Συνολικές προβολές σελίδας

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Μέρκελ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Μέρκελ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη 2 Αυγούστου 2018

Όταν τελειώνει η «ρέντα» ενός 44χρονου



Κακώς εκπλήσσονται, όσοι εκπλήσσονται, με τον ισχυρισμό περί της ηλικίας του πρωθυπουργού που προέβαλε ο στενός του συνεργάτης Χριστόφορος Βερναρδάκης για να υπερασπιστεί το… ακαταλόγιστο που (πρέπει να) έχει ο Αλέξης Τσίπρας για την εθνική τραγωδία στην οποία οδήγησαν οι ασυγχώρητες αστοχίες και τα εγκληματικά λάθη όσων είχαν την ευθύνη να αναχαιτίσουν την καταστροφική πυρκαγιά στο Μάτι και να περιορίσουν τις συνέπειες από την ανεξέλεγκτη επέκτασή της.
            «Να μην βάλλεται ένας άνθρωπος, ο οποίος είναι 44 ετών και έχει φορτωθεί όχι μόνο τις πολεοδομικές, χωροταξικές αδυναμίες της πολιτικής προστασίας, τις αδυναμίες πυρόσβεσης, αλλά και το οικονομικό έγκλημα που έχει συντελεστεί απέναντι στη χώρα, αλλά και το έγκλημα στο κοινωνικό κράτος», μας προέτρεψε ο ρέκτης υπουργός Επικρατείας δικαιολογώντας έτσι και τον ρόλο του υπεύθυνου για την στρατηγική της κυβέρνησης.
            Τα όσα είπε δημόσια ο κ. Βερναρδάκης είναι αποκαλυπτικά για τις νοοτροπίες που επικρατούν στον πρωθυπουργικό περίγυρο και για τις απόψεις που ενστερνίζονται όσοι συμβουλεύουν τον κ. Τσίπρα. Εξηγούν, ταυτόχρονα, πολλές από τις αποφάσεις που παίρνονται στον στενό πυρήνα του Μεγάρου Μαξίμου και που όλοι εμείς οι «απέξω» αδυνατούμε να αντιληφθούμε.
            Τίθεται, για παράδειγμα, αυτές τις μέρες από πολλές πλευρές –καλοπροαίρετα και μη- το ερώτημα: Είναι δυνατόν να ήξεραν για νεκρούς στη σύσκεψη, υπό τον πρωθυπουργό, που έγινε στο Συντονιστικό της Πυροσβεστικής τη νύκτα της «Μαύρης Δευτέρας» και να προσπάθησαν να τους κρύψουν; Η απάντηση είναι, δυστυχώς, καταφατική. Ναι, ήξεραν. Και, ναι, προσπάθησαν να το αποκρύψουν.
Καλοπροαίρετοι και μη, δικαίως επανέρχονται με το επόμενο ερώτημα που ευλόγως ακολουθεί είναι: Μα, γιατί να το κάνουν; Κρύβονται οι νεκροί; Η απάντηση είναι προφανής: Όχι, δεν κρύβονται. Μόνον, όμως, που πρόκειται για μια απάντηση που υπακούει στην κοινή λογική. Και η κοινή λογική είναι είδος εν ανεπαρκεία στον τρόπο που ασκούν την πολιτική οι νυν κυβερνώντες.
Μπορούν, για παράδειγμα, άνθρωποι που εμφορούνται από κοινή λογική να διατείνονται ότι αν πουν «όχι» στους ξένους, εκείνοι «θα μας παρακαλούν να μας δανείσουν»; Μπορούν να καλούν τους πολίτες σε δημοψήφισμα και αφού παίρνουν το αποτέλεσμα το οποίο ζητούν, να κάνουν αμέσως μετά το ακριβώς αντίθετο;
Επί σειρά ετών, και πάντως από την περίοδο που ήταν στην αντιπολίτευση, τα πρόσωπα τα οποία έχουν την ευθύνη διακυβέρνησης της χώρας επιδίδονται σε μια μάλλον συστηματική εξαπάτηση των πολιτών. Δεν υπάρχει τομέας της δημόσιας ζωής στον οποίο να μην είναι ανακόλουθοι με τις τερατώδεις υποσχέσεις που έδιναν ή που τα «έργα» τους να μην αναιρούν τα λόγια τους.
Τι να θυμηθεί και τι να ξεχάσει κανείς; Τα Μνημόνια που καταργούνται με ένα νόμο και ένα άρθρο; Τους αντιμνημονιακούς που μαζεύουν καλύτερα τα σκουπίδια; Τις αγορές που θα χορεύουν; Τις… σκοτεινές δυνάμεις που ήθελαν να εξαγοράσουν βουλευτές των ΑΝΕΛ; Τα παιδάκια που λιποθυμούσαν στα σχολεία; Τις ντιρεκτίβες του Ινστιτούτου Φλωρεντίας για να κλείσουν τα ενοχλητικά κανάλια; Τις περιβόητες «λίστες» με τους θησαυρούς στο εξωτερικό από τις οποίες θα είχαμε εισπράξεις μεγαλύτερες και από τη φαντασία του Σώρρα;
