Συνολικές προβολές σελίδας

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Πόθεν έσχες. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Πόθεν έσχες. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη 30 Νοεμβρίου 2017

Θα… ξεχειμωνιάσουμε με τη Μαρέβα!



            Αν ο πρωθυπουργός πήρε επάξια βραβείο «πολιτικού σθένους», ο στενός συνεργάτης του Δημήτρης Τζανακόπουλος διεκδικεί με την ίδια απαράμιλλη αξιοσύνη το ύψιστο μετάλλιο πολιτικής στρεψοδικίας. Είναι ειλικρινά μνημειώδης ο τρόπος με τον οποίο απάντησε στο ερώτημα για το εξώδικο που του απέστειλε η σύζυγος του προέδρου της Νέας Δημοκρατίας Μαρέβα Γκραμπόφσκι.
Για όσους δεν παρακολούθησαν την επικαιρότητα των ημερών, που κυριαρχήθηκε από το πολλαπλό σκάνδαλο της πώλησης ελληνικού  στρατιωτικού υλικού στην εμπόλεμη Σαουδική Αραβία, τα γεγονότα έχουν εξής: σε συνέχεια της αναφοράς του πρωθυπουργού σε εμπλοκή στην υπόθεση προσώπου με το όνομα Σφακιανάκης, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος κατηγόρησε την κυρία Γκραμπόφσκι για σχέση μαζί του. Εκείνη, αφού διέψευσε ότι γνωρίζει τον φερόμενο ως μεσάζοντα, έστειλε εξώδικο για να καταγγείλει τον κ. Τζανακόπουλο και την κυβέρνηση που εκπροσωπεί ότι διακινούν στοχευμένα ψέματα εις βάρος της.
            «Αν η κυρία Μητσοτάκη θεωρεί ότι η πολιτική συζήτηση πρέπει να διεξάγεται μέσω εξωδίκων και εγώ προσωπικά, αλλά φαντάζομαι και ο υπουργός Ψηφιακής Πολιτικής, ο κύριος Παππάς, αλλά και όλοι οι δημοσιογράφοι, οι οποίοι έλαβαν το σχετικό εξώδικο, θα το καλωσορίσουν», αντέτεινε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος όταν ρωτήθηκε σχετικά στο briefing. Για να προσθέσει αμέσως μετά το ακόμη πιο εκπληκτικό επιχείρημα: «Ωστόσο, θα πρέπει να σας πω ότι η συγκεκριμένη κίνηση είναι περισσότερο ένδειξη αδυναμίας, παρά το ο,τιδήποτε άλλο».
Ναι, καλά διαβάσατε, η απάντηση ενός πολίτη που –καλώς ή κακώς- θεωρεί ότι θίγεται και συκοφαντείται από τους ισχυρισμούς ενός πολιτικού, ο οποίος είναι εξασφαλισμένος και με ασυλία, συνιστά, σύμφωνα με τον εκπρόσωπο κυβέρνησης που ασκεί εξουσία σε ευρωπαϊκή χώρα, «ένδειξη αδυναμίας». Και δεν είναι μόνον αυτό. Είναι, πολύ περισσότερο, που ο κ. Τζανακόπουλος θεωρεί «πολιτική συζήτηση» την αναπόδεικτη εμπλοκή της συζύγου του πολιτικού του αντιπάλου. Σε μια υπόθεση, μάλιστα, που η κυβέρνησή του δεν μπορεί να αποφασίσει αν είναι ή όχι σκάνδαλο. Και γι΄ αυτό καταφεύγει στην εκτόξευση κάθε είδους πυροτεχνημάτων, μήπως και στρέψει αλλού το ενδιαφέρον.  
 Μάλιστα, για όσους ενδεχομένως δεν αντιλήφθηκαν τι ακριβώς ήθελε να πει με την αρχική αναφορά του, ο κ. Τζανακόπουλος επανήλθε για να κάνει πιο… ξεκάθαρη τη στόχευση της απάντησής του: «Η κυρία Μητσοτάκη θα πρέπει να κατανοήσει ότι είναι δημόσιο πρόσωπο, ως σύζυγος του προέδρου της αξιωματικής αντιπολίτευσης, και κατά την αυστηρή έννοια του νόμου. Και ως τέτοιο δημόσιο πρόσωπο πρέπει και να αποδέχεται, αλλά και να ακούει την πολιτική κριτική, καθώς και τα ερωτήματα που της απευθύνονται», υποστήριξε.
Δεν είναι βέβαιο αν είχε πλήρη συνείδηση της διάστασης των όσων είπε ο κ. Τζανακόπουλος. Αλλά, σε κάθε περίπτωση, όποιος ακούσει ή διαβάσει τα λεγόμενα του δεν μπορεί παρά να παραδεχθεί ότι εισήγαγε «καινά δαιμόνια» στην πολιτική αντιπαράθεση. Τα οποία ίσως αποτελούν και παγκόσμια πρωτοτυπία. Τουλάχιστον για τις χώρες που ισχύουν και εφαρμόζονται οι κανόνες της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας και στις οποίες δεν ευδοκιμούν έννοιες περί συλλογικής – οικογενειακής ευθύνης.
