Συνολικές προβολές σελίδας

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ευρωβουλή. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ευρωβουλή. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 21 Απριλίου 2023

Όποιος εξέθρεψε αυτό το «τέρας», σύντομα θα το βρει μπροστά του

Με καθυστέρηση κάποιων ημερών η Κουμουνδούρου διέγραψε την Πέμπτη ένα από τα πάμπολλα στελέχη της τα οποία από την πρώτη στιγμή που ξέσπασε το σκάνδαλο με τον καταγγελλόμενο ως βιαστή ευρωβουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ Αλέξη Γεωργούλη επιδόθηκαν σε ένα άθλιο συνωμοσιολογικό κρεσέντο ξεπλύματος του θύτη και ενοχοποίησης του θύματος.

Αν, όμως, στο κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης ήθελαν να τηρήσουν ίδια μέτρα και ίδια σταθμά θα χρειαζόταν να προχωρήσουν μαζικές εκκαθαρίσεις φίλων, οπαδών και στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ που δεν συμμερίστηκαν τη γραμμή την οποία χάραξε ο αρχηγός τους με τη γενικόλογη τοποθέτηση ότι «είμαστε με τα θύματα και όχι με τους θύτες» και «το μήνυμα είναι καμία συγκάλυψη, καμία σκιά».

Άλλωστε, τόσο πριν όσο και μετά τη δήλωση του Αλέξη Τσίπρα, άλλος περισσότερο και άλλος λιγότερο συγκεκαλυμένα, είναι εκατοντάδες τα συνδεδεμένα με τον ΣΥΡΙΖΑ πρόσωπα τα οποία με δηλώσεις τους στα συμβατικά μέσα ενημέρωσης και με αναρτήσεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, όταν δεν χύνουν δηλητήριο αμφισβήτησης της ακεραιότητας της καταγγέλλουσας, συνδέουν τη δημοσιοποίηση της υπόθεσης με τις επερχόμενες εκλογές.

Δεν γίναμε μόνον μάρτυρες ακραίων σεξιστικών παραληρημάτων, όπως ο απίστευτος ισχυρισμός που διατυπώθηκε επωνύμως και με γυναικεία υπογραφή ότι «αν ο Γεωργούλης παρενοχλούσε γυναίκα και αυτή δεν τον ήθελε, είναι… είδηση». Είδαμε «πούρους» αριστερούς να αναμασούν χωρίς την παραμικρή αιδώ ασυνάρτητες αθλιότητες του ακροδεξιού «ενημερωτικού» υποκόσμου. Δεν είναι η πρώτη φορά που καταγράφεται μια τέτοια συμπόρευση, αλλά αυτή τη φορά ο κατήφορος ήταν πολύ μεγάλος.

Διαβάσαμε και ακούσαμε τόσο από επίσημους διαδικτυακούς λογαριασμούς όσο και από -έμμισθα ή άμισθα, διατεταγμένα ή εθελοντικά- τρολ υπαινιγμούς για «στημένη» συνωμοσία κατά του ΣΥΡΙΖΑ που εξυφάνθηκε (;) από τον Μητσοτάκη, τον «εκβιαζόμενο», κατά την εκπρόσωπο της Κουμουνδούρου, Ανδρουλάκη και φυσικά τη… βελγική Δικαιοσύνη.

Τι και αν πριν από κάποιες εβδομάδες επαινούνταν οι εισαγγελικές αρχές των Βρυξελλών για τον τρόπο που κινήθηκαν κατά της Εύας Καϊλή ή και της Μαρίας Σπυράκη που -για διαφορετικούς λόγους η καθεμιά- βρέθηκαν στο στόχαστρό τους; Περιέργως πως, τώρα που η τσιμπίδα του νόμου έπιασε έναν καλλιτέχνη, ο οποίος εκλέχθηκε ευρωβουλευτής με τη σημαία του ΣΥΡΙΖΑ, το αφήγημα άλλαξε άρδην.

«Είναι όλα στημένα για να πληγεί το ηθικό πλεονέκτημα της Αριστεράς», διατείνεται ένας ολόκληρος κύκλος προσώπων. Είναι τα ίδια πρόσωπα που δεν διστάζουν να κραδαίνουν τη ρομφαία της κάθαρσης ακόμη και στην παραμικρή υποψία παρεκτροπής κάποιου που ανήκει σε άλλη παράταξη. Η ρομφαία, μάλιστα, δεν έχει στόχο απλώς το πρόσωπο το οποίο παρεκτράπη, αλλά ολόκληρη την παράταξη από την οποία προέρχεται ο παρεκτραπείς.

Ο Ανδρουλάκης έπρεπε να ξέρει για την Καϊλή και, αφού δεν ήξερε, είναι ένοχο όλο το ΠΑΣΟΚ. Ο Μητσοτάκης και η Μενδώνη ήταν υποχρεωμένοι να γνωρίζουν τη δράση του Λιγνάδη και, αφού δεν ήξεραν, είναι όλη η ΝΔ «κόμμα παιδεραστών». Αντιθέτως, ο ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος αυτοανακηρύχθηκε ως άσπιλος, αμόλυντος και άμωμος, δεν μπορεί παρά να είναι θύμα συνωμοσίας. Και το ίδιο ισχύει για όσους έχουν βαπτιστεί στη δική του «κολυμβήθρα του Σιλωάμ», που παίρνουν αιώνιο συγχωροχάρτι.

Ο αρχηγός της ΕΥΠ επί Καραμανλή μπορεί να γίνεται κυβερνητικό στέλεχος αρμόδιο για τη Δικαιοσύνη και τη Διαφάνεια και όταν καταδικάζεται από το Ειδικό Δικαστήριο δεν φταίει εκείνος αλλά οι δικαστές που τον καταδίκασαν. Οι πρωταγωνιστές της χρεωκοπίας της χώρας και της μνημονιακής προέλασης, μπορεί να καθύβριζαν ολημερίς και ολονυκτίς προσωπικά τον Αλέξη Τσίπρα, από τη στιγμή που προσχώρησαν στον ΣΥΡΙΖΑ απαλλάχθηκαν διαπαντός κάθε ανομήματος. Τους χορηγήθηκε άφεση αμαρτιών με μόνο αντάλλαγμα να καθυβρίζουν τώρα τους αντιπάλους του αρχηγού.

Η περίπτωση του Ευάγγελου Αντώναρου είναι άκρως χαρακτηριστική γιατί δεν νομίζω ότι βρίσκει κανείς άλλον λόγο αξιοποίηση από το… ταλέντο του να επιτίθεται στον Κυριάκο Μητσοτάκη. Εκτός πια και αν γοητεύθηκαν από τις… εύστοχες προβλέψεις του κυβερνητικού εκπρόσωπου της ύστερης κυβέρνησης του Κώστα Καραμανλή που ο ίδιος πρόσφατα υποστήριξε ότι «δεν έχει πέσει ποτέ έξω».

Το «μπρος – πίσω», εξάλλου, στο οποίο υποχρεώθηκε πρόσφατα ο Αλέξης Τσίπρας, όταν επεχείρησε να καρατομήσει τον Παύλο Πολάκη, αλλά υπαναχώρησε εξαιτίας των αντιδράσεων της… διαδικτυακής βάσης των υποστηρικτών της Κουμουνδούρου, που εξέφρασαν ομοθυμαδόν αμέριστη αλληλεγγύη προς τον «αψύ Σφακιανό», έδειξε ότι ο «βαθύς ΣΥΡΙΖΑ» έχει το πάνω χέρι στο κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης.

Η υπόθεση Γεωργούλη ήρθε να επιβεβαιώσει ότι ένα μεγάλο τμήμα των υποστηρικτών του ΣΥΡΙΖΑ δυσκολεύεται να κατανοήσει απλά πράγματα, όπως είναι το αυτονόητο ότι ο βιαστής είναι βιαστής ανεξάρτητα σε ποια παράταξη δηλώνει ότι ανήκει. 

Γι΄ αυτό και δεν είδαμε -και ούτε πρόκειται να δούμε- κανέναν από την ηγεσία ή το στελεχιακό δυναμικό του ΣΥΡΙΖΑ να καταφέρεται με τον ίδιο οξύ επικριτικό τρόπο με τον οποίο είχε καταφερθεί εναντίον άλλων πρωταγωνιστών σε φαινόμενα σεξουαλικής και άλλης κακοποίησης. Είναι βέβαιο ότι δεν πρόκειται να δούμε πανό με το σύνθημα «είναι βιαστής» σε καμία από τις παραστάσεις του επόμενου καλοκαιριού.

Κακά τα ψέματα, ένας ολόκληρος κόσμος έχει εκπαιδευτεί να υποστηρίζει, ακόμη και όταν δεν πιστεύει κάτι τέτοιο, ότι κάποιοι διαθέτουν a priori το περιβόητο «ηθικό πλεονέκτημα». Όχι γι΄ αυτό που είναι. Αλλά γι΄ αυτό που δηλώνουν ότι είναι. Είναι ένας κόσμος που δείχνει να μην ενοχλείται από γενικεύσεις του τύπου «όλοι οι δικοί μας είναι καλοί και όλοι οι άλλοι είναι κακοί».

Το κυριότερο, όμως, είναι ότι όλοι αυτοί φαίνεται να μην λαμβάνουν υπόψιν ότι αυτό το «τέρας», το οποίο κατασκεύασαν, από τη μια, πείθει όλο και λιγότερους, απομακρύνοντας τους σκεπτόμενους που δεν συμβιβάζονται με σχήματα «άσπρο-μαύρο», ενώ, από την άλλη, αργά ή γρήγορα θα έρθει η ώρα να κατασπαράξει τους ίδιους τους δημιουργούς του που δεν θα μπορούν να το ταΐσουν με άλλες αυταπάτες και ψευδαισθήσεις.

Κόντος ψαλμός αλληλούια!

Σάββατο 17 Δεκεμβρίου 2022

Τα βελγικά μαθήματα και η ελληνική ατιμωρησία


Από την πρώτη σχεδόν στιγμή που ήρθε στην επιφάνεια το τεράστιο σκάνδαλο των δωροδοκιών στην Ευρωβουλή με (συμ)πρωταγωνίστρια την Ελληνίδα αντιπρόεδρο Εύα Καϊλή, ο τρόπος με τον οποίο κινήθηκε η βελγική δικαιοσύνη και εν γένει οι θεσμοί της χώρας, που αποτελεί την έδρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, έγιναν αντικείμενο πολλών και έντονων συζητήσεων στην Ελλάδα.

Δυστυχώς η σύγκριση, αν διανοηθεί να αποτολμήσει κανείς κάτι τέτοιο, με τα ισχύοντα στη δική μας χώρα είναι συντριπτικά εις βάρος μας, εκθέτοντας συλλήβδην την πολιτική τάξη, τη Δικαιοσύνη και τους φορείς της ενημέρωσης.

Μόνον σε μελαγχολικές σκέψεις, άλλωστε, μπορεί να καταλήξει όποιος επιχειρήσει να αντιπαραθέσει τα ισχύοντα στη δική μας χώρα με τον επαγγελματικό τρόπο δράσης των αρχών του Βελγίου στο Qatargate χωρίς, μάλιστα, παρέκκλιση από την προσήλωση στην τήρηση της νομιμότητας και με απόλυτο σεβασμό στα δικαιώματα όσων θεωρούνται ύποπτοι για εμπλοκή σε έκνομες ενέργειες.

Από που να ξεκινήσει και που να καταλήξει κάποιος; Από την μεθοδικότητα της αστυνομικής έρευνας η οποία διήρκεσε επί μήνες και κύλησε χωρίς περιττές διαρροές που θα έβλαπταν την αποτελεσματικότητα της διερεύνησης; Από τη διακριτικότητα των εισαγγελικών και δικαστικών αρχών που κράτησαν μακριά από την περιττή δημοσιότητα τους συλληφθέντες, ενώ απείχαν και οι ίδιοι από τη σαγήνη της αυτοπροβολής τους; Ή μήπως από την υπεύθυνη στάση των εκπροσώπων των μέσων ενημέρωσης, οι οποίοι παρότι είχαν πληροφορίες για την έρευνα περίμεναν να τις δημοσιοποιήσουν μόνον όταν όλα είχαν πάρει την πορεία τους.

Θυμηθείτε λίγο κάποια εγχώρια προηγούμενα, όπως για παράδειγμα η υπόθεση Novartis που κυριάρχησε στην επικαιρότητα επί των ημερών της διακυβέρνησης των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ. Φέρτε στη μνήμη σας την επίσκεψη του τότε κυβερνητικού εκπροσώπου Δημήτρη Τζανακόπουλου στον Άρειο Πάγο για να πιέσει προς την κατεύθυνση της άμεσης αποστολής δικογραφίας στη Βουλή.

Ανατρέξτε στην πανηγυρική φιέστα που στήθηκε έξω από το Μέγαρο Μαξίμου από την ηγεσία του υπουργείου Δικαιοσύνης, υπό τον τότε υπουργό Σταύρο Κοντονή (αλήθεια τώρα που έχει εγκαταλείψει τον ΣΥΡΙΖΑ να έχει άραγε μετανιώσει για εκείνη τη στάση του;) και τον αναπληρωτή του Δημήτρη Παπαγγελόπουλο ο οποίος μίλησε για το «μεγαλύτερο σκάνδαλο από ιδρύσεως του ελληνικού κράτους».

Η συνέχεια είναι λίγο πολύ γνωστή. Με μόνες τις -κατά βάση προαναγγελθείσες από τα φιλοκυβερνητικά μέσα- καταθέσεις κουκουλοφόρων μαρτύρων στήθηκε στη Βουλή το κακόγουστο σόου με τις δέκα κάλπες για να «κρεμαστούν στα μανταλάκια» ισάριθμοι πολιτικοί αντίπαλοι της τότε κυβέρνησης.

Η μια μετά την άλλη οι κατηγορίες κατέρρευσαν, παρόλο που έγιναν έφοδοι σε σπίτια και ανοίχθηκαν θυρίδες, καθώς δεν προέκυψαν στοιχεία που να συνδέουν κάποιον από τους διασυρθέντες με τους ισχυρισμούς που αποτέλεσαν τη βάση για την παραπομπή τους. 

Στο τέλος, ο ένας μετά τον άλλον, απηλλάγησαν άπαντες αλλά συγνώμη δεν ψέλλισε ούτε ένας από όσους ενορχήστρωσαν την όλη υπόθεση. Η ίδια η Δικαιοσύνη παρέστησε την… «τυφλή» και έδωσε άφεση αμαρτιών σε θύματα και θύτες.

Με αρκετές παραλλαγές το έργο φαίνεται να επαναλαμβάνεται και στην ευρισκόμενη ακόμη σε εξέλιξη υπόθεση των παρακολουθήσεων. Και αυτό διότι η Δικαιοσύνη διστάζει να πιάσει στα χέρια της την «καυτή πατάτα» της διερεύνησης του σκανδάλου με αποτέλεσμα αυτή μοιραία να γίνεται μπαλάκι το οποίο από την πολιτική εξουσία πετιέται στα μέσα ενημέρωσης και τούμπαλιν. 

Διότι όσο παράδοξο είναι οι λειτουργοί της ενημέρωσης να μετατρέπονται σε διαδίκους, επικαλούμενοι την γενική και αόριστη «δημοσιογραφική αλήθεια», άλλο τόσο και ακόμη περισσότερο προβληματικό είναι οι αρμόδιες δικαστικές αρχές να κινούνται με ταχύτητα αραμπά όταν δεν σφυρίζουν αδιάφορα στις καταγγελλόμενες παρακολουθήσεις.

Τα πράγματα είναι σχετικά απλά: Ή οι καταγγελίες δεν ισχύουν και οι ψευδώς καταγγέλλοντες πρέπει να έρθουν αντιμέτωποι με την τσιμπίδα του νόμου. Ή οι καταγγελίες είναι βάσιμες και, άρα, πρέπει να διερευνηθούν πέρα για πέρα έτσι ώστε εκείνοι που παραβίασαν τη νομιμότητα και καταχράστηκαν την εξουσία που τους ανατέθηκε να μη μείνουν στο απυρόβλητο. 

Το μόνο που δεν μπορεί να γίνεται είναι, ενώ συνεχίζονται οι καταγγελίες για παρακολουθήσεις, να μην συγκινούνται εκείνοι που έχουν καθήκον και υποχρέωση να αντιδρούν και να οδηγούν τα πράγματα στην κάθαρση.

Η σκοπιμότητα του «ούτε γάτα, ούτε ζημιά» που επικράτησε στην υπόθεση της Novartis, η οποία για την ελληνική Δικαιοσύνη δεν ήταν ούτε σκάνδαλο, αφού όλοι οι εγκαλούμενοι και κατηγορηθέντες απηλλάγησαν, ούτε σκευωρία, αφού η διάψευση των καταγγελιών δεν κόστισε το παραμικρό στους καταγγέλλοντες, δεν μπορεί να αποτελέσει τον κανόνα για την εμπέδωση νοοτροπιών που οδηγούν στην παντελή ατιμωρησία.

Εκτός και αν ζηλώσαμε συλλογικά την ειρωνεία που εξέπεμπαν τα έργα και οι ημέρες του μεγάλου πρωταγωνιστή του Qatargate του Ιταλού πρώην ευρωβουλευτή Αντόνιο Παντσέρι ο οποίος «ξέπλενε» τις μίζες που εξασφάλιζε σε μετρητά μέσω της Μη Κυβερνητικής Οργάνωσης «Fight Impunity» την οποία είχε ιδρύσει γι΄αυτόν τον σκοπό. 

Στα ελληνικά ο τίτλος της μεταφράζεται «Καταπολεμήστε την Ατιμωρησία»!

Παρασκευή 21 Ιανουαρίου 2022

Ας μη μας κουνούν το δάκτυλο…

Την περασμένη Τρίτη έγιναν εκλογές για την ανάδειξη αντιπροέδρων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Μεταξύ των (επαν)εκλεγέντων ήταν και δύο Έλληνες ευρωβουλευτές: η Εύα Καϊλή από το Κίνημα Αλλαγής και ο Δημήτρης Παπαδημούλης από τον ΣΥΡΙΖΑ.

Ο τρόπος με τον οποίο υποδέχτηκαν τα μέσα ενημέρωσης ήταν εντελώς διαφορετικός. Η πλειονότητα των μέσων -στην Ελλάδα και διεθνώς- στάθηκε στην εκλογή από τον πρώτο γύρο της Εύας Καϊλή και έγραψε ότι ο επικεφαλής της ευρωομάδας του ΣΥΡΙΖΑ εξελέγη δέκατος τρίτος και σχεδόν… καταϊδρωμένος, αφού χρειάστηκε να γίνουν τρεις κατά σειράν ψηφοφορίες μέχρις ότου καταφέρει να λάβει την απαιτούμενη πλειοψηφία.

«Αντιπρόεδρος με το 75% των ψήφων της Ευρωβουλής», πανηγύριζαν το ίδιο βράδυ και την επόμενη μέρα τα προσκείμενα στην αξιωματική αντιπολίτευση μέσα τα οποία κάτω από την φωτογραφία του κ. αντιπροέδρου προσέθεταν: «Μεγάλη προσωπική επιτυχία». Εννοείται του κ. Παπαδημούλη. Μέσα στο κείμενο εύρισκε κανείς πιο κάτω, κάτι ως ειρήσθω εν παρόδω, ότι είχε εκλεγεί και η Καϊλή χωρίς να δίνονται διευκρινίσεις για το σε ποιον γύρο συνέβη αυτό και ούτε αν η σειρά κατάταξης της ήταν ή όχι επιτυχία της. 

Δεν είναι η πρώτη φορά που τα μέσα ενημέρωσης αντιμετωπίζουν διαφορετικά το ίδιο γεγονός. Και εξίσου βέβαιον είναι ότι δεν θα είναι και η τελευταία. Είτε πρόκειται για κάτι τόσο ανούσιο, όπως το προκείμενο με την οριακή εκλογή του κ. Παπαδημούλη, είτε για πολύ σοβαρότερα ζητήματα. Τα μέσα ενημέρωσης, έντυπα και ηλεκτρονικά, «βλέπουν» με τον δικό τους τρόπο τα γεγονότα. Όπως άλλωστε συμβαίνει και με τους πολίτες – αναγνώστες, τηλεθεατές και ακροατές- που τα παρακολουθούν και τα προτιμούν ή δεν τα προτιμούν.

Υπό αυτή την έννοια, το ποιες ειδήσεις μεταδίδει ένα μέσο ενημέρωσης και ο τρόπος με τον οποίο τις αξιολογεί και τις μεταδίδει είναι θέμα που σχετίζεται άμεσα με την αναγνωσιμότητα, την ακροαματικότητα και τη θεαματικότητα που έχει. Αν διαστρεβλώνει τα γεγονότα ή τα παρουσιάζει με τους παραμορφωτικούς της κομματικής ή όποιας άλλης προπαγάνδας, το μόνο σίγουρο αποτέλεσμα που θα έχει είναι να το εγκαταλείψει το κοινό του. Το έργο το έχουμε δει πάμπολλες φορές στο παρελθόν και θα το δούμε και στο μέλλον.

Οι αυταπόδεικτες αυτές αλήθειες, οι οποίες ισχύουν σε ολόκληρη την υφήλιο από τη ημέρα που η μετάδοση των πληροφοριών έπαψε να γίνεται από στόμα σε στόμα και μετατράπηκε σε επαγγελματική υπόθεση, αμφισβητούνται εντόνως την τελευταία δεκαετία στη χώρα μας από ένα συγκεκριμένο «σύστημα» το οποίο δεν μπορεί να ανεχθεί τη διαφορετική άποψη ή να συμβιβαστεί με την ιδέα ότι μπορεί κάποιος να σκέπτεται αλλιώς χωρίς κάτι τέτοιο να αποτελεί προϊόν διαστρεβλωτικής ιδιοτέλειας. Επειδή ενδεχομένως όσοι σκέπτονται έτσι κρίνουν εξ ιδίων τα αλλότρια ή έχουν ως πρότυπο την ομοιομορφία που επιβάλουν αυταρχικά καθεστώτα. 

Στα χρόνια της διακυβέρνησης από τον ΣΥΡΙΖΑ όποιο μέσο ενημέρωσης ή μεμονωμένος δημοσιογράφος διανοούνταν να ασκήσει κριτική, την επόμενη στιγμή καθίστατο στόχος με ανοίκειους χαρακτηρισμούς που εκτοξεύονταν εναντίον του. Αποκορύφωμα της απόπειρας ποδηγέτησης ήταν ο νόμος για τις τηλεοπτικές άδειες, όπως και η Εξεταστική Επιτροπή για τα οικονομικά των μέσων ενημέρωσης στην οποία οι κλήσεις για κατάθεση έγιναν με επιλεκτικά κριτήρια και προφανή στόχο να εκτεθούν όσοι καλούνταν προς εξέταση.

Οι εξαιρέσεις που έγιναν ήταν κραυγαλέες, με πιο χαρακτηριστικό ίσως παράδειγμα τον γνωστό εκδότη που, όπως αποκαλύπτεται τώρα, άφησε πίσω του μια αμύθητης αξίας περιουσία που δεν μπορεί να δικαιολογηθεί από την εμφανή επαγγελματική του δραστηριότητα. Παρότι υπήρξαν πολλές αφορμές (λίστα Lagarde, Panama Papers, διαφημιστική δαπάνη των προηγούμενων χρόνων κ.ά.) που μπορούσαν να κάνουν τις ελεγκτικές αρχές να ασχοληθούν μαζί του, έμεινε μέχρι τέλους στο απυρόβλητο ίσως γιατί ως κήνσορας της επιστροφής στη δραχμή δεν αποτελούσε σοβαρή απειλή για την ΣΥΡΙΖΑϊκή εξουσία. 

Η πραγματική επιδίωξη, άλλωστε, ήταν άλλη. Έπρεπε πάση θυσία να ενοχοποιηθούν και να αφανιστούν όλοι όσοι πήγαιναν κόντρα στο κυρίαρχο αφήγημα εκείνης της περιόδου. Και προκειμένου να επιτευχθεί ο στόχος, όλα τα μέσα ήταν επιτρεπτά. Με ψευδομάρτυρες, όπως οι δήθεν «προστατευόμενοι» στην υπόθεση Novartis, που οι καταθέσεις τους έβλεπαν το φως της δημοσιότητας σε φίλια μέσα πριν καν δοθούν, και με κάθε είδους απίθανες κατασκευές, όπως οι διαβόητες κρύπτες με τα στοιχεία πίσω από τις γυψοσανίδες του ΚΕΕΛΠΝΟ, δεν δίστασαν να επιστρατεύσουν μεθόδους που παρέπεμπαν ευθέως σε πολιτικό υπόκοσμο. 

Το αδιαμφισβήτητο φιάσκο στο οποίο οδηγήθηκαν η μια μετά την άλλη οι υποτιθέμενες «καθαρτήριες» απόπειρες της περιόδου 2015-2019, ωστόσο, δεν φαίνεται να συνέτισαν τους εμπνευστές του διαχωρισμού των ΜΜΕ σε αρεστά και μη. 

Αντί μετά τις εκλογές να αλλάξουν ρότα και να δουν πόσο τους κόστισε ο φαντασιακός κόσμος στον οποίο ζούσαν όταν ήταν «στα πράγματα», συνεχίζουν ακάθεκτοι την ίδια κοντόφθαλμη στρατηγική. 

Η εμφανής δημοσκοπική τους κακοδαιμονία εξακολουθεί να αποδίδεται στον (…αργυρώνητο) ρόλο των μέσων ενημέρωσης. Έτσι κάθε φορά που τα τελευταία επισημαίνουν τις άβολες αλήθειες οι οποίες ανακύπτουν από την τρέχουσα επικαιρότητα, επικρίνονται ως «πετσωμένα». Μια τουλάχιστον αστεία επίκριση αν λάβει κανείς υπόψη του τα πραγματικά μεγέθη της περιλάλητης «λίστας Πέτσα» με την οποία υποτίθεται ότι η σημερινή κυβέρνηση καταφέρνει να ελέγξει το τοπίο της ενημέρωσης. 

Το γεγονός ότι τα μέσα που υιοθετούν τις δικές τους προσεγγίσεις βολοδέρνουν, επειδή δεν βρίσκουν ακροατήριο, ούτε που τους απασχολεί. Αμετανόητοι, συνεχίζουν να κουνούν απειλητικά το δάχτυλο, παρόλο που τους παίρνουν όλο και λιγότεροι στα σοβαρά…

Πέμπτη 21 Μαΐου 2020

Άμα είσαι δημιούργημα του κομματικού σωλήνα…


«Κουτσομπολιά» είναι σύμφωνα με τον ευρωβουλευτή του Κινήματος Αλλαγής Νίκο Ανδρουλάκη οι πρόσφατες αποκαλύψεις ότι ο ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ και αντιπρόεδρος του Ευρωκοινοβουλίου Δημήτρης Παπαδημούλης αγόρασε οκτώ ακίνητα σε έναν χρόνο και τα μίσθωσε σε ΜΚΟ για να… εκπληρώσει την προτροπή των πολιτικών του αντιπάλων που έλεγαν «πάρτε τους μετανάστες στα σπίτια σας…».
Με μια ανεξήγητη αμηχανία, ο 41χρονος σοσιαλδημοκράτης πολιτικός, όταν ρωτήθηκε στον «Θέμα FM» από τον Γιάννη Πρετεντέρη για το ζήτημα που ανέκυψε με το «πόθεν έσχες» του κ. Παπαδημούλη, προτίμησε να «καταπιεί αμάσητη» την ακραία υποκρισία του συναδέλφου του στα ευρωβουλευτικά έδρανα και να καταφύγει σε «ξύλινες» φραστικές κοινοτυπίες που θύμιζαν τα μοντέλα των καλλιστείων που, ό,τι και αν τους ρωτήσουν οι κριτές, απαντούν για το πόσο λαχταρούν την… παγκόσμια ειρήνη.
Θαυμάστε την «επιχειρηματολογία» με την οποία επιχείρησε να εξηγήσει τον χαρακτηρισμό «κουτσομπολιά» που εξ αρχής εκστόμισε: «Όλα τα υπόλοιπα είναι θέματα καθαρά επικοινωνιακά. Γι΄ αυτό πρέπει να πάμε σε μία ουσιώδη διαδικασία του πόθεν έσχες και όχι αυτό που συμβαίνει μία πασαρέλα ειδήσεων, που πολλές φορές είναι και άνευ αντικρίσματος», είπε.
Δεν έμεινε, όμως, εκεί, αλλά με την με την ίδια διάθεση κενής τιποτολογίας, συνέχισε ακάθεκτος: «Και πρέπει η Βουλή να κάνει μία ειδική μέριμνα για αυτό, διότι αραχνιάζουν τα πόθεν έσχες σε διάφορα υπόγεια, χωρίς να έχουν έναν πραγματικό έλεγχο που αυτό πρέπει να γνωρίζει ο απλός πολίτης, εάν ο πλούτος που έχει κάθε πολιτικός είναι από νόμιμες δραστηριότητες ή υπάρχουν δραστηριότητες οι οποίες πλήττουν το δημόσιο συμφέρον».
Είναι ειλικρινά πολύ λυπηρό να ακούει κανείς έναν φέρελπι πολιτικό, ο οποίος μάλιστα υποτίθεται ότι επιδιώκει να διαδραματίσει κεντρικό πολιτικό ρόλο, όπως έδειξε η απόπειρά του να διεκδικήσει την ηγεσία της παράταξης του, να μην είναι σε θέση να αρθρώσει πολιτικό λόγο που να είναι ουσιαστικός και να γίνεται καταληπτός από εκείνους στους οποίους απευθύνεται.
Τι είναι, αλήθεια, εκείνο που κάνει τον κ. Ανδρουλάκη να υποστηρίζει ότι φταίνε τα (ανύπαρκτα) αραχνιασμένα υπόγεια της Βουλής για το γεγονός ότι ένας υπέρμαχος της παραμονής στην Ελλάδα όλων των μεταναστών που φτάνουν στη χώρα σπεύδει να αγοράσει ακίνητα για να μισθώσει προκειμένου να αυξήσει το ήδη μεγάλο οικογενειακό του εισόδημα;
Πόσο δύσκολο είναι, άραγε, να αντιληφθεί την οφθαλμοφανή σύγκρουση συμφερόντων, που προκύπτει ακόμα και από τα… ανέλεγκτα πόθεν έσχες του κ. Παπαδημούλη, όταν ένας Ευρωπαίος αξιωματούχος καρπώνεται χρήματα από ευρωπαϊκούς πόρους για τους οποίους πιέζει; Ακόμη και αν δεν διαπιστώνει κάτι μη νόμιμο σε όλα αυτά, από ηθικής πλευράς είναι όλα εντάξει;
Μια εξήγηση για το γεγονός ότι τέτοια ερωτήματα δεν απασχολούν τον κ. Ανδρουλάκη, ίσως βρίσκεται στο βιογραφικό. Εκεί διαπιστώνει κανείς ότι «εξ απαλών ονύχων» και ήτοι από το 2001, οπότε «εξελέγη για πρώτη φορά μέλος του Κεντρικού Συμβουλίου της Νεολαίας ΠΑΣΟΚ», ο γεννημένος το 1979 πολιτικός μηχανικός από το Ηράκλειο Κρήτης έχει μακρά θητεία στα κομματικά αξιώματα του κόμματός του.
Είναι, με άλλα λόγια, παραδοσιακό «γέννημα του κομματικού σωλήνα» και δημιούργημα των κλειστών κομματικών μηχανισμών που –κακά τα ψέματα- για να γίνεις ο εκλεκτός τους χρειάζεται να ελίσσεσαι και απαιτείται να αποφεύγεις τις μετωπικές συγκρούσεις. Με προίκα, άλλωστε, αυτές τις ιδιότητες, ο κ. Ανδρουλάκης εξελέγη δύο φορές ευρωβουλευτής χάρις στο δίκτυο των «δικών του ανθρώπων» που διέθετε σε όλη τη χώρα.
Αντιθέτως, όταν χρειάστηκε να απευθυνθεί στην κοινωνία για να ηγηθεί της παράταξης του, απεδείχθη άτολμος και έχασε καθαρά από την Φώφη Γεννηματά, αναβάλλοντας για κάποια στιγμή στο μέλλον τη ρεβάνς που σχεδιάζει να πάρει, αλλά πιστεύει ότι θα του δοθεί στο… πιάτο επειδή ο μηχανισμός, του οποίου ηγείται, θα είναι εκεί και θα δουλεύει για να βολεύεται εκείνος στις Βρυξέλλες.
Ως τότε θα ακολουθεί το κύμα, δεν θα σπάει κανένα αυγό, θα αναμασά αφόρητες πολιτικάντικες κοινοτυπίες, θα είναι αλληλέγγυος με όλα τα δημιουργήματα του κομματικού σωλήνα και δεν αποκλείεται να πιστεύει ότι μπορεί μεγαλώνοντας να γίνει… Παπαδημούλης, ο οποίος στην ηλικία του είχε ένα χωράφι και τώρα μετρά 28 ακίνητα.
Πως το έλεγε ο Βάρναλης; «Aχ, πού ΄σαι, νιότη, πού ΄δειχνες, πως θα γινόμουν άλλος!». Δεν είναι αποκαρδιωτικό να το αναρωτιούνται για κάποιον πριν καν… γεράσει;