Eίναι ατελείωτος κατάλογος με τους ανούσιους βερμπαλισμούς, τις μπούρδες και τις σαχλαμάρες, που βαφτίζονταν «ευφυείς πολιτικές κινήσεις». Η καταγραφή τους θα χρειαζόταν, δίχως υπερβολή, τόμους ολόκληρους για να αποτυπωθεί στην ολότητά τους. Διότι και άλλοι πολιτικοί έχουν, αναμφίβολα, δώσει ανεκπλήρωτες υποσχέσεις, πλην, όμως, τόσες ψευδαισθήσεις, αυταπάτες, φαντασιώσεις και ωμά ψέματα δεν έχει γνωρίσει η πολιτική ζωή όχι μόνον στη χώρα μας αλλά στον πλανήτη ολόκληρο.
Κατά έναν παράδοξο τρόπο, ωστόσο, αρκετοί συνέλληνες έδειχναν μαγεμένοι από το ψέμα και εμφανίζονταν εθισμένοι στην εξαπάτηση την οποία υφίσταντο μπροστά στα μάτια τους. Όσο πιο υπερβολικές υποσχέσεις έδιναν οι ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ –τα πετρέλαια που θα μας ξεχρέωναν δια μας, οι αγωγοί με τα ρούβλια ή οι γερμανικές επανορθώσεις που θα μας έκαναν πλούσιους, αρκεί να τις ζητούσε κάποιος από τη Μέρκελ-, τόσο περισσότεροι πείθονταν ότι τα πράγματα ήταν εύκολα. Ότι δεν χρειαζόταν καμία προσπάθεια, ούτε αλλαγές ή μεταρρυθμίσεις, όπως ζητούσαν οι ξένοι και τα εγχώρια… «μίσθαρνα όργανά» τους.
Ακριβώς αυτές, όμως, οι θέσεις, οι απόψεις και, κυρίως, οι νοοτροπίες που οδήγησαν στην εκλογική εκτίναξη των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ, ενείχαν και τον σπόρο της καταστροφής τους. Ήταν, με άλλα λόγια, η «αχίλλειος πτέρνα», που άργησε μεν να αποκαλυφθεί, αλλά όταν ήρθε η ώρα της αποκάλυψης, το αποτέλεσμα δεν μπορούσε παρά να είναι… θανατηφόρο.
Ο συνδυασμός κυνικότητας και αλαζονείας που μέχρι πρότινος φαινόταν να τους περιβάλει με τον μανδύα του άτρωτου, μετατρέπεται πλέον σε απόλυτο μειονέκτημα. Και ίσως να μη χρειαζόταν η εκτατόμβη των θυμάτων για να γίνει κοινό κτήμα και στους πλέον «άπιστους Θωμάδες» που δεν ήθελαν να πιστέψουν ότι εξαρχής είχαμε να κάνουμε με ένα άτακτο σώμα ανίκανων πολιτικάντηδων οι οποίοι δεν είχαν και δεν απέκτησαν ποτέ καμία εμπειρία διοίκησης. 
Εκείνο που περισσότερο από ο,τιδήποτε άλλο καθίσταται σαφές μετά τα τελευταία δραματικά γεγονότα είναι ότι ο Αλέξης Τσίπρας και οι συνεργάτες του αποτελούν θύματα του ίδιου του εαυτού τους. Θύματα της ευκολίας με την οποία ανέλαβαν την εξουσία. Είναι όπως οι νεόπλουτοι και κυρίως όσοι εξ αυτών πλούτισαν κερδίζοντας στο λαχείο που έχουν εμπεδωμένη αντίληψη ότι η εύνοια της τύχης -η «ρέντα», κατά το κοινώς λεγόμενο- θα είναι παντοτινή. Και γι΄ αυτό πιστεύουν ότι δεν χρειάζεται να κάνουν κάτι για να διαφυλάξουν τα κεκτημένα, παρά να συνεχίσουν να ρισκάρουν.
Επειδή, όμως, η τύχη δεν είναι αιώνια, υπάρχει ένα σημείο καμπής κατά το οποίο ακόμη και οι… 44χρονοι πρωθυπουργοί έρχονται αντιμέτωποι με την αμείλικτη πραγματικότητα. Εκεί βρισκόμαστε τώρα. Στη φάση που ο κ. Τσίπρας, ο οποίος θεωρούσε τον εαυτό του… αιώνιο νικητή, δεν μπορεί να αντιληφθεί πόσο σωτήριο θα ήταν αν άλλαζε τακτική και έλεγε από την αρχή όλη την αλήθεια για όσα δραματικά συνέβησαν στην Ανατολική Αττική. Στη φάση που δεν καταλαβαίνει πόσο λάθος να είναι να υποτάσσονται τα πάντα στους επικοινωνιακούς ελιγμούς, όπως τον έπεισαν οι… Βερναρδάκηκες που τον ανακήρυξαν σε… εξπέρ παγκόσμιας εμβέλειας.
Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο –με τη δική του ή όχι συναίνεση, λίγη σημασία έχει- έγινε η άθλια απόπειρα συγκάλυψη της πραγματικότητας στο Μάτι. Το έχουν κάνει –επιτυχώς, είναι η αλήθεια- εκατοντάδες φορές ως τώρα. Μόνον που δεν μπορεί να το κάνουν για πάντα. Και, πάντως, όχι με άλλοθι τη «ρέντα». Ούτε, φυσικά, την ηλικία.    