Ποια είναι τα, κατά Τζανακόπουλο, «καινά δαιμόνια»; Πρώτον, ότι οι σύζυγοι –και οι σύντροφοι και τα παιδιά άραγε;- των πολιτικών είναι δημόσια πρόσωπα και, άρα, μπορεί ο καθένας να τους/τις εγκαλεί για όσα κάνουν ή δεν κάνουν, ακόμη και όταν αυτά δεν σχετίζονται με την οικογενειακή τους ιδιότητα. Και, δεύτερον, ότι το βάρος της απόδειξης για καταγγελλόμενες πράξεις ή παραλείψεις δεν το φέρει ο εγκαλών πολιτικός αντίπαλος, αλλά είναι ευθύνη του εγκαλούμενου να αποδείξει ότι δεν είναι… ελέφαντας.
Υπό αυτές τις συνθήκες, το μόνο σίγουρο είναι ότι αν  επικρατήσουν οι καινοφανείς θεωρίες του κ. Τζανακόπουλου για τον τρόπο που μπορεί να ασκείται η πολιτική αντιπαράθεση, το επόμενο διάστημα θα βρεθούμε ενώπιον καταστάσεων που δεν έζησε ο τόπος ούτε στις πιο ταραγμένες περιόδους της σύγχρονης ιστορίας.
Η κυβέρνηση έχει δώσει δείγματα γραφής και πολύ πριν αναλάβει ο εκπρόσωπος της να θεωρητικοποιήσει τις αντεγκλήσεις για οικογενειακά ζητήματα. Κατά το Μέγαρο Μαξίμου, ο Κυριάκος Μητσοτάκης θεωρήθηκε και θεωρείται υπόλογος –πολιτικά και ποινικά- επειδή δεν περιέλαβε στις δηλώσεις «πόθεν έσχες» την περιουσιακή κατάσταση της συζύγου του κατά την περίοδο που ήταν σε διάσταση. Παρότι το ζήτημα «έκλεισε» και από την Επιτροπή Ελέγχου της Βουλής και από τη Δικαιοσύνη, ο κ. Τσίπρας δεν δίστασε να το θίξει στην τελευταία συζήτηση της Βουλής για τα σαουδαραβικά βλήματα.
Από την πλευρά του, ο αρχηγός της ΝΔ έχει αρνηθεί μέχρι στιγμής να απαντήσει με τα ίδια όπλα. Στενοί του συνεργάτες τού εισηγούνται εδώ και καιρό να ανταποδώσει τα ίσα. Πώς; Ζητώντας εξηγήσεις από τον κ. Τσίπρα για τη σύντροφό του Περιστέρα Μπαζιάνα. Κατά τα λεγόμενά τους, «την ώρα που ο πρωθυπουργός εγκαλεί ο ίδιος προσωπικά τον αρχηγό της ΝΔ για το “πόθεν έσχες” της δικής του συζύγου, που μετά την επανασύνδεση κατατίθεται και ελέγχεται αρμοδίως, ο κ. Τσίπρας δεν έχει δηλώσει ποτέ την περιουσία της κυρίας Μπαζιάνα».
Δεν το έχει κάνει, όπως λένε, «με το αιτιολογικό ότι δεν είναι επίσημη σύζυγος, αφού δεν έχουν συνάψει γάμο, αν και η σύντροφός του απολαμβάνει όλα ανεξαιρέτως τα οφέλη (ταξίδια, άδειες, κλπ) που απορρέουν από τη σχέση που έχει με τον πρωθυπουργό».
Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος στην ενημέρωση της Τετάρτης άφησε να εννοηθεί σαφώς ότι το «πόθεν έσχες» της κυρίας Γκραμπόφσκι και η συμμετοχή της παλαιότερα σε off shore εταιρία θα είναι το  βασικό αντικείμενο ειδικής συζήτησης που επίκειται να γίνει στη Βουλή. «Δεν έχει απαντήσει ποιες ήταν ακριβώς οι δραστηριότητες αυτών των offshore», υποστήριξε, προσθέτοντας: «Και είμαι βέβαιος ότι θα έχουμε τη δυνατότητα να τα συζητήσουμε στον τόπο που τους αρμόζει. Δηλαδή, στο ελληνικό κοινοβούλιο, κατά τη διαδικασία της προ ημερησίας διατάξεως συζήτηση, την οποία, με πρωτοβουλία του πρωθυπουργού, θα διενεργήσουμε στο αμέσως επόμενο χρονικό διάστημα».
Χωρίς περιστροφές, λοιπόν, η κυβέρνηση με τον πιο επίσημο τρόπο ανήγγειλε ότι στις προθέσεις της είναι να… ξεχειμωνιάσουμε συζητώντας για την Μαρέβα Γκραμπόφσκι. Μένει να φανεί αν η ηγεσία της αξιωματικής αντιπολίτευσης ξεπεράσει τις αναστολές που έχει ο κ. Μητσοτάκης και βάλει, όπως τον πιέζουν κάποιοι γύρω του, στη συζήτηση τα «έργα και ημέρες» συγγενών και φίλων της πρωθυπουργικής οικογένειας. Έτσι ώστε να φθάσουμε ως τις κάλπες υπό συνθήκες που να θυμίζουν εμφυλιοπολεμικές εποχές.

