Συνολικές προβολές σελίδας

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Κεραμέως. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Κεραμέως. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 3 Νοεμβρίου 2023

Η μεταρρυθμιστική ορμή κόλλησε στα αβαθή της πεπατημένης

Ας επιχειρήσουμε να σκιαγραφήσουμε την πραγματικότητα με δύο -φανταστικές μεν, πλην όμως όχι και τόσο εξωπραγματικές- σκηνές που αποτυπώνουν την συνήθως αγεφύρωτη απόσταση η οποία διαχρονικά χωρίζει τα μεγάλα λόγια από τα δυσανάλογα πενιχρά έργα.

Σκηνή πρώτη: Τα στελέχη του οικονομικού επιτελείου της κυβέρνησης και οι συνεργάτες τους κάθισαν τις προηγούμενες ημέρες γύρω από ένα τραπέζι για να καταλήξουν στα τελικά μεγέθη του κρατικού προϋπολογισμού για τον επόμενο χρόνο. Το έφεραν από δω, το έφεραν από εκεί, το ισοζύγιο δεν έκλεινε. Έλειπαν από το έσοδα το διόλου ευκαταφρόνητο ποσό των 606 εκατ. ευρώ. Το brain storming που ακολούθησε δεν απέδωσε τα αναμενόμενα.

Ώσπου κάποιος -από τους φανταστικούς, όπως προείπαμε- συνδαιτυμόνες- θυμήθηκε τη θηριώδη φοροδιαφυγή για την οποία είχε μιλήσει προεκλογικά αλλά και τον περασμένο Σεπτέμβριο στη ΔΕΘ ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης ο οποίος είχε μιλήσει για την αναγκαία μεταρρύθμιση του φορολογικού συστήματος που θα ήταν μια από τις μεγάλες προτεραιότητες της νέας τετραετίας την οποία με τόση άνεση εξασφάλισε το κυβερνών κόμμα στις κάλπες του Μαΐου και του Ιουνίου.

«Ναι, αλλά η φορολογική μεταρρύθμιση θέλει μακρόπνοο και συνεκτικό σχέδιο για να αποφέρει έσοδα στο Δημόσιο και εμείς τώρα καιγόμαστε να κλείσουμε τον προϋπολογισμό που πρέπει να στείλουμε στους Ευρωπαίους», είπε ο κυνικός της ομήγυρης. Ο ίδιος θύμισε ότι στη χώρα μας συζητάμε σχεδόν από την αρχή της μνημονιακής περιόδου, πάνω από μια δεκαετία δηλαδή, για την ολοκλήρωση της διασύνδεσης των POS με τις ταμειακές μηχανές, καθώς και την καθολική επέκταση του myDATA, έτσι ώστε να εκδίδονται ηλεκτρονικά τιμολόγια. 

Κάποιος άλλος παρατήρησε ότι η εφαρμογή των συγκεκριμένων μέτρων έχουν μετατεθεί πάμπολλες φορές. Άλλωστε επεσήμανε ότι και τώρα γίνεται λόγος για τους πρώτους μήνες του 2024, προκαλώντας τον ψίθυρο του διπλανού του: «Ας το δούμε ως το επόμενο καλοκαίρι και πάλι ευχαριστημένοι θα είμαστε…». 

Από το προφανές αδιέξοδο επιχείρησε να τους βγάλει ο παλαιότερος όλων που είχε δει να συντάσσονται προϋπολογισμοί και προϋπολογισμοί, χωρίς οι συντάκτες τους να πολυνοιάζονται για την εφαρμογή τους. «Τώρα βέβαια με τους Ευρωπαίους πάνω από το κεφάλι μας δεν μπορούμε να βάλουμε το γενικό και αόριστο για “πρόσθετα έσοδα από την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής” που έβαζαν όλες ανεξαίρετα οι κυβερνήσεις του παρελθόντος. Οπότε πρέπει να επιβάλλουμε επιπλέον φόρους ή να κόψουμε δαπάνες», κατέληξε. 

«Η κυβέρνηση αυτή έχει δεσμευτεί ότι μόνον θα μειώνει και δεν θα αυξάνει φόρους», αντέδρασε ο πολιτικός που προήδρευε της σύσκεψης. «Εκτός αν πρόκειται για φοροφυγάδες…», συμπλήρωσε και άρχισε να διαβάζει από ένα σημείωμα που του ενεχείρησε συνεργάτης του: «Σήμερα το 71% των ελεύθερων επαγγελματικών εμφανίζουν εισόδημα κάτω από 10.920 ευρώ, δηλαδή χαμηλότερο από τον κατώτατο μισθό, οι μισοί (47%) πληρώνουν φόρο έως 1.000 ευρώ τον χρόνο και το 27% πληρώνουν από 1.000 έως 3.000 ευρώ».

Η λύση που τελικά επιλέχθηκε ήταν πιο απλή και από το… «αβγό του Κολόμβου». Όποιος ελεύθερος επαγγελματίας δηλώνει εισοδήματα που υπολείπονται του ετήσιου κατώτατου μισθού με τον οποίο αμείβεται ένας εργαζόμενος, θα θεωρείται a priori φοροφυγάς. Ενώ για όποιον ξεπερνάει το πλαφόν των 10.920 ευρώ, ούτε γάτα ούτε ζημιά. Με άλλα λόγια, στο εξής όλοι οι ελεύθεροι επαγγελματίες θα μπουν στην προκρούστεια κλίνη της οριζόντιας επιβολής φόρου επί τεκμαρτών εισοδημάτων που στο παρελθόν αυτοί που σήμερα τα επιβάλλουν τα θεωρούσαν… επάρατα.

Τι σημαίνουν όλα αυτά στην πράξη; Σύμφωνα με τις επίσημες ανακοινώσεις, «σε σύνολο 735.320 ελεύθερων επαγγελματιών, οι 138.000 θα έχουν μείωση της φορολογικής επιβάρυνσης κατά 560 ευρώ κατά μέσο όρο ο καθένας, λόγω μείωσης του τέλους επιτηδεύματος. Οι 124.000 δεν θα έχουν ούτε επιβάρυνση ούτε ελάφρυνση. Και οι υπόλοιποι 473.000 θα πληρώσουν μεγαλύτερο φόρο, κατά μέσο όρο 1.444 ευρώ ο καθένας». 

Δεν μοιάζει και πολύ… μεταρρυθμιστικό το μέτρο, το οποίο είχαν υιοθετήσει και άλλοι παλαιότερα. Φαίνεται ότι δεν ήταν τόσο… ευφάνταστοι όσο το τωρινό οικονομικό επιτελείο που δεν δυσκολεύεται να βαφτίσει μεταρρύθμιση πρωτοβουλίες που ανασύρει από το χρονοντούλαπο..  

Σκηνή δεύτερη: Μερικά οικοδομικά τετράγωνα πιο πέρα από εκεί που συνεδρίαζε το οικονομικό επιτελείο, μια ακόμη πολυδιαφημισμένη μεταρρυθμιστική πρωτοβουλία, το νέο σύστημα επιλογής διοικήσεων στους φορείς του Δημοσίου, κολλούσε επίσης στα… αβαθή της πεπατημένης. 

Στο τελικό κείμενο του νομοσχεδίου του υπουργείου Εσωτερικών, που ψηφίστηκε από τη Βουλή, ο αριθμός των διοικούντων που υποτίθεται ότι θα επιλέγονται με αξιοκρατικά κριτήρια και διαφάνεια περιορίστηκε δραστικά, ο ρόλος του ΑΣΕΠ περιθωριοποιήθηκε και έγινε μάλλον διακοσμητικός ενώ η προφορική συνέντευξη μπορεί να αλλάξει τα αποτελέσματα των υπολοίπων δοκιμασιών. Και σαν να μην έφθαναν αυτά, τον τελευταίο λόγο πριν το διορισμό θα τον έχουν τα κυβερνητικά στελέχη, που θα βαθμολογούν τους υποψηφίους προτείνοντας τρεις για να επιλέξει έναν εξ αυτών ο αρμόδιος υπουργός.

Είναι κοινό μυστικό, άλλωστε, οι παρασκηνιακές αντιδράσεις με τις οποίες έγιναν δεκτοί οι αρχικοί κυβερνητικοί σχεδιασμοί για πλήρη «αποπολιτικοποίηση» του Δημοσίου. Οι κομματικές «ομάδες πίεσης» αποδεικνύονται πολύ ισχυρότερες από την υποτιθέμενη μεταρρυθμιστική ορμή της κυβέρνησης και οι σημερινοί υπουργοί, όπως και οι προηγούμενοι, δεν δείχνουν διάθεση να απεμπολήσουν το δικαίωμα να διορίζουν τα «δικά τους παιδιά». 

Δεν είναι τυχαίο που ο υπουργός Υγείας Μιχάλης Χρυσοχοΐδης σχεδόν σε κάθε μια από τις επισκέψεις που πραγματοποίησε από το καλοκαίρι και έπειτα σε νοσοκομεία όλης της χώρας έφευγε καρατομώντας κάποιον από τις διοικήσεις τους. Με δεδομένη την κατάσταση που επικρατεί στα περισσότερα από αυτά, αν συνέχιζε τις περιοδείες του θα έμενε ακέφαλη η πλειονότητα των νοσηλευτικών ιδρυμάτων της χώρας. Ο ίδιος έχει πολύ μικρή συνάφεια με τον γαλάζιο κομματικό μηχανισμό και, ως εκ τούτου, θεωρητικώς τουλάχιστον, διαθέτει την έξωθεν καλή μαρτυρία για να κάνει αξιοκρατικές επιλογές όταν κάποια στιγμή θα ανοίξουν οι σχετικές διαδικασίες.

Αφού, λοιπόν, η μεταρρυθμιστική ορμή «κόλλησε», ας επενδύσουμε στις εξαιρέσεις των τυχόν μεταρρυθμιστών που απέμειναν -στην επαναπαυμένη στο 41%- κυβέρνηση. 

Παρασκευή 29 Ιανουαρίου 2021

«…Τι έχουν τα έρμα και ψοφάνε;»

 

Το μεσημέρι της Πέμπτης έγινε (ένα ακόμη) «πανεκπαιδευτικό» συλλαλητήριο στο κέντρο της Αθήνας, όπως και στη Θεσσαλονίκη. Κάποιες λίγες χιλιάδες συμπολίτες μας, οι οποίοι δεν αντιπροσώπευαν ούτε το ένα εκατοστό όσων με τον έναν ή τον άλλο σχετίζονται με τον χώρο της εκπαίδευσης, αψήφησαν τα υγειονομικά πρωτόκολλα και τις απαγορεύσεις των συναθροίσεων για να διαδηλώσουν κατά των ρυθμίσεων του νομοσχεδίου της υπουργού Παιδείας Νίκης Κεραμέως για την ανώτατη εκπαίδευση.

Ευδιάκριτη θέση ανάμεσα στους διαδηλωτές είχαν προβεβλημένα στελέχη της αξιωματικής αντιπολίτευσης που με τη συμμετοχή τους στις συγκεντρώσεις και στις πορείες ήταν προφανές ότι ήθελαν να δώσουν πολιτική κάλυψη στη διοργάνωση των συλλαλητηρίων τα οποία έλαβαν χώρα σε μια μέρα που ήταν διάχυτη η αγωνία στην κοινή γνώμη για την έξαρση των κρουσμάτων του κορωνοϊού που παρατηρείται ιδίως στην Αττική και πιο συγκεκριμένα στο κέντρο της πρωτεύουσας.

Το βράδυ της ίδιας μέρας είδαν το φως της δημοσιότητας δύο νέες δημοσκοπήσεις οι οποίες δεν έκαναν τίποτε περισσότερο και τίποτε λιγότερο από το να επιβεβαιώσουν ένα -από πρώτη όψη- παράδοξο σκηνικό που διαδραματίζεται τον τελευταίο ενάμιση χρόνο: η κυβερνητική παράταξη αντί να φθείρεται, όπως συνήθως συμβαίνει όσο απομακρυνόμαστε από τις εκλογές, ενισχύεται, ενώ ο επικεφαλής της, Κυριάκος Μητσοτάκης, εδραιώνει μια όλο και πιο αδιαμφισβήτητη κυριαρχία.

Στον αντίποδα, στις συγκεκριμένες μετρήσεις, όπως και σε όλες τις προηγούμενες του τελευταίου χρόνου, ο ΣΥΡΙΖΑ εμφανίζει κάμψη της εκλογικής δύναμης που συγκέντρωσε στις τελευταίες εκλογές, καθώς ένας στους τρεις που τον ψήφισε δηλώνει ότι δεν προτίθεται να το ξανακάνει. Ενώ και η απήχηση του αρχηγού του, Αλέξη Τσίπρα, βρίσκεται σε σαφή υποχώρηση με αποτέλεσμα όχι μόνον να αυξάνεται το προβάδισμα του βασικού του αντιπάλου, αλλά η επίδοσή του στο ερώτημα για τον καταλληλότερο πρωθυπουργό να υπολείπεται ακόμη και έναντι του… «κανένα».

Για όποιον δυσκολεύεται να κατανοήσει τους λόγους για τους οποίους παρατηρείται αυτή η εικόνα, αρκεί μια ματιά στα επιμέρους ευρήματα των δημοσκοπήσεων για να βρει επεξηγηματικές απαντήσεις. Στο ερώτημα, για παράδειγμα, σχετικά με την αστυνόμευση των πανεπιστημιακών χώρων που αποφάσισε να επιβάλει η κυβέρνηση και για την οποία οργανώθηκαν τα πρόσφατα συλλαλητήρια, η πλειονότητα της κοινής γνώμης απαντά ότι διάκειται ευνοϊκά. Και αυτό δεν χωρά καμία αμφιβολία, διότι στο σύνολο των ερωτηθέντων θετική απάντηση έδωσε (σύμφωνα με τη μέτρηση της Metron Analysis) το 64%, ενώ αρνητική μόνον το 31%.

Οι υπερασπιστές της νομοθετικής πρωτοβουλίας της κυβέρνησης υπερτερούν σε όλες ανεξαιρέτως τις ηλικιακές κατηγορίες, ενώ σε αυτούς περιλαμβάνονται και τέσσερις στους δέκα (39%) από όσους στις τελευταίες εκλογές έριξαν την ψήφο τους στην κάλπη του ΣΥΡΙΖΑ. Το ακόμη πιο ενδιαφέρον εύρημα είναι ότι υπέρ της κυβερνητικής πρωτοβουλίας τάσσεται το 84% όσων ψήφισαν ΚΙΝΑΛ, το 73% όσων αυτοπροσδιορίζονται ως «κεντρώοι» και το 46% όσων δηλώνουν «κεντροαριστεροί». Με λίγα λόγια η μεγάλη πλειονότητα εκείνων στους οποίους υποτίθεται ότι στοχεύει ο ΣΥΡΙΖΑ για να γίνει και πάλι πλειοψηφία κινούνται στην αντίθετη κατεύθυνση από εκείνη που χαράσσουν η ηγεσία και τα στελέχη του τα οποία συμμετείχαν στα συλλαλητήρια.

Η αστυνόμευση των πανεπιστημιακών χώρων δεν είναι βεβαίως το μόνο ζήτημα με το οποίο η αξιωματική αντιπολίτευση βρίσκεται σε δυσαρμονία με την πλειοψηφική βούληση της ελληνικής κοινωνίας του 2021. Από τη μίζερη και αντιφατική κριτική για τους χειρισμούς της κυβέρνησης στη διαχείριση της πανδημίας και την επίμονη προσπάθεια να κατασκευαστεί μια εικόνα που δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα, όπως οι χαρακτηρισμοί περί «Ψωροκώσταινας», μέχρι τη «νευρόσπαστη» αντιπολιτευτική τακτική, με την οποία επιχειρεί ματαίως να πείσει τους Έλληνες ότι ζουν υπό συνθήκες αστυνομικού κράτους, είναι αρκετές οι περιπτώσεις που δείχνουν τον ΣΥΡΙΖΑ να συγκρούεται όχι με την κυβέρνηση αλλά με την πραγματικότητα.

Υπό αυτή την έννοια, δεν προκαλεί ιδιαίτερη έκπληξη ότι η κυβέρνηση Μητσοτάκη, παρόλο που είναι περισσότερο από προφανές ότι έχει υποπέσει σε ουκ ολίγα λάθη και αστοχίες, δείχνει ισχυρή ανθεκτικότητα στη φθορά του χρόνου, αφενός διότι είναι έντονος ακόμη ο αρνητικός απόηχος της ΣΥΡΙΖΑΝΕΛικής διακυβέρνησης και αφετέρου επειδή η αξιωματική αντιπολίτευση αδυνατεί να αντιπαραβάλει μια συνεκτική εναλλακτική πρόταση εξουσίας που να απαντά στις πραγματικές και ουσιαστικές ανάγκες της σημερινής κοινωνίας.

Δυστυχώς, η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ δείχνει να μη θέλει και να μη μπορεί να κατανοήσει τα προτάγματα του σήμερα. Γι΄ αυτό και όταν δεν βρίσκει βολικό άλλοθι στην αμφισβήτηση των δημοσκοπήσεων, συμπεριφέρεται σαν τον βουκόλο της γνωστής λαϊκής ρήσης που αναρωτιόνταν για τα ζωντανά του: «Με τον ήλιο τα βγάζω, με τον ήλιο τα μπάζω, τι έχουν τα έρμα και ψοφάνε;».

Πέμπτη 7 Μαΐου 2020

Δυναμικές μειοψηφίες κολλημένες στη μιζέρια του χθες


            Για όσους ενδεχομένως δεν το πληροφορήθηκαν, που φαντάζομαι είναι η συντριπτική πλειονότητα των Ελλήνων, έχει αξία να μάθουν ότι η Ομοσπονδία Λειτουργών Μέσης Εκπαίδευσης (ΟΛΜΕ) κάλεσε τους καθηγητές της μέσης εκπαίδευσης, τους οποίους υποτίθεται ότι εκπροσωπεί, να μην εμφανιστούν στα σχολεία μετά τη δίμηνη ανάπαυλα που τους επέβαλε η πανδημία του κορωνοϊού.
            «Προκηρύσσουμε 3ωρη στάση εργασίας για την Τετάρτη 6 Μαΐου για τις 3 πρώτες ώρες του ημερήσιου και του εσπερινού ωραρίου και καλούμε τις ΕΛΜΕ να προκηρύξουν 3ωρες στάσεις εργασίας για το υπόλοιπο του ωραρίου ως πρώτο βήμα αντίδρασης τόσο για το άνοιγμα των σχολείων όσο και για το κατατεθέν νομοσχέδιο», διαβάζουμε αυτολεξεί στην ανακοίνωση που είναι ανηρτημένη στην ιστοσελίδα της Ομοσπονδίας.
            Είναι μια ανακοίνωση πραγματικό «περιβόλι παραδοξολογίας» που ξεκινά από τον τίτλο της, καθώς επιγράφεται ως «Πρόγραμμα δράσης της ΟΛΜΕ για την επαναλειτουργία των σχολείων», ενώ εκείνο το οποίο στην ουσία (επι-)ζητεί είναι να μην ανοίξουν τα σχολεία της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Είναι ένα κείμενο το οποίο βρίθει στρεψοδικιών και προσχηματικών υπεκφυγών μέσω των οποίων επιχειρείται να δώσουν άλλοθι σε όσους καλόμαθαν και δεν θέλουν να επιστρέψουν στη δουλειά τους.
Κατηγορεί, για παράδειγμα, η ανακοίνωση της ΟΛΜΕ το υπουργείο Παιδείας ότι «εξακολουθεί να μην παίρνει κανένα μέτρο προκειμένου να ικανοποιηθούν τα αιτήματα υγειονομικής προστασίας, όπως αυτά εκφράστηκαν στο υπόμνημα της ΟΛΜΕ (30.4.20) και ταυτόχρονα καλεί τους εκπαιδευτικούς, με οδηγία που εστάλη Σάββατο βράδυ, να παρουσιαστούν στα σχολεία τους στις 6 Μαΐου, παρότι η σχετική ΚΥΑ αναφέρει ρητά ότι τα σχολεία παραμένουν κλειστά μέχρι τις 10 Μαΐου».
Ευλόγως, λοιπόν, αναρωτιέται κάθε εχέφρων άνθρωπος: Τι είναι εκείνο που τους ενόχλησε; Επειδή η οδηγία βγήκε σαββατόβραδο; Ή επειδή φοβούνταν ότι θα εύρισκαν κλειστά τα σχολεία αν μετέβαιναν σε αυτά πριν τις 10 Μαΐου; Και επιπλέον: Αν δεν πάνε νωρίτερα οι εκπαιδευτικοί πως θα προετοιμαστεί το έδαφος για να ληφθούν μέτρα για την υγειονομική προστασία διδασκόντων και διδασκομένων όταν θα ανοίξουν τα σχολεία; Ποιος θα κάνει την προετοιμασία; Η Νίκη Κεραμέως ή η Σοφία Ζαχαράκη;
Με την επόμενη, ωστόσο, άκρως «σχοινοτενή» πρόταση της ανακοίνωσης της ΟΛΜΕ –που ελπίζει κανείς να μην την έγραψε και να μην τη διάβασε, πριν εκδοθεί, εκπαιδευτικός που διδάσκει φιλολογικά μαθήματα- δεν μένουν πολλές απορίες για τις πραγματικές προθέσεις. Θαυμάστε την, όπως ακριβώς είναι γραμμένη και δημοσιευμένη, χωρίς περαιτέρω σχόλια:    
«Παρά τις δηλώσεις αρκετών λοιμωξιολόγων, που θεωρούν επικίνδυνη την επαναλειτουργία των σχολείων, παρά τις ελλείψεις σε ατομικά μέτρα προστασίας (μάσκες, γάντια, αντισηπτικά) στα σχολεία, παρά το γεγονός ότι στα περισσότερα σχολεία δεν έχουν γίνει απολυμάνσεις, παρά το ότι δεν υπάρχουν οι απαραίτητες κτιριακές υποδομές (αίθουσες με τα απαραίτητα τετραγωνικά μέτρα), παρά το ότι δεν έχουν προβλεφθεί άδειες για τους εκπαιδευτικούς που έχουν ασθένειες που δεν συμπεριλαμβάνονται στο ΦΕΚ του ΥΠΕΣ ή άτομα που ανήκουν σε ευπαθείς ομάδες στο άμεσο οικογενειακό τους περιβάλλον, ούτε υπάρχει μέριμνα για τις άδειες ειδικού σκοπού των αναπληρωτών, το ΥΠΑΙΘ καλεί τους εκπαιδευτικούς νωρίτερα στα σχολεία και επιμένει στο άνοιγμα Γυμνασίων και Α και Β Λυκείου, παρά την αντίθετη πρόταση της ΟΛΜΕ».
Τα προσχήματα και οι υπεκφυγές κορυφώνονται αμέσως μετά όταν εκφράζεται ανησυχία επειδή οι καθηγητές που θα πάνε στα σχολεία θα σταματήσουν την τηλεκπαίδευση. «Η απόφαση του ΥΠΑΙΘ να καλέσει τους εκπαιδευτικούς να παραστούν στα σχολεία από τις 6 Μαΐου ακυρώνει στην πράξη την εξ αποστάσεως εκπαίδευση, αποκλείοντας τους μαθητές του Γυμνασίου και Α και Β Λυκείου από κάθε μαθησιακή διαδικασία για 2 βδομάδες», ισχυρίζονται. Και δεν ξέρει κανείς αν πρέπει να κλάψει ή να γελάσει με αυτή τη στρεψόδικη «επιχειρηματολογία».
Το γεγονός ότι ο πρόεδρος και η πλειοψηφία της διοίκησης της ΟΛΜΕ ανήκουν στην προσκείμενη στη Νέα Δημοκρατία συνδικαλιστική παράταξη δεν έχει καμία σημασία. Άλλωστε, όποιος κάνει μια μικρή περιήγηση στην ιστοσελίδα της Ομοσπονδίας, που δημοσιεύει τις ανακοινώσεις όλων των παρατάξεων, δυσκολεύεται να αντιληφθεί το ιδεολογικό υπόβαθρο ενός εκάστου των συνδικαλιστών.
Λίγο ως πολύ, δεξιοί ή ακροαριστεροί συνδικαλιστές, όλοι τους χρησιμοποιούν πανομοιότυπη φρασεολογία. Σε βαθμό που όταν διαβάζεις τις απόψεις τους δεν μπορείς να διακρίνεις αν εμφορούνται από φιλελεύθερες ιδέες ή αν διακατέχονται από… εμμονές υπέρ της «δικτατορίας του προλεταριάτου».
Σχεδόν χωρίς εξαίρεση, όλες τους οι δηλώσεις και οι ανακοινώσεις χαρακτηρίζονται από ακατάσχετες γκρίνιες, μίζερη άρνηση, στείρες διαμαρτυρίες και οπισθοδρομικές καταγγελίες. Αντιθέτως, πουθενά δεν συναντά κάποιος δημιουργική διεκδίκηση που να προωθεί τη χαρά της διδασκαλίας και να εκφράζει τη διάθεση που ξέρουμε ότι έχουν αρκετοί εκπαιδευτικοί, οι οποίοι αδημονούν να βρεθούν το συντομότερο κοντά στους μαθητές τους.
Δεν είναι τυχαίο, εξάλλου, ότι όλες οι συνδικαλιστικές παρατάξεις πολέμησαν και πολεμούν από κοινού κάθε απόπειρα αξιολόγησης του έργου που προσφέρει κάθε εκπαιδευτικός. Ενώ δέχονται ευχαρίστως κάθε κατεδαφιστική προσπάθεια που θέτει εκ ποδών την αξιοκρατία και προωθεί τη λογική της ήσσονος προσπάθειας από καθηγητές και μαθητές.    
Παρά ