Στις
κανονικές χώρες που διαθέτουν κανονικές κυβερνήσεις οι συνεδριάσεις του
υπουργικού συμβουλίου είναι κάτι το σύνηθες. Και παρά ταύτα οι επικεφαλής τους
προετοιμάζονται γι΄ αυτές, πολύ περισσότερο όταν φωνάζουν τις κάμερες για να
κάνουν πανηγυρικές διακηρύξεις.
Στη χώρα μας που το υπουργικό συμβούλιο συνεδριάζει τόσο
σπάνια -μια φορά το εξάμηνο και αν…-, το λιγότερο που θα περίμενε κανείς είναι
οι συνεδριάσεις του κορυφαίου αυτού θεσμικού οργάνου να ήταν τουλάχιστον καλά
οργανωμένες και ακόμα καλύτερα προγραμματισμένες οι ομιλίες του πρωθυπουργού.
Επειδή, όμως, η Ελλάδα ούτε κανονική χώρα είναι –γιατί αν
ήταν διοικούμενοι και διοικούντες δεν θα συμπεριφέρονταν με τον τρόπο που
συμπεριφέρονται-, ούτε κανονική κυβέρνηση διαθέτει –γιατί αν διέθετε η
συντριπτική πλειονότητα όσων κάθονται τώρα σε υπουργικούς θώκους ούτε στον
προθάλαμο των υπουργικών γραφείων δεν θα πλησίαζαν-, όλα γίνονται στο πόδι και
τίποτε δεν είναι αποτέλεσμα ουσιαστικού σχεδιασμού.
Στο «τσάτρα πάρτα» αποφασίζεται ότι η αίθουσα του υπουργικού
συμβουλίου θα γίνει το ντεκόρ για να εκφωνήσει ο πρωθυπουργός έναν… «δεκάρικο» που συνέταξε στο «άψε σβήσε»
ο λογογράφος του, κοτσάροντας διάφορους εξυπνακισμούς, για «βιολιά»,
«παράφωνους σκοπούς» και «μουσικές» που «είμαστε πια σε θέση, ίσως για πρώτη
φορά μετά από πολλά χρόνια, να συνθέσουμε εμείς».
Υπό αυτή την έννοια, η κολοσσιαία γκάφα με την πρωθυπουργική
αναγγελία της επελθούσας ανάπτυξης που διαψεύστηκε πριν καν τελειώσει το
πανηγύρι το οποίο στήθηκε στην αίθουσα του υπουργικού συμβουλίου, δεν συνιστά «απλή
αστοχία υλικού», όπως μπορεί να συμπεράνει όποιος θελήσει να την απομονώσει από
τα συμφραζόμενα που συγκροτούν τον ιδιότυπο τρόπο διακυβέρνησης που
ακολουθείται τους τελευταίους 26 μήνες.
Είτε αντιμετωπιστεί ως συμπτωματικό γεγονός η διάψευση των
πρωθυπουργικών βερμπαλισμών από την ΕΛΣΤΑΤ, στην οποία κανείς από την κυβέρνηση
δεν σκέφθηκε να απευθυνθεί προτού να συνταχθεί το κείμενο της επίμαχης ομιλίας,
είτε υιοθετηθεί το σενάριο που θέλει πίσω από όλα αυτά να κρύβεται το χάσμα που
χωρίζει το Μέγαρο Μαξίμου από το υπουργείο Οικονομικών, μικρή σημασία.
Άλλωστε, και στη μια και στην άλλη περίπτωση εκείνο που
αναδύεται από τη σπουδή του Αλέξη Τσίπρα να καταφύγει στον επικό ισχυρισμό ότι «μετά
από επτά χρόνια σχεδόν καταστροφικής ύφεσης, η χώρα έχει επιστρέψει ήδη σε
θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης» είναι το συμπίλημα από αυταπάτες, ψευδαισθήσεις και
φαντασιώσεις που παρουσιάζεται άλλοτε ως προεκλογικό πρόγραμμα και τώρα ως
κυβερνητικό σχέδιο.
Παρά το γεγονός, όμως, ότι η πραγματικότητα διαψεύδει τη μια
με την άλλη τις εκτιμήσεις τους, όπως ευθαρσώς ομολόγησε πρόσφατα ο τέως
υπουργός Νίκος Φίλης στο ανώτερο κομματικό όργανο του ΣΥΡΙΖΑ, οι κυβερνώντες
απτόητοι εξακολουθούν να υποτιμούν τη νοημοσύνη των πολιτών οι οποίοι τους
έδωσαν την πλειοψηφία επειδή πίστεψαν τα πιο απίθανα πράγματα που έχουν πει ποτέ
πολιτικοί.
Τι να ξεχωρίσει κανείς; Το «θα μας παρακαλούν να μας
δανείσουν» του παρελθόντος; Ή τις πρόσφατες προπαγανδιστικές αρλούμπες για «την
απομόνωση του Σόιμπλε» και «το τέλος της λιτότητας» που κηρύχθηκε από την ΕΡΤ
μετά το Eurogroup της 20ής Φεβρουαρίου και τη συμφωνία της ελληνικής πλευράς –διά στόματος
του «αριστερού»… συνιστωσιάρχη Ευκλείδη Τσακαλώτου- να μειωθεί το αφορολόγητο
και να περικοπούν οι συντάξεις.
Το μεγαλύτερο, ωστόσο, δυστύχημα δεν είναι αυτές καθεαυτές οι
διαψεύσεις των κυβερνητικών εκτιμήσεων. Είναι, πολύ περισσότερο, η άρνησή τους -ή
μήπως η αδυναμία από την πολυετή άσκηση στην ευκολία του να λες ό,τι νά ‘ναι-
να προσαρμοστούν στην πραγματικότητα. Με αποτέλεσμα κανένα από τα παθήματα να
μη γίνεται μάθημα. Και να επαναλαμβάνεται ξανά και ξανά η ίδια τακτική της
διαστροφής της πραγματικότητας.
Είδατε, για παράδειγμα, να αναλαμβάνει κάποιος την ευθύνη για
τα όσα απατηλά υποστήριξε ο πρωθυπουργός στο υπουργικό συμβούλιο περί της
ανάπτυξης; Κανείς απολύτως. Υπήρξε κάποια διαρροή για επίπληξη εκείνου ή
εκείνων που μπορεί να τον παρέσυραν σε αυτό το μνημειώδες ατόπημα που πλήττει
την αξιοπιστία του; Ούτε κατά διάνοια.
Ακούστηκε ο ίδιος ο κ. Τσίπρας να απολογείται ή, έστω, να
εκφράζει τη λύπη του όταν την επομένη και την μεθεπομένη εμφανίστηκε δημοσίως;
Ούτε φωνή ούτε ακρόαση. Το μόνο για το οποίο φρόντισαν όσοι τον περιβάλουν ήταν
να μιλήσει σε «προστατευμένο» περιβάλλον για να μην πέσει σε κανέναν… ενοχλητικό
δημοσιογράφο που θα τον ρωτούσε σχετικά;
Τα ερωτήματα είναι προφανώς ρητορικά. Διότι έπειτα από δύο
χρόνια διακυβέρνησης από τους ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ, όλοι πλέον ξέρουμε ότι, από την
εποχή που στη χώρα αποθεωνόταν η βαρουφάκειος «δημιουργική ασάφεια», το μοναδικό
δόγμα στο οποίο παραμένουν σταθεροί οι άνθρωποι που απαρτίζουν τη σημερινή
εξουσία είναι τούτο: Όταν η πραγματικότητα δεν συμφωνεί μαζί τους, αλίμονο στην
πραγματικότητα!
Υ.Γ.: Για να μην τα βλέπουμε όλα… μαύρα, πάντως, πρέπει να
σημειώσουμε και κάτι θετικό που συνέβη επί των ημερών της κυβέρνησης των ΣΥΡΙΖΑ
– ΑΝΕΛ: το ποσοστό όσων πιστεύουν πως «μας ψεκάζουν» υποχώρησε και από το 33,3%
που το είχε βρει η εταιρία μετρήσεων Metron Analysis τον Οκτώβριο του 2013, τον Φεβρουάριο
του 2017 ο ερευνητικός οργανισμός «διαΝΕΟσις» το κατέγραψε στο 26,5%. Είναι και
αυτό μια κάποια πρόοδος. Δεν συμφωνείτε;