Πέμπτη 28 Σεπτεμβρίου 2017

Ο χερ Σόιμπλε ήταν… «μια κάποια λύσις»



            Σε καμία άλλη χώρα της Ευρώπης δεν πρέπει να υπήρξε τέτοιου είδους… ενδιαφέρον όπως αυτό που φαίνεται ότι εκδηλώθηκε στην Ελλάδα για το τι θα συμβεί με τις εκλογές στη Γερμανία, ποια κυβέρνηση θα σχηματιστεί και ποιοι θα είναι στα βασικά υπουργεία. Προφανώς και για τους άλλους ευρωπαϊκούς λαούς έχει μεγάλη σημασία ποιον δρόμο θα ακολουθήσει η ισχυρότερη οικονομικά -και άρα πολιτικά- χώρα της ηπείρου μας, η χώρα που οι αποφάσεις τις οποίες παίρνει η ηγεσία της διαδραματίζουν καθοριστικό ρόλο για τα ευρωπαϊκά, ου μην αλλά και τα παγκόσμια, τεκταινόμενα.
Από το Ταλίν ως τη Βαλέτα και από Πεκίνο ως την Ιερουσαλήμ, όλες οι σοβαρές πολιτικές ηγεσίες αναγνωρίζουν ότι οι εξελίξεις που σημειώνονται στο Βερολίνο έχουν επιπτώσεις και στη δική τους μοίρα. Γι΄ αυτό και είναι σφόδρα πιθανό ότι η καθεμιά εξ αυτών έκανε τις δικές της αναλύσεις για τα επερχόμενα μετά τις κάλπες της περασμένης Κυριακής και ενδεχομένως είχαν και τις προτιμήσεις τους για το ποια από τις πολιτικές δυνάμεις που αναμετρήθηκαν θα αναλάμβανε τα ηνία.
Με εξαίρεση, ωστόσο, την Αθήνα, σε καμία άλλη πρωτεύουσα οι κυβερνώντες δεν διεκήρυξαν δημοσίως τις προτιμήσεις τους, όπως έκανε ο αρχηγός της κυβέρνησης των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ Αλέξης Τσίπρας που πήρε θέση υπέρ του Μάρτιν Σουλτς. Ο πρωθυπουργός της Ελλάδος είναι ο μοναδικός υψηλόβαθμος πολιτικός στον πλανήτη που εκτίμησε –λανθασμένα, ως συνήθως…- ότι ο ηγέτης των γερμανών σοσιαλδημοκρατών και τέως πρόεδρος του Ευρωκοινοβουλίου θα κέρδιζε τις εκλογές ή έστω θα ενίσχυε τη θέση του. Και, ως εκ τούτου, θα εκπαραθυρωνόταν από το υπουργείο Οικονομικών ο -κατά τις αναλύσεις των ΣΥΡΙΖΑίων- «κακός δαίμονας της Ελλάδας» που ακούσει στο όνομα Βόλφγκανγκ Σόιμπλε.
Καταναλώθηκε όλους τους προηγούμενους μήνες πάρα πολύ λιβάνι για να επαινεθούν από τα κυβερνητικά λιβανιστήρια οι αυταπάτες του Αλέξη Τσίπρα περί της επερχόμενης αλλαγής των συσχετισμών στο Βερολίνο, σύμφωνα με τις επιθυμίες του. Αυταπάτες που συνοδεύονταν από τις φαντασιώσεις ότι με το τέλος των εκλογών θα άνοιγε ο δρόμος για το πολυθρύλητο «κούρεμα του χρέους». Κάτι το οποίο μπορεί όλοι να το απορρίπτουν ως προοπτική, αλλά για τους συγγραφείς των προπαγανδιστικών non paper παραμένει ύψιστος εθνικός στόχος. Κάτι σαν τη… «Μεγάλη Ιδέα» των πιο μικρόνοων που κλήθηκαν να διαχειριστούν τις τύχες της άμοιρης τούτης χώρας εδώ και αρκετές δεκαετίες.
Αλλά για να έχουμε ένα μέτρο της μεγαλοφυΐας όσων μας κυβερνούν, δεν πρέπει να παραλείψουμε την επισήμανση ότι, σύμφωνα με διαρροές «αρμοδίων», τρόπος του λέγειν, παραγόντων, η μεγάλη αύξηση των μεταναστευτικών ροών που παρατηρήθηκε τις προηγούμενες ημέρες αποδιδόταν στις γερμανικές  εκλογές. Ισχυρίζονταν οι νε λόγω παράγοντες πως τάχα «η Μέρκελ δεν θέλει να πάρει τώρα άλλους πρόσφυγες για προεκλογικούς λόγους επειδή κινδυνεύει να χάσει ψήφους από το ακροδεξιό AfD». Και επιχειρηματολογούσαν σοβαρά –με όποια σοβαρότητα τους διακρίνει- ότι «μόλις γίνουν οι εκλογές αυτό θα αλλάξει και όσοι φθάνουν στην Ελλάδα θα παίρνουν χαρτιά ασύλου για το Βερολίνο…».
Απεδείχθη, βεβαίως, ότι συνέβαινε το ακριβώς αντίθετο, αφού οι γερμανικές κάλπες, αντί για τα «ανοιχτά σύνορα», όπως φαντασιώνονταν οι ΣΥΡΙΖΑίοι, έφεραν μάλλον το ασφυκτικότερο σφράγισμά τους. Διότι δεν είναι μόνον η ενίσχυση της ακροδεξιάς που σχεδόν μοιραία οδηγεί προς αυτή την κατεύθυνση, είναι και οι προτάσεις του γάλλου Προέδρου Μακρόν που κινούνται στην ίδια ρότα. Γι  αυτό και οι αυξημένες ροές του τελευταίου διαστήματος δείχνουν ότι οι απελπισμένοι του πλανήτη που κυνηγούν το ευρωπαϊκό όνειρο είναι πολύ πιο ευφυείς από τους ασκούντες μεταναστευτική πολιτική στην Αθήνα. Πώς; Κατάλαβαν ότι η ώρα που τα σύνορα θα κλείσουν πλησιάζει και έσπευσαν μήπως προλάβουν. 
Τα πράγματα είναι ακόμη χειρότερα με την μεγάλη πολιτική επένδυση που είχαν κάνει οι ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ στη μετακίνηση του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε από το γερμανικό υπουργείο Οικονομικών. Όποιος και αν είναι ο αντικαταστάτης του ανθρώπου ο οποίος χάραζε την οικονομική πολιτική της ευρωζώνης την τελευταία οκταετία, τίποτε δεν προοιωνίζεται ότι η απουσία του από τις συνεδριάσεις του Eurogroup θα αλλάξει την οικονομική μας μοίρα, όπως ήθελαν να πιστεύουν πάμπολλοι συνέλληνες οι οποίοι θεωρούσαν ότι για όλα τα δεινά που μας συμβαίνουν εκείνος ήταν ο μοναδικός υπαίτιος…
Χωρίς να είναι βέβαιο ότι θα εκπληρωθεί η προφητεία του ίδιου του Σόιμπλε ότι εμείς οι Έλληνες κάποια στιγμή στο μέλλον θα του στήσουμε ανδριάντα, εκείνο που ουδείς νουνεχής μπορεί να αμφισβητήσει είναι ότι η πάλαι ποτέ πολυπόθητη για τον κ. Τσίπρα αλλαγή φρουράς στο γερμανικό υπουργείο μπορεί να αλλάξει τα δεδομένα επ΄ ωφελεία του ελληνικού λαού. Με μια ίσως εξαίρεση: το γεγονός ότι η αντικατάστασή του αποτελέσει την αφορμή για να καταρριφθούν πολλοί μύθοι που καλλιεργήθηκαν τα προηγούμενα χρόνια και να πέσουν πολλές μάσκες άλλων ευρωπαίων παραγόντων που μας… πουλούσαν αλληλεγγύη γνωρίζοντας ότι και για τα συμφέροντα των δικών τους χωρών θα καθάριζε ο «σκληρός χερ Σόιμπλε». 
Το πιθανότερο, άλλωστε, είναι ότι στην περίπτωση της μετακίνησης του γερμανού πολιτικού από το υπουργείο Οικονομικών στην προεδρία της Βουλή ή όπου αλλού τελικώς πάει, ισχύει απολύτως η αποστροφή του Καβάφη στο εμβληματικό ποίημα «Περιμένοντας τους βαρβάρους», που κλείνει με τον στίχο: «Και τώρα τι θα γένουμε χωρίς βαρβάρους. Οι άνθρωποι αυτοί ήσαν μια κάποια λύσις».
Όντως, ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε υπήρξε όλα αυτά τα χρόνια «μια κάποια λύσις» για τους εγχώριους και μη… (αυτ)απατεώνες. Τώρα θα πρέπει να αναζητήσουν άλλον φαντασιακό «βάρβαρο» για να δικαιολογήσουν τα ψέματα, τις ψευδαισθήσεις, τις φαντασιώσεις και τις αυταπάτες που καλλιέργησαν και, δυστυχώς, συνεχίζουν να καλλιεργούν.