Πέμπτη 9 Φεβρουαρίου 2017

Γιατί δεν (ξε)κουράζεται ο πρωθυπουργός;



«Το βαρύ πρόγραμμα του Πρωθυπουργού, τόσο το ελληνικό όσο και το διεθνές, δεν του επιτρέπει να ξεκουραστεί ούτε στο σπίτι του, πόσο μάλλον στο εξωτερικό».Η συγκεκριμένη φράση περιέχεται  αυτολεξεί στο non paper που εξέδωσε το περασμένο Σάββατο ο επικοινωνιακός μηχανισμός του Μεγάρου Μαξίμου για να δώσει με καθυστέρηση μιας ολόκληρης εβδομάδας κάποιες εξηγήσεις για το διαβόητο πλέον κυριακάτικο ταξίδι του Αλέξη Τσίπρα και της άγνωστης ακόμη συνοδείας του στο Παρίσι.
Μέσα στον μάλλον δικαιολογημένο θόρυβο που προκλήθηκε για το μυστηριώδες ταξίδι στη γαλλική πρωτεύουσα, που ελάχιστους φαίνεται να έπεισε ότι αφορούσε επενδύσεις της L'Oréal ή επαφές με τους Rothschild, πέρασε μάλλον απαρατήρητη η αναγνώριση των συνεργατών του πρωθυπουργού –ή μήπως του ίδιου;- ότι ο Αλέξης Τσίπρας δεν ξεκουράζεται. Και αυτό είναι που του δίνει το άλλοθι να παίρνει το κυβερνητικό Gulfstream και να κόβει βόλτες, τις οποίες άλλες φορές διατυμπανίζει και άλλοτε τις κρατάει μυστικές. 
Μέχρι τώρα ξέραμε για την υπερβολική κούραση που είχε καταλάβει τον κ. Τσίπρα κατά την πολυδιαφημισμένη από τον ίδιο «17ωρη διαπραγμάτευση της 12ης Ιουλίου», όταν μια βδομάδα μετά το περιλάλητο δημοψήφισμα του καλοκαιριού του 2015 εξήλθε φανερά καταβεβλημένος από την ευρωπαϊκή σύνοδο στην οποία συνομολόγησε το τρίτο Μνημόνιο.
Τα αποτελέσματα εκείνης της αναμφίβολα κουραστικής διαπραγμάτευσης είναι γνωστά σε όλους. Ο  κ. Τσίπρας μπήκε το απόγευμα της Κυριακής στη συνεδρίαση με τους Ευρωπαίους ομολόγους του έχοντας στη φαρέτρα του το συντριπτικό «Όχι» που είχε ζητήσει και είχε πάρει από έξι στους δέκα Έλληνες και βγήκε το άλλο πρωί κραδαίνοντας ένα «Ναι» που εξέπληξε ακόμη και όσους είχαν ψηφίσει υπέρ του συμβιβασμού.
Αν και δεν έχει διευκρινιστεί απολύτως κατά πόσο σε εκείνη τη δραματική μεταβολή της στάσης του επέδρασε η… κούραση ή επρόκειτο για προειλημμένη απόφαση αποδοχής των απαιτήσεων των εταίρων και δανειστών, δεν μπορεί να παραγνωριστεί ότι εξίσου κουρασμένη από τη συγκεκριμένη καθοριστική συνεδρίαση είχε φανεί να βγαίνει και η Άνγκελα Μέρκελ. Με τη διαφορά, όμως, ότι η γερμανίδα καγκελάριος ήταν συνάμα και ικανοποιημένη αφού η δική της κούραση είχε αποδώσει την ευόδωση των στόχων που είχε θέσει όταν ταξίδεψε από το Βερολίνο στις Βρυξέλλες.
Υπό την αίρεση ότι ο ισχυρισμός σύμφωνα με τον οποίο ο πρωθυπουργός, πλέον, «δεν ξεκουράζεται» δεν αποτελεί παρά μια προσχηματική δικαιολογία για να καλυφθούν οι πραγματικοί λόγοι για τους οποίους «πετάχθηκε» κυριακάτικα στη γαλλική πρωτεύουσα μαζί με την κουστωδία του, γεννάται το ερώτημα για τη σκοπιμότητα μιας τέτοιας ομολογίας.
Με δεδομένο, άλλωστε, ότι στην πλειονότητα των πολιτών εδραιώνεται πλέον η πεποίθηση πως η χώρα βολοδέρνει, αφημένη στην τύχη της, η πολυθρύλητη αξιολόγηση πάει από παράταση σε παράταση και, με εξαίρεση ίσως τον υπουργό Αλέκο Φλαμπουράρη και ενδεχομένως τους συντάκτες των κυβερνητικών non paper, το τρίψιμο των ματιών όλων των υπολοίπων μόνον αναπτυξιακά θαύματα δεν εμφανίζει, είναι απορίας άξιον τι μπορεί να είναι εκείνο που  κάνει τον πρωθυπουργό να μας γνωστοποιεί ότι δεν ξεκουράζεται.
Εκτός και αν, όπως προέκυψε από όσα είπε στην τελευταία παρουσία του στη Βουλή ασχολείται νυχθημερόν με τα «πόθεν έσχες» όσων αμφισβητούν την εξουσία του: των –κατά δήλωσή του- «μεγαλοδημοσιογράφων» που, όπως προειδοποίησε βουλευτές και πολίτες, «θα πάθετε πλάκα» με όσα δηλώνουν, αφήνοντας να εννοηθεί ότι υπάρχουν και άλλα που δεν δηλώνονται, αλλά και του βασικού αντιπάλου του, Κυριάκου Μητσοτάκη, στον οποίο δεν χάνει ευκαιρία να επιτίθεται για τα περιουσιακά του, τα δάνειά του, ακόμη και επειδή δεν έκανε κοινή δήλωση με τη σύζυγό του, ενόσω ήταν σε διάσταση. 
Το γεγονός ότι και ο ίδιος ο κ. Τσίπρας δεν έχει υποβάλει ποτέ μέχρι τώρα κοινή δήλωση με τη δική του σύζυγο,φαίνεται ότι  δεν… μετράει. Γιατί; Τύποις, διότι, λέει, δεν είναι νυμφευμένος με την κυρία Περιστέρα Μπαζιάνα, καθότι ως πούρος αριστερός απορρίπτει τις αστικές συνήθειες του γάμου. Επί της ουσίας, όμως, για τον ίδιο λόγο που οι συνεργάτες του ξεχνούν να δηλώσουν καταθέσεις εκατομμυρίων αλλά «βγαίνουν λάδι» και η άρση της ασυλίας των βουλευτών του δεν αίρεται ό,τι και αν έχουν κάνει.
Α, μπορεί κι επειδή «έχει βαρύ πρόγραμμα που δεν του επιτρέπει να ξεκουραστεί». Θα εκπλαγεί κανείς αν δει κάτι τέτοιο γραμμένο σε ένα από τα επόμενα non paper να προβάλλεται ως δικαιολογία για ο,τιδήποτε; 

Πέμπτη 2 Ιουνίου 2016

Ποιος ήταν τελικά ο «κλέφτης»;



Εάν παραβλέψουμε τον επικοινωνιακό κουρνιαχτό που σκόπιμα ξεσηκώθηκε και πάρουμε τοις μετρητοίς την κυβερνητική προπαγάνδα που ακολούθησε την αποκάλυψη για το συγχωροχάρτι που επιχειρήθηκε να δοθεί -και κατά τα φαινόμενα δόθηκε!- από την κυβέρνηση του… ηθικού πλεονεκτήματος στους πολιτικούς που έχουν off shore, στην άκρως σκανδαλώδη αυτή υπόθεση υπήρχε κάποιος… «κλέφτης»!
Δεν εξηγείται αλλιώς το ότι και οι δύο ανακοινώσεις που εκδόθηκαν από το Μέγαρο Μαξίμου, η μία με τη μορφή του ενημερωτικού σημειώματος, όπως αποκαλούνται πλέον τα πάλαι ποτέ ένδοξα «non paper», και η άλλη με την υπογραφή της κυβερνητικής εκπροσώπου, κατέληγαν με την ίδια ακριβώς παροιμία: «φωνάζει ο κλέφτης…».
Η πρώτη από τις ανακοινώσεις εκδόθηκε το μεσημέρι της Κυριακής σε μια απέλπιδα, όπως αποδείχθηκε, προσπάθεια να υποστηριχθούν τα ανυποστήρικτα που περιείχε η αρχική ανακοίνωση της γενικής γραμματείας για την Καταπολέμηση της Διαφθοράς, ότι τάχατες η θέσπιση ακαταδίωκτου για τους πολιτικούς που είχαν εξωχώριες εταιρείες με έδρα σε χώρες που χαρακτηρίζονται φορολογικά συνεργάσιμες είχε επιβληθεί από κοινοτική οδηγία ή ότι όλα έγιναν επειδή δήθεν ήταν ανεφάρμοστη η προϊσχύουσα νομοθεσία, με βάση την οποία, όμως, είχε μείνει πριν από τρία χρόνια εκτός Υπουργικού Συμβουλίου ο υφυπουργός Γιώργος Βερνίκος.
Με τη γνωστή θρασύτητα που χαρακτηρίζει όλους όσοι ψεύδονται ασυστόλως, το προπαγανδιστικό κυβερνητικό  σημείωμα που έφερε τον τίτλο «φωνάζει ο κλέφτης», έγραφε τα εξής απίθανα: «Είναι αξιοθρήνητη η προσπάθεια της ΝΔ, πάντα σε συντονισμό με τις φυλλάδες που εξευτελίζουν συστηματικά τη δημοσιογραφία, να ξεσηκώσει παραπλανητικό θόρυβο γύρω από τον εκσυγχρονισμό και την αυστηροποίηση της νομοθεσίας του Πόθεν Έσχες». Και κατέληγε με το ακόμη πιο απίθανο: «Τους χαιρετισμούς μας στη μονταζιέρα».
Ήταν, όμως, τόσο έωλοι οι ισχυρισμοί των προπαγανδιστών του πρωθυπουργικού Μεγάρου, που με εξαίρεση κάποια παντελώς ανόητα τρολ του διαδικτύου, δεν κατάφεραν να πείσουν ούτε καν το δημοσιογραφικό όργανο του ΣΥΡΙΖΑ, την «Αυγή», η οποία προφανώς κατά τους συντάκτες της ανακοίνωσης δεν πρέπει να ανήκει στις… «φυλλάδες που εξευτελίζουν συστηματικά τη δημοσιογραφία». Ακόμη και αυτοί οι υπεύθυνοι για την έκδοση του κομματικού εντύπου που τόσα και τόσα έχουν καταπιεί τους τελευταίους μήνες, όταν από αιώνια αντιπολιτευόμενοι έγιναν κυβερνητικοί, δεν άντεξαν τον εξευτελισμό της κοινής λογικής και εξεγέρθηκαν κατά της επίμαχης (ν)τροπολογίας που κρύφτηκε μέσα στις χιλιάδες σελίδες του πολυνομοσχεδίου. «Οφσάιντ με τις off shore», ήταν ο βασικός τίτλος στην πρώτη σελίδα του φύλλου της Τρίτης.
Θα περίμενε, λοιπόν, κανείς κατόπιν τούτου ότι η θεαματική κωλοτούμπα, που μοιραία ακολούθησε με τη νέα κυβερνητική ανακοίνωση για την εκ νέου τροποποίηση της ψηφισμένης ρύθμισης, να συνοδεύεται, αν όχι από την έκφραση συγγνώμης για την ύπουλη μεθόδευση και τα απανωτά ψέματα που είχαν ειπωθεί το προηγούμενο διήμερο, τουλάχιστον από μια ταπεινότητα. Μια, έστω, σεμνότητα που ακόμη και αν δεν αναγνώριζε ευθέως την εξαπάτηση της Βουλής, τουλάχιστον να παραδέχονταν το – ας το έλεγαν και έτσι - «λάθος» που είχε γίνει ή τη «σύγχυση» που μπορούσε να δώσει αφορμή για να ξεφύγει κάποιος από την τσιμπίδα του νόμου κάνοντας χρήση του τροποποιούμενου νόμου που αποποινικοποιούσε τη συμμετοχή πολιτικού σε εξωχώριες εταιρείες με έδρα περιώνυμους φορολογικούς παραδείσους.
Ποιος έχασε, όμως, την ειλικρίνεια ή και τη γενναιότητα για να τη βρουν στο Μαξίμου; Είναι… αυταπάτη, κατά πως θα έλεγε και ο Αλέξης Τσίπρας, να πιστέψει κανείς ότι θα άλλαζαν τακτική οι αλαζονικοί ένοικοι του πρωθυπουργικού Μεγάρου που έχουν αναγάγει την κατασυκοφάντηση όσων θεωρούν οι ίδιοι αντιπάλων τους; Θυμηθείτε μόνον τη μεταχείριση που έτυχαν ο πρώην υπουργός Γκίκας Χαρδούβελης και ο νυν Δημήτρης Μάρδας για το ίδιο ζήτημα, τη μεταφορά, δηλαδή, μέρους των καταθέσεών τους στο εξωτερικό. Ο πρώτος κρεμάστηκε στα… μανταλάκια με κυβερνητικές ανακοινώσεις και διατάχθηκαν έρευνες, ενώ για τον δεύτερο επικράτησε… άκρα του τάφου σιωπή.
Με τούτα και με πολλά άλλα, ίσως και να μην προκαλεί ιδιαίτερη έκπληξη η περίσσεια θράσους που χαρακτήριζε τη δήλωση της Όλγας Γεροβασίλη με την οποία γνωστοποιήθηκε η αναδίπλωση της κυβέρνησης. Αφού ξεκινούσε ισχυριζόμενη ότι με την επίμαχη διάταξη η κυβέρνηση – αν είναι δυνατόν!- «έπραξε το σωστό», ανακοίνωνε τη νέα τροπολογία με την οποία «η απαγόρευση δεν θα αφορά γενικώς και αορίστως τη συμμετοχή σε εξωχώριες εταιρείες οι οποίες  ήταν και εξακολουθεί να είναι αδύνατον να οριστούν νομικά», αλλά «η απαγόρευση πλέον θα είναι γενική και καθολική».
Και γιατί όλα αυτά; Διότι, «παρά τις σαφείς διευκρινίσεις που έχουν ήδη δοθεί, όσοι κατά καιρούς έχουν βρεθεί σε λίστες και έχουν εμπλακεί αποδεδειγμένα (sic!)σε διακίνηση μαύρου χρήματος –πολιτικοί και εκδότες-  κουνάνε το δάχτυλο στην Αριστερά για δήθεν προσπάθεια συγκαλύψεων και παροχής προνομίων στο πολιτικό προσωπικό».
Και όσο για την κατάληξη της μνημειώδους ανακοίνωσης; Ίδια και απαράλλακτη με εκείνη που είχε εκδοθεί δύο μέρες νωρίτερα και τα έβρισκε όλα ωραία και καλά: «Σε αυτό τον τόπο, δεν μπορεί να γίνει άλλο ανεκτό να φωνάζει ο κλέφτης για να φοβηθεί ο νοικοκύρης», φώναζε όσο δυνατότερα μπορούσε η Όλγα Γεροβασίλη. Να ήθελε άραγε να… υποδείξει, έτσι, τον πραγματικό «κλέφτη»; Μάλλον, όμως, μόνον τον «φωτογράφισε». Και τη συνέχεια πρέπει πιθανότατα να την αναμένουμε από εκεί που η κυβερνητική εκπρόσωπος και οι εντολείς της βλέπουν «φυλλάδες»...

