Συνολικές προβολές σελίδας

Πέμπτη 14 Φεβρουαρίου 2019

«Η φθήνια τρώει τον… παρά»



Αν έχει ένα αναμφίβολο προσόν η κυβέρνηση Τσίπρα είναι η ευκολία με την οποία τα στελέχη της σκαρφίζονται διάφορα –φθηνά, κατά βάση- κόλπα είτε για να δικαιολογήσουν πράγματα και καταστάσεις είτε για να εξαπατήσουν τους Έλληνες πολίτες, για τους οποίους, κρίνοντες μάλλον εξ ιδίων τα αλλότρια, δεν πρέπει να έχουν την καλύτερη άποψη σχετικά με την κριτική τους ικανότητα.
Ανάμεσα σε εκατοντάδες παραδείγματα που δείχνουν σε πόσο χαμηλό επίπεδο έχουν βάλει τον πήχη της αξιολογικής κρίσης που έχουν οι συμπατριώτες μας, δανείζομαι ένα από την τρέχουσα επικαιρότητα: «Επιστροφή φόρου τον Απρίλιο για 1.000.000 πολίτες», πανηγύριζαν αυτές τις μέρες τις ημέρες φιλοκυβερνητικά μέσα.
Όποιος έμπαινε στον κόπο να μάθει πως θα γίνει διαπίστωνε με έκπληξη ότι οι φιλοΣΥΡΙΖΑϊκοί προπαγανδιστές ερμήνευαν κατ΄ αυτόν τον τρόπο το απλούστατο μέτρο που πρόσφατα θεσπίστηκε και προβλέπει την αποστολή χωριστών φορολογικών εκκαθαριστικών στα ζευγάρια, ανεξαρτήτως να υποβάλλουν ή όχι κοινές δηλώσεις.
«Οι φορολογούμενοι που θα υποβάλουν τη φορολογική τους δήλωση έως το τέλος Μαρτίου και το αποτέλεσμα της εκκαθάρισης είναι πιστωτικό, θα δουν το ποσό της επιστροφής του φόρου στον τραπεζικό τους λογαριασμό πιθανότατα και εντός του Απριλίου», διαβάζουμε στα σχετικά προπαγανδιστικά «ρεπορτάζ». «Ρεπορτάζ» τα οποία δεν έμεναν μόνον σε αυτό, αλλά «εκλαϊκεύοντας», δήθεν την «είδηση» πληροφορούν τους αναγνώστες τους και τα εξής:
«Είναι πολύ πιθανό να εμφανιστεί για πρώτη φορά το εξής “φαινόμενο”: Η σύζυγος να εισπράττει στον τραπεζικό της λογαριασμό την επιστροφή φόρου τον Απρίλιο ή τον Μάιο και ο σύζυγος να ξεκινά να πληρώνει τον δικό του φόρο εισοδήματος από τον Ιούλιο».
Όπως ακριβώς το διαβάσατε: Ο ένας σύζυγος θα πάρει νωρίς το εκκαθαριστικό που θα προβλέπει επιστροφή φόρου και γι΄ αυτό θα πάει όλη η οικογένεια μαζί στις κάλπες Μαίου για να ψηφίσουν τον ΣΥΡΙΖΑ, αδιαφορώντας για το ότι θα είναι σε αναμονή το χρεωστικό εκκαθαριστικό του άλλου συζύγου που θα τους το στείλουν μετά τις εκλογές!


Όποιος αμφιβάλει για το ποιος ενορχηστρώνει αυτούς τους αστείους ισχυρισμούς, που δεν μπορούν να κρύψουν την χαμηλή εκτίμηση που έχουν στην κυβέρνηση για τους «υπηκόους» τους, δεν έχει παρά να ανατρέξει στα «επιχειρήματα» με τα οποία θέλησε ο ίδιος ο πρωθυπουργός να υποστηρίξει τις προτάσεις του κόμματός του για τη συνταγματική αναθεώρηση.
Δικαιώνοντας όλους όσοι υποστηρίζουν ότι στο Μαξίμου ζουν και αναπνέουν με το πώς θα δημιουργήσουν προβλήματα στην αντιπολίτευση, επειδή μόνον έτσι μπορεί να κερδίσουν τις επόμενες εκλογές, η κορυφαία κοινοβουλευτική διαδικασία μετατράπηκε σε ένα ευτελές παιχνίδι πολιτικού κουτσομπολιού για το ποιος είναι με ποιον. 
Ο Αλέξης Τσίπρας, ο πολιτικός που εργαλειοποίησε όσο κανείς άλλος στο παρελθόν τη συνταγματική διάταξη για την εκλογή Προέδρου Δημοκρατίας, προκαλώντας την πρόωρη διάλυση της Βουλής το 2014, τώρα εισηγείται να αλλάξει αυτή η ρύθμιση για να μην μπορεί να επαναλάβει κανείς αυτό το τέχνασμα, παρά μόνον ο ίδιος.
Και γνωρίζοντας ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης, ο οποίος ως βουλευτής ήταν ο μόνος από τη Νέα Δημοκρατία που το 2015 δεν έδωσε θετική ψήφο στον νυν Πρόεδρο της Δημοκρατίας Προκόπη Παυλόπουλο, προσπάθησε να σπείρει διχαστικά «δαιμόνια» στο εσωτερικό της αντιπολίτευσης.
