Συνολικές προβολές σελίδας

Πέμπτη 8 Ιουνίου 2017

«Σκοτώστε τους αγγελιαφόρους!»

          Ίσως να μην εξέπληξαν πολλούς οι ειρωνείες που επιστράτευσε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος για να αποφύγει να δώσει ουσιαστική απάντηση στο τεράστιο ζήτημα με τον πολλαπλασιασμό των σταθμών διοδίων στην Εγνατία Οδό και την εκτίναξη του κόστους διέλευσης των αυτοκινήτων από τον τόσο σημαντικό για όλο το βορειοελλαδικό χώρο οδικό αυτό άξονα.
Και δεν εξέπληξαν μάλλον επειδή φαίνεται να έχουν γίνει ρουτίνα τα συνεχή κρούσματα της καθεστωτικής νοοτροπίας από την οποία διακατέχονται οι άνθρωποι που –με βασικότερο μοχλό τα μέσα ενημέρωσης- αναρριχήθηκαν στην εξουσία εξαπατώντας τους πάντες και ελπίζουν ότι θα μακροημερεύσουν στις καρέκλες τους καθυποτάσσοντας την ενημέρωση και λοιδορώντας τους λειτουργούς της.

Η δυσανεξία που επιδεικνύουν όχι μόνον όταν τους ασκείται κριτική, αλλά ακόμη και όταν τους υποβάλλονται απλά και αυτονόητα ερωτήματα που απασχολούν τους πολίτες, κάνει το αλήστου μνήμης «δεν δικαιούστε δια να ομιλείτε» του μακαρίτη Μένιου Κουτσόγιωργα να ωχριά μπροστά στη θρασύτητα νεόκοπων πολιτικάντηδων που εκείνο για το οποίο μπορούν να επαίρονται είναι η… επί διετία διαμονή τους σε λαϊκά προάστια.

Οι γκεμπελικού τύπου σκόπιμα απαξιωτικοί ισχυρισμοί του τύπου «θυμάμαι ότι πολλές φορές είχατε δείξει αντίστοιχη ευαισθησία…» αποτελεί τον κανόνα με τον οποίο έχουν επιλέξει να πολιτεύονται οι κυβερνητικοί αξιωματούχοι. Οι ανοίκειες αναρτήσεις και οι άναρθρες κραυγές του Πολάκη και των ομοίων του για τα «βοθροκάναλα», δυστυχώς, δεν συνιστούν εξαίρεση. Αντιθέτως κάθε μέρα που περνά πείθονται και οι πλέον άπιστοι ότι ήταν οι τροχιοδεικτικές βολές που προοιωνίζονταν τον πόλεμο με όλα τα μέσα που έχει αποφασιστεί από την κορυφή της κυβερνητικής πυραμίδας.

Τον πολεμικό τόνο, άλλωστε, τον δίνει ο ίδιος ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας που δεν χάνει ευκαιρία να αντιδικεί με τα μέσα ενημέρωσης και να στοχοποιεί ό,τιδήποτε δεν του είναι αρεστό και οποιονδήποτε δεν υποτάσσεται στην εξουσία του. Δεν αρκείται, μάλιστα, ο κ. Τσίπρας στα υβριστικά non paper που εκδίδονται –με την προφανή επίνευσή του, αν όχι και την υπαγόρευσή του- αλλά αναβαθμίζει την επιθετικότητά του και με προσωπικές δηλώσεις.

«Μόνο μεμψιμοιρία, χαιρεκακία και εμφανής στοίχιση ορισμένων κυριακάτικων πρωτοσέλιδων τίτλων με τις πιο ακραίες φωνές των δανειστών, σε σχέση με το χρέος», διαπίστωσε προ ημερών ο πρωθυπουργός της χώρας. Και εξέδωσε γραπτή προσωπική δήλωση με αυτές τις διατυπώσεις επιχειρώντας να ασκήσει πίεση στα μέσα ενημέρωσης ώστε να αποσιωπηθεί το ομολογημένο ναυάγιο της ανερμάτιστης διαπραγμάτευσης που κάνει δύο χρόνια τώρα με τους πιστωτές και, αντ΄ αυτού, να προβληθεί το υποτιθέμενο success story του αναιμικού 0,4% της ανάπτυξης που έδειξαν τα αναθεωρημένα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ.
Η συνεχής ενασχόληση των κυβερνητικών αξιωματούχων με τον συστηματικά αρνητικό σχολιασμό του τρόπου με τον οποίο επιλέγουν να παρουσιάσουν κάθε φορά την επικαιρότητα τα μέσα ενημέρωσης είναι ίσως το μικρότερο κακό με το οποίο βρίσκονται αντιμέτωποι όσοι απασχολούνται σε αυτά. Άλλωστε, μια ματιά στις κυκλοφορίες των εντύπων, στην ακροαματικότητα των ραδιοσταθμών, στην τηλεθέαση των καναλιών και στην επισκεψιμότητα των διαδικτυακών μέσων καταδεικνύει ότι οι πολίτες –όπως κάνουν διαχρονικά, έτσι και τώρα- επιβραβεύουν όσους σέβονται τους αναγνώστες, τους ακροατές ή τους θεατές τους και αποστρέφονται όσους επιδίδονται αποκλειστικά στη λιβανιστική προπαγάνδα.
Το χειρότερο όλων είναι η εκδικητικότητα με την οποία αντιμετωπίζονται από τους κυβερνώντες όλοι όσοι εργάζονται στα μέσα ενημέρωσης. Δεν εξηγείται αλλιώς ο αργός θάνατος στον οποίο έχει καταδικαστεί το Ταμείο Περίθαλψης και Επικουρικής Ασφάλισης των εργαζομένων στα μέσα ενημέρωσης. Μόνον τυχαίο δεν μπορεί να είναι το γεγονός ότι έναν ολόκληρο χρόνο μετά την κατακρεούργηση όλων των φορέων κοινωνικής ασφάλισης από τον περιώνυμο «νόμο Κατρούγκαλου», ο ΕΔΟΕΑΠ, όπως αποκαλείται ο φορέας της υγειονομικής περίθαλψης των εργαζομένων στα ΜΜΕ, βρίσκεται υπό καθεστώς απόλυτης οικονομικής ασφυξίας. Καταργήθηκαν οι πόροι που είχε τις τελευταίες δεκαετίες (από το λεγόμενο «αγγελιόσημο») χωρίς, όμως, να αντικατασταθούν από ο,τιδήποτε άλλο (π.χ. αναδιάρθρωση των εισφορών ασφαλισμένων και συνταξιούχων).
Ο ΕΔΟΕΑΠ είναι ο πρώτος -και ο μόνος προσώρας- ασφαλιστικός φορέας που εδώ και μερικές εβδομάδες έχει συντονισμένα οδηγηθεί σε στάση πληρωμών, αφού αδυνατεί να πληρώσει το προσωπικό του, να καλύψει τις παροχές προς τους ασφαλισμένους του και να καταβάλει τις επικουρικές συντάξεις προς τους συνταξιούχους. Το τι μέλλει γενέσθαι εφεξής ουδείς γνωρίζει. Και πάντως κανείς από την κυβέρνηση δεν δείχνει να ενδιαφέρεται τι θα γίνει με τους χιλιάδες ανθρώπους –εργαζόμενους, ανέργους και συνταξιούχους- που μένουν χωρίς περίθαλψη.
Το πιθανότερο, μάλιστα, είναι ότι το όποιο κυβερνητικό «ενδιαφέρον» εξαντλείται στην επίδειξη πυγμής έναντι μιας υποτιθέμενης «κάστας ισχυρών», όπως εμφανίζονται να είναι οι άνθρωποι της ενημέρωσης, που πρέπει να τιμωρηθούν για να ικανοποιηθούν τα ένστικτα των μαζών που έχουν εκπαιδευθεί να μισούν –τον γείτονα και την… κατσίκα του- καθώς και να αντλούν ικανοποίηση από την ισοπέδωση των πάντων.

