Συνολικές προβολές σελίδας

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΝΔ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΝΔ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 17 Απριλίου 2015

Το «4-2-1» έγινε «10 προς 3» για να… μάθει ο Σόιμπλε



            Μπορεί να είμαστε μια ανάσα πριν από την ολοσχερή χρεοκοπία, αλλά ορισμένες «παραδόσεις» σε αυτή τη χώρα παραμένουν αναλλοίωτες. Και δεν επηρεάζονται ούτε από τρόικες, ούτε από κάθε είδους «θεσμούς» που βάλθηκαν να μας επιβάλουν δικές τους συνήθειες, αγνοώντας ότι «του Έλληνος ο τράχηλος ζυγόν (διάβαζε: «αλλαγές», το ίδιο είναι…) δεν υπομένει»...
Οι… υπερήφανοι, ευτυχώς, φορείς των μοναδικών ελληνικών «παραδόσεων» δεν χαμπαριάζουν από απειλές ανάλγητων ανθρώπων, όπως ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε και ο… «κάθε Σόιμπλε» που δεν μπορεί να αντιληφθεί γιατί «η αριστεία είναι ρετσινιά» ή να ενστερνιστεί το βαθύτερο νόημα του να είναι κανείς «αιώνιος φοιτητής» που μπορεί να αποτελεί το απαραίτητο προοίμιο για να γίνει κάποιος στο μέλλον υπουργός αρμόδιος για τον κυβερνητικό (απο)συντονισμό.
Οι… πατριωτικές δυνάμεις που τιμούν τα πατροπαράδοτα ήθη δεν εννοούν να ενδώσουν σε ιταμές προειδοποιήσεις από ξενοκίνητους οργανισμούς σαν την Ευρωπαϊκή Ένωση, το ΔΝΤ, τον ΟΟΣΑ και… γύρευε ποιους άλλους, οι οποίοι, σε συνεννόηση με την –απαραίτητη να αναφέρεται σε τέτοιες περιπτώσεις- εγχώρια διαπλοκή, επιβουλεύονται την εθνική ανεξαρτησία και βυσσοδομούν στο παρασκήνιο αποπειρώμενοι να εισάγουν στη χώρα «καινά δαιμόνια» υπό τον μανδύα της τάχατες αξιοκρατίας.
Οι… εθναμύντορες της πρώτη φορά αριστεροδεξιάς κυβέρνησης, ωστόσο, έδειξαν από την πρώτη στιγμή αποφασιστικότητα και πυγμή, διατρανώνοντας την ατσάλινη βούληση τους να υπερασπιστούν απέναντι στις ξένες επιβουλές τις… ιερές «παραδόσεις» του λαού μας, όπως είναι η… δίκαιη διανομή των λαφύρων της εξουσίας στους νικητές των εκλογών, οι οποίοι δεκαετίες, αν όχι και αιώνες, τώρα, αναλαμβάνουν αυτοδικαίως από την επομένη των εκλογών –με κάποιες λίγες εξαιρέσεις που πήγαν να δρομολογηθούν μετά την κυβερνητική αλλαγή του 2009- όλες τις θέσεις ευθύνης στον δημόσιο τομέα.
Η περίπτωση των 13 περιφερειακών διευθυντών της εκπαίδευσης που άλλαξαν τις προηγούμενες ημέρες είναι ίσως η πιο απτή απόδειξη ότι η κληρονομιά του αθάνατου πελατειακού πνεύματος αντιστέκεται στη μνημονιακή επέλαση, ζει και βασιλεύει και όλο τον πολιτικό κόσμο κυριεύει. Χωρίς περιττούς περισπασμούς, το σύστημα «4-2-1» που εφάρμοσε πριν από δύο χρόνια η τρικομματική ΝΔ-ΠΑΣΟΚ-ΔΗΜΑΡ προσαρμόστηκε στη νέα πραγματικότητα και με αναλογία «10 προς 3» οι άνθρωποι του ΣΥΡΙΖΑ και των ΑΝ.ΕΛ. στην Εκπαίδευση μοιράστηκαν στο απολύτως… «μιλητό» τις θέσεις για τις οποίες μπήκαν στον κόπο και υπέβαλαν αιτήσεις για να τις διεκδικήσουν περισσότεροι από 400 (αφελείς, άραγε;) εκπαιδευτικοί.
