Συνολικές προβολές σελίδας

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Εκλογές. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Εκλογές. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 29 Απριλίου 2022

Οι γαλλικές εκλογές και ο Μακρόν σε… ρόλο Κυναίγειρου

Δεν ξέρω γιατί, αλλά παρακολουθώντας με ανάμεικτα συναισθήματα -χαρά για την επικράτηση του Εμανουέλ Μακρόν, λύπη για την άνοδο των ένθεν κακείθεν δυνάμεων του λαϊκισμού- τα αποτελέσματα των πρόσφατων γαλλικών προεδρικών εκλογών, ήρθε στον νου μου η ηρωική προσπάθεια του Αθηναίου -Ελευσίνιου για την ακρίβεια- μαχητή Κυναίγειρου να εμποδίσει την φυγή των Περσών προς την θάλασσα μετά την ήττα που υπέστησαν στον Μαραθώνα το 490 π.Χ.

Για όσους δεν θυμούνται την ιστορία, ο άοπλος Κυναίγειρος έπιασε με το ένα χέρι του το περσικό σκάφος που προσπαθούσε να αποπλεύσει χωρίς να καταφέρει να το ακινητοποιήσει αφού οι επιβαίνοντες σε αυτό τον ακρωτηρίασαν. Εκείνος επέμεινε χρησιμοποιώντας το άλλο χέρι του. Και όταν του έκοψαν και αυτό, δοκίμασε να πετύχει τον σκοπό του χρησιμοποιώντας τα δόντια του. Απεδείχθη, όμως, ατελέσφορη και η τρίτη προσπάθεια που κατέβαλε, αφού οι οπλισμένοι αντίπαλοί του τον αποκεφάλισαν.

Οι Αθηναίοι ανακήρυξαν ήρωα τον Κυναίγειρο και η φήμη της θυσίας του έφθασε έως τις μέρες μας. Αλλά ακόμη κι έτσι, έχω την αίσθηση ότι οποιοσδήποτε εξ ημών επιχειρήσει να βάλει τον εαυτό του στη θέση του ηρωικού μαχητή, θα προτιμούσε η προσπάθεια την οποία κατέβαλε να μην είχε αποδειχθεί μάταιη και πολύ περισσότερο να μην του είχε στοιχήσει τη ζωή, η οποία, όπως και αν το δει κάποιος, αποτελεί το υπέρτατο αγαθό της ανθρώπινης ύπαρξης.

Με αυτό το σκεπτικό, θεωρώ ότι κάθε εχέφρων πολίτης του πλανήτη, ο οποίος επιθυμεί να ζήσουν σε συνθήκες δημοκρατίας και ευημερίας ο ίδιος και τα παιδιά του και δεν ενστερνίζεται τις γνωστές θεωρίες συνωμοσίας για τις ελίτ που επιβάλουν πολιτικούς σαν τον Μακρόν, δεν θα ήθελε να αποβεί μάταιος, όπως του Κυναίγειρου, ο αγώνας τον οποίο δίνει ο Γάλλος Πρόεδρος για να αποτρέψει το σαλπάρισμα της ακροδεξιάς Μαρίν Λεπέν προς το Ελυζέ.

Οκτώ φορές ως τώρα, μέλη της οικογένειας Λεπέν, αρχικά ο πατέρας Ζαν Μαρί και από το 2012 η θυγατέρα του Μαρί, ήταν υποψήφιοι για την Προεδρία της Γαλλικής Δημοκρατίας. Στις κάλπες της περασμένης Κυριακής η 53χρονη Μαρίν έφθασε κοντύτερα από ποτέ στον… οικογενειακό στόχο. Το ποσοστό άνω του 41% το οποίο απέσπασε στον δεύτερο γύρο ήταν οκτώ ποσοστιαίες από την αντίστοιχη επίδοση που είχε πριν από πέντε χρόνια όταν και πάλι αναμετρήθηκε με τον 44χρονο Μακρόν ο οποίος τότε είχε ξεπεράσει το 66% και τώρα περιορίστηκε λίγο πάνω από το 58%.

Η μεγάλη άνοδος της γαλλικής ακροδεξιάς, που ήδη από τον πρώτο γύρο κατέγραψε πρωτοφανή ποσοστά, σε συνδυασμό με την κατάρρευση των παραδοσιακών κομμάτων εξουσίας, της Κεντροδεξιάς και των Σοσιαλιστών, αποτελεί ένα ηχηρό μήνυμα που αφορά ολόκληρο το ευρωπαϊκό οικοδόμημα, πυλώνας του οποίου αποτελούν οι ιδέες και οι πολιτικές που εκφράζει ο επανεκλεγείς Πρόεδρος και αντιστρατεύονται οι αντίπαλοί του.

Η κατάσταση, μάλιστα, παραμένει άκρως οριακή, ενόψει των νέων εκλογών που θα γίνουν στις 10 και 17 Ιουνίου για τη γαλλική Εθνοσυνέλευση. Αναθαρρημένοι από τις καλές επιδόσεις που είχαν στην κούρσα για την Προεδρία η (απτόητη από τα τρία «όχι» που της είπαν ως τώρα οι Γάλλοι) Μαρίν Λεπέν αλλά και ο υποψήφιος της Άκρας Αριστεράς Ζαν Λυκ Μελανσόν, εμφανίζονται αποφασισμένοι να διεκδικήσουν τη ρεβάνς στις νέες κάλπες. 

Διεκδικούν για την ακρίβεια την κοινοβουλευτική πλειοψηφία που θα τους δώσει έρεισμα για να απαιτήσουν από τον Μακρόν καθεστώς «συγκατοίκησης», όπως έχει αποκληθεί στα γαλλικά πολιτικά πράγματα ο ορισμός στο αξίωμα του πρωθυπουργού προσώπου που να προέρχεται από διαφορετικό κόμμα από εκείνο του Προέδρου.

Υπό άλλες συνθήκες, ενδεχομένως η «συγκατοίκηση» να ήταν λυτρωτική για την, όπως έδειξαν οι πρόσφατες κάλπες, διχασμένη γαλλική κοινωνία. Στην παρούσα, όμως, συγκυρία κατά την οποία οι πολιτικές, ιδεολογικές και αισθητικές διαφορές ανάμεσα στον ευρωπαϊστή Μακρόν και στους αντιευρωπαϊστές διεκδικητές της γαλλικής πρωθυπουργίας είναι σχεδόν χαώδεις, μια τυχόν επικράτηση ενός από τους Λεπέν ή Μελανσόν, πιο πιθανό είναι να εντείνει τον διχασμό στη Γαλλία και ίσως σε ολόκληρη την Ευρώπη, παρά να οδηγήσει σε συναινέσεις και συμβιβασμούς.

Στο μεταξύ, η γνωστή αδυναμία των ευρωπαϊκών θεσμικών οργάνων να προχωρήσουν έγκαιρα σε ένα συνεκτικό σχέδιο για την από κοινού αντιμετώπιση των βαρύτατων συνεπειών που έχει η ενεργειακή κρίση στα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις της Ένωσης, ρίχνει, δυστυχώς, νερό στον μύλο των κάθε λογής αντιευρωπαϊστών. 

Την ίδια ώρα οι… εύπεπτες ιδέες για εθνικές πολιτικές που θα έλυναν ως δια μαγείας το πολύπλοκο αυτό πρόβλημα με το οποίο έχουν έρθει αντιμέτωπες σχεδόν όλες οι χώρες, βρίσκουν έρεισμα σε μεγάλο εύρος των λαϊκών στρωμάτων που -μάλλον δικαίως!- δεν κατανοούν γιατί καθυστερεί η ευρωπαϊκή ηγεσία να αναλάβει δράση.

Ας ελπίσουμε ότι στις Βρυξέλλες, στο Βερολίνο και στις άλλες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, όπου φαίνεται να επικρατεί μια ανεξήγητη αταραξία απέναντι στα παιχνίδια του Πούτιν και των κερδοσκόπων που κρατούν στα ύψη τις τιμές της ενέργειας, έχει εμπεδωθεί η αυταπάτη ότι ο Μακρόν, που την επόμενη πενταετία δεν θα μπορεί να είναι εκ νέου υποψήφιος Πρόεδρος, θα αποδειχθεί πιο… ηρωικός από τον Κυναίγειρο. Κάθε άλλο.

