Συνολικές προβολές σελίδας

Πέμπτη 5 Μαρτίου 2020

Η αριστοτελική «ετερογονία των σκοπών» και ο «χρήσιμος» Ρετζέπ


Το κοντράστ από τις δύο εικόνες των οποίων γίναμε μάρτυρες τις προηγούμενες ημέρες ήταν όντως εντυπωσιακό. Την αδιανόητη επίθεση που δέχθηκαν στελέχη της Αστυνομίας τα οποία κοιμόνταν σε ξενοδοχείο της Χίου την περασμένη Τετάρτη διαδέχθηκε μόλις τρεις μέρες αργότερα η συγκινητική κινητοποίηση των κατοίκων του Έβρου που στάθηκαν στο πλευρό των αστυνομικών και των στρατιωτικών που παρατάχθηκαν στην ελληνοτουρκική μεθόριο για να υπερασπιστούν τα ελληνικά σύνορα.
Ακρίτες οι μεν, ακρίτες και οι δε. Λίγο - πολύ το ίδιο κουρασμένοι όλοι τους από το δυσανάλογο βάρος που επωμίζονται όσοι βρίσκονται στα σύνορα από τις ασταμάτητες μεταναστευτικές και προσφυγικές ροές που συρρέουν στη χώρα μας για περισσότερο από έξι χρόνια. Πάνω - κάτω η ίδια ανασφάλεια κατατρέχει τις τοπικές κοινωνίες τόσο στο Ανατολικό Αιγαίο όσο και στη Θράκη που βλέπουν -απελπισμένους, στην πλειονότητά τους- ανθρώπους να κυκλοφορούν ανάμεσά τους σε πόλεις, χωριά και παραλίες, λες και βρίσκονται σε χώρα που αποτελεί ξέφραγο αμπέλι.
Τι άλλαξε, λοιπόν, και από τις αθλιότητες τις Χίου περάσαμε σχεδόν απνευστί στην έκρηξη αλτρουισμού που παρακολουθήσαμε στις Καστανιές, στις Φέρες ή την Αλεξανδρούπολη; Ποιος, αλήθεια, ήταν εκείνος το οποίο έδωσε το σύνθημα για να εκδηλωθούν τα πρωτοφανή για τη μνημονιακή Ελλάδα κύματα λαϊκής συσπείρωσης και εθνικής ομοψυχίας; Και ποιο… αόρατο χέρι, άραγε, ενορχήστρωσε αυτή τη μεταμόρφωση της ελληνικής κοινωνίας που άρχισε να ενδιαφέρεται για τα ξεχασμένα σύνορα της πατρίδας;
Οι απαντήσεις σε αυτά τα ερωτήματα έχουν ένα ονοματεπώνυμο. Και αυτό είναι: Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν. Ο αμετροεπής Τούρκος «Σουλτάνος» είναι μάλλον πολύ δύσκολο να έχει διαβάσει τον μέγιστο αρχαίο Έλληνα φιλόσοφο Αριστοτέλη και το πιθανότερο είναι ότι αγνοεί την έννοια «ετερογονία των σκοπών» που πρώτος εισήγαγε στην παγκόσμια διανόηση ο δάσκαλος του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Ως «ετερογονία των σκοπών» ο Σταγειρίτης που σημάδεψε όσο λίγοι τη διαχρονική φιλοσοφική σκέψη όρισε την κατάσταση εκείνη σύμφωνα με την οποία τα αποτελέσματα που παράγουν οι πράξεις ενός ατόμου ή υποκειμένου είναι αντίθετα από τις αρχικές επιθυμίες και επιδιώξεις του.
Με απλά λόγια, τα γεγονότα των τελευταίων ημερών δείχνουν ξεκάθαρα ότι ο ευρισκόμενος σε ιδιαιτέρως δυσχερή θέση, λόγω των εξελίξεων στη συριακή Ιντλίμπ, Τούρκος Πρόεδρος εκπόνησε και έθεσε σε εφαρμογή σχέδιο με το οποίο ήθελε να αποδείξει ότι η Ελληνική Πολιτεία δεν είναι ένα κανονικό κράτος. Και ότι αρκούσε να μπουν σε μισθωμένα από το τουρκικό κράτος λεωφορεία από την Κωνσταντινούπολη και αλλού μερικές χιλιάδες απελπισμένων και κατευθυνόμενων ομόθρησκων του για να καταλύσουν μια και έξω τα –κακά τα ψέματα!- διάτρητα εδώ και καιρό ελληνοτουρκικά σύνορα.