Παρασκευή 16 Ιουνίου 2017

Οι «στραβές», η Ύβρις και η Νέμεσις



            Αν πιστέψουμε την κυβέρνηση και τα φερέφωνά της, οι επικείμενες αποφάσεις των εταίρων και δανειστών είναι καθοριστικές για το μέλλον της χώρας. Ο ίδιος, μάλιστα, ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας αρθρογράφησε σε δύο μεγάλες εφημερίδες, τη γαλλική «Le Monde» και τη γερμανική «Die Welt», για να ισχυριστεί ότι δεν είναι μόνον το δικό μας μέλλον που διακυβεύεται στο επικείμενο Eurogroup. Είναι ολόκληρο το ευρωπαϊκό οικοδόμημα που θα κριθεί και το ευρωπαϊκό ιδεώδες που θα απειληθεί να… «σβήσει».
            Για όσους εξακολουθούν να τις παίρνουν τοις μετρητοίς, οι φράσεις του πρωθυπουργού ήταν πολύ χαρακτηριστικές: «Μια ουσιαστική συνάντηση θα λάβει χώρα τις επόμενες μέρες. Ιστορική για την Ευρώπη, για την δημοκρατική Ευρώπη για μία Ευρώπη της ανάπτυξης», ήταν αυτολεξεί οι πομπώδεις διατυπώσεις που χρησιμοποίησε.
Διαλύοντας τυχόν αμφιβολίες ότι δεν τα έλεγε όλα αυτά για μια από τις πάμπολλες συνεδριάσεις του Eurogroup με αντικείμενο το ελληνικό πρόγραμμα , συμπλήρωνε τα εξής δραματοποιημένα λόγια: «Είμαστε γεμάτοι από ελπίδα και προσδοκία για αυτή τη συνάντηση των υπουργών Οικονομικών. Γιατί έχουμε κάνει όσα οφείλουμε και συνεχίζουμε στον ίδιο ευρωπαϊκό δρόμο. Στον δρόμο του σεβασμού των κανόνων του κοινού μας σπιτιού. Και το ίδιο περιμένουμε από τους δανειστές μας. Να σεβαστούν τους κανόνες που οι ίδιοι έγραψαν. Να σεβαστούν τη χώρα μου. Να σεβαστούν την Ελλάδα».
            Σε εξίσου δραματικούς τόνους, ο κ. Τσίπρας κατέληγε στο επίμαχο άρθρο του, απευθύνοντας –σε ποιους άραγε;- τις ακόλουθες παραινέσεις: «Να μην επιτρέψουμε να μιλήσουν οι προκαταλήψεις, τα στερεότυπα και η μνησικακία που τόσο κακό έκαναν και συνεχίζουν να κάνουν κακό στην Ευρώπη. Ας εμπιστευτούμε τον ορθό λόγο, ας εμπιστευτούμε τα γεγονότα.  Για να εμπνευστούμε και να εμπνεύσουμε τους ευρωπαϊκούς λαούς. Το χρειάζονται και το χρειαζόμαστε!».
            Αν, όμως, τα πράγματα είναι όντως τόσο κρίσιμα και τόσο καθοριστικά, η πρωθυπουργική αρθρογραφία σε δύο έγκυρες καθόλα ευρωπαϊκές εφημερίδες είναι το μέτρο που αντιστοιχεί στις –κατά τα δικά του λεγόμενα- «ιστορικές» περιστάσεις; Μήπως άλλη θα έπρεπε να ήταν η αντιμετώπιση αν ίσχυαν όλα όσα με τόσο δραματικό τρόπο περιγράφει ο κ. Τσίπρας; Εκτός και αν αυτή είναι η μόνη καταφυγή επειδή έχει προηγηθεί τόσο μεγάλη κατάχρηση των μέσων που μπορεί να έχει στη διάθεσή της μια κυβέρνηση που ενδιαφέρεται για την ουσία των πραγμάτων και όχι για το επικοινωνιακό τους περίβλημα και τον πρόσκαιρο ψηφοθηρικό αντίκτυπο.   
            Τον περασμένο Δεκέμβριο, για παράδειγμα, που ο κ. Τσίπρας αποφάσισε να μοιράσει μέρος από το «αιματοβαμμένο» υπερπλεόνασμα, ζήτησε να πάνε οι κάμερες στο Μέγαρο Μαξίμου για να απευθύνει διάγγελμα στον ελληνικό λαό και να καλέσει τους πολίτες να πανηγυρίσουν για τη «13η σύνταξη» που δεν ήταν ακριβώς «13η σύνταξη», όπως ομολογήθηκε από την έγγραφη συγγνώμη που υποχρεώθηκε να ζητήσει από τους πιστωτές ο άμοιρος Ευκλείδης Τσακαλώτος.
Λίγο καιρό αργότερα, όταν στην κυβερνητική ηγεσία είχαν –για μια ακόμη φορά- την ψευδαίσθηση ότι είχε έρθει η ανάπτυξη και είχε τερματιστεί τη λιτότητα, ο πρωθυπουργικός περίγυρος σκηνοθέτησε ανοικτή συνεδρίαση του υπουργικού συμβουλίου, το οποίο είχε μήνες να συγκληθεί, με μόνο στόχο να κηρυχθούν και πάλι πανηγυρισμοί που, όμως, ματαιώθηκαν αμέσως μετά όταν έγιναν γνωστά τα περί του αντιθέτου πρώτα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ.
Ήταν η εποχή που ο προπαγανδιστικός μηχανισμός του Μαξίμου εξέδιδε διθυραμβικά non paper για τις επικοινωνίες ρου πρωθυπουργού με την… γοητευμένη Άνγκελα Μέρκελ. Και  η περίοδος κατά την οποία ο κ. Τσίπρας ένοιωθε τόσο «άτρωτος» ώστε πήγαινε στη Βουλή και κομπορρημονούσε κατά των πολιτικών του αντιπάλων που πίστευε ότι δεν τολμούσαν να τον αντιμετωπίσουν. Τους λοιδορούσε, τους υποτιμούσε και τους προκαλούσε να του κάνουν ερωτήσεις στην «ώρα πρωθυπουργού» που αποφάσισε να ενεργοποιήσει για μερικές εβδομάδες.
Στην προ μηνός τελευταία μεγάλη κοινοβουλευτική αντιπαράθεση που είχε με τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης Κυριάκο Μητσοτάκη, κατά την ψήφιση των διαβόητων μέτρων και αντίμετρων που υποτίθεται ότι θα άνοιγαν τον δρόμο για τη ρύθμιση του χρέους, η οποία θα ήταν τόσο καλή που θα τον υποχρέωνε να φορέσει γραβάτα, ο κ. Τσίπρας με περίσσεια οίηση έλεγε υποτιμητικά προς τον πρόεδρο της ΝΔ: «Ξέρετε μου έρχεται στο μυαλό ένα κουίζ που μας έβαζαν όταν ήμασταν μικρά παιδάκια στο σχολείο που μας ρωτούσαν: “Τι είναι πιο βαρύ; Ένα κιλό σίδερο ή ένα κιλό βαμβάκι;”. Είμαι σίγουρος, κύριε Μητσοτάκη, ότι δεν θα απαντούσατε σωστά σε αυτό το κουίζ, όταν ήσασταν παιδί!».
Στις τέσσερις εβδομάδες, ωστόσο, που παρήλθαν έκτοτε, τα πράγματα άλλαξαν άρδην. Ο κ. Τσίπρας και η κυβέρνησή του δεν προλαβαίνουν να μετρούν «στραβές», για να χρησιμοποιήσουμε την έκφραση που επιστράτευσε ο ανεκδιήγητος υφυπουργός για να περιγράψει τη δραματική τροπή που μπορούν να λάβουν τα γεγονότα όταν χάνεται το μέτρο, περισσεύει η αλαζονεία και απουσιάζουν παντελώς το σχέδιο και η πρόληψη.
Γι΄ αυτό και τις προηγούμενες ημέρες τα καινούργια προαπαιτούμενα που έβαλαν στο τραπέζι οι πιστωτές ψηφίστηκαν χωρίς να τολμήσει καν να λάβει τον λόγο ο κ. Τσίπρας που όταν ήταν στα «πάνω» του πήγαινε στη Βουλή ακόμη και για να υποστηρίξει με θράσος χαριστικές (ν)τροπολογίες για φίλιους επιχειρηματίες.
Για πανηγυρικά διαγγέλματα προς τον ελληνικό λαό, ούτε λόγος φυσικά. Πόσω μάλλον που το υπουργικό συμβούλιο συγκλήθηκε για πρώτη φορά χωρίς κάμερες και σχεδόν στα κρυφά μόνον και μόνον για να βγει προς τα έξω η διαρροή ότι αν δεν υπάρξει ικανοποίηση στο Eurogroup το ζήτημα της απόσπασης μιας διαφορετικής διατύπωσης για το χρέος θα τεθεί –σιγά τα αίματα!- στη Σύνοδο Κορυφής.
Σε κάθε περίπτωση, ό,τι και να γίνει στο Eurogroup, oι «στραβές» που ήρθαν για τον κ. Τσίπρα και την κυβέρνησή του, όπως και αυτές που θα ακολουθήσουν, δεν είναι παρά απότοκο της αλαζονικής Ύβρεως που –με την αρχαιοελληνική έννοια- χαρακτηρίζει από την αρχή ως το τέλος την διακυβέρνησή τους. Και που δεν χρειάζεται να είναι κανείς μανιχαϊστής για να υποστηρίξει ότι αναπότρεπτα θα βρισκόταν αργά ή γρήγορα αντιμέτωποι με τη Νέμεση.