Με αυτές και με πολλές άλλες μεθοδεύσεις, όπως η εμμονή στον περιορισμό των τηλεοπτικών αδειών, ή η σκανδαλώδης εύνοια στους φίλιους επιχειρηματίες που εμπλέκονται στα μέσα ενημέρωσης και το κυνήγι όλων των υπολοίπων, είναι προφανές ότι η κυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ έχει επενδύσει στο «σκοτώστε τους αγγελιαφόρους». Θεωρούν ότι η καθυπόταξη των μέσων ενημέρωσης σε βαθμό που να αναμεταδίδουν μόνον τα προπαγανδιστικά non paper μπορεί να διασώσει την καταρρέουσα εξουσία τους. Υποτιμούν τους πολίτες, κρίνοντας ίσως από την ευκολία με την οποία τους εμπιστεύτηκαν παρά τις τερατώδεις υποσχέσεις που είχαν δώσει.
Ας μην τρέφουν, όμως, άλλες αυταπάτες. Και ας μην ματαιοπονούν. Δεν θα τα καταφέρουν. Όπως δεν τα κατάφεραν τόσες και τόσες αυταρχικές εξουσίες πριν από αυτούς. Όσους αγγελιαφόρους και αν στοχεύσουν, οι ειδήσεις, οι πληροφορίες και η ενημέρωση δεν θα σταματήσουν ποτέ να «τρέχουν». Και, όπως σχεδόν πάντα συμβαίνει, στο διάβα τους παρασέρνουν τους κάθε λογής αυταρχικούς και ανιστόρητους πολιτικάντηδες και σαρώνουν τις πρόσκαιρες εξουσίες του που –κακώς, κάκιστα- θεωρούν πως είναι αιώνιες.

Πέμπτη 1 Ιουνίου 2017

Εκλιπαρούν για σωσίβιο.Θα το βρουν;



Στην αρχή ήταν απολύτως σίγουροι για τη διαγραφή του μεγαλύτερου μέρους του χρέους. Γι΄ αυτό και υπόσχονταν «σεισάχθεια» για όλους τους πολίτες –αναξιοπαθούντες και μη, απλούς μπαταχτσήδες ή στρατηγικούς κακοπληρωτές- που είχαν χρέη. Φαντασιώνονταν διεθνή διάσκεψη που θα συγκαλούνταν για λογαριασμό τους από τους… έντρομους δανειστές. Και με απίστευτη κομπορρημοσύνη απειλούσαν Θεούς και δαίμονες.
Όποιος τολμούσε να διατυπώσει την παραμικρή αντίρρηση στους υπερφίαλους ισχυρισμούς ότι θα απάλλασσαν τους πάντες –το ελληνικό δημόσιο, αλλά και τον… πλανήτη ολόκληρο- από τα συσσωρευμένα χρέη, απειλούνταν με… ανασκολοπισμό. Με μοναδική ευκολία κάθε αντιρρησίας χαρακτηριζόταν «υπηρέτης ξένων αφεντάδων», «υπάλληλος των τοκογλύφων» και «υπονομευτής των συμφερόντων του λαού και του Έθνους».
Με όπλο, άλλωστε, την στενόμυαλη πολιτική μισαλλοδοξία, είχαν πείσει τους εαυτούς τους ότι η μεγαλύτερη διαγραφή χρέους στην παγκόσμια οικονομική ιστορία, που έγινε με το περιλάλητο PSI, ήταν «καταστροφική». Και έτσι κατάφεραν να αυτοπαγιδευτούν βάζοντας πολύ ψηλότερα τον πήχη από τα 126 δισεκατομμύρια που κουρεύτηκαν το 2012 και την υπόσχεση που έλαβε λίγους μήνες αργότερα η χώρα για μελλοντικές διευθετήσεις στους χρόνους αποπληρωμής και στα επιτόκια των παλαιότερων δανειακών συμβάσεων.
Η προσάραξη στη σκληρή μνημονιακή πραγματικότητα που υπέστησαν το καυτό καλοκαίρι του 2015 οι ανεδαφικές προσδοκίες τις οποίες καλλιεργούσαν, δεν τους συνέτισε. Η επέμβαση, σε ρόλο ναυαγοσωστικών δυνάμεων, που έκαναν μετά το διαβόητο δημοψήφισμα του Ιουλίου, οι αντιπολιτευόμενες παρατάξεις που ενστερνίζονται τον ευρωπαϊκό προσανατολισμό της χώρας, ερμηνεύτηκε ως «υπηρεσία προς τους ξένους» και όχι ως «θυσία για το εθνικό συμφέρον».
Στις εκλογές του Σεπτεμβρίου του 2015 επιστρατεύθηκαν τα πιο διχαστικά συνθήματα από τη φαρέτρα του εμφυλιοπολεμικού μίσους –«ή εμείς ή αυτοί», «τους τελειώνουμε ή μας τελειώνουν» και άλλα ηχηρά παρόμοια. Αλλά και μετά τις εκλογές δεν έλειψαν οι ιταμές λοιδορίες εναντίον όποιου δεν έκαιγε λιβάνι στη διαπραγματευτική δεινότητα του Αλέξη Τσίπρα και του Ευκλείδη Τσακαλώτου που δεν… αρκούνταν στην προσπάθεια να αλλάζουν την Ελλάδα.
Παραμύθιαζαν τον κόσμο – ή μήπως αυτοπαραμυθιάζονταν;- ότι άλλαζαν την Ευρώπη και τον πλανήτη ολόκληρο που ήταν τάχατες έτοιμος να τους χαρίσει τα χρέη. Κάτι που δεν είχαν κάνει με τους προηγούμενους επειδή εκείνοι δεν ήταν τόσο… γενναίοι, όσο υποτίθεται ότι είναι ο Τσίπρας και η παρέα του, για να το ζητήσουν. Τόσο απλά. Ή, καλύτερα, τόσο απλοϊκά ώστε να το αντιληφθούν οι αφελείς και μόνον αυτοί…    