Σε πείσμα, όμως, τόσο των επιθυμιών όσο και των επιδιώξεων του Ερντογάν, η εξέλιξη των πραγμάτων ήταν απολύτως αντίθετη. Τα σύνορα της Ελλάδας άντεξαν στην «οργανωμένη επίθεση», σύμφωνα με την κυβέρνηση –ή τη «μαζική εισροή», για να χρησιμοποιήσουμε τον ηπιότερο όρο που χρησιμοποίησε ο αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ- που δέχθηκαν από τους «απεσταλμένους» του Τούρκου Προέδρου. Και, αντί να καταλυθούν, όπως προφανώς είκαζε και προσδοκούσε ο «Σουλτάνος», αποδείχθηκαν αδιαπέραστα, χάρις στην κινητοποίηση του Στρατού, της Αστυνομίας αλλά και των πολιτών του Έβρου.
Η αλήθεια είναι ότι η υπερδεκαετής μνημονιακή περιπέτεια της χώρας οδήγησε σε πολλές στρεβλώσεις. Πυροδότησε τον διχασμό της ελληνικής κοινωνίας. Και έκαμψε, σε ένα τουλάχιστον μέρος του πληθυσμού, το αίσθημα του παραδοσιακού και καλώς εννοούμενου πατριωτισμού, σύμφωνα με τον οποίο το να αγαπάς και να προστατεύεις την πατρίδα σου δεν συνεπάγεται ότι την ίδια ώρα μισείς ή θέλεις την καταστροφή των πατρίδων των άλλων ανθρώπων με τους οποίους μοιραζόμαστε αυτόν τον πλανήτη.
Η ασύμμετρη απειλή, ωστόσο, την οποία εξαπέλυσε εναντίον μας ο απελπισμένος από την αποτυχία των σχεδίων του σε Συρία και Λιβύη Τούρκος Προέδρος ήταν τόσο έντονη και από κοινού με την ισχυρή πρόκληση που δέχθηκαν η εθνική αξιοπρέπεια και το φιλότιμο των Ελλήνων, ξύπνησαν αισθήματα τα οποία επί σειρά ετών βρίσκονταν σε ύπνωση. Γι΄ αυτό ίσως θα πρέπει να… ευχαριστήσουμε τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν και να εκφράσουμε την ευαρέσκεια μας που, απορροφημένος μάλλον με το να μελετά Κοράνι, δεν βρήκε χρόνο να μελετήσει και να εντρυφήσει στην αριστοτέλεια έννοια της «ετερογονίας των σκοπών».
Ρετζέπ σε ευχαριστούμε, διότι απεδείχθης χρήσιμος. Και ας μας… κρατάς μούτρα και δεν θέλεις να συναντήσεις τον Έλληνα πρωθυπουργό!

Πέμπτη 27 Φεβρουαρίου 2020

«Βόρβορος» μέσα στο Μαξίμου


Είναι δύσκολο να υποστηρίξει κάποιος ότι πέφτει από τα σύννεφα με όσα βορβορώδη αποκαλύπτονται αυτές τις μέρες στην Προανακριτική Επιτροπή της Βουλής που διερευνά το παραδικαστικό κύκλωμα το οποίο, με αφορμή την υπόθεση Novartis, έστησε μια σκευωρία για να εξουδετερώσει τους βασικούς πολιτικούς αντιπάλους της προηγούμενης κυβέρνησης.
Όποιος έχει έστω και κατ΄ ελάχιστον ασχοληθεί με αυτή την ιστορία, δεν δυσκολεύεται να αντιληφθεί ότι εξυφάνθηκε μια μάλλον ερασιτεχνική συνωμοσία με επιστράτευση κουκουλοφόρων ψευδομαρτύρων που στόχο είχε να ελεγχθούν οι πολιτικές εξελίξεις και να παραταθεί η παραμονή στην εξουσία του συνονθυλεύματος που αποκαλούνταν «πρώτη φορά Αριστερά» ενώ στην πραγματικότητα απαρτιζόταν από κάθε είδους πολιτικό απολειφάδι που είχε απομακρυνθεί από το παλαιό πολιτικό σύστημα και είχε αναβαπτιστεί στην κολυμβήθρα του «αντιμνημονιακού» Σιλωάμ.
