Συνολικές προβολές σελίδας

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Μπουτάρης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Μπουτάρης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη 6 Δεκεμβρίου 2018

Γιατί δεν βρίσκει υποψηφίους ο ΣΥΡΙΖΑ


Η δυστοκία που παρατηρείται στην αγωνιώδη προσπάθεια να βρεθεί υποψήφιος του ΣΥΡΙΖΑ που θα κατέλθει στον Δήμο Αθηναίων δεν είναι παρά μόνον η «κορυφή του παγόβουνου» πίσω από την οποία δεν μπορεί να κρυφθεί η στελεχιακή γύμνια που χαρακτηρίζει το κόμμα του Αλέξη Τσίπρα.
Όσο και αν οι πολυπλόκαμοι προπαγανδιστικοί μηχανισμοί που έχουν τεθεί στην υπηρεσία της κυβέρνησης πασχίζουν να πείσουν για το αντίθετο, γεγονός αναμφισβήτητο αποτελεί ότι ο ΣΥΡΙΖΑ παρέμεινε μια περίκλειστη λέσχη στελεχών, η οποία, παρά τον εμπλουτισμό της από διάφορους θεσιθήρες που μετακινήθηκαν από το ΠΑΣΟΚ την περίοδο του ανοδικού κύματος, δεν κατάφερε να αποκτήσει ερείσματα στο ευρύ κοινωνικό σώμα.
Παρά τις αναμφίβολες εκλογικές επιτυχίες τις οποίες είχε αρχικά στις δίδυμες κάλπες του 2012, που τον έφεραν στη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης, και εν συνεχεία στις αναμετρήσεις του 2015, που του έδωσαν την διακυβέρνηση, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν μπόρεσε να γίνει το μεγάλο και μαζικό κόμμα που θα υποκαθιστούσε το ΠΑΣΟΚ και θα αποτελούσε το αδιαφιλονίκητο «αντίπαλον δέος» απέναντι στη ΝΔ στο παραδοσιακό παιχνίδι της δικομματικής εναλλαγής.
Οι αυτοδιοικητικές εκλογές που διεξήχθησαν στο ενδιάμεσο χρονικό διάστημα, δηλαδή τον Μάιο του 2014, ήταν η πρώτη σοβαρή ένδειξη ότι το φουντωμένο δένδρο του ΣΥΡΙΖΑ δεν είχε ρίζες στις τοπικές κοινωνίες. Η σχετικά άνετη επικράτησή του στην κάλπη των ευρωεκλογών, δεν είχε την ίδια εξέλιξη στις κάλπες για τους Δήμους και τις Περιφέρειες που έγιναν ταυτόχρονα.
Με ελάχιστες εξαιρέσεις, οι υποψήφιοι που είχαν το χρίσμα της Κουμουνδούρου κατέγραψαν χαμηλές έως πολύ χαμηλές επιδόσεις. Και έτσι στα δύο όργανα εκπροσώπησης των δύο αυτοδιοικητικών βαθμίδων, την ΚΕΔΕ και την ΕΝΠΕ, οι ΣΥΡΙΖΑίοι «τοπικοί άρχοντες» ήταν μειοψηφία.
Ένας από τους λόγους της αποτυχίας τους ήταν η αλαζονεία του μικρομεγαλισμού από τον οποίο διακατείχοντο τότε τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ. Αλαζονεία η οποία μαζί με το διχαστικό πνεύμα ήταν τα δύο κύρια χαρακτηριστικά με τα οποία εφόρμησαν για να πάρουν όλες τις εξουσίες: στην αυτοδιοίκηση, στον συνδικαλισμό, στη Βουλή και όπου αλλού –Δικαιοσύνη, ανεξάρτητες αρχές, μέσα ενημέρωσης και επιχειρήσεις- μπορούσαν να βάλουν πόδι με θεμιτά ή αθέμιτα μέσα.
Κατά έναν πρωτοφανώς απαράδεκτο τρόπο, είχαν μοιράσει τους πολίτες σε «μνημονιακά μιάσματα» και «αντιμνημονιακούς οσίους». Όποιον κατέτασσαν στη δεύτερη κατηγορία, είχε καλώς. Όποιος, από την άλλη, υποστήριζε λογικά πράγματα, όπως αυτά που και οι ίδιοι υποχρεώθηκαν να αποδεχθούν ενάμισι χρόνο αργότερα, ήταν δακτυλοδεικτούμενος, τον στοχοποιούσαν και, αν δεν έκανε δήλωση αντιμνημονιακής νομιμοφροσύνης, μέχρι και την… καλημέρα του έκοβαν.