Τα τελευταία γεγονότα δείχνουν ότι, χωρίς τη συντονισμένη ευρωπαϊκή αντίδραση για την αναχαίτηση της ενεργειακής ακρίβειας, τίποτε δεν αποκλείει ο Γάλλος Πρόεδρος, ο οποίος πήγε άοπλος στις πρόσφατες κάλπες και βγήκε τραυματισμένος από αυτές, να έχει την τύχη του Αθηναίου ήρωα…

Παρασκευή 8 Απριλίου 2022

Και αν δεν αντέξει ο Μακρόν;

Αν τις δύσκολες αυτές μέρες η μισή μας καρδιά ταξιδεύει στη μαρτυρική Μπούτσα, στο ηρωικό Κίεβο και στην ισοπεδωμένη Μαριούπολη, που πρέπει όλοι μαζί να θέσουμε ως στόχο την ανοικοδόμησή της, για κάθε εχέφρονα πολίτη τούτης της χώρας που θέλει ο ίδιος και τα παιδιά του να ζήσουν σε συνθήκες ελευθερίας, αξιοπρέπειας και ευημερίας η άλλη μισή καρδιά του δεν μπορεί παρά να χτυπάει στο Παρίσι, στη Μασσαλία, στη Λυών και σε κάθε πόλη και χωριό της Γαλλίας που την ερχόμενη Κυριακή θα στηθούν κάλπες για την εκλογή Προέδρου.

Μπορεί η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία και οι θηριωδίες που την συνοδεύουν να επισκίασαν τις γαλλικές κάλπες, πλην, όμως, ακριβώς για τον ίδιο λόγο, η ετυμηγορία των Γάλλων πολιτών δείχνει να είναι πιο καθοριστική από κάθε άλλη φορά τις τελευταίες δεκαετίες. Περισσότερο από ποτέ άλλοτε, σε αυτές τις προεδρικές εκλογές αναμετρώνται δύο κόσμοι. Δύο κόσμοι που δεν αφορούν μόνον τους Γάλλους, αλλά ολόκληρη την Ευρώπη, αν όχι και την υφήλιο.

Αργά αλλά σταθερά, ο νυν Πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν απέδειξε ότι, εκτός από άνθρωπος του μέτρου και της λογικής, είναι και μια ηγετική προσωπικότητα που θέλει και μπορεί να διαδραματίσει θετικό πρωταγωνιστικό ρόλο στο ευρωπαϊκό γίγνεσθαι. Για παράδειγμα, το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, το οποίο, πέραν πάσης προσδοκίας, συνομολόγησαν οι 27 Ευρωπαίοι ηγέτες ως απάντηση στην ύφεση που προκάλεσαν τα αναπόφευκτα lockdown της πανδημίας, φέρει πρωτίστως τη δική του σφραγίδα. Σφραγίδα η οποία αν δεν είχε μπει η κατάσταση σήμερα στην Ευρώπη θα ήταν εντελώς διαφορετική. Και σίγουρα πολύ πιο δυσμενής.

Με τη νέα -ενεργειακή αυτή τη φορά- κρίση που επέπεσε επί των κεφαλών μας, η ευρωπαϊκή απάντηση είναι η μόνη λύση για να μην διαλυθεί η κοινωνική συνοχή από άκρη σε άκρη της ηπείρου μας. Καμία χώρα, μικρή ή μεγάλη, δεν μπορεί να αντιμετωπίσει με τις δικές της δυνάμεις την εκτίναξη των τιμών της ενέργειας και τις συνακόλουθες ισχυρότατες πληθωριστικές πιέσεις που προκαλούνται από τις ανατιμήσεις στο φυσικό αέριο και εν γένει στα καύσιμα. Καλώς ή κακώς, οι λαοί που συναπαρτίζουν την Ευρωπαϊκή Ένωση δεν είναι όπως οι Τούρκοι που ανέχονται να (επι)βιώνουν με πληθωρισμό της τάξης του… 61%!

Από την άλλη, ουδείς μπορεί να φανταστεί ότι θα προκύψει, τουλάχιστον σε προβλεπτό χρόνο, ενιαία ευρωπαϊκή απάντηση στην κρίση χωρίς τον Εμμανουέλ Μακρόν στα Ηλύσια Πεδία. Αν, αντ΄ αυτού, κερδίσει την κούρσα για τη γαλλική προεδρία ένα από τα πρόσωπα που προβάλλουν ως αντίπαλα δέη στη δική του προσπάθεια επανεκλογής, η ανατροπή που θα προκληθεί δεν θα αφορά μόνον τη Γαλλία. Θα πρόκειται για έναν σεισμό που, τηρουμένων των αναλογιών, οι πολιτικές επιπτώσεις του θα συνταράξουν την υφήλιο τόσο όσο και η εισβολή του Πούτιν στην Ουκρανία.

Το ευτύχημα είναι ότι ο Μακρόν εμφανίζεται στις δημοσκοπήσεις των τελευταίων ημερών να διατηρεί το προβάδισμα έναντι της ακροδεξιάς Μαρίν Λεπέν που διεκδικεί και σε αυτή την κάλπη τη δεύτερη θέση. Το δυστύχημα, όμως, είναι ότι η τελευταία, η οποία έχει επανειλημμένα κατηγορηθεί για ανάρμοστες σχέσεις με το Κρεμλίνο, από το οποίο παλαιότερα είχε λάβει και δάνεια, εμφανίζεται τις τελευταίες μέρες να κλείνει την ψαλίδα της απόστασης που τη χωρίζει από την πρώτη θέση, παρά την παρουσία και δεύτερου υποψηφίου από τον ακροδεξιό χώρο.

Την ώρα που γράφονται τούτες οι γραμμές, η πιο πρόσφατη δημοσιευμένη μέτρηση φέρνει τον Μακρόν να βρίσκεται στο 28%, ποσοστό που είναι μειωμένο κατά 1,5% από την προηγούμενη μέτρηση, αλλά αυξημένο από το 24% που είχε λάβει στον προ τετραετίας πρώτο γύρο των εκλογών. Με εντυπωσιακή αύξηση, όμως, της απήχησης της κατά 4,5%, ανεβαίνει στο 24%, από 21% που είχε συγκεντρώσει το 2017, η Λεπέν. Στην τρίτη θέση με 16%, που είναι κατώτερο από το 20% της προηγούμενης αναμέτρησης, κατατάσσεται ο ακροαριστερός Ζαν Λυκ Μελανσόν.

Ακολουθούν με μονοψήφια ποσοστά άλλοι υποψήφιοι, ανάμεσα στους οποίους είναι η επίσημη υποψήφια της Δεξιάς Βαλερί Πεκρές, η οποία είναι έτοιμη να προσγειωθεί στο 7%. Ποσοστό το οποίο θα την φέρει μια μονάδα κάτω και από τον δεύτερο ακροδεξιό υποψήφιο Ερίκ Ζεμούρ ο οποίος υποχωρεί τελευταία στο 8%, ενώ πριν από μερικούς μήνες έδειχνε δημοσκοπική ορμή που μπορούσε να τον οδηγήσει στον δεύτερο γύρο των εκλογών που θα γίνει δύο εβδομάδες μετά τον πρώτο. Τα τελευταία προγνωστικά για την επαναληπτική εκλογή θέλουν τον Μακρόν να επικρατεί της Λεπέν με 53% έναντι 47%, όταν πριν από τέσσερα χρόνια ο σημερινός Πρόεδρος είχε επικρατήσει της και τότε αντιπάλου του με σχεδόν υπερδιπλάσιους ψήφους και ποσοστό 66,10% έναντι 33,90%.

Είναι προφανές ότι η μάλλον εύθραυστη υπεροχή του Μακρόν -με τέσσερις μονάδες στον πρώτο γύρο και έξι στον δεύτερο- καθιστά τα πράγματα πολύ οριακά. Αν δεν αντέξει κι αυτή τη φορά και δεν καταφέρει να κόψει πρώτος το νήμα στις 24 Απριλίου, όταν εμείς με βάση την ορθόδοξη παράδοσή μας, θα γιορτάζουμε την Ανάσταση, η Ευρώπη ολόκληρη θα πρέπει να αρχίσει να προετοιμάζεται για τη νέα κατάσταση που δεν είναι υπερβολή να την παραλληλίσουμε με την… κάθοδο στον Άδη.

Ας ευχηθούμε, λοιπόν, ο… Θεός της Ευρώπης να βάλει το χέρι του και τούτη την Κυριακή αλλά και σε δύο βδομάδες από τώρα που θα κριθούν πολλά και σημαντικά για όλους μας!

Παρασκευή 18 Μαρτίου 2022

Οι «καφετζούδες» των εκλογών την εποχή του «Τι Πλαστήρας, τι Παπάγος;»

Αποτελεί αναμφισβήτητα απορίας άξια η επιμονή του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης Αλέξη Τσίπρα να ζητεί «εδώ και τώρα» την προκήρυξη πρόωρων εκλογών. Αγνοώντας τόσο την εγχώρια όσο και τη διεθνή συγκυρία, ο πρώην πρωθυπουργός δεν χάνει ευκαιρία να διατυπώνει το αίτημα που διατύπωσε για πρώτη φορά τον περασμένο Δεκέμβριο.

