Τον γύρο του διαδικτύου, κατά το
γνωστό δημοσιογραφικό στερεότυπο, έκανε τις τελευταίες ημέρες μια φωτογραφία
που δείχνει τον Κωνσταντίνο Καραμανλή να υπογράφει κάποιο κείμενο, το οποίο,
σύμφωνα με τη λεζάντα που πλειάδα αναρτήσεων –σε ιστολόγια, στο facebook και στο twitter- υιοθετούσε, σχετιζόταν με το
«κούρεμα» του γερμανικού προπολεμικού εξωτερικού χρέους που επήλθε το 1953 με
τη Συμφωνία του Λονδίνου, για την οποία τόσο λόγος έγινε κατά την πρόσφατη
προεκλογική περίοδο.
Είναι εντυπωσιακό πόσοι άνθρωποι,
ανάμεσα τους δημοσιογράφοι, πανεπιστημιακοί και αρκετοί άλλοι που θα είχε κανείς
τη στοιχειώδη απαίτηση να μην υιοθετούν την κάθε… ψεκασμένη διαδικτυακή θεωρία
συνωμοσίας που αναρτά ο πρώτος τυχών, δεν είχαν τη γνώση ή δεν μπήκαν στον κόπο
να μάθουν ότι η πρωθυπουργία Καραμανλή δεν συμπίπτει χρονικά με τα επίμαχα
γεγονότα. Κατά το εξάμηνο –από τον Φεβρουάριο έως τον Αύγουστο του 1953- που
διήρκεσαν στη βρετανική πρωτεύουσα οι συζητήσεις για τη διευθέτηση των γερμανικών
χρεών, ο μετέπειτα Πρόεδρος της Δημοκρατίας δεν ήταν παρά υπουργός Δημοσίων
Έργων και η πρωθυπουργική θητεία του ξεκίνησε δύο και πλέον χρόνια μετά την
υπογραφή της Συμφωνίας του Λονδίνου.
Η πραγματικότητα, βλέπετε, που ήταν ότι
εκ μέρους της Ελλάδας η Συμφωνία υπεγρράφη από τον πρεσβευτή μας στο Ηνωμένο
Βασίλειο, δεν δικαιολογούσε τη διάσταση της «εθνικής προδοσίας» που, ορισμένοι
συγκεκαλυμμένα και άλλοι πιο ανοιχτά, επιχειρούσαν να δώσουν με τις απανωτές
αναδημοσιεύσεις της φωτογραφίας με τον Καραμανλή να υπογράφει. Και αυτή η
πραγματικότητα ίσως να συνέβαλε επαρκώς στον υπαινιγμό για τις ελληνικές
διεκδικήσεις έναντι της Γερμανίας, αφενός για να «κουρέψουν» και το δικό μας
χρέος και, αφετέρου, για να μας καταβάλουν πολεμικές επανορθώσεις για τις
αναμφισβήτητες θηριωδίες που υπέστημεν την Κατοχή από τα ναζιστικά στρατεύματα.
Βοηθούντων και αρκετών πολιτικών
ταγών, η διεκδίκηση για καταβολή αποζημιώσεων από τη Γερμανία, που αναδύθηκε σε
ιδιαιτέρως δημοφιλές ζήτημα την περίοδο της κρίσης, έχει λάβει, για πολλούς
συνέλληνες, διαστάσεις εφάμιλλες με το κυνήγι διάφορων θησαυρών που με πάθος
αναζητούν σε θάλασσες και σε βουνά λογής χρυσοθήρες. Όσο διπλωματικά θεμιτό
είναι να κρατάμε ζεστό το ζήτημα και να το θέτουμε επιτακτικά σε κάθε διμερή
επαφή με την γερμανική πλευρά, άλλο τόσο πολιτικά αθέμιτο είναι να προσπαθούν
ορισμένοι να πείσουν την εγχώρια κοινή γνώμη ότι είναι αποκλειστικά θέμα ελληνικής
βούλησης να συμψηφιστούν πολεμικές επανορθώσεις για να απαλλαγούμε από το
δυσθεώρητο δημόσιο χρέος.
Τα ίδια και χειρότερα ισχύουν και
για μερικούς άλλους δήθεν «θησαυρούς» που υποτίθεται ότι αναζητεί η νέα
συγκυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ με τους ΑΝΕΛ για να καλύψει το προφανές δημοσιονομικό
κενό και να αποφύγει τα σκληρά μέτρα που επιμένουν οι εταίροι μας να περιλαμβάνει
το νέο «Συμβόλαιο» ή όπως αλλιώς ευφημιστικά αποκληθεί το σχήμα που θα
διαδεχθεί το επάρατο «Μνημόνιο».
Εν πρώτοις, είναι ο «θησαυρός» με
τις περίφημες «λίστες» («Λαγκάρντ», «Λουξεμβούργου», «Νικολούδη» και… δεν ξέρω
εγώ τι άλλο) με όσους έβγαλαν χρήματα στο εξωτερικό. Κυβερνητικοί παράγοντες
υπολογίζουν ότι μέσα στους επόμενους μήνες θα καταφέρουν να βάλουν στα δημόσια
ταμεία ποσό 2,5 δισ. ευρώ, κάτι, ωστόσο, που αρκετοί αμφισβητούν ότι μπορεί να
συμβεί, αφού επί της ουσίας τα ίδια πρόσωπα –ορισμένα μάλιστα και
αναβαθμισμένα…- έχουν την ευθύνη των ελέγχων.
Αντίστοιχες είναι και οι εκτιμήσεις
για τα αποτελέσματα από την πάταξη της φοροδιαφυγής από την οποία όλες οι
κυβερνήσεις αναμένουν διαχρονικά να αυξήσουν τις εισπράξεις των δημόσιων
ταμείων, αλλά σχεδόν ποτέ οι στόχοι δεν επιτυγχάνονται, γιατί κι εδώ ο
υποτιθέμενος «θησαυρός» είναι μάλλον μόνο στο μυαλό των επίδοξων χρυσοθήρων. Ο
υπερδιπλασιασμός την τελευταία πενταετία
των ανείσπρακτων χρεών προς το δημόσιο –από 32 δισ. σε 70 και πλέον- δεν
αλλάζει το «ουκ αν λάβοις…» που διέψευσε τις προσδοκίες όλων των προηγούμενων
κυβερνήσεων που –υπό την πίεση και της αντιπολίτευσης- δεν ήθελαν να
αναγνωρίσουν ότι το συντριπτικά μεγαλύτερο μέρος αυτών των ποσών δεν πρόκειται
να εισπραχθεί στον… αιώνα τον άπαντα. Κι αυτό επειδή αφορά πρόστιμα και
προσαυξήσεις που οι υπόχρεοι δεν έχουν δυνατότητα εξόφλησης και σε πάμπολλες
περιπτώσεις, μάλιστα, έχουν από ετών διακόψει κάθε δραστηριότητα.
Το δυστύχημα είναι ότι με τον
υποτιθέμενο «θησαυρό» των ανείσπρακτων, όπως και με τον αντίστοιχο την πάταξη
του λαθρεμπορίου σε καύσιμα και τσιγάρα, έχουμε καταφέρει, ως χώρα, να…
παραμυθιάσουμε και τους εταίρους μας. Με αποτέλεσμα σχεδόν σε καθημερινή βάση
να βλέπουν το φως στον ξένο Τύπο δημοσιεύματα για ομοεθνείς μας εφοπλιστές που (χωρίς
πολλές φορές να έχουν ελληνική υπηκοότητα ή να είναι φορολογικά υπόχρεοι στην
Ελλάδα) αγοράζουν σπίτια στο Λονδίνο, όπως και να γίνονται δηλώσεις από
Ευρωπαίους πολιτικούς για τους Έλληνες που δεν πληρώνουν τους φόρους τους και
που αν πλήρωναν δεν θα είχαν ανάγκη από δανεικά.
Αν και είμαι εξ εκείνων που θεωρούν
ακραία αντικοινωνικά τα δήθεν κινήματα «Δεν Πληρώνω» τα οποία υπέθαλπαν
σημερινοί κυβερνώντες, δυσκολεύομαι να συμβιβαστώ με την βολική ευκολία ότι η
λύση του οικονομικού προβλήματος μπορεί να έρθει μέσα από κρυμμένους
«θησαυρούς» που αφορούν είτε στις γερμανικές αποζημιώσεις και στην εξόρυξη,
οψέποτε αυτή γίνει, των ελληνικών υδρογονανθράκων, είτε στην πάταξη
φοροδιαφυγής και λαθρεμπορίου και τον έλεγχο της κίνησης κεφαλαίων προς το
εξωτερικό.
Καλά και… άγια είναι όλα αυτά. Και,
παρόλο που προσωπικά αμφιβάλλω, μακάρι για πρώτη φορά να επιτευχθούν οι στόχοι
που τίθενται. Αλλά και έτσι, όμως, αν συμβεί, οι εισπράξεις από τους
«θησαυρούς» θα είναι μόνον για μια χρονιά και δεν πρόκειται να επαναληφθούν τις
επόμενες. Επαναλαμβανόμενα, αντιθέτως, είναι τα οφέλη από τις επενδύσεις και
τις συνακόλουθες θέσεις εργασίας, για τις οποίες ουδείς μίλησε προεκλογικά. Και
το ίδιο, δυστυχώς, συμβαίνει μετεκλογικά. Ίσως γιατί αυτή η συζήτηση είναι δύσκολη
και για τούτο άβολη.