Συνολικές προβολές σελίδας

Τρίτη 21 Ιουνίου 2011

Ζητούμενο η αποτελεσματικότητα

           Με καλούς οιωνούς-εσωτερικούς και διεθνείς- ξεκίνησε το νέο κυβερνητικό σχήμα, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι με την ψήφο εμπιστοσύνης που αναμένεται να λάβει απόψε από τη Βουλή θα αποκατασταθεί αυτομάτως και η αναγκαία εμπιστοσύνη από την κοινωνία, η οποία δικαίως παραμένει δύσπιστη και περιμένει η εξαγγελθείσα «επανεκκίνηση» να πάρει σάρκα και οστά, να γίνει, δηλαδή, πράξη.
Στο εσωτερικό πεδίο, θεωρώ προσωπικά πως η λύση που τελικώς δόθηκε, με το σχηματισμό κυβέρνησης από «το όλον ΠΑΣΟΚ», είναι προτιμητέα από κάθε άλλη εκδοχή που εξετάστηκε τις προηγούμενες ημέρες. Όπως, άλλωστε, θα θυμούνται οι τακτικοί αναγνώστες της στήλης, έχω και μεάλλες ευκαιρίες εξηγήσει τους λόγους για τους οποίους έχω την εδραία την πεποίθηση ότι από τη σημερινή γενικευμένη κρίση μόνον η Πολιτική μπορεί να μας βγάλει.
Φυσικά και η συναίνεση των πολιτικών δυνάμεων είναι ευκταία και επιζητούμενη, πλην , όμως, σε καμία περίπτωση δεν συνιστά «πανάκεια» για τα προβλήματα που έχουμε ως χώρα και ως κοινωνία, πολύ περισσότερο δε που, στην παρούσα συγκυρία, ένα ανομοιογενές κυβερνητικό συνονθύλευμα από στελέχη πολλών κομμάτων και τεχνοκράτες, ίσως να επέτεινε την κρίση, αντί να συμβάλει στη θεραπεία της.
Στις δημοκρατίες, έτσι κι αλλιώς, χρειάζεται να υπάρχουν διακριτοί ρόλοι ανάμεσα στην κυβέρνηση και στην αντιπολίτευση και  καθεμιά εξ αυτών κρίνεται για τον τρόπο που ασκεί το ρόλο της, δηλαδή από τις πράξεις και τις παραλήψεις της. Και μέσα από αυτήν την κρίση –τη λαϊκή ετυμηγορία, εν άλλοις λόγοις,- προκύπτουν οι (εν)αλλαγές τόσο στην κυβέρνηση, όσο και στις άλλες αιρετές θέσεις (δήμοι, περιφέρειες, κ.ο.κ.).
Ο νέος υπουργός Οικονομικών, για παράδειγμα, Ευάγγελος Βενιζέλος –που χρήστηκε και αντιπρόεδρος της κυβέρνησης- διαθέτει, ως πολιτικό ον, περισσότερο από κάθε τεχνοκράτη οικονομολόγο, τα εχέγγυα για να δώσει νέα πνοή στη χειμαζόμενη ελληνική οικονομία. Το μεγαλύτερο εχέγγυο στην περίπτωσή του θεωρώ ότι δεν είναι τόσο η αδιαμφισβήτητη ευφυΐα, που ούτως ή άλλως τον χαρακτηρίζει, όσο η φιλοδοξία του να ηγηθεί της παράταξης του και της χώρας.
Ο κ. Βενιζέλος αποδεικνύεται, πάντως, και «τυχερός», καθώς ανέλαβε το υπουργείο Οικονομικών σε μια εποχή που οι περισπασμοί από το Μεσοπρόθεσμο, βαίνουν προς την καταλλαγή, ενώ ο ευρωπαϊκός και  διεθνής παράγων φαίνεται να έχουν κατανοήσει ότι η ελληνική κρίση χρέους, πέρα από δικές μας εγγενείς αδυναμίες, έχει και άλλες πτυχές που συνιστούν απειλή για το παγκόσμιο οικονομικό σύστημα.
Όσο και αν είναι βολικό για την αντιπολίτευση στη χώρα μας να λέει και να επιμένει ότι «απέτυχε η λάθος συνταγή» της κυβέρνησης, επειδή δεν επετεύχθησαν στο σύνολό τους οι στόχοι που είχαν τεθεί για τον περιορισμό του ελλείμματος, στην πραγματικότητα η αποτυχία δεν είναι κυβερνητική ή –για να είμαστε πιο δίκαιοι- δεν είναι μόνον κυβερνητική. Είναι και των εταίρων μας, οι οποίοι διαδραμάτισαν και διαδραματίζουν ακόμη σοβαρό στη χάραξη της οικονομικής πολιτικής.
Συνειδητοποιούν, πλέον, στις Βρυξέλλες, αλλά και στο Παρίσι και στο Βερολίνο ότι θα πρέπει να είναι πιο ανεκτικοί με την Ελλάδα και σε ό,τι αφορά το δεύτερο πακέτο στήριξης, αφού προοπτική να βγούμε στις αγορές σύντομα δεν υπάρχει, όπως και για την έγκαιρη εκταμίευση των κοινοτικών πόρων, χωρίς την προϋπόθεση της συμβολής της εθνικής συμμετοχής, ώστε να ξεκινήσουν τα «παγωμένα» δημόσια έργα που επιτείνουν το υφεσιακό κλίμα στην αγορά και εκτινάσσουν την ανεργία.
Ας μη γελιόμαστε, όμως. Χρειαζόμαστε τις ευρωπαϊκές «ανάσες», αλλά δεν μας αρκούν. Άμα δεν ξεκινήσουμε να αναπνέουμε μόνοι μας, δεν μας σώζει καμία βοήθεια και κανένας ευρωπαϊκός ή άλλος μηχανισμός στήριξης. Όσο δεν στηριζόμαστε στις δικές μας δυνάμεις, δεν πρόκειται να βγούμε από την κρίση που αντιμετωπίζουμε και η οποία δεν είναι μόνον κρίση δανεισμού, είναι και κρίση παραγωγικότητας και ευρύτερα παραγωγικού μοντέλου.
Το περίφημο, πλέον, Μεσοπρόθεσμου Πρόγραμμα που αποτελεί –πέρα από τις ανούσιες δαιμονολογίες- το «μπούσουλα» της ελληνικής οικονομίας μέχρι το 2015, θα ψηφιστεί, με τις όποιες βελτιώσεις χρειαστεί να γίνουν, κυρίως προς την κατεύθυνση της δικαιότερης κατανομής των βαρών, τις επόμενες ημέρες από τη Βουλή και θα λειτουργεί ως οδικός χάρτης στη δύσκολη αυτή τριετή πορεία.
Το κατά πόσο θα κρατήσει το όχημα της ελληνικής οικονομίας σταθερό σε αυτή την πορεία, θα αποτελέσει το μέτρο της επιτυχίας του νέου κυβερνητικού σχήματος και ειδικότερατου κ. Βενιζέλου, ο οποίος, ας μην τρέφει κανείς αυταπάτες, δεν θα κριθεί ούτε από την ευφυΐα του, ούτε από την φιλοδοξία, ούτε από την καλοτυχία του. Θα κριθεί κι εκείνος, όπως και όλη η κυβέρνηση του Γιώργου Παπανδρέου, από την αποτελεσματικότητα της εφαρμοζόμενης πολιτικής.