«Σας εκλιπαρούμε, ορίστε εκλογές το συντομότερο», είπε την περασμένη εβδομάδα από το βήμα της Βουλής, καλώντας τον πρωθυπουργό να κάνει εκλογές τον Μάρτιο και όχι τον Μάιο, όπως γράφουν φιλικά προς την αξιωματική αντιπολίτευση μέσα ενημέρωσης ότι σχεδιάζει το κυβερνητικό επιτελείο. «Λυτρώστε τον ελληνικό λαό από την ανικανότητά σας», επανέλαβε κατά τη χθεσινή περιοδεία του στην Καλαμαριά.

Το πιθανότερο είναι ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν θα… ενδώσει στην πίεση που του ασκεί ο Αλέξης Τσίπρας, ο οποίος κόντρα σε όλες τις προβλέψεις, υποστηρίζει ότι το κόμμα του έχει υποσκελίσει την κυβερνητική παράταξη και, εφόσον στηθούν άμεσα οι κάλπες το κόμμα του θα κόψει πρώτο το νήμα.

Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ μάλιστα δείχνει να μη χάνει την αισιοδοξία του, παρόλο που, όχι μόνον δεν την συμμερίζεται μια μερίδα του στελεχιακού του δυναμικού, αλλά τη διαψεύδει και το σύνολο των μετρήσεων της κοινής γνώμης από τις οποίες προκύπτει ότι το κυβερνών κόμμα -χωρίς να είναι στα καλύτερα του- εξακολουθεί να διατηρεί διψήφιο προβάδισμα στην πρόθεση ψήφου.

Υπό αυτές τις συνθήκες θα είχε μεγάλο ενδιαφέρον αν ο Κυριάκος Μητσοτάκης υιοθετήσει τις εισηγήσεις συνεργατών του που του προτείνουν μόλις συμφωνηθεί εκεχειρία στη ρωσο-ουκρανική πολεμική σύρραξη να πάει στη Βουλή και όταν τον προκαλέσει και πάλι ο Τσίπρας να συναινέσει στην πρόκλησή του υπό έναν όρο: να αλλάξουν από κοινού τον εκλογικό νόμο, επαναφέροντας την ενισχυμένη αναλογική, που οδηγεί σε αυτοδυναμία, έτσι ώστε να μη χρειαστεί να στηθεί δεύτερη ή και τρίτη κάλπη για να σχηματιστεί κυβέρνηση.

«Αν πράγματι πιστεύει η αξιωματική αντιπολίτευση ότι ο ελληνικός λαός έχει ανάγκη από… λύτρωση, όπως διατείνεται ο κ. Τσίπρας, δεν θα έχει αντίρρηση να ρωτηθεί η γνώμη των πολιτών», λένε οι εισηγητές της πρότασης για συναινετική αλλαγή του εκλογικού συστήματος. «Και αν έτσι έχουν τα πράγματα, η απλή αναλογική, που για άλλους λόγους ψήφισε η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, αποτελεί παρωνυχίδα», συμπληρώνουν.

Εννοείται ότι σε μια τέτοια περίπτωση, οι κυβερνητικοί ιθύνοντες υπολογίζουν πως ο Κυριάκος Μητσοτάκης θα απαλλαγεί από τις υποσχέσεις του να αποφύγει τον πειρασμό αφενός να αλλάξει εκ νέου το εκλογικό σύστημα που ψήφισε η δική του κυβέρνηση και αφετέρου να πάει σε πρόωρες εκλογές. Ο ίδιος έχει υποστηρίξει την άποψη ότι οι κυβερνήσεις δεν πρέπει να εργαλειοποιούν τους θεσμούς και οι κάλπες να στήνονται κοντά στη συνταγματική προθεσμία. Αν, όμως, κάτι τέτοιο γίνει με ευρεία συναίνεση, τότε δύσκολα θα εγερθεί ζήτημα αθέτησης δεσμεύσεων.

Το ερώτημα, λοιπόν, είναι πως θα αντιδράσει ο Αλέξης Τσίπρας αν και εφόσον βρεθεί μπροστά σε ένα τέτοιο δίλημμα, το οποίο ορισμένοι παρομοιάζουν με το προηγούμενο μιας ανάλογης διελκυστίνδας που είχαν από 70 χρόνια οι τότε πρωταγωνιστές της πολιτικής ζωής του τόπου που ήταν δύο πρώην στρατιωτικοί: ο Νικόλαος Πλαστήρας που ηγείτο του διασπαμένου κεντρώου χώρου και ο Αλέξανδρος Παπάγος που ήταν ο ανερχόμενος ηγέτης της Δεξιάς Παράταξης.

Οι κυβερνήσεις που είχαν προέλθει από τις εκλογές του 1950 και του 1951 είχαν αποδειχθεί ασταθείς και μη βιώσιμες, λόγω του εκλογικού συστήματος της απλής αναλογικής που ευνοούσε την πολυδιάσπαση του πολιτικού συστήματος. Επιδίωξη του ξένου παράγοντα που ήλεγχε τη μετεμφυλιακή Ελλάδα – της αμερικανικής πρεσβείας στην Αθήνα ηγείτο ο διαβόητος Πιουριφόι- ήταν να αντικατασταθεί η απλή αναλογική με το πλειοψηφικό, σε τρόπον ώστε ο Ελληνικός Συναγερμός του Παπάγου, που ήταν πρώτο κόμμα, να αποκτήσει αυτοδύναμη πλειοψηφία εδρών στο Κοινοβούλιο.

Για να αλλάξει ο νόμος, όμως, έπρεπε να πειστεί ο πρωθυπουργός Πλαστήρας. Κάτι που επετεύχθη με ένα… σατανικό τέχνασμα το οποίο, όπως αποκάλυψε αργότερα ο ιστορικός Σπυρίδων Μαρκεζίνης, ο οποίος τότε πολιτευόταν και μετείχε της συνωμοσίας, εμπνεύστηκε ο πρέσβης των ΗΠΑ που ήξερε τις… μεταφυσικές πεποιθήσεις του πρωθυπουργού. «Εγνώριζε ότι ο πρωθυπουργός επίστευε βαθύτατα στον πνευματισμό και (…) εχρησιμοποίησε με τον κατάλληλο τρόπο γνωστή Αθηναία “καφετζού”, την οποία ιδιαιτέρως ενεπιστεύετο ο πρωθυπουργός», γράφει ο Μαρκεζίνης.

Η «καφετζού» ανέλαβε να πείσει τον Πλαστήρα ότι «το πλειοψηφικό θα απέβαινε προς όφελός του και ότι αν επροκαλείτο από τον Παπάγο έπρεπε, χωρίς επιφύλαξη, να αποδεχθεί την πρόκληση». Ενώ ο Πιουριφόι διαμήνυσε, μέσω του Μαρκεζίνη, στον αρχηγό του Ελληνικού Συναγερμού να πάει στη Βουλή και να απευθυνθεί στον πρωθυπουργό λέγοντας του: «Ως στρατιωτικοί, καταλαβαίνουμε ο ένας τον άλλον καλύτερα. Γιατί να χάνουμε καιρό; Ας ψηφίσουμε το πλειοψηφικό. Και αν οι Έλληνες προτιμήσουν εσένα, εγώ θα σε αποδεχθώ. Αν ψηφίσουν εμένα, είμαι βέβαιος ότι το ίδιο θα κάνεις και συ. Απλά πράγματα».

«Προς γενική κατάπληξη της Βουλής», γράφει ο Μαρκεζίνης, ο Πλαστήρας απάντησε μονολεκτικά: «Δέχομαι». Έτσι, πολύ σύντομα η Βουλή ψήφισε το πλειοψηφικό εκλογικό σύστημα με το οποίο έγιναν οι εκλογές του Νοεμβρίου του 1952 που απετέλεσαν θρίαμβο για τον Παπάγο. Ο Συναγερμός ήρθε πρώτο κόμμα με ποσοστό 49,2% και έλαβε 247 έδρες, ενώ τα κόμματα του Κέντρου (ΕΠΕΚ και Φιλελεύθεροι) που κατέβηκαν από κοινού συγκέντρωσαν 34,2% και εξέλεξαν μόλις και μετά βίας 51 βουλευτές. Η ΕΔΑ που είχε υιοθετήσει το σύνθημα «Τι Πλαστήρας, τι Παπάγος;» έλαβε 9,55% και δεν εξέλεξε κανέναν βουλευτή.