Τι και αν καταγγέλλεται από πολλές πλευρές ότι οι επιλεγέντες δεν είχαν, στην πλειονότητα τους, καμία προηγούμενη διοικητική εμπειρία; Τι και αν εκείνοι τους οποίους θα κληθούν να διοικήσουν ξέρουν ότι οι προϊστάμενοι τους δεν διαθέτουν κανένα αυξημένο προσόν που να δικαιολογεί την επιλογή τους; Η… προϋπηρεσία τους στις συνδικαλιστικές και στις αυτοδιοικητικές παρατάξεις των δύο κομμάτων που ανέλαβαν πριν από δυόμιση μήνες τη διακυβέρνηση, εκτιμήθηκε ως επαρκές προσόν για να κατευθύνουν την πολύπαθη Παιδεία.
Για να δείτε, όμως, ότι το σύστημα δεν είναι… αχάριστο και θέλει τα ίδια τα γρανάζια του να είναι, ακόμη και όταν χρειάζονται να αποσύρονται, ικανοποιημένα, οι προκάτοχοι των νεοδιορισθέντων μη νομίζετε ότι θα… τιμωρηθούν με τη… βαριά ποινή της επιστροφής τους στις τάξεις, από τις οποίες ποιος ξέρει πόσα χρόνια λείπουν. Όχι, το σύστημα δεν κάνει τέτοιες… αδικίες. Οι παλαιοί περιφερειακοί διευθυντές μπορούν, εφόσον το επιθυμούν, να γίνουν σχολικοί σύμβουλοι!
Βλέπετε, πρέπει να βολεύονται όλοι. Και οι προηγούμενοι ώστε να μην φωνάζουν ότι αδικήθηκαν. Αλλά και οι τωρινοί να μην… κινδυνεύουν, οψέποτε αλλάξει και πάλι η κυβέρνηση, να επιστρέψουν στις τάξεις. Άλλωστε, τι είναι 13 επιπλέον εκπαιδευτικοί που θα… αράξουν σε γραφεία, μπροστά στους τόσους και τόσους αποσπασμένους εδώ και εκεί –από τα κόμματα και τα βουλευτικά γραφεία έως τα Πανεπιστήμια- που δεν έχουν πατήσει το πόδι τους σε αίθουσα διδασκαλίας;
Υ.Γ. 1: Σε λίγο που θα τελειώσει η σχολική χρονιά οι συνδικαλιστές της ΔΟΕ και της ΟΛΜΕ θα καταγγέλλουν τα χιλιάδες κενά του επόμενου έτους επειδή, ελλείψει χρημάτων, δεν θα γίνονται νέοι διορισμοί. Για τις προκλητικές αποσπάσεις, όμως, αρκετές από τις οποίες έγιναν αυτό το διάστημα, ως αποτέλεσμα της κυβερνητικής αλλαγής, αφήνοντας ακάλυπτες αρκετές τάξεις, δεν θα πουν λέξη. Το σύστημα, βλέπετε, είτε είναι μονοκομματικό, είτε συγκυβερνητικό με αναλογία «4-2-1» ή «10 προς 3» δεν τα βάζει με τον εαυτό του.
Υ.Γ. 2: Αυτά βλέπει ο ομόλογος του Τάσου Κουράκη, αναπληρωτής στον τομέα του Πολιτισμού Νίκος Ξυδάκης και… αφηνιάζει επειδή δεν έπιασε η απειλή με το ΣΔΟΕ και τώρα θα χρειαστεί νόμο για να αλλάξει τους καλλιτεχνικούς διευθυντές των κρατικών σκηνών. Άκου πράγματα; Να μην παραιτούνται, ενώ τους το ζητάει κοτζάμ υπουργός… Και τι υπουργός; Πούρος αντιμνημονιακός, ο οποίος, μάλιστα, παλαιότερα ήταν δημοσιογράφος και πιθανότατα θα τσάκιζε με την πένα του τον κομματισμό στον Πολιτισμό. Λέτε να είναι «βαλτοί» από τον Σόιμπλε αυτοί οι τύποι που δεν παραιτούνται;

Πέμπτη 26 Φεβρουαρίου 2015

Ο Νίξον στην Κίνα και οι γάτες του Ντεγκ



            Ακούγοντας, τη μέρα που ορκίστηκε το νέο κυβερνητικό σχήμα, τον αναπληρωτή υπουργό Διοικητικής Μεταρρύθμισης Γιώργο Κατρούγκαλο να χρησιμοποιεί το προηγούμενο του ταξιδιού του Νίξον στην Κίνα για να επιχειρηματολογήσει υπέρ της πρόθεσης του ΣΥΡΙΖΑ να προωθήσει τις απαραίτητες μεταρρυθμίσεις στο ελληνικό δημόσιο, δεν σας κρύβω ότι θεώρησα πως τα λεγόμενά του δεν ήταν παρά μια ακόμη πομφόλυγα από εκείνες που ο ενθουσιασμός της νωπής εκλογικής νίκης έκανε αρκετά από τα νέα μέλη του υπουργικού συμβουλίου να εξακοντίζουν.
Παρόλο που ήμουν εξ εκείνων που πίστευαν στην επικείμενη προσγείωση της νέας κυβερνητικής ομάδας στην πραγματικότητα, βρήκα μάλλον πρόωρη τη μεταστροφή του κ. Κατρούγκαλου και αρκούντως υπερβολικό τον παραλληλισμό που έκανε με το ιστορικό ταξίδι στο Πεκίνο που πραγματοποίησε το 1972 ο συντηρητικός Πρόεδρος των ΗΠΑ Ρίτσαρντ Νίξον, ανοίγοντας δρόμους στους οποίους ήταν μάλλον απίθανο ότι μπορούσε να χαράξει οποιοσδήποτε ομόλογός του από το Δημοκρατικό Κόμμα χωρίς να κατηγορηθεί ως «ενδοτικός έναντι των κομμουνιστών και προδότης των ιδανικών του ελευθέρου κόσμου». 
Η άμεση επίπτωση της καλά οργανωμένης αμερικανικής πρωτοβουλίας που έφερε τη σφραγίδα του «Μέτερνιχ» της εποχής, της πλέον πολυμήχανης αλεπούς της παγκόσμιας διπλωματίας που άκουγε στο όνομα Χένρι Κίσινγκερ, ήταν η αναδιαμόρφωση της γεωπολιτικής ισορροπίας στην ευρύτερη περιοχή της Ευρασίας που στρίμωξε την κραταιά ακόμη Σοβιετική Ένωση. Μεσοπρόθεσμα οι συνέπειες εκείνου του πρωτοπόρου ταξιδιού έγιναν εμφανείς με τα τρομακτικά ανοίγματα της κομμουνιστικής Κίνας προς τον έξω κόσμο  που ακολούθησαν την εφαρμογή του μεταρρυθμιστικού οικονομικού προγράμματος του Ντενγκ Χσιαοπίνγκ.
Είτε από τη μεριά του Νίξον το δει κανείς, είτε από τη σκοπιά του Ντενγκ, που έγινε διάσημος και για την έκφραση «άσπρη γάτα, μαύρη γάτα, αδιάφορο, αρκεί να πιάνει τα ποντίκια» που του αποδίδεται, το μόνο βέβαιο είναι ότι οι καταιγιστικές εξελίξεις των μόλις τεσσάρων εβδομάδων, που παρήλθαν από την ορκωμοσία της νέας κυβέρνησης, καταδεικνύουν την τεράστια ικανότητα προσαρμογής στην πραγματικότητα που διαθέτει η καινούργια πολιτική τάξη η οποία έχει στα χέρια της τις τύχες της Ελλάδας τον τελευταίο μήνα και, υπό προϋποθέσεις, τα πρόσωπα που την απαρτίζουν μπορεί να γίνουν οι αποτελεσματικότεροι εφαρμοστές του «Μνημονίου» ή όπως αλλιώς ονομαστεί το πρόγραμμα που θα πάρει τη θέση του.
Η ταχύτητα, άλλωστε, με την οποία προχώρησαν οι διαβουλεύσεις με τους Ευρωπαίους εταίρους είναι εκπληκτική και σίγουρα δεν έχει το προηγούμενό της. Δεν ξέρω αν οι τωρινοί είναι καλύτεροι διαπραγματευτές από τους προηγούμενους, όπως -μάλλον πρόωρα- διατείνονται αρκετοί, καθώς αυτό θα φανεί όταν κλείσει ο πρώτος, έστω, κύκλος των διαπραγματεύσεων και γίνει «ταμείο» με τα κέρδη και τις απώλειες που έχουν καταγραφεί.
Είναι, ωστόσο, πασιφανές ότι με τους «ευφημισμούς» και τις «εποικοδομητικές ασάφειες», για να χρησιμοποιήσω δύο από τις αγαπημένες εκφράσεις του αρχιδιαπραγματευτή Γιάνη Βαρουφάκη, η νέα κυβέρνηση κάλυψε ένα τρομακτικά μεγάλο μέρος της απόστασης που τη χώριζε μέχρι πρότινος από τους εταίρους και δανειστές της χώρας, μια απόσταση που μάλλον κανένα άλλο σχήμα δεν θα μπορούσε να καλύψει τουλάχιστον σε τόσο σύντομο χρόνο.
    Για παράδειγμα, η κυβέρνηση του Γιώργου Παπανδρέου που ανέλαβε την εξουσία τον Οκτώβριο του 2009 χρειάστηκε να φθάσει ως τον Απρίλιο του 2010 για να ξεχάσει το «λεφτά υπάρχουν» και να αποφασίσει την ένταξη στο Μνημόνιο που υπεγράφη τον επόμενο μήνα. Αλλά και στη κυβέρνηση συνεργασίας που σχημάτισε ο Αντώνης Σαμαράς τούς πήρε κάμποσους μήνες, από το καλοκαίρι του 2012 που ανέλαβαν, για να αφήσουν στην άκρη τα «Ζάππεια» και την «αναδιαπραγμάτευση» και να υιοθετήσουν αρκετούς μήνες αργότερα τα περίφημα προαπαιτούμενα για την εκταμίευση των δόσεων που συνοδεύτηκαν από τους πρώτους τριγμούς στις κοινοβουλευτικές ομάδες του ΠΑΣΟΚ, της ΔΗΜΑΡ, αλλά και της ΝΔ.
Τώρα όλα μοιάζουν να είναι διαφορετικά. Τα στελέχη της κυβέρνησης του Αλέξη Τσίπρα, έχοντας την έξωθεν (καλή ή κακή, μάλλον παίζεται…) μαρτυρία του «αντιμνημονιακού», όπως ο Ρεπουμπλικάνος Νίξον του «αντικομμουνιστή», μπορούν να συνομολογούν με τους Ευρωπαίους εταίρους και δανειστές συμφωνίες που οι προκάτοχοί τους ούτε να τις διανοηθούν μπορούσαν.
Με τον ίδιο τρόπο που ο Νίξον πριν από τέσσερις δεκαετίες δεν ασχολήθηκε με τη φύση του κινεζικού καθεστώτος και έριξε το βάρος του στις εμπορικές συμφωνίες, έτσι και οι σημερινοί κυβερνώντες δείχνουν να μην τους απασχολεί αν τα μέτρα, τα οποία αργά ή γρήγορα θα κληθούν να λάβουν, είναι «μνημονιακής» κοπής, επειδή (εξαιτίας ίσως και της ευκολίας με την οποία μαζί με την κυβέρνηση τους… παραδόθηκε και η εγχώρια μηντιακή και άλλη εξουσία) πιστεύουν ότι οι ίδιοι είναι καλύτεροι… μεταρρυθμιστές!  
Στην προκειμένη περίπτωση, μάλιστα, το ακόμη σημαντικότερο είναι ότι οι βουλευτές που θα κληθούν να εγκρίνουν τα μέτρα, μπορεί να δείχνουν διάθεση να βγάλουν τα «εσώψυχα» τους στις κλειστές συνεδριάσεις των κομματικών οργάνων, δεν θα διστάσουν, όμως, ούτε θα… δειλιάσουν, όταν τα επίμαχα κείμενα φθάσουν στη Βουλή, να υπερψηφίσουν.
Αλλά και αν ακόμη κάποιοι από τους ΣΥΡΙΖΑίους βουλευτές δεν αντέξουν μέχρι τέλους, η σημερινή κυβέρνηση διαθέτει το μοναδικό πλεονέκτημα που καμία από τις προκατόχους της δεν είχε: το μεγαλύτερο μέρος της αντιπολίτευσης την προτρέπει –ειλικρινώς ή όχι δεν έχει σημασία- να συνεχίσει προς την κατεύθυνση της προσαρμογής που δείχνει να κινείται, αφήνοντας, μάλιστα, ανοικτό ορισμένοι –σίγουρα «Το Ποτάμι», αλλά πιθανότατα όχι μόνον αυτό- να την συνδράμουν σε κάθε δυσκολία που θα αντιμετωπίσει για να κάνει όλα όσα πρέπει για να κρατηθεί η χώρα στην ευρωζώνη και να μπει μια ώρα αρχύτερα στον δρόμο της οικονομικής ανάκαμψης.
            Υ.Γ.: Δεν θα εκπλαγώ διόλου αν τις επόμενες ημέρες ακούσω τον ευφραδή κ. Κατρούγκαλο να απορρίπτει την «προσφορά» του κοινοβουλευτικού εκπροσώπου της ΝΔ Άδωνη Γεωργιάδη να αναλάβει ρόλο εισηγητή της πλειοψηφίας στη συζήτηση επί του νομοσχεδίου που θα επικυρώνει τη συμφωνία για την «μνημονιακή» παράταση και την έναρξη του νέου… «Συμβολαίου» με τους… «Θεσμούς». Μη σας πω ότι… ηχεί ήδη στα αυτιά μου η επιχειρηματολογία του ΣΥΡΙΖΑίου υπουργού να κινείται προς την εξής κατεύθυνση: «Όχι, κ. Γεωργιάδη δεν θα σας επιτρέψουμε να μας κλέψετε τη δόξα του μεταρρυθμιστή…».

Παρασκευή 16 Ιανουαρίου 2015

Η προεκλογική… τούρλα και οι τερατογενέσεις



            Οι προεκλογικές περίοδοι κρύβουν συχνά μεγάλες παγίδες, κυρίως για τους πολιτευόμενους με τα κόμματα εξουσίας, τα οποία, όταν δεν έχουν σαφείς και προσδιορισμένες προγραμματικές θέσεις, αφήνουν ελεύθερο το πεδίο σε κάθε υποψήφιο που κυνηγάει τον σταυρό να διατυπώνει -είτε από άγνοια ή από διάθεση να μη δυσαρεστήσει κανέναν- τη δική του προσωπική άποψη επί παντός του επιστητού.
            Με αφορμή μια σειρά από απίθανες εξαγγελίες γύρω από τις οποίες περιστρέφεται τις τελευταίες ημέρες ο δημόσιος διάλογος, θυμήθηκα τον απίστευτο ανταγωνισμό που είχε ξεσπάσει πριν από τις κάλπες του 2004 για τη μονιμοποίηση των χιλιάδων συμβασιούχων που υπηρετούσαν τότε στο Δημόσιο.
Το ζήτημα είχε ανακινηθεί από την ηγεσία της τότε ελάσσονος αντιπολίτευσης, δηλαδή του Συνασπισμού, που, επικαλούμενη το ευρωπαϊκό δίκαιο, ισχυριζόταν ότι έπρεπε να υπογράψουν συμβάσεις αορίστου χρόνου ακόμη και εργαζόμενοι με ελάχιστη προϋπηρεσία που είχαν προσληφθεί για συγκεκριμένο έργο που στο μεταξύ είχε εκλείψει.
            Αρχικά, μάλιστα, τα δύο, τότε, κόμματα εξουσίας, δηλαδή το ΠΑΣΟΚ, που κυβερνούσε, και η Νέα Δημοκρατία, που ήταν εν αναμονή κυβέρνηση, εμφανίζονταν κάπως διστακτικά στην υιοθέτηση του αιτήματος. Όχι από πολιτική συστολή, αλλά γιατί μόλις έναν χρόνο νωρίτερα είχαν ψηφίσει από κοινού την αναθεώρηση της σχετικής συνταγματικής διάταξης, που προέβλεπε, πλέον, ρητά την απαγόρευση των μονιμοποιήσεων υπαλλήλων που είχαν προσληφθεί χωρίς τα κριτήρια που καθόριζε το ΑΣΕΠ.
            Το Σύνταγμα και οι περιορισμοί του, όμως, αποδείχθηκαν… λεπτομέρειες μόλις τη σκυτάλη πήραν τα τηλεοπτικά πρωινάδικα. Ο ένας μετά τον άλλο οι υποψήφιοι των δύο κομμάτων εξουσίας αναγνώριζαν το «δίκαιο» των συμβασιούχων στη μονιμότητα, παρότι στη συντριπτική τους πλειονότητα είχαν προσληφθεί από το «παράθυρο» και χωρίς αντικειμενικά κριτήρια.
Στο παιχνίδι μπήκαν και οι ίδιοι οι αρχηγοί των μεγαλύτερων κομμάτων, Γιώργος Παπανδρέου και Κώστας Καραμανλής, που διαγκωνίστηκαν επίσης ποιος θα υποσχεθεί τις περισσότερες μονιμοποιήσεις. Το ότι ήταν άγνωστο πόσοι ακριβώς ήταν οι προς μονιμοποίηση συμβασιούχοι, με αποτέλεσμα να μη μπορεί να υπολογιστεί το οικονομικό κόστος με το οποίο επιφορτιζόταν το δημόσιο από το συλλήβδην «βόλεμα», ούτε που απασχόλησε κανέναν.
Η κυβέρνηση της ΝΔ που ανέλαβε μετά τις εκλογές, προσπάθησε με διάφορα προσκόμματα να περιορίσει τον αριθμό των μονιμοποιήσεων, αλλά η βεντάλια των προεκλογικών υποσχέσεων είχε ανοίξει τόσο πολύ, που ήταν, πλέον, αδύνατον να μπει φρένο ακόμη και σε κραυγαλέες περιπτώσεις προσώπων που είχαν διοριστεί στην αρχή συμβασιούχοι και κατόπιν μόνιμοι με πλαστά δικαιολογητικά.
Η συνέχεια είναι, λίγο ως πολύ, γνωστή. Χρειάστηκε να χρεοκοπήσει η χώρα, να επιμείνουν πεισματικά οι τροϊκανοί στην ανάγκη μείωσης του αριθμού των δημοσίων υπαλλήλων για να αναζητηθούν οι φάκελοι όσων μονιμοποιήθηκαν και να ελεγχθούν τα στοιχεία που είχαν υποβάλει, ώστε να απολυθούν κάποιοι λίγοι ως «επίορκοι» για να πάψουν να πιέζουν οι… άκαρδοι δανειστές.
Ο λογαριασμός από τον ψηφοθηρικό ανταγωνισμό της προεκλογικής περιόδου του 2004 ήταν ιδιαίτερα βαρύς και επέπεσε επί των κεφαλών μας με ό,τι ακολούθησε πέντε χρόνια μετά. Εκείνο, όμως, το σκληρό πάθημα, που δεν ήταν ούτε το πρώτο, ούτε, δυστυχώς, το τελευταίο, δεν φαίνεται να έγινε μάθημα αφού τα ίδια φαινόμενα τα βλέπουμε να επαναλαμβάνονται…
Πάρτε το παράδειγμα με τον ΕΝΦΙΑ και τη σύγχυση που προκαλούν τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ που για να γίνουν φιλολαϊκότεροι από τους κυβερνητικούς υπόσχονται την κατάργησή του φόρου, χωρίς, όμως, κανείς τους να είναι σε θέση να πει πότε και πως θα πάψουμε να τον πληρώνουμε. Η έλλειψη, από τη μια, σαφούς εναλλακτικού σχεδίου και η άγνοια, από την άλλη, που γίνεται προφανής από το γεγονός ότι λίγοι δείχνουν να ξέρουν ότι οι εναπομείνασες δύο δόσεις του συγκεκριμένου φόρου αφορούν υποχρέωση του 2013, ενώ από την άνοιξη θα αρχίσουμε να πληρώνουμε για το 2014, οδηγεί τραγελαφικές δηλώσεις.
Ανάλογα με τη διάθεση από την οποία διακατέχεται ή την «πίεση» που δέχεται από τους συνομιλητές του, το κάθε στέλεχος του ΣΥΡΙΖΑ που συνεντευξιάζεται λέει «το κοντό του και το μακρύ του». Κάποιοι κρύβονται πίσω από βαρύγδουπες εξαγγελίες για «Σεισάχθεια». Άλλοι «κλείνουν το μάτι» σε όσους, αν και έχουν, δεν πληρώνουν, αδιαφορώντας ότι αυτό τινάζει στον αέρα τον προϋπολογισμό που οι ίδιοι θα κληθούν να διαχειριστούν. Οι πιο «γαλαντόμοι» τάζουν την άμεση κατάργηση του ΕΝΦΙΑ και την υποκατάστασή του από νέο φόρο επί της μεγάλης ακίνητης περιουσίας, το ύψος της οποίας, όμως, το προσδιορίζει ο καθένας κατά βούληση.
Αν ήταν μόνον ο ΕΝΦΙΑ, ίσως να ήταν μικρό και το συνολικό κακό. Η γενική πλειοδοσία σε ό,τι ακούγεται ευχάριστα κα το προεκλογικό «στρογγύλεμα» των θέσεων ώστε να ικανοποιούνται… όλοι ή, τέλος πάντων, όσο γίνεται περισσότεροι, επεκτείνεται, δυστυχώς, σχεδόν παντού. Και, φυσικά, δεν αφορά μόνον τον ΣΥΡΙΖΑ.
Είναι ένα στρογγύλεμα και μια πλειοδοσία που τη συναντάμε  από την ευρυχωρία των διαβεβαιώσεων ότι δεν θα περιοριστεί το κυνήγι, ή, πολύ περισσότερο, τα συνεχή μπρος - πίσω για την παράταση του Μνημονίου, έως, ακόμη χειρότερα, τη… νέα «Κυριακή της Ορθοδοξίας» που κήρυξε, αιφνιδίως, ο Αντώνης Σαμαράς αναστηλώνοντας τις εικόνες στο δημαρχείο Φιλιατών, που, από ό,τι ξέρω, -γιατί είναι η γενέτειρά μου- κανείς («εικονομάχος» ή άλλος) δεν τις είχε κατεβάσει…
Υπομονή και κουράγιο για τις δέκα μέρες της προεκλογικής τούρλας που απομένουν. Και ελπίδα να αποφύγουμε τις επαπειλούμενες τερατογενέσεις.

Τετάρτη 1 Οκτωβρίου 2014

Οι εκλογές και το Μαξίμου

Βούιξαν και πάλι χθες οι διάδρομοι της Βουλής από τις φήμες για προσφυγή στις κάλπες μόλις κυκλοφόρησε η είδηση για τις επικείμενες παραιτήσεις των τριών γενικών γραμματέων που προτίθενται να θέσουν υποψηφιότητα με τη Νέα Δημοκρατία στις επόμενες βουλευτικές εκλογές.
Είναι απίστευτο πόσο επιδραστικό μπορεί να αποδειχθεί το μείγμα της άγνοιας με την ανασφάλεια που διακατέχει ένα μεγάλο μέρος του πολιτικού προσωπικού –ου μην αλλά καιτου δημοσιογραφικού δυναμικού- με αποτέλεσμα να λέγονται και να γράφονται -ακόμη και πρωτοσέλιδα- απερίγραπτες μπουρδολογίες που, ενώ δεν είναι παρά φαντασιώσεις, πασάρονται ως σοβαρές πολιτικές αναλύσεις από δήθεν γνωρίζοντες τα παρασκήνια της εξουσίας.
Θα είχε ενδιαφέρον να κατέγραφε κανείς πόσες φορές έχουν τεθεί σε… εκλογική ετοιμότητα τα κόμματα της αντιπολίτευσης κατά τα τελευταία δυόμισι χρόνιαπου μας χωρίζουν από τις προηγούμενες εκλογές, όπως μας θύμισαν οι παραιτήσεις των «γαλάζιων» γενικών γραμματέων, οι οποίοιπροτίθενται να εγκαταλείψουν τις θέσεις τους πριν παρέλθει το δεκαοκτάμηνο που απομένει για την ολοκλήρωση της τετραετούς θητείας της παρούσας Βουλής. Κι αυτό διότιμόνον έτσι δεν θα έχουν, σύμφωνα με το Σύνταγμα, κώλυμα εκλογιμότητας και θα μπορούν να είναι υποψήφιοι στις επόμενες εκλογές, όποτε και αν αυτές προκηρυχθούν εφεξής.
Στοιχειώδη, λοιπόν, γνώση αν είχε κανείς των συνταγματικών διατάξεων δεν θα θεωρούσε τις περί ων ο λόγος παραιτήσεις ως ένδειξη επικείμενου εκλογικού αιφνιδιασμού. Πολύ περισσότερο που οι φερόμενοι ακόμη ως υπό παραίτηση γενικοί γραμματείας, όντας στελέχη με δεσμούς με την κυβερνητική ηγεσία και το πρωθυπουργικό περιβάλλον, μάλλον δεν θα πρόδιδαν τον υποτιθέμενο αιφνιδιασμό.
Εξίσου τραγελαφικές είναι, εξάλλου, και οι αναλύσεις που θέλουν τη σημερινή κυβέρνηση να προσφεύγει στις κάλπες για να επιδιώξει την αποκαλούμενη «αριστερή παρένθεση» στοχεύοντας κατόπιν στην ανατροπή του ΣΥΡΙΖΑ την άνοιξη επ΄ ευκαιρία της προεδρικής εκλογής,κατ΄ αντιστροφή, δηλαδή, της απειλή για μη ψήφισης κανενός υποψήφιου που επισείει στην παρούσα φάση η αξιωματική αντιπολίτευση.
Όσοι διακινούν αυτού του είδους τα σενάρια τα οποία κυκλοφορούν σε διάφορες παραλλαγές –και μάλιστα με συγκεκριμένες, μεταβαλλόμενες κάθε φορά, εκλογικές Κυριακές-, αγνοούν, πέραν από την κοινή πολιτική λογική που θέλει κάθε κυβέρνηση να εξαντλεί μέχρι τελευταίας ρανίδος το… μέλι της εξουσίας, δύο πολύσοβαρούς λόγους που αποτελούν μάλλον ανυπέρβλητη τροχοπέδη στους υποτιθέμενους σχεδιασμούς για κυβερνητικό εκλογικό αιφνιδιασμό.
Ο πρώτος λόγος είναι συνταγματικός και έχει να κάνει με την ευχέρεια –τη μοναδική ίσως που διαθέτει- του Προέδρου της Δημοκρατίας να υπογράψει την πρόωρη διάλυση της Βουλής «για ανανέωση της λαϊκής εντολής προκειμένου να αντιμετωπιστεί εθνικό θέμα εξαιρετικής σημασίας» (άρθρο 41).
Είναι αλήθεια ότι στο παρελθόν έχει πολλές φορές παρακαμφθεί το Σύνταγμα με την προσχηματική επίκληση διαφόρων «εθνικών θεμάτων» (συνήθως το… πολύπαθο Κυπριακό, αλλά και διάφορα άλλα) που οδήγησαν σε πρόωρες κάλπες. Στην παρούσα φάση, όμως, δύσκολα μπορεί να περιμένει κανείς από τον Κάρολο Παπούλια, που βρίσκεται στο τέλος της δεκαετούς θητείας του, να κάνει δεκτό ένα τέτοιο κυβερνητικό αίτημα.  
Ο δεύτερος λόγοςπου εμποδίζει την απρόσκοπτη ξαφνική προσφυγή στις κάλπες είναι πολιτικός και σχετίζεται με το γεγονός ότι η σημερινή κυβέρνηση αποτελείται από δύο κόμματα και άρα πρέπει να συμπέσουν τα συμφέροντά τους και να ζητήσουν από κοινού τη διάλυση της Βουλής, κάτι που δεν διαφαίνεται στον πολιτικό ορίζοντα, καθώς Νέα Δημοκρατία και ΠΑΣΟΚ δεν έχουν, σε αυτό το ζήτημα, συγκλίνοντα συμφέροντα.
Εφόσον, λοιπόν, δεν συμφωνήσουν οι δύο κυβερνητικοί εταίροι, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας είναι υποχρεωμένος να ακολουθήσει τη διαδικασία των διερευνητικών εντολών που μπορεί να μη μακρύνουν, αφού η σημερινή Βουλή, σε περίπτωση κυβερνητικής κρίσης, δύσκολα θα μπορέσει να δώσει άλλη κυβερνητική λύση, αλλά η κατάληξη θα είναι η ανάθεση της διενέργειας των εκλογών σε υπηρεσιακή κυβέρνηση.  
Σε κάθε περίπτωση και με εξαίρεση την προκήρυξη εκλογών λόγω αδυναμίας εκλογής νέου Προέδρου Δημοκρατίας, το διακύβευμα της προσφυγής σε πρόωρες εκλογές για τους κυβερνώντες είναι η παράδοση του Μεγάρου Μαξίμου σε υπηρεσιακό πρωθυπουργό και των υπουργείων σε υπηρεσιακούς υπουργούς.
Υπό αυτές τις συνθήκες, μόνον όποιος αρέσκεται να τρέφει αυταπάτες –ή απλά αναμασά όσα του σερβίρουν- μπορεί να ενστερνίζεται σενάρια για πρόωρη προσφυγή στις κάλπες με κυβερνητική πρωτοβουλία πριν από τους πρώτους μήνες του 2015 που θα αποδειχθεί αν η σημερινή Βουλή μπορεί ή όχι να εκλέξει Πρόεδρο της Δημοκρατίας.
Υ.Γ. Ποιος ξεχνά, άλλωστε, ότι ακόμη και ο Κώστας Καραμανλής, που, «κουρασμένος» ων, είχε αποφασίσει να παραδώσει τη διακυβέρνηση, τις εκλογές τις έκανε από το Μαξίμου;

Τετάρτη 24 Σεπτεμβρίου 2014

Στρεψοδικίες πελατειακού τύπου

            Από μια πρώτη ματιά, μπορεί και να μη διαφωνήσει κανείς με την άποψη των δημάρχων του ΣΥΡΙΖΑ και της περιφερειάρχη Ρένας Δούρου ότι για το σημερινό ξεχαρβάλωμα της δημόσιας διοίκησης ευθύνονται οι κυβερνήσεις της Νέας Δημοκρατίας και του ΠΑΣΟΚ που διόρισαν όλους αυτούς που υπηρετούν στον δημόσιο τομέα.
            Είναι, όμως, έτσι ακριβώς τα πράγματα; Με μια δεύτερη ματιά, μάλλον, όχι. Ιδίως όταν το επίδικο ξεχαρβάλωμα που επισημαίνουν τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ αφορά την Τοπική Αυτοδιοίκηση, στην οποία, ευτυχώς ή δυστυχώς, εξουσία δεν άσκησαν μόνον δήμαρχοι από τον πάλαι ποτέ δικομματισμό.
            Σε δεκάδες δήμους όλης της χώρας, αυτοδύναμα ή σε συνεργασία, μια πλειάδα στελεχών που δεν ανήκαν ούτε στο ΠΑΣΟΚ ούτε στη ΝΔ άσκησαν –από την Ηγουμενίτσα ως την Καισαριανή και από τη Νίκαια ως την Καρδίτσα- διοίκηση για μικρότερο ή μεγαλύτερο διάστημα. Και δεν νομίζω ότι κάποια από τις περιοχές αυτές μπορεί να θεωρηθεί «όαση διοικητικής ευρυθμίας» που να την διαφοροποιεί ριζικά από άλλες που τις διοίκησαν στελέχη του… επάρατου δικομματισμού.
            Λίγο ως πολύ, από την εξυπηρέτηση του πολίτη, πριν και μετά το Μνημόνιο, ως την διάρθρωση του προσωπικού και τις προσλήψεις, τα ίδια φαινόμενα συναντούσε κανείς τις τελευταίες δεκαετίες σε όλο το εύρος της Αυτοδιοίκησης, γεγονός που μάλλον μαρτυρά ότι στο περιγραφόμενο ξεχαρβάλωμα, όπου και όσο υπάρχει, δεν υπήρχαν «αποκλειστικότητες».
Για να μη θυμηθούμε δε και πόσοι από όσους σήμερα μιλούν για αυτό το «ξεχαρβάλωμα», μια χαρά υπηρέτησαν το «ξεχαρβαλωμένο» κράτος και μισθοδοτήθηκαν από αυτό. Και, μάλιστα, χωρίς να είναι από το… σόι του Μητσοτάκη. 
            Αλλά ακόμη και αν όλοι όσοι τώρα κήρυξαν την παντιέρα της αντίστασης στον έλεγχο νομιμότητας των δικαιολογητικών πρόσληψης είναι οι ίδιοι προσωπικώς άμεμπτοι και αμόλυντοι, με ποιο ηθικό, άραγε, δικαίωμα έταξαν τους εαυτούς τους σε ρόλο ασπίδας για να καλυφθούν οι τυχόν παράνομα και παράτυπα προσλήφθηκαν από τους ρουσφετολόγους προκατόχους τους;        
            Άκουγα αυτές τις μέρες έναν από τους «επαναστάτες» δημάρχους, που κατά δήλωσή του,δραστηριοποιείται τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια στα δημοτικά πράγματα της περιοχής του, να ισχυρίζεται ότι τα φαινόμενα αδιαφάνειας στις προσλήψεις τα έχει καταγγείλει επανειλημμένα όταν ήταν στην αντιπολίτευση.
Μόνον, όμως, που ενώ, ακριβώς γι΄  αυτό, θα περίμενε κανείς να ήταν τώρα συνεπής με εκείνες τις καταγγελίες και να πρωταγωνιστεί στην εμπέδωση της νομιμότητας μιας και του δίνεται η ευκαιρία να κάνει πράξη τις αρχές και τις αξίες που διεκήρυσσε, εκείνος κατέφυγε σε στρεψόδικες αντιφάσεις.
Από εδώ το έφερνε, από εκεί το πήγαινε, την απορία για τον έλεγχο της νομιμότητας την άφηνε αναπάντητη. Μπέρδευε σκόπιμα το επίμαχο ζήτημα των πλαστών πιστοποιητικών με την αξιολόγηση –που είναι εντελώς διαφορετική διαδικασία- και τις απολύσεις που θέλει να κάνει η «μνημονιακή» κυβέρνηση.
Στην πραγματικότητα, δεν έβγαινε άκρη από τα λεγόμενα του, πέραν του ότι ήταν αποφασισμένος να προστατεύσει με κάθε μέσο και κάθε τρόπο τους «πελάτες» που κληρονόμησε από τους προκατόχους του και τώρα θεωρεί «δικούς» του, ίσως και γιατί οι περισσότεροι από αυτούς τον ψήφισαν στις τελευταίες εκλογές, όπως ακριβώς είχαν ψηφίσει και όσους τους διόρισαν.
Δεν ξέρω αν το έχουν αντιληφθεί στον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά αν θέλουν να γίνουν… «μαγαζάτορες» απευθυνόμενοι στους ίδιους «πελάτες» με το ίδιο προϊόν που είχαν και οι προηγούμενοι, το ηθικό πλεονέκτημα που επιχειρούν να αποσπάσουν με τις διακηρύξεις του «δεν είμαστε όλοι ίδιοι» αναιρείται εκ των πραγμάτων.
Στο τέλος – τέλος, πόσοι είναι οι παράνομοι που θα καλύψουν με την ασπίδα που θέλουν να δημιουργήσουν; Υπάρχουν εκατομμύρια περισσότεροι πολίτες σε τούτη τη χώρα που δεν παρανόμησαν, πολίτες που θέλουν ισονομία, διαφάνεια και έχουν την απαίτηση να πιάνουν τόπο οι δυσβάστακτοι φόροι που πληρώνουν.