Συνολικές προβολές σελίδας

Παρασκευή 16 Ιουλίου 2021

Ο σταυρός και η σημαία που… κολλάνε με τα εμβόλια;

 

 

            Πλημμύρισαν το Σύνταγμα και η Ομόνοια την περασμένη Πέμπτη από ένα πλήθος συμπολιτών μας που αισθάνθηκε την ανάγκη να διαμαρτυρηθεί για την απόφαση της κυβέρνησης να επιβάλει αφενός την υποχρεωτικότητα του εμβολιασμού κατά του κορωνοϊού για κάποιες ελάχιστες κατηγορίες εργαζομένων και αφετέρου να θεσπίσει περιορισμούς για την πρόσβαση σε κοινόχρηστους χώρους διασκέδασης και αναψυχής όσων επιμένουν να παραμένουν ανεμβολίαστοι.

            Το παράδοξο δεν είναι ότι όλοι αυτοί οι άνθρωποι –τέσσερις με πέντε χιλιάδες κατά τα φαινόμενα και τους επίσημους υπολογισμούς- σηκώθηκαν από τους καναπέδες για να διατρανώσουν την αντίθεσή τους απέναντι σε έναν «αόρατο εχθρό», που προφανώς δεν είναι ο ιός που έχει αναστατώσει στις ζωές όλων, αλλά κάτι αδιόρατο που το αποκαλούν «νέα τάξη πραγμάτων», «τσιπάκι του Μπιλ Γκέιτς», «παγκόσμιο πείραμα», «χούντα Μητσοτάκη» και άλλα τέτοια ηχηρά παρόμοια. Ανάλογες κινητοποιήσεις, άλλωστε, έχουμε δει σε πολλές άλλες γωνιές του πλανήτη με αντίστοιχα συνθήματα – εξαιρουμένου, βεβαίως, εκείνου για τη… «χούντα Μητσοτάκη» που προσαρμόζεται στις τοπικές παραλλαγές («χούντα Μακρόν», «χούντα Μπάιντεν» και πάει λέγοντας….).     

Είναι, όμως, μεγάλο παράδοξο να βλέπει κανείς τους συμμετέχοντες σε αυτές τις… λαοσυνάξεις να κραδαίνουν ελληνικές σημαίες και σταυρούς, λες και είχαν βγει στους δρόμους για να υπερασπιστούν την πατρίδα και τη θρησκεία. Από την άλλη, ωστόσο, αυτή η παραδοξότητα αποτελεί ίσως και την καλύτερη απόδειξη για το πόσο συγκεχυμένα είναι τα πράγματα στο μυαλό των ανθρώπων οι οποίοι αντιδρούσαν παλαιότερα στα περιοριστικά μέτρα για την εξάπλωση της πανδημίας, πατώντας τις μάσκες στο Σύνταγμα, και κάνουν τώρα το ίδιο με τη δαιμονοποίηση του εμβολιαστικού προγράμματος.

Διότι, ακόμη και αν οποιοσδήποτε εχέφρων άνθρωπος θέλει να δείξει στοιχειώδη κατανόηση προς όσους προτάσσουν την -αναμφίβολα υπερβολική- ανησυχία για την ασφάλεια και την αποτελεσματικότητα των εμβολίων, σίγουρα δεν μπορεί να δικαιολογήσει την παράλογη σύνδεση τους με τον πατριωτισμό και τις θρησκευτικές πεποιθήσεις ενός εκάστου. Οι μισοί και παραπάνω Έλληνες που έχουν ήδη εμβολιαστεί -5.364.957 έκαναν ήδη τουλάχιστον τη μία δόση- δεν είναι ούτε λιγότερο πατριώτες, ούτε λιγότεροι Χριστιανοί από εκείνους οι οποίοι για δικούς τους λόγους –φόβο, ανασφάλεια, παραπληροφόρηση ή απλή εμμονή- διστάζουν ή αρνούνται να προσέλθουν στα εμβολιαστικά κέντρα.

