον διεκδικούν την εξουσία να παραστήσει τον άσπιλο και τον αμόλυντο, όπως συνέβη σε παρελθούσες προεκλογικές περιόδους. Τα αποτελέσματα των εκλογικών αναμετρήσεων της 26ης Μαΐου έδειξαν ότι η πλειονότητα των ψηφοφόρων δεν δελεάζεται από μεγαλόστομες διακηρύξεις και δεν βολεύεται με ατάκτως ερριμένες εκμαυλιστικού τύπου ρουσφετολογικές μικροδιευθετήσεις.
Ίσως επειδή έπαθαν περισσότερες από μια φορές, δείχνουν να έμαθαν ότι δεν πρέπει να θαμπώνονται από «τα ψεύτικα τα λόγια τα μεγάλα». Και μοιάζει πια να θέλουν να πειστούν ότι εκείνον που θα προτιμήσουν δεν θα είναι ένας απλός θεατρίνος που αναμηρυκάζει παρωχημένα υποσχεσιολογικά λεκτικά σχήματα, όπως η διαβόητη «κατάργηση του Μνημονίου με ένα νόμο και με ένα άρθρο».
Ο ΣΥΡΙΖΑ κατέβηκε στις ευρωεκλογές με μοναδικά «όπλα» του τα ρουσφέτια και το θράσος της υπεροψίας με το οποίο, σε πείσμα όλων των μετρήσεων, η ηγεσία και τα στελέχη του είχαν αυτοανακηρυχθεί ως «άχαστοι». Μετά το στραπάτσο που υπέστησαν φάνηκε να κάνουν στροφή προς το αυτονόητο που είναι ότι όποιος κατεβαίνει στις εκλογές είναι υποχρεωμένος να εμφανίσει –για τα μάτια του κόσμου, έστω- ένα υποτυπώδες Πρόγραμμα.
Οι αμυδρές, ωστόσο, ελπίδες για αναβάθμιση του πολιτικού διαλόγου και της ποιότητας της προεκλογικής αντιπαράθεσης τις οποίες δημιούργησε η εκδήλωση στο Μέγαρο Μουσικής για την παρουσίαση των νέων προγραμματικών θέσεων του ΣΥΡΙΖΑ, εξανεμίστηκαν πολύ γρήγορα. Από την επομένη κιόλας μέρα τα στελέχη της απερχόμενης κυβέρνησης, αντί να προωθούν τις θέσεις τους, επικέντρωσαν τις δυνάμεις τους στην προσπάθεια να εμφανίσουν τους αντιπάλους τους ως «μπαμπούλες».
Για να είμαστε ειλικρινείς δεν ακολούθησαν κάποια πρωτότυπη στρατηγική. Το αντίθετο, θα μπορούσε να ισχυριστεί κανείς. Πριν από αυτούς αρκετοί άλλοι είχαν χαράξει την ίδια κινδυνολογική γραμμή, η οποία τις περισσότερες φορές, αν όχι πάντα, αποδεικνύεται άγονη. Μην ξεχνάμε τι συνέβη το 2015, όταν, κόντρα στις προειδοποιήσεις της τότε κυβέρνηση Σαμαρά, οι πολίτες επέλεξαν πλειοψηφικά τον ΣΥΡΙΖΑ.
Μπορεί με την ύστερη γνώση να ξέρουν πλέον ότι οι εξελίξεις δικαίωσαν όσους προειδοποιούσαν για τους επερχόμενους κινδύνους, τότε, ωστόσο, η πλειονότητα γοητευόταν από τις εξαγγελίες που περιείχε το διαβόητο «Πρόγραμμα Θεσσαλονίκης» και αρκούνταν σε επισημάνσεις του τύπου «και τα μισά να κάνει, πάλι καλύτερα θα είμαστε».