*Ο Γρηγόρης Τζιοβάρας είναι δημοσιογράφος, περιφερειακός σύμβουλος Θεσπρωτίας στο νέο Περιφερειακό Συμβούλιο Ηπείρου. Η αρθρογραφία του (ανα)δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα: http://topikakaiatopa.blogspot.com.

Τετάρτη 15 Ιουνίου 2011

«Μη ρωτάς τι μπορεί να κάνει η Πατρίδα για σένα...»

             Γνωστοί και φίλοι που ξέρουν την κοσμοθεωρία μου με ρωτούν αν συμμετέχω στις εκδηλώσεις των «Αγανακτισμένων» που με εμπορική λαγνεία προωθούν τα κατεστημένα μέσα ενημέρωσης. Όσοι δεν με γνωρίζουν καλά και έχουν, απλώς ακούσει, ότι συμμετείχα σε όλες τις κινητοποιήσεις κατά του μνημονίου, εκπλήσσονται αρχικώς με την αρνητική μου απάντηση στο ερώτημα αν πήγα στο Σύνταγμα.
 Οι καλοπροαίρετοι, ωστόσο, νομίζω ότι πείθονται από τα επιχειρήματά μου, ένα από τα οποία είναι ότι δεν θα μπορούσα να είμαι συμμέτοχος σε μια κινητοποίηση που εγκολπώθηκε από την πρώτη στιγμή ο «Άγιος» Καλαβρύτων, ο γνωστός Αμβρόσιος, που με εγκύκλιό του, η οποία είχε -παρακαλώ- δημοσιευτεί στο ΦΕΚ, έδινε οδηγίες στους ιερείς της Μητρόπολής του πως δεν θα αποδίδουν στο κράτος -που, κατά τα άλλα πληρώνει τους μισθούς τους- τους αναλογούντες φόρους από το «παγκάρι».
 Δεν συμμετέχω και δεν θα μπορούσα να συμμετάσχω σε εκδηλώσεις χωρίς συγκεκριμένα αιτήματα ή με νεφελώδεις γενικότητες του τύπου «να φύγει η τρόικα και το μνημόνιο», όταν έχω εδραία πεποίθηση ότι οι πρωτοβουλίες αυτού του είδους δεν οδηγούν στην κοινωνική πρόοδο, αλλά, αντιθέτως, συμβάλλουν στη διατήρηση της σημερινής κατάστασης, αν δεν την επιδεινώνουν κιόλας.
 Όπως, πιστεύω, η συντριπτική πλειονότητα των πολιτών, έχω κι εγώ πολλούς λόγους για να αγανακτώ. Μόνον που, προφανώς, οι λόγοι αυτοί δεν είναι οι ίδιοι για τους οποίους εξεγείρονται οι «βολεμένοι» καλλιτέχνες, οι «καλοθρεμμένοι» ιερωμένοι και οι «επαγγελματίες» πολιτικοί που δηλώνουν αλληλέγγυοι με το -εισαγόμενο κι αυτό!- κίνημα των «Αγανακτισμένων».        
Αγανακτώ, για παράδειγμα, με την καφενόβια κριτική που διατυπώνεται από ανθρώπους που εξακολουθούν να ζουν στην εποχή του «δε βαριέσαι αδερφέ».
Αγανακτώ με τους κάθε λογής αποδεδειγμένους κλέφτες που φωνάζουν δυνατότερα από τους άλλους το «φέρτε πίσω τα κλεμμένα», αφήνοντας τους εαυτούς τους στο απυρόβλητο.
Αγανακτώ με κάθε είδους ανομία και, πολύ περισσότερο, με όσους δεν πληρώνουν τους φόρους τους και δεν ανταποκρίνονται στις στοιχειώδεις υποχρεώσεις τους έναντι του κοινωνικού συνόλου.
Αγανακτώ με όσους δεν συνειδητοποιούν τους λόγους για τους οποίους φθάσαμε εδώ που φθάσαμε, συνειδητοποίηση που αποτελεί την εκ των ων ου άνευ προϋπόθεση για να αναζητήσουμε την διέξοδο.
Αγανακτώ με όσους δεν δείχνουν την παραμικρή διάθεση να ξεβολευτούν από «κεκτημένα» που δεν ανταποκρίνονται στην ατομική τους προσφορά και ευθύνη.
Αγανακτώ με όσους θεωρούν ότι για όλα όσα υφιστάμεθα εδώ και πάνω από ένα χρόνο φταίνε άλλοι, οι ξένοι που κακώς μας δάνειζαν και άρα εμείς τώρα δεν πρέπει να ξεπληρώσουμε τα δανεικά.
Αγανακτώ με τις θεωρίες συνωμοσίας που θέλουν να είναι «όλα στημένα», επειδή, έτσι, βολεύει τον εθνικό μας «αυτισμό» που δεν μας αφήνει να δούμε πως εξελίσσεται το παγκόσμιο γίγνεσθαι.
Αγανακτώ με τους ολοφυρόμενους τηλεαστέρες που επιδίδονται σε «ιερεμιάδες» κατά των φορολογικών επιβαρύνσεων που επιβάλλονται και αδιαφορούν για το μείζον ζήτημα της ανεργίας.
Αγανακτώ με τους δήθεν πατριώτες που έτρεξαν να αποσύρουν τα λεφτά τους από τις τράπεζες και να στείλουν -όσοι μπόρεσαν- στο εξωτερικό.
Αγανακτώ με όσους στρέφονται συλλήβδην κατά της Βουλής και του συνόλου της πολιτικής, αγνοώντας ότι η λύση δεν μπορεί παρά να έρθει από εκεί και από πουθενά αλλού.
Αγανακτώ με τους επίορκους δημόσιους λειτουργούς, τους αργόμισθους και τους φυγόπονους, αλλά και με όσους τους καλύπτουν, εξασφαλίζοντας τους ατιμωρησία.
Αγανακτώ με τους πολιτικούς της απραξίας και της αδράνειας που επιδίδονται σε σχολιασμό της κατάστασης και χαϊδεύουν αυτιά για ψηφοθηρικούς λόγους.
Για όλα αυτά -και ακόμη περισσότερα που δε χωράει η στήλη να τα απαριθμήσω- θα μπορούσα να κατασκηνώσω κι εγώ στο Σύνταγμα και παρέα με τον κ. Αμβρόσιο -το λάβαρο της Αγίας Λαύρας, αλήθεια, πως δεν το επιστράτευσε, όπως τότε με τις ταυτότητες;-, τον Κωνσταντίνο Γλύξμπουργκ -που είναι κι αυτός «Αγανακτισμένος», επειδή ίσως του τελειώνουν τα δισ. που του πληρώσαμε προ ολίγων ετών για το Τατόι-, τον Αλέξη Τσίπρα και όποιον άλλο.
Με μια επιπλέον προϋπόθεση: να καλέσουμε όλους τους Έλληνες να ενστερνιστούν τη ρήση του Αμερικανού Προέδρου Τζον Φιτζέραλντ Κένεντι «μη ρωτάς τι μπορεί να κάνει για σένα η Πατρίδα, ρώτα τι μπορείς εσύ να κάνεις για την Πατρίδα». 

