Συνολικές προβολές σελίδας

Πέμπτη 14 Ιουνίου 2018

Αφού είναι «νίκη», γιατί δεν ερωτάται ούτε η Βουλή ούτε ο λαός;



Εν τη ρύμη του λόγου του ο Αλέξης Τσίπρας στη συνέντευξη που παραχώρησε στην  ΕΡΤ για να εξηγήσει τους λόγους για τους οποίους συνομολόγησε τη συμφωνία με τον ΖόρανΖάεφ για το Μακεδονικό, αναρωτήθηκε:«Ποιο είναι το εθνικό συμφέρον; Να κλείσουμε ένα θέμα ή να το αφήσουμε ανοικτό;».
Στη φράση αυτή που μάλλον αυθόρμητα ξεστόμισε και πιο συγκεκριμένα στο ρήμα «κλείσουμε» περιέχεται όλη η ουσία των κυβερνητικών επιδιώξεων και των χειρισμών που προηγήθηκαν της συμφωνίας για την οποία κάποια στιγμή θα ερωτηθεί το ελληνικό Κοινοβούλιο.
Με άλλα λόγια ο κ. Τσίπρας ομολόγησε ότι στις προθέσεις του δεν ήταν να επιλύσει αλλά να «κλείσει» το ζήτημα με την ονομασία του κράτους των βόρειων γειτόνων μας οι οποίοι δεν θέλουν απλώς να λέγονται «Μακεδόνες» αλλά –κι εδώ ακριβώς είναι το επίδικο- επιδιώκουν συνάμα να εμφανίζονται ως κληρονόμοι της αρχαίας ελληνικής ιστορίας, αρνούμενοι την αδιαμφισβήτητη σλαβική εθνική τους καταγωγή.
Κατόπιν τούτου, μάλλον δεν πρέπει να προκαλεί ιδιαίτερη εντύπωση η κατηγορηματική ευκολία με την οποία ο Έλληνας πρωθυπουργός απέρριψε κάθε ενδεχόμενο να ερωτηθεί η Βουλή για το αν διαθέτει η κυβέρνησή του την απαραίτητη πολιτική νομιμοποίηση να δεσμεύσει τη χώρα σε ένα τόσο κρίσιμης σημασίας ζήτημα.
Θα ανέμενε κανείς ότι αν επρόκειτο για «μεγάλη διπλωματική νίκη», όπως ο ίδιος έσπευσε να χαρακτηρίσει το αποτέλεσμα της διαπραγμάτευσης την οποία έκανε, να ήταν δική του η πρωτοβουλία για να πάει η συμφωνία στη Βουλή και να εισπράξει τα εύσημα για την υποτιθέμενη επιτυχή κατάληξη.
Παραδόξως, όμως, συμβαίνει το ακριβώς αντίθετο. Αντί να είναι ο πρωθυπουργός και η κυβέρνησή του οι επισπεύδοντες για την πανηγυρική επικύρωση της συμφωνίας από το Κοινοβούλιο, διαβλέπει κανείς μια προσπάθεια να παρακαμφθεί ο θεσμός του Κοινοβουλίου και να δημιουργηθούν τετελεσμένα με μόνη την υπογραφή του υπουργού Εξωτερικών Νίκου Κοτζιά.
«Δεν βλέπω κανένα λόγο να βάλουμε εμπόδια στον εαυτό μας…», ισχυρίστηκε, εξάλλου, ο κ. Τσίπρας όταν ρωτήθηκε τόσο για την άρνησή του να ζητήσει κοινοβουλευτική έγκριση, όσο και για την πιθανότητα να ζητηθείηέκφρασητης λαϊκής ετυμηγορίας με την  προκήρυξη δημοψηφίσματος, όπως αντιστοίχως προτίθενται να κάνουν στην άλλη πλευρά των συνόρων.
Η προσχηματική επιχειρηματολογία που χρησιμοποιείται είναι οι συνταγματικοί τύποι. «Δεν προβλέπεται τέτοια διαδικασία και ο υπουργός των Εξωτερικών διαθέτει την εξουσία και την αρμοδιότητα να υπογράφει διακρατικές συμφωνίες», είναι ο αντίλογος. Αντίλογος που δεν λαμβάνει υπόψιν του ότι πέραν των τύπων, υπάρχει και η ουσία.
Η ουσία στην προκειμένη περίπτωση είναι ότι ποτέ άλλοτε στο παρελθόν δεν δεσμεύτηκε η χώρα για κάτι τόσο σημαντικό χωρίς να ερωτηθεί η Βουλή των Ελλήνων. Και αυτή την ουσία δεν μπορεί να την παρακάμψει ο κ. Τσίπρας για να καλύψει τον κυβερνητικό εταίρο του Πάνο Καμμένο με τον οποίο έχουν «δέσει»τις πολιτικές τους τύχες.
Ο αμοραλισμός, ο οποίος αναδύεται από τη προφανή μεθόδευση που έχει επιλέξει η κυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ για να έχει «την πίττα ολάκερη και τον σκύλο χορτάτο», ας προβληματίσει όλους όσοι -από ωφελιμισμό ή αυταπάτη;- σπεύδουν να δώσουν άλλοθι στα παιδαριώδη πολιτικά παιχνίδια των κυβερνώντων που έχουν μοναδικό γνώμονα την –πάση θυσία- μακροημέρευση στην εξουσία.
Κακά τα ψέματα αυτή η συμφωνία δεν ήρθε για να επιλύσει το Μακεδονικό. Ήρθε για να επιχειρηθεί η διαβόητη αναδιάρθρωσητου πολιτικού σκηνικού, όπως ομολογείται από παράγοντες του κυβερνητικού χώρου. Ακόμη και ο ίδιος ο Τσίπρας, που είχε κάνει «παντιέρα» προ τριετίας τον όρο «αργυρώνητοι βουλευτές», τώρα επικαλείται εξασφαλισμένη πλειοψηφία υπέρ του αποτελέσματος της διαπραγμάτευσής του, χωρίς, ωστόσο, να επιζητεί την έκφρασή της.
Στην αξιωματική αντιπολίτευση αντελήφθησαν εγκαίρως τις σκοπιμότητες πίσω από τις κινήσεις των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ και ο Κυριάκος Μητσοτάκης έλαβε τα μέτρα του, ξεκαθαρίζοντας εξαρχής τη θέση του με το «Όχι»στη συμφωνία Τσίπρα - Ζάεφ. Στο Κίνημα Αλλαγής φαίνεται να αδυνατούν να αντιληφθούν ακόμη και τα προφανή. Και μάλλον θα χρειαστεί να δουν ξανά και ξανά το βίντεο με τη συνέντευξη του πρωθυπουργού στην ΕΡΤ για να αποφασίσουν τι θα κάνουν…

Πέμπτη 7 Ιουνίου 2018

Εθνικές παραχωρήσεις για ένα… πινάκιο χρέους;


            Είναι παντελώς ακατανόητη η σπουδή με την οποία ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας και οι συν αυτώ επιμένουν στις προαναγγελίες για επερχόμενη λύση στο Σκοπιανό. Κατά έναν πολύ περίεργο τρόπο η ελληνική πλευρά εμφανίζεται ως να είμαστε εμείς οι επισπεύδοντες που πρέπει να βιαστούμε να συμβιβαστούμε με τους βόρειους γείτονες για «να μη χαθεί η ευκαιρία».
            Ποια «ευκαιρία», όμως, είναι αυτή; Και από πού ως πού επειγόμαστε εμείς να μη χαθεί; Η επιχειρηματολογία που χρησιμοποιούν οι θιασώτες του δόγματος «λύση εδώ και τώρα» είναι σαθρή και μόνον με όρους πολιτικής εμμονής μπορεί να δικαιολογηθεί, αφού εκείνοι που την προωθούν προέρχονται κατά βάση από τις τάξεις όλων εκείνων που εδώ και χρόνια διατείνονταν ότι «δεν έχουμε να χάσουμε τίποτε ακόμη και αν τους αναγνωρίσουμε ως σκέτη “Μακεδονία”».
            Για όποιον δεν τρέφει αυταπάτες, κατά τα 27 χρόνια τα οποία πέρασαν από τότε που, με τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας, επανήλθε στο προσκήνιο το μείζον ζήτημα της ονομασίας που θα λάβει το κρατίδιο των Σκοπίων, απεδείχθη ότι είχαν δίκιο όλοι όσοι από την πρώτη στιγμή επέμεναν ότι η Ελλάδα δεν μπορεί και δεν πρέπει να συναινέσει στην ψευδεπίγραφη ονομασία που διεκδικούν οι γείτονες μας.
            Πως απεδείχθη; Με τις προ καιρού αποφάσεις του νυν πρωθυπουργού της ΠΓΔΜ Ζόραν Ζάεφ να αποσύρει τα αγάλματα που παρέπεμπαν στον Μεγαλέξανδρο και στην κλεψίτυπη ιστορία των αρχαίων Μακεδόνων και να αλλάξει ονόματα στο αεροδρόμιο της πρωτεύουσας του και στον αυτοκινητόδρομο που οδηγεί στα ελληνικά σύνορα.
Αν η Αθήνα, για περισσότερο από ένα τέταρτο του αιώνα, δεν είχε απαρέγκλιτα επιμείνει ότι απαραίτητη προϋπόθεση για να υπάρξει συμβιβασμός αποτελεί η αφαίρεση όλων των ανιστόρητων και αλυτρωτικών συμβόλων, είναι βέβαιο ότι οι Σκοπιανοί θα συνέχιζαν να εμφανίζονται ως αποκλειστικοί κληρονόμοι των Μακεδόνων βασιλέων, ενώ και στα κυβερνητικά κτίρια των Σκοπίων θα κυμάτιζε ακόμη η εμβληματική σημαία της Βεργίνας που κατέβηκε μετά την ενδιάμεση συμφωνία του 1995.
Οι ισχυρισμοί ότι τάχατες η χώρα μας όλα αυτά τα χρόνια «απώλεσε διπλωματικό κεφάλαιο» είναι παντελώς ανυπόστατοι. Κανένα διπλωματικό κεφάλαιο δεν απωλέσαμε ακόμη και όταν η επιμονή μας να χρησιμοποιείται διεθνώς η προσωρινή ονομασία FYROM προσέκρουε είτε σε κουτοπονηριές των γειτόνων μας είτε σε έλλειψη κατανόησης ή επίδειξη αδιαφορίας από ορισμένους (εντός ή εκτός εισαγωγικών) συμμάχους μας.
Το γεγονός ότι τα Σκόπια δεν μπήκαν στο ΝΑΤΟ το 2008, όπως διακαώς επιθυμούσαν υπερατλαντικοί παράγοντες, εξαιτίας της απειλής μας για «βέτο» δείχνει ότι η Ελλάδα διαθέτει ισχυρά διπλωματικά όπλα για να υπερασπιστεί τα ιστορικά της δίκαια. Το ίδιο ισχύει και για τον ευρωπαϊκό δρόμο των γειτόνων μας οι οποίοι πρέπει να καταλάβουν ότι η διαδρομή τους προς τις Βρυξέλλες περνάει υποχρεωτικά από την Αθήνα.
Άνευ αντικρίσματος είναι, εξάλλου, οι ισχυρισμοί ότι η μη εξεύρεση λύσης, όπως αυτής που θέλουν οι Σκοπιανοί –να τους λέμε εμείς όπως θέλουμε και αυτοί να έχουν διεθνώς άλλη ονομασία- διευκολύνει δήθεν την διείσδυση της ερντογανικής Τουρκίας στα Βαλκάνια. Αν, δηλαδή εμείς, χωρίς καμία άλλη προϋπόθεση, δεχθούμε να μπει ο προσδιορισμός «Βόρεια» (Servena), «Άνω» (Gorna) ή «Νέα» (Nova) πριν από τη λέξη «Μακεδονία» σε τί θα εμποδίσουμε την Άγκυρα να προσεγγίσει με τα Σκόπια;
Εξίσου έωλο είναι επίσης και το δήθεν επιχείρημα ότι εξαιτίας της εκκρεμότητας με το όνομα πλήττονται τα οικονομικά μας συμφέροντα επειδή δεν αναπτύσσονται οι οικονομικές σχέσεις των δύο χωρών. Οι πάμπολλες ελληνικές επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στη γείτονα, όπως και το σπίτι που έχει αποκτήσει ο πρωθυπουργός τους για να κάνει τα μπάνια του στη Χαλκιδική, συνιστούν αψευδείς μαρτυρίες ότι η εκκρεμότητα της ονομασίας δεν βλάπτει τα εθνικά συμφέροντα, όπως διατείνονται ορισμένοι.
Αλλά και αν δεχθούμε ότι στην προκειμένη περίπτωση μπλέκονται τα εθνικά με τα οικονομικά συμφέροντα, ουδείς μπορεί να αρνηθεί ότι οι οικονομικές επιπτώσεις οιουδήποτε γεγονότος είναι συνήθως πρόσκαιρες και αφορούν -στην χειρότερη περίπτωση- μια γενιά, ενώ οι εθνικές παραχωρήσεις μπορεί να αποδειχθούν αιώνιες και ανεπίστρεπτες.
Η τελευταία αυτή επισήμανση αποκτά ιδιαίτερη σημασία εξαιτίας του γεγονότος ότι η δικαιολογία η οποία παρασκηνιακά διακινείται για τη σπουδή του Μεγάρου Μαξίμου να συμβιβαστεί με τον Ζόραν Ζάεφ είναι ότι έχουν ληφθεί υποσχέσεις σύμφωνα με τις οποίες διεθνείς παράγοντες –από την Ευρώπη, αλλά και υπερατλαντικά- θα επιδείξουν μεγαλύτερη «γενναιοδωρία» στη διευθέτηση του χρέους, εάν και εφόσον εμείς «τα βρούμε» με τα Σκόπια.
Φημολογίες τέτοιου είδους, ωστόσο, είτε προέρχονται από την ίδια μήτρα που γέννησε τις ψευδαισθήσεις και τις αυταπάτες των νυν κυβερνώντων, τις οποίες βιώσαμε τόσο επώδυνα το 2015, είτε διαθέτουν ψήγματα αληθείας, δεν πρόκειται να γίνουν ανεκτές από τον ελληνικό λαό.
Είναι πασιφανές τόσο από το σύνολο των μετρήσεων της κοινής γνώμης που έχουν γίνει το τελευταίο διάστημα όσο και από τη μαζικότητα των συλλαλητηρίων που διεξήχθησαν ότι οι Έλληνες πολίτες μπορεί, εκόντες άκοντες, να ανέχτηκαν τη φτωχοποίηση που τους επεβλήθη, δεν είναι όμως διατεθειμένοι να ανεχτούν και το εθνικό ξεπούλημα για ένα… πινάκιο χρέους.
Ας το λάβουν σοβαρά υπόψη τους οι κυβερνώντες. Και φυσικά όσοι τους σιγοντάρουν.

Πέμπτη 31 Μαΐου 2018

Ο Ματαρέλα ίσως τους γλιτώσει από τα πανάκριβα δίδακτρα



            Η Ιταλία υπήρξε ανέκαθεν μια πολιτικά παράδοξη χώρα. Οι συνεχείς εναλλαγές κυβερνήσεων είναι το κύριο χαρακτηριστικό της μεταπολεμικής ιστορίας της χώρας. Όπως και το γεγονός ότι οι πολίτες της ψήφιζαν  και έστελναν στα κοινοβουλευτικά έδρανα ιδιόρρυθμες προσωπικότητες. Σαν την ουγγρικής καταγωγής πορνοστάρ Ιλόνα Στάλερ, γνωστότερη ως Τσιτσιολίνα, η οποία εξελέγη βουλευτής το 1987 με το «Ριζοσπαστικό Κόμμα» του αντισυμβατικού πολιτικού Μάρκο Πανέλα.
            Στις προηγούμενες ευρωεκλογές, τον Μάιο του 2014, στη γείτονα κατέβηκε ψηφοδέλτιο με την ονομασία «Η Άλλη Ευρώπη με τον Τσίπρα». Ναι, καλά διαβάσατε, πήρε μέρος στις κάλπες σχηματισμός που είχε στον τίτλο του το όνομα του Έλληνα νυν πρωθυπουργού και, τότε, αρχηγού, του ΣΥΡΙΖΑ ο οποίος διεκδικούσε το αξίωμα του προέδρου της Κομισιόν απέναντι στον δεξιό Ζαν Κλοντ Γιούνκερ, τον σοσιαλδημοκράτη Μάρτιν Σουλτς και την πράσινη Σκα Κέλερ.
Το «ψηφοδέλτιο Τσίπρα» πήρε σε όλη την ιταλική επικράτεια 4,03% ή 1,1 εκατομμύρια ψήφους και εξέλεξε 3 ευρωβουλευτές, καταγράφοντας 8,91% στη Φλωρεντία, 8,89% στην Μπολόνια, 6,16% στη Ρώμη, 6,57% στο Τορίνο, 6,48% στο Μιλάνο, 6,05% στο Μπάρι, 5,83% στη Βενετία, 5,67% στη Νάπολη και 5,34% στο Παλέρμο.
Στην προ τετραετίας αυτή εκλογική αναμέτρηση νικητής είχε αναδειχθεί το Δημοκρατικό Κόμμα του Ματέο Ρέντσι που με ποσοστό 40,81% είχε καταγράψει δεκαπλάσια δύναμη από τη «λίστα Τσίπρα». Το λαϊκίστικο «Κίνημα των Πέντε Αστέρων» του κωμικού Μπέπε Γκρίλο που ήταν η ανερχόμενη δύναμη είχε φθάσει στο 21,15%, ενώ η ακροδεξιά Λέγκα του Βορρά είχε περιοριστεί στο 6,15%.
Στις τελευταίες βουλευτικές εκλογές που έγιναν τον περασμένο Μάρτιο ήρθαν τα πάνω κάτω. Η Κεντροαριστερά του Ρέντσι κατέρρευσε, αφήνοντάς μας με την απορία για το που να κατέληξαν οι πάνω από ένα εκατομμύριοιταλοί… «τσιπριστές» του 2014, αφού η χώρα στράφηκε προς τα δεξιά. Νικητές από την κάλπη αναδείχθηκαν οι λαϊκιστές του Γκρίλο που έφθασαν στο 32,61% και η Λέγκα που εκτινάχθηκε στο 18,71%.
Με μόνη κοινή συνισταμένη την αντιευρωπαϊκή ατζέντα τους, οι «πεντάστεροι» λαϊκιστές και οι πάλαι ποτέ αποσχιστές του ιταλικού Βορρά αποφάσισαν να συνασπιστούν συγκροτώντας κυβέρνηση με υπουργό Οικονομικών έναν υπέργηρο εξωκοινοβουλευτικό αρνητή του κοινού ευρωπαϊκού νομίσματος. Η φαεινή τους, όμως, αυτή ιδέα προσέκρουσε στο βέτο του προέδρου της Ιταλικής Δημοκρατίας Σέρτζιο Ματαρέλα, ενός, κατά τα φαινόμενα, νουνεχή πολιτικού.
Η πρωτοβουλία του Ματαρέλαπροκάλεσε διαμαρτυρίες, αλλά ο ίδιος δεν κάμφθηκε. «Έχω την υποχρέωση, βάσει του Συντάγματος, να προστατέψω τις αποταμιεύσεις των Ιταλών», είπε σε δραματικό διάγγελμα που εκφώνησε. «Με αυτό τον τρόπο επιβεβαιώνεται η ιταλική κυριαρχία, ενώ στέλνουμε πίσω απαράδεκτες κρίσεις για τη χώρα μας που διαβάσαμε στον Τύπο άλλης ευρωπαϊκής χώρας», συμπλήρωσε.
«Έκανα ό,τι μπορούσα για να σχηματισθεί πολιτική κυβέρνηση, αλλά υπερασπίζομαι το Σύνταγμα», τόνισε απευθυνόμενος στους συμπατριώτες του. «Η συμμετοχή στο ευρώ είναι βασική για τη χώρα μας και την προοπτική των νέων μας. Αν κάποιος θέλει να το συζητήσει, χρειάζεται σαφής εμβάθυνση», συνέχισε υπερασπιζόμενος το βέτο του το οποίο, όπως διευκρίνισε, αφορούσε αποκλειστικά και μόνο τον διορισμό στο υπουργείο Οικονομικών ενός εξωκοινοβουλευτικού οικονομολόγου.
Η συμπεριφορά του ιταλού Προέδρου σχολιάστηκε ποικιλοτρόπως τόσο στην ίδια τη χώρα του, όσο και διεθνώς. Οι επικριτές του κ. Ματαρέλα επιστράτευσαν όλα τα συνωμοσιολογικά σενάρια για τη «δικτατορία των αγορών και του… Σόρος» ή την «τυραννία των Βρυξελλών και του Βερολίνου» τα οποία εμείς εδώ στη χώρα μας τα έχουμε ακούσει τόσες και τόσες φορές. Στην προκειμένη περίπτωση ήταν αστείο να ακούς όσους κατάπιαν το δημοψηφισματικό «όχι» που έγινε «ναι» να θέτουν ζήτημα «πολιτικής νομιμοποίησης» του προεδρικού βέτο και να ζητούν σεβασμό στη λαϊκή ετυμηγορία.   
Οι υπερασπιστές του, από την άλλη, αντέτειναν την «ελληνική περιπέτεια» του 2015 και το βαρύτατο τίμημα που πληρώσαμε –και ακόμη πληρώνουμε- εξαιτίας της απίθανης, δήθεν, διαπραγμάτευσης που, τάχατες, διεξήγαγε ο αλήστου μνήμης Γιάνης Βαρουφάκης, περιδιαβαίνοντας τις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες με τα παρδαλά πουκάμισα έξω από το παντελόνι.
Είναι πλέον αναμφισβήτητο γεγονός-και παραδεκτό ακόμη και από τον Αλέξη Τσίπρα, ο οποίος τον αποκαλούσε «asset» της κυβέρνησης του, πριν αντιληφθεί ότι είχε να κάνει με «ανόητο»- ότι αν κάποιος είχε βάλει φρένο στον Βαρουφάκη πριν οδηγηθούμε στο ψευδεπίγραφο δημοψήφισμα της 5ης Ιουλίου, ίσως να είχαμε γλιτώσει τα capital controls και να μη χρειαζόταν να καταβάλουμε τόσο ακριβά δίδακτρα για να μάθουμε ότι η παραμονή στο ευρώ είναι όρος επιβίωσης για τη χώρα και τον λαό.
Ο Σέρτζιο Ματαρέλα έδειξε να συνειδητοποιεί ότι το δικό μας πάθημα μπορεί να γίνει σε κάποιους μάθημα. Μένει τώρα να πειστούν και οι συμπατριώτες του ότι η πρόθεσή του είναι να τους γλιτώσει από το να πληρώσουν και εκείνοι πανάκριβα δίδακτρα όπως αυτά που καταβάλαμε εμείς. Αν το αντιληφθούν -οι ιταλοί πολιτικοί κατ΄ αρχήν και εν συνεχεία οι πολίτες- έχει καλώς. Αν όχι, τότε «με τις υγείες τους», όπως θα έλεγε και ο μεταμεληθείς –μετά την καταβολή των διδάκτρων- Αλέξης Τσίπρας.

Πέμπτη 24 Μαΐου 2018

Κολλημένοι στην εποχή του τρίκυκλου


 Οι συμπτώσεις μερικές φορές είναι σατανικές. Την ίδια ώρα που ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας ισχυριζόταν από το βήμα της Βουλής ότι «σήμερα ξημερώνει μια νέα δυνατότητα για τον τόπο, μια νέα αυγή», έβλεπε το φως της δημοσιότητας το Ευρωβαρόμετρο, η πανευρωπαϊκά εγκυρότερη μέτρηση των διαθέσεων της κοινής γνώμης στις 27 χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Στην πανευρωπαϊκή αυτή δημοσκόπηση αποτυπώνεται η σχεδόν καθολική απογοήτευση των Ελλήνων πολιτών για την κατάσταση που επικρατεί στη χώρα, από την οικονομία μέχρι τη λειτουργία της δημοκρατίας. Ενδεικτικό είναι ότι μόλις το 9% των πολιτών θεωρεί πως η Ελλάδα οδεύει στη σωστή κατεύθυνση, ποσοστό που είναι το χαμηλότερο στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ενώ μόλις το 2% των Ελλήνων πιστεύει πως η κατάσταση στην οικονομία είναι καλή, σε αντίθεση με το 91% σε Γερμανία και Ολλανδία.
Σε πείσμα όλων αυτών, ο κ. Τσίπρας κατέφευγε σε «ενέσεις ηθικού» προς τον εαυτό του και τους –μάλλον- ελάχιστους συμπολίτες μας που φαίνεται να συμμερίζονται τις υπεραισιόδοξες εκτιμήσεις του. «Όσο θα απομακρυνόμαστε από τον στενό κορσέ των προγραμμάτων προσαρμογής, τόσο πιο σαφείς θα γίνονται οι διαφορές μεταξύ της δικής σας και της δική μας πολιτικής», έλεγε απευθυνόμενος προς τα έδρανα της αντιπολίτευσης.
«Και αυτό είναι σε τελική ανάλυση που φοβάστε πάνω απ’ όλα», συνέχιζε. «Γι’ αυτό και αποσυντονίζεστε, ανατριχιάζετε, θα έλεγα, με την προοπτική εξόδου από τα μνημόνιο. Γι’ αυτό και φοβάστε τον Σεπτέμβρη του 2018 (sic!). Γι’ αυτό διαρκώς υπονομεύετε, γιατί καταλαβαίνετε πια ότι η παρένθεση όχι μόνο δεν κλείνει, αλλά μένει ανοιχτή και θα παραμείνει ανοιχτή και την επόμενη τετραετία για χάρη του ελληνικού λαού».
Και δεν σταμάτησε εκεί. «Κάθε μέρα που περνάει θα καταγράφουμε και μια νέα νίκη, νίκη υπέρ των δυνάμεων της κοινωνίας, των εργαζόμενων, των ανέργων, εκείνων δηλαδή που έδωσαν την εντολή σε εμάς και βρισκόμαστε σήμερα εδώ για να βγάλουμε τη χώρα από την κρίση έντιμα και καθαρά. Και κάθε μέρα που περνάει θα έρχεται πιο κοντά σε εσάς ο πολιτικός σας εφιάλτης. Πετυχαίνουμε εκεί που εσείς αποτύχατε και στις τρεις απόπειρες και στις τρεις κυβερνήσεις. Ανοίγουμε έναν δρόμο προοπτικής για τη χώρα. Ό,τι και να κάνετε δεν θα καταφέρετε ούτε να γυρίσετε τη χώρα πίσω ούτε να γυρίσετε εσείς πίσω. Η Ελλάδα δεν θα γυρίσει πίσω. Φεύγει μπροστά, προχωράει μπροστά, φεύγει από τα μνημόνια, μπαίνει σε μια νέα εποχή».
Αυτά είπε στην πρωτολογία του. Στη δευτερολογία του, όμως, φαίνεται ότι άλλαξε ρότα ή ενδεχομένως και λογογράφο. Διότι, αντί να συνεχίσει να μιλάει για το μέλλον, εκείνος επέστρεψε στο παρελθόν, επικαλούμενος γεγονότα και καταστάσεις που συνέβησαν αρκετά χρόνια προτού να γεννηθεί ο ίδιος. «Εγώ θέλω σήμερα με απόλυτη σαφήνεια να τοποθετηθώ και απέναντι στην ιστορία και απέναντι στην ευθύνη που έχουμε απέναντι στην ιστορία αυτού του τόπου, γιατί εκπροσωπώ μια παράταξη, η οποία έχει τραβήξει πολλά. Και ξέρετε, ο λαός μας έχει και μνήμη και συνείδηση», είπε γυρνώντας πολύ πίσω το ρολόι της Ιστορίας.
«Η Αριστερά σ’ αυτόν τον τόπο», συνέχισε, «ήταν πάντοτε στη θέση του διωκόμενου, όχι του διώκτη. Τη βία και του κράτους και του παρακράτους την έχει υποστεί για χρόνια στα ξερονήσια, στις φυλακές, αλλά και στους δρόμους. Από τον Λαμπράκη και τον Τσαρουχά μέχρι τον Κουμή και την Κανελλοπούλου και από τον Νίκο Τεμπονέρα μέχρι τον Παύλο Φύσσα».
Απευθυνόμενος δε στον αρχηγό της Νέας Δημοκρατίας, ο οποίος ήταν επίσης αγέννητος όταν έλαβαν χώρα τα γεγονότα με τα οποία ο κ. Τσίπρας παραλλήλισε την επίθεση που δέχθηκε ο δήμαρχος Θεσσαλονίκης Γιάννης Μπουτάρης, συμπλήρωσε: «Μην ανοίγετε, λοιπόν, αυτή τη συζήτηση, με αυτόν τον επιθετικό τρόπο, απέναντι σε εμάς που εκπροσωπούμε σ’ αυτά εδώ τα έδρανα μια παράταξη με πολύ μεγάλη ιστορία. Και πρέπει να μάθετε να ξεχωρίζετε τις λέξεις της πολιτικής ρητορικής, που πολλές φορές μπορεί να παίρνει και τον χαρακτήρα πολεμικής ρητορικής ακόμη, από το μαρσάρισμα του τρικύκλου, κ. Μητσοτάκη. Διότι αυτά που συνέβησαν προχθές στη Θεσσαλονίκη θυμίζουν άλλες εποχές, εποχές Γκοτζαμάνηδων, που η δημοκρατία δεν θα επιτρέψει να επιστρέψουν ποτέ».
Επιστρέφοντας εμείς, όμως, στο Ευρωβαρόμετρο βρίσκουμε ότι οι Έλληνες πολίτες καταλαμβάνουν την τελευταία θέση ανάμεσα στα 27 κράτη – μέλη στο ερώτημα της λειτουργίας της δημοκρατίας στη χώρα, καθώς μόνο το 28% εμφανίζεται ευχαριστημένο από τη λειτουργία των θεσμών στην Ελλάδα. Το υπόλοιπο ποσοστό των δυσαρεστημένων Ελλήνων από τη λειτουργία των δημοκρατικών θεσμών στη χώρα δύσκολα μπορεί να φανταστεί κανείς ότι οφείλεται στο… τρίκυκλο του Γκοτζαμάνη, το οποίο είναι αμφίβολο αν λέει κάτι στον μέσο Έλληνα πολίτη της εποχής μας.
Οι Έλληνες πολίτες θέτουν ως προτεραιότητα την οικονομία και την ανάπτυξη σε ποσοστό 81%, την καταπολέμηση της ανεργίας στους νέους σε ποσοστό 76% και το μεταναστευτικό ζήτημα σε ποσοστό 59%. Αλλά οι κυβερνώντες τη χώρα, οι οποίοι, κακά τα ψέματα, προέρχονται από μια μέχρι πρότινος μειοψηφική μερίδα της ελληνικής κοινωνίας, παραμένουν «κολλημένοι» στην εμφυλιακή και μετεμφυλιακή Ελλάδα. Γι΄ αυτό και στην εποχή των drones εκείνοι εξακολουθούν να βλέπουν τρίκυκλα που μαρσάρουν…