Στην πραγματικότητα, όμως, αντί να αλλάζουν την Ευρώπη, εκείνο που άλλαζαν διαρκώς ήταν οι θέσεις τους. Από Eurogroup σε Eurogroup ο πήχης των προσδοκιών χαμήλωνε. Και, την ίδια ώρα, ο λογαριασμός των μέτρων, με τα οποία επιβάρυναν τους πολίτες, μεγάλωνε, γελοιοποιούμενοι, συνάμα, διεθνώς με τις υποσχέσεις για «ούτε ένα ευρώ» μέτρα που απερίσκεπτα εκστόμιζαν.
Η διαγραφή του χρέους, παρόλο που στην πορεία είχε γίνει «διευθέτηση», εξακολουθούσε να είναι το «Ιερό Δισκοπότηρο» της κυβερνητικής προπαγάνδας περί επιτυχούς διαπραγμάτευσης. Μέχρι που στο Eurogroup της 22ας Μαΐου συνέβη ένα ακόμη ναυάγιο, οι εντυπώσεις από το οποίο, παρά τις χυδαίες επιθέσεις που εξαπολύθηκαν ενάντια στα μέσα ενημέρωσης που το περιέγραψαν, δεν μπόρεσαν να διασκεδαστούν.
Με καθυστέρηση αρκετών ημερών ο απίθανος τύπος που εμφανίζεται με το τσαλακωμένο κοστούμι του Έλληνα υπουργού Οικονομικών στα Eurogroup, υποχρεώθηκε να αναγνωρίσει ότι πλέον «αυτό που επιθυμεί η κυβέρνηση να ειπωθεί για την Ελλάδα στο επόμενο Eurogroup είναι ότι τα μεσοπρόθεσμα μέτρα που θα εφαρμοστούν μετά το τέλος του προγράμματος, το 2018, θα είναι αρκετά, ώστε να θέσουν το χρέος σε μια βιώσιμη πορεία».
Με άλλα λόγια εγκαταλείπεται όχι μόνον η υπερφίαλη απαίτηση για διαγραφή αλλά και το αίτημα για άμεση διευθέτηση, το οποίο μάλιστα είχε συνδεθεί με τα προσφάτως ψηφισθέντα μέτρα για τα οποία έλεγαν στους βουλευτές τους ότι «θα ακυρωθούν αν δεν μας δώσουν τώρα το χρέος».  Αλλά δεν είναι μόνον ο Ευκλείδης Τσακαλώτος που εκλιπαρεί τους δανειστές λέγοντας τους, με άλλα λόγια, «πείτε κάτι για το χρέος και ας μην το κάνετε». Είναι και ο πρωθυπουργός που αίφνης φόρεσε τον μανδύα του «συναινετικού». 
 Από το βήμα της – για φαντάσου…- γενικής συνέλευσης του ΣΕΒ μίλησε για «πλατιά κοινωνική απαίτηση να συστρατευτούμε» ώστε «να αφήσουμε πίσω το παρελθόν και όλες οι υγιείς παραγωγικές δυνάμεις του τόπου να συνδράμουν στην επιτακτική προσπάθεια για την ανάταξη της οικονομίας και την απεξάρτηση της χώρας από τον εξωτερικό καταναγκασμό».
«Οι διαφορετικές μας απόψεις, μπορεί να είναι και πλούτος αν προσέλθουμε σε έναν υγιή διάλογο, με αμοιβαίο σεβασμό προς τον συνομιλητή και τις θεμελιώδεις δημοκρατικές αξίες», είπε ο πολιτικός που κέρδισε τις τελευταίες εκλογές με το σύνθημα «να τελειώνουμε με το παλαιό». Και έκλεισε την ομιλία του με «ένα κάλεσμα προς όλες τις δημιουργικές δυνάμεις του τόπου, να ενώσουν δυνάμεις, να συμπορευτούν στον κοινό μας αγώνα για την επόμενη μέρα της ελληνικής οικονομίας, για την επόμενη μέρα της Ελλάδας».
Τι μαρτυρούν όλες αυτές οι μεταμορφώσεις των τελευταίων ημερών; Τίποτε περισσότερο από το γεγονός ότι, έχοντας ρίξει για μια ακόμη φορά σε ξέρα το σκάφος, αναζητούν εναγωνίως σωσίβια. Σωσίβια τα οποία δεν τα ζητούν, απλώς. Στην πραγματικότητα εκλιπαρούν γι΄ αυτά. Και εκλιπαρούν εκείνους τους οποίους έβριζαν όλα αυτά τα χρόνια. Εκείνους των οποίων παρακολουθούσαν τις τηλεφωνικές συνδιαλέξεις και τους απειλούσαν με…  έξωση από τη χώρα. Κι εκείνους τους οποίους με ιταμό τρόπο αποκαλούσαν «συμμαχία των προθύμων» και «τρόικα εσωτερικού».
Κατά τα φαινόμενα, από τους εκπροσώπους των εταίρων και δανειστών, τους κυρίους της «συντηρητικής νομενκλατούρας», όπως τους χαρακτήριζαν πάλαι ποτέ, θα είναι ικανοποιημένοι αν καταφέρουν να αποσπάσουν μια γενικόλογη περιγραφή μελλοντικής λύσης για το χρέος, ώστε να διασωθούν τα προσχήματα της νέας προσάραξης στα αβαθή.
Πιο απαιτητικοί, ωστόσο, φαίνεται να είναι απέναντι στις εγχώριες πολιτικές δυνάμεις, από τις οποίες ζητούν νέα «λευκή επιταγή». Και ουσιαστικά να συναινέσουν σε έναν νέο πολιτικό αυτοχειριασμό που θα διαιωνίζει την εξουσία του Αλέξη Τσίπρα και της παρέας του, στέλνοντας –όπως και το 2015- στην κοινωνία το μήνυμα ότι είναι το ίδιο όποιος και αν είναι στην εξουσία.
Εδώ, όμως, που έχουν φθάσει τα πράγματα, δεν είναι πολύ πιθανό να βρεθεί το διπλό σωσίβιο που επιζητούν. Ακόμη και αν τους πετάξουν μια… τρύπια σαμπρέλα οι «απέξω», που μια χαρά βολεύονται με τα μέτρα που λαμβάνονται, δύσκολα θα συμβεί το ίδιο και στο εσωτερικό. Και δεν θα συμβεί επειδή –καλώς ή κακώς- κανείς πλέον δεν τους εμπιστεύεται. Ούτε εντός, ούτε εκτός.