*Ο Γρηγόρης Τζιοβάρας είναι δημοσιογράφος, περιφερειακός σύμβουλος Θεσπρωτίας στο νέο Περιφερειακό Συμβούλιο Ηπείρου. Η αρθρογραφία του (ανα)δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα: http://topikakaiatopa.blogspot.com.

Τρίτη 7 Ιουνίου 2011

Πωλείται η «Δωδώνη»; Να κλείσει το λιμάνι!

 Την... τιμητική του είχε το λιμάνι της Ηγουμενίτσας στην τελευταία συνεδρίαση του Περιφερειακού Συμβουλίου Ηπείρου. Μόνο που, παρόλο που συνδεόταν με ένα από τα θέματα της ημερήσιας διάταξης, τις βραχυχρόνιες δράσεις για την τουριστική ανάπτυξη της Περιφέρειας μας, που εισηγήθηκε ο αντιπεριφερειάρχης Πρέβεζας Στράτος Ιωάννου, χωρίς την παραμικρή αναφορά στην πολλά αναμενόμενη κρουαζιέρα,  το λιμάνι της πρωτεύουσας της Θεσπρωτίας δυσφημίστηκε με τον πλέον απροκάλυπτο τρόπο από τον ίδιο τον περιφερειάρχη.
 Ο κ. Αλ. Καχριμάνης, αφού μας περιέγραψε πόσο καλά πέρασε την εβδομάδα της Διακαινησίμου, στην κρουαζιέρα του στις Δαλματικές ακτές, από τις οποίες επέστρεψε στη χώρα, μέσω Αλβανίας, ένοιωσε την ανάγκη να πει πόσο δύσκολα ήταν τα πράγματα στην Ηγουμενίτσα με τους μετανάστες, αποφεύγοντας, βεβαίως, να προσθέσει ότι η κατάσταση τελευταία βελτιώνεται, όπως διαπιστώθηκε και κατά την (καθυστερημένη, είν΄ αλήθεια) επιτόπια επίσκεψη του υπουργού Προστασίας του Πολίτη κ. Χρ. Παπουτσή.
 Και σα μην έφθανε αυτό, λίγο αργότερα που στο Συμβούλιο τέθηκε το ζήτημα της «Δωδώνης», ορισμένοι «επαγγελματίες» επαναστάτες από το ακροατήριο, που τους δόθηκε, όπως προβλέπει ο «Καλλικράτης», ο  λόγος για να εκθέσουν τις απόψεις τους επί του συζητούμενου θέματος, εκτόξευσαν απειλές για επ΄ αόριστον κλείσιμο του λιμανιού της Ηγουμενίτσας, εφόσον προχωρήσει η Αγροτική Τράπεζα σε διαγωνισμό για τη μεταβίβαση της ιδιοκτησίας της γαλακτοβιομηχανίας.
 Ναι, όσο και αν ακούγεται απίστευτο, διατυπώθηκαν και τέτοιες προτάσεις, προερχόμενες, μάλιστα, από υποτιθέμενους εκπροσώπους του κτηνοτροφικού κόσμου, ο οποίος είναι βέβαιο ότι, αν εκπροσωπούνταν αυθεντικά, δεν επρόκειτο να συμφωνούσε με τέτοιες ενέργειες, όχι τόσο γιατί είναι ακραία αντικοινωνικές, αφού θα βλάψουν άλλους επαγγελματίες που δεν έχουν καμία ευθύνη για τις αποφάσεις της Αγροτικής Τράπεζας ή, αν θέλετε, και της κυβέρνησης, όσο επειδή τέτοιες πρωτοβουλίες δεν οδηγούν πουθενά και δεν λύνουν το πρόβλημα.
 Εκτός και αν αυτός είναι ο στόχος όχι μόνον των «επαγγελματιών επαναστατών» που θέλουν το κλείσιμο του λιμανιού για να... ανέβει η επαναστατικότητα των μαζών, αλλά και άλλων, από τους οποίους θα περίμενε κανείς περισσότερη υπευθυνότητα και λιγότερο αντικυβερνητικό «συνδικαλισμό», αλλά φεύ!