Δεν παύει, ωστόσο, να προκαλεί έκπληξη και σοβαρές απορίες το απροσμέτρητο θράσος με το οποίο ομολογείται ότι το Μέγαρο Μαξίμου είχε επί των ημερών της προηγούμενης κυβέρνησης μετατραπεί σε χώρο διεκπεραίωσης ιδιωτικών υποθέσεων και διευθέτησης συμφερόντων ανθρώπων που σε κανονικές χώρες δεν θα έπρεπε να περνούν ούτε από το απέναντι πεζοδρόμιο του πρωθυπουργικού γραφείου.
«Πριν από 4 χρόνια με παρακάλεσε ο κ. Παππάς να συναντηθούμε στο γραφείο του με τον κ. Μιωνή επικαλούμενος πιέσεις από την Ισραηλινή Κυβέρνηση», παραδέχεται ο πρώην αναπληρωτής υπουργός Δικαιοσύνης Δημήτρης Παπαγγελόπουλος λίγη ώρα μετά τις ανατριχιαστικές αποκαλύψεις του επιχειρηματία Σάμπυ Μιωνή ότι δέχθηκε μέσα στο Μέγαρο Μαξίμου εκβιασμό για να καταβάλει χρήματα σε εκδότη προκειμένου να σταματήσει τον πόλεμο που του είχε κηρύξει.
Ο ίδιος ο εκδότης, ο οποίος υποτίθεται ότι κινείται στον χώρο της Δεξιάς, αλλά –τι ειρωνεία;- δεν έχανε και εξακολουθεί να μην χάνει ευκαιρία να ασκεί πολεμική στην ηγεσία της Νέας Δημοκρατίας, επιβεβαιώνει την ετερόκλητη… μάζωξη στο πρωθυπουργικό γραφείο: «Στις αρχές 2016, κλήθηκα εκ νέου στο Μέγαρο Μαξίμου», αναφέρει σε δήλωσή του. «Αυτή τη φορά από τον τότε υπουργό Επικρατείας κ. Ν. Παππά, πάλι με αίτημα τον εξωδικαστικό συμβιβασμό με τον κ. Μιωνή και πάλι με τη δικαιολογία παρεμβάσεων από το Ισραήλ», προσθέτει.
Και αμέσως μετά, ο άνθρωπος που έχει υπό τον έλεγχό του μέσα ενημέρωσης τα οποία υποτίθεται ότι αντιπολιτεύονταν σφόδρα την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, συμπληρώνει: «Το 2018 έγινε ακόμα μια προσπάθεια εξωδικαστικού συμβιβασμού, πάλι στο γραφείο του κ. Παππά –αυτή τη φορά στο υπουργείο Ψηφιακής Πολιτικής. Η συνάντηση οδήγησε στην υπογραφή συμφωνητικού συμβιβασμού με αμοιβαία αποχή από δικαστικές ενέργειες που τηρήθηκε μέχρι πρόσφατα».
Με όση καλή προαίρεση και αν προσεγγίσει κάποιος την υπόθεση, αποδεχόμενος, έστω και ως υπόθεση εργασίας, ότι τόσο ο αναπληρωτής υπουργός όσο και ο εκδότης περιγράφουν τα γεγονότα όπως έγιναν, δεν μπορεί να μην διερωτάται μερικά αυτονόητα πράγματα:
*Από πού και ως που η κυβέρνηση, δια του υπ΄ αριθμόν ένα συνεργάτη του πρωθυπουργού, παρενέβαινε σε ανοικτές δικαστικές υποθέσεις και επεδίωκε συμβιβασμό ανάμεσα σε έναν… αντιπολιτευόμενο εκδότη και έναν ιδιώτη επιχειρηματία, ο οποίος, μάλιστα, επικρινόταν για εμπλοκή στη λίστα Λαγκάρντ που υποτίθεται ότι ήταν το «Ελ Ντοράντο» που θα γέμιζε τα δημόσια ταμεία επί των ημερών του ΣΥΡΙΖΑ;
*Αν πιστέψουμε, όπως ισχυρίζονται οι δύο πρωταγωνιστές, ότι οι επίμαχες συναντήσεις έγιναν κατόπιν επιθυμίας της ισραηλινής κυβέρνησης, γιατί ενεπλάκη σε αυτές ο… μέγας διώκτης της διαπλοκής ανάμεσα στα μέσα ενημέρωσης και σε επιχειρηματικά συμφέροντα πρωθυπουργικός συνεργάτης και όχι, για παράδειγμα, το υπουργείο Εξωτερικών, εφόσον όντως απειλούνταν οι ελληνοϊσραηλινές σχέσεις;
*Ποιος ακριβώς ήταν ο ρόλος του αναπληρωτή υπουργού Δικαιοσύνης και γιατί τον κάλεσε στη συνάντηση ο υπουργός Επικρατείας; Δεν είχε ακούσει τίποτε ο κ. Νίκος Παπάς για την διάκριση των εξουσιών και την ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης που είναι κατοχυρωμένες στο ελληνικό Σύνταγμα;
Θα μπορούσε να συνεχίσει κανείς παραθέτοντας και άλλα ερωτήματα, καθώς η σκληρή αυτή διαμάχη ανάμεσα στον εκδότη και στον επιχειρηματία δεν είναι η μόνη υπόθεση στην οποία, κατά την περίοδο ανάμεσα στον Ιανουάριο του 2015 και τον Ιούλιο του 2019, το Σύνταγμα έγινε κουρελόχαρτο και οι θεσμοί του δημοκρατικού πολιτεύματος καταρρακώθηκαν με τον πλέον απροκάλυπτο τρόπο.
Ας μην αυταπατώμεθα, ωστόσο. Η ομολογημένη συνάντηση στο Μέγαρο Μαξίμου ανάμεσα στους κυρίους Παπά, Παπαγγελόπουλο, Φιλιππάκη και Μιωνή δεν είναι ούτε η πρώτη ούτε η μόνη απόδειξη ότι επί των ημερών της προηγούμενης κυβέρνησης συνέβησαν τέρατα και σημεία που δεν συνάδουν με τους κανόνες που διέπουν μια δημοκρατική Πολιτεία.
Η εχθροπάθεια και η μισαλλοδοξία με την οποία αντιμετωπίστηκαν όσοι δεν έδωσαν γη και ύδωρ στην ΣΥΡΙΖΑϊκή εξουσία δεν έχει προηγούμενο. Άνθρωποι δεινοπάθησαν, υπολήψεις υπονομεύθηκαν, πολιτικές δυνάμεις συκοφαντήθηκαν, μόνον και μόνον γιατί δεν δικαιολογούσαν τις λαϊκίστικες αυταπάτες, τις φαντασιώσεις και τις ψευδαισθήσεις με τις οποίες αρχικά διεκδικήθηκε η διακυβέρνηση και στη συνέχεια κυβερνήθηκε η χώρα.
Στον αντίποδα, όσοι εμφανίζονταν ως συνεργάσιμοι, απολάμβαναν ένα πρωτόγνωρο άλλοθι και μια άνευ προηγούμενου ασυλία, ανεξάρτητα αν προέρχονταν από την Άκρα Δεξιά ή την Άκρα Αριστερά, αν είχε εμπλακεί σε σκάνδαλα ή αν ήταν απλώς ένας ανίκανος ή ένας κοινός απατεώνας που το προηγούμενο σύστημα τον είχε ξεβράσει και αναζητούσε καινούργια στέγη.
Και μόνον, άλλωστε, ότι ο (αποτυχημένος) αρχηγός της ΕΥΠ μιας προηγούμενης κυβέρνησης ανέλαβε υπεύθυνος για τη Δικαιοσύνη και τη Διαφάνεια την οποία δήθεν σκόπευε να επαναφέρει η… αριστερή κυβέρνηση, αρκεί για να αντιληφθεί και ο πιο καλοπροαίρετος πολίτης για το πόσο προσχηματικές ήταν οι διακηρύξεις ότι τάχατες «τελειώνουμε με το παλαιό»…

Πέμπτη 20 Φεβρουαρίου 2020

Αν υπήρχαν κουκουλοφόροι το 1989 ο Ανδρέας Παπανδρέου θα είχε πάει φυλακή


Υπό άλλες συνθήκες θα ήταν… διασκεδαστική η απέλπιδα προσπάθεια την οποία καταβάλουν τα στελέχη της αξιωματικής αντιπολίτευσης και οι συνδεδεμένοι μαζί τους επικοινωνιακοί μηχανισμοί να μην αποκαλυφθούν οι «κουκουλοφόροι» που χρησιμοποιήθηκαν ως μάρτυρες για να εξοντωθούν οι πολιτικοί αντίπαλοι της προηγούμενης κυβέρνησης.
Με την τροπή, όμως, που έχουν πάρει τα πράγματα, κάθε άλλο παρά… διασκεδαστική καταλήγει να είναι η μάχη την οποία δίνουν για να μην βγουν οι κουκούλες. Είναι μια μάχη άκρως αποκαλυπτική. Είναι αποκαλυπτική τόσο για τα μέσα με τα οποία ασκήθηκε η κυβερνητική εξουσία κατά την αλήστου μνήμης υπερτετραετή θητεία των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ, όσο και για το γεγονός ότι η πολλαπλή εκλογική ήττα που υπέστη το κόμμα του Αλέξη Τσίπρα τον προηγούμενο χρόνο δεν δίδαξε τίποτε ούτε τον ίδιο τον πρώην πρωθυπουργό ούτε τους συνεργάτες του.
Θα περίμενε κανείς από μια πολιτική δύναμη που θέλει να περνιέται ως «προοδευτική» να έχει την παρρησία να ταχθεί, αν όχι και να πρωταγωνιστήσει, υπέρ της πλήρους διαφάνειας σε μια υπόθεση που προαναγγέλθηκε ως «το μεγαλύτερο σκάνδαλο όλων των εποχών» και πλέον όλα μαρτυρούν ότι θα καταλήξει σε ένα χωρίς προηγούμενο φιάσκο για όσους ενορχήστρωσαν μια τόσο κακοφτιαγμένη σκευωρία.
Πέρασαν, άλλωστε, δύο ολόκληρα χρόνια αφότου η προηγούμενη Βουλή αποφάσισε, στηριγμένη στην ανώνυμη μαρτυρία τριών προσώπων, να παραπέμψει δέκα κορυφαίους πολιτικούς. Στο διάστημα αυτό, ωστόσο, δεν προέκυψε κανένα απολύτως στοιχείο που να δικαιολογεί την παραπομπή ή να επιβεβαιώνει τους ισχυρισμούς των τριών «κουκουλοφόρων», ένας εκ των οποίων αυτοαποκαλύφθηκε και συνάμα αποκάλυψε την ταυτότητα των άλλων δύο.
Γι΄ αυτό και μάλλον δεν έχει πλέον κανένα νόημα το δήθεν κρυφτούλι που εξακολουθεί να παίζεται για το ποιοι είναι οι υποτιθέμενοι «ανώνυμοι» μάρτυρες. Είναι πρόσωπα που τα γνωρίζει όποιος από το πανελλήνιο έχει στοιχειωδώς ασχοληθεί με την βορβορώδη αυτή υπόθεση. Γνωρίζουν επίσης οι πάντες ότι όταν κλήθηκαν να καταθέσουν με τα κανονικά τους ονόματα δεν είχαν να εισφέρουν απολύτως τίποτε για να «δεθούν» οι κατηγορίες για δωροδοκίες πολιτικών που εκτόξευσαν πίσω από τις κουκούλες.
Δεν είναι τυχαίο, εξάλλου, ότι οι ίδιοι οι εισαγγελικοί λειτουργοί οι οποίοι είχαν πάρει τις αρχικές καταθέσεις των «κουκουλοφόρων» και έστειλαν στη Βουλή τον φάκελο της δικογραφίας, στον οποίο περιείχοντο οι διαβόητοι ισχυρισμοί για… τροχήλατες βαλίτσες με μαύρο χρήμα και άλλα ευφάνταστα σενάρια κινηματογραφικού τύπου, υποχρεώθηκαν να αρχειοθετήσουν τις κατηγορίες για τους περισσότερους πολιτικούς.
Πρέπει μάλιστα να υπογραμμιστεί ότι τις αρχειοθέτησαν αφού προηγουμένως άνοιξαν… διάπλατα τους τραπεζικούς λογαριασμούς και ερεύνησαν ακόμη και τις θυρίδες όλων όσοι στοχοποιήθηκαν, χωρίς, σε πείσμα ενός ορυμαγδού δημοσιευμάτων ότι εντοπίστηκαν μίζες, να βρεθεί στους ίδιους ή σε συγγενείς τους κανένα ίχνος που να παραπέμπει σε δωροδοκία ή άλλη διάσταση διαφθοράς που να επιβεβαιώνει, έστω και κατ΄ ελάχιστον, τις καταθέσεις των κουκουλοφόρων.