Πέμπτη 21 Απριλίου 2016

Μια συγγνώμη, έστω και από τον… Γαβριήλ!



«Η επιτροπή εξέτασε και τα Πόθεν Έσχες του Γκίκα Χαρδούβελη, την περίοδο που ήταν υπουργός Οικονομικών, συμπεραίνοντας ότι δεν υπάρχουν σφάλματα ή παραλείψεις». Με αυτές τις είκοσι τρεις λεξούλες, οι οποίες ίσα που χώρεσαν κάτω από ένα ταπεινό υστερόγραφο που προστέθηκε στο ρεπορτάζ φιλοκυβερνητικής εφημερίδας για μια άλλη υπόθεση που έχει πάρει τώρα τον ρόλο της σημαίας στην κυβερνητική προπαγάνδα του «οσονούπω σωζόμαστε από τη διαπλοκή», έκλεισε μια από τις πολύκροτες υποθέσεις των πρώτων ημερών της διακυβέρνησης από τους ΣΥΡΙΖΑ -ΑΝΕΛ.  
Ούτε ένα δικό του μονόστηλο δεν αξιώθηκε να έχει το πελώριο φιάσκο στο οποίο κατέληξε το υποτιθέμενο μέγα σκάνδαλο της φοροδιαφυγής του τελευταίου υπουργού Οικονομικών των «Σαμαροβενιζέλων». Ένα σκάνδαλο το οποίο κατασκευάστηκε –όπως και τόσα άλλα!- μέσα στο Μέγαρο Μαξίμου για να αποπροσανατολιστεί η κοινή γνώμη από την αλλοπρόσαλλη δήθεν διαπραγμάτευση που έκαναν -σε αγαστή, ακόμη, σύμπνοια- ο Αλέξης Τσίπρας με τον Γιάνη Βαρουφάκη, που τότε ακόμη αποτελούσε «asset» για την κυβέρνηση.
Έχει νομίζω αξία να γυρίσουμε λίγο τον χρόνο πίσω και να πάμε στον Μάρτιο του 2015 όταν οι νεόκοποι κυβερνώντες, θέλοντας να πλήξουν ηθικά και να εξοντώσουν πολιτικά τον πρώην υπουργό, ο οποίος είχε διαπραγματευτεί με τους εταίρους και δανειστές και σχεδόν είχε καταλήξει σε μια αξιοπρεπή συμφωνία, που έγινε γνωστή με την περιώνυμη έκφραση «mail Χαρδούβελη», διοχέτευσαν σε βάρος του ασύστατες κατηγορίες για παρανομίες, επί των οποίων είχε, τάχατες, ξεκινήσει εισαγγελική έρευνα.
«Ο πρόεδρος της Αρχής για το ξέπλυμα μαύρου χρήματος με επείγον και εμπιστευτικό έγγραφό του ζητά από τη Βουλή να ελεγχθεί το πόθεν έσχες του Γκ. Χαρδούβελη», διατυμπάνιζαν τα φιλικά προς τη νέα εξουσία μέσα ενημέρωσης. Και περιέγραφαν βαρύ κατηγορητήριο εναντίον του, όπως ότι «κατά το έτος 2011 εμφανίζεται δυσαναλογία μεταξύ των ποσών που πιστώθηκαν σε τραπεζικούς λογαριασμούς του και αυτών που δηλώθηκαν ως εισόδημα». Όπως επίσης και ότι «κατά το έτος 2012 απέστειλε σε τράπεζες του εξωτερικού χρηματικά ποσά τα οποία δεν περιέλαβε στις δηλώσεις περιουσιακής κατάστασης».
Τι μαρτυρούσαν όλα αυτά; Ότι κάποιος ή κάποιοι είχαν κάνει ενδελεχή και εις βάθος έρευνα στα οικονομικά του πρώην υπουργού και τον είχαν, κατά το κοινώς λεγόμενο, «συλλάβει με τη γίδα στην πλάτη». Ποιος, όμως, μπορούσε να έχει πρόσβαση σε στοιχεία αυτού του είδους; Μα, ποιος άλλος από τους ανθρώπους της νέας εξουσίας; Αποδείχθηκε, άλλωστε, περίτρανα από τις ίδιες τις ενέργειες τους, αφού ήταν τέτοιο το πάθος τους, που «καρφώθηκαν» μόνοι τους τόσο με non paper όσο και με επίσημες ανακοινώσεις.
Βρισκόμασταν, άλλωστε, στην περίοδο που οι απίστευτοι τύποι που παρίσταναν τους κυβερνώντες ήταν πεπεισμένοι ότι «οι ξένοι θα μας παρακαλούν να μας δανείσουν», πλην, όμως, «εμείς θα τους τρίβαμε στη μούρη τα δανεικά που θα μας έδιναν». Αφού, άλλωστε, όπως λεγόταν από επίσημα χείλη ανθρώπων που είναι ακόμη υπουργοί, αρκούσαν οι διάφορες λίστες –φοροφυγάδων, καταθετών στο εξωτερικό, λαθεμπόρων και πάει λέγοντας-  για να συγκεντρώνονταν τα ποσά που απαιτούνταν για να χρηματοδοτηθεί το αλήστου, πλέον, μνήμης «πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης» που θα καταργούσε τον ΕΝΦΙΑ, θα αύξανε τις συντάξεις και θα έκανε τόσα και τόσα ακόμη… θαύματα.  