 Όποιος είχε την ευκαιρία να παρακολουθήσει τη συζήτηση ή -ακόμη και- να ανατρέξει στα πρακτικά της συνεδρίασης του Συμβουλίου, την περασμένη Τετάρτη, εύκολα θα διαπίστωνε ότι για ένα τόσο σοβαρό θέμα, η Περιφέρεια Ηπείρου δεν είναι εις θέσιν να διαμορφώσει μια συγκεκριμένη πρόταση για το δέον γενέσθαι με την ειλημμένη απόφαση της Αγροτικής να παραχωρήσει τη «Δωδώνη» για να σωθεί η ίδια η Τράπεζα.
 Έτσι, αφού απέτυχε η λαϊκίστικη απόπειρα της συλλογής -αν είναι δυνατόν!- υπογραφών, ο ίδιος ο περιφερειάρχης, εισηγούμενος το θέμα στο Συμβούλιο, επιφυλάχθηκε αρχικά να κάνει την πρόταση του, περιοριζόμενος σε γενικόλογες διαπιστώσεις που θύμιζαν τη γνωστή ρήση «πιασ΄ τ΄ αβγό και κούρευ΄ το». Για να προτείνει, εν τέλει, τη συγκρότηση επιτροπής φορέων που θα ζητήσει συνάντηση με τον πρωθυπουργό για να διαπιστωθεί η πολιτική βούληση να τηρηθεί η δέσμευση που έδωσε ο κ. Γ. Παπανδρέου τον περασμένο Νοέμβριο ότι η «Δωδώνη» θα παραμείνει σε ηπειρωτικά χέρια.
 Εύλογα ρωτήσαμε τι θα απαντούσαμε στον πρωθυπουργό αν ζητούσε τη δική μας αντιπρόταση και, ως μείζων αντιπολίτευση, διατυπώσαμε τη δική μας θέση που είναι να εμπλακεί στην υπόθεση η Περιφέρεια Ηπείρου στην υπόθεση πώλησης της βιομηχανίας, συμβάλλοντας με κάθε μέσο στο να διατηρηθεί ο συνεταιριστικός και κοινωνικός χαρακτήρας της «Δωδώνης».
 Από αυτήν εδώ τη στήλη, άλλωστε, είχε παρουσιαστεί ήδη από τον περασμένο χρόνο (βλέπε «Θεσπρωτική», 21.12.2010, άρθρο με τίτλο: «Η Δωδώνη και το... αβγό του Κολόμβου») η σχετική πρόταση  που βασίζεται στο άρθρο 194 του νόμου 3852/10 («Καλλικράτης») και την οποία είχαμε επεξεργαστεί πριν από τις αυτοδιοικητικές εκλογές.
   Προβλέπεται εκεί, όπως σημειώναμε τότε, η δυνατότητα των περιφερειών «να συνιστούν μία επιχείρηση, η οποία έχει τη μορφή της αναπτυξιακής ανώνυμης εταιρίας» και «λειτουργεί σύμφωνα με τις διατάξεις της εμπορικής και φορολογικής νομοθεσίας», έχοντας ως αντικείμενο, μεταξύ άλλων, την «προώθηση της επιχειρηματικής, οικονομικής και γενικότερα βιώσιμης ανάπτυξης της περιφέρειας».
   Ορίζεται, επιπλέον, ότι «στο μετοχικό κεφάλαιο συμμετέχουν περιφέρειες και δήμοι ή και άλλοι φορείς Τοπικής Αυτοδιοίκησης», ενώ «είναι δυνατή η συμμετοχή και φορέων του δημόσιου τομέα, συνεταιρισμών και ενώσεων αυτών, επιστημονικών φορέων, επιμελητηρίων, φορέων συλλογικών κοινωνικών ή οικονομικών συμφερόντων, καθώς και τραπεζών και πιστωτικών ιδρυμάτων».
   Η πλειοψηφία του Περιφερειακού Συμβουλίου δεν δείχνει να συγκινείται με κάτι τέτοια. «Τζόγος» να γίνεται. Και άμα βγει η «Δωδώνη» στο... σφυρί -που θα βγει, γιατί ποιος ξεχνάει ότι πρόσφατα στο Προεδρικό Μέγαρο οι αρχηγοί των δύο μεγάλων κομμάτων στο μόνο που συμφώνησαν ήταν οι αποκραρικοποιήσεις;- κλείνουμε το λιμάνι της Ηγουμενίτσας και παριστάνουμε και τους σκληρούς. αντιμνημονιακούς ή αλλιώς τους τζάμπα μάγκες!

   *Ο Γρηγόρης Τζιοβάρας είναι δημοσιογράφος, περιφερειακός σύμβουλος Θεσπρωτίας στο νέο Περιφερειακό Συμβούλιο Ηπείρου. Η αρθρογραφία του (ανα)δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα: http://topikakaiatopa.blogspot.com/.
(Δημοσιεύτηκε στη "Θεσπρωτική" στις 7.6.2011)

Τρίτη 31 Μαΐου 2011

Στην αυλή του γείτονα!

          Διίστανται οι απόψεις για το αν έπρεπε ή όχι η Ελληνίδα Επίτροπος στην Ευρωπαϊκή Ένωση και, ειρήσθω εν παρόδω, εμπειρότατη πολιτικός Μαρία Δαμανάκη να προβεί στη δραματική επισήμανση ότι το καταστροφικό σενάριο της εξόδου της Ελλάδας από την ευρωζώνη βρίσκεται στο τραπέζι. Οι επικριτές της, κάνοντας κυρίως δίκη προθέσεων, της καταμαρτύρησαν ότι μίλησε από τη βολή της εξασφάλισης που της παρέχει το καλοπληρωμένο αξίωμα που κατέχει, ενώ άλλοι υποστήριξαν ότι λειτούργησε ως προπομπός -”λαγός”, κατά το κοινώς λεγόμενο- της κυβέρνησης.
          Δυστυχώς, όμως, στην ουσία των λεγομένων της λίγοι στάθηκαν. Όπως λίγοι είχαν στα σταθεί στις αντίστοιχες προειδοποιήσεις που είχε απευθύνει, το Δεκέμβριο του 2008, ο πρώην πρωθυπουργός Κώστας Σημίτης που είχε μιλήσει από το επίσημο βήμα της Βουλής για το σενάριο της υπαγωγής της Ελλάδας στο -άγνωστο τότε στο ευρύ κοινό- Διεθνές Νομισματικό Ταμείο.
          Το ΔΝΤ είναι πλέον εδώ, αλλά, δυστυχώς, εδώ είναι και η αμεριμνησία με την οποία πολιτικό σύστημα, όπως και μεγάλα τμήματα της κοινωνίας, τοποθετούνται απέναντι στα μεγάλα προβλήματα που μας ταλανίζουν, είτε πρόκειται για τα ακραιφνώς οικονομικά, είτε αφορούν άλλα κοινωνικά ζητήματα. Από πού να ξεκινήσει και που να τελειώσει κανείς;
          Ας πάρουμε για παράδειγμα το θέμα των σκουπιδιών και την πολύμηνη περιπέτεια της Κερατέας. Τοπικοί παράγοντες, εν εξάλλω, ιερωμένοι μεσολαβητές και άβουλες πολιτικές ηγεσίες κατάφεραν να σταματήσουν τις εργασίες για τη δημιουργία ΧΥΤΥ και μαζί προφανώς θα σταματήσει και η ευρωπαϊκή χρηματοδότηση. Που θα πάνε τα σκουπίδια της Αττικής; Προφανώς στην αυλή του γείτονα.
          Αντίστοιχη κατάσταση στο άλλο μεγάλο κοινωνικό θέμα με τους μετανάστες. Μετά την εύκολη λύση με το κλείσιμο του λιμανιού της Ηγουμενίτσας (που καταφέραμε να στείλουμε παντού το λάθος μήνυμα ότι η πόλη είναι υπό κλοιό), τώρα που ήρθε η ώρα να λειτουργήσει ο νόμος για τα κέντρα υποδοχής και ασύλου, άρχισαν οι παραλυτικοί μαξιμαλισμοί.
Κανείς τοπάρχης δεν δείχνει διατεθειμένος να συμβάλει στην εξεύρεση λύσης. Ο δήμαρχος Ζίτσας ξεσηκώθηκε μόλις έγινε γνωστό ότι υπήρχε πιθανότητα να λειτουργήσει το παλαιό στρατόπεδο της Βροσίνας. Η περιφέρεια Ηπείρου, όπως και στα περισσότερα από τα μεγάλα ζητήματα του τόπου μας, σφυρίζει αδιάφορα, υποστηρίζοντας, γενικώς και αορίστως, να μη λειτουργήσει στη δική μας περιφέρεια.
Στην ίδια ρότα και η περιφέρεια Δυτικής Ελλάδας, που, λόγω του λιμανιού της Πάτρας, αντιμετωπίζει επίσης τη μεγάλη πίεση των transit μεταναστών που δίνουν μάχη για μια θέση στα πλοία της φυγής προς την υπόλοιπη Ευρώπη. Η πλειοψηφία του εκεί Περιφερειακού Συμβούλιου απέρριψε την πρόταση να δημιουργηθεί κέντρο υποδοχής σε παλαιό στρατόπεδο στο Στάνο Αιτωλοακαρνανίας, το οποίο είναι στο μέσον της διαδρομής Πάτρα – Ηγουμενίτσα και άρα μπορεί να φιλοξενήσει μετανάστες και από τους συνωστιζόμενους στα δύο λιμάνια.
Διάβασα ότι αντιπροτάθηκε οι συλλαμβανόμενοι μετανάστες να πάνε στην κεντρική Ελλάδα και ειδικότερα στη Θεσσαλία, έτσι ώστε να μην υπάρχει εύκολη πρόσβαση προς τις πύλες εξόδου της χώρας. Ποιος, όμως, μας εγγυάται ότι οι γείτονες θα δεχθούν στην αυλή τους το πρόβλημα και δεν θα ξεσηκωθούν και εκείνοι με τη σειρά τους; Φυσικά κανείς, με αποτέλεσμα να διαιωνίζεται η σημερινή κατάσταση.
Γράφοντας όλα αυτά, μου έρχεται κατά νου η μεγάλη πανθεσπρωτική και πρωτοπόρα για την εποχή της κινητοποίηση του τέλους της δεκαετίας του ΄80 για την προστασία του ποταμού Καλαμά από την ανεξέλεγκτη ρύπανσή του από τα λύματα της πόλης των Ιωαννίνων.
Ορισμένοι νουνεχείς είχαν τότε προτείνει ο έλεγχος της ποιότητας των υδάτων που διοχετεύονταν από το βιολογικό καθορισμό στο ποτάμι μας να περάσει στην ευθύνη των θεσπρωτικών αρχών. Η πρόταση προσέκρουσε στην πεισματική άρνηση της δική μας πλευράς και είκοσι και πλέον χρόνια μετά το αποτέλεσμα είναι γνωστό σε όλους μας: οι γείτονες μας Γιαννιώτες δεν έχασαν την ευκαιρία να φορτώσουν το πρόβλημα στη δική μας αυλή.
Στο εύλογο ερώτημα «τι σχέση έχουν όλα αυτά με την οικονομική κρίση;», η απάντηση είναι πολύ απλή: όσο διακατεχόμαστε από τέτοιες νοοτροπίες, δεν ανασκουμπωνόμαστε και συνεχίζουμε αμέριμνοι, μεταθέτοντας το δικό μας πρόβλημα στους γείτονες (τους ευρωπαίους εταίρους μας, εν προκειμένω), η κρίση δεν πρόκειται να ξεπεραστεί.

            *Ο Γρηγόρης Τζιοβάρας είναι δημοσιογράφος, περιφερειακός σύμβουλος Θεσπρωτίας στο νέο Περιφερειακό Συμβούλιο Ηπείρου. Η αρθρογραφία του (ανα)δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα: http://topikakaiatopa.blogspot.com/.
(Δημοσιεύτηκε στη "Θεσπρωτική" στις 51.5.2011)

Τρίτη 24 Μαΐου 2011

Από το "δόξα τω Θεώ" στο "βοήθα Παναγιά μου"

         Μια ακόμα κρίσιμη εβδομάδα ξεκίνησε χθες και ήρθε να προστεθεί στο αργό και βασανιστικό γαϊτανάκι, στο οποίο έχουμε μπει εδώ και περισσότερο από ενάμισι χρόνο, με τις αγωνιώδεις προσπάθειες να αποτραπεί η οριστική χρεοκοπία της Ελλάδας, η οποία, αναμφίβολα, θα πλήξει βαρύτερα τα πλέον αδύνατα στρώματα της κοινωνίας μας: τους μισθωτούς και τους συνταξιούχους και, εν γένει, τους μη έχοντες και κατέχοντες.
          Εκεί που πάει να φανεί ότι το μακρόσυρτο "μαρτύριο της σταγόνας", στο οποίο υποβαλλόμαστε, βαίνει προς το τέλος του και ετοιμαζόμαστε να πούμε το "δόξα τω Θεώ", οι εξελίξεις ανατρέπουν τα δεδομένα και ξαναγυρίζουμε στο μοιρολατρικό "βοήθα Παναγιά μου", αφού η περίφημη "επανεκκίνηση", για την οποία, πλέον, μιλούν κυβέρνηση και αξιωματική αντιπολίτευση, καθυστερεί να έρθει.
          Ο κόμπος, όμως, έχει φθάσει πια στο χτένι και η παρατεταμένη αβεβαιότητα είναι ανάγκη να τελειώσει. Και να τελειώσει το γρηγορότερο δυνατόν. Γιατί, όσο συνεχίζεται, η βλάβη που προκαλείται στην οικονομία και, κατ΄ επέκταση, στην κοινωνία, η οποία δέχεται απανωτά πλήγματα, με πρώτιστο την ολοένα αυξανόμενη ανεργία, είναι μεγαλύτερη και από τα ενδεχομένως νέα σκληρά μέτρα που είναι ανάγκη να ληφθούν.
         Μια εύκολη καταφυγή πολλών συμπατριωτών μας -απλών ανθρώπων, αλλά και πολιτικών ταγών- είναι ότι για το συνεχιζόμενο... χάλι μας και, πιο συγκεκριμένα, για την παρατεταμένη αγωνία που βιώνουμε, "φταίνε οι ξένοι" και κυρίως οι ευρωπαίοι εταίροι μας, που δεν δείχνουν την απαραίτητη αλληλεγγύη για να ξεφύγουμε από τη δυσχερέστατη θέση, στην οποία έχουμε βρεθεί.
         Πόσο βάσιμος, όμως, μπορεί να είναι ένας τέτοιος ισχυρισμός, όταν μετά από τόσα και τόσα μέτρα, όπως οι οριζόντιες περικοπές μισθών και συντάξεων και οι αυξήσεις των έμμεσων φόρων, δεν έχουμε καταφέρει ακόμη όχι να δημιουργήσουμε πλεονάσματα για να ξεπληρώσουμε τα παλαιά συσσωρευμένα χρέη, αλλά δεν μπορούμε ούτε καν να καλύψουμε τα τρέχοντα έξοδα μας, χωρίς επιπλέον δανεικά;
         Πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι ακόμη και αν κηρύσσαμε στάση πληρωμών προς τους δανειστές μας και παίρναμε εμείς ή οι άλλοι την -άφρονα, δίχως αμφιβολία- απόφαση να εγκαταλείψουμε το ευρώ και να επιστρέψουμε στη δραχμή, την επόμενη μέρα, αλλά και πάμπολλες μέρες μετά, στο δημόσιο ταμείο δεν θα υπήρχαν κανενός είδους χρήματα για να πληρωθούν μισθοί και συντάξεις, με ό,τι αυτό σημαίνει για τη λειτουργία των σχολείων, των νοσοκομείων, της αστυνομίας, της δικαιοσύνης και τόσων άλλων λειτουργιών του κράτους.
         Ταυτοχρόνως, οι ανάγκες μας για εισαγωγές είναι πιθανό ότι θα εξακολουθούσαν να είναι μεγαλύτερες από την αξία των προϊόντων που εξάγουμε, συμπεριλαμβανομένων και των εισπράξεων από το τουριστικό συνάλλαγμα.
         Όσο, λοιπόν, δεν περιορίζεται η ανάγκη μας για νέα δανεικά, δεν μας αρκεί καμία στάση πληρωμών. Ο μόνος τρόπος για να υπερβούμε τη δυσχερή θέση είναι να στηριχθούμε στις δικές μας δυνάμεις και να αποφασίσουμε να κάνουμε επιτέλους όσα αναβάλλουμε διαρκώς να κάνουμε.
         Έχει ειπωθεί πολλές φορές και από πολλές πλευρές ότι βρισκόμαστε σε συνθήκες πολέμου, αλλά η αλήθεια είναι ότι δυσκολεύεται να δει κανείς γύρω μας αρκετούς πολεμιστές, είτε πρόκειται για την κυβέρνηση και το πολιτικό σύστημα, είτε για το ευρύτερο κοινωνικό σώμα που εκφράζεται με πολλές ιδιότητες, όπως του δημοσίου υπαλλήλου, του φορολογουμένου, του επιχειρηματία.
         Όπως και να έχει, πάντως, η κυβέρνηση είναι αυτή την περίοδο, περισσότερο από ποτέ, προ των ευθυνών της. Έχει υποχρέωση να παρουσιάσει στη Βουλή ένα ολοκληρωμένο –αλλά, προ πάντων, τελικό!- σχέδιο για την οριστική έξοδο από την κρίση. Να συζητήσει, βεβαίως, με την αντιπολίτευση και να αποδεχτεί όποια θετική πρόταση διατυπωθεί από την πλευρά της. Η -πολυσυζητημένη, τελευταία- συναίνεση της αντιπολίτευσης είναι ζητούμενο και, αν δοθεί, θα είναι καλοδεχούμενη. Θα εκτιμηθεί, όπως και το αντίθετό της, από τον ελληνικό λαό. Η συναίνεση, όμως, δεν μπορεί να αποτελεί προαπαιτούμενο, όπως θέλουν διάφοροι εγχώριοι αλλά και ευρωπαϊκοί κύκλοι που με ιταμό τρόπο παρεμβαίνουν απροκάλυπτα στην εσωτερική πολιτική σκηνή της χώρας.
         Αν η κυβέρνηση θεωρεί ότι είτε δεν διαθέτει τις -πολιτικές- δυνάμεις να τα βγάλει πέρα, είτε ότι υπονομεύεται η προσπάθεια της, η λύση που έχει ενώπιόν της είναι μία και ξεκάθαρη: προσφυγή στο λαό, με αίτημα την έγκριση ή την απόρριψη του σχεδίου της για τη διάσωση της χώρας.
       
                *Ο Γρηγόρης Τζιοβάρας είναι δημοσιογράφος, περιφερειακός σύμβουλος Θεσπρωτίας στο νέο Περιφερειακό Συμβούλιο Ηπείρου. Η αρθρογραφία του (ανα)δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα: http://topikakaiatopa.blogspot.com/.
(Δημοσιεύτηκε στη "Θεσπρωτική" στις 24.5.2011)

Τρίτη 17 Μαΐου 2011

Μόνον η Πολιτική μπορεί να δώσει λύσεις


«Λύση υπάρχει και είναι πολιτική», διεκήρυξε την περασμένη Κυριακή από το Διδυμότειχο ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Κάρολος Παπούλιας. «Αρκεί να αρθούμε όλοι πάνω από τα μικρά και να προσηλωθούμε στα μεγάλα», πρόσθεσε ο πρώτος πολίτης της χώρας σε μια ακόμη εύστοχη παρέμβασή του στα δημόσια πράγματα. «Βρισκόμαστε», τόνισε, «στη μέση μιας δύσκολης διαδρομής. Το πρόβλημα μας είναι η διασφάλιση της κοινωνικής ειρήνης και της κοινωνικής συνοχής».
Η ευστοχία της προεδρικής παρέμβασης έγκειται, κατά την άποψή μου, στο γεγονός ότι το τελευταίο διάστημα έχει γίνει «του συρμού» μαζί με τους πολιτικούς που συλλήβδην στοχοποιούνται για τη δυσχερή οικονομική κατάσταση που βιώνουν η χώρα και αρκετοί συμπολίτες μας, φαίνεται να «παίρνει η μπάλα» και την ίδια την Πολιτική που τίθεται στο στόχαστρο με διάφορους τρόπους και από πολλές πλευρές.
Ακούς, αίφνης, το γλαφυρό σύνθημα «να καεί, να καεί, το μπ... η Βουλή», που κάποτε το εκστόμιζαν μόνον οι «αναρχοαυτόνομοι», να «λανσάρεται» από μέσα ενημέρωσης, αλλά και ευρύτερα κοινωνικά στρώματα και να έχει... πέραση ακόμη και σε αστικά σαλόνια, όπου, κατά τεκμήριο, κατοικοεδρεύουν άνθρωποι που, στην πλειονότητά τους, συμμετείχαν στο μεγάλο «φαγοπότι» από τα δανεικά που γινόταν εδώ και κάποιες δεκαετίες στη χώρα.
Γιατί δεν πιστεύω ότι μπορεί κάποιος εχέφρων να υποστηρίξει βάσιμα ότι τα 500 τόσα δισεκατομμύρια ευρώ του συσσωρευμένου δημόσιου χρέους πήγαν στο σύνολό τους σε «μίζες» πολιτικών.
Ένα μέρος –μικρό σε κάθε περίπτωση- αυτού του υπέρογκου ποσού, μπορεί, πράγματι, να πήγε σε «τσέπες» υπουργών, διοικητών οργανισμών, στελεχών της διοίκησης, ή ακόμη και σε κομματικά ταμεία, φαινόμενο, αναντίρρητα κατακριτέο, το οποίο, όμως, –μην ξεχνάμε- έχει καταγραφεί και σε άλλες χώρες και ίσως αυτό που το κάνει να διαφέρει στην Ελλάδα είναι η αίσθηση της ατιμωρησίας που είχε επικρατήσει τα προηγούμενα χρόνια.
Κακά τα ψέματα, όμως, το μεγαλύτερο μέρος των βαρών του παρελθόντος, που μας κρατούν τώρα καθηλωμένους στην ύφεση και στην ανεργία, σπαταλήθηκαν σε «πελατειακές σχέσεις» και «βόλεμα ημετέρων», ενώ σίγουρα δεν θα είχαμε φθάσει εδώ που φθάσαμε αν όλοι οι Έλληνες πλήρωναν τους φόρους τους και κατέβαλαν τις εισφορές τους.
Οι αναμφίβολες ευθύνες για όλα αυτά, με τις οποίες βαρύνονται αρκετοί πολιτικοί ταγοί, οι οποίοι με τον ένα ή τον άλλο τρόπο άσκησαν εξουσία, δεν δικαιολογούν το κλίμα που τείνει να δημιουργηθεί στην κοινή γνώμη κατά της Πολιτικής και εκδηλώνεται είτε με ακραία συνθήματα του τύπου «να κρεμάσουμε και τους 300 της Βουλής», είτε με κηρύγματα υπέρ της αποχής και της ιδιώτευσης.
Δεν είναι μόνον που τους συγκεκριμένους πολιτικούς εμείς τους επιλέξαμε και την πλειονότητά τους, μάλιστα, όχι μόνον μια φορά. Ούτε που αν... «κρεμάγαμε» τους συγκεκριμένους «300», τίποτε δεν θα άλλαζε, καθώς θα επιλέγαμε κάποιους άλλους. Είναι, κυρίως, που από αρχαιοτάτων χρόνων δεν έχει εφευρεθεί πουθενά στον κόσμο άλλος τρόπος για να διευθετηθούν οι δημόσιες υποθέσεις, αλλά και να προστατευθούν τα ιδιωτικά συμφέροντα, κυρίως των αδυνάτων, πέρα από την Πολιτική.
Δεν είναι λίγοι, εξάλλου, εκείνοι που, δικαιολογημένα κατά τη δική μου προαίρεση, αποδίδουν την τρέχουσα διεθνή οικονομική κρίση στην υποχώρηση της Πολιτικής και στην ενδοτικότητα της παγκόσμιας πολιτικής τάξης έναντι της οικονομικής εξουσίας, η οποία πήρε τα σκήπτρα και επέβαλε την απορρύθμιση των αγορών κεφαλαίου και εργασίας, δίνοντας την πρωτοκαθεδρία στον αδηφάγο χρηματοπιστωτικό τομέα.
Γι΄ αυτό ας είμαστε, τουλάχιστον, δύσπιστοι έναντι όλων εκείνων που, γενικεύοντας την κριτική τους προς τους πολιτικούς, εξακοντίζουν τα βέλη τους κατά της Πολιτικής, επιχειρώντας να μας πείσουν ότι τάχατες υπάρχουν άλλες «σωτήριες» λύσεις. Πρόκειται κυρίως για κύκλους και πρόσωπα που αν κατέβαιναν στην πολιτική κονίστρα θα αποτύγχαναν και την σίγουρη αυτή αποτυχία τους την εμφανίζουν με αντι-πολιτικό μανδύα που παίρνει διάφορες μορφές: κυβέρνηση τεχνοκρατών, «οικουμενική» και άλλα τέτοια.
            Η κυβέρνηση για να εκπληρώνει το ρόλο της πρέπει να είναι πολιτική, όπως πολιτικές είναι και οι λύσεις των προβλημάτων. Αν, π.χ., δεν μας ικανοποιεί η σημερινή κυβέρνηση και οι λύσεις που αυτή προωθεί, θα έρθει η ώρα που θα την αλλάξουμε και την θέση της θα πάρει μια άλλη κυβέρνηση, εφόσον πείσει ότι διαθέτει ότι έχει πρόγραμμα που οδηγεί σε καλύτερες λύσεις για την κοινωνική ειρήνη και την κοινωνική συνοχή, που σωστά προέταξε στην παρούσα συγκυρία ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας.

     *Ο Γρηγόρης Τζιοβάρας είναι δημοσιογράφος, περιφερειακός σύμβουλος Θεσπρωτίας στο νέο Περιφερειακό Συμβούλιο Ηπείρου. Η αρθρογραφία του (ανα)δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα: http://topikakaiatopa.blogspot.com/.
(Δημοσιεύτηκε στη "Θεσπρωτική" στις 17.5.2011)

Τρίτη 10 Μαΐου 2011

Ο Αλέκος, ο Μέτο(ς) και ο… αιώνιος Μπερίσα

             Την ευκαιρία να αναφερθώ σε ένα εξαιρετικό βιβλίο για τις ελληνοαλβανικές σχέσεις στην μετα-Χότζα εποχή, μου έδωσαν οι δημοτικές εκλογές που διεξήχθησαν την περασμένη Κυριακή στη γειτονική Αλβανία. «Στον αστερισμό του εθνικισμού», είναι ο τίτλος του  και το υπογράφει ο συντοπίτης μας –από τον Αυλότοπο Σουλίου- διακεκριμένος δημοσιογράφος Σταύρος Τζίμας, ο οποίος παρέχει στον αναγνώστη ανεκτίμητα εργαλεία για να κατανοήσει το πολιτικό παιχνίδι που παίζεται στη γείτονα με την πολιτική ένταση, ανάμεσα στις κυρίαρχες κομματικές δυνάμεις των Τιράνων, όπως και να βρει εξηγήσεις για τη διασπασμένη ελληνική μειονότητα. 
          Το βιβλίο είναι η «προσωπική μαρτυρία του συγγραφέα για τα δραματικά γεγονότα στη μετακομμουνιστική Αλβανία», «ένα εκτενές ρεπορτάζ του αυτόπτη δημοσιογράφου», όπως γράφει ο ίδιος στον πρόλογο, «ένα διαχρονικό οδοιπορικό στο οποίο καταθέτει όσα έζησε επί τόπου, όσα πληροφορήθηκε στα παρασκήνια και όλα αυτά που του αφηγήθηκαν οι πρωταγωνιστές» μιας περιόδου μεστής από εξελίξεις στην ταραγμένη βαλκανική γειτονιά μας.
          Στις σελίδες του βιβλίου, που διαβάζεται και ως πολιτικό θρίλερ, καταγράφονται η επόμενη μέρα της πτώσης του Χότζα, η επικίνδυνη ένταση στις ελληνοαλβανικές σχέσεις την περίοδο 1993-1995, η κατάρρευση της Αλβανίας, το 1997, και οι διώξεις εις βάρος της ελληνικής μειονότητας.
Αποκαλύπτονται, επίσης, τα παρασκήνια αλυτρωτικών σχεδίων και συνωμοτικών δράσεων για τη Βόρειο Ήπειρο από εθνικιστικούς κύκλους στην Ελλάδα και μυστικές υπηρεσίες, ένθεν κακείθεν των συνόρων. Όπως και το μεγάλο «φαγοπότι» στο οποίο επιδόθηκαν ορισμένοι υπερπατριώτες, μέσω των μυστικών κονδυλίων του υπουργείου Εξωτερικών και της ΕΥΠ, αλλά και με την «ανθρωπιστική» βοήθεια του αλήστου μνήμης Ιδρύματος Παλιννοστούντων.
          Ο Σταύρος Τζίμας φέρνει στο φως ενδιαφέροντα στοιχεία για το ρόλο που διαδραμάτισαν στο προσκήνιο και το παρασκήνιο διάφορα πρόσωπα στη διαμόρφωση της εσωτερικής πολιτικής κατάστασης στην Αλβανία, αλλά και στις σχέσεις της με την Ελλάδα: Από τον μακαριστό μητροπολίτη Δρυϊνουπόλεως Σεβαστιανό και τον –ακόμα ενεργό, όπως επιμένουν δημοσιογραφικές εκτιμήσεις- συντοπίτη μας, επίσης, Νίκολας Γκέητζ (Γκατζογιάννη) έως τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη και τον Αντώνη Σαμαρά που ήταν στην εξουσία όταν κατέρρευσε το τελευταίο περίκλειστο καθεστώς της Ευρώπης.
          Εδώ θέλω να προσθέσω την προσωπική μου μαρτυρία για την «ψυχρολουσία» που επεφύλαξε το καθεστώς Ραμίζ Αλία στους κκ. Μητσοτάκη και Σαμαρά, όταν, τον Ιανουάριο του 1991, επισκεπτόμενοι τα Τίρανα, ως πρωθυπουργός ο ένας και ως υπουργός Εξωτερικών ο άλλος, τέθηκε για πρώτη φορά επισήμως «θέμα Τσάμηδων». Η αντίδρασή τους ήταν να επιχειρήσουν να βγάλουν… «παράφρονες» τους Έλληνες δημοσιογράφους που τους συνοδεύαμε, ισχυριζόμενοι ότι ο εκπρόσωπος της κυβέρνησης των Τιράνων που μας είχε ενημερώσει για την ανακίνηση του ζητήματος στις επίσημες συνομιλίες, δεν ήταν αυτό που εμείς... νομίζαμε!
          Από τις πολλές αποκαλύψεις του βιβλίου, βρήκα ως πλέον ενδιαφέρουσα την περιγραφή του παρασκηνίου που εκτυλίχθηκε εδώ στα μέρη μας και αφορά τις προσπάθειες της κυβέρνησης του Ανδρέα Παπανδρέου να βρεθεί λύση στο περίπλοκο κουβάρι των σχέσεων που είχε δημιουργηθεί το 1994 μετά τη δολοφονία Αλβανών στρατιωτικών στο αλβανικό φυλάκιο της Επισκοπής και τις διώξεις που ακολούθησαν κατά στελεχών της ελληνικής μειονοτικής οργάνωσης «Ομόνοια».
          «Με πρωτοβουλία και έγκριση του Ανδρέα Παπανδρέου, ο τότε υπουργός Οικονομικών και άριστος γνώστης των ελληνοαλβανικών Αλέκος Παπαδόπουλος, προσέγγισε έναν Ελληνοαμερικανό, Τσάμη, από τους Φιλιάτες Θεσπρωτίας, ονόματι Λάγια», γράφει ο Σταύρος Τζίμας.
Επισημαίνει ότι «ο Λάγια δεν ήταν τυχαίος» και δίνοντας το προφίλ του αναφέρει ότι υπήρξε «πράκτορας της αμερικανικής DEA στον πόλεμο του Βιετνάμ και με πολλά λεφτά, διατηρούσε σχέσεις με τον Μπερίσα, η γυναίκα του ήταν Ελληνίδα και ο ίδιος κατείχε και ελληνικό διαβατήριο». Να προσθέσω εδώ ότι πρόκειται για τον ιδρυτή των Κλωστηρίων Φιλιατών (και, όπως έγραψα προ εβδομάδων στη στήλη, την πρώτη Jaguar που κυκλοφόρησε στους λασπωμένους δρόμους του Φιλιατιού τη δεκαετία του 70, την οδηγούσε ο «Μέτος», όπως τον έλεγαν οι ντόπιοι).
Οι επαφές των δύο… Θεσπρωτών δεν έφεραν αποτέλεσμα, παρά το ότι, όπως αποκαλύπτεται στο βιβλίο, «ο Αλέκος Παπαδόπουλος και ο Λάγια συναντήθηκαν δυο φορές μυστικά στο κότερο του τελευταίου, τη μια στις Γούβες της Κέρκυρας και την άλλη στα Σύβοτα Θεσπρωτίας». Και αυτό γιατί ο Μπερίσα, ο οποίος –μη ξεχνάμε- πρωταγωνιστεί ακόμη στην πολιτική κονίστρα της γείτονος, «ήταν αμετάπειστος, δεν ήθελε να αφήσει την ευκαιρία να εκθέσει την Ελλάδα ως αποσταθεροποιητικό παράγοντα της περιοχής».
Το περιστατικό αυτό, όπως και πολλά άλλα άγνωστα στην ευρεία κοινή γνώμη, που έρχονται στο φως μέσα από το βιβλίο του Σταύρου Τζίμα (το οποίο κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Επίκεντρο» της Θεσσαλονίκης, όπου δραστηριοποιείται επαγγελματικά και με επιτυχία ο συγγραφέας), είναι νομίζω άκρως διδακτικά για όλους όσοι αντιμετωπίζουν τις διακρατικές σχέσεις χωρίς τους παραμορφωτικούς φακούς της εθνικιστικής παραφιλολογίας.

*Ο Γρηγόρης Τζιοβάρας είναι δημοσιογράφος, περιφερειακός σύμβουλος Θεσπρωτίας στο νέο Περιφερειακό Συμβούλιο Ηπείρου. Η αρθρογραφία του (ανα)δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα: http://topikakaiatopa.blogspot.com.
(Δημοσιεύτηκε στη "Θεσπρωτική" στις 10.5.2011)