Συνολικές προβολές σελίδας

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ολάντ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ολάντ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη 21 Φεβρουαρίου 2013

Γιατί δεν μας… χόρτασε ο λόγος του Φρανσουά Ολάντ

«Ο λόγος σου μάς χόρτασε και το ψωμί σου φάτο...», θα λέγαμε υπό άλλες συνθήκες στον Γάλλο Πρόεδρο Φρανσουά Ολάντ που μας επεφύλαξε, κατά την επίσκεψή του στη χώρα μας, θερμούς παρηγορητικούς λόγους και μας έδωσε πολλές υποσχέσεις για γαλλικές επενδύσεις στην Ελλάδα.
Θα μπορούσαμε, ίσως, να το πούμε αυτό αν είχε σταματήσει η πορεία της συνεχούς διολίσθησης στην οποία φαίνεται να έχουμε εγκλωβιστεί και από την οποία δεν μπορούμε να ξεφύγουμε, όσο και αν ακούμε επαίνους από τους εταίρους μας για τα οικονομικό πρόγραμμα της Ελλάδας που, όπως λένε, «βρίσκεται εντός τροχιάς», προσπαθώντας μάλλον να λειτουργήσει ο λόγος τους ως… αυτοεκπληρούμενη προφητεία.
Δεν ξέρω για ποια τροχιά ομιλούν, αλλά όποιος βιώνει την ελληνική πραγματικότητα, μόνον… εκτροχιασμένες καταστάσεις συναντά και σωστά ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Κάρολος Παπούλιας προειδοποίησε, απευθυνόμενος στον Γάλλο ομόλογό του, για τον κίνδυνο κοινωνικής έκρηξης εξαιτίας της βαθύτατης ύφεσης στην οποία έχουμε παγιδευτεί.
Η ανεργία εξακολουθεί να καλπάζει με χίλιους συμπολίτες μας (όσοι οι κάτοικοι μιας κωμόπολης!) να χάνουν κάθε μέρα τη δουλειά τους και πολύ περισσότερους να δουλεύουν μεν αλλά να είναι απλήρωτοι, γιατί οι εργοδότες τους δεν μπορούν να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους.
Οι πολυδιαφημισμένες δόσεις που εξασφαλίσαμε τον περασμένο Δεκέμβριο δεν φαίνεται να είχαν τη θετική επίπτωση που αναμενόταν, αφού οι τράπεζες, προς τις οποίες κατευθύνθηκαν το μεγαλύτερο μέρος αυτών των πόρων, όχι μόνον δεν διοχέτευσαν ρευστότητα στην ασφυκτιούσα αγορά, αλλά το τελευταίο διάστημα κινούνται προς την αντίθετη κατεύθυνση έχοντας κλείσει απολύτως τις στρόφιγγες της χρηματοδότησης για όλες τις επιχειρήσεις.
Η απορρόφηση των κοινοτικών κονδυλίων, για τα οποία τόσες φορές… πανηγυρίσαμε που τα εξασφαλίσαμε, παραμένει σε απαράδεκτα χαμηλούς ρυθμούς, γεγονός που επιβεβαιώθηκε από την ανάγκη που ένοιωσε ο πρωθυπουργός να ορίσει, μόλις την περασμένη εβδομάδα, τον Κυριάκο Βιρβιδάκη  ως νέο υφυπουργό για το ΕΣΠΑ, από το οποίο, μέχρι τώρα, τα περισσότερα χρήματα που εκταμιεύονται είναι για –μάλλον «εικονικά»- επιμορφωτικά σεμινάρια.
Την ίδια ώρα τα γραφειοκρατικά εμπόδια που είναι ορθωμένα παντού γίνονται όλο και πιο απροσπέλαστα, από τα δικαστήρια που δίνουν πρώτη δικάσιμο σε δύο με τρία χρόνια, ως το ΓΕΜΗ που δημιουργήθηκε ως «σημείο μιας στάσης» για τις επιχειρήσεις και, παρότι ανήκει στην αρμοδιότητα του προέδρου του ΕΒΕΑ Κωνσταντίνου Μίχαλου, τον οποίο βλέπουμε συχνά να κατακεραυνώνει γενικώς και αορίστως το κράτος, κάνει πάνω από ενάμισι μήνα για να διεκπεραιώσει μια απλή δημοσίευση καταστατικού εταιρίας.
Υπό αυτές τις συνθήκες, λοιπόν, οι υποσχέσεις για επενδύσεις που μας έδωσε ο Γάλλος Πρόεδρος δεν μοιάζουν ικανές να ανατρέψουν τη δυσμενή πραγματικότητα που έχει δημιουργηθεί στη χώρα. Ακόμη και αν αύριο το πρωί οι Γάλλοι επιχειρηματίες που έφερε μαζί του ο κ. Ολάντ και έδειξαν ενδιαφέρον να επενδύσουν στη χώρα μας, ξαναπάρουν το αεροπλάνο για την Αθήνα, φθάνοντας εδώ θα βρεθούν αντιμέτωποι με τέτοιο χάος που γρήγορα θα γυρίσουν άπραγοι στο Παρίσι.
Χωρίς να θέλω να μειώσω τη σημασία των διεθνών επαφών, έχω την αίσθηση ότι οι χαρές και τα πανηγύρια που στήσαμε για την –αναμφίβολα αναγκαία και απολύτως πετυχημένη σε συμβολικό επίπεδο συμβολισμού- επίσκεψη του Γάλλου Προέδρου, σύντομα θα ξεχαστούν, γιατί θα αποδειχθούν στην πράξη άνευ ουσιαστικού αντικειμένου.
Δεν χρειάζεται, άλλωστε, κανείς να είναι εξειδικευμένος οικονομολόγος για να αντιληφθεί ότι στις μέρες μας η προσέλκυση επενδύσεων δεν γίνεται με διακρατικές συμφωνίες κορυφής, αλλά με τη δημιουργία φιλικού επιχειρηματικού περιβάλλοντος. Και αυτό ακριβώς είναι που λείπει από τη χώρα μας, όχι μόνον επειδή μια δράκα κουκουλοφόρων επιτίθεται στις εγκαταστάσεις του χρυσωρυχείου της Χαλκιδικής, ούτε γιατί ένας γενικός γραμματέας πιστεύει ότι έχουμε ακόμη υψηλό κατώτατο μισθό.
Για να υπάρξει ουσιαστική προσέλκυση επενδύσεων στην Ελλάδα χρειάζεται να αλλάξουν πολλά. Με κυριότερο τις νοοτροπίες του παρελθόντος που ευθύνονται για την κρίση και που αυτή, δυστυχώς, δεν έχει καταφέρει ακόμη να τις εξαλείψει.
(Δημοσιεύθηκε στο www.protothema.gr στις 20.2.2013).

Τετάρτη 4 Ιουλίου 2012

Διαπραγμάτευση για να αποφύγουμε ρόλο της ευρωγλάστρας

Η χρονική σύμπτωση της επικράτησης της Ιταλίας επί της Γερμανίας στον ημιτελικό του ευρωπαϊκού πρωταθλήματος ποδοσφαίρου με τη σύνοδο κορυφής των ηγετών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στην οποία ελήφθησαν σημαντικές αποφάσεις που χαλαρώνουν τον οικονομικό κλοιό, υπό τον οποίο βρίσκεται η γειτονική μας χώρα, έκανε πολλούς να μιλήσουν για τους δύο «σούπερ Μάριο», τον πρωθυπουργό Μόντι και τον ποδοσφαιριστή Μπαλοτέλι.
Οι έπαινοι, ωστόσο, για τον νεαρό ιδιόρρυθμο αθλητή δεν διήρκεσαν, αφού στην επόμενη ποδοσφαιρική μάχη, με την ομάδα της Ισπανίας, ούτε ο Μπαλοτέλι, ούτε οι συμπαίκτες του επέδειξαν το ίδιο πάθος και την ίδια αγωνιστικότητα, με αποτέλεσμα το τρόπαιο του ευρωπαϊκού πρωταθλήματος να καταλήξει στους Ισπανούς που αποδείχθηκαν πιο μαχητικοί και με μεγάλη διάρκεια στο παιχνίδι τους.
Σε αντίθεση με την ιταλική ποδοσφαιρική ομάδα, η ιταλική κυβέρνηση, υπό τον πρωθυπουργό Μάριο Μόντι, αποδείχθηκε πολύ πιο οργανωμένη και πολύ πιο έτοιμη για την επιτυχημένη αναμέτρηση των Βρυξελλών που έδωσε απέναντι στη Γερμανίδα καγκελάριο Άνγκελα Μέρκελ και στην εμμονή της να επιβάλει τον «ζουρλομανδύα» των μνημονίων και της τρόικας από άκρου εις άκρον της Ευρώπης.
Έχοντας χτίσει, εκ των προτέρων, τις απαραίτητες συμμαχίες και εκμεταλλευόμενοι τους νέους συσχετισμούς που δημιουργούνται στην Ευρώπη μετά την εκλογή του Γάλλου Προέδρου Φρανσουά Ολάντ, οι γείτονες μας διαπραγματεύτηκαν αποτελεσματικά και πέτυχαν η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών τους, οι οποίες, λόγω μαζικής φυγής κεφαλαίων, αντιμετωπίζουν ανάλογα με τα δικά μας προβλήματα, να γίνει με τέτοιο τρόπο που δεν θα επιβαρύνει το δημόσιο χρέος της χώρας και συνακόλουθα το κόστος δανεισμού της χώρας.
Η κυβέρνηση Μόντι στην Ιταλία ανέλαβε την εξουσία την ίδια περίοδο που στην Ελλάδα σχηματίστηκε η κυβέρνηση Παπαδήμου. Έκτοτε, εμείς εδώ αλλάξαμε δύο κυβερνήσεις και ψηφίσαμε άλλες δύο φορές, χωρίς, με εξαίρεση το PSI και την υπογραφή της νέας δανειακής σύμβασης, να λύσουμε κανένα πρόβλημα ή να αντιμετωπίσουμε κάποιες έστω από τις παθογένειες που μας ταλανίζουν.
Έτσι, δεν προκαλεί ιδιαίτερη έκπληξη που η Ελλάδα ήταν “ωσεί παρούσα” στη τελευταία ευρωπαϊκή σύνοδο, αφού η παρατεταμένη ακυβερνησία έχει αποσαρθρώσει την ήδη προβληματική κρατική μηχανή, η οποία αποδείχθηκε ανίκανη ακόμη και να διαχειριστεί την ατυχία με το πρόβλημα της υγείας του νέου πρωθυπουργού και την αστοχία που προέκυψε με την επιλογή του νέου υπουργού Οικονομικών.  
Άλλες ευρωπαϊκές χώρες έχουν μείνει μεγάλα χρονικά διαστήματα χωρίς κυβέρνηση, όπως προ καιρού το Βέλγιο, όπου σχηματίστηκε κυβέρνηση έπειτα από 18 μήνες, χωρίς αυτό να έχει επιπτώσεις στην καθημερινή λειτουργία της κρατικής μηχανής ή στη διεθνή εκπροσώπηση της χώρας. Εδώ, όμως, τα πράγματα είναι εντελώς διαφορετικά και οι αρμόδιες υπηρεσίες δεν είναι καν σε θέση να καθορίσουν ούτε τα στοιχειώδη, όπως το ποιος εκπροσωπεί τη χώρα στα συμβούλια κορυφής της Ευρωπαϊκής Ένωσης όταν αδυνατεί να παραστεί ο πρωθυπουργός. 
Υπό αυτές τις συνθήκες, δεν είναι παράδοξο που προϊόντος του χρόνου, μήνα με το μήνα και, ίσως, μέρα με την μέρα, βρισκόμαστε όλο και περισσότερο απομονωμένοι στο ευρωπαϊκό στερέωμα, με αποτέλεσμα να προκαλούν όλο και μικρότερη εντύπωση τα σενάρια για την αποπομπή μας από την ευρωζώνη που είναι βέβαιο ότι έχουν εξυφανθεί ερήμην μας και η ενεργοποίησή τους ίσως να είναι επί θύραις.
Ο χρόνος τρέχει αδυσώπητα σε βάρος μας και η περίφημη επαναδιαπραγμάτευση του μνημονίου καθυστερεί, μεγιστοποιώντας τα ήδη μεγάλα και ανυπέρβλητα προβλήματα της ύφεσης και της ανεργίας που επιβαρύνονται από την οξύτατη τραπεζική κρίση που έχει κλείσει τους κρουνούς της ρευστότητας στην χειμαζόμενη πραγματική οικονομία.
Απλοϊκοί ισχυρισμοί σύμφωνα με τους οποίους η κυβέρνηση μπορεί να αδιαφορήσει για τις τράπεζες, δεν χωρούν στην περίσταση, έστω και αν ορισμένοι προσπαθούν να δώσουν ιδεολογικό περίβλημα στην υπόθεση, που, καλώς ή κακώς, αφορά όλους μας, καθώς χωρίς τραπεζική ρευστότητα ούτε επενδύσεις μπορεί να γίνουν ούτε νέες θέσεις εργασίας να δημιουργηθούν, ούτε ανάπτυξη της οικονομίας μπορεί να υπάρξει. 
Σε πείσμα, λοιπόν, όσων, για τους δικούς τους λόγους, επενδύουν στην καταστροφή και στην ερειπιοποίηση της χώρας, η κυβέρνηση, που θα λάβει –επιτέλους!- ψήφο εμπιστοσύνης την Κυριακή,  δεν πρέπει να επαναπαυθεί, επιφυλάσσοντας ρόλο… γλάστρας που ποτίζεται χάριν του βασιλικού (εν προκειμένω των αποφάσεων που αφορούν κατ΄ αρχήν τις τράπεζες της Ιταλίας και της Ισπανίας), αλλά να ξεκινήσει άμεσα τις απαραίτητες διαπραγματεύσεις με τους εταίρους – δανειστές μας για αναθεώρηση του οικονομικού προγράμματος, με παράλληλη, όμως, τήρηση των δεσμεύσεων που έχουμε αναλάβει.