Πέμπτη 25 Μαΐου 2017

Οι ατελείωτες αυταπάτες και οι ανελέητες ψυχρολουσίες



            Δεν χρειαζόταν, ίσως, η νέα ανελέητη ψυχρολουσία που επεφύλαξαν στην ελληνική κυβέρνηση ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε και οι συν αυτώ στο τελευταίο Eurogroup για να αντιληφθούμε πόσο πολύ υποτιμά τη νοημοσύνη όλων των ελλήνων πολιτών -και όχι μόνον των στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ- ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας.
Διότι μόνον σε υποτίμηση της νοημοσύνης όλων μας μπορεί να αποδοθούν τα όσα ισχυριζόταν ο κ. Τσίπρας όλο το προηγούμενο διάστημα για τα σκληρά μέτρα που –μαζί με τα υποτιθέμενα «αντίμετρα»- ψήφισαν ομοθυμαδόν οι κυβερνητικοί βουλευτές. Και, πολύ περισσότερο, η συσχέτιση που υποστήριζε ότι έχουν όλα αυτά με την πολυπόθητη ρύθμιση του χρέους που την έχει αναδείξει ο ίδιος ως το «Ιερό Δισκοπότηρο» για τη διαιώνιση της εξουσίας του.
«Τα μέτρα αυτά που ψηφίζουμε σήμερα θα εφαρμοστούν αν -και μόνο αν- πρώτα αρχίσουν να εφαρμόζονται, μετά το τέλος του Προγράμματος, τον Σεπτέμβρη 2019, ουσιαστικά μέτρα για το χρέος, μέτρα για το χρέος που θα μας οδηγήσουν σε οριστική έξοδο από την κρίση», έλεγε επί λέξει στη Βουλή κατά τη συζήτηση του πολυνομοσχεδίου με το οποίο σφαγιάστηκαν όσο ποτέ άλλοτε τόσο οι συντάξεις όσο και το αφορολόγητο, πλήττοντας περισσότερο από κάθε άλλη φορά τους πλέον αδύναμους από τους συμπολίτες μας που εξακολουθούν να διαθέτουν και να δηλώνουν εισοδήματα.
«Σε αντίθετη περίπτωση, τα μέτρα αυτά θα αποσυρθούν, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι. Το γνωρίζουν αυτό και οι πιστωτές μας, το γνωρίζει ο ελληνικός λαός, το γνωρίζει και το Σώμα», κομπορρημονούσε ο κ. Τσίπρας με τη γνωστή, πλέον, άνεση με την οποία μπορεί να «ξεφουρνίζει» ο,τιδήποτε, αδιαφορώντας πλήρως αν τα λεγόμενα του συγκρούονται κατά μέτωπο με την πραγματικότητα.
Με την ίδια, άλλωστε, αφελή (ή μήπως κουτοπόνηρη;) άνεση είχε φροντίσει μια μέρα νωρίτερα να φωνάξει τους δημοσιογράφους στο γραφείο του στη Βουλή για να τους πει πόσο καλά νέα είχε να περιμένει. «Too good to be true», ήταν η φράση που χρησιμοποίησε κάνοντας επίδειξη αγγλομάθειας. Ενώ εμφανίστηκε… προβληματισμένος όχι με κάτι άλλο παρά –αν είναι δυνατόν!- με το γεγονός ότι έφθανε η ώρα να φορέσει γραβάτα! 
Το ερώτημα, ωστόσο, αν όλα αυτά τα πίστευε ή τα έλεγε ως τονωτική ένεση για το ηθικό των στελεχών του, δεν είναι εύκολο να απαντηθεί. Σε ανάλογες περιπτώσεις, ο ίδιος παλαιότερα είχε ζητήσει από τους πολιτικούς του αντιπάλους να μην τον χαρακτηρίζουν ψεύτη, αλλά να του καταλογίζουν ότι είχε αυταπάτες. Είναι, όμως, έτσι; Για να θέσουμε τα λεγόμενα του πρωθυπουργού στη βάσανο της κοινής λογικής:
Αν, για παράδειγμα, όπως διαφάνηκε στο πρόσφατο Eurogroup δεν ρυθμιστεί το χρέος με τον τρόπο που επιθυμεί η χώρα μας, το αφορολόγητο θα μείνει ως έχει; Και αν μείνει, τότε που θα βρεθούν τα κονδύλια για να χρηματοδοτηθούν τα σχολικά γεύματα και η ένταξη όλων των παιδιών στους βρεφονηπιακούς σταθμούς; Μάλλον πουθενά. Και το πιθανότερο είναι ότι θα βγει μια νύκτα και θα διαμαρτύρεται κλαίουσα η Όλγα Γεροβασίλη, όπως τότε που το Συμβούλιο της Επικρατείας ακύρωσε τον νόμο για την αδειοδότηση των καναλιών και όρισε να επιστραφούν στους καναλάρχες το τίμημα που –υποτίθεται ότι- προορίζονταν για ανάλογους σκοπούς. 
Ακόμη χειρότερα: Στην απευκταία περίπτωση που δεν ληφθούν τώρα ή αργότερα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους, πού θα βρεθούν τα χρήματα για να παραμείνουν στο σημερινό ύψος τους οι καταβαλλόμενες συντάξεις; Μπορεί να πιστέψει κανείς ότι ο κ. Τσίπρας θα ανακαλέσει τις ψηφισμένες περικοπές και θα βρει χρήματα για να πληρώσει τις σημερινές παροχές προς τους συνταξιούχους, έχοντας αποσύρει τα μέτρα που ψήφισε; Από πού άραγε; Θα βγει στις αγορές να δανειστεί; Ή θα ανακαλύψει τώρα τα λεφτόδενδρα που δεν βρήκαν το 2015 από κοινού με τον Γ. Βαρουφάκη; 
Κακά τα ψέματα, λοιπόν. Και ακόμη χειρότερες οι αυταπάτες. Οι περικοπές στις συντάξεις και στο αφορολόγητο δεν πρόκειται, δυστυχώς, να ανακληθούν. Και δεν θα ανακληθούν είτε οι αποφάσεις για το ελληνικό χρέος ληφθούν στο επόμενο Eurogroup, είτε μετατεθούν για μετά τις γερμανικές εκλογές. Ή -ακόμη, ακόμη- και αν πάει πιο πίσω η λύση και δοθεί, εν τέλει, το καλοκαίρι του 2018 που τελειώνει το τρέχον πρόγραμμα.
Σε κάθε περίπτωση, όσο ο κ. Τσίπρας αρνείται να αναγνωρίσει την πραγματικότητα ενώπιον της οποίας έχει φέρει τη χώρα, όσο εξακολουθεί να συμπεριφέρεται ως άλλος Πολάκης, κατασκευάζοντας «εσωτερικούς εχθρούς» εκεί που δεν υπάρχουν, όσο καλλιεργεί ψευδαισθήσεις ότι μπορεί να αλλάζουν για χάρη του οι ευρωπαϊκοί και οι παγκόσμιοι συσχετισμοί και όσο τρέφει αυταπάτες ότι μεγαλοπιάστηκε επειδή του βγαίνουν στο τηλέφωνο η Μέρκελ και ο Μακρόν, οι ανελέητες ψυχρολουσίες, όπως αυτή της περασμένης Δευτέρας, θα διαδέχονται η μια την άλλη.
Και αυτό θα γίνεται μέχρις ότου τα παθήματα θα αρχίσουν, επιτέλους, να του γίνονται μαθήματα. Και, πάνω από όλα, μέχρι να πάψει να υποτιμά τη νοημοσύνη των Ελλήνων που τον πίστεψαν και τον έκαναν πρωθυπουργό.

Πέμπτη 4 Μαΐου 2017

Οι Επιστήμες σηκώνουν ψηλά τα χέρια



«Φυσικά διαφωνούσαμε, αλλά είναι κάτι που γίνεται στις περισσότερες χώρες της Ευρώπης και την Αμερική. Άρα, μπορούμε να το δούμε ως εκσυγχρονισμό», ήταν τα λόγια με τα οποία ο υπουργός Οικονομίας Δημήτρης Παπαδημητρίου ανακοίνωσε τα ξημερώματα της Τρίτης τη συμφωνία της κυβέρνησης στην απαίτηση της τρόικας να μπορεί να ανοίγουν τα καταστήματα περισσότερες Κυριακές και σε περισσότερες περιοχές.
Η συγκεκριμένη δήλωση του αμερικανοθρεμμένου καθηγητή δεν εξέπληξε πολλούς. Και η πιθανότερη εξήγηση είναι επειδή αποτελεί μάλλον την επιτομή της σχιζοφρενούς κατάστασης που παρακολουθούμε επί δύο και πλέον χρόνια να εκτυλίσσεται στις αποκαλούμενες «διαπραγματεύσεις» που διεξάγονται ανάμεσα στα κυβερνητικά στελέχη και στους εκπροσώπους των εταίρων και δανειστών της χώρας.
Γίναμε επανειλημμένα μάρτυρες πολύμηνων ψευτοηρωισμών για δήθεν «κόκκινες γραμμές» που είναι τάχατες απαραβίαστες. «Ούτε ένα ευρώ», έδωσε τον τόνο ο ίδιος ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας. Επέλεξε μάλιστα να το κάνει με μια επετειακή συνέντευξη την οποία έδωσε στις 25 Ιανουαρίου που έκλεινε δύο χρόνια στη διακυβέρνηση. Ίσως για να… τιμήσει τον -γεμάτο (αυτ)απάτες- τρόπο με τον οποίο ανήλθε στην εξουσία.
Το είπε έτσι απλά και τόσο κατηγορηματικά. Και ας ξέραμε όλοι ότι τα μέτρα των 3,6 δισ. ευρώ που ήθελε το ΔΝΤ ήταν στο τραπέζι. Και ότι η κυβέρνηση θα τα υιοθετούσε μόλις προλειαινόταν το έδαφος στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ. Ή, μάλλον, όταν ζόριζαν πολύ τα πράγματα και έφτανε η ώρα να αναχωρήσει από την Αθήνα η Ντέλια Βελκουλέσκου αφού προηγουμένως θα υπαγόρευε τους όρους της συμφωνίας. 
Αίφνης, τότε, οι τάχατες σκληροί διαπραγματευτές –Σκουρλέτηδες, Σπίρτζηδες και λοιποί αμύντορες της κλαψουρίζουσας προσκόλλησης στις καρέκλες- ανακαλύπτουν ότι «δεν τρέχει και τίποτε…» με μια ακόμη κωλοτούμπα. Είναι, άλλωστε, τόσο ατέλειωτη η σειρά των υπαναχωρήσεων, που τόσες και τόσες άλλες φορές έχουν κάνει, ώστε μια, δύο ή τρεις επιπλέον δεν κάνουν μεγάλη διαφορά. 
Με χαρακτηριστική ευκολία προσφεύγουν σε ισχυρισμούς ότι όλα αυτά τα οποία ζητούσαν οι δανειστές και εκείνοι –υποτίθεται ότι -  αντιστέκονταν, «δεν είναι παρά ρυθμίσεις και διευθετήσεις που συμβαίνουν και αλλού…». Και το εξοργιστικότερο; Όχι μόνον δεν έχουν δυσκολία να υιοθετήσουν μέτρα, με τα οποία, πάντως, δηλώνουν ότι εξακολουθούν να διαφωνούν, αλλά μπορούν και τα υιοθετούν, παριστάνοντας, μάλιστα, και τους… εκσυγχρονιστές!
Αν και τα πράγματα μοιάζουν, εκ πρώτης, πολύ απλά και η τακτική των κυβερνώντων έχει καταλήξει να είναι αρκετά προβλέψιμη, όλες οι αμέτρητες παλινωδίες που έχουν καταγραφεί από τον Ιανουάριο του 2015, συνιστούν ένα μάλλον πιο σύνθετο φαινόμενο που χρήζει μελέτης από διεπιστημονικές ομάδες ειδικών οι οποίοι θα πρέπει να αναλύσουν τη μάλλον παγκόσμια πρωτοτυπία με την οποία είμαστε αντιμέτωποι οι Έλληνες πολίτες.
Διότι, όσο και αν συμβιβαστεί κανείς με την ιδέα ότι λαϊκιστές πολιτικοί που παριστάνουν τους εκσυγχρονιστές συναντώνται παντού, εκείνο που θα παραμείνει ανυπέρβλητο επίτευγμα της παρέας του κ. Τσίπρα είναι η μοναδική… ικανότητα να έχει πέσει έξω σε όλες τις εκτιμήσεις που έχει κάνει. Και, πολύ περισσότερο, η άνεση με την οποία μπορεί να τις μεταβάλει, ανάλογα με τη συγκυρία.
Ο κατάλογος με τα κρούσματα  δυσαρμονίας λόγων και έργων είναι πολύ μακρύς. Από τις προφητείες για την «Ευρώπη που αλλάζει» έως τις φαντασιώσεις ότι «θα μας παρακαλούν να μας δανείσουν». Από την έκφραση προτίμησης στην επικράτηση του Μάρτιν Σουλτς στη Γερμανία έως το πρόσφατο γλείψιμο στη Μέρκελ και στον Σόιμπλε. Από τους ισχυρισμούς ότι η πάταξη του λαθρεμπορίου στον καπνό και στα καύσιμα αρκούσε για να χρηματοδοτηθεί το πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης έως τη νομοθετική διαγραφή προστίμων στην εταιρεία του Ιβάν Σαββίδη. Από τις διαχρονικές καταγγελίες κατά του πελατειακού κράτους έως το βόλεμα σχεδόν κάθε δικού τους παιδιού. 
Τι να θυμηθούμε και τι να ξεχάσουμε; Τις παραιτήσεις που θα υπέβαλλαν υπουργοί αν μειωνόταν το αφορολόγητο; Την αύξηση του κατώτατου μισθού που ψηφίστηκε από τη Βουλή και ποτέ δεν εφαρμόστηκε; Τα σκισμένα Μνημόνια ή το καταρρακωμένο δημοψήφισμα; Τη συμμετοχή του κ. Τσίπρα στις συνόδους των σοσιαλδημοκρατών με τους οποίους διαφωνεί; Τις επιθέσεις στο Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής όταν δεν βγάζει εκθέσεις της αρεσκείας τους; Την κατάσταση στη Δικαιοσύνη; Τα όσα συμβαίνουν στο ποδόσφαιρο; Τον τραγέλαφο με τις τηλεοπτικές άδειες; 
Μπορεί η κυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ να μην είναι η πρώτη στην εγχώρια ιστορία που δεν έχει εκπληρώσει τις υποσχέσεις που έδωσε προεκλογικά. Είναι, ωστόσο, η μοναδική, ίσως και στα παγκόσμια χρονικά των δημοκρατικά εκλεγμένων κυβερνήσεων, που συνεχίζει ακάθεκτη να ασκεί εξουσία υιοθετώντας πολιτικές με τις οποίες σχεδόν στερεότυπα λέει ότι διαφωνεί. 
Γι΄ αυτό και χρειάζονται σοβαρές μελέτες. Εκτός πια και αν ακόμη και οι (συμβατικές, τουλάχιστον) Επιστήμες... σηκώσουν ψηλά τα χέρια. Η Πολιτική Επιστήμη, πάντως, είναι σίγουρα ανεπαρκής για να δώσει εξηγήσεις. Θα χρειαστεί και τη συνδρομή άλλων.