«Η Νέα Δημοκρατία και ο κ. Μητσοτάκης δεν θα προτείνει εκ νέου τον Προκόπη Παυλόπουλο για Πρόεδρο της Δημοκρατίας, διότι δεν επιθυμεί ο σημερινός Πρόεδρος να ανανεώσει τη θητεία του», υποστήριξε από το βήμα της Βουλής ο πρωθυπουργός της Ελλάδος. «Ίσως γιατί δεν θεωρεί ότι είναι καλός Πρόεδρος είτε γιατί έχει τάξει κάπου αλλού τη στήριξή του», συμπλήρωσε καθότι στόχος του δεν ήταν μόνον η συνοχή της αξιωματικής αντιπολίτευσης, αλλά και της ελάσσονος.
Ο αρχηγός του κόμματος που… απείλησε την αντιπολίτευση ότι θα αποσύρει την πρότασή της για αναθεώρηση του άρθρου 32 που αναφέρεται στην προεδρική εκλογή, επειδή κινδυνεύει να του γυρίσει σε μπούμερανγκ, κατηγόρησε τον αντίπαλό του ότι «επιχειρεί να μετατρέψει τη διαδικασία της Συνταγματικής Αναθεώρησης σε παρωδία».
Κατηγορία, την οποία στήριξε με το γεγονός ότι ο αρχηγός της ΝΔ «μαζεύει διάφορους αξιόλογους, κατά τα άλλα, συνταγματολόγους να του ενισχύσουν την άποψη ότι δεν παίζει ρόλο τι ακριβώς ψηφίζει στην πρώτη Βουλή, ψηφίζει μόνο το άρθρο αυτό, ενώ λέει ρητά ότι διαφωνεί στην κατεύθυνση και στο περιεχόμενο, ώστε να έχει το άρθρο αυτό 180, ευελπιστώντας ότι στην επόμενη Βουλή θα έχει μαζί με το ΚΙΝΑΛ, προφανώς, 151 Βουλευτές και να το αλλάξει για να καταφέρει να εκλέξει Πρόεδρο της Δημοκρατίας, όχι τον σημερινό Πρόεδρο που εμείς προτείνουμε, αλλά κάποιον άλλον, ενδεχομένως κάποιο στέλεχος, νυν ή σε αποστρατεία, του ΚΙΝΑΛ».
«Αυτή είναι όλη η σκοπιμότητα», ισχυρίστηκε, προκαλώντας μάλλον καγχασμούς στα έδρανα της αντιπολίτευσης. Που αυξήθηκαν από όσα πρόσθεσε ο κ. Τσίπρας: «Αυτό είναι όλο το πολιτικό παιχνίδι που κρύβεται πίσω από αυτήν την ιστορία», είπε ο πρωθυπουργός. Και συμπλήρωσε: «Εμείς, λοιπόν, θα το πούμε καθαρά. Υπάρχει μεγάλη ανησυχία, αλλά εάν θέλει, μπορεί να το διαψεύσει ο κ. Μητσοτάκης. Θα πάρει τον λόγο και θα πει “όχι, εμείς θα προτείνουμε τον Παυλόπουλο”, οπότε όλη αυτή η ιστορία θα τελειώσει. Τον προκαλώ να το κάνει».
Όσοι άκουσαν κ. Τσίπρα είναι βέβαιο ότι έμειναν με την απορία για το ποιος είναι εκείνος διακατέχεται από τη «μεγάλη ανησυχία» στην οποία αναφέρθηκε. Όπως και με την περιέργεια για το ποιος μπορεί να τον έπεισε ότι δημιούργησε προβλήματα στην αντιπολίτευση με τους αστήρικτους ισχυρισμούς ότι υπάρχει προσυνεννόηση ανάμεσα στη Νέα Δημοκρατία και στο ΚΙΝΑΛ για την εκλογή Προέδρου η οποία θα γίνει σε ένα χρόνο από τώρα και αφού στο μεταξύ θα έχουν στηθεί στη χώρα νωρίτερα τρεις κάλπες: ευρωπαϊκές, αυτοδιοικητικές και βουλευτικές. 
Είναι προφανώς το δικό του… υψηλής στάθμης πολιτικό κριτήριο που τον οδήγησε σε μια τέτοια σκέψη. Το κριτήριο με το οποίο παλαιότερα μετέτρεψε το «Όχι» του δημοψηφίσματος του 2015 σε ένα ταπεινωτικό «Ναι». Το κριτήριο που τον έκανε να καταστήσει κατηγορούμενους τους πολιτικούς του αντιπάλους που του ασκούν την πιο αυστηρή κριτική. Το κριτήριο που τον έστειλε να υπογράψει τη Συνθήκη των Πρεσπών για να διασπαστεί τη ΝΔ. Το κριτήριο που τον κάνει να πιστεύει ότι θα κλέψει τις ψήφους των αφελών οικογενειών που θα λάβουν προεκλογικά τα πιστωτικά εκκαθαριστικά με τις επιστροφές φόρων και μετεκλογικά τα χρωστικά με τις πληρωμές.
Για τέτοιες περιπτώσεις ο λαός μας μια πολύ ταιριαστή παροιμία που λέει: «Η φθήνια τρώει τον παρά». Παροιμία την οποία μάλλον δεν την ξέρουν εκεί στο Μαξίμου.

Πέμπτη 7 Φεβρουαρίου 2019

Φτωχαίνουν οι λέξεις κι ο κατήφορος δεν βρίσκει πάτο!



Φαρσοκωμωδία, ιλαροτραγωδία, τραγέλαφος, τσίρκο, θέατρο σκιών, ευτελισμός, ξεπεσμός, ξεφτίλα, ξετσιπωσιά, εκτροπή, κατάπτωση. Η ελληνική γλώσσα διαθέτει μεγάλο πλούτο από ουσιαστικά τα οποία μπορεί να χρησιμοποιήσει κανείς για να χαρακτηρίσει τα πολιτικά φαινόμενα που ζούμε αυτή την περίοδο.
Μεγάλη είναι και η ποικιλία των επιθέτων που μπορεί να επιστρατευθούν για τον ίδιο σκοπό: πρωτοφανές, μοναδικό, καινοφανές, ανεπανάληπτο, ανεκδιήγητο, απερίγραπτο και αρκετά ακόμη παρόμοια τα οποία κατά βούληση μπορεί οιοσδήποτε να υιοθετήσει.
Φοβάμαι, ωστόσο, ότι όλα αυτά τα ουσιαστικά και τα επίθετα είναι, εν τέλει, πολύ φτωχά για να μπορέσουν να αποδώσουν παραστατικά τις άνευ προηγουμένου εξελίξεις που διαμορφώνονται στο πολιτικό σκηνικό. Οι λέξεις αποδεικνύονται ανεπαρκείς για να περιγράψουν την αλληλουχία των πρωτόγνωρων επεισοδίων που διαδέχεται το ένα το άλλο.
Αν για το ψέμα ισχύει ο αφορισμός του Γιόζεφ Γκέμπελς σύμφωνα με τον οποίο «όσο πιο τερατώδες είναι, τόσο πιο πιστευτό γίνεται», έτσι και σε όλα αυτά που εκτυλίσσονται στο κοινοβουλευτικό προσκήνιο και παρασκήνιο φαίνεται να ισχύει ότι, όσο πιο υπερβολικό είναι αυτό που θα πουν ή θα κάνουν οι κυβερνώντες, τόσο μειώνονται τα ανακλαστικά αντίδρασης της αντιπολίτευσης αλλά και ευρύτερα της κοινωνίας.
Το άρθρο 60 του ισχύοντος Συντάγματος ορίζει ρητώς και κατηγορηματικώς ότι «οι βουλευτές έχουν απεριόριστο το δικαίωμα της γνώμης και ψήφου κατά συνείδηση». Είναι μια εν πολλοίς αυτονόητη πρόνοια, η οποία –η αλήθεια είναι ότι- έχει πολλές φορές κακοποιηθεί, αλλά ποτέ στο παρελθόν δεν γνώρισε τόσο κραυγαλέα και απροσχημάτιστη καταστρατήγηση.
Αναφέρομαι, προφανώς, στο γεγονός ότι έξι από τα μέλη της Βουλής των Ελλήνων, που θεωρητικώς δεν τους ενώνει τίποτε σε ιδεολογικό και πολιτικό επίπεδο, αφού έχουν εκλεγεί με τέσσερα διαφορετικά κόμματα, συντονίστηκαν και ανενδοίαστα υπέγραψαν παρόμοιες επιστολές με τις οποίες δηλώνουν απερίφραστα ότι η ψήφος τους πρέπει να προσμετράται στην κυβερνητική πλειοψηφία, χωρίς καν να ερωτώνται αν συμφωνούν με τις νομοθετικές πρωτοβουλίες.
Ο πρόεδρος του ελληνικού Κοινοβουλίου, θεματοφύλακας, κατά τα άλλα, του θεσμού της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας, τον οποίο ορκίστηκε να υπηρετεί, όχι μόνον αποδέχθηκε τις επιστολές των  έξι βουλευτών, αλλά τις χρησιμοποίησε και ως «επιχείρημα» για να υποστηρίξει ότι από κοινοβουλευτική σκοπιά «ναι, μπορούμε να πάμε Οκτώβριο σε εκλογές».
Δεν τον προβλημάτισε τον κ. Νίκο Βούτση η κατάφωρη παραβίαση του Συντάγματος, ίσως γιατί και ο ίδιος, με την ιδιότητα του βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ, υπέγραψε, όπως και όλοι οι ομοϊδεάτες συνάδελφοι του, δήλωση με την οποία «δεσμεύονται ότι η έδρα που καταλαμβάνουν ανήκει στο κόμμα και όχι στους/στις ίδιους/ες».
Δεν φάνηκε, μάλιστα, ούτε καν να τον απασχόλησε το πλέον απίστευτο που είναι ότι δύο από τους έξι επιστολογράφους βουλευτές ανήκουν σε κοινοβουλευτική ομάδα, τους ΑΝΕΛ, που –καλώς ή κακώς- δεν είναι πλέον στη συμπολίτευση, αλλά έχει περάσει στην αντιπολίτευση.
Έχει γίνει πολλές φορές στο παρελθόν λόγος για την έκπτωση των πολιτικών και κοινοβουλευτικών ηθών. Εκείνοι, μάλιστα, που χρησιμοποιούσαν τους πλέον αυστηρούς τόνους για να ασκήσουν κριτική στους παρεκτρεπόμενους, συμβαίνει να είναι όσοι σήμερα όχι μόνον σφυρίζουν αδιάφορα για μείζονος σημασίας φαινόμενα πολιτικής έκπτωσης, αλλά βρίσκουν και δικαιολογίες.
Το πιο αστείο, όμως, και συνάμα εξοργιστικό είναι ότι την ίδια ώρα παριστάνουν τους «προοδευτικούς» και τους «σοσιαλδημοκράτες», δατεινόμενοι ότι οδηγούν τη χώρα στην ευρωπαϊκή κανονικότητα, και ξορκίζουν, υποτίθεται, την αβεβαιότητα για την οποία πληρώνει βαρύ τίμημα η ελληνική οικονομία, όπως έδειξε το υψηλότατο επιτόκιο με το οποίο πρόσφατα δανείστηκε η χώρα.
Μεμονωμένοι βουλευτές με τα χαρακτηριστικά του Παπαχριστόπουλου, της Μεγαλοοικονόμου, του Ζουράρη, αλλά και του Δανέλλη, ενδεχομένως και του Αμυρά ή του Ψαριανού, θήτευσαν και σε προηγούμενες κοινοβουλευτικές περιόδους. Και είναι αλήθεια ότι αρκετές φορές παλαιότερα έχει ακουστεί ο αφορισμός ότι «αυτή η Βουλή είναι χειρότερη από όλες τις προηγούμενες».
Ο υποφαινόμενος είχε υποστηρίξει από αυτή εδώ τη στήλη κάτι αντίστοιχο, όταν στο τέλος του 2014 διαλύθηκε με τα γνωστά τερτίπια του ΣΥΡΙΖΑ στην προεδρική εκλογή η Βουλή που είχε σχηματιστεί μετά τη δίδυμη εκλογική αναμέτρηση του 2012. Ποιος ξεχνάει τον μεταμεληθέντα χρυσαυγίτη Στάθη Μπούκουρα που έκλαιγε μετανοιωμένος στο βήμα της Βουλής; Ή τον ηθοποιό Παύλο Χαϊκάλη και την «απόπειρα εξαγοράς του» για να ψηφίσει Σταύρο Δήμα; 
Ποτέ, ωστόσο, στο παρελθόν δεν έχει υπάρξει τέτοιος… συνωστισμός προσώπων που δεν σέβονται ούτε τον θεσμό που υπηρετούν, ούτε τους ψηφοφόρους που τους εξέλεξαν, ούτε καν τους ίδιους τους εαυτούς τους, αθετώντας προκλητικά τις δεσμεύσεις που είχαν αναλάβει.
Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, ότι από την τρέχουσα κοινοβουλευτική σύνθεση, η οποία προέκυψε από εκλογές χωρίς σταυρό και στη διάρκεια της είχαμε μεγάλες μεταστροφές, με πλειάδα προσώπων τα οποία «άλλαξαν φανέλα», δεν υπάρχει ούτε ένας βουλευτής που να παρέδωσε την έδρα του όταν διαφώνησε ή πέρασε σε άλλο στρατόπεδο.
Ποιο είναι το συμπέρασμα από όλα αυτά; Ότι ο κατήφορος στον οποίο έχει μπει η πολιτική ζωή της χώρας δεν έχει βρει ακόμη τον πάτο του. Γι΄ αυτό και είναι δύσκολο να βρει κανείς σε μια τόσο πλούσια γλώσσα, όπως είναι η ελληνική, τις κατάλληλες λέξεις για να αποτυπώσει όλα όσα ζούμε. Και τα χειρότερα που, ίσως, μας περιμένουν ακόμη.

Πέμπτη 31 Ιανουαρίου 2019

Θα μας πει κάποιος τι έγινε με τους λογαριασμούς του Σημίτη;



            Δεν περνάει μέρα που ένας από τους βραχίονες του πολυπλόκαμου προπαγανδιστικού μηχανισμού, τον οποίο έχει στήσει το Μέγαρο Μαξίμου, να μην προαναγγέλλει επερχόμενες διώξεις σε βάρος πολιτικών αντιπάλων της κυβέρνησης.
Δεν έχει καμία σημασία ποιος έκανε τι.  Όποιος ασκεί κριτική στην κυβέρνηση είναι εν δυνάμει κατηγορούμενος, είτε έχει διαπράξει κάποιο «έγκλημα», είτε όχι. Ενώ, αντιθέτως, όποιος δίνει γη και ύδωρ στην ΣΥΡΙΖΑϊκή εξουσία, παραδίδεται άσπιλος και αμόλυντος στην κοινωνία, ανεξάρτητα από το αν βαρύνεται με πολύ σοβαρότερες καταγγελίες από εκείνες για τις οποίες άλλοι εγκαλούνται.
Η προκλητική, για παράδειγμα, εξαίρεση των νυν υπουργών Μαριλίζας Ξενογιαννακοπούλου και Έλενας Κουντουρά από τα πρόσωπα που ελέγχθηκαν ή απλώς στοχοποιήθηκαν για –άλλοτε υπαρκτά και άλλοτε ανύπαρκτα- σκάνδαλα στον χώρο της Υγείας είναι από μόνη της ένα τεράστιο σκάνδαλο, αφού ο διαχωρισμός γίνεται με μόνο κριτήριο την διάθεση για παροχή υπηρεσιών προς την κυβέρνηση.
Το ίδιο περίπου είχε γίνει και με τη διαβόητη Εξεταστική Επιτροπή της Βουλής για τα δάνεια των κομμάτων και των μέσων ενημέρωσης. Καταχρεωμένοι εκδότες, οι οποίοι χρωστούν υπέρογκα ποσά -σε κράτος, τράπεζες και ιδιώτες- δεν εκλήθησαν ποτέ για εξέταση. Αντιθέτως, άλλοι που εξυπηρετούσαν –έστω και με δυσκολίες- τις υποχρεώσεις τους, εκλήθησαν μόνον και μόνον για να στοχοποιηθούν επειδή δεν υποτάσσονταν στις βουλήσεις των κυβερνώντων.
Το ότι δεν προέκυψε από αυτές τις Επιτροπές απολύτως τίποτε το ουσιώδες και το ποινικά αξιοποιήσιμο είναι μια άβολη αλήθεια που δεν πρόκειται ποτέ να παραδεχθούν. Το φιάσκο, ωστόσο, στο οποίο οδηγούνται η μια μετά την άλλη οι κακοστημένες δήθεν καθαρτήριες οπερέτες δεν φαίνεται να βάζει μυαλό στους σκευωρούς του Μαξίμου.      
Τη μια το ΚΕΕΛΠΝΟ, την άλλη η Novartis και ό,τι άλλο σκαρφίζονται οι «Ρασπούτιν» που ενορχηστρώνουν όλη αυτή τη σκανδαλοθηρία, σχεδόν σε καθημερινή βάση αναμοχλεύονται οι ίδιες και οι ίδιες ιστορίες που γράφονται και ξαναγράφονται σε μια απέλπιδα προσπάθεια να βρουν έρεισμα πειστικότητας στην κοινή γνώμη.
Ας μην κρυβόμαστε πίσω από το δάκτυλό μας, σε καμία από τις υποθέσεις αυτές, δεν έχει τον πρώτο λόγο η Δικαιοσύνη. Από τα ενδότερα του πρωθυπουργικού γραφείου και με απροκάλυπτο, σε πολλές περιπτώσεις, τρόπο, το πρόσταγμα για την κίνηση των πραγμάτων το έχουν κυβερνητικοί αξιωματούχοι και παρακρατικοί μηχανισμοί που έχουν τεθεί στην υπηρεσία τους, αναλαμβάνοντας τη διάχυση των πιο φαντασιακών σεναρίων που μπορεί να κατασκευάσει ανθρώπινος νους.
Από τις… τροχήλατες βαλίτσες με τις οποίες –ποιος μπορεί να το σκέφθηκε;- διακινούνταν οι μίζες, έως τις μυστικές κρύπτες με στοιχεία που εντοπίζονται στα πιο απίθανα μέρη, είναι απίστευτα τα όσα λέγονται και γράφονται, πριν αποδειχθεί ότι δεν ήταν παρά «άνθρακες ο θησαυρός».
(Εδώ ας μου επιτραπεί μια παρένθεση για να επισημάνω την… ατυχία μας από τη σύντομη κατάρρευση του σεναρίου για την εύρεση κρύπτης στο ΚΕΕΛΠΝΟ, που άγνωστο ποιος από τους… Πολλάκηδες της κυβέρνησης σκαρφίστηκε. Η «ατυχία» μας έγκειται στο ότι, όταν… ανακαλύφθηκε, ειδικές μονάδες της ΕΛΑΣ είχαν ζώσει μέρα και νύκτα το οικοδομικό τετράγωνο στο οποίο στεγάζεται, εκτός από το ΚΕΕΛΠΝΟ, και το «Πρώτο Θέμα». Τέτοια ασφάλεια στην περιοχή μας δεν είχαμε ποτέ άλλοτε. Και είναι… κρίμα που κράτησε τόσο λίγο…).
Δεν μπορεί παρά να επισημάνει κανείς ότι, με εξαίρεση την υπόθεση Παπαντωνίου, που είναι ακόμη στη φάση της δικαστικής διερεύνησης και η οποία είχε αρχίσει να ερευνάται πολλά χρόνια πριν, καμία άλλη υπόθεση –από τη λίστα Λαγκάρντ που παραγράφηκε έως ό,τι άλλο είχε καταγγελθεί στο παρελθόν ως μέγα σκάνδαλο- δεν έχει αρχίσει και τελειώσει μέσα στην ΣΥΡΙΖΑϊκή τετραετία. Μην ξεχνούμε, άλλωστε, ότι η τύχη του πρώτου υπουργού Διαφθοράς  ο οποίος διορίστηκε από την κυβέρνηση που θα… κατέλυε τη διαπλοκή, αγνοείται…           
Έχουν παρέλθει δέκα μήνες αφότου σε διθυραμβικούς τόνους ανακοινώνονταν στο… φιλοθεάμον κοινό ότι ανοίγουν οι τραπεζικοί λογαριασμοί του Σαμαρά, του Γεωργιάδη, του Στουρνάρα, του Βενιζέλου, του Λοβέρδου, του Αβραμόπουλου και των υπόλοιπων πολιτικών που ενεπλάκησαν στο σκάνδαλο Novartis. «Θα ερευνήσουν παράλληλα και τις περιουσίες των συζύγων και των ανήλικων παιδιών τους. Πρόκειται συνολικά, μαζί με τους δέκα πολιτικούς, για 38 πρόσωπα», διαβάζουμε στον φιλοκυβερνητικό Τύπο του περασμένου Απριλίου.
«Την έρευνα σε όλες τις καταθέσεις, στους τραπεζικούς λογαριασμούς, σε τυχόν θυρίδες καθώς και σε τυχόν άυλα περιουσιακά στοιχεία, όπως μετοχές κλπ, ζήτησε με έγγραφο της η εισαγγελέας κατά της διαφθοράς, Ελένη Τουλουπάκη», προστίθεται στα ίδια δημοσιεύματα. Έκτοτε, όμως, ούτε φωνή ούτε ακρόαση για το αν βρέθηκε ο,τιδήποτε επιλήψιμο στους λογαριασμούς που ερευνήθηκαν. Μόνον φήμες για «διώξεις που ασκούνται οσονούπω με στοιχεία που θα στείλει το FBI από δικούς του προστατευόμενους μάρτυρες».
Επειδή, όμως, φαίνεται ότι οι εχθροί της κυβέρνησης δεν περιορίζονται στη δεκάδα των πολιτικών που κατηγορήθηκαν για τη Novartis, με τους γνωστούς αστείους ισχυρισμούς των κουκουλοφόρων, που εμφανίστηκαν ως δήθεν προστατευόμενοι μάρτυρες, στο κάδρο έπρεπε να μπουν και άλλοι. Το είδαμε παλαιότερα με τον Γκίκα Χαρδούβελη και πιο πρόσφατα με τον πρώην πρωθυπουργό Κώστα Σημίτη.
Πέρασαν δυόμισι μήνες αφότου με οκτάστηλους τίτλους σε εφημερίδες και σάιτ η κοινή γνώμη πληροφορήθηκε ότι διατάχθηκε άνοιγμα των λογαριασμών του πρώην πρωθυπουργού Κώστα Σημίτη, μελών της οικογένειας του και στελεχών των κυβερνήσεων του, όπως ο Μιχάλης Χρυσοχοΐδης και ο Βαγγέλης Μαλέσιος.
Με μόνη μια ασαφή και παμπάλαια κατάθεση ενός -φυγόδικου από τη χώρα του- Γάλλου, ο οποίος είχε ισχυριστεί ότι η εταιρία του έχασε τη «δουλειά» με το σύστημα ασφαλείας των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004 επειδή οι ανταγωνιστές του –προσέξτε, όχι η εταιρία του- πλήρωσαν υψηλά ιστάμενους κυβερνητικούς αξιωματούχους, εκτίθενται άνθρωποι με συνεχή δημοσιεύματα που είναι διοχετευμένα από συγκεκριμένα κέντρα τα οποία θέλουν πεισματικά να απαξιώσουν την πρωθυπουργική θητεία του Κώστα Σημίτη. Κέντρα τα οποία, όλως τυχαίως, «εκβίαζαν» τη θετική του στάση στη Συμφωνία των Πρεσπών…
Τις προηγούμενες ημέρες, ο πρώην υφυπουργός Βαγγέλης Μαλέσιος ζήτησε δημοσίως από τους ιθύνοντες της Αρχής για το Ξέπλυμα Χρήματος να δώσουν στη δημοσιότητα τα αποτελέσματα της έρευνας που διενήργησαν στους λογαριασμούς του. Φωνή βοώντος εν τη ερήμω, ωστόσο. Δεν φάνηκε να συγκινείται κανείς από το διάβημά του, στο οποίο υπογράμμιζε ότι η γνωστοποίηση του πορίσματος σχετίζεται με την προστασία της ηθικής του υπόστασης και της προσωπικής και οικογενειακής υπόληψης και αξιοπρέπειας του.
Μπορεί, αλήθεια, να κλείσει έτσι αυτή η υπόθεση; Να μπει, δηλαδή, σιωπηρά στο αρχείο και να μη μάθουμε ποτέ ούτε αν βρέθηκε κάτι το επιλήψιμο στους λογαριασμούς του Κώστα Σημίτη, ούτε ποιος και γιατί τον στοχοποίησε;