Η συνέχεια είναι -λίγο ως πολύ- γνωστή. Η Δεξιά Παράταξη που, με τη συνδρομή του Πιουριφόι και της «καφετζούς», εξασφάλισε άνετη πλειοψηφία κοινοβουλευτικών εδρών, έμεινε στην εξουσία επί ένδεκα συναπτά έτη, καθώς μετά τον θάνατο του Παπάγου η σκυτάλη πέρασε στον Κωνσταντίνο Καραμανλή.

Εβδομήντα χρόνια μετά αναζητείται η… «καφετζού» που μπορεί να έπεισε τον Αλέξη Τσίπρα ότι ο ΣΥΡΙΖΑ είναι πρώτο κόμμα!

Δευτέρα 6 Δεκεμβρίου 2021

Το ΠΑΣΟΚ «προώρισται να ζήσει και θα ζήσει»

 Η αθρόα και κατά πολλούς αναπάντεχη συμμετοχή των πολιτών στην εκλογική διαδικασία για την ανάδειξη νέου ηγέτη του κινήματος Αλλαγής συνιστά από μόνη του ένα πολυσήμαντο πολιτικό γεγονός που δεν μπορεί παρά να χαιρετιστεί από κάθε σκεπτόμενο άνθρωπο που πιστεύει στους δημοκρατικούς θεσμούς και θέλει να ζει σε μια κοινωνία που απαρτίζεται από μέλη τα οποία συμμετέχουν στα κοινά και δείχνουν συμπεριφορά υπεύθυνου πολίτη.

Εκ πρώτης, λοιπόν, όποιος βρέθηκε την Κυριακή σε οποιαδήποτε από τις πολλές ουρές που σχηματίστηκαν στους χώρους που ψήφιζαν τα μέλη και οι φίλοι του ΠΑΣΟΚ, είναι βέβαιο ότι πήρε μια καλή γεύση από μια κομματική διαδικασία που εξελίχθηκε σε νίκη της Πολιτικής και θρίαμβο της δημοκρατικής συμμετοχής.

Αψηφώντας τις ειδικές συνθήκες που συνιστούσε το γεγονός ότι, εν μέσω της ευρισκόμενης σε έξαρση πανδημίας του κορωνοϊού, έπρεπε να στηθούν σε ουρές για να μπουν και να ψηφίσουν σε κλειστές αίθουσες, ηλικιωμένοι στην πλειονότητά τους συμπολίτες μας περίμεναν καρτερικά και χωρίς διαμαρτυρίες να έρθει η σειρά τους για να εκπληρώσουν το δημοκρατικό τους καθήκον. Ένα καθήκον που στους περισσότερους το επέβαλε η συνείδησή τους και μόνο.

Είναι, άλλωστε, πολύ δύσκολο να βρει κάποιος άλλο λόγο που να εξηγεί την προσέλευση τόσων πολλών ανθρώπων στις κάλπες ενός κατά τεκμήριο μικρού, πλέον, κόμματος το οποίο είναι για σχεδόν επτά χρόνια έξω από τη νομή της κυβερνητικής εξουσίας, πέραν του γεγονότος ότι αποτελεί κοινή πεποίθηση όλων αυτών πως όταν είχε την ευθύνη της διακυβέρνησης της χώρας προσέφερε θετικές υπηρεσίες στην πατρίδα και στους πολίτες. Ήταν, κακά ψέματα, μια ψήφος πρωτίστως ευγνωμοσύνης και δευτερευόντως προσδοκίας.

Η ίδια, πιθανότατα, προαίρεση είναι και αυτή που καθόρισε και τη σειρά κατάταξης των υποψήφιων. Για όσους δεν αρέσκονται στις συνωμοσιολογικές εξηγήσεις των πραγμάτων και τείνουν ευήκοον ους στα εκάστοτε μηνύματα της κοινωνίας, η καθαρή επικράτηση του Νίκου Ανδρουλάκη υπήρξε μια σαφής επιβράβευση του 42χρονου ευρωβουλευτή ο οποίος, από τη μια, δεν απομακρύνθηκε από το ΠΑΣΟΚ στα χρόνια της φθοράς του και, από την άλλη, όντας ο νεότερος από τους βασικούς διεκδικητές της ηγεσίας είναι εκείνος που δεν έχει στην πλάτη του τα βαρίδια της εφαρμογής μνημονιακών πολιτικών.

Οι φίλοι του Κινήματος Αλλαγής παραγνώρισαν το γεγονός ότι ο νέος εκλεκτός τους δεν έχει τη βουλευτική ιδιότητα και άρα η παράταξή τους θα είναι κατά κάποιον τρόπο κοινοβουλευτικά ακέφαλη για το διάστημα (μικρό ή μεγαλύτερο, ουδείς γνωρίζει) που απομένει ως τις επόμενες εκλογές. Του συγχώρησαν επίσης πολλές από τις αδυναμίες που επέδειξε, ανάμεσα στις οποίες ήταν αναμφισβήτητα η αναποφασιστικότητα να πιάσει τον ταύρο από τα κέρατα. Προέκριναν μάλλον το γεγονός ότι είναι πολιτικός της νέας εποχής που δεν αρέσκεται στις συγκρούσεις.

Όλα δείχνουν ότι η νίκη του κ. Ανδρουλάκη δεν είναι τίποτε λιγότερο και τίποτε περισσότερο από έκφραση του αισθήματος πολιτικής αυτοσυντήρησης των κοινωνικών δυνάμεων που εκφράστηκαν τα τελευταία 47 χρόνια από το ΠΑΣΟΚ του Ανδρέα Παπανδρέου, του Κώστα Σημίτη, του Γιώργου Παπανδρέου, του Ευάγγελου Βενιζέλου και της Φώφης Γεννηματά.

Γι΄ αυτό και εάν υπάρχει ένα κεντρικό συμπέρασμα που εξάγεται από την κάλπη για την ηγεσία του Κινήματος Αλλαγής, νομίζω ότι αυτό συμπυκνώνεται στην παράφραση μιας διάσημης φράσης του Χαριλάου Τρικούπη που στην προκείμενη περίπτωση είναι ότι το ΠΑΣΟΚ «προώρισται να ζήσει και θα ζήσει».

Επειδή, ωστόσο, στην πολιτική οι εξελίξεις δεν είναι ποτέ ευθύγραμμες, το πως θα ζήσει το ΠΑΣΟΚ -και για την ακρίβεια αν θα αποκτήσει εκ νέου πρωταγωνιστικό ρόλο ή θα συνεχίσει να περιορίζεται σε ρόλο κομπάρσου στην πολιτική ζωή του τόπου- εξαρτάται εν πολλοίς από την ηγετική στόφα που θα επιδείξει ο νέος αρχηγός του.

Υπό αυτή την έννοια, ο κ. Ανδρουλάκης, ο οποίος όλα δείχνουν ότι θα είναι εκείνος που θα κόψει πρώτος το νήμα και την επόμενη Κυριακή, καλείται να πάρει γενναίες πρωτοβουλίες αφενός για να επιτύχει την ενότητα της Κεντροαριστεράς και αφετέρου για να προβάλλει αξιόπιστη εναλλακτική πρότασης εξουσίας. Κάτι που αδυνατεί να κάνει δυόμισι χρόνια τώρα το κόμμα που αναδείχθηκε τον Ιούλιο του 2019 στη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης.

Άλλωστε, μόνον όποιος εθελοτυφλεί μπορεί να παραγνωρίζει ότι η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ σπατάλησε τη μοναδική ευκαιρία που της δόθηκε, καθώς αποδείχθηκε ανίκανη να εκμεταλλευθεί την τύχη που επεφύλαξε η μνημονιακή κρίση σε ένα κόμμα της ριζοσπαστικής αριστεράς, το οποίο αποδείχθηκε ανίκανο να καλύψει το κενό που βρήκε στον χώρο του Κέντρου, που είναι χώρος ευθύνης και λογικής.

Όπως και να έχει, πάντως, η προσπάθεια για να αποκατασταθεί η τάξη πραγμάτων στον χώρο του Κέντρου και της Κεντροαριστεράς δεν τέλειωσε αυτή την Κυριακή ούτε θα τελειώσει την επόμενη με την πανηγυρική κατά τα φαινόμενα ανάδειξη του νέου αρχηγού στο Κίνημα Αλλαγής. Με τη στάση που τήρησαν, οι 270 χιλιάδες πολίτες που πήγαν στην κάλπη έβαλαν πολύ ψηλά τον πήχη στον επόμενο πρόεδρο του, ο οποίος είναι υποχρεωμένος να τον υπερβεί αν θέλει να δικαιώσει την εντολή που ζήτησε και έλαβε.

Ανεξαρτήτως, εξάλλου, εκλογικού αποτελέσματος, το μόνο βέβαιο είναι ότι οι επόμενες βουλευτικές κάλπες θα δώσουν το έναυσμα για μια ριζική αναδιάρθρωση του υφιστάμενου εκλογικού σκηνικού, το οποίο, όπως μαρτυρούν όλες τις έρευνες της κοινής γνώμης και κατέδειξαν οι κάλπες του ΚΙΝΑΛ, βρίσκεται σε φάση μετάβασης.

Παρασκευή 22 Οκτωβρίου 2021

Ποιος κομίζει το «νέο» στο ΚΙΝΑΛ;

 Πολλά λέγονται και γράφονται υπέρ και κατά της απόφασης του Γιώργου Παπανδρέου να διεκδικήσει την ηγεσία του Κινήματος Αλλαγής. Εκείνο, ωστόσο, που κανείς δεν μπορεί να αρνηθεί είναι ότι η υποψηφιότητα του πρώην πρωθυπουργού τάραξε τα λιμνάζοντα ύδατα και έδωσε νέα διάσταση σε μια πολιτική διαδικασία, όπως είναι η κούρσα για την ηγεσία του ενός ιστορικού κομματικού σχηματισμού, η οποία κινδύνευε να περάσει απαρατήρητη και να αποτελέσει υπόθεση μόνον των δεκάδων χιλιάδων μελών και φίλων του ΠΑΣΟΚ που ανόρεκτα και με βαριά καρδιά θα πήγαιναν να ψηφίσουν στις 5 Δεκεμβρίου.

Είτε συμφωνεί είτε διαφωνεί κάποιος με την τωρινή ή την παλαιότερη στάση του, αποτελεί αναμφισβήτητη αλήθεια ότι η παρουσία του κ. Παπανδρέου και –μην το ξεχνάμε!- γιου του ιδρυτή της παράταξης σε αυτή τη διεκδίκηση αύξησε κατακόρυφα το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης και, αναπόφευκτα, των μέσων ενημέρωσης. Με τον τρόπο αυτό είναι βέβαιο ότι μπήκε ψηλότερα ο πήχης για το σύνολο των επτά υποψηφίων, ή όσων τελικά θα είναι εκείνοι που μείνουν μέχρι τέλους στην κούρσα, στη διάρκεια των έξι εβδομάδων που απομένουν ως τις εσωκομματικές κάλπες.

Ο καθένας εξ αυτών θα πρέπει να δικαιολογήσει την υποψηφιότητά του, αποδεικνύοντας ότι έχει κάτι να εισφέρει στην παράταξή του και ευρύτερα στην πολιτική. Διότι οι κεντροαριστεροί πολίτες που θα πάνε στις κάλπες θα αξιολογήσουν κατ΄ αρχήν την προσωπικότητα και την μέχρι τώρα προσφορά ενός εκάστου των υποψηφίων. Πλην όμως, όπως διδάσκει η ιστορία, η πλειονότητα των ψηφοφόρων δεν μένει μόνον σε αυτά τα στοιχεία τα οποία κατά βάση κινητοποιούν όσους είναι ενταγμένοι σε οργανωτικούς μηχανισμούς ή λειτουργούν ατταβιστικά.

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι το βασικό χαρακτηριστικό που τις περισσότερες φορές σταθμίζουν οι πολίτες κάθε φορά που καλούνται να συμμετάσχουν σε κάποια εκλογική διαδικασία είναι οι προοπτικές που διανοίγονται μπροστά τους για ανατροπή των υφιστάμενων συσχετισμών και κυρίως για βελτίωση των συνθηκών της καθημερινής ζωής όλων μας που φέρνουν οι ιδέες από τις οποίες εμφορείται κάθε υποψήφιος που διεκδικεί είτε κάποιον κομματικό θώκο είτε την ευθύνη διακυβέρνησης της χώρας.    

Όποιος δεν έχει παρωπίδες και δεν φορά παραμορφωτικούς φακούς εύκολα αναγνωρίζει ότι κατά το παρελθόν ο Γιώργος Παπανδρέου είχε πει και είχε κάνει πολλά πρωτοπόρα πράγματα. Από την εποχή που ήταν ο πρώτος πολιτικός ο οποίος εμφανιζόταν με laptop σε κομματικές συνεδριάσεις και οι περισσότεροι τον έβλεπαν ως… «εξωγήινο» έως την περίοδο που μιλούσε με άγνωστους για το εγχώριο πολιτικό σύστημα όρους και έννοιες, όπως η ηλεκτρονική διακυβέρνηση, η διαύγεια, η ψηφιοποίηση, η δια βίου μάθηση, η κλιματική αλλαγή και η πράσινη ανάπτυξη, ο πρώην πρωθυπουργός άνοιξε δρόμους στους οποίους λιγότερο η περισσότερο περπατούν όλοι στις μέρες μας.

Η αλήθεια είναι ότι όλες αυτές οι διακηρύξεις του κ. Παπανδρέου έλαβαν χώρα σε μια άλλη, μάλλον μακρινή, εποχή. Κάποιοι μάλιστα υποστηρίζουν ότι οι απόψεις του ήταν πολύ πρόωρες και, ως εκ τούτου, ανεφάρμοστες διότι δεν συγχρονίζονταν με τις τότε προσλαμβάνουσες της ελληνικής κοινωνίας. Άλλοι αντιτείνουν ότι απλώς ήταν… άτυχος διότι ως πρωθυπουργός ήρθε αντιμέτωπος με τα ελλείμματα των προκατόχων του και η οικονομική κρίση που μοιραία προέκυψε, από τη στιγμή που η χώρα δεν μπορούσε πλέον να δανειστεί από τις αγορές για να καλύψει τις υπέρογκες κρατικές δαπάνες, η προσφυγή στο ΔΝΤ ήταν αναπόφευκτη και οι δυνατότητες εφαρμογής των ρηξικέλευθων μεταρρυθμιστικών ιδεών που λάνσαρε στη δημόσια σφαίρα ήταν άκρως περιορισμένες.

Όσο βάσιμος, ωστόσο, και αν είναι ο ισχυρισμός ότι «μνημόνια εφάρμοσαν και οι κυβερνήσεις της ΝΔ και του ΣΥΡΙΖΑ που διαδέχθηκαν την κυβέρνηση του κ. Παπανδρέου», η αναζήτηση… δικαίωσης δεν συνιστά ουσιαστική πολιτική πρόταση που μπορεί να εμπνεύσει και να κινητοποιήσει τους πολίτες για να αποκαταστήσουν το ΠΑΣΟΚ και τα στελέχη του που πλήρωσαν βαρύτατο τίμημα, το οποίο, κατά πολλούς, ήταν δυσανάλογα μεγαλύτερο από το μερίδιο των ευθυνών που τους αναλογούσαν.

Καλώς ή κακώς οι πολίτες δεν ψηφίζουν για όσα συνέβησαν στο παρελθόν, επιβραβεύοντας όσους τυχόν τους ευνόησαν κατά το παρελθόν. Τις περισσότερες φορές η ψήφος τους κατευθύνεται προς όσους καλλιεργούν ελπίδες και δημιουργούν προσδοκίες για το μέλλον. Ο σχεδόν απαράβατος αυτός κανόνας δεν μπορεί παρά να ισχύσει και στην εκλογική αναμέτρηση για την ηγεσία του Κινήματος Αλλαγής.

Με άλλα λόγια, μπορεί ο κ. Παπανδρέου, λόγω του αδιαμφισβήτητου ειδικού βάρους το οποίο διαθέτει, αλλά και του αμφιλεγόμενου παρελθόντος που τον συνοδεύει, να κατάφερε να ανεβάσει τον δείκτη του ενδιαφέροντος για την κούρσα ηγεσίας στη συρρικνωμένη πλέον παράταξή του, αυτό, όμως, δεν σημαίνει ότι η μάχη κρίθηκε υπέρ του. Πολύ περισσότερο, επίσης, δεν σημαίνει ότι οι παλαιοί ψηφοφόροι του ΠΑΣΟΚ, οι οποίοι στις βουλευτικές κάλπες που στήθηκαν μετά το 2009 σκόρπισαν στους τέσσερις ανέμους, κάνοντας διαφορετικές επιλογές, θα σπεύσουν να… επαναπατριστούν άμα τη εμφανίσει του στην εκλογική κονίστρα.

Σε κάθε περίπτωση, άλλωστε, το (πρόσκαιρο;) ενδιαφέρον που προκαλείται εξαιτίας και του γεγονότος ότι το Κίνημα Αλλαγής έχει, ενόψει και της απλής αναλογικής, ρόλο - κλειδί στις προσεχείς πολιτικές εξελίξεις, δεν μεταφράζεται αυτομάτως σε ενίσχυση της εκλογικής επιρροής του. Εκείνο που απαιτείται από τους υποψηφίους για την ηγεσία του είναι να πείσουν ότι εκπροσωπούν το «νέο» όσους θα πάνε να ψηφίσουν, σε πρώτη φάση, για την ηγεσία του χώρου τους και, εν συνεχεία, το ευρύ εκλογικό σώμα που θα αποφασίσει ποιοι θα κυβερνήσουν, ποιοι θα παραμείνουν στην αντιπολίτευση και ποιοι θα εξαφανιστούν από προσώπου… πολιτικής!   

Παρασκευή 8 Οκτωβρίου 2021

Οι… ορέξεις της απλής αναλογικής

 Με την φλεγματική, ή κατ΄ άλλους κυνική, διάθεση που τον χαρακτήριζε, ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης όταν άκουσε σε μια παλαιότερη συνεδρίαση της Βουλής έναν βουλευτή μικρότερου κόμματος να ξιφουλκεί κατά των κομμάτων εξουσίας εκείνης της εποχής που, κατά την άποψη του, «δεν τολμούσαν να εφαρμόσουν το εκλογικό σύστημα της απλής αναλογικής», έσπευσε να σχολιάσει: «Μα, κύριε συνάδελφε, για να μπει κανείς στη Βουλή, δεν αρκεί η απλή αναλογική, χρειάζονται και ψήφοι…».

Θυμήθηκα το άκρως χαρακτηριστικό αυτό κοινοβουλευτικό στιγμιότυπο καθώς το τελευταίο διάστημα αναπτύσσεται μια έντονη παραφιλολογία περί της δημιουργίας νέων πολιτικών σχηματισμών, τα οποία λέγεται ότι θα μπορούσαν να εκμεταλλευθούν το γεγονός ότι στις επόμενες βουλευτικές εκλογές η κατανομή των κοινοβουλευτικών εδρών θα γίνει με το σύστημα της απλής αναλογικής.

Η συμπεριφορά, για παράδειγμα, του βουλευτή Κωνσταντίνου Μπογδάνου αποδίδεται από ορισμένους σε τέτοιους υπολογισμούς που φέρεται να κάνει ο πρώην δημοσιογράφος για τον οποίο λέγεται ότι έχει βλέψεις να ηγηθεί του πολιτικά «ορφανού» μετά την φυλάκιση της ηγεσίας της Χρυσής Αυγής ακροδεξιού ακροατηρίου το οποίο «συγκινείται» από την εμφυλιοπολεμική ρητορική, αρέσκεται σε ξενοφοβικές εξάρσεις και επικροτεί τους λαϊκίστικους ακτιβισμούς που γίνονται για το θεαθήναι.

Η περίπτωση Μπογδάνου δεν είναι η μοναδική που μαρτυρά μια σχετική κινητικότητα η οποία παρατηρείται τόσο στο δεξιό άκρο του πολιτικού φάσματος όσο και στο ευρύτερο πολιτικό σκηνικό. Είναι μια κινητικότητα, η οποία βρίσκεται ακόμη στην πρόωρη φάση της αναζήτησης ρόλου που απασχολεί διάφορα πρόσωπα και, κατά τα φαινόμενα, θα ενταθεί το επόμενο διάστημα που θα ξεκαθαρίσει και το τοπίο με την ηγεσία του Κινήματος Αλλαγής και θα αρχίσει η ουσιαστική αντίστροφη μέτρηση προς τις προσεχείς κάλπες.        

Η αλήθεια είναι ότι η διεθνής αλλά και η εγχώρια εμπειρία δείχνουν ότι η απλή αναλογική λειτουργεί συνήθως αποσυσπειρωτικά για τις μεγάλες πολυσυλλεκτικές παρατάξεις. Κι αυτό διότι με την απλή αναλογική ενισχύονται οι τάσεις κατακερματισμού του πολιτικού συστήματος που προκαλούνται αφενός επειδή σε κάποιες περιπτώσεις προκύπτουν πραγματικές ανάγκες έκφρασης κάποιων κοινωνικών δυνάμεων και αφετέρου επειδή, σε άλλες περιπτώσεις, εμφανίζεται στο προσκήνιο ένα πρόσωπο με ηγετικές φιλοδοξίες που θέλει να στήσει τον δικό του, συνήθως προσωποπαγή για τα δικά μας δεδομένα, σχηματισμό.

Στις παρούσες συνθήκες, ωστόσο, όλα αυτά μοιάζουν να κινούνται απολύτως στη σφαίρα της θεωρίας και να μην βρίσκουν αντιστοίχιση στην πραγματικότητα. Από όλες, εξάλλου, τις μετρήσεις των διαθέσεων της κοινής γνώμης που έχουν γίνει στους 27 μήνες που έχουν παρέλθει από την τελευταία εκλογική αναμέτρηση, προκύπτει ότι το πολιτικό σκηνικό είναι διαμορφωμένο σχεδόν με τον ίδιο τρόπο που ήταν και στις τελευταίες βουλευτικές κάλπες. Ο μετακινήσεις ψηφοφόρων που παρατηρούνται είναι πολύ περιορισμένες και, προσώρας, τουλάχιστον, στον ορίζοντα δεν διακρίνεται κάποιος παράγων ικανός να ανατρέψει την υφιστάμενη διάρθρωση του πολιτικού συστήματος.

Οι εξηγήσεις που μπορεί να δώσει κανείς γι΄ αυτή την εικόνα είναι πολλές και σίγουρα οι λόγοι που την διαμορφώνουν έχουν να κάνουν τόσο με τις συνθήκες στο οικονομικό, κοινωνικό και πολιτικό πεδίο όσο και με τα πρόσωπα που διαδραματίζουν ή ενδιαφέρονται να διαδραματίσουν ρόλους. Γενικότερα μιλώντας θα μπορούσε να υποστηρίξει κάποιος την άποψη ότι η πλειονότητα του κοινωνικού σώματος αισθάνεται κουρασμένη από την περιπέτεια της τελευταίας δωδεκαετίας και προτιμά η πολιτική ζωή του τόπου να μπει σε ήρεμα νερά χωρίς αναταράξεις και τρικυμίες.

Στην κατεύθυνση αυτή είναι βέβαιο ότι συνέβαλε σημαντικά και η πρωτοβουλία της σημερινής κυβέρνησης να αλλάξει ήδη από την αρχή της θητείας της τον εκλογικό νόμο, καταργώντας την απλή αναλογική που θα ισχύσει μόνον στις επόμενες εκλογές. Από την μεθεπόμενη εκλογική αναμέτρηση θα εφαρμοστεί νέο σύστημα το οποίο έχει ρήτρα για κλιμακωτό «μπόνους» εδρών υπέρ του πρώτου κόμματος που στην πραγματικότητα δίνει περίπου τον ίδιο κοινοβουλευτικό συσχετισμό δυνάμεων που έδινε και το σύστημα που εφαρμόστηκε επί σειρά ετών έως την τελευταία αναμέτρηση του Ιουλίου του 2019.

Για να μην θεωρητικολογούμε, όμως, ας δούμε τις επιπτώσεις στην κατανομή των εδρών που θα έχει η εφαρμογή των συστημάτων της απλής αναλογικής και του κλιμακωτού μπόνους που θα ισχύσουν στις δύο επόμενες αναμετρήσεις με βάση τα ποσοστά που είχαν τα κόμματα που βρίσκονται στη σημερινή Βουλή. Η ΝΔ, με το ποσοστό 39,9% που είχε τον Ιούλιο του 2019, θα πέσει, από τις 158 έδρες που διαθέτει τώρα, στις 130, αλλά θα επανέλθει και πάλι στις 158 αν διατηρήσει το ίδιο ποσοστό στην, τρόπον τινά, επαναληπτική εκλογή που θα γίνει εφόσον δεν σχηματιστεί βιώσιμη κυβέρνηση στις πρώτες κάλπες.

Αντιστοίχως ο ΣΥΡΙΖΑ, που με το 31,5% του 2019 έχει σήμερα 86 έδρες, θα αυξήσει τους βουλευτές του σε 103 με την απλή αναλογική και θα επανέλθει στους 86 με το σύστημα του κλιμακωτού μπόνους που υιοθέτησε η σημερινή κυβέρνηση. Το ίδιο περίπου θα συμβεί και με τα υπόλοιπα κόμματα: το ΚΙΝΑΛ (με το 8,1%) θα πάει από τις 22 στις 27 έδρες και θα επιστρέψει πάλι στον προηγούμενο αριθμό, το ΚΚΕ (με το 5,3%) θα πάει προσωρινά από τις 15 στις 17 έδρες, ενώ η Ελληνική Λύση (με το 3,7%) θα αυξήσει επίσης πρόσκαιρα κατά 2 τους 10 βουλευτές που διαθέτει τώρα, όπως και το ΜέΡΑ25 (3,4%) που θα πάει προσωρινά από τους 9 στους 11 βουλευτές.

Συμπερασματικά, λοιπόν, και υπό την προϋπόθεση ότι δεν θα υπάρξει κάτι σημαντικό που θα ανατρέψει άρδην τα τωρινά δεδομένα, όσοι «ορέγονται» μερίδιο εξουσίας επειδή μόνον και μόνον θα ισχύσει η απλή αναλογική στις επόμενες εκλογές, το πιθανότερο είναι ότι θα μείνουν με την… όρεξη!

Παρασκευή 7 Μαΐου 2021

Ο λαϊκισμός έχει πολλά πρόσωπα

 

Δεν ήταν λίγοι εκείνοι που έσπευσαν να εκφράσουν ικανοποίηση για το άδοξο τέλος στο οποίο φαίνεται να καταλήγει η πολιτική καριέρα του πάλαι ποτέ φερέλπιδος αρχηγού των Ισπανών «Ποδέμος» Πάμπλο Ιγκλέσιας.

Ο πολιτικός με το φετίχ της αλογοουράς, την οποία διατήρησε ακόμη και όταν μετακόμισε στα προάστεια της Μαδρίτης και ανέλαβε αντιπρόεδρος της κυβέρνησης της χώρας του, οδηγήθηκε, πριν καν κλείσει το 43ο έτος της ηλικίας του, σε πρόωρη αποστρατεία. Πρόλαβε να διαγράψει στο ισπανικό πολιτικό στερέωμα μια μάλλον μετεωρική τροχιά η οποία ξεκίνησε όταν ηγήθηκε των συμπατριωτών του που συμμετείχαν στο διαβόητο «Κίνημα των Αγανακτισμένων».

Όσο ήταν στην αντιπολίτευση, οι προοπτικές ήταν ευοίωνες για τον άνθρωπο που στο βιογραφικό του αναφέρεται ότι «από την ηλικία των 13 άρχισε να ασχολείται με την αριστερά, διαβάζοντας Καρλ Μαρξ και Βλαντίμιρ Λένιν, ενώ εντάχθηκε και στην κομμουνιστική νεολαία, σε ηλικία 15 ετών». Ο ίδιος και το κόμμα του συνάρπαζαν τα πλήθη και έκαναν… εξαγωγή του μοντέλου διαμαρτυρίας που ακολουθούσαν και σε χώρες όπως η Ελλάδα.

Από τις πλατείες στην αρχή κι αργότερα από την Ευρωβουλή και το Ισπανικό Κοινοβούλιο, ο Ιγκλέσιας μπορούσε να λέει ό,τι του κατέβαζε η… γκλάβα του. Το αναμφισβήτητο επικοινωνιακό χάρισμα, το οποίο διέθετε και αναδείχθηκε μέσα από τις εμφανίσεις του στην τηλεόραση, ήταν, μαζί με την άκρατη υποσχεσιολογία, το όχημα που εκτόξευε στα ύψη τη δημοφιλία του εντός και εκτός των ισπανικών συνόρων.

Τα πράγματα, ωστόσο, άλλαξαν άρδην για τον αρχηγό των «Ποδέμος» και το κόμμα του, που ο τίτλος του στα ελληνικά σημαίνει «Μπορούμε», όταν έφθασε η ώρα να αναλάβουν ευθύνες. Ο λαϊκισμός στον οποίο είχαν επιδοθεί δοκίμασε τα όρια του όταν έκαναν συγκυβέρνηση με τους Σοσιαλιστές του Πέδρο Σάντσες. Διότι, όπως πολύ καλά μάθαμε κι εμείς εδώ στη χώρα μας, όσο εύκολο είναι να τάζεις «σεισάχθεια» σε ανήμπορους -και μη- να ανταποκριθούν στα χρέη τους, τόσο δύσκολο είναι το εφαρμόσεις.

Φαίνεται, όμως, ότι η αλαζονεία, η οποία συνήθως εμφιλοχωρεί στις απότομες εκτοξεύσεις προς την κορυφή, δεν επέτρεψε στον Πάμπλο Ιγκλέσιας να αντιληφθεί ότι ο δικός του λαϊκισμός είχε πλέον εκμετρήσει το ζην. Έτσι ερμηνεύεται ότι επέλεξε να εγκαταλείψει την αντιπροεδρία της συγκυβέρνησης με τους Σοσιαλιστές για να αναμετρηθεί μετωπικά με μια ευειδή λαϊκίστρια της Δεξιάς στη διεκδίκηση του αξιώματος του περιφερειάρχη της ισπανικής πρωτεύουσας.

Με μια δυναμική καμπάνια κατά των περιοριστικών μέτρων για την εξάπλωση του κορωνοϊού, που κινητοποίησε τους επαγγελματίες της ισπανικής πρωτεύσας, η 42χρονη Ιζαμπέλ Ντίας Αγιούσο, η οποία λάνσαρε το εύληπτο σύνθημα «Ελευθερία», θριάμβευσε στις κάλπες της περασμένης Κυριακής. Ο Πάμπλο Ιγκλέσιας, ο οποίος κατέβηκε στις εκλογές για να… ανασχέσει την επέλαση της Δεξιάς, κατατροπώθηκε.

Οι Μαδριλένοι ψηφοφόροι έδωσαν διπλάσια, σε σχέση με δύο χρόνια νωρίτερα, ποσοστά στην «Ισπανίδα Τραμπ», όπως αποκαλείται στη χώρα της η δεξιά περιφερειάρχης, και έστειλαν τον Ιγκλέσιας σε πρόωρη πολιτική συνταξιοδότηση. Το ρολόι της ιστορίας άλλαξε ρότα, αλλά οι δείκτες του επέστρεψαν στον αστερισμό του λαϊκισμού. Απλώς το «Μπορούμε» («Podemos») έγινε «Ελευθερία» («Libertad»). Και, κατά τα λοιπά, η ζωή συνεχίζεται…

Βλέπετε, ο λαϊκισμός έχει πολλά πρόσωπα. Και μερικές φορές μοιάζει με τη Λερναία Ύδρα που ένα κεφάλι κόβεις και δύο φυτρώνουν στη θέση του. Έτσι ακριβώς έγινε στη Μαδρίτη διότι η κυρία Αγιούσο πήρε εντολή να κυβερνήσει τη Μαδρίτη από κοινού με τον ακροδεξιό σχηματισμό VOX, που απαρτίζεται από νοσταλγούς του Φράνκο, καθώς οι μέχρι πρότινος συγκυβερνώντες «Πολίτες» («Ciudadanos») οδηγήθηκαν σε πολιτική εξαφάνιση, αφενός λόγω της μετριοπάθειάς τους και αφετέρου λόγω της αναποφασιστικότητάς τους.

Αν και έχουν διαφορετικό ιστορικό υπόβαθρο και ανόμοιο μέγεθος, η Ισπανία και η Ελλάδα είναι δύο χώρες του ευρωπαϊκού Νότου με αρκετά κοινά στοιχεία στην πολιτική διαδρομή που ακολουθούν τις τελευταίες δεκαετίες. Αμφότερες βίωσαν βίαιους αδελφοκτόνους εμφυλίους και δοκιμάστηκαν σκληρά από οπισθοδρομικές δικτατορίες. Αλλά και πιο πρόσφατα συνταράχθηκαν από τη χρηματοπιστωτική κρίση του 2009 που πυροδότησε τα ακραία λαϊκίστικα «Κινήματα των Αγανακτισμένων» τα οποία βρήκαν πρόσφορο έδαφος τόσο στη Δεξιά όσο και στην Αριστερά.

Στην Ισπανία το εκκρεμές του λαϊκισμού πήρε τώρα δεξιά κατεύθυνση. Στη δική μας χώρα κάποιοι υποστηρίζουν ότι το 2019, οπότε φάνηκε να κλείνει μια δεκαετία λαϊκίστικων προσεγγίσεων, αφήσαμε πίσω αυτό το κεφάλαιο. Με αποκορύφωμα, ωστόσο, το χαμηλό ποσοστό συμμετοχής των συμπατριωτών μας στο εμβολιαστικό πρόγραμμα, ίσως βιάστηκαν όσοι έσπευσαν να κηρύξουν το τέλος του ελληνικού λαϊκισμού.

Στον δικό μας ορίζοντα μέχρι στιγμής δεν προβάλλουν ούτε Έλληνας Ιγκλέσιας, ούτε Ελληνίδα Αγιούσο. Ενδεχομένως επειδή είναι πολύ πρόσφατη η συγκατοίκηση της λαϊκίστικης Αριστεράς με ένα τμήμα της λαϊκίστικης Ακροδεξιάς. Η πολιτική, όμως, είναι δυναμικό παίγνιο. Και γι΄ αυτό ποτέ κανείς δεν ξέρει με ποιο πρόσωπο θα εμφανιστεί το επόμενο λαϊκίστικο κρεσέντο.

Ας έχουμε, λοιπόν, τον νου μας!

Παρασκευή 22 Ιανουαρίου 2021

Δικαιολογεί κωδωνοκρουσίες η αλλαγή στον Λευκό Οίκο;

«Χρειάζεται να γνωρίσεις τα χειρότερα για να εκτιμήσεις πόσο καλά ήταν αυτά που είχες», λέει μια γνωστή λαϊκή ρήση που ταιριάζει απόλυτα με τα αισθήματα της τεράστιας ανακούφισης που όλα δείχνουν ότι προκάλεσε σε κάθε γωνιά του πλανήτη η πρόσφατη αλλαγή ενοίκου στον Λευκό Οίκο των Ηνωμένων Πολιτειών.

Δεν είναι υπερβολή να επισημάνει κάποιος ότι η πραγματικότητα την οποία βιώσαμε κατά την τετραετία που διήρκεσε ο καταστροφικός για πολλούς τομείς της παγκόσμιας ζωής τυφώνας που άκουγε στο όνομα Ντόναλντ Τραμπ μετέτρεψε σε ζητούμενα πολλά από τα δεδομένα της μεταπολιτικής περιόδου.

Γι΄ αυτό και έπειτα από όλα αυτά κάποιες αυτονόητες διαπιστώσεις που κάνει ο νέος Πρόεδρος των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν, όπως, για παράδειγμα, ότι η Δημοκρατία «είναι πολύτιμη» και «εύθραυστη» μοιάζουν με βάλσαμο στις μεγάλες πληγές που άνοιξε ο προκάτοχός του με αποκορύφωμα την αμφισβήτηση του εκλογικού αποτελέσματος και την άφρονα κινητοποίηση του όχλου των υποστηρικτών του που εισέβαλαν στο Καπιτώλιο.

Οι αλλοπρόσαλλες αποφάσεις του τέως «πλανητάρχη», οι ανερμάτιστες συμμαχίες του με τους πιο αμφιλεγόμενους ηγέτες και ηγετίσκους της διεθνούς σκηνής, όπως ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν που είχε προνομιακή πρόσβαση στον Λευκό Οίκο, η αποθέωση του λαϊκισμού, ο ακατάσχετος ρατσισμός και η συνεχής αντιστροφή της πραγματικότητας υπήρξαν φαινόμενα χωρίς προηγούμενο. Και δημιούργησαν καταστάσεις οι οποίες δίχασαν βαθιά την αμερικανική κοινωνία, βρήκαν μιμητές και σε άλλα σημεία του πλανήτη και έθεσαν συχνά σε μεγάλη δοκιμασία την παγκόσμια σταθερότητα.

Οι οπαδοί του απελθόντος Αμερικανού Πρόεδρου ισχυρίζονται –άλλοι προσχηματικά και άλλοι αφελώς- ότι επί της θητείας του δεν έγιναν νέοι πόλεμοι και αυτός υποτίθεται πως είναι ο λόγος για τον οποίο ο Ντόναλντ Τραμπ δήθεν στοχοποιήθηκε από τις… συστημικές δυνάμεις. Παραβλέπουν, όμως, ότι ο ίδιος πρωταγωνίστησε σε κινήσεις και ανέλαβε πρωτοβουλίες που οι συνέπειες τους ήταν κατά πολύ χειρότερες από τη συμμετοχή σε πολεμικές συρράξεις της πέραν του Ατλαντικού υπερδύναμης.

Μόνο και μόνο η αποχώρηση της ισχυρότερης χώρας του πλανήτη αρχικώς από τη Συμφωνία του Παρισιού για το Κλίμα και πιο πρόσφατα από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, εν μέσω της μεγαλύτερης πανδημίας του τελευταίου αιώνα, υπήρξαν δύο άκρως χαρακτηριστικές πράξεις στις οποίες μόνον ένας παράφρων ηγέτης θα μπορούσε να είχε προχωρήσει. Άλλωστε, τα 400 χιλιάδες θύματα του κορωνοϊού που θρηνούν ως τώρα οι Ηνωμένες Πολιτείες αποτελούν τον υψηλότερο αριθμό νεκρών από οποιαδήποτε άλλη αιτία που είχαν από την ίδρυσή τους.

Κακά τα ψέματα, λοιπόν, διότι, ανεξαρτήτως ιδεολογικών προσεγγίσεων, μόνον όποιος εθελοτυφλεί δεν αναγνωρίζει ότι, κατά την τετραετία Τραμπ, οι ΗΠΑ από ηγέτιδα δύναμη παγκοσμίως κινδύνευσαν να μετατραπούν σε μια απομονωμένη χώρα που επικοινωνούσε με τον έξω κόσμο μόνον όταν επιβαλλόταν από τα συμφέροντα της οικογένειας του ίδιου του Προέδρου και ενός στενού πυρήνα υποστηρικτών του. Τα αλισβερίσια ανάμεσα στους γαμπρούς του πλανητάρχη και του νεοσουλτάνου της Άγκυρας λένε πολλά.

Δεν υπάρχει, εξάλλου, αμφιβολία ότι η οικονομική άνθηση που γνώρισαν οι Ηνωμένες Πολιτείες πριν από το ξέσπασμα της πανδημίας ήταν πρόσκαιρη, καθώς δεν χρειάζεται να έχει κανείς εξειδικευμένες γνώσεις στα οικονομικά για να αντιληφθεί ότι ο απομονωτισμός μακροπρόθεσμα βλάπτει συνολικά το παγκόσμιο εμπόριο και άρα μειώνει την παραγωγή αγαθών και περιορίζει την προσφορά υπηρεσιών με τελικό αποτέλεσμα οι φτωχοί να γίνονται φτωχότεροι και οι πλούσιοι πλουσιότεροι.

Το 1976, όταν εξελέγη 39ος Πρόεδρος των ΗΠΑ ο Δημοκρατικός Τζίμυ Κάρτερ, στην Ελλάδα και κυρίως στην Κύπρο ξέσπασαν πανηγυρικές κωδωνοκρουσίες, καθώς η πρόσφατη τότε τουρκική εισβολή στη Μεγαλόνησο που έγινε επί των ημερών της ρεπουμπλικανικής διοίκησης των Νίξον και Φορντ είχε δημιουργήσει προσδοκίες ότι η δυτική υπερδύναμη θα πρωταγωνιστούσε στις προσπάθειες για την έξωση των κατοχικών δυνάμεων του Αττίλα από το νησί.

Οι κωδωνοκρουσίες για την εκλογή του Κάρτερ απεδείχθησαν, εν τέλει, υπερβολικές, καθώς, ως γνωστόν, ο Αττίλας είναι ακόμη στην Κύπρο. Και είναι αλήθεια ότι έκτοτε οι Έλληνες δεν παρασυρθήκαμε σε ανάλογες αυθόρμητες εκδηλώσεις σε καμία από τις επόμενες κούρσες για την αμερικανική προεδρία. Συνηθίσαμε να κρατάμε μικρό καλάθι έπειτα από κάθε εναλλαγή στον Λευκό Οίκο. Και μάλλον πολύ καλά κάναμε!

Υπό αυτή την έννοια, ίσως η ανάληψη των καθηκόντων από τον 46ο Αμερικανό Πρόεδρο Τζο Μπάιντεν να μην αποτελεί σοβαρό λόγο για να τρέξουμε να χτυπήσουμε τις καμπάνες, είναι όμως σίγουρα αφορμή για να ανασάνουμε βαθιά και να χαρούμε που επέστρεψαν η λογική και η κανονικότητα στην παγκόσμια πολιτική πραγματικότητα.

Διότι, όπως και να το κάνουμε, τα τραυματικά βιώματα που άφησαν πίσω τους ο Τραμπ και ο «τραμπισμός» κάνουν εκ προοιμίου συμπαθέστατο τον Μπάιντεν. Και δίχως αμφιβολία δημιουργούν βάσιμες προσδοκίες ότι ο κόσμος μας μπορεί να γίνει –λίγο, έστω- καλύτερος.