Πέμπτη 25 Μαΐου 2017

Οι ατελείωτες αυταπάτες και οι ανελέητες ψυχρολουσίες



            Δεν χρειαζόταν, ίσως, η νέα ανελέητη ψυχρολουσία που επεφύλαξαν στην ελληνική κυβέρνηση ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε και οι συν αυτώ στο τελευταίο Eurogroup για να αντιληφθούμε πόσο πολύ υποτιμά τη νοημοσύνη όλων των ελλήνων πολιτών -και όχι μόνον των στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ- ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας.
Διότι μόνον σε υποτίμηση της νοημοσύνης όλων μας μπορεί να αποδοθούν τα όσα ισχυριζόταν ο κ. Τσίπρας όλο το προηγούμενο διάστημα για τα σκληρά μέτρα που –μαζί με τα υποτιθέμενα «αντίμετρα»- ψήφισαν ομοθυμαδόν οι κυβερνητικοί βουλευτές. Και, πολύ περισσότερο, η συσχέτιση που υποστήριζε ότι έχουν όλα αυτά με την πολυπόθητη ρύθμιση του χρέους που την έχει αναδείξει ο ίδιος ως το «Ιερό Δισκοπότηρο» για τη διαιώνιση της εξουσίας του.
«Τα μέτρα αυτά που ψηφίζουμε σήμερα θα εφαρμοστούν αν -και μόνο αν- πρώτα αρχίσουν να εφαρμόζονται, μετά το τέλος του Προγράμματος, τον Σεπτέμβρη 2019, ουσιαστικά μέτρα για το χρέος, μέτρα για το χρέος που θα μας οδηγήσουν σε οριστική έξοδο από την κρίση», έλεγε επί λέξει στη Βουλή κατά τη συζήτηση του πολυνομοσχεδίου με το οποίο σφαγιάστηκαν όσο ποτέ άλλοτε τόσο οι συντάξεις όσο και το αφορολόγητο, πλήττοντας περισσότερο από κάθε άλλη φορά τους πλέον αδύναμους από τους συμπολίτες μας που εξακολουθούν να διαθέτουν και να δηλώνουν εισοδήματα.
«Σε αντίθετη περίπτωση, τα μέτρα αυτά θα αποσυρθούν, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι. Το γνωρίζουν αυτό και οι πιστωτές μας, το γνωρίζει ο ελληνικός λαός, το γνωρίζει και το Σώμα», κομπορρημονούσε ο κ. Τσίπρας με τη γνωστή, πλέον, άνεση με την οποία μπορεί να «ξεφουρνίζει» ο,τιδήποτε, αδιαφορώντας πλήρως αν τα λεγόμενα του συγκρούονται κατά μέτωπο με την πραγματικότητα.
Με την ίδια, άλλωστε, αφελή (ή μήπως κουτοπόνηρη;) άνεση είχε φροντίσει μια μέρα νωρίτερα να φωνάξει τους δημοσιογράφους στο γραφείο του στη Βουλή για να τους πει πόσο καλά νέα είχε να περιμένει. «Too good to be true», ήταν η φράση που χρησιμοποίησε κάνοντας επίδειξη αγγλομάθειας. Ενώ εμφανίστηκε… προβληματισμένος όχι με κάτι άλλο παρά –αν είναι δυνατόν!- με το γεγονός ότι έφθανε η ώρα να φορέσει γραβάτα! 
Το ερώτημα, ωστόσο, αν όλα αυτά τα πίστευε ή τα έλεγε ως τονωτική ένεση για το ηθικό των στελεχών του, δεν είναι εύκολο να απαντηθεί. Σε ανάλογες περιπτώσεις, ο ίδιος παλαιότερα είχε ζητήσει από τους πολιτικούς του αντιπάλους να μην τον χαρακτηρίζουν ψεύτη, αλλά να του καταλογίζουν ότι είχε αυταπάτες. Είναι, όμως, έτσι; Για να θέσουμε τα λεγόμενα του πρωθυπουργού στη βάσανο της κοινής λογικής:
Αν, για παράδειγμα, όπως διαφάνηκε στο πρόσφατο Eurogroup δεν ρυθμιστεί το χρέος με τον τρόπο που επιθυμεί η χώρα μας, το αφορολόγητο θα μείνει ως έχει; Και αν μείνει, τότε που θα βρεθούν τα κονδύλια για να χρηματοδοτηθούν τα σχολικά γεύματα και η ένταξη όλων των παιδιών στους βρεφονηπιακούς σταθμούς; Μάλλον πουθενά. Και το πιθανότερο είναι ότι θα βγει μια νύκτα και θα διαμαρτύρεται κλαίουσα η Όλγα Γεροβασίλη, όπως τότε που το Συμβούλιο της Επικρατείας ακύρωσε τον νόμο για την αδειοδότηση των καναλιών και όρισε να επιστραφούν στους καναλάρχες το τίμημα που –υποτίθεται ότι- προορίζονταν για ανάλογους σκοπούς. 
Ακόμη χειρότερα: Στην απευκταία περίπτωση που δεν ληφθούν τώρα ή αργότερα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους, πού θα βρεθούν τα χρήματα για να παραμείνουν στο σημερινό ύψος τους οι καταβαλλόμενες συντάξεις; Μπορεί να πιστέψει κανείς ότι ο κ. Τσίπρας θα ανακαλέσει τις ψηφισμένες περικοπές και θα βρει χρήματα για να πληρώσει τις σημερινές παροχές προς τους συνταξιούχους, έχοντας αποσύρει τα μέτρα που ψήφισε; Από πού άραγε; Θα βγει στις αγορές να δανειστεί; Ή θα ανακαλύψει τώρα τα λεφτόδενδρα που δεν βρήκαν το 2015 από κοινού με τον Γ. Βαρουφάκη; 
Κακά τα ψέματα, λοιπόν. Και ακόμη χειρότερες οι αυταπάτες. Οι περικοπές στις συντάξεις και στο αφορολόγητο δεν πρόκειται, δυστυχώς, να ανακληθούν. Και δεν θα ανακληθούν είτε οι αποφάσεις για το ελληνικό χρέος ληφθούν στο επόμενο Eurogroup, είτε μετατεθούν για μετά τις γερμανικές εκλογές. Ή -ακόμη, ακόμη- και αν πάει πιο πίσω η λύση και δοθεί, εν τέλει, το καλοκαίρι του 2018 που τελειώνει το τρέχον πρόγραμμα.
Σε κάθε περίπτωση, όσο ο κ. Τσίπρας αρνείται να αναγνωρίσει την πραγματικότητα ενώπιον της οποίας έχει φέρει τη χώρα, όσο εξακολουθεί να συμπεριφέρεται ως άλλος Πολάκης, κατασκευάζοντας «εσωτερικούς εχθρούς» εκεί που δεν υπάρχουν, όσο καλλιεργεί ψευδαισθήσεις ότι μπορεί να αλλάζουν για χάρη του οι ευρωπαϊκοί και οι παγκόσμιοι συσχετισμοί και όσο τρέφει αυταπάτες ότι μεγαλοπιάστηκε επειδή του βγαίνουν στο τηλέφωνο η Μέρκελ και ο Μακρόν, οι ανελέητες ψυχρολουσίες, όπως αυτή της περασμένης Δευτέρας, θα διαδέχονται η μια την άλλη.
Και αυτό θα γίνεται μέχρις ότου τα παθήματα θα αρχίσουν, επιτέλους, να του γίνονται μαθήματα. Και, πάνω από όλα, μέχρι να πάψει να υποτιμά τη νοημοσύνη των Ελλήνων που τον πίστεψαν και τον έκαναν πρωθυπουργό.