Πέμπτη 24 Ιανουαρίου 2019

«To φυλάξαι τ’ αγαθά χαλεπώτερον του κτήσασθαι»


            Ο Σταύρος Θεοδωράκης, ο Πάνος Καμμένος και ο Βασίλης Λεβέντης ανήκουν στις γενιές οι οποίες διδαχθήκαμε αρχαία ελληνικά. Και σίγουρα ένα από κείμενα που, έστω και ακροθιγώς, θα τους έχουν διδάξει οι δάσκαλοί τους πρέπει να ήταν οι «Ολυνθιακοί Λόγοι» του Δημοσθένη, ο πρώτος από τους οποίους περιλαμβάνει ένα από τα πλέον εύγλωττα αποφθέγματα: τη διαχρονική και αιώνια επίκαιρη ρήση, σύμφωνα με την οποία «τo φυλάξαι τ’ αγαθά χαλεπώτερον του κτήσασθαι».
            Ο διασημότερος ρήτορας της αρχαίας ελληνικής πραγματικότητας, προσπαθώντας να παροτρύνει τους συμπολίτες του Αθηναίους να αντισταθούν στις επεκτατικές διαθέσεις του βασιλιά της Μακεδονίας Φιλίππου, επικαλείται την επιθυμία των ανθρώπων να είναι ελεύθεροι, παρά δούλοι, επισημαίνοντας (σε απόδοση στη νέα ελληνική) τα εξής:
«Και μα τον Δία, αυτό δεν είναι καθόλου απίθανο· γιατί για τους ανοήτους η παρ αξίαν ευτυχία γίνεται αφορμή να μη σκέφτονται σωστά· γι αυτό, πολλές φορές συμβαίνει να είναι δυσκολότερη η διατήρηση των αγαθών παρά η απόκτησή τους».
            Αναφέρεται, δηλαδή, ο Δημοσθένης σε εκείνους που γεύονται την «παρ΄ αξίαν ευτυχία» με αποτέλεσμα «να μη σκέφτονται σωστά». Και, επαναπαυόμενοι σε αυτά που έχουν, αδυνατούν να αντιληφθούν ότι «η διατήρηση των αγαθών είναι δυσκολότερη από την απόκτησή τους».
Πρόκειται, αναμφισβήτητα, για μια συμπυκνωμένη σκέψη η οποία τυγχάνει γενικής εφαρμογής: από τον πλούτο σε γνώσεις, που, αν δεν καλλιεργούνται, χάνονται έως τον πλούτο σε υλικά αγαθά που μπορεί να σπαταληθούν ή να εξανεμιστούν με πολύ μεγαλύτερη ευκολία από εκείνη που κατέβαλλε κάποιος για να τα συσσωρεύσει.
Το ίδιο, προφανώς, ισχύει και για τα πολιτικά κέρδη. Η ίδρυση ενός νέου πολιτικού φορέα, ιδίως στις εποχές της μεγάλης κρίσης που ξεκίνησε μετά το 2009, ήταν, σε σχέση τουλάχιστον με το παρελθόν, μια εύκολη διαδικασία.
Η χρεοκοπία της χώρας στα χέρια των παραδοσιακών δυνάμεων, έφθειρε τις δύο μεγάλες παρατάξεις και μια σημαντική μερίδα συμπολιτών μας, αλαφιασμένοι από το ότι αισθάνθηκαν ότι τους έπεσε ο ουρανός στο κεφάλι, ένοιωσαν την ανάγκη να τιμωρήσουν σκληρά τα παλαιά κόμματα.
Στράφηκαν, γι΄ αυτό σε νέους σχηματισμούς, αδιαφορώντας πολλές φορές για την πραγματικότητα που βοούσε ότι ένας ικανός αριθμός από όσους εμφανίζονταν ως νέοι δεν ήταν ούτε άσπιλοι ούτε  αμόλυντοι.
Πολύ περισσότερο που σε ορισμένες περιπτώσεις το νέο δεν ήταν παρά απλή μεταμόρφωση του παλαιού και το μόνο που το διαφοροποιούσε από τους υπολοίπους ήταν ότι όσοι το απάρτιζαν λειτούργησαν σαν τους ποντικούς που εγκαταλείπουν πρώτοι το σκάφος που ναυαγεί και κινδυνεύει να βουλιάξει.
Εξαιρώντας τη Χρυσή Αυγή που αποτελεί μια ξεχωριστή ιδιαιτερότητα που ξεπήδησε μέσα από την κρίση και χρήζει μεγάλης ανάλυσης, αξίζει να ρίξουμε μια ματιά στις επιδόσεις ορισμένων από τα νεοσύστατα κόμματα που ιδρύθηκαν τον καιρό της χρεοκοπίας.
Στις εκλογές του 2012, οι Ανεξάρτητοι Έλληνες του Πάνου Καμμένου συγκέντρωσαν το εντυπωσιακό 10,31% και εξέλεξαν 33 βουλευτές. Επτά χρόνια μετά και αφού ο αρχηγός και τα στελέχη τους απόλαυσαν τους καρπούς της κυβερνητικής εξουσίας με πάθος που οι προηγούμενοι δεν είχαν επιδείξει, οι ΑΝ.ΕΛ. βολοδέρνουν και ο ηγέτης τους, εκτός κυβέρνησης πια, προσπαθεί να επιβιώσει επιδιδόμενος σε βαρύτατες καταγγελίες εναντίον όσων συμπορεύθηκε όλα αυτά τα χρόνια.
Με ένα κόμμα που είχε ιδρύσει μόλις τρεις μήνες νωρίτερα, ο Σταύρος Θεοδωράκης απέσπασε στις ευρωεκλογές του Μαΐου του 2014 ποσοστό 6,61%, εκλέγοντας δύο ευρωβουλευτές. Στις βουλευτικές κάλπες του Ιανουαρίου του 2015 το Ποτάμι, που δεν είχε κλείσει καλά καλά τον πρώτο χρόνο από την ίδρυσή του, διατήρησε περίπου το ίδιο ποσοστό και εκλέγοντας 17 βουλευτές άφησε πίσω του κόμματα, όπως το ΚΚΕ, οι ΑΝ.ΕΛ. και το ΠΑΣΟΚ του Ευάγγελου Βενιζέλου.
Ο Βασίλης Λεβέντης συμμετείχε για περίπου 35 χρόνια σε όλες τις εκλογικές αναμετρήσεις. Όποτε στηνόταν κάλπη, είτε για τη Βουλή, είτε για την Ευρωβουλή, ακόμη και για την Αυτοδιοίκηση, εκείνος έθετε υποψηφιότητα. Και πάντοτε αποτύγχανε παταγωδώς. Ώσπου, τον Σεπτέμβριο του 2015, του άνοιξε η τύχη και η Ένωση Κεντρώων με 3,69% μπήκε στη Βουλή με εννιά βουλευτές.
Οι τρεις τους, δηλαδή ο Πάνος Καμμένος, ο Σταύρος Θεοδωράκης και ο Βασίλης Λεβέντης, φλέρταραν με τη συμμετοχή στη δεύτερη κυβέρνηση που σχημάτισε ο Αλέξης Τσίπρας. Ο τελευταίος επέλεξε τον Πάνο Καμμένο, ο οποίος ταυτίστηκε μαζί του. Αλλά και οι άλλοι δύο δεν απογοητεύτηκαν από την χυλόπιτα που έφαγαν.
Συνέχισαν το φλερτ με την εξουσία, αδιαφορώντας για τις φυγόκεντρες τάσεις στα κόμματά τους. Δυσκολεύονταν –από αλαζονεία ή απειρία;- να αντιληφθούν ότι αφού εκείνοι παζάρευαν με τον Αλέξη Τσίπρα, γιατί να μην κάνουν το ίδιο και τα στελέχη τους; Άλλωστε, για να θυμηθούμε και τον Δημοσθένη, δεν ήταν μόνον εκείνοι που είχαν αποκτήσει την «παρ΄ αξίαν ευτυχία», το ίδιο ίσχυε και για τους συνεργάτες τους.
Ο Αλέξης Τσίπρας που δεν χρειάζονταν πλέον τους αρχηγούς των ΑΝΕΛ, του Ποταμιού και της Ένωσης Κεντρώων, έκανε απευθείας επαφές με την Κουντουρά και τον Κόκκαλη, τη Μεγαλοοικονόμου και τον Παπαχριστόπουλο, τον Δανέλλη και τον Σαρίδη.
Κάπως, έτσι, ο… πλούτος που είχαν αποκτήσει ο Καμμένος, ο Θεοδωράκης και ο Λεβέντης εξανεμίστηκε. Και ο βασικός λόγος γι΄ αυτό είναι ότι δεν είχαν λάβει υπόψη τους τη Δημοσθένεια διδαχή για το πόσο δυσκολότερη από την απόκτηση είναι η διατήρηση των αγαθών.
Υ.Γ.: Ακόμη πιο κραυγαλέο παράδειγμα πολιτικού… νεοπλουτισμού αποτελεί η περίπτωση του Αλέξη Τσίπρα. Μέχρι τώρα, ωστόσο, ο αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ έδειξε ότι μάχεται σκληρά για την διατήρηση των κερδών του. Το αν και πόσα από αυτά θα καταφέρει να διαφυλάξει θα αρχίσουμε να το μαθαίνουμε από αύριο που θα έχει εκπληρώσει και την τελευταία μεγάλη υποχρέωση που έχει αναλάβει έναντι του ξένου παράγοντα και είναι, φυσικά, η υπερψήφιση της Συμφωνίας των Πρεσπών.