Για να δείτε, όμως, πόσο ξεδιάντροπα και ερασιτεχνικά έστησαν την ιστορία κατά του Χαρδούβελη, αξίζει να θυμίσουμε ότι την ίδια μέρα που κυκλοφορούσε η εφημερίδα, η οποία φιλοξένησε τις διαρροές περί εισαγγελικής έρευνας κατά του πρώην υπουργού, σε non paper που εκδόθηκε από το Μέγαρο Μαξίμου για να υπερασπιστεί μια από τις γκάφες του Γ. Βαρουφάκη, ο οποίος είχε αποκαλύψει στην ιταλική εφημερίδα «Corriere della Sera» σχέδιο διενέργειας δημοψηφίσματος για το ευρώ (!), αναφερόταν επί λέξει τα εξής εκπληκτικά: «Υπουργός Οικονομικών της χώρας είναι ο Γιάνης Βαρουφάκης. Αν θέλουν κάποιον τύπου “Γκίκα Χαρδούβελη” (sic!), που έλεγε “ναι” σε όλα, θα απογοητευθούν».
Και δεν ήταν μόνον αυτό. Την επομένη που ο πρώην υπουργός έδωσε αναλυτικές εξηγήσεις για τις δοσοληψίες του που αφορούσαν μεταφορά στο εξωτερικό μέρους των καταθέσεων του, με νόμιμα τραπεζικά εμβάσματα, ανέλαβαν ρόλο δημοσίου κατηγόρου, η εκπρόσωπος Τύπου των ΑΝΕΛ Μαρίνα Χρυσοβελώνη και –αν είναι δυνατόν!- ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Γαβριήλ Σακελλαρίδης.
«Η περίπτωση του κ. Χαρδούβελη αντανακλά τις αντιλήψεις αλλά και το ήθος της υπάκουης στις απαιτήσεις των δανειστών συγκυβέρνησης Σαμαρά - Βενιζέλου, η οποία υπέβαλε σε δυσβάσταχτες θυσίες τη συντριπτική πλειοψηφία των Ελλήνων πολιτών την ώρα που άφηνε στο απυρόβλητο τους πάσης φύσεως προστάτες και υπηρέτες της», ισχυριζόταν η νυν υφυπουργός Υποδομών. Και με ακόμη μεγαλύτερη θρασύτητα συμπλήρωνε: «Η σημερινή κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ θα προβεί σε κάθε ενέργεια ώστε να χυθεί άπλετο φως σχετικά με όλες τις λίστες των φοροφυγάδων και να κληθούν και εκείνοι, επιτέλους, να πληρώσουν».
Αλλά και ο κ. Σακελλαρίδης, ο οποίος μόλις τον περασμένο μήνα δεν δίστασε να παραδεχτεί πως «αυτό που έκανα ήταν προπαγάνδα», καθ΄ υπαγόρευση –ποιανού ή ποιανών άραγε;- προέβαινε σε μακροσκελείς δηλώσεις και σχόλια, λειτουργώντας ως αντίδικος του πρώην υπουργού. Θαυμάστε, το ύφος και την φρασεολογία κυβερνητικού εκπροσώπου, ο οποίος θεωρεί ως καθήκον του να  αντιδικεί με έναν πολίτη, όπως ήταν τότε και είναι και σήμερα ο πρώην υπουργός, χωρίς να τηρεί τα προσχήματα του σεβασμού στο τεκμήριο της αθωότητας, εφόσον μάλιστα υποτίθεται ότι γινόταν εισαγγελική έρευνα εις βάρος του.
«Ο κ. Χαρδούβελης υποστηρίζει ότι έστειλε τα χρήματα αυτά στην Βρετανία. Σωστό από μία άποψη, όμως για την ακρίβεια τα έστειλε σε κατάστημα της συγκεκριμένης τράπεζας στη νήσο Jersey, που ανήκει μεν στη βρετανική επικράτεια, αλλά ταυτόχρονα αποτελεί τον 7ο πιο σημαντικό φορολογικό παράδεισο στον κόσμο, και αγαπημένο προορισμό κεφαλαίων Ελλήνων που θέλουν να αποφύγουν να πληρώσουν φόρους», ανέφερε ο εκπρόσωπος της «πρώτη φορά Αριστερά» κυβέρνησης. «Μάλιστα το Νοέμβριο του 2012, ο τότε Υπ. Οικονομικών Γ. Στουρνάρας, με επιστολή του προς τον Βρετανό ομόλογό του, είχε ζητήσει τη λίστα με τους 97 Έλληνες που είχαν καταθέσεις στη νήσο Jersey, ενώ η υπόθεση αυτή είχε απασχολήσει και τους τότε οικονομικούς εισαγγελείς. Πλέον αναζητούμε και τους υπόλοιπους 96 Έλληνες», συμπλήρωνε.
Από την Μ. Χρυσοβελώνη, η οποία «εξαργύρωσε» με τον υφυπουργικό θώκο τις επιθέσεις εναντίον όσων θεωρούσε αντιπάλους του αρχηγού της, δεν νομίζω να περιμένει κανείς ψήγμα μεταμέλειας. Από τον Γαβριήλ Σακελλαρίδη, όμως, που εγκατέλειψε την υπουργική καρέκλα, θα άξιζε, θαρρώ, μια συγγνώμη…