Πέμπτη 18 Μαΐου 2017

Δουλοφροσύνη και συσσίτια



Είναι σκληρή άσκηση αντοχής, που μπροστά της το Survivor μοιάζει με παιδικό παιγνίδι, να προσπαθεί κανείς να παρακολουθήσει την επιχειρηματολογία με την οποία υποστηρίζουν τα στελέχη της κυβερνητικής παράταξης το νέο μνημονιακό πολυνομοσχέδιο που περνούν από τη Βουλή.
Χρειάζεται να διαθέτεις ατελείωτα αποθέματα ψυχραιμίας για να μείνεις απαθής όταν βρίσκεσαι αντιμέτωπος με την πλήρη αντιστροφή της λογικής, τον ευτελισμό των λέξεων και τον εξευτελισμό των ανθρώπων που με πάθος ισχυρίζονταν μέχρι πρότινος τα ακριβώς αντίθετα. Πρέπει να έχεις ατσάλινα νεύρα για να μην αντιδράσεις μπροστά στη βαθύτατη προσβολή της νοημοσύνης εκείνων προς τους οποίους απευθύνονται. 
Τους ακούς να διαβάζουν από το βήμα της Βουλής τις προκάτ ομιλίες που είναι καταφανές ότι άλλοι τους έγραψαν και αντιλαμβάνεσαι χωρίς ιδιαίτερη προσπάθεια ότι δεν πιστεύουν λέξη από όλα όσα εκστομίζουν. Το κάνουν, άλλωστε, με τον ίδιο τρόπο που οι παλαιάς κοπής συνήγοροι οι οποίοι ήταν επιφορτισμένοι με το επαγγελματικό καθήκον να βρουν επιχειρήματα για να ελαφρύνουν τη θέση ενός καθ΄ ομολογία εγκληματία και επειδή δεν είχαν πολλά να πουν για το έγκλημα αναζητούσαν ερείσματα στην… «κακούργα κοινωνία».
Τί άλλο, εκτός από επιχείρημα «χασοδίκη» δικηγόρου, είναι ο ισχυρισμός ότι «εμείς πήραμε αυτά τα μέτρα επειδή μας εκβίασε το ΔΝΤ που είναι ο σύμμαχός μας για να πάρουμε το χρέος»; Και πώς αλλιώς μπορεί να εκληφθεί το απίθανο «παραμύθι» με τα λεγόμενα «αντίμετρα» που «είναι περισσότερα από τα μέτρα, αλλά, αν δεν μας κόψουν το χρέος, δεν θα τα εφαρμόσουμε και ας πεινάνε τα παιδάκια στα σχολεία που τους ετοιμάζουμε γεύματα για το… 2020»;   
Το πλέον εξοργιστικό, όμως, δεν είναι τόσο ότι σε όλα ανεξαιρέτως –από τον τρόπο της επείγουσας νομοθέτησης ρυθμίσεων που εκτείνονται σε εκατοντάδες σελίδες που, αφού χάθηκε ένας χρόνος σε υποτιθέμενες διαπραγματεύσεις και πρέπει τώρα να ψηφιστούν στο «άψε σβήσε» έως αυτό καθαυτό το περιεχόμενο των εκατοντάδων μέτρων που περιέχονται στο πολυνομοσχέδιο- είναι τρισχειρότεροι από τους προηγούμενους κυβερνώντες που κατηγορούν. Είναι, πολύ περισσότερο, το απροσμέτρητο θράσος με το οποίο βαφτίζουν «εξιτήριο από την επιτροπεία» το πιο υποτελές νομοθέτημα που εγκρίθηκε ποτέ από τη Βουλή των Ελλήνων.
Διότι δεν είναι μόνον ότι μας επέβαλαν και αποδεχθήκαμε επιπρόσθετα μέτρα για μετά το τέλος του τρέχοντος Προγράμματος, που λήγει το 2018, χωρίς συμπληρωματική χρηματοδότηση. Είναι, κυρίως, διότι όσο και αν ψάξει κανείς στα κοινοβουλευτικά χρονικά δεν πρόκειται να βρει δουλεπρεστέρες διατάξεις από εκείνες του άρθρου 15 του επίμαχου πολυνομοσχεδίου με τις οποίες οι ανελέητοι δανειστές αντιμετωπίζουν με τη μεγίστη ιταμότητα τους κυβερνώντες τη χώρα μας.
«Οι διατάξεις των άρθρων 3-9 (σ.σ.: πρόκειται για τα αποκαλούμενα «αντίμετρα» που υποτίθεται ότι θα αντισταθμίσουν το «τσεκούρι» στις συντάξεις) και 11-14 (σ.σ.: αφορούν σε αντίστοιχες υποσχέσεις για να «χρυσωθεί το χάπι» της δραστικής μείωσης του αφορολόγητου) τίθενται σε εφαρμογή από 1.1.2019 και 1.1.2020 αντιστοίχως, υπό την προϋπόθεση και στο βαθμό που, σύμφωνα με την εκτίμηση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, σε συνεργασία με την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας και τις ελληνικές αρχές, στο πλαίσιο της τελικής αξιολόγησης του Προγράμματος Οικονομικής Προσαρμογής, δεν προκαλείται απόκλιση από τους μεσοπρόθεσμους δημοσιονομικούς στόχους, όπως αυτοί καθορίζονται στο ως άνω Πρόγραμμα», αναφέρεται επί λέξει στο περί ου ο λόγος άρθρο.
Η προφανής, όμως, διάθεση των δανειστών για υποτίμηση της ελληνικής κυβέρνησης δεν σταματά εκεί. «Ο υπουργός Οικονομικών δημοσιεύει στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως ανακοίνωση, στην οποία περιέχονται τα συμπεράσματα της ανωτέρω εκτίμησης», προστίθεται αμέσως μετά στο ίδιο άρθρο που θα περάσει στην Ιστορία ως μνημείο αφενός ταπεινωτικής υποδούλωσης και αφετέρου αστόχαστης δουλοφροσύνης.
Είναι προφανές ότι οι δανειστές δεν τους έχουν εμπιστοσύνη και τους τιμωρούν δι΄ εξευτελισμού για τα πελατειακά τερτίπια με τα οποία έσπευσαν να μοιράσουν μέρος του πλεονάσματος τον περασμένο Δεκέμβριο. Δεν τους ικανοποίησε προφανώς η έγγραφη συγγνώμη του Ευκλείδη Τσακαλώτου. Απαίτησαν και έλαβαν έγγραφη δέσμευση από σύσσωμη την κοινοβουλευτική πλειοψηφία των ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ ότι δεν πρόκειται να τεθούν σε εφαρμογή τα αντίμετρα χωρίς την άδεια του ΔΝΤ.
Και το πιο εξευτελιστικό είναι ότι υποχρεώνουν τον Έλληνα υπουργό Οικονομικών να δημοσιεύσει την εκτίμηση του ΔΝΤ στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, κάτι για το οποίο δεν υπάρχει προηγούμενο σε περιόδους πολιτικής ομαλότητας. Από την ίδρυσή του, σχεδόν πριν από δύο αιώνες, το νέο ελληνικό κράτος έζησε και άλλες φορές υπό καθεστώς χρεοκοπίας και διεθνούς οικονομικού ελέγχου ως αποτέλεσμα πτωχεύσεων και στάσης πληρωμών.
Οι Έλληνες, κακά τα ψέματα, επανειλημμένα υποφέραμε τα πάνδεινα για να ανταποκριθεί η πατρίδα τους στις υποχρεώσεις έναντι των δανειστών της. Ουδείς, ωστόσο, είχε τολμήσει μέχρι τώρα να επιβάλλει τέτοιους όρους που μόνον σε υποτελή έθνη μπορεί να επιβάλλονται. Σε έθνη τα οποία, εκτός από την –οικονομική και όχι μόνον- κυριαρχία τους, χάνουν και την αξιοπιστία τους. Σε έθνη που οι ηγεσίες τους άλλα λένε, άλλα εννοούν και άλλα κάνουν. Και που στο τέλος είναι διατεθειμένες να κάνουν τα πάντα για να συνεχίσουν να νέμονται την εξουσία.
Έστω και αν  –με γραβάτα ή χωρίς- στέλνουν όλο και περισσότερους υπηκόους τους στα συσσίτια τα οποία μας γυρίζουν πολλά χρόνια πίσω.

Πέμπτη 11 Μαΐου 2017

Πόση «αλήθεια» αντέχουν οι εγχώριοι χειροκροτητές του Μακρόν;