Πέμπτη 17 Ιανουαρίου 2019

Ο σουρεαλισμός του «άλλα κάνω κι άλλα λέω»



            «Προγραμματισμένη εκπαιδευτική αποστολή», έσπευσε να χαρακτηρίσει το υπουργείο Άμυνας τις υπερπτήσεις πολεμικών αεροσκαφών πάνω από το «Πεντάγωνο» στη διάρκεια της τελετής παράδοσης του υπουργικού χαρτοφυλακίου από τον Πάνο Καμμένο στον Ευάγγελο Αποστολάκη.
            Με τον τρόπο αυτό αποφεύχθηκε και η υπερρεαλιστική απορία «Στρατηγέ τι ζητούσες στη Λάρισα συ ένας Υδραίος;» την οποία μπορεί να είχε κανείς, ενθυμούμενος τον εμβληματικό στίχο του Νίκου Εγγονόπουλου από το ποίημα «Μπολιβάρ».
            Διότι αν θεωρήσουμε την ανακοίνωση ως δείγμα γραφής για το πως σκοπεύει να πολιτευθεί ο μέχρι πρότινος αρχηγός του ΓΕΕΘΑ, φαίνεται ότι η επιλογή του –είτε έγινε από τον Αλέξη Τσίπρα είτε από τον Πάνο Καμμένο ή κατόπιν συνεννόησης των δυο τους- δεν ήταν διόλου τυχαία. Η συμπεριφορά του μοιάζει να «ταιριάζει γάντι» με την κυβέρνηση στην οποία δέχθηκε να συμμετάσχει. 
            Ο νέος υπουργός θα πρέπει να ήταν… αυθεντικός ΣΥΡΙΖΑίος –ή να προέρχεται από το «υβρίδιο» των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛιτών - πολύ πριν βγάλει τη στολή του ναυάρχου για να φορέσει το κοστούμι του πολιτικού. Δεν εξηγείται αλλιώς ότι άρχισε την κυβερνητική θητεία του, παίρνοντας, κατ΄ αρχάς, μια τέτοια απόφαση και επιτρέποντας, εν συνεχεία, να δικαιολογηθεί με τόσο προκλητική προσβολή του κοινού νου.
            Άλλωστε, τέσσερα χρόνια τώρα ζούμε μέσα σε μια ζοφερή πολιτική κατάσταση, σε μια πραγματική φαρσοκωμωδία, οι πρωταγωνιστές της οποίας δεν εννοούν σχεδόν τίποτε από όσα λένε. Τι να θυμηθεί κανείς και τι να ξεχάσει;
Μιλούν για «προοδευτικά μέτωπα» αλλά δεν έχουν κανένα πρόβλημα να μοιράζονται υπουργικά χαρτοφυλάκια με εγνωσμένους δεξιούς παλαιάς κοπής. Δηλώνουν, από τη μια, ανακουφισμένοι για το (εικονικό, κατά τα φαινόμενα) διαζύγιο που πήραν από τους ΑΝΕΛ, ενώ, από την άλλη, ο ίδιος ο  Αλέξης Τσίπρας χαρακτηρίζει «αναντικατάστατο» τον Πάνο Καμμένο.
Κατακεραυνώνουν τον λαϊκισμό οι άνθρωποι που έχουν υιοθετήσει κάθε αστειότητα για «κατάργηση των Μνημονίων με ένα νόμο», ισχυριζόμενοι, μάλιστα, ότι μόλις θα το έκαναν οι ξένοι θα παρακαλούσαν να μας δανείσουν. Κατηγορούν το «παλαιό πολιτικό σύστημα» και επιστρατεύουν κάθε απολειφάδι που αυτό αφήνει πίσω του. Υιοθετούν τις πιο αντισυνταγματικές και αντιθεσμικές πρωτοβουλίες, τέτοιες που ουδείς στο παρελθόν είχε διανοηθεί να αναλάβει.
Υποστηρίζουν ότι λειτούργησε ως καταλύτης για την αναδιάταξη του πολιτικού σκηνικού η συμφωνία των Πρεσπών, μόνον, όμως, που η πλειονότητα των πάλαι ποτέ «Μακεδονομάχων» από το κόμμα του Πάνου Καμμένου άλλαξαν θέση επειδή διατήρησαν τους υπουργικούς θώκους.   
Στηλιτεύουν, υποτίθεται, τις αποστασίες του ανώμαλου πολιτικού παρελθόντος, την ίδια ώρα που εκμαυλίζουν βουλευτές πάσης προελεύσεως για να γαντζωθούν με… νύχια και με δόντια στις καρέκλες της εξουσίας. Κάνουν, υποτίθεται, αγώνα κατά της Ακροδεξιάς, αλλά δεν… βρίσκουν αίθουσα για να ολοκληρωθεί η δίκη της Χρυσής Αυγής που θα σπάσει όλα τα ρεκόρ βραδυπορίας.
Ομνύουν όρκους πίστης στο όνομα της κάθαρσης, χωρίς να διστάζουν να στήνουν απροκάλυπτες σκευωρίες κατά των πολιτικών τους αντιπάλων. Και όταν οι δικαστές δεν τους κάνουν τα χατίρια, αναλαμβάνουν να τους επαναφέρουν στην τάξη τραμπούκοι υπουργοί και εκλεκτά μέλη του «δημοσιογραφικού» υπόκοσμου που έχουν αναλάβει ρόλους «Ηρακλέων του Στέμματος».
Εμφανίζονται ως διαπρύσιοι πολέμιοι των επιχειρηματικών συμφερόντων, αλλά συναλλάσσονται με μηντιάρχες και ολιγάρχες, χαρίζοντας πρόστιμα και δίνοντας συγχωροχάρτια με αντάλλαγμα υποταγή και προπαγανδιστική υποστήριξη.
Παριστάνουν τους πατριώτες και έχουν αποδειχθεί στην πράξη οι πιο εθελόδουλοι πολιτικοί που λειτουργούν ως delivery boys των επιθυμιών του Αμερικανού πρεσβευτή και των Ευρωπαίων αξιωματούχων. Δέχθηκαν ταπεινωτικούς όρους, όπως η εκχώρηση της δημόσιας περιουσίας, στο ελεγχόμενο από τους ξένους Υπερταμείο, που καμία άλλη κυβέρνηση δεν είχε τολμήσει νωρίτερα.                    
            Ισχυρίζονται ότι μας έβγαλαν από τα Μνημόνια, αλλά από τον περασμένο Αύγουστο ως τώρα δεν μπορούν να αυξήσουν ούτε τον κατώτατο μισθό, κάτι που θα έπρεπε να είχε γίνει πριν από πολύ καιρό. Λένε και ξαναλένε ότι προσεχώς θα… συνωστίζονται στα σύνορα οι επενδυτές και μέχρι στιγμής ούτε οι… Σύριοι πρόσφυγες που ήθελε να προσελκύσει ο Δημήτρης Μάρδας δεν μας εμπιστεύονται τα λεφτά τους.
Καμώνονται τους ευαίσθητους αριστερούς και αποστρέφουν το βλέμμα τους από την αθλιότητα των προσφυγικών καταυλισμών, κάνοντας τα στραβά μάτια και στο φαγοπότι που έχει στηθεί με τα κονδύλια. Δηλώνουν υπερασπιστές των οικονομικά αδύναμων, αλλά έκοψαν ακόμη και το ΕΚΑΣ. Ενώ όλως τυχαίως έχουν κόψει κάθε επαφή με τις ηγεσίες της ΓΣΕΕ και της ΑΔΕΔΥ και έχουν παρτίδες μόνον με φίλα προσκείμενους προς την κυβέρνηση ανθρώπους του επιχειρηματικού κόσμου. Απολαμβάνουν με κάθε θεμιτό και αθέμιτο μέσο τη χλιδή από τα αξιώματα τους και είναι διατεθειμένοι να εξαντλήσουν όλα τα περιθώρια παραμονής σε αυτά.
Διυλίζουν τον κώνωπα κάθε φορά που δέχεται κριτική κάποιος δικός τους –«πογκρόμ» είδε ο Αλέξης Τσίπρας στη στοχοποίηση των κυβερνητικών βουλευτών που θα ψηφίσουν τη Συμφωνία των Πρεσπών- και επί των ημερών τους συλλαμβάνονται έπειτα από πολλά χρόνια αφισοκολλητές. Καταπίνουν, όμως, την κάμηλο όταν χλευάζονται όσους θεωρούν οι ίδιοι αντιπάλους τους. Ο χαρακτηρισμός «τσόκαρο» σε βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ κινητοποίησε το προεδρείο της Βουλής, το οποίο σιώπησε όταν σε βουλευτή της αντιπολίτευσης αποδόθηκε ο χυδαίος χαρακτηρισμός «νυφούλα».
Ξορκίζουν, τάχατες, τον διχασμό, με επιχειρήματα του τύπου «ή εμείς ή αυτοί». Ανέχονται, όμως, τα κάθε είδους… καραγκιοζιλίκια υπουργών και στελεχών τους και υποδύονται τους θιγμένους όταν τους αμφισβητείται το διαβόητο… ηθικό πλεονέκτημα που οι ίδιοι απένειμαν στους εαυτούς του. Έχουν μετατρέψει σε καθημερινή πρακτική τον καθεστωτισμό και κάνουν ότι περνάει από το χέρι τους για να φιμωθούν μέσα ενημέρωσης που δεν τους λιβανίζουν ή δεν συνταυτίζονται με τη «γραμμή» των non paper του Μαξίμου.   
Αν, μετά από όλα αυτά τα… σουρεαλιστικά, αλλά και την ανανέωση της εμπιστοσύνης της Βουλής που πήρε η κυβέρνηση Τσίπρα από την πιο «παρδαλή» πλειοψηφία που έχει υπάρξει ποτέ στα ελληνικά κοινοβουλευτικά χρόνια, υπάρχει ένα βέβαιο συμπέρασμα, αυτό είναι το εξής: Μέχρι να φύγουν, δεν θα αφήσουν τίποτε όρθιο. Ούτε στην οικονομία, ούτε στους θεσμούς, ούτε στις αξίες!