Έχουν γραφεί πολλά και έχουν ειπωθεί περισσότερα για τον υποτιθέμενο διχασμό που προκαλούν οι αποφάσεις για τον διαχωρισμό ανάμεσα σε εμβολιασμένους και ανεμβολίαστους. Ορισμένοι διατείνονται ότι τα μέτρα διαχωρισμού φουντώνουν το «κίνημα» του αρνητισμού. Η διεθνής εμπειρία, ωστόσο, που θα πρέπει να αποτελεί τη σταθερή πυξίδα για την ερμηνεία όσων συμβαίνουν και στη χώρα μας, δεν επιβεβαιώνει αυτές τις εικοτολογίες. Σχεδόν παντού στον κόσμο –από το Ισραήλ έως τη Βρετανία και από τη Γαλλία έως τις ΗΠΑ, για να αναφερθούμε κυρίως σε χώρες που έχουν επάρκεια εμβολίων- παρατηρείται το ίδιο φαινόμενο: ο ρυθμός προόδου των εμβολιασμών φρενάρει περίπου όταν εμβολιάζεται ο μισός πληθυσμός της κάθε χώρας.

Με άλλα λόγια, όπως σε πολλές άλλες παραμέτρους που αφορούν την πανδημία του κορωνοϊού, έτσι και στον αναγκαίο καθολικό εμβολιασμό που θα μπορούσε να μας απαλλάξει από αυτή τη μάστιγα, ουδείς έχει βρει τη χρυσή συνταγή. Από την μια άκρη του κόσμου ως την άλλη, της… Κούβας συμπεριλαμβανομένης, οι ίδιες τάσεις κυριαρχούν και, λίγο ως πολύ, οι ίδιες νοοτροπίες επικρατούν. Πάνω κάτω, τα ίδια προβλήματα καλούνται να επιλύσουν οι κυβερνήσεις και με τον ίδιο ανορθολογισμό βρίσκονται αντιμέτωποι οι πολίτες που πασχίζουν να προστατευθούν από την επέλαση του απειλητικού ιού.

Παρά ταύτα, θα είναι λάθος να πιστέψει κάποιος ότι οι παραδοχές αυτές οδηγούν στην παραίτηση από τον διπλό συλλογικό αγώνα που χρειάζεται να δώσουν οι σύγχρονες κοινωνίες, αφενός, για να περιοριστούν οι συνέπειες από το επιδημιολογικό φορτίο, που θα όλα δείχνουν ότι θα αργήσει να μας απαλλάξει από την παρουσία του, και, αφετέρου, για να πειστεί ο σκληρός πυρήνας των αρνητών ότι η πανδημία δεν απειλεί ούτε την πατρίδα ούτε τη θρησκεία του καθενός μας. Απειλεί τις ζωές όλων μας και περισσότερο εκείνων που παραμένουν πεισματικά ανεμβολίαστοι.

Το καλύτερο που έχουν να κάνουν όσοι αντιδρούν είναι να υποστείλουν τις σημαίες και τους σταυρούς και να δουν την πραγματικότητα κατάματα. Κανείς δεν πρόκειται να τους εμβολιάσει με το ζόρι. Οπότε μπορούν να παραμείνουν ανεμβολίαστοι χωρίς να παριστάνουν τους πατριώτες ή να επικαλούνται τα θεία. Εκείνο, όμως, που δεν μπορούν να αποφύγουν, τόσο οι ίδιοι οι αρνητές όσο και οι κάθε είδους «δικαιωματιστές», που δηλώνουν αλληλέγγυοι, μιλώντας εν ονόματι, δήθεν, της αποφυγής του διχασμού, είναι η αναγνώριση ότι στις οργανωμένες κοινωνίες επικρατεί μια άγραφη, αλλά καθοριστική για τη συμβίωσή μας, συνθήκη σύμφωνα με την οποία η ελευθερία του ενός σταματάει εκεί που αρχίζει η ελευθερία των άλλων.

Επειδή, λοιπόν είναι πλέον πασιφανές ότι η «ελευθερία» όσων επιμένουν να μη θέλουν να εμβολιαστούν πλήττει βάναυσα έως θανάσιμα την ελευθερία όλων όσοι εμβολιαστήκαμε, οι αρνούμενοι δεν έχουν παρά να συμβιβαστούν με αυτή τη συνθήκη. Ή εμβολιάζονται ή περιορίζονται. Τόσο απλά, τόσο καθαρά!