Αυτά το 2014. Τότε που η σημερινή υφυπουργός Προστασίας του Πολίτη Κατερίνα Παπακώστα ήταν για τα φίλα προσκείμενα στην Κουμουνδούρου μέσα ενημέρωσης η… «Ζαρούλια της ΝΔ». Τότε που είχε βγει απαγορευτικό συνεργασίας με στελέχη του ΠΑΣΟΚ που δεν έδιναν «γη και ύδωρ» στους επελαύνοντες προς την εξουσία παραγοντίσκους του ΣΥΡΙΖΑ οι οποίοι είχαν μεθύσει από την ξαφνική έξοδό τους από το περιθώριο στο οποίο τους κατέτασσαν επί δεκαετίες οι ψηφοφόροι.
Τεσσεράμισι χρόνια αργότερα, αν εξαιρέσει κανείς τις ψευδεπίγραφες διακηρύξεις που εφευρίσκονται για να δικαιολογηθούν οι κωλοτούμπες, τίποτε άλλο δεν θυμίζει το παρελθόν. Οι άλλοτε «συφοριασμένοι» ΠΑΣΟΚοι έχουν γίνει… πολύφερνες νύφες. Σε Δήμους και Περιφέρειες όλης της επικράτειας, όποιος διαθέτει ακόμη και την παραμικρή προϋπηρεσία με «πράσινο» συνδυασμό, ή μπορεί να πάρει χρίσμα από το ΚΙΝΑΛ, βλέπει τους ΣΥΡΙΖΑίους να σπεύδουν αυτοβούλως να στοιχηθούν πίσω του.
Αντιστρέφοντας συνήθειες δεκαετιών έχουμε φθάσει στο απίστευτο σημείο αντί να ζητούν χρίσματα οι υποψήφιοι, αυτά να τους προσφέρονται από την Κουμουνδούρου, οι άνθρωποι της οποίας, επειδή στις περισσότερες περιοχές δεν βρίσκουν υποψηφίους, ψάχνουν να… κρυφτούν πίσω από προερχόμενους από το ΠΑΣΟΚ υποψηφίους.
Το αστείο, μάλιστα, είναι ότι προκειμένου να καλύψουν την αδυναμία τους και να αποφύγουν τη συντριπτική ήττα που όλα δείχνουν ότι περιμένει τους δικούς τους υποψηφίους, ισχυρίζονται πως δήθεν άλλαξαν τακτική και δεν θα δώσουν χρίσματα αυτοί που έχριζαν υποψηφίους ακόμη και όταν με το ζόρι περνούσαν το κατώφλι του 3% σε πανελλαδική βάση. 
«Δεν θα ακολουθήσουμε τη λογική των κομματικών χρισμάτων στις αυτοδιοικητικές», δηλώνει ο γραμματέας του ΣΥΡΙΖΑ Πάνος Σκουρλέτης. «Είναι μια λογική παλαιάς κοπής, που ακολουθεί ο κ. Μητσοτάκης», υποστήριξε από τη Θεσσαλονίκη, όπου βρέθηκε για να… χρίσει(!) υποψήφια για τον δεύτερο Δήμο της χώρας την υφυπουργό Κατερίνα Νοτοπούλου. Η τελευταία, άλλωστε, επιστρατεύθηκε για να καλύψει -εκούσα, άκουσα- το κενό που δημιούργησε η απόφαση του νυν δημάρχου Γιάννη Μπουτάρη να μην διεκδικήσει νέα θητεία, παρά τη στήριξη που έλαβε από τον ίδιο τον Αλέξη Τσίπρα ο οποίος εγκαινίασε πρώτος την τακτική του «παίζουμε κρυφτούλι πίσω από τους ΠΑΣΟΚους».