Πέμπτη 27 Απριλίου 2017

Σταυροκοπήματα και αυταπάτες



 «Εγώ κάνω τον σταυρό μου που το πιάσαμε αυτό το πλεόνασμα», ισχυρίστηκε ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας το βράδυ της Τρίτης στην τηλεοπτική συνέντευξη του στην οποία εμφανίστηκε ως (ολίγον) θρησκευόμενος. Είπε ότι κάνει το σταυρό του με την ίδια ευκολία που παριστάνει τον μεγάλο διαπραγματευτή. Ή τον περιπλανώμενο Οδυσσέα ο οποίος χωρίς ιδιαίτερη δυσκολία μπορεί να πετιέται και σε άλλο έπος για να περάσει τις… Συμπληγάδες.
«Διότι αν δεν είχαμε αυτό το πλεόνασμα, τώρα θα ήμασταν μπαλάκι του πινγκ-πονγκ ανάμεσα στον κύριο Σόιμπλε και στην κυρία Λαγκάρντ», συμπλήρωσε, μιλώντας στον Αντένα. Αν και προτίμησε αυτή τη φορά έναν παραλληλισμό από τον αθλητισμό, δεν απέφυγε και πάλι το στομφώδες ύφος που δημιουργούσε την εντύπωση πως εκείνο που θα τον ικανοποιούσε θα ήταν οι χαρμόσυνες κωδωνοκρουσίες στους ναούς όλης της επικρατείας.
Μπορεί, τελικά, προς απογοήτευση του κ. Τσίπρα να μην ήχησαν οι καμπάνες των εκκλησιών, αλλά είναι βέβαιο ότι εκατομμύρια Ελλήνων σταυροκοπήθηκαν όταν τον άκουσαν με δήθεν... ιερή οργή να υποστηρίζει ότι το περιβόητο υπερπλεόνασμα προέκυψε επειδή «σκουπίσαμε τη ρεμούλα, τη μίζα, τη διαπλοκή, το λαθρεμπόριο, σκουπίσαμε την παραοικονομία…», όπως ανέφερε επί λέξει.
Μεταξύ εκείνων που σίγουρα έκαναν τον σταυρό τους πρέπει να είναι η (γνωστή μου) γιαγιά Δήμητρα η οποία πριν από λίγο καιρό είδε με έκπληξη να της έχουν παρακρατήσει στην τράπεζα χρήματα για μια παλαιά κλήση από τροχαία παράβαση του παιδιού της που συνέβαινε να είναι συνδικαιούχος στον τραπεζικό λογαριασμό στον οποίο μπαίνει η γλίσχρα σύνταξή της.
Μαζί με τη γιαγιά Δήμητρα, είναι εκατομμύρια οι Έλληνες που είδαν τους λογαριασμούς τους να αδειάζουν απροειδοποίητα για να μπορέσει ο πρωθυπουργός να ικανοποιήσει  τον κ. Σόιμπλε, ο οποίος πλέον είναι «ένας πολύ σοβαρός και σεβαστός πολιτικός» που μετέχει «σε μια συμμαχική κυβέρνηση» της οποίας ηγείται μια καγκελάριος που -παρότι ο κ. Τσίπρας της φώναζε «Go back κυρία Merkel»- έχει «συναίσθηση της ευθύνης και θα έλεγα –τολμώ να το πω- ότι παρά το γεγονός ότι βρίσκεται στο κεντροδεξιό κόμμα, είναι ανοιχτόμυαλη».
Είναι πρόσφατα τα επίσημα στοιχεία που δόθηκαν από την Ανεξάρτητη Αρχή Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ) και δείχνουν ότι «τα τμήματα δικαστικού και νομικής υποστήριξης των εφοριών και των ελεγκτικών κέντρων επέβαλαν πέρυσι συνολικά 1.602.835 μέτρα αναγκαστικής είσπραξης, με κατασχέσεις, πλειστηριασμούς, υποθήκες και ποινικές διώξεις για απλήρωτους φόρους να βρίσκονται στην ημερήσια διάταξη».
Οι κατασχέσεις στα χέρια τρίτων -από καταθέσεις, μισθούς και συντάξεις, όπως η κλήση του παιδιού της γιαγιάς Δήμητρας, καθώς και από ενοίκια- κατέγραψαν στη διάρκεια του 2016 αύξηση κατά 128,6%: από 670.728 που ήταν το 2015 ανήλθαν σε 1.533.451. Και η… απειλή που εκτοξεύεται είναι ότι με τον ίδιο ρυθμό θα συνεχιστούν για το 2017, καθώς όπως αναφέρεται σε σχετικά δημοσιεύματα, «προγραμματίζονται αυτοματοποιημένες διαδικασίες με στόχο τις μέγιστες δυνατές εισπράξεις».
Τα στοιχεία, ωστόσο, που κυκλοφόρησαν τις προηγούμενες ημέρες και κάνουν λόγο για «1.000 κατασχέσεις την ημέρα από την αρχή του χρόνου», μάλλον επιβράδυνση παρά επιτάχυνση του ρυθμού είσπραξης αποτυπώνουν. Και η εξήγηση γι΄ αυτό είναι απλή: πόσες απλήρωτες κλήσεις από το παρελθόν θα βρεθούν για να κατασχεθούν στους λογαριασμούς των γιαγιάδων;
Όπως και να έχει, εξάλλου, ακόμη και αν δεχθούμε τον πρωθυπουργικό ισχυρισμό ότι το πλεόνασμα προήλθε από το «σκούπισμα στις ρεμούλες και στις μίζες» αποκλείεται να ξαναβρεθεί άλλοι ενάμισι εκατομμύριο Έλληνες που να είναι αναμεμειγμένοι σε τέτοιες υποθέσεις και –το σημαντικότερο- να εξακολουθούν να έχουν χρήματα στους λογαριασμούς τους. Ποιος ξεχνά, άλλωστε, ότι και το διαβόητο «Πρόγραμμα Θεσσαλονίκης» με τις δαπάνες των 12 δισ. ευρώ που απαιτούσε θα χρηματοδοτούνταν από τη πάταξη της φοροδιαφυγής και του λαθρεμπορίου και τις εισπράξεις από τη λίστα Λαγκάρντ; 
Με τη χώρα, μάλιστα, να είναι ακόμη σε ύφεση και την ανάπτυξη που προβλέπεται για τα επόμενα χρόνια να είναι μάλλον καχεκτική, όσους σταυρούς και αν κάνει ο κ. Τσίπρας το πιο πιθανό είναι ότι θα τον ακούσουμε να ξαναλέει ότι «είμαι ίσως ο πρώτος πολιτικός που είχα την ευθύνη να βγω και να πω ότι είχα αυταπάτες την προηγούμενη περίοδο, ότι η Ευρώπη αυτή μπορεί να αλλάξει χωρίς συμμαχίες, χωρίς δουλειά μεγάλη».
Είναι όντως ο πρώτος πολιτικός που είπε απλώς ένα «πέσαμε σε τοίχο» και πήγε παρακάτω. Θεώρησε προφανώς ότι, επειδή, όπως κάνουν οι περισσότεροι θεομπαίχτες, έμαθε να σταυροκοπιέται, μπορεί να βαφτίζει αυταπάτες τα σκέτα ψέματα –«μας ζητούσαν 42 φορές περισσότερα μέτρα»- και να λαμβάνει, έτσι, άφεση αμαρτιών. Ως πότε άραγε;