Πέμπτη 10 Ιανουαρίου 2019

Όποιος σέρνεται δεν πέφτει!


            Στο ερώτημα «αν πέφτει η κυβέρνηση» το οποίο τίθεται από πολλές πλευρές μετά τις τελευταίες εξελίξεις και την τηλεοπτική συνέντευξη του πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα, που δεν ξεδιάλυνε τα πράγματα, η πλέον κατάλληλη απάντηση είναι μάλλον ο γνωστός αστεϊσμός, σύμφωνα με τον οποίο «όποιος σέρνεται δεν πέφτει».
Για δυσερμήνευτους με πολιτικά κριτήρια λόγους, οι οποίοι μόνον με ψυχολογικές προσεγγίσεις μπορούν να αναλυθούν, ο κ. Τσίπρας δείχνει αποφασισμένος να συρθεί ως τις κάλπες, αγνοώντας πλήρως τη ζημιά που προκαλεί στον τόπο, στο κόμμα του και, εν τέλει, στον ίδιο του εαυτό του η προσήλωση που επιδεικνύει στον στόχο της διατήρησης της εξουσίας.
Διότι αν πραγματικά είχε στοιχειώδη σεβασμό στην προσωπική του πολιτική υπόσταση και στη δημοκρατική θεσμική λειτουργία, θα ανέμενε κανείς ότι, από τη στιγμή που είναι σαφές ότι η Συμφωνία των Πρεσπών τον φέρνει αντιμέτωπο τόσο με τη λαϊκή βούληση όσο και με τον κυβερνητικό εταίρο που επέλεξε το 2015 να πορευθούν μαζί, θα προσέφευγε στις κάλπες για να αποφασίσουν οι πολίτες για το τι μέλλει γενέσθαι.
Έτσι τουλάχιστον θα έπραττε οποιοσδήποτε πραγματικός ηγέτης, ανεξαρτήτως αν προερχόταν από τη Δεξιά, το Κέντρο ή την Αριστερά. Θα κήδονταν –και λόγω ηλικίας, στην προκειμένη περίπτωση- της υστεροφημίας του και θα επιζητούσε τη λαϊκή ετυμηγορία ακόμη και αν πιθανολογούσε βάσιμα ότι θα ήταν καταδικαστική. Άλλωστε, πάντα υπάρχει η δεύτερη ευκαιρία στην πολιτική και την παίρνει όποιος δείχνει ηγετικά χαρακτηριστικά στην πρώτη. 
Αντ΄ αυτού, όμως, ο κ. Τσίπρας επέλεξε να προκαλέσει τον συγκυβερνήτη του Πάνο Καμμένο, λέγοντας του από τον τηλεοπτικό αέρα ότι «θα μετρηθούμε στη Βουλή». Και τον προκάλεσε τώρα, αφού νωρίτερα με τον πιο ξεδιάντροπο τρόπο… εκμαύλισε όσα από τα στελέχη του είναι επιρρεπή στην εξουσιολαγνεία.
Ανενδοίαστα, έδειξε στο πανελλήνιο ότι είναι διατεθειμένος να φθάσει μέχρι του σημείου διαλύσει τρεις κοινοβουλευτικές ομάδες –τους ΑΝΕΛ, το Ποτάμι και την Ένωση Κεντρώων- προκειμένου να κερδίσει μερικές εβδομάδες ή λίγους επιπλέον μήνες στις καρέκλες της εξουσίας. Ποιος ξεχνά, άλλωστε, ότι όλη η υπόθεση της δήθεν «ιστορικής» συμφωνίας με τα Σκόπια ξεκίνησε ως ΣΥΡΙΖΑϊκό παίγνιο για τη αναδιάταξη του πολιτικού σκηνικού;
Είχε, εξάλλου, το θράσος ο κ. Τσίπρας να ισχυρίζεται –στη συνέντευξη στο «Open»- ότι «εγώ δεν κάνω συμφωνίες κάτω από το τραπέζι», λίγες μέρες αφού είχε δεχθεί στο Μαξίμου βουλευτή άλλου κόμματος ο οποίος, όλως τυχαίως, συμπορεύεται πλέον μαζί του.
Όπως και άλλοι που ενώ εξελέγησαν ως αντιπολιτευόμενοι ξαφνικά ανέβλεψαν το φως το αληθινό και θέλουν –γιατί άραγε;- να διατηρήσουν στα πράγματα μια εξουσία που από καιρό έχει απωλέσει την απήχησή της στο εκλογικό σώμα το οποίο δείχνει να αναμένει την ώρα που θα την καταδικάσει.
Και το ακόμη θρασύτερο είναι ότι ο κ. Τσίπρας, ενώ κατηγορεί τον Κυριάκο Μητσοτάκη, ο οποίος πήρε στη δική του κοινοβουλευτική ομάδα βουλευτές από άλλα κόμματα, ο ίδιος έχει διαπράξει όχι μόνον κάτι ανάλογο, αλλά και κάτι πολύ βαρύτερο: έδωσε χαρτοφυλάκιο υφυπουργού στην εκλεγμένη με την αξιωματική αντιπολίτευση Κατερίνα Παπακώστα, με την οποία δεν είχε καμία ιδεολογική συγγένεια, αφού μάλιστα οι ΣΥΡΙΖΑίοι την αποκαλούσαν «Ζαρούλια της ΝΔ».
Η αμοραλιστική κυνικότητα που απέπνεε η όλη εμφάνιση του κ. Τσίπρα στις τηλεοπτικές οθόνες, δεν μπόρεσε να κρυφτεί πίσω από αμήχανους ισχυρισμούς του τύπου «δεν έχω άγχος και αγωνία» ή «δεν είμαι ο Ιησούς που περπάτησε στη θάλασσα»!
Διότι και έκδηλο άγχος είχε και τον… θαυματοποιό προσπάθησε να παραστήσει, κυρίως όταν παραδεχόταν ως μοναδικό του λάθος ότι «δεν τα πήγα καλά στις επιλογές προσώπων». Με άλλα λόγια, οι άλλοι φταίνε. Και όπως τώρα δεν θέλει να βλέπει ούτε ζωγραφιστούς τον Γιάνη Βαρουφάκη και τη Ζωή Κωνσταντοπούλου, αύριο ίσως να αποκηρύξει, εκτός από τον Καμένο, και τον «Ρασπούτιν» που έστησε τη σκευωρία με τη Novartis.
Δεν αποκλείεται, μάλιστα, αν επέμενε η Έλλη Στάη να της εκμυστηρευθεί και τη μοναδική αδυναμία του χαρακτήρα του, να της έλεγε πως είναι η… μετριοφροσύνη που διακρίνει μια πολιτική διάνοια του δικού του διαμετρήματος. Εκτός, εννοείται, από την υπερβολική… φιλαλήθεια που τον διακρίνει…
Γι΄ αυτό, προφανώς, και είναι πεπεισμένος ότι δεν πρόκειται να πέσει. Αποφάσισε να συρθεί. Μέχρι να σαπίσει!