*Ο Γρηγόρης Τζιοβάρας είναι δημοσιογράφος, περιφερειακός σύμβουλος Θεσπρωτίας στο πρώτο αιρετό Περιφερειακό Συμβούλιο Ηπείρου. Η αρθρογραφία του (ανα)δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα: http://topikakaiatopa.blogspot.com.

Τρίτη 24 Απριλίου 2012

Καλοί οι Φρανσουά, αλλά, πρωτίστως, για τη Γαλλία

Δεν είχα κλείσει τα είκοσι,  τον Μάιο του 1981, που έγινε η κυβερνητική αλλαγή στη Γαλλία. Με την νεανική ορμή, αλλά και με το κλίμα της περιόδου εκείνης, πανηγύρισα δεόντως, όπως, άλλωστε, και πολλοί άλλοι  Έλληνες, την εκλογή του σοσιαλιστή –θρύλου, για μας τους νέους της εποχής- Φρανσουά Μιτεράν στη γαλλική προεδρία, την οποία –δικαίως- θεωρήσαμε ως προπομπό της επερχόμενης ιστορικής αλλαγής στη χώρα μας.
Τριάντα ένα χρόνια μετά, χαίρομαι που ένας άλλος σοσιαλιστής, ο Φρανσουά -και αυτός- Ολάντ, πήρε προβάδισμα στον προχθεσινό πρώτο γύρο των γαλλικών προεδρικών εκλογών και είναι πολύ πιθανόν ότι θα καταφέρει να εκθρονίσει τον Νικολά Σαρκοζί από τα Ηλύσια Πεδία στον δεύτερο γύρο που θα γίνει στις 6 Μαΐου, την μέρα που και εμείς εδώ θα ψηφίζουμε για τη δική μας διακυβέρνηση.
Χωρίς διάθεση να υποτιμήσω την αυταπόδεικτη σημασία μιας ενδεχόμενης κυβερνητικής αλλαγής στην Γαλλία, που όλοι αναγνωρίζουν ότι μπορεί να επηρεάσει τους υφισταμένους συντηρητικούς συσχετισμούς που επικρατούν στην Ευρώπη, θέλω να εξομολογηθώ ότι δεν νιώθω να με διακατέχει ο ενθουσιασμός που με είχε συνεπάρει όταν εξελέγη ο Μιτεράν.
Δεν ξέρω αν είναι τα (δικά μου) χρόνια που πέρασαν ή η εποχή που διανύουμε, αλλά αισθάνομαι πολύ συγκρατημένος απέναντι στις προσδοκίες που μπορεί -δικαιολογημένα, ως έναν βαθμό- να προκαλεί, ακόμη και σε συντηρητικά στρώματα του εγχώριου πολιτικού δυναμικού, η πιθανολογούμενη μετατροπή του σημερινού ευρωπαϊκού διδύμου κορυφής από «Μερκοζί» σε «Μερκολάντ».
Είναι γνωστό ότι ο σοσιαλιστής υποψήφιος υποσχέθηκε προεκλογικά ότι θα θέσει βέτο στην επικύρωση του περίφημου συμφώνου δημοσιονομικής πειθαρχίας, που καθιερώνει τον λεγόμενο «χρυσό κανόνα», ο οποίος απαγορεύει το έλλειμμα στους εθνικούς προϋπολογισμούς, και  με περισσή επιμονή επέβαλε σε όλη την Ευρώπη η Γερμανίδα καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ.
«Αν το Σύμφωνο δεν περιέχει μέτρα για την ανάπτυξη , δεν θα υποστηρίξω την επικύρωσή του από την Εθνοσυνέλευση. Αυτή την υπόσχεση έχω δώσει στους Γάλλους και θα την τηρήσω», δήλωσε ο κ. Ολάντ, ο οποίος πρόσθεσε ότι δεν αισθάνεται ότι θα βρεθεί «απομονωμένος στην Ευρώπη», στην οποία, ως γνωστόν, τον τόνο δίνει η κ. Μέρκελ και η πλειοψηφία των συντηρητικών κυβερνήσεων.
Υπό άλλες, βεβαίως, συνθήκες, ο Φρανσουά Μιτεράν πριν από τρεις δεκαετίες επεχείρησε στην αρχή της προεδρικής θητείας του να εφαρμόσει στη Γαλλία «κεϊνσιανές» πολιτικές. Γρήγορα, όμως, υποχρεώθηκε να τις εγκαταλείψει, καθώς οι αδυσώπητες –ακόμη και τότε που δεν υπήρχε το σημερινό επίπεδο παγκοσμιοποίησης- αγορές, αντέδρασαν με βίαιο τρόπο, προκαλώντας υποχώρηση του φράγκου, φυγή κεφαλαίων, επενδυτική άπνοια και εκτίναξη της ανεργίας.
Στον σημερινό, απείρως πιο πολύπλοκο, κόσμο, τα πράγματα είναι ακόμη πιο δύσκολα και τα περιθώρια για τον Φρανσουά Ολάντ πολύ πιο στενά. Η παγκοσμιοποίηση των αγορών, η κρίση δημοσίου χρέους που βαρύνει το σύνολο, σχεδόν, της Ευρώπης και το κοινό ευρωπαϊκό νόμισμα, περιορίζουν τη μονομερή εφαρμογή μέτρων οικονομικής πολιτικής. Σε βαθμό τέτοιο που διακηρύξεις, όπως αυτές του πολιτικού του προπάτορα Φρανσουά Μιτεράν για «σοσιαλισμό σε μια χώρα», να μοιάζουν ως απόλυτη ουτοπία.
Επιπλέον, θέλω να υπενθυμίσω, για να μην τρέφουμε αυταπάτες, ότι ο γαλλογερμανικός άξονας βρίσκει δεκαετίες τώρα πεδίο συνεννόησης και συμβιβασμού, ανεξαρτήτως της ιδεολογικής κατεύθυνσης που έχουν οι ένοικοι των Ηλυσίων Πεδίων  και της καγκελαρίας. Είχα την τύχη να παρακολουθήσω από κοντά, το 1995, μια από τις τελευταίες ομιλίες του Φρανσουά Μιτεράν, έμπλεη με τα ευρωπαϊκά του οράματα, αλλά εκείνο που κυριάρχησε τα επόμενα χρόνια ήταν οι επιταγές του Μάαστριχτ που είχαν συνυπογράψει με τον Χέλμουτ Κολ. 
Όπως, επίσης, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι τα πολεμικά αεροσκάφη Μιράζ που παραγγείλαμε στη δεκαετία του ΄80, στη, σωστή, προσπάθεια που κατέβαλε η τότε ελληνική κυβέρνηση, να μην εξαρτώμεθα μόνον από τις ΗΠΑ στην προμήθεια αμυντικού υλικού, τα πληρώσαμε κανονικά και δεν μας έγινε καμία ειδική έκπτωση, επειδή οι κυβερνήσεις των δύο χωρών είχαν τους ίδιους θεωρητικούς ιδεολογικούς προσανατολισμούς. 
Έτσι, σε κάθε περίπτωση, όπως η εκλογή του Φ. Μιτεράν ήταν, πρωτίστως, καλή –ή, ίσως κατ΄ άλλους, κακή- για την Γαλλία και, δευτερευόντως, για την υπόλοιπη Ευρώπη, το ίδιο, πιστεύω, ότι ισχύει και για το νέο πρόεδρο της Γαλλικής Δημοκρατίας. Εφόσον θα είναι ο Φρανσουά Ολάντ, δημιουργούνται, αναμφισβήτητα, ελπίδες για ένα καλύτερο ευρωπαϊκό περιβάλλον απέναντι στη χώρα μας. Αλλά, όπως επανειλημμένα έχω επισημάνει από αυτή τη στήλη, τα βασικά προβλήματα της Ελλάδας η εγχώρια πολιτική τάξη θα κληθεί να τα αντιμετωπίσει.

*Ο Γρηγόρης Τζιοβάρας είναι δημοσιογράφος, περιφερειακός σύμβουλος Θεσπρωτίας στο νέο Περιφερειακό Συμβούλιο Ηπείρου. Η αρθρογραφία του (ανα)δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα: http://topikakaiatopa.blogspot.com/.