Πέμπτη 16 Φεβρουαρίου 2017

Από το έλεος της Μέρκελ ως τη γοητεία του Σουλτς



            Ηχεί ακόμη στα αυτιά όλων μας ο θόρυβος από τη δικαιολογημένη ενόχληση που είχαν αισθανθεί αρκετοί εδώ στη χώρα μας εξαιτίας της «απομόνωσης» την οποία είχαν επιφυλάξει οι ευρωπαίοι ομόλογοί του στον Γιάν(ν)η Βαρουφάκη.
Παρά, πάντως, το γεγονός ότι ο έλληνας υπουργός είχε υπερβεί επανειλημμένως τα εσκαμμένα, δηλώνοντας διάθεση να μην αποδεχθεί τους κανόνες που ίσχυαν στη λειτουργία του Eurogroup ή ισχυριζόμενος με υπαινικτικό τρόπο ότι κατέγραφε τα όσα διαμείβονταν στις απόρρητες συνεδριάσεις του εν λόγω θεσμικού οργάνου της ευρωζώνης, ουδείς διεθνής παράγων διανοήθηκε να ζητήσει δημοσίως από την ελληνική κυβέρνηση να τον αποπέμψει ή, έστω, να τον «συμμαζέψει».
Όπως όλοι καλά θυμούμαστε, τον απέπεμψε ουσιαστικά μήνες αργότερα ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας όταν έπαψε να του είναι χρήσιμος στο παιχνίδι της υποτιθέμενης διαπραγμάτευσης που έκανε κατά το πρώτο εξάμηνο του 2015 και κορυφώθηκε με την παρωδία του δημοψηφίσματος.
Είναι, λοιπόν, απορίας άξιον πως ο ίδιος ο κ. Τσίπρας, ο οποίος θα ανέβαινε –και δικαίως- στα… κεραμίδια εφόσον του έκανε κανείς υποδείξεις για τους συνεργάτες του, υποδεικνύει σε άλλους ηγέτες να εγκαλέσουν τους δικούς τους υπουργούς.
«Θέλω να αξιοποιήσω την παρουσία μου σ’  αυτό εδώ το βήμα της Κεντρικής Επιτροπής (σ.σ.: του ΣΥΡΙΖΑ!) και να παρακαλέσω θερμά την καγκελάριο (σ.σ.: Άνγκελα Μέρκελ, που από τα προεκλογικά μπαλκόνια της φώναζε «Go back») να αποθαρρύνει τον υπουργό των Οικονομικών της, απ’ αυτή τη διαρκή επιθετικότητα εναντίον της Ελλάδας», είπε το περασμένο Σάββατο αναφερόμενος στον Βόλφγκανγκ Σόιμπλε από το κομματικό του βήμα.
Ακόμη και αν του πιστώσει κανείς όλα το δίκια του κόσμου όταν ισχυρίστηκε ότι θεωρεί «υποτιμητικές» τις αναφορές του γερμανού υπουργού ότι «η Ελλάδα και οι Έλληνες ζουν πάνω από τις δυνατότητές τους», δεν μπορεί να μην αναρωτηθεί για τη σκοπιμότητα της απροσχημάτιστης ανάμειξης του πρωθυπουργού της Ελλάδας στην προεκλογική περίοδο μιας άλλης χώρας.
Ισχυρίστηκε αρχικώς ότι οι «αφορισμοί» Σόιμπλε σχετίζονται με προσπάθεια για «συγκράτηση των διαρροών (σσ.: των χριστιανοδημοκρατών) προς το κόμμα της “Εναλλακτικής για τη Γερμανία”», για να τοποθετηθεί εν συνεχεία αναφανδόν υπέρ των θέσεων του βασικού αντιπάλου κόμματος προς το CDU των Μέρκελ - Σόιμπλε.
«Πιστεύω ότι δικαίως το SPD, το σοσιαλδημοκρατικό κόμμα, επισήμως μετά από αυτές τις δηλώσεις, εγκάλεσε τον Γερμανό υπουργό Οικονομικών ότι επιχειρεί να συντηρήσει ένταση γύρω από το ελληνικό πρόγραμμα, προσπαθώντας να φορτώσει στην Ελλάδα τα δικά του αδιέξοδα», υποστήριξε.
Μπορεί, αλήθεια, κανείς να φανταστεί τι θα γινόταν αν το Βερολίνο αποφάσιζε να ανταποδώσει τα ίσα και έβγαιναν, για παράδειγμα, η Μέρκελ, ο Σόιμπλε ή οποιοσδήποτε άλλος γερμανός πολιτικός παράγων και έπαιρνε δημόσια θέση για το ποιος έχει δίκιο και ποιος άδικο στην Ελλάδα;
Για λόγους οι οποίοι, προφανώς, έχουν να κάνουν με την εξυπηρέτηση των συμφερόντων της, η άλλη πλευρά επέλεξε να μην απαντήσει στην πρόκληση, παρότι η παρουσία στη γερμανική πρωτεύουσα του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης Κυριάκου Μητσοτάκη θα μπορούσε να αποτελέσει μια αφορμή για να εκφράσουν προτίμηση, αν όχι σε πρόσωπα, ενδεχομένως σε πολιτικές.
Επέλεξαν να μην το κάνουν. Δημοσίως τουλάχιστον. Υποδέχθηκαν χωρίς φανφάρες τον κ. Μητσοτάκη, τηρώντας το ίδιο ακριβώς πρωτόκολλο που είχαν εφαρμόσει και όταν ο κ. Τσίπρας με την αντίστοιχη ιδιότητα του επικεφαλής της αξιωματικής αντιπολίτευσης είχε πριν από τρία χρόνια περάσει το κατώφλι του γερμανικού υπουργείου Οικονομικών στο Βερολίνο.
Πρόκειται για μια επιλογή η οποία είναι μάλλον η ουσιωδέστερη διαφορά που χωρίζει τις σοβαρές χώρες που διαθέτουν στιβαρές ηγεσίες οι οποίες ασκούν πολιτικές που υπακούουν στο εθνικό τους συμφέρον, από τις αποτυχημένες χώρες («failed states», όπως τις αποκαλούν οι αγγλοσάξωνες) που… ατύχησαν να έχουν ηγεσίες οι οποίες θεωρούν ότι προέχει η δική τους παραμονή στην εξουσία.
Γι΄ αυτό φυσικά οι μεν ηγούνται της Ευρώπης και οι δε εκλιπαρούν για το έλεος των άλλων, ακόμη και όταν φαντασιώνονται ότι αλλάζουν τον κόσμο, κλείνοντας τα αυτιά τους στις επισημάνσεις των ίδιων των ηγετικών στελεχών τους, όπως ο Νίκος Φίλης, που τους λένε κατάμουτρα ότι «δεν επιβεβαιώθηκε καμία εκτίμησή μας».
Ο κίνδυνος να βρεθεί η κυβέρνηση και μαζί της και η χώρα ενώπιον μιας ακόμη διάψευσης είναι αναμφισβήτητος. Παρά ταύτα, η ηγεσία της -«αμέριμνη», όπως παρατηρεί και ο κ. Φίλης τώρα που είναι εκτός νυμφώνος- τρενάρει το κλείσιμο της αξιολόγησης σε πείσμα φίλων και εχθρών που προτείνουν το αντίθετο.
Ο κ. Τσίπρας, όμως, δεν το κάνει, προσδοκώντας να λειτουργήσει η… φιλευσπλαχνία της Μέρκελ που έχει την αυταπάτη ότι μπορεί να λυπηθεί τους Έλληνες και να ανακαλέσει στην τάξη τον στενό της συνεργάτης Β. Σόιμπλε. Ή, εναλλακτικά, -γιατί αυτή η κυβέρνηση είναι γνωστό ότι δεν… πορεύτηκε ποτέ «χωρίς plan b»- στη γοητεία που μπορεί να ασκήσει ο ηγέτης των σοσιαλδημοκρατών Μάρτιν Σουλτς στους γερμανούς ψηφοφόρους το προσεχές φθινόπωρο.
Στην οπτική ενός εχέφρονος ανθρώπου, άραγε, πόσες πιθανότητες έχουν να ευοδωθούν σχεδιασμοί αυτού του είδους;