Σάββατο 19 Σεπτεμβρίου 2015

Το χαμένο πλεονέκτημα στην εργολαβία της ηθικής



Από τους «παροικούντες την Ιερουσαλήμ» μάλλον ελάχιστοι πρέπει να είναι όσοι δικαιολογημένα… έπεσαν από τα σύννεφα με τις αρχικές αποκαλύψεις για την «υπόθεση Φλαμπουράρη». Εξάλλου, ποιος είναι εκείνος που στην Ελλάδα του 2015… δικαιούται να εκπλήσσεται επειδή ένας «αριστερός εργολάβος» (σ.σ.:  αδιαχώριστη περίφραση επαγγελματικής ιδιότητας) σάρωνε τα δημόσια έργα επί της επαράτου μνημονιακής περιόδου;
Ενδεχομένως, μάλιστα, αν είχαν τηρηθεί τα προσχήματα της τυπικής νομιμότητας μπορεί το «σκάνδαλο» να έκλεινε χωρίς τις ευρύτερες προεκτάσεις που απέκτησε από την ώρα που κινητοποιήθηκε ένας ολόκληρος μηχανισμός συγκάλυψης, ο οποίος, στη σπουδή να ρίξει στάχτη στα μάτια όλων μας, υπέπεσε σε τόσο προκλητικά κραυγαλέες αντιφάσεις που ενίσχυσε τις αρχικές υποψίες και έκανε ακόμη πιο επιτακτική την ανάγκη για δικαστική διερεύνηση της όλης υπόθεσης.
Ανεξάρτητα, ωστόσο, από την εξέλιξη που θα έχει από την ερχόμενη εβδομάδα η «υπόθεση Φλαμπουράρη», οι αποκαλύψεις που τη συνόδευαν ήταν μια καλή αφορμή για να επισημανθεί το μοναδικό μεγαλείο της υποκρισίας που χαρακτηρίζει το σύστημα εξουσίας το οποίο κυβέρνησε τη χώρα το τελευταίο οκτάμηνο και διεκδικεί να συνεχίσει να το κάνει.
Είναι το «σύστημα» που αναρριχήθηκε στην εξουσία επειδή, μεταξύ άλλων, επί δεκαετίες ηθικολογούσε κουνώντας το δάκτυλο στους αντιπάλους του, τους οποίους εγκαλούσε για διαφθορά και διαπλοκή, επιφυλάσσοντας, ταυτόχρονα, το απόλυτο απυρόβλητο για τους εαυτούς τους με την -αποτελεσματική, όπως απεδείχθη- μέθοδο της αυτοαναγόρευσης ως των μοναδικών κατόχων του «ηθικού πλεονεκτήματος».
Καθώς, όμως, «αρχή άνδρα δείκνυσι», όπως έλεγαν οι αρχαίοι μας πρόγονοι, η σχεδόν οκτάμηνη διακυβέρνηση ήταν αρκετή για να πέσουν οι μάσκες της δήθεν «ηθικής» υπεροχής την οποία διατείνονταν ότι είχαν. Και, ταυτόχρονα, να αποκαλυφθεί πόσο γυμνός είναι ο βασιλιάς, ακόμη και όταν κραδαίνει τη ρομφαία της κάθαρσης, η οποία… λοξοδρομεί όταν έρχεται αντιμέτωπη με το κυβερνητικό στέλεχος που δεν δηλώνει το σπίτι που ενοικιάζει η σύζυγος του ή τον συνάδελφό του που έχει off shore και δεν έχει κληθεί ακόμη για εξηγήσεις από τις ελεγκτικές αρχές.
Δύο μόνον στοιχεία από τα έργα και τις ημέρες του οκταμήνου, αρκούν ίσως για να αναδείξουν την πελώρια απόσταση που χωρίζει τις πράξεις από τις διακηρύξεις:
Το πρώτο είναι ότι η κυβέρνηση, η οποία κατασκεύασε ειδικό χαρτοφυλάκιο για την καταπολέμηση της διαφθοράς, δεν έφερε όλο αυτό το διάστημα ούτε μια καινούργια νομοθετική ρύθμιση που να ενισχύει το ελεγκτικό οπλοστάσιο. Ενώ, το ακόμη χειρότερο, δεν εισέπραξε παρά ψίχουλα από τα δισεκατομμύρια ευρώ που, όπως διεκήρυττε, ήταν στις διάφορες λίστες και τα οποία υποτίθεται οι προηγούμενοι δεν ήθελαν να διεκδικήσουν.
Όλα όσα έγιναν στη διάρκεια του οκταμήνου περιορίστηκαν σε επικοινωνιακές στοχεύσεις, όπως το να δοθούν στη δημοσιότητα τα εμβάσματα που έστειλε στο εξωτερικό ο πρώην υπουργός Γκίκας Χαρδούβελης ή να γίνουν προεκλογικά… ραντεβού με τον περιβόητο Ερβέ Φαλτσιανί, τον άνθρωπο πίσω από τη «λίστα Λαγκάρντ», ο οποίος, όμως, έχει γράψει βιβλίο στο οποίο η μόνη «αποκάλυψη» ήταν η αναπαραγωγή διαφόρων γελοιοτήτων που έχουν κυκλοφορήσει στην Ελλάδα, και τώρα αξιοποιείται για να μας καλέσει να ξαναψηφίσουμε ΣΥΡΙΖΑ! 
Το δεύτερο και ακόμη εξοργιστικότερο στοιχείο για την «πρώτη φορά Αριστερά» διακυβέρνηση είναι ότι ακόμη και ο θεσμός του «πόθεν έσχες» μπήκε «στο ψυγείο», αφού είναι η πρώτη που δεν δόθηκαν στη δημοσιότητα οι δηλώσεις περιουσιακής κατάστασης των βουλευτών και των μελών της κυβέρνησης για τα προηγούμενα χρόνια, ενώ δεν υπεβλήθησαν καν δηλώσεις για το προηγούμενο οικονομικό έτος που στο παρελθόν υποβάλλονταν μέχρι το τέλος Ιουνίου.
Η πρωτοφανής αυτή αβελτηρία (;) που επέδειξαν οι υποτιθέμενοι «αρχάγγελοι της διαφάνειας», οι ίδιοι που έβαλαν στο στόχαστρό τους τον θεσμό της «Διαύγειας» για να μην υπάρχει πρόσβαση από το Διαδίκτυο στους διορισμούς «ημετέρων» και στις προκλητικές δαπάνες, δεν είναι διόλου τυχαία. Έχει άμεση σχέση με τα όσα είχαν έρθει στο φως της δημοσιότητας τα αμέσως προηγούμενα χρόνια και αφορούσαν τις μεγάλες περιουσίες, τις υψηλές καταθέσεις εντός και εκτός Ελλάδος, όπως και τις επενδύσεις σε funds της αλλοδαπής που περιείχοντο στις δηλώσεις αξιωματούχων της εξουσίας του οκταμήνου.
Πληροφορούμαι πως όταν κάποια στιγμή, ας ελπίσουμε αμέσως μόλις αναλάβει το νέο Προεδρείο της Βουλής, δημοσιοποιηθούν οι δηλώσεις των προηγούμενων ετών που εκκρεμούν και δεν δίνονται στη δημοσιότητα με το πρόσχημα ότι δεν ολοκληρώθηκε ο έλεγχός τους, θα έχουμε επί μέρες πολλές να συζητούμε για τα όσα πρόκειται να δουν τα μάτια μας.
Τότε ίσως τελειώσει δια παντός το παραμύθι με το υποτιθέμενο «ηθικό πλεονέκτημα» και την… κουτοπονηριά διάφορων διεφθαρμένων που δηλώνουν «αριστεροί» μόνον και μόνον για να καλύψουν τις πομπές τους…

Τετάρτη 26 Σεπτεμβρίου 2012

Η δημοσιότητα και το «κόρακας κοράκου…»