Με κάθε ευκαιρία το τελευταίο διάστημα ο αρχηγός της Νέας Δημοκρατίας Κυριάκος Μητσοτάκης εκθειάζει τον Εμανουέλ Μακρόν. Εγκωμιάζει τη στρατηγική της προσήλωσης στην αλήθεια και της σύγκρουσης με τον λαϊκισμό που χάραξε ο Γάλλος μεταρρυθμιστής πολιτικός και η οποία απεδείχθη νικηφόρα αφού τον οδήγησε στην προεδρία της Γαλλικής Δημοκρατίας.
«Το πολιτικό εκκρεμές γυρίζει προς την πλευρά των δυνάμεων της προόδου και της αλήθειας», επεσήμανε σε διθυραμβικούς τόνους ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης στην ομιλία που εκφώνησε την Τρίτη στην κοινοβουλευτική ομάδα του κόμματός του. Και κάλεσε τους γαλάζιους βουλευτές να αντλήσουν διδάγματα από την τακτική που ακολούθησε ο Γάλλος πολιτικός.
Δεν το είπε ο κ. Μητσοτάκης, αλλά είναι γεγονός ότι ο κ. Μακρόν αγνόησε τις Σειρήνες του λαϊκισμού και την ίδια ώρα που, ενόψει του δεύτερου γύρου, η ακροδεξιά αντίπαλος του Μαρίν Λεπέν «ψάρευε σε θολά νερά» με ανοίγματα στους αριστερούς αντιευρωπαϊστές και υποσχέσεις για μείωση των ορίων συνταξιοδότησης, εκείνος παρέμεινε αταλάντευτος στο πρόγραμμά του.
«Στη διάρκεια της μακράς και πολύ ενδιαφέρουσας προεκλογικής εκστρατείας στη Γαλλία, ο νέος Πρόεδρος δεν έχασε καμία ευκαιρία να αποδομήσει τον λαϊκισμό των αντιπάλων του, χωρίς να καταφύγει σε ψεύτικες υποσχέσεις», ήταν το σχόλιο του προέδρου της ΝΔ. «Να επισημάνει τα ψέματα και να φωτίσει τις υποσχέσεις χωρίς αντίκρισμα. Αυτό έγινε σε ομιλίες και στα τηλεοπτικά στούντιο. Έγινε, όμως, και στο πεζοδρόμιο και στα προαύλια των εργοστασίων», συμπλήρωσε.
Συνδέοντας, μάλιστα, το αποτέλεσμα των γαλλικών εκλογών με την ελληνική πραγματικότητα, ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης εξέφρασε την άποψη ότι οι Γάλλοι ψηφοφόροι επηρεάστηκαν από αυτό που ζούμε στη χώρα μας, η οποία, όπως είπε, «έχει μετατραπεί σε ένα εργαστήρι, όπου δοκιμάστηκαν οι αντοχές του λαϊκισμού στη σκληρή πρόσκρουση με τα βράχια της πραγματικότητας».
Στο ίδιο μοτίβο και περιγράφοντας την «ευθύνη» που, όπως είπε, αναλογεί στον ίδιο και στα στελέχη της παράταξής του, υποστήριξε ότι «οι πολίτες σήμερα δε θέλουν μόνο κριτική, ούτε θέλουν από εμάς διαρκώς να επιβεβαιώνουμε τα αυτονόητα. Οι πολίτες θέλουν ιδέες και προτάσεις. Διψούν για ένα θετικό όραμα. Και ψάχνουν, πάνω από όλα, την αλήθεια και την ειλικρίνεια».
Τα λόγια του κέρδισαν –δεν θα μπορούσε μάλλον να γίνει αλλιώς- το θερμό χειροκρότημα της γαλάζιας κοινοβουλευτικής ομάδας. Μόνον, όμως, που στην προκειμένη περίπτωση ανάμεσα στους χειροκροτητές των όσων επεσήμανε για την απαρέγκλιτη στρατηγική του Μακρόν υπέρ της αλήθειας και κατά του λαϊκισμού περιλαμβάνονταν και μια πλειάδα βουλευτών του οι οποίοι μόλις λίγες ώρες νωρίτερα είχαν επικροτήσει –ακόμη πιο θερμά!- απίθανες θεωρίες για την ελληνική κρίση.
«Τα Μνημόνια ήρθαν επί των ημερών του Ανδρέα Παπανδρέου και καθιερώθηκαν επί των ημερών του γιου του, Γιώργου Παπανδρέου», ήταν η άποψη που είχε εκφράσει το προηγούμενο βράδυ ο εκλεγμένος με τη Νέα Δημοκρατία αντιπρόεδρος της Βουλής Νικήτας Κακλαμάνης, μιλώντας στη Θεσσαλονίκη σε παρουσίαση έκδοσης για την πολιτική οικονομία της Ελλάδας την περίοδο 2000-2015.
Στην εκδήλωση, όπως αναφέρει το κρατικό ΑΠΕ –ΜΠΕ, «έκλεψε την παράσταση» η παρουσία του πρώην πρωθυπουργού Κώστα Καραμανλή. «Περισσότερα από χίλια άτομα, σύμφωνα με τους διοργανωτές, συγκεντρώθηκαν και η υποδοχή που επιφύλαξαν στον Κώστα Καραμανλή, με χειροκροτήματα, χειραψίες και αγκαλιές, θύμιζε εικόνες από την επίσκεψή του στη Διεθνή Έκθεση», αναφέρεται στο σχετικό ρεπορτάζ. Και παρατίθενται τα ονόματα των βουλευτών της ΝΔ που έδωσαν το «παρών» -σχεδόν εν σώματι οι βορειοελλαδίτες, αλλά και άλλοι όπως ο γραμματέας της Πολιτικής Επιτροπής Λευτέρης Αυγενάκης.
Αν και ο κ. Κακλαμάνης έσπευσε να διευκρινίσει ότι «οι πολιτικές απόψεις και οι πολιτικές προσεγγίσεις που θα ακούσετε χαρακτηρίζουν και δεσμεύουν εμένα και δεν θέλω να χρεωθούν στο κόμμα μου και πολύ περισσότερο στον αρχηγό του κόμματος τον Κυριάκο Μητσοτάκη», είναι αβέβαιο αν αυτό του εξασφάλισε «άλλοθι» για τα όσα υποστήριξε. Πολύ περισσότερο που οι ισχυρισμοί του καταρρίπτονται από τις εισηγητικές εκθέσεις των κρατικών προϋπολογισμών που ο ίδιος ψήφισε επανειλημμένα τα προηγούμενα χρόνια.
Σε πείσμα, λοιπόν, των στοιχείων τα οποία πλέον έχουν επικυρωθεί από όλους τους διεθνείς οργανισμούς, ο αντιπρόεδρος της Βουλής «κατηγόρησε τον Γιώργο Παπανδρέου ότι “εξαπάτησε τον ελληνικό λαό” και την ΕΛΣΤΑΤ ότι λειτούργησε ως “Δούρειος Ίππος” με τα στοιχεία που δημοσιοποίησε για την προσφυγή της χώρας στο ΔΝΤ». Επίσης, «καταλόγισε ευθύνες στην κυβέρνηση του Κώστα Σημίτη και είπε χαρακτηριστικά: “Άλλος σχεδίασε, άλλος αποφάσισε, άλλος παρήγγειλε, άλλος υπέγραψε-όλα αυτά έχουν το όνομα κυβέρνηση Σημίτη- άλλος πλήρωσε και αυτό έχει το όνομα κυβέρνηση Καραμανλή. Αυτή ήταν η αλήθεια».
Το ακόμη μεγαλύτερο δυστύχημα, όμως, είναι ότι ο κ. Κακλαμάνης δεν περιορίστηκε στην αμφισβήτηση των στοιχείων. Κατέφυγε αμέσως μετά στις πιο απίθανες θεωρίες συνωμοσίας που σέρνονται τα τελευταία χρόνια στο Διαδίκτυο, γράφονται σε ασόβαρες εκδόσεις και τις οποίες η επίσημη ηγεσία της αξιωματικής αντιπολίτευσης –ούτε η σημερινή ούτε οι προηγούμενες- δεν έχουν υιοθετήσει.
«Κατεβλήθησαν τεράστιες προσπάθειες από ανομολόγητα (sic!) κέντρα για να χάσει τις εκλογές του 2007 ο Κώστας Καραμανλής, όπως αποδείχθηκε περίτρανα με την υπόθεση Βατοπεδίου, όπως ενδέχεται να αποδειχθεί με την υπόθεση της ΕΛΣΤΑΤ και πιθανώς στο μέλλον με το σκάνδαλο των υποκλοπών και το σχέδιο "Πυθία"», ισχυρίστηκε ο κ. Κακλαμάνης. Και το… τερμάτισε, συμπληρώνοντας: «Έπρεπε να τιμωρηθεί ο Κώστας Καραμανλής γιατί έκανε το "τραγικό λάθος" να συμπεριλάβει στο πολιτικό του λεξιλόγιο, εκτός από τη λέξη “ναι”, και τη λέξη “όχι"».
 Πόσο, άραγε, απέχουν όλα αυτά από τις –ούτω καλούμενες- «αυταπάτες» του Αλέξη Τσίπρα ή τα ωμά ψέματα του Γ. Κατρούγκαλου που ισχυρίζεται ότι οι συντάξεις, που αυξάνονταν με τον νόμο του, περικόπτονται επειδή η κυβέρνηση εκβιάστηκε από το ΔΝΤ και όχι επειδή δεν υπάρχουν χρήματα για να πληρωθούν;
Και σε τί διαφέρουν οι ΣΥΡΙΖΑϊκής έμπνευσης ψευδαισθήσεις ότι αν σκίζαμε το Μνημόνιο θα μας παρακαλούσαν να μας δανείσουν με τις γαλάζιας κοπής μπρουρδολογίες ότι μπήκαμε στην κρίση λόγω των υποτιθέμενης παραποίησης στοιχείων από την ΕΛΣΤΑΤ και όχι εξαιτίας των ανεξέλεγκτων διορισμών και της ασυγκράτητης εκτόξευσης των –φαρμακευτικών και τόσο άλλων- δαπανών;
Αν, αλήθεια, αυτή είναι η «αλήθεια» που πρεσβεύουν όσοι θέλουν να παραστήσουν τους –αλά ελληνικά- θιασώτες του νεοεκλεγέντος προέδρου της Γαλλίας, τον Έλληνα Μακρόν –έστω και σε imitation έκδοση- δεν πρόκειται να τον βρούμε ποτέ. Και, αντιθέτως, τα Μνημόνια θα είναι εδώ μέχρι να… σβήσει ο ήλιος!