Παρασκευή 9 Ιουλίου 2021

Πανστρατιά στη μνήμη της Αλέκας

 

Η Αλέκα από τα Γιάννενα, που όσοι την γνώρισαν έχουν να λένε για τη μαχητικότητα που κρυβόταν πίσω από το φωτεινό χαμόγελό της, υπέκυψε στον κορωνοϊό  σε ηλικία μόλις 40 ετών. Είναι αλήθεια ότι έπασχε από αυτό που μάθαμε πλέον όλοι μας να αποκαλούμε «υποκείμενο νόσημα». Το ήξερε. Και γι΄ αυτό, όπως διαβεβαιώνουν από το περιβάλλον της, αγωνιούσε να έρθει η σειρά της για να εμβολιαστεί.

Δυστυχώς, όμως, όταν άνοιξε η πλατφόρμα του εμβολιαστικού προγράμματος για την περίπτωσή της, εκείνη είχε ήδη πληγεί από τη μάστιγα της εποχής μας. Και όταν ήρθε η σειρά της να εμβολιαστεί ήταν στη ΜΕΘ και έδινε μάχη για τη ζωή. Αγωνίστηκε σκληρά λένε οι άνθρωποι που παρακολούθησαν από κοντά τη μάχη για τη ζωή την οποία έδωσε για πάνω από δύο μήνες. Όσο εκείνη πάλευε στην εντατική, έφυγε από τη ζωή ο πατέρας της, χτυπημένος επίσης από τον κορωνοϊό.

Μετά την εκδημία της Αλέκας στα επέκεινα, η οικογένειά της βρήκε το κουράγιο και προχώρησε σε μια σπάνια πράξη αλτρουισμού για να τιμήσει τη μνήμη της: άνοιξε τραπεζικό λογαριασμό με στόχο να συγκεντρωθούν χρήματα για την ενίσχυση των μονάδων αντιμετώπισης της COVID-19, στέλνοντας παράλληλα μηνύματα υπέρ των μαζικών εμβολιασμών.

Δράματα ανάλογα με αυτό που αντιμετώπισε η οικογένεια της Γιαννιώτισσας μαχήτριας βιώνουν εκατομμύρια οικογένειες σε όλο τον πλανήτη. Οι νεκροί από την πανδημία ξεπερνούν τα 4 εκατομμύρια παγκοσμίως. Και κανείς δεν είναι σε θέση ακόμη να προβλέψει πότε θα γραφεί ο επίλογος στην ολοένα και μακρύτερη μακάβρια λίστα με τα θύματα που πεθαίνουν σε συνθήκες μοναξιάς και χωρίς να μπορούν να τους αποχαιρετίσουν όσοι τους αγαπούν με τον τρόπο που τους αξίζει.

Οι ελπίδες για ένα ορατό τέλος της πανδημίας που δημιούργησαν τα εμβόλια, στα οποία τόσο γρήγορα κατάφερε να φθάσει η επιστήμη, δεν εκπληρώνονται μέχρι στιγμής, τουλάχιστον στον βαθμό που θα μπορούσαν. Από τη μια οι μεταλλάξει του ιού, από την άλλη οι δισταγμοί και οι αρνήσεις πολλών συνανθρώπων μας να εμβολιαστούν, η λύτρωση από τον εφιάλτη όλο και μετατίθεται χρονικά, δοκιμάζοντας τις ατομικές και συλλογικές αντοχές όλων μας.

Υπό το φως των νέων δεδομένων, η καθολικότητα των εμβολιασμών ή, σε κάθε περίπτωση, ο εμβολιασμός της μεγάλης πλειονότητας της κοινότητας, αποτελεί τη μοναδική λύση του δράματος. Με άλλα λόγια, όσο δεν δημιουργείται το πολυαναμενόμενο «τείχος ανοσίας», όπως το ορίζει κάθε φορά η διεθνής επιστημονική κοινότητα που είναι επιφορτισμένη με την παρακολούθηση της πανδημίας, ουδείς μπορεί να αισθάνεται ασφαλής.

Άλλωστε, όσο το εγχώριο Σύστημα Υγείας πιέζεται από τις αυξημένες ανάγκες για νοσηλεία όσων πλήττονται από τον ιό, δεν μπορεί να γίνεται σοβαρά λόγος για επιστροφή στην κανονικότητα ακόμη και για όσους σπεύσαμε να εμβολιαστούμε από την πρώτη στιγμή που μας δόθηκε αυτή η δυνατότητα.       