Η επιλογή αυτή του κ. Τσίπρα δεν ήταν τυχαία. Είναι αποτέλεσμα μιας νέας κοινωνικής πραγματικότητας που έχει δημιουργηθεί εξαιτίας της ψυχρολουσίας που επεφύλαξε στους Έλληνες η διακυβέρνηση των τελευταίων χρόνων. Όπου στήνονται κάλπες, από τους φοιτητές ως τους τραπεζοϋπαλλήλους και από τους δικηγόρους και τους γιατρούς έως τους εκπαιδευτικούς και άλλους δημοσίους υπαλλήλους, οι ΣΥΡΙΖΑϊκές δυνάμεις υφίστανται καταποντισμό σε βαθμό που η Κουμουνδούρου κινδυνεύει να μείνει με μικρότερα ερείσματα στους μαζικούς χώρους από εκείνα που είχε όταν ήταν στο 3%.
Τα ρουσφέτια και οι κάθε είδους μικροεξυπηρετήσεις, η παρεοκρατία και ο νεποτισμός και γενικώς η αναπαραγωγή όλων των παλαιοκομματικών μεθόδων στην οποία επιδόθηκε η τετραετής διακυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ δεν στάθηκαν ικανές συνθήκες για να αντιστρέψουν την πορεία. Η ανικανότητα και η αναποτελεσματικότητα ανεπάγγελτων, κατά βάση, ανθρώπων, οι οποίοι επί χρόνια το μόνο που είχαν μάθει ήταν να κάνουν κριτική, δεν μπορούσαν μέσα σε τόσο λίγο χρονικό διάστημα να ανατραπούν.
Γι΄  αυτό δεν βρίσκουν υποψηφίους. Και γι΄ αυτό εκείνοι οι… τολμηροί, οι οποίοι μπορεί εν τέλει να βρεθούν, θα πρέπει να ετοιμάζονται για πολύ δυνατό… «μαύρισμα»!

Πέμπτη 24 Μαΐου 2018

Κολλημένοι στην εποχή του τρίκυκλου


 Οι συμπτώσεις μερικές φορές είναι σατανικές. Την ίδια ώρα που ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας ισχυριζόταν από το βήμα της Βουλής ότι «σήμερα ξημερώνει μια νέα δυνατότητα για τον τόπο, μια νέα αυγή», έβλεπε το φως της δημοσιότητας το Ευρωβαρόμετρο, η πανευρωπαϊκά εγκυρότερη μέτρηση των διαθέσεων της κοινής γνώμης στις 27 χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Στην πανευρωπαϊκή αυτή δημοσκόπηση αποτυπώνεται η σχεδόν καθολική απογοήτευση των Ελλήνων πολιτών για την κατάσταση που επικρατεί στη χώρα, από την οικονομία μέχρι τη λειτουργία της δημοκρατίας. Ενδεικτικό είναι ότι μόλις το 9% των πολιτών θεωρεί πως η Ελλάδα οδεύει στη σωστή κατεύθυνση, ποσοστό που είναι το χαμηλότερο στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ενώ μόλις το 2% των Ελλήνων πιστεύει πως η κατάσταση στην οικονομία είναι καλή, σε αντίθεση με το 91% σε Γερμανία και Ολλανδία.
Σε πείσμα όλων αυτών, ο κ. Τσίπρας κατέφευγε σε «ενέσεις ηθικού» προς τον εαυτό του και τους –μάλλον- ελάχιστους συμπολίτες μας που φαίνεται να συμμερίζονται τις υπεραισιόδοξες εκτιμήσεις του. «Όσο θα απομακρυνόμαστε από τον στενό κορσέ των προγραμμάτων προσαρμογής, τόσο πιο σαφείς θα γίνονται οι διαφορές μεταξύ της δικής σας και της δική μας πολιτικής», έλεγε απευθυνόμενος προς τα έδρανα της αντιπολίτευσης.
«Και αυτό είναι σε τελική ανάλυση που φοβάστε πάνω απ’ όλα», συνέχιζε. «Γι’ αυτό και αποσυντονίζεστε, ανατριχιάζετε, θα έλεγα, με την προοπτική εξόδου από τα μνημόνιο. Γι’ αυτό και φοβάστε τον Σεπτέμβρη του 2018 (sic!). Γι’ αυτό διαρκώς υπονομεύετε, γιατί καταλαβαίνετε πια ότι η παρένθεση όχι μόνο δεν κλείνει, αλλά μένει ανοιχτή και θα παραμείνει ανοιχτή και την επόμενη τετραετία για χάρη του ελληνικού λαού».
Και δεν σταμάτησε εκεί. «Κάθε μέρα που περνάει θα καταγράφουμε και μια νέα νίκη, νίκη υπέρ των δυνάμεων της κοινωνίας, των εργαζόμενων, των ανέργων, εκείνων δηλαδή που έδωσαν την εντολή σε εμάς και βρισκόμαστε σήμερα εδώ για να βγάλουμε τη χώρα από την κρίση έντιμα και καθαρά. Και κάθε μέρα που περνάει θα έρχεται πιο κοντά σε εσάς ο πολιτικός σας εφιάλτης. Πετυχαίνουμε εκεί που εσείς αποτύχατε και στις τρεις απόπειρες και στις τρεις κυβερνήσεις. Ανοίγουμε έναν δρόμο προοπτικής για τη χώρα. Ό,τι και να κάνετε δεν θα καταφέρετε ούτε να γυρίσετε τη χώρα πίσω ούτε να γυρίσετε εσείς πίσω. Η Ελλάδα δεν θα γυρίσει πίσω. Φεύγει μπροστά, προχωράει μπροστά, φεύγει από τα μνημόνια, μπαίνει σε μια νέα εποχή».
Αυτά είπε στην πρωτολογία του. Στη δευτερολογία του, όμως, φαίνεται ότι άλλαξε ρότα ή ενδεχομένως και λογογράφο. Διότι, αντί να συνεχίσει να μιλάει για το μέλλον, εκείνος επέστρεψε στο παρελθόν, επικαλούμενος γεγονότα και καταστάσεις που συνέβησαν αρκετά χρόνια προτού να γεννηθεί ο ίδιος. «Εγώ θέλω σήμερα με απόλυτη σαφήνεια να τοποθετηθώ και απέναντι στην ιστορία και απέναντι στην ευθύνη που έχουμε απέναντι στην ιστορία αυτού του τόπου, γιατί εκπροσωπώ μια παράταξη, η οποία έχει τραβήξει πολλά. Και ξέρετε, ο λαός μας έχει και μνήμη και συνείδηση», είπε γυρνώντας πολύ πίσω το ρολόι της Ιστορίας.
«Η Αριστερά σ’ αυτόν τον τόπο», συνέχισε, «ήταν πάντοτε στη θέση του διωκόμενου, όχι του διώκτη. Τη βία και του κράτους και του παρακράτους την έχει υποστεί για χρόνια στα ξερονήσια, στις φυλακές, αλλά και στους δρόμους. Από τον Λαμπράκη και τον Τσαρουχά μέχρι τον Κουμή και την Κανελλοπούλου και από τον Νίκο Τεμπονέρα μέχρι τον Παύλο Φύσσα».
Απευθυνόμενος δε στον αρχηγό της Νέας Δημοκρατίας, ο οποίος ήταν επίσης αγέννητος όταν έλαβαν χώρα τα γεγονότα με τα οποία ο κ. Τσίπρας παραλλήλισε την επίθεση που δέχθηκε ο δήμαρχος Θεσσαλονίκης Γιάννης Μπουτάρης, συμπλήρωσε: «Μην ανοίγετε, λοιπόν, αυτή τη συζήτηση, με αυτόν τον επιθετικό τρόπο, απέναντι σε εμάς που εκπροσωπούμε σ’ αυτά εδώ τα έδρανα μια παράταξη με πολύ μεγάλη ιστορία. Και πρέπει να μάθετε να ξεχωρίζετε τις λέξεις της πολιτικής ρητορικής, που πολλές φορές μπορεί να παίρνει και τον χαρακτήρα πολεμικής ρητορικής ακόμη, από το μαρσάρισμα του τρικύκλου, κ. Μητσοτάκη. Διότι αυτά που συνέβησαν προχθές στη Θεσσαλονίκη θυμίζουν άλλες εποχές, εποχές Γκοτζαμάνηδων, που η δημοκρατία δεν θα επιτρέψει να επιστρέψουν ποτέ».