Η ανακίνηση του ζητήματος με την εμπλοκή πολιτικών σε υποθέσεις διαφθοράς και παράνομου πλουτισμού ορισμένων εξ αυτών, φέρνει στο προσκήνιο μια χρόνια παθογένεια της ελληνικής Δημοκρατίας που δεν είναι άλλη από την αδυναμία αποτελεσματικής λειτουργίας των ελεγκτικών θεσμικών της Πολιτείας.
Ο επί δεκαετίες προσχηματικός τρόπος υποβολής των ετήσιων δηλώσεων «πόθεν έσχες», σε συνδυασμό με τη διαχρονική ατιμωρησία, έχουν, δυστυχώς, προκαλέσει ένα αδιαπέραστο υπόστρωμα καχυποψίας στην ελληνική κοινωνία, η οποία, βοηθούσης και της οικονομικής κατάρρευσης, είναι έτοιμη να πιστέψει κάθε πιθανή και απίθανη καταγγελία που στρέφεται κατά οποιουδήποτε εκπροσώπου του πολιτικού κόσμου και κυρίως κατά όσων ανήκουν στα κόμματα που άσκησαν εξουσία τα προηγούμενα χρόνια. 
Το κλίμα επιβαρύνεται από μια σειρά «θεσμικά εμπόδια», όπως ο νόμος περί ευθύνης υπουργών και το πλαίσιο της βουλευτικής ασυλίας, που επιβραδύνουν τις έρευνες, ενώ περιπλοκές και καθυστερήσεις προκαλεί και το πολυδαίδαλο «κουβάρι» των ελεγκτικών αρχών που εμπλέκονται στη διερεύνηση των υποθέσεων: ΣΔΟΕ, τακτική Δικαιοσύνη, οικονομικοί εισαγγελείς και Επιτροπή της Βουλής για τα οικονομικά βουλευτών και κομμάτων.
Μοιραία, λοιπόν, το ζήτημα μεγεθύνεται, οι υποψίες γενικεύονται και η οργή της κοινής γνώμης στρέφεται κατά δικαίων και αδίκων, αφού, όπως και σε πολλά άλλα ζητήματα, οι θεσμοί της Πολιτείας δεν λειτουργούν, οι ευθύνες δεν εξατομικεύονται για τους πραγματικά υπευθύνους και το πολιτικό σύστημα αποσταθεροποιείται στο σύνολό του.
Σε έναν «ουδέτερο» πολιτικό χρόνο όλα αυτά μπορεί να είχαν μικρότερη σημασία από αυτή που προσλαμβάνουν στην παρούσα συγκυρία, καθώς το πιθανότερο είναι ότι σύντομα αρκετές από τις φοβερές καταγγελίες θα… ξεχαστούν, είτε επειδή θα καταπέσουν, είτε γιατί θα αποδειχθεί ότι αφορούν μια μικρή μειοψηφία του πολιτικού κόσμου, αντίστοιχη με αυτή που υπάρχει σε όλα τα κοινωνικά στρώματα και, αν θέλετε, σε όλες τις κοινωνίες.
Η κατάσταση, όμως, διαφοροποιείται σε αυτή τη φάση, καθώς η βαριά σκιά της καχυποψίας που δημιουργείται πάνω από τη Βουλή, προκαλεί πολιτικό αναβρασμό σε μια οριακή στιγμή για την πολιτική σταθερότητα, πριν καν συμπληρωθούν 100 μέρες από τη συγκρότηση της τρικομματικής κυβερνητικής συνεργασίας, αλλά και την παραμονή της λήψης των νέων επώδυνων μέτρων περικοπής μισθών, συντάξεων και επιδομάτων.
Η κίνηση εκτόνωσης από την πλευρά του προέδρου της Βουλής Ευάγγελου Μεϊμαράκη να απόσχει από τα καθήκοντα του μέχρις ότου διαλευκανθούν οι εις βάρος του καταγγελίες για εμπλοκή σε «ξέπλυμα χρήματος» μέσω αγοραπωλησιών ακινήτων, δείχνει αίσθημα πολιτικής ευθιξίας, δεν λύνει, όμως, το πολιτικό ζήτημα που δημιουργείται με την «στοχοποίηση» ενός ανώτατου πολιτικού παράγοντα.
Γι΄ αυτό και δικαίως κατά την άποψή μου ο πολύπειρος πρώην πρόεδρος της Βουλής Απόστολος Κακλαμάνης εγκάλεσε τον υπουργό Οικονομικών Γιάννη Στουρνάρα για το έγγραφο που έστειλε στη Βουλή και το οποίο «άνοιξε τον ασκό του Αιόλου» με τη διατύπωση ότι το ΣΔΟΕ ελέγχει 32 υποθέσεις εμπλοκής πολιτικών, χωρίς να τους κατονομάσει.
«Ποια αξία θα έχει για τη χειραγωγούμενη κοινή γνώμη η ψήφος υπέρ των μέτρων οποιουδήποτε στιγματιζόμενου ανευθύνως βουλευτή, όταν οι απλοί πολίτες θα αμφιβάλλουν αν είναι καρπός πατριωτικής επιλογής και όχι συναλλαγής ή εκβίασης, όπως η 5η φάλαγγα θα διαρρέει και η κοινή γνώμη θα είναι πρόσφορη να πιστέψει;», είναι το εύλογο ερώτημα που έθεσε ο κ. Κακλαμάνης.
Υπό αυτές τις συνθήκες, και με δεδομένο ότι η απαίτηση για ταχεία διερεύνηση των επίμαχων υποθέσεων, μάλλον δεν πρόκειται να βρει πρόσφορο έδαφος, η μόνη λύση του «δράματος» για να διασωθεί, έστω, ένα μέρος  από την χαμένη τιμή του πολιτικού κόσμου είναι η πλήρης διαφάνεια. Να δοθούν, δηλαδή, όλες οι λίστες των εκκρεμών υποθέσεων στη δημοσιότητα και να δημοσιοποιηθούν όλα τα ονόματα των εμπλεκομένων, όπως και το σύνολο των καταγγελιών που ερευνώνται και των στοιχείων που υπάρχουν.
Ό,τιδήποτε άλλο, καλώς ή κακώς, θα ρίξει «νερό στο μύλο» όσων αρέσκονται στις θεωρίες της συγκάλυψης των ισχυρών και ασπάζονται τη λογική του… «κόρακας κοράκου μάτι δεν βγάζει». 

*Ο Γρηγόρης Τζιοβάρας είναι δημοσιογράφος, περιφερειακός σύμβουλος Θεσπρωτίας στο πρώτο αιρετό Περιφερειακό Συμβούλιο Ηπείρου. Η αρθρογραφία του (ανα)δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα: http://topikakaiatopa.blogspot.com.