Δεν ξέρω αν ευθύνεται ο σχετικά άκοπος
τρόπος με τον οποίο ήρθαν στην εξουσία ή η άνεση την οποία νοιώθουν επειδή οι
πολίτες τούς επιβράβευσαν, παρόλο που αθέτησαν ήδη από την πρώτη κυβερνητική
περίοδο σχεδόν το σύνολο όσων είχαν υποσχεθεί, αλλά μου δημιουργείται η
εντύπωση ότι ο αλαζονικός τρόπος με τον οποίο επιχειρούν να κυβερνήσουν ο
Αλέξης Τσίπρας και η παρέα του δεν έχει το προηγούμενο του όχι μόνον στα
εγχώρια αλλά ενδεχομένως και στα ευρωπαϊκά χρονικά.
Δεν εξηγείται διαφορετικά η ακραία
μορφή που φαίνεται να προσλαμβάνει η υποτίμηση της νοημοσύνης των ανθρώπων
στους οποίους απευθύνονται οι κυβερνώντες με τη διαρκή διαστροφή γεγονότων και
την εξύφανση απίθανων σεναρίων συνωμοσιολογίας που δεν υπακούουν στην κοινή
λογική.
Είναι χαρακτηριστικό ότι, την ίδια
ώρα που υποχωρούν ταπεινωτικά σε όλες τις απαιτήσεις των δανειστών για να
διατηρήσουν τις καρέκλες τους, σαλπίζουν ιαχές… νίκης που είναι εκτός τόπου και
χρόνου. Οι γελοίοι ισχυρισμοί του απίθανου υπουργού Οικονομικών Ευκλείδη
Τσακαλώτου ότι η «κυβέρνηση είναι θύμα της επιτυχίας της (!)», δεν αποτελεί την
εξαίρεση αλλά τον κανόνα της πρόκλησης απέναντι σε κάθε άνθρωπο που έχει σώας
τα φρένας.
Σε κυβερνητική ανακοίνωση, άλλωστε,
της ίδιας μέρας αναφορικά με τη συνεδρίαση του Eurogroup εξαπολυόταν επίθεση σε όσους, λέει,
προεξοφλούσαν ότι δεν θα γινόταν δεκτές οι ελληνικές θέσεις για τον βαθμό
εφαρμογής των μνημονιακών προαπαιτουμένων. Η αλήθεια είναι ότι κανείς δεν είχε
αμφισβητήσει τη μηνημονιακή προσήλωση της κυβέρνησης και ο «εχθρός» που είχαν
ανακαλύψει οι επικοινωνιακοί ινστρούχτορες του Μεγάρου Μαξίμου δεν ήταν παρά «εικονικός»,
αφού ακόμη και ο «συνήθης ύποπτος» Βόλφγκανγκ Σόιμπλε ήταν, αυτή τη φορά,
αρκετά καλός και επιβραβευτικός προς τον
υπάκουο Ευκλείδη.
Εκεί, όμως, που οι κυβερνητικοί
μηχανισμοί διαστρέβλωσης της πραγματικότητας έδωσαν τα ρέστα τους στην προσβολή
της κοινής λογικής και στην κατασκευή εικονικών εχθρών ήταν με την υπόθεση των
βαρύτατων καταγγελιών του πρώην υπουργού Γιάννη Πανούση για τους πολυπλόκαμους παρακρατικούς
μηχανισμούς που ενεργοποιήθηκαν σχεδόν από την πρώτη μέρα που ανέλαβαν τη
διακυβέρνηση οι σημερινοί κυβερνώντες.
Οι ιταμές επιθέσεις κατά του Γιάννη
Πανούση με στόχο να απονομιμοποιήσουν στα μάτια της κοινής γνώμης την
επιτακτική ανάγκη να ριφθεί φως στην σκοτεινή υπόθεση που αναδείχθηκε από τις
αποκαλύψεις του πρώην υπουργού, αποτελούν την αδιάψευστη μαρτυρία για τον
πανικό που προκάλεσαν στο Μαξίμου τα όσα -λίγα, όπως φαίνεται- ήρθαν στη
δημοσιότητα, καθώς η ιστορία έχει μεγαλύτερο βάθος και, επί παραδείγματι, η
οικονομική της διάσταση –οι «μίζες» για τις οποίες μίλησε ο πρώην υπουργός-
είναι ακόμη στο πλήρες σκοτάδι.
Η σπουδή, εξάλλου, των δύο υπουργών Δικαιοσύνης και Δημόσιας
Τάξης να τρέξουν στον Άρειο Πάγο, όχι για να, όπως θα περίμενε κανείς από αυτοαποκαλούμενους
«προοδευτικούς» πολιτικούς, ζητήσουν πλήρη διαλεύκανση των καταγγελλομένων,
αλλά εντεταλμένοι για να επιβάλουν συσκότιση με το απίστευτο ακόμη και για
–έστω κατ’ όνομα - «αριστερούς» επιχείρημα της, δήθεν, «προστασίας της εθνικής
ασφάλειας», συνιστά ίσως την τρανότερη απόδειξη ότι έχουμε μπλέξει με
αδίστακτους πολιτικούς τυχοδιώκτες που δεν ορρωδούν προ ουδενός.
Καταφεύγουν με απίστευτη ευκολία σε αυταπόδεικτα ψέματα και
είναι τόσο παθιασμένοι με την υπεράσπιση των εξουσιαστικών λαφύρων τα οποία
φαίνεται να απολαμβάνουν που σε κάθε ευκαιρία και προς κάθε κατεύθυνση στέλνουν
το μήνυμα ότι είναι αποφασισμένοι να καθυποτάξουν στις ανομολόγητες ορέξεις
τους κάθε θεσμό της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας και να πλήξουν ηθικά κάθε
πρόσωπο το οποίο μπορεί να αισθανθούν ότι στέκεται εμπόδιο στις κάθε είδους
-εθνικολαϊκιστικές και συνάμα «πελατειακές»- επιδιώξεις τους.
Αν συνδυάσει κανείς όλα αυτά με τις ανήκουστες και
ανατριχιαστικές απειλές που εκστόμισε η κυβερνητική εκπρόσωπος επειδή, λέει,
ένα κανάλι, το Mega, δεν ενέδωσε στην απαίτησή της να βγει στον αέρα, όταν
εκείνη αποφάσισε ότι έπρεπε να σχολιάσει όσα είχαν μεταδοθεί στο δελτίο
ειδήσεων του τηλεοπτικού σταθμού, συμπληρώνεται, νομίζω, το παζλ της
ολοκληρωτικής νοοτροπίας που χαρακτηρίζει τους νεόκοπους εξουσιαστές που
νομίζουν ότι η εξουσία την οποία μάλλον ανεπάντεχα απέκτησαν τους ανήκει
απόλυτα και ει9ς τους αιώνας των αιώνων.
Γι΄ αυτό και προφανώς συμπεριφέρονται όπως οι πολυτραγουδισμένοι
Κλέφτες από το πολύ γνωστό δημώδες άσμα το οποίο έλεγε πως «τρώνε, πίνουν και
την Άρτα φοβερίζουν…». Για πόσο άραγε;
Άγνωστο. Αν και ο Αβραάμ Λίνκολν έλεγε γι΄ αυτές τις περιπτώσεις το
εξής: «μπορείς να ξεγελάς συνεχώς κάποιους, μπορεί κάποιες στιγμές να τους
ξεγελάς όλους, δεν μπορείς, όμως, να τους ξεγελάς όλους για πάντα».