Το γεγονός ότι δεν είναι μόνον ελληνικό το φαινόμενο των αρνήσεων και των δισταγμών ενός μεγάλου αριθμού συμπολιτών μας να προσέλθει στα εμβολιαστικά κέντρα, δεν μπορεί να μας κάνει να εφησυχάζουμε. Καλώς ή κακώς, εμβολιασμένοι και ανεμβολίαστοι, κυκλοφορούμε στα ίδια μέρη και, για όσους δεν τρέφουν αυταπάτες, οι διαχωρισμοί δεν είναι το πιο εύκολο πράγμα στον πλανήτη.

Αν ήταν, εξάλλου, κάτι εύκολο, θα το είχαν βρει σε κάποια άλλη χώρα του πλανήτη. Οπότε η ελληνική Πολιτεία δεν είχε παρά να το αντιγράψει. Διότι η αλήθεια είναι πως, ό,τι κι αν υποστηρίζει η πολιτική προπαγάνδα της μιας ή της άλλης πλευράς στη χώρα μας, σε όλα τα μήκη και τα πλάτη του πλανήτη, η δυναμική των πραγμάτων γύρω από την πανδημία είναι λίγο ως πολύ ίδια.

Η μόνη διαφοροποίηση που καταγράφεται είναι στο πως η κάθε χώρα και ο κάθε ηγέτης την προσεγγίζουν. Αν, δηλαδή, βλέπουν κατάματα την πραγματικότητα και είναι έτοιμοι να την αντιμετωπίσουν. Ή αν, από αναλυτική ανεπάρκεια ή από λαϊκίστικη και συνωμοσιολογική διάθεση, κατασκευάζουν μια δική του «πραγματικότητα» που ουσιαστικά είναι μη πραγματικότητα.

Μελετώντας, λοιπόν, τη διεθνή πραγματικότητα, που είναι η μόνη που μπορεί να μας δώσει τα απαραίτητα ερμηνευτικά εργαλεία για την κατανόηση όσων ζούμε, σε εκείνο που αναμφίβολα καταλήγει κανείς είναι η ανάγκη για μια πανστρατιά πειθούς υπέρ της ανάγκης των εμβολιασμών. Μια πανστρατιά με εστίαση όχι τόσο προς τους απόλυτους αρνητές, που όλα δείχνουν ότι είναι χαμένες περιπτώσεις, όσο προς εκείνους που απλώς ανησυχούν για την ασφάλεια των εμβολίων ή αμφιβάλλουν για την αποτελεσματικότητά τους.

Με τον δικό της τρόπο, η οικογένεια της αδικοχαμένης Αλέκας από τα Γιάννενα μάς έδειξε τον δρόμο που πρέπει να βαδίσουμε. Ένας δρόμος που δεν είναι άλλος από το να αντιμετωπίζουμε κατάματα την πραγματικότητα και να μαχόμαστε για να την αλλάξουμε. Ας ελπίσουμε ότι το παράδειγμά τους θα βρει μιμητές, έτσι ώστε τον δρόμο που άνοιξαν αυτοί οι απλοί άνθρωποι να τον βαδίσουν οι κάθε λογής –πολιτικοί, θρησκευτικοί, πνευματικοί και όποιοι άλλοι- ταγοί.

Δίχως απειλές έναντι οιουδήποτε και χωρίς να κουνούμε το δάχτυλο σε κανέναν, όσοι εκφράζουμε δημόσιο λόγο, από το βήμα της Βουλής και τον εκκλησιαστικό άμβωνα και από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης έως τις καθημερινές επαφές με τον περίγυρο μας, έχουμε ιερό καθήκον και υποχρέωση να μη σιωπούμε και να στρατευθούμε στον αγώνα υπέρ των εμβολιασμών.

Οι καιροί ου μενετοί!

Παρασκευή 2 Ιουλίου 2021

Απαιτούνται πολλές συγγνώμες

 

            Οι άνθρωποι γενικώς την έχουμε πολύ δύσκολη τη συγγνώμη. Αν και δεν ζούμε σε έναν κόσμο αλάνθαστων όντων, είναι λίγοι εκείνοι που στην καθημερινή ζωή έχουν τη δύναμη να αναγνωρίσουν λάθη και το θάρρος να ζητήσουν συγγνώμη για λανθασμένες ενέργειες, συμπεριφορές ή εκτιμήσεις. Στην πολιτική τα πράγματα είναι ακόμη χειρότερα αφού η αναγνώριση λαθών είναι κάτι πολύ σπάνιο και η έκφραση συγγνώμης αποτελεί είδος σε πλήρη ανεπάρκεια.

            Είναι άκρως χαρακτηριστική η περίπτωση του Σταύρου Παπασταύρου, του συμβούλου του πρώην πρωθυπουργού Αντώνη Σαμαρά, ο οποίος έπειτα από δικαστικές περιπέτειες που διήρκεσαν μια ολόκληρη εξαετία απαλλάχθηκε από όσα του είχαν καταμαρτυρήσει οι αντίπαλοι του πολιτικού του προϊσταμένου για παράνομες εμπλοκές στη διαβόητη «λίστα Lagarde» και τα περίφημα «PanamaPapers».

Από το βήμα του πρωθυπουργού, ο Αλέξης Τσίπρας είχε, ως μη όφειλε, υιοθετήσει πλήρως τα καταγγελλόμενα κατά του Παπασταύρου. Φαίνεται, μάλιστα, πως ήταν τόσο πεπεισμένος (;) για την ενοχή του που συγκατένευσε όταν ο τότε αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης Κυριάκος Μητσοτάκης τον προκάλεσε να δεσμευτεί ότι θα ζητήσει συγνώμη εφόσον η δικαστική έρευνα θα κατέρριπτε τις εις βάρος του κατηγορίες.

Εκείνη η ώρα ήρθε τώρα, αφού είναι γνωστή η… ταχύτητα με την οποία κινείται η ελληνική Δικαιοσύνη ακόμη και όταν πρόκειται για μείζονες δικαστικές υποθέσεις με έντονο αντίκτυπο στην πολιτική ζωή του τόπου. Ο τότε πρωθυπουργός, όμως, αντί της συγγνώμης που είχε υποσχεθεί και την οποία, ούτως ή άλλως, οφείλει γιατί δεν ήταν στα καθήκοντα να αποφαίνεται ποιος είναι ή δεν είναι ένοχος, προτίμησε τη σιωπή.

Κακά τα ψέματα, όμως, η στάση του κ. Τσίπρα δεν εκπλήσσει. Ο Σταύρος Παπασταύρου, άλλωστε, δεν ήταν ο μόνος που στοχοποιήθηκε αδίκως από αξιωματούχους της κυβέρνησης των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ. Τι να πρωτοθυμηθεί κανείς; Το εκδικητικό και αναιτιολόγητο άνοιγμα των λογαριασμών του Κώστα Σημίτη; Ή τον απίστευτο δικαστικό Γολγοθά του επικεφαλής της ΕΛΣΤΑΤ Ανδρέα Γεωργίου;

Και τι να ξεχάσουμε από όσα απίθανα σκαρφίστηκαν την προηγούμενη δεκαετία διάφοροι πολιτικοί σαλτιμπάγκοι για να αναρριχηθούν στην εξουσία; Τις πολύχρονες περιπέτειες του Ανδρίκου Παπανδρέου ο οποίος προσπαθούσε να αποδείξει ότι δεν αγόρασε ασφάλιστρα κινδύνου (CDS) για τη χρεωκοπία της χώρας στην οποία τάχατες ήθελε να οδηγήσει ο αδελφός του; Ή την επιστράτευση κουκουλοφόρων μαρτύρων για τον διασυρμό και την ηθική εξόντωση κορυφαίων προσώπων της «απέναντι πλευράς», όπως ο Αντώνης Σαμαράς, ο Ευάγγελος Βενιζέλος, ο Γιάννης Στουρνάρας και ο Παναγιώτης Πικραμένος που βρέθηκαν «στα μανταλάκια» ως δήθεν εμπλεκόμενοι στο σκάνδαλο Novartis πριν να απαλλαγούν πανηγυρικά;

Είναι, λοιπόν, πολλές οι συγγνώμες που θα έπρεπε να ζητήσουν ο Αλέξης Τσίπρας και οι νυν και πρώην συνεργάτες του για τις άκομψες, αντιθεσμικές αλλά και σε πολλές περιπτώσεις παράνομες ενέργειες στις οποίες επιδόθηκαν εναντίον όσων εκείνοι θεωρούσαν ότι αντιστρατεύονταν το πάθος τους για να αποκτήσουν αρχικά και εν συνεχεία για να διατηρήσουν την εξουσία. Και το μόνο σίγουρο είναι ότι αν, άρχιζαν να ζητούν συγγνώμες, δεν θα μπορούσαν να σταματήσουν στον Παπασταύρου.

Αν, πάντως, αποφάσιζαν κάποια στιγμή να το κάνουν, θα ήταν ίσως καλύτερο για τους ίδιους τη μεγαλύτερη συγγνώμη να τη ζητήσουν από τον ελληνικό λαό. Και, ακόμη καλύτερα από όσους τους πίστεψαν και έγιναν ψηφοφόροι τους επειδή τους «δηλητηρίαζαν» επί χρόνια. Και το έκαναν χρησιμοποιώντας το άκρως αντιπολιτικό και απολύτως λαϊκίστικο «δηλητήριο» ότι τα προβλήματα της χώρας οφείλονταν αποκλειστικά και μόνον στο γεγονός ότι οι αντίπαλοι τους ήταν διεφθαρμένοι. Οπότε, όλα θα λύνονταν δια μαγείας, αν, κατά την… Πολάκεια έκφραση, «κλείναμε κάποιους στη φυλακή».

Αλλά για να μην τα φορτώνουμε όλα στον Παύλο Πολάκη, προσωπικά δεν θα ξεχάσω ποτέ την έκπληξη που αισθάνθηκα όταν άκουσα τον ανταγωνιστή του στα Χανιά Γιώργο Σταθάκη, ο οποίος ήταν και πανεπιστημιακός δάσκαλος, να απαντά στο ερώτημα «που θα βρει η παράταξή του τα 12 δισ. ευρώ για να εφαρμόσει το περίφημο Πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης» με την παράθεση μιας απλής αριθμητικής πράξης: «Τρεις τέσσερις δώδεκα».

Είχε αμέσως μετά ο ίδιος εξηγήσει, αφήνοντας άφωνους τους συνομιλητές του, ότι υπολόγιζε σε πρόσθετα έσοδα του Δημοσίου τα οποία θα προέχονταν ως εξής: τρία δισ. από τη φοροδιαφυγή, τρία από την πάταξη του λαθρεμπορίου, τρία από τη λίστα «λίστα Lagarde» και άλλα τρία από την εν γένει καταπολέμηση της διαφθοράς. Επρόκειτο, εν ολίγοις, για τη «λογική» του «τρεις το λάδι, τρεις το ξύδι, έξι το λαδόξυδο» που αποτυπώνεται στη σχετική λαϊκή παροιμία.

«Λογική» την οποία, δυστυχώς, κατάπιαν αμάσητη εκατομμύρια συνέλληνες. Και η οποία, αν θέλετε, ήταν αυτή που έκανε πολύ μεγαλύτερη ζημιά από την ενορχήστρωση των συκοφαντικών επιθέσεων κατά των πολιτικών αντιπάλων τους, αφού έπεισε πολύ κόσμο ότι αρκεί να πεις «όχι» σε ένα ψευτοδημοψήφισμα, σαν αυτό που έγινε τέτοιες μέρες πριν από έξι χρόνια, για να σε… παρακαλούν οι άλλοι για να σε δανείσουν. Η συνέχεια είναι γνωστή σε όλους μας…

Υ.Γ.: Εννοείται ότι αν αθωωθεί ο πρώην υπουργός του ΣΥΡΙΖΑ Νίκος Παπάς που εγκαλείται από τους δικούς του αντιπάλους για παράβαση καθήκοντος, επειδή έκανε όσα έκανε με τον διαγωνισμό για τις τηλεοπτικές άδειες, οι τωρινοί διώκτες του θα πρέπει να εκφράσουν απερίφραστα τη συγγνώμη τους.