Συνολικές προβολές σελίδας

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΔΕΘ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΔΕΘ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τρίτη 10 Σεπτεμβρίου 2013

Οι «προφήτες της καταστροφής», το «δόγμα Στάινμπρουκ» και το… 2021



«Εκνευρίζονται οι γνωστοί προφήτες της καταστροφής, χάνουν την ψυχραιμία τους, επειδή, ναι, είμαι αισιόδοξος», είπε ο πρωθυπουργός Αντώνης Σαμαράς στην τελευταία ομιλία του στη ΔΕΘ για να προσθέσει: «Αλλά τι νομίζουν; Εγώ δεν βλέπω την ανεργία; Δεν νιώθω τον πόνο; Δεν ξέρω ότι ο κόσμος ζορίζεται και υποφέρει;».
Νωρίτερα είχε αναφερθεί σε «δεκάδες μεγάλες ξένες επιχειρήσεις που έχουν εκφράσει επενδυτικό ενδιαφέρον για την Ελλάδα τους τελευταίους μήνες», εξηγώντας ότι δέχθηκε ο ίδιος στο Μαξίμου όλους όσοι από τους εκπροσώπους ή τις διοικήσεις τους ζήτησαν να τον δουν. Απαρίθμησε τις περισσότερες από αυτές, ενώ αναφέρθηκε και σε «εξαγορές και επενδύσεις από ξένους ομίλους σε ελληνικές επιχειρήσεις τεχνολογίας που πλησιάζουν τα 700 εκατομμύρια μόνο φέτος».
Αθροίζοντας, ωστόσο, κανείς όλες τις νέες θέσεις εργασίας που εξαγγέλθηκαν μετά τις αρκετές, όντως, συναντήσεις που έχει κάνει ο κ. Σαμαράς με εκπροσώπους ξένων ομίλων και συνυπολογίζοντας ακόμη και τις 10.000 θέσεις που λέει ο ίδιος ότι μπορεί να δημιουργηθούν σε βάθος χρόνου από τη διέλευση του αγωγού φυσικού αερίου TAP, μπορεί να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι ο συνολικός αριθμός όσων αμέσως ή εμμέσως θα βρουν απασχόληση τα επόμενα ένα με δύο χρόνια θα είναι, στην καλύτερη περίπτωση, μερικές δεκάδες χιλιάδες.
Αν ληφθεί, όμως, υπόψη ότι η μακρά λίστα με τους ανέργους συμπολίτες μας οδεύει ακάθεκτη προς το 1,4 εκατομμύριο, εκ των οποίων το ένα εκατομμύριο έχει προστεθεί την τελευταία σκληρή μνημονιακή τριετία, εύκολα τίθεται το ερώτημα από πού αντλεί την αισιοδοξία του ο πρωθυπουργός, ο οποίος στην ίδια ομιλία του υποστήριξε ότι «αυτή τη στιγμή, οι πιο συντηρητικοί υπολογισμοί θεωρούν ότι η Ελλάδα θα επιστρέψει στα επίπεδα ευημερίας που ήταν πριν την κρίση γύρω στο 2020».
Για να καταφέρουμε ως το 2020 «να ξεπεράσουμε κάθε προηγούμενο ευημερίας», όπως υποστήριξε ο κ. Σαμαράς ότι «μπορούμε», θα πρέπει καθένα από τα επόμενα επτά χρόνια να δημιουργούνται 140.000 νέες θέσεις εργασίας.
Κάτι τέτοιο, όμως, μόνον ως αδιανόητο μπορεί να θεωρηθεί με δεδομένη την ανάγκη να ακολουθείται ως τότε ιδιαιτέρως σφικτή δημοσιονομική διαχείριση, που σημαίνει πολύ περιορισμένο πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων, αφού μόνον έτσι μπορεί να υπάρχουν πλεονάσματα που να καλύπτουν τις τοκοχρεωλυτικές υποχρεώσεις, όσο περιορισμένες και αν είναι αυτές, εξαιτίας ενός πολύ πιθανού έμμεσου «κουρέματος» του χρέους που θα προκύψει από την χρονική μετακύλισή του.
Δεν χρειάζεται, λοιπόν, να είναι κανείς «προφήτης της καταστροφής» για να αντιληφθεί ότι χωρίς ένα μεγάλο σοκ που μπορεί να δημιουργηθεί από μια γενναία χρηματοδότηση επενδυτικών πρωτοβουλιών στην Ελλάδα αλλά και ευρύτερα στον ευρωπαϊκό Νότο, η παγίδα λιτότητας, στην οποία έχουμε εγκλωβιστεί, θα μας ακολουθεί για πολλά – πολλά χρόνια και πάντως πολύ μετά το 2020.
Σίγουρα δεν είναι λύση τα εύκολα δανεικά που μπορεί να ονειρεύονται κάποιοι ότι μπορεί να μας ξαναδοθούν με σκοπό να μοιραστούν, όπως συνέβαινε στο παρελθόν, σε πελατειακά επιδόματα, χαριστικές παροχές και –γιατί όχι;- μίζες «κολλητών». Από εκεί, όμως, μέχρι του να πιστεύει κανείς ότι η Ελλάδα μπορεί, χωρίς ουσιαστική βοήθεια από την Ευρωπαϊκή Ένωση, να αναπληρώσει σε αντίστοιχο χρόνο τα χαμένο έδαφος της τελευταίας υφεσιακής εξαετίας, πρέπει να είναι πολύ αιθεροβάμων. 
Νομίζω ότι, καλύτερα παντός άλλου, τη λύση που μπορεί να οδηγήσει στην πραγματική διέξοδο προς την ανάκαμψη την περιέγραψε πρόσφατα ο σοσιαλδημοκράτης υποψήφιος καγκελάριος Πέερ Στάινμπρουκ, ο οποίος, στην τηλεοπτική αναμέτρησή του με την αντίπαλό του Άνγκελα Μέρκελ, αναφέρθηκε στην αναγκαιότητα ενός «Σχεδίου Μάρσαλ» με αποδέκτες την Ελλάδα και τις άλλες χώρες του Νότου που θα χρηματοδοτηθεί από ευρωπαϊκούς πόρους.
Αυτό το, ας μας επιτραπεί ο όρος, «δόγμα Στάινμπρουκ» είναι η μόνη ικανή και αναγκαία συνθήκη που μπορεί να ανατρέψει την κατάσταση που τείνει να παγιωθεί στον ευρωπαϊκό Νότο και που αργά ή γρήγορα δεν θα αφήσει ανεπηρέαστη και την ίδια τη Γερμανία παρά το γεγονός ότι η δική μας κρίση τής εξασφαλίζει μειωμένο κόστος δανεισμού.
Ας ελπίσουμε, λοιπόν, ότι την μεθεπόμενη Κυριακή, οι Γερμανοί ψηφοφόροι θα μας κάνουν τη… χάρη και θα «κοντύνουν» τον σημερινό κυβερνητικό συνασπισμό του Βερολίνου, υποχρεώνοντας τη συντηρητική καγκελάριο να μοιραστεί την εξουσία με τον σοσιαλδημοκράτη ανθυποψήφιό της. Αλλιώς, πολύ δύσκολα βλέπω να εκπληρώνεται η πρωθυπουργική… προφητεία ότι «το 2021 (μπορεί) να γιορτάσουμε όχι απλώς τα 200 χρόνια από την Ελληνική Επανάσταση, αλλά και την αναγέννηση της χώρας μας».

(Δημοσιεύθηκε στο www.protothema.gr στις 9.9.2013)

Τρίτη 20 Σεπτεμβρίου 2011

Με πόσες, άραγε, προσευχές, γλυτώνουμε τον Αρμαγεδδώνα;

            «Θα τα καταφέρουμε με τη βοήθεια του Θεού! Γιατί βρισκόμαστε όλοι σήμερα σε πόλεμο επιβίωσης. Κι όπως ξέρετε, στα χαρακώματα δεν υπάρχουν άθεοι. Όλοι προσεύχονται!». Αντιγράφω αυτολεξεί την αποστροφή αυτή από την ομιλία του προέδρου της ΝΔ Αντώνη Σαμαρά στη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης, επειδή με εντυπωσίασε όσο τίποτε άλλο από όσα είπε.
Ακούγοντάς τον, σκέφθηκα, προς στιγμήν, το ανέκδοτο που λέει «καλός είναι ο αγιασμός, αλλά ας πάρουμε και καμία γάτα». Αναλογιζόμενος, όμως, ότι η κατάσταση, όπως είχε διαμορφωθεί λίγες ώρες νωρίτερα, με την ακύρωση του ταξιδιού του πρωθυπουργού Γιώργου Παπανδρέου στις ΗΠΑ, μετά τις δραματικές εξελίξεις στη σύνοδο των Ευρωπαίων υπουργών Οικονομικών στην Πολωνία, κατέληξα ότι δεν ήταν ώρα για χιούμορ.
Με δεδομένη, άλλωστε, την αντιμετώπιση, την οποία είχε, από τους εταίρους μας, ο αντιπρόεδρος Ευάγγελος Βενιζέλος, ο οποίος είχε προκαλέσει την άρον – άρον αποχώρηση από την Ελλάδα των εκπροσώπων των δανειστών μας, όταν, προ δύο εβδομάδων, ζήτησε «πολιτική διαπραγμάτευση», είναι να απορεί κανείς πως θα μπορούσε να πειστεί η τρόικα να επιστρέψει για να δώσει το «πράσινο φως» εκταμίευσης της απαραίτητης, για την πληρωμή μισθών και συντάξεων, δόσης, αν κάποιος τους έλεγε ότι στην Ελλάδα το έχουμε… ρίξει στην προσευχή.  
Η απορία συνδέεται ευθέως με το γεγονός ότι το τελευταίο διάστημα πληθαίνουν οι φωνές που ζητούν άμεση προσφυγή στις κάλπες, από τις οποίες η πιθανότερη εξέλιξη είναι πως τις τύχες της χώρας θα αναλάβει το κόμμα του κ. Σαμαρά. Ακόμη και φίλοι της κυβερνώσας παράταξης θεωρούν ότι η παρούσα κυβέρνηση δεν πρέπει να επωμιστεί ολόκληρο το βάρος από τα επώδυνα μέτρα που είναι αναγκαίο να ληφθούν για να αποφευχθεί η επισημοποίηση της χρεοκοπίας.
Ορισμένοι υποστηρίζουν ότι «ούτως ή άλλως η σημερινή κυβέρνηση δεν διαθέτει την πολιτική νομιμοποίηση για να ασκήσει την πολιτική που υποχρεώνεται να ακολουθεί, καθώς δεν ψηφίστηκε γι΄ αυτά από τον ελληνικό λαό». Άλλοι επιστρατεύουν το επιχείρημα «ας πάρει την απασφαλισμένη χειροβομβίδα ο κ. Σαμαράς, ο οποίος δεν μπορεί να συνεχίζει να κερδοσκοπεί πολιτικά, υποσχόμενος φοροαπαλλαγές και κλείνοντας το μάτι σε κάθε –δικαίως ή αδίκως- διαμαρτυρόμενο»  
Σε όλα αυτά αντιπαρατάσσεται ο αντίλογος, σύμφωνα με τον οποίο «η κυβέρνηση Παπανδρέου δεν μπορεί να φυγομαχήσει σε αυτή την κρίσιμη συγκυρία, αποποιούμενη των ευθυνών της απέναντι στη χώρα και ακολουθώντας την τακτική της προηγούμενης κυβέρνησης, η οποία μόλις είδε τα δύσκολα που είχε μπροστά της, πήγε στις πρόωρες εκλογές του φθινοπώρου 2009».
Δυσκολεύομαι, ειλικρινά, να ενστερνισθώ την μια ή την άλλη άποψη, καθώς θεωρώ ότι και οι δυο εστιάζονται στο εσωτερικό πολιτικό πεδίο και αγνοούν τον διεθνή παράγοντα που, είτε το θέλουμε, είτε όχι, είναι ο πλέον καθοριστικός για τι «μέλλει γενέσθαι», είτε εδώ στηθούν κάλπες, είτε όχι.
Όταν πανίσχυρες χώρες, όπως οι ΗΠΑ ή η Γαλλία, κλυδωνίζονται και μοιάζουν αδύναμες να αντιδράσουν στα κελεύσματα των αδηφάγων αγορών, δεν μπορεί να μην αναρωτιέται κανείς ποια περιθώρια ελιγμών μπορεί να έχει η υπερχρεωμένη Ελλάδα, η οποία, επιπροσθέτως, έχει βρεθεί στο διεθνές στόχαστρο όχι μόνον ως ο «αδύναμος κρίκος» της ευρωζώνης, αλλά και ως δακτυλοδειχτούμενη, επειδή δεν τηρεί τις δεσμεύσεις της.
Η στήλη έχει επισημάνει και κατά το παρελθόν ότι η βασική αποτυχία της σημερινής κυβέρνησης είναι ότι –καλώς ή κακώς- δεν έχει καταφέρει να πείσει το ευρύ κοινωνικό σώμα για την πραγματική διάσταση των προβλημάτων που αντιμετωπίζει η χώρα και τα οποία εστιάζονται στην ψευδή ευημερία που δημιούργησαν τα ελλείμματα παραγωγικότητας και ανταγωνιστικότητας.
Όσο, λοιπόν, δεν συνειδητοποιείται αυτή η απλή αλήθεια, θα αφήνεται το πεδίο ελεύθερο σε κάθε λογής πολιτικούς κερδοσκόπους που βάζουν την καρέκλα τους πάνω από το συλλογικό κοινωνικό συμφέρον, αλλά και στα κάθε είδους συμφέροντα που, ας μη γελιόμαστε, θα επωφεληθούν από την χρεοκοπία της χώρας.
Γι΄ αυτό –θεοσεβούμενοι και… άθεοι- ας είμαστε τουλάχιστον «κουμπωμένοι» απέναντι σε όσους μας ζητούν προσευχή για να αποφύγουμε τον επερχόμενο Αρμαγεδδώνα.

*Ο Γρηγόρης Τζιοβάρας είναι δημοσιογράφος, περιφερειακός σύμβουλος Θεσπρωτίας στο νέο Περιφερειακό Συμβούλιο Ηπείρου. Η αρθρογραφία του (ανα)δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα: http://topikakaiatopa.blogspot.com.

Τρίτη 23 Αυγούστου 2011

«Όλα τριγύρω αλλάζουνε, και όλα τα ίδια μένουν…»

Στην εφορία της περιοχής μου με κάλεσαν πρόσφατα, για έναν τυπικό έλεγχο της φορολογικής μου δήλωσης, την οποία εδώ και χρόνια, από το 2003 που, αν δεν με απατά η μνήμη μου, δόθηκε η σχετική δυνατότητα, υποβάλω ηλεκτρονικά. Πηγαίνοντας εκεί έμεινα έκπληκτος όταν η εντεταλμένη υπάλληλος μού ζήτησε αντίγραφο της δήλωσης, καθώς η ίδια, ελέγκτρια κατά τα άλλα, δεν είχε πρόσβαση στη σχετική λειτουργία του Taxis.
Η έκπληξή μου έγινε ακόμη μεγαλύτερη όταν μου εξήγησε ότι ολόκληρη δημόσια υπηρεσία δεν μπορούσε να μου παράσχει τη δυνατότητα να συνδεθώ στο διαδίκτυο για να εκτυπώσω επιτόπου τη δήλωση, όπως μπορώ να κάνω από το σπίτι μου, το γραφείο μου ή ένα Internet café, οπουδήποτε στην Ελλάδα ή στο εξωτερικό. Έτσι, χρειάστηκε να επανέλθω την επομένη για να ολοκληρωθεί ο έλεγχος, χάνοντας κι εγώ, όπως, φαντάζομαι, χιλιάδες άλλοι συμπολίτες μας, αλλά και εκατοντάδες υπάλληλοι, αρκετό από τον εργάσιμο χρόνο μας για κάτι τόσο αυτονόητο που κανείς δεν σκέφθηκε ν΄ αλλάξει.
Με αυτή και πολλές άλλες αφορμές, μου δημιουργείται η εντύπωση ότι, πλειοψηφικά, έχουμε μεταβληθεί σε ένα λαό που δεν αρέσκεται στις αλλαγές ή, τέλος πάντων, ένα μεγάλο τμήμα της ελληνικής κοινωνίας, δεν δείχνει διάθεση να αλλάξει νοοτροπίες και συνήθειες.
Δείτε, για παράδειγμα, τις κομματικές και συνδικαλιστικές αντιδράσεις στις προσφάτως εξαγγελθείσες αλλαγές στην κρατικά μέσα ενημέρωσης. Δεν πίστευα στα αυτιά μου και δεν εμπιστευόμουνα τα μάτια μου ακούγοντας και διαβάζοντας τις διαπρύσιες αντιρρήσεις ορισμένων για το «λουκέτο» στο «ιστορικό» (!) περιοδικό «Ραδιοτηλεόραση» που αν δεν υπήρχε ο καταιγισμός της διαφήμισής του από τα κανάλια της ΕΡΤ τις τελευταίες ημέρες θα πίστευα ότι είχε από χρόνια σταματήσει να κυκλοφορεί.
Δεν ξέρω πόσοι το αγόραζαν το εν λόγω περιοδικό, το οποίο, σύμφωνα με τον αρμόδιο υπουργό Επικρατείας Ηλία Μόσιαλο, επιβάρυνε το συνολικό προϋπολογισμό της ΕΡΤ με τρία εκατομ. ετησίως, Αναρωτιέμαι, όμως, ποια, αλήθεια,… ιστορικότητα αναδύεται από ένα έντυπο που, αν δεν κάνω λάθος, ο ρόλος του είναι να δημοσιεύει το πρόγραμμα των τηλεοπτικών σταθμών, όπως κάνουν δεκάδες άλλα –ειδικά και μη- έντυπα σε αυτή τη χώρα;
Μεγάλη απορία μού δημιουργήθηκε και από τις ενστάσεις που διατυπώθηκαν για την διακοπή της λειτουργίας της ΕΤ 1, αλλά και το γενικότερο συμμάζεμα που επιχειρείται στους τηλεοπτικούς και ραδιοφωνικούς σταθμούς –τρεις διαφορετικοί ραδιοσταθμοί λειτουργούν μόνον στη Θεσσαλονίκη. Και απόρησα γιατί μέχρι πρότινος το συμμάζεμα εμφανιζόταν να είναι λαϊκή απαίτηση, καθώς κοινή πεποίθηση ήταν ότι η κατάσταση είχε «ξεχειλώσει» τα τελευταία χρόνια και η συνεχιζόμενη σπατάλη χρημάτων του Έλληνα φορολογούμενου ήταν προκλητική.
Αλλά και σε πιο σοβαρά θέματα, η νοοτροπία της άρνησης των αλλαγών, φαίνεται να εκδηλώνεται με τρόπο που πραγματικά είναι να αναρωτιέται κανείς αν έχουμε γίνει ένας βαθιά συντηρητικός λαός ή ότι έτσι θέλουν να μας παρουσιάσουν οι ταγοί της κάθε είδους εξουσίας –πολιτικής, συνδικαλιστικής, αλλά κυρίως όσοι ελέγχουν την ενημέρωση και βαυκαλίζονται πως (δήθεν) εκφράζουν τη λεγόμενη «κοινή γνώμη».
Αναφέρομαι στην αρνητική χροιά που δόθηκε εξ αρχής από τα μέσα ενημέρωσης στην πληροφορία ότι η κυβέρνηση προσανατολιζόταν να περιορίσει το τελετουργικό πρόγραμμα της πρωθυπουργικής παρουσίας στα εγκαίνια της Διεθνούς Έκθεσης Θεσσαλονίκης το μεθεπόμενο Σαββατοκύριακο.
Χρόνια τώρα, αλλά κυρίως κατά την τελευταία τριετία που η οικονομική κρίση εγκαταστάθηκε για τα καλά στα μέρη μας, λογής δημοσιολογούτες ασκούσαν κριτική στην… κυβερνητική «ΔΕΘ-τουρ», όπως επικριτικά –και σωστά- σχολίαζαν στη μαζική –δημοσία δαπάνη- μετάβαση στη Θεσσαλονίκη πολυπληθών αντιπροσωπειών από υπουργεία, δημόσιες υπηρεσίες και ΔΕΚΟ, αλλά και υπουργών και κρατικών αξιωματούχων, με μόνο λόγο της εκεί παρουσίας τους να ακούσουν τον πρωθυπουργό και κατόπιν να «ξεχυθούν» στα κάθε είδους ξενυχτάδικα της περιοχής.
Μόλις, όμως, έγινε γνωστή η πρόθεση να περικοπεί –για συμβολικούς, αλλά ουσιαστικούς λόγους- το καθιερωμένο πρόγραμμα της πρωθυπουργικής παρουσίας, ώστε να εκπεμφθεί το μήνυμα της περιστολής των δαπανών, οι αντιδράσεις εκφράστηκαν ακαριαία.
«Φοβούνται τους διαδηλωτές», έσπευσαν να πουν ορισμένοι. Λες και αν ο πρωθυπουργός δεν έκανε το καθιερωμένο δείπνο με τους λεγόμενους παραγωγικούς φορείς και τους τοπικούς παράγοντες –τον μητροπολίτη Άνθιμο, τον περιφερειάρχη Δ. Ψωμιάδη (που αντικαθιστά τον εκπεσόντα αδελφό του Πανίκα)-, οι συνήθως ειρηνικοί διαδηλωτές του ΠΑΜΕ ή οι πιο πολεμοχαρείς «μπαχλάκηδες», θα πτοούνταν και δεν θα προχωρούσαν στις δικές τους εκδηλώσεις που επίσης έχουν, πλέον, χαρακτήρα παράδοσης, αφού είναι ετησίως επαναλαμβανόμενες.
Με αυτά και με εκείνα, λοιπόν, από την εφορία που κανείς δεν σκέφθηκε να τη συνδέσει στο διαδίκτυο, ως την… ιστορική «Ραδιοτηλεόραση» και την τελετουργία της ΔΕΘ, νομίζω ότι εκείνο που ταιριάζει γάντι στην περίσταση είναι ο επιγραμματικός στίχος του τραγουδοποιού Νίκου Παπάζογλου, σύμφωνα με τον οποίο «όλα τριγύρω αλλάζουνε και όλα τα ίδια μένουν…».    

*Ο Γρηγόρης Τζιοβάρας είναι δημοσιογράφος, περιφερειακός σύμβουλος Θεσπρωτίας στο νέο Περιφερειακό Συμβούλιο Ηπείρου. Η αρθρογραφία του (ανα)δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα: http://topikakaiatopa.blogspot.com.