Τηρουμένων των αναλογιών, μοιάζει να ζούμε το ίδιο έργο με άλλους πρωταγωνιστές. Η Νέα Δημοκρατία καλπάζει προς την εξουσία με το Πρόγραμμα της για μείωση των φόρων, νέες δουλειές και ασφάλεια στην καθημερινότητα του πολίτη. Και ο ΣΥΡΙΖΑ δίνει –άγονη, ως διαφαίνεται- μάχη οπισθοφυλακών, επικεντρώνοντας στο… κρυμμένο «μυστικό πρόγραμμα» που υποτίθεται ότι έχει ο Κυριάκος Μητσοτάκης.
Η φέρελπις Έφη Αχτσιόγλου ξεκίνησε την καινούργια καριέρα της ως εκπρόσωπος Τύπου του ΣΥΡΙΖΑ, καλώντας τα κανάλια όχι να παίξουν τις θετικές προτάσεις του δικού της κόμματος αλλά τα μονταρισμένα πλάνα ενός βίντεο που «αποκαλύπτει», κατά τους κυβερνητικούς προπαγανδιστικούς μηχανισμούς, τη διάθεση του αρχηγού της ΝΔ να λειτουργήσει ως «οδοστρωτήρας» για την επιβολή της «επταήμερης εργασίας».
Από κοντά και τα τρολ του ΣΥΡΙΖΑ, ανάμεσα τους και επώνυμοι δημοσιογράφοι, κατάπιναν αμάσητο το fake news ότι κάτοικοι του Καστελόριζου έδεσαν (!) μια χελώνα για να τη δει ο Κυριάκος Μητσοτάκης που επισκεπτόταν το νησί τους. Αναμφίβολα, είναι απορίας άξιον ποιος νοσηρός εγκέφαλος σκέφθηκε να κατασκευάσει μια τέτοια τερατώδη «είδηση». Αλλά μεγαλύτερη απορία προκαλεί το τι μυαλά κουβαλούν όλοι εκείνοι που την πίστεψαν και έσπευσαν να κάνουν την αναπαραγωγή της.
Πρόκειται, μάλλον, για πολιτική σκέψη που μπορεί να αποδοθεί με τη γνωστή λαϊκή ρήση «άρμεγε λαγούς και κούρευε χελώνες» που στην παρούσα φάση περιγράφει γλαφυρά την άκρατη κινδυνολογία που καθοδηγεί την επιχείρηση «μπαμπούλας». Επιχείρηση με την οποία οι κυβερνητικοί φαίνεται να πιστεύουν ότι θα αποτρέψουν το μοιραίο, αρνούμενοι να αντιληφθούν ότι οι κίνδυνοι τους οποίους επισείουν για την κυβερνητική αλλαγή, λειτουργούν, εν τέλει, ως αυτοεκπληρούμενη προφητεία.

Πέμπτη 4 Απριλίου 2019

Θα κάνουν τίμιες εκλογές, αυτοί που κλέβουν κάλπες και διαγράφουν συντάξεις;



            Την περασμένη Παρασκευή στη Βουλή συνέβη κάτι το αδιανόητο: Βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ, γνωστός για το πάθος με το οποίο άσκησε –ως σύγχρονος… «Ιαβέρης»- τα καθήκοντα του μέλους της Εξεταστικής Επιτροπής για τα δάνεια των κομμάτων και των μέσων ενημέρωσης, αν και απουσίαζε εκτός Αθηνών, εμφανίστηκε σε ονομαστική ψηφοφορία να ψηφίζει δύο φορές!
            Η ψηφοφορία διεξήχθη με το ηλεκτρονικό σύστημα που διαθέτει η Βουλή και ο ίδιος ο βουλευτής, που εκλέγεται στην περιφέρεια, είχε στείλει επιστολή με την οποία γνωστοποιούσε ότι συντάσσεται με την κομματική γραμμή. Ως εδώ, όλα καλά. Ω, του θαύματος, όμως, μόλις ολοκληρώθηκε η ψηφοφορία διαπιστώθηκε ότι είχε δοθεί για λογαριασμό του και ηλεκτρονική ψήφος!
            Τι είχε συμβεί; Κάποιος είχε πάρει τη κάρτα του βουλευτή που, όπως ειπώθηκε, την είχε στη θυρίδα που διαθέτει στα γραφεία της κοινοβουλευτικής ομάδας του κυβερνώντος κόμματος και πήγε και ψήφισε αντ΄ αυτού. Όταν από το προεδρείο εντοπίστηκε αυτή η λαθροχειρία, οι υπηρεσιακοί παράγοντες της Βουλής που είναι της εμπιστοσύνης των κυβερνώντων, έσπευσαν να καλύψουν το μείζον ζήτημα που ανέκυψε, ισχυριζόμενοι ότι αρκούσε το γεγονός πως «δεν θα μετρήσει η ψήφος του βουλευτή».
Υπό άλλες συνθήκες, θα περίμενε κανείς να… σηκωθούν και τα έδρανα για να διαμαρτυρηθούν για μια τόσο απίστευτα αντιδημοκρατική ενέργεια. Η οποία μπορεί να έγινε σε μια ψηφοφορία χωρίς σασπένς –ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ ψήφιζαν μαζί το νέο πλαίσιο για την προστασία της πρώτης κατοικίας δανειοληπτών με κόκκινα δάνεια-, πλην, όμως, ουδείς γνωρίζει αν έχει επαναληφθεί και άλλες φορές.
Διότι, όπως αποδεικνύεται, αν κάποιος είχε ειδοποιήσει τον απόντα κυβερνητικό βουλευτή να μην στείλει επιστολική ψήφο, τότε η ψήφος του, την οποία έριξε άλλος, θα μετρούσε κανονικά. Αφού με την ηλεκτρονική ψηφοφορία δεν μπορεί να διαπιστωθεί αν αυτός που χρησιμοποιεί την κάρτα είναι ο πραγματικός κάτοχός της και όχι άλλος «εντεταλμένος» είτε του ίδιου του κατόχου είτε του κόμματός του.
Όλως παραδόξως, ωστόσο, το θέμα «πνίγηκε». Η λαθροχειρία και η πλαστοπροσωπία δεν ερευνήθηκαν, όπως επιβάλει ο στοιχειώδης σεβασμός στους κανόνες του δημοκρατικού παιχνιδιού. Ούτε φυσικά αναζητήθηκαν ο δράστης ή οι δράστες. Η τεράστια αυτή αθλιότητα θεωρήθηκε ως μη γενόμενη, λες και επρόκειτο για μια απλή παράλειψη ή ένα ακούσιο λάθος.
Το ίδιο παράδοξη είναι και η σιωπή με την οποία επιχειρείται να καλυφθούν οι σοβαρότατες καταγγελίες για την μεγάλη, όπως φαίνεται, πολιτική απάτη που έχει στηθεί γύρω από τις καθυστερήσεις στην απονομή χιλιάδων συντάξεων. Απάτη που στόχο έχει να συντηρηθεί το ψευδές αφήγημα περί υπερπλεονασμάτων που επιτρέπουν στην κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ να μοιράζει επιδόματα στους φτωχοποιημένους Έλληνες.
Η αρμόδια υπουργός Έφη Αχτσιόγλου, η οποία υποτίθεται ότι εκπροσωπεί το νέο στην πολιτική ζωή της χώρας, έχει εκτεθεί ανεπανόρθωτα δηλώνοντας δεκάδες φορές δημόσια και μπροστά στις κάμερες ότι είναι ζήτημα λίγων μηνών η ολοκλήρωση της εκκαθάρισης. Το γεγονός ότι διασύρεται αυτοδιαψευδόμενη, κάθε φορά που θέτει καινούργιο χρονοδιάγραμμα δεν δείχνει να την απασχολεί.
Στην αρχή είχε υποσχεθεί ότι όλα θα τελείωνα τον Οκτώβριο του 2017. Μετά το πήγε τον Ιούνιο του 2018, ύστερα το μετακίνησε για τον Αύγουστο και έπειτα δεσμεύτηκε με κάθε κατηγορηματικότητα για το τέλος του περασμένου χρόνου.
Είμαστε, ωστόσο, στον Απρίλιο του 2019 και όχι μόνον δεν έχει εκκαθαριστεί το σύνολο των εκκρεμών αιτημάτων για συνταξιοδοτικές παροχές, αλλά, όπως εύκολα μπορεί να διαπιστώσει όποιος ρωτήσει στον περίγυρο του, οι συντάξεις χορηγούνται με το σταγονόμετρο. Γι΄ αυτό και ενώ δεν βγαίνουν πολλοί νέοι συνταξιούχοι, υπάρχουν χιλιάδες απόμαχοι της ζωής που περιμένουν επί χρόνια να συνταξιοδοτηθούν, αντιμετωπίζοντας προβλήματα αξιοπρεπούς διαβίωσης.
Τις διαπιστώσεις αυτές ήρθαν να επιβεβαιώσουν οι βαριές καταγγελίες των εργαζομένων στα ασφαλιστικά ταμεία ότι διαγράφονται αιτήματα για συνταξιοδοτικές παροχές, προκειμένου να αποκρυβούν από τους Έλληνες αλλά και τους… κουτόφραγκους της τρόικας –που είναι, πάντως, απορίας γιατί κάνουν τα στραβά μάτια- υποχρεώσεις που έχει το Δημόσιο.
Γεγονός αδιαμφισβήτητο αποτελεί ότι στην ψηφιακή εποχή που διάγουμε και στην οποία οι προηγμένες χώρες απονέμουν συντάξεις τον επόμενο μήνα από την αφυπηρέτηση των εργαζομένων τους, στην Ελλάδα ουδείς γνωρίζει ποιος είναι ο αριθμός των συντάξεων που εκκρεμούν. Όχι γιατί δεν ξέρουμε να μετράμε, αλλά επειδή η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ έχει δυσανεξία στη διαφάνεια και έχει πάρει διαζύγιο με την αλήθεια.
Η υποτιθέμενη, εξάλλου, διάψευση που εκδόθηκε από το γραφείο του… γνωστού θιασώτη της ειλικρίνειας υφυπουργού Τάσου Πετρόπουλου είναι αποκαλυπτική για το τι συμβαίνει: «Η ΝΔ άφησε απλήρωτες 400.000 συνταξιοδοτικές παροχές», υποστήριξε ο φιλαλήθης κυβερνητικός παράγων που βλέπει στον δρόμο ασφαλισμένους να τον αποθεώνουν. «Η σημερινή κυβέρνηση έχει εκδώσει 826.674 συνταξιοδοτικές παροχές και έχει μειώσει κατά 72% τις εκκρεμότητες», πρόσθεσε.
Ακόμη και κοντά στην πραγματικότητα αν είναι τα νούμερα που παρέθεσε, ποιος, αλήθεια, μπορεί να αντιληφθεί από την επίκλησή τους πόσες είναι οι απλήρωτες συντάξεις σήμερα;  Κανείς, φυσικά. Διότι οι άνθρωποι που δεν έχουν πρόβλημα να πλαστογραφήσουν ψηφοφορίες στη Βουλή, σιγά μην διστάσουν να κρύψουν την αλήθεια, διαγράφοντας μερικά συνταξιοδοτικά αιτήματα για να στείλουν τον λογαριασμό στην επόμενη κυβέρνηση.
Σκεφθείτε μόνον αν τα κόμματα της αντιπολίτευσης δεν έχουν τα μάτια τους… δεκατέσσερα, πόσο τίμιες μπορεί να είναι οι επόμενες εκλογές αν αφεθούν στην ευχέρεια του ΣΥΡΙΖΑϊκού καθεστώτος.