Κατόπιν όλων αυτών, τι πιο λογικό από το να εξεταστούν οι συγκεκριμένοι μάρτυρες από τα μέλη της Προανακριτικής Επιτροπής της Βουλής ώστε να διαπιστωθούν τα κίνητρα που τους οδήγησαν να καταθέσουν όσα κατέθεσαν και τα οποία κανείς άλλος δεν επιβεβαίωσε;
Αν υποθέσουμε ότι το έκαναν επειδή ήταν οι ίδιοι εμπλεκόμενοι στο σκάνδαλο ή διότι κάποιος τους υποσχέθηκε ότι θα αμειφθούν, π.χ. από το FBI, για την ψευδομαρτυρία τους, οι πρώτοι που θα έπρεπε να θέλουν την αποκάλυψη της αλήθειας είναι η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ που, αν δεν συμμετείχε στην ενορχήστρωση, όπως πολλοί υποπτεύονται και εξαιτίας της τωρινής αντίδρασης, τότε «έπεσε θύμα απατεώνων».
Κάποιος, άλλωστε, από τα εκατοντάδες παλαιά στελέχη του ΠΑΣΟΚ που είναι τώρα στρατευμένα στον ΣΥΡΙΖΑ θα πρέπει να θυμίσει στους «συντρόφους» της Κουμουνδούρου ότι αν το 1989 είχαν καταθέσει με κουκούλες οι ψευδομάρτυρες που είχαν εμφανιστεί να δηλώνουν ότι «ο Ανδρέας Παπανδρέου έπαιρνε χρήματα σε κούτες πάμπερς», η απόφαση του Ειδικού Δικαστηρίου θα ήταν μάλλον διαφορετική από εκείνη που, κόντρα στη βούληση πολλών στελεχών του τότε Συνασπισμού, εκδόθηκε τελικά.
Αν δεν εμφανιζόταν με τις… φάτσες τους ενώπιον του δικαστικού ακροατηρίου «μπουμπούκια», όπως ο Μαμανέας και άλλοι σωματοφύλακες του Κοσκωτά, που υποτίθεται ότι ήταν αυτόπτες μάρτυρες της μεταφοράς των χρημάτων, δεν θα είχαν καταρρεύσει με πάταγο οι αρχικές καταθέσεις τις οποίες –«δασκαλεμένοι», προφανώς- είχαν δώσει στις εισαγγελικές αρχές.
Ακόμη και ο «σκληρός» Βασίλης Κόκκινος που προήδρευε του Ειδικού Δικαστηρίου, υποχρεώθηκε να αποπέμψει ορισμένους εξ αυτών, αντιλαμβανόμενος ότι δεν μπορούσαν να υποστηρίξουν όσα είχαν καταθέσει στην ανάκριση. Αν είχαν καταφέρει να το κάνουν από την ασφάλεια που θα μπορούσε να τους εξασφαλίσει η ανωνυμία της κουκούλας, πρέπει να θεωρείται βέβαιο ότι η καταδίκη του πρώην πρωθυπουργού και ενδεχομένως και η φυλάκισή του θα ήταν αναπόφευκτες.
Ο Δημήτρης Τσοβόλας, ο οποίος έζησε στο πετσί του το άθλιο κλίμα εκείνης της εποχής και είναι τώρα νομικός παραστάτης του Δημήτρη Παπαγγελόπουλου, θα μπορούσε, αν ήθελε, να επισημάνει στην ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ τις ολέθριες συνέπειες που μπορεί να έχει η επιστράτευση ψευδομαρτύρων.
Αν δεν το κάνει ο παθών κ. Τσοβόλας, που πλέον δεν πολιτεύεται, ας ελπίσουμε ότι θα βρεθεί κάποιος άλλος από τους προερχόμενους από το ΠΑΣΟΚ που βρήκαν στέγη στην Κουμουνδούρου, για να προειδοποιήσει τον κ. Τσίπρα ότι στη Δημοκρατική Παράταξη, στην παράταξη του μέτρου και της λογικής, δεν μπορεί να φιλοδοξεί ότι θα ηγηθεί κάποιος ο οποίος βλέπει μπροστά του να εκτυλίσσεται μια σκευωρία και, αντί να ζητάει να πέσει φως στην υπόθεση, μάχεται για να επικρατήσει το σκοτάδι.