Επιστρέφοντας εμείς, όμως, στο Ευρωβαρόμετρο βρίσκουμε ότι οι Έλληνες πολίτες καταλαμβάνουν την τελευταία θέση ανάμεσα στα 27 κράτη – μέλη στο ερώτημα της λειτουργίας της δημοκρατίας στη χώρα, καθώς μόνο το 28% εμφανίζεται ευχαριστημένο από τη λειτουργία των θεσμών στην Ελλάδα. Το υπόλοιπο ποσοστό των δυσαρεστημένων Ελλήνων από τη λειτουργία των δημοκρατικών θεσμών στη χώρα δύσκολα μπορεί να φανταστεί κανείς ότι οφείλεται στο… τρίκυκλο του Γκοτζαμάνη, το οποίο είναι αμφίβολο αν λέει κάτι στον μέσο Έλληνα πολίτη της εποχής μας.
Οι Έλληνες πολίτες θέτουν ως προτεραιότητα την οικονομία και την ανάπτυξη σε ποσοστό 81%, την καταπολέμηση της ανεργίας στους νέους σε ποσοστό 76% και το μεταναστευτικό ζήτημα σε ποσοστό 59%. Αλλά οι κυβερνώντες τη χώρα, οι οποίοι, κακά τα ψέματα, προέρχονται από μια μέχρι πρότινος μειοψηφική μερίδα της ελληνικής κοινωνίας, παραμένουν «κολλημένοι» στην εμφυλιακή και μετεμφυλιακή Ελλάδα. Γι΄ αυτό και στην εποχή των drones εκείνοι εξακολουθούν να βλέπουν τρίκυκλα που μαρσάρουν…

Πέμπτη 13 Φεβρουαρίου 2014

Κάλπη – «πάρτα όλα» ή ρώσικη ρουλέτα;

            Η χρονική σύμπτωση των αυτοδιοικητικών εκλογών με τις ευρωεκλογές αποτελεί μια χρυσή ευκαιρία για να «αποκομματικοποιηθούν» οι δήμοι και οι περιφέρειες και να δοθεί ο λόγος στους πολίτες για να επιλέξουν τους καλύτερους που θα υπηρετήσουν τις ανάγκες της καθημερινότητας τους.
            Χωρίς να παραβλέπει κανείς τα «πολιτικά» χαρακτηριστικά που αναμφισβήτητα έχουν (και) οι επιλογές για την Αυτοδιοίκηση, το γεγονός ότι με την διπλή κάλπη, το εκλογικό σώμα έχει την ταυτόχρονη δυνατότητα να εκφράσει -στην ευρωκάλπη- τη βούλησή του για τη γενική πολιτική κατάσταση, αλλά, ταυτόχρονα, να προκρίνει τα πρόσωπα που θεωρεί καταλληλότερα για να διαχειριστούν τις τοπικές υποθέσεις κάθε περιοχής, συνιστά μια ευτυχή συγκυρία που, υπό προϋποθέσεις, μπορεί να ανατρέψει την παραδοσιακή κομματοκρατία και το πελατειοκρατικό καθεστώς που την εξέθρεψε και ως ένα βαθμό τη συντηρεί.
            Η στάση, ωστόσο, που τηρούν τα κόμματα και κυρίως τα δύο μεγαλύτερα εξ αυτών, ενόψει της διπλής αναμέτρησης του Μαΐου, αποπνέει μια παρωχημένη νοοτροπία έλλειψης σεβασμού στους πολίτες, μια νοοτροπία που δεν λαμβάνει, μάλιστα, υπόψη της και τη μακρά θετική παράδοση που υπάρχει στη χώρα μας και είχε καταγραφεί στο παρελθόν όταν, για παράδειγμα, σε πολλές δεξιοκρατούμενες πόλεις, οι κάτοικοι επέλεγαν «κόκκινους» δημάρχους  επειδή ήταν διεκδικητικοί, έδειχναν ενδιαφέρον για όσα απασχολούσαν τους συμπολίτες τους και αποτέλεσαν «πρότυπα» για τους διαδόχους τους.
            Εφόσον αυτό συνέβαινε στις δεκαετίες του 60 και του 70 που η Τοπική Αυτοδιοίκηση είχε ελάχιστες αρμοδιότητες, γιατί, άραγε, να μη συμβαίνει σήμερα που, παρά τη μνημονιακή επέλαση, οι αυτοδιοικητικοί φορείς έχουν πολλαπλάσια μέσα και πόρους για να ασκήσουν πολιτική και να επηρεάσουν την τοπική καθημερινότητα και την αναπτυξιακή προοπτική της περιοχής τους.   
            Κόντρα, όμως, σε όλα αυτά, αλλά και στις διακηρύξεις για ακηδεμόνευτη Τοπική Αυτοδιοίκηση, οι κομματικές γραφειοκρατίες επιμένουν να θέλουν να ελέγξουν τα πάντα και να επιβάλουν επιλογές προσώπων που τους φέρνουν σε αντίθεση με τις πραγματικές ανάγκες της κοινωνίας, η οποία ασφυκτιά μεν από την οικονομική δυσπραγία, αλλά δεν είναι βέβαιο ότι εξ αυτού θα αποδεχθεί την ποδηγέτηση που επιχειρείται και θα ακολουθήσει τις σχιζοφρενικές επιλογές του μεγαλύτερου κυβερνητικού κόμματος που, ενώ υποστηρίζει ότι τα πολιτικά συμπεράσματα θα βγουν από τις ευρωεκλογές, επιστρατεύει βουλευτές για το Δήμο της Αθήνας και την Περιφέρεια της Κεντρικής Μακεδονίας, ή της αξιωματικής αντιπολίτευσης που θέλει να συγκροτήσει αντιμνημονιακό μέτωπο από την πρωτεύουσα ως την τελευταία εσχατιά της χώρας.
            Αναρωτιέμαι, για παράδειγμα, τι εμποδίζει έναν οπαδό του ΣΥΡΙΖΑ, ακόμη και από αυτούς που θέλουν να… σχίσουν το μνημόνιο στο Σύνταγμα, να ψηφίσει αντιμνημονιακά στην ευρωκάλπη και να στηρίξει τον νυν δήμαρχο της Αθήνας Γιώργο Καμίνη που έδωσε δείγματα γραφής της προοδευτικής του κατεύθυνσης. Ή, για ποιο λόγο ένας συντηρητικός πολίτης της Θεσσαλονίκης να μην επιλέξει τον Γιάννη Μπούταρη, τώρα που ακόμη και ο μητροπολίτης Άνθιμος επείσθη ότι δεν… κινδυνεύουν τα «ιερά και τα όσια» της φυλής από τη δημαρχιακή του θητεία.
            Ομοίως, τι μπορεί να χωρίσει την υποψήφια του ΣΥΡΙΖΑ Όλγα Γεροβασίλη από έναν κεντροαριστερό πολίτη που δεν βολεύεται από την… αληπασάδικη νοοτροπία που αναβιώνει στην πατρίδα μου, την Ήπειρο, η οποία φιγουράρει στην πρώτη θέση της ανεργίας και στην τελευταία της ανάπτυξης. Ή γιατί ένας, ανεξαρτήτως χρώματος, Κρητικός να μην επιβραβεύσει τη γνώση και την προσπάθεια του περιφερειάρχη Σταύρου Αρναουτάκη.
            Κάνοντας μια προβολή στο βράδυ της 25ης Μαΐου, μπορεί, άραγε, κάποιος να απαντήσει στο ερώτημα αν ένα ενδεχόμενο προβάδισμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης στις ευρωεκλογές, συνοδευθεί από την αποτυχία της πλειονότητας των βουλευτών του που –εκόντες άκοντες- χρίστηκαν υποψήφιοι περιφερειάρχες, θα δίνει έρεισμα στους ισχυρισμούς για δυσαρμονία της σύνθεσης της Βουλής με τη λαϊκή ετυμηγορία.  Όπως και αντιστοίχως, να διαγνώσει τις επιπτώσεις που μπορεί να έχει στην πολιτική σταθερότητα μια ενδεχόμενη συντριβή των κεντρικών στελεχών της Νέας Δημοκρατίας που επέβαλαν το Μαξίμου και η Συγγρού.   
Υπό αυτή την έννοια, το παιχνίδι «πάρτα όλα» που επέλεξαν να παίξουν στη διπλή κάλπη του Μαΐου η Νέα Δημοκρατία και ο ΣΥΡΙΖΑ, μπορεί να αποδειχθεί, εν τέλει, μια επικίνδυνη ρώσικη ρουλέτα από την οποία δεν είναι βέβαιο κανείς πότε και από πού θα επέλθει η εκπυρσοκρότηση.
Σε κάθε περίπτωση, η πορεία προς την διπλή κάλπη θα έχει αρκετό ενδιαφέρον και τα αποτελέσματά της πολύ μεγαλύτερο.
(Δημοσιεύθηκε στο www.protothema.gr στις 13.2.2014)