Πέμπτη 4 Μαΐου 2017

Οι Επιστήμες σηκώνουν ψηλά τα χέρια



«Φυσικά διαφωνούσαμε, αλλά είναι κάτι που γίνεται στις περισσότερες χώρες της Ευρώπης και την Αμερική. Άρα, μπορούμε να το δούμε ως εκσυγχρονισμό», ήταν τα λόγια με τα οποία ο υπουργός Οικονομίας Δημήτρης Παπαδημητρίου ανακοίνωσε τα ξημερώματα της Τρίτης τη συμφωνία της κυβέρνησης στην απαίτηση της τρόικας να μπορεί να ανοίγουν τα καταστήματα περισσότερες Κυριακές και σε περισσότερες περιοχές.
Η συγκεκριμένη δήλωση του αμερικανοθρεμμένου καθηγητή δεν εξέπληξε πολλούς. Και η πιθανότερη εξήγηση είναι επειδή αποτελεί μάλλον την επιτομή της σχιζοφρενούς κατάστασης που παρακολουθούμε επί δύο και πλέον χρόνια να εκτυλίσσεται στις αποκαλούμενες «διαπραγματεύσεις» που διεξάγονται ανάμεσα στα κυβερνητικά στελέχη και στους εκπροσώπους των εταίρων και δανειστών της χώρας.
Γίναμε επανειλημμένα μάρτυρες πολύμηνων ψευτοηρωισμών για δήθεν «κόκκινες γραμμές» που είναι τάχατες απαραβίαστες. «Ούτε ένα ευρώ», έδωσε τον τόνο ο ίδιος ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας. Επέλεξε μάλιστα να το κάνει με μια επετειακή συνέντευξη την οποία έδωσε στις 25 Ιανουαρίου που έκλεινε δύο χρόνια στη διακυβέρνηση. Ίσως για να… τιμήσει τον -γεμάτο (αυτ)απάτες- τρόπο με τον οποίο ανήλθε στην εξουσία.
Το είπε έτσι απλά και τόσο κατηγορηματικά. Και ας ξέραμε όλοι ότι τα μέτρα των 3,6 δισ. ευρώ που ήθελε το ΔΝΤ ήταν στο τραπέζι. Και ότι η κυβέρνηση θα τα υιοθετούσε μόλις προλειαινόταν το έδαφος στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ. Ή, μάλλον, όταν ζόριζαν πολύ τα πράγματα και έφτανε η ώρα να αναχωρήσει από την Αθήνα η Ντέλια Βελκουλέσκου αφού προηγουμένως θα υπαγόρευε τους όρους της συμφωνίας. 
Αίφνης, τότε, οι τάχατες σκληροί διαπραγματευτές –Σκουρλέτηδες, Σπίρτζηδες και λοιποί αμύντορες της κλαψουρίζουσας προσκόλλησης στις καρέκλες- ανακαλύπτουν ότι «δεν τρέχει και τίποτε…» με μια ακόμη κωλοτούμπα. Είναι, άλλωστε, τόσο ατέλειωτη η σειρά των υπαναχωρήσεων, που τόσες και τόσες άλλες φορές έχουν κάνει, ώστε μια, δύο ή τρεις επιπλέον δεν κάνουν μεγάλη διαφορά. 
Με χαρακτηριστική ευκολία προσφεύγουν σε ισχυρισμούς ότι όλα αυτά τα οποία ζητούσαν οι δανειστές και εκείνοι –υποτίθεται ότι -  αντιστέκονταν, «δεν είναι παρά ρυθμίσεις και διευθετήσεις που συμβαίνουν και αλλού…». Και το εξοργιστικότερο; Όχι μόνον δεν έχουν δυσκολία να υιοθετήσουν μέτρα, με τα οποία, πάντως, δηλώνουν ότι εξακολουθούν να διαφωνούν, αλλά μπορούν και τα υιοθετούν, παριστάνοντας, μάλιστα, και τους… εκσυγχρονιστές!
Αν και τα πράγματα μοιάζουν, εκ πρώτης, πολύ απλά και η τακτική των κυβερνώντων έχει καταλήξει να είναι αρκετά προβλέψιμη, όλες οι αμέτρητες παλινωδίες που έχουν καταγραφεί από τον Ιανουάριο του 2015, συνιστούν ένα μάλλον πιο σύνθετο φαινόμενο που χρήζει μελέτης από διεπιστημονικές ομάδες ειδικών οι οποίοι θα πρέπει να αναλύσουν τη μάλλον παγκόσμια πρωτοτυπία με την οποία είμαστε αντιμέτωποι οι Έλληνες πολίτες.
Διότι, όσο και αν συμβιβαστεί κανείς με την ιδέα ότι λαϊκιστές πολιτικοί που παριστάνουν τους εκσυγχρονιστές συναντώνται παντού, εκείνο που θα παραμείνει ανυπέρβλητο επίτευγμα της παρέας του κ. Τσίπρα είναι η μοναδική… ικανότητα να έχει πέσει έξω σε όλες τις εκτιμήσεις που έχει κάνει. Και, πολύ περισσότερο, η άνεση με την οποία μπορεί να τις μεταβάλει, ανάλογα με τη συγκυρία.
Ο κατάλογος με τα κρούσματα  δυσαρμονίας λόγων και έργων είναι πολύ μακρύς. Από τις προφητείες για την «Ευρώπη που αλλάζει» έως τις φαντασιώσεις ότι «θα μας παρακαλούν να μας δανείσουν». Από την έκφραση προτίμησης στην επικράτηση του Μάρτιν Σουλτς στη Γερμανία έως το πρόσφατο γλείψιμο στη Μέρκελ και στον Σόιμπλε. Από τους ισχυρισμούς ότι η πάταξη του λαθρεμπορίου στον καπνό και στα καύσιμα αρκούσε για να χρηματοδοτηθεί το πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης έως τη νομοθετική διαγραφή προστίμων στην εταιρεία του Ιβάν Σαββίδη. Από τις διαχρονικές καταγγελίες κατά του πελατειακού κράτους έως το βόλεμα σχεδόν κάθε δικού τους παιδιού. 
Τι να θυμηθούμε και τι να ξεχάσουμε; Τις παραιτήσεις που θα υπέβαλλαν υπουργοί αν μειωνόταν το αφορολόγητο; Την αύξηση του κατώτατου μισθού που ψηφίστηκε από τη Βουλή και ποτέ δεν εφαρμόστηκε; Τα σκισμένα Μνημόνια ή το καταρρακωμένο δημοψήφισμα; Τη συμμετοχή του κ. Τσίπρα στις συνόδους των σοσιαλδημοκρατών με τους οποίους διαφωνεί; Τις επιθέσεις στο Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής όταν δεν βγάζει εκθέσεις της αρεσκείας τους; Την κατάσταση στη Δικαιοσύνη; Τα όσα συμβαίνουν στο ποδόσφαιρο; Τον τραγέλαφο με τις τηλεοπτικές άδειες; 
Μπορεί η κυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ να μην είναι η πρώτη στην εγχώρια ιστορία που δεν έχει εκπληρώσει τις υποσχέσεις που έδωσε προεκλογικά. Είναι, ωστόσο, η μοναδική, ίσως και στα παγκόσμια χρονικά των δημοκρατικά εκλεγμένων κυβερνήσεων, που συνεχίζει ακάθεκτη να ασκεί εξουσία υιοθετώντας πολιτικές με τις οποίες σχεδόν στερεότυπα λέει ότι διαφωνεί. 
Γι΄ αυτό και χρειάζονται σοβαρές μελέτες. Εκτός πια και αν ακόμη και οι (συμβατικές, τουλάχιστον) Επιστήμες... σηκώσουν ψηλά τα χέρια. Η Πολιτική Επιστήμη, πάντως, είναι σίγουρα ανεπαρκής για να δώσει εξηγήσεις. Θα χρειαστεί και τη συνδρομή άλλων.

Πέμπτη 27 Απριλίου 2017

Σταυροκοπήματα και αυταπάτες



 «Εγώ κάνω τον σταυρό μου που το πιάσαμε αυτό το πλεόνασμα», ισχυρίστηκε ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας το βράδυ της Τρίτης στην τηλεοπτική συνέντευξη του στην οποία εμφανίστηκε ως (ολίγον) θρησκευόμενος. Είπε ότι κάνει το σταυρό του με την ίδια ευκολία που παριστάνει τον μεγάλο διαπραγματευτή. Ή τον περιπλανώμενο Οδυσσέα ο οποίος χωρίς ιδιαίτερη δυσκολία μπορεί να πετιέται και σε άλλο έπος για να περάσει τις… Συμπληγάδες.
«Διότι αν δεν είχαμε αυτό το πλεόνασμα, τώρα θα ήμασταν μπαλάκι του πινγκ-πονγκ ανάμεσα στον κύριο Σόιμπλε και στην κυρία Λαγκάρντ», συμπλήρωσε, μιλώντας στον Αντένα. Αν και προτίμησε αυτή τη φορά έναν παραλληλισμό από τον αθλητισμό, δεν απέφυγε και πάλι το στομφώδες ύφος που δημιουργούσε την εντύπωση πως εκείνο που θα τον ικανοποιούσε θα ήταν οι χαρμόσυνες κωδωνοκρουσίες στους ναούς όλης της επικρατείας.
Μπορεί, τελικά, προς απογοήτευση του κ. Τσίπρα να μην ήχησαν οι καμπάνες των εκκλησιών, αλλά είναι βέβαιο ότι εκατομμύρια Ελλήνων σταυροκοπήθηκαν όταν τον άκουσαν με δήθεν... ιερή οργή να υποστηρίζει ότι το περιβόητο υπερπλεόνασμα προέκυψε επειδή «σκουπίσαμε τη ρεμούλα, τη μίζα, τη διαπλοκή, το λαθρεμπόριο, σκουπίσαμε την παραοικονομία…», όπως ανέφερε επί λέξει.
Μεταξύ εκείνων που σίγουρα έκαναν τον σταυρό τους πρέπει να είναι η (γνωστή μου) γιαγιά Δήμητρα η οποία πριν από λίγο καιρό είδε με έκπληξη να της έχουν παρακρατήσει στην τράπεζα χρήματα για μια παλαιά κλήση από τροχαία παράβαση του παιδιού της που συνέβαινε να είναι συνδικαιούχος στον τραπεζικό λογαριασμό στον οποίο μπαίνει η γλίσχρα σύνταξή της.
Μαζί με τη γιαγιά Δήμητρα, είναι εκατομμύρια οι Έλληνες που είδαν τους λογαριασμούς τους να αδειάζουν απροειδοποίητα για να μπορέσει ο πρωθυπουργός να ικανοποιήσει  τον κ. Σόιμπλε, ο οποίος πλέον είναι «ένας πολύ σοβαρός και σεβαστός πολιτικός» που μετέχει «σε μια συμμαχική κυβέρνηση» της οποίας ηγείται μια καγκελάριος που -παρότι ο κ. Τσίπρας της φώναζε «Go back κυρία Merkel»- έχει «συναίσθηση της ευθύνης και θα έλεγα –τολμώ να το πω- ότι παρά το γεγονός ότι βρίσκεται στο κεντροδεξιό κόμμα, είναι ανοιχτόμυαλη».
Είναι πρόσφατα τα επίσημα στοιχεία που δόθηκαν από την Ανεξάρτητη Αρχή Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ) και δείχνουν ότι «τα τμήματα δικαστικού και νομικής υποστήριξης των εφοριών και των ελεγκτικών κέντρων επέβαλαν πέρυσι συνολικά 1.602.835 μέτρα αναγκαστικής είσπραξης, με κατασχέσεις, πλειστηριασμούς, υποθήκες και ποινικές διώξεις για απλήρωτους φόρους να βρίσκονται στην ημερήσια διάταξη».
Οι κατασχέσεις στα χέρια τρίτων -από καταθέσεις, μισθούς και συντάξεις, όπως η κλήση του παιδιού της γιαγιάς Δήμητρας, καθώς και από ενοίκια- κατέγραψαν στη διάρκεια του 2016 αύξηση κατά 128,6%: από 670.728 που ήταν το 2015 ανήλθαν σε 1.533.451. Και η… απειλή που εκτοξεύεται είναι ότι με τον ίδιο ρυθμό θα συνεχιστούν για το 2017, καθώς όπως αναφέρεται σε σχετικά δημοσιεύματα, «προγραμματίζονται αυτοματοποιημένες διαδικασίες με στόχο τις μέγιστες δυνατές εισπράξεις».
Τα στοιχεία, ωστόσο, που κυκλοφόρησαν τις προηγούμενες ημέρες και κάνουν λόγο για «1.000 κατασχέσεις την ημέρα από την αρχή του χρόνου», μάλλον επιβράδυνση παρά επιτάχυνση του ρυθμού είσπραξης αποτυπώνουν. Και η εξήγηση γι΄ αυτό είναι απλή: πόσες απλήρωτες κλήσεις από το παρελθόν θα βρεθούν για να κατασχεθούν στους λογαριασμούς των γιαγιάδων;
Όπως και να έχει, εξάλλου, ακόμη και αν δεχθούμε τον πρωθυπουργικό ισχυρισμό ότι το πλεόνασμα προήλθε από το «σκούπισμα στις ρεμούλες και στις μίζες» αποκλείεται να ξαναβρεθεί άλλοι ενάμισι εκατομμύριο Έλληνες που να είναι αναμεμειγμένοι σε τέτοιες υποθέσεις και –το σημαντικότερο- να εξακολουθούν να έχουν χρήματα στους λογαριασμούς τους. Ποιος ξεχνά, άλλωστε, ότι και το διαβόητο «Πρόγραμμα Θεσσαλονίκης» με τις δαπάνες των 12 δισ. ευρώ που απαιτούσε θα χρηματοδοτούνταν από τη πάταξη της φοροδιαφυγής και του λαθρεμπορίου και τις εισπράξεις από τη λίστα Λαγκάρντ; 
Με τη χώρα, μάλιστα, να είναι ακόμη σε ύφεση και την ανάπτυξη που προβλέπεται για τα επόμενα χρόνια να είναι μάλλον καχεκτική, όσους σταυρούς και αν κάνει ο κ. Τσίπρας το πιο πιθανό είναι ότι θα τον ακούσουμε να ξαναλέει ότι «είμαι ίσως ο πρώτος πολιτικός που είχα την ευθύνη να βγω και να πω ότι είχα αυταπάτες την προηγούμενη περίοδο, ότι η Ευρώπη αυτή μπορεί να αλλάξει χωρίς συμμαχίες, χωρίς δουλειά μεγάλη».
Είναι όντως ο πρώτος πολιτικός που είπε απλώς ένα «πέσαμε σε τοίχο» και πήγε παρακάτω. Θεώρησε προφανώς ότι, επειδή, όπως κάνουν οι περισσότεροι θεομπαίχτες, έμαθε να σταυροκοπιέται, μπορεί να βαφτίζει αυταπάτες τα σκέτα ψέματα –«μας ζητούσαν 42 φορές περισσότερα μέτρα»- και να λαμβάνει, έτσι, άφεση αμαρτιών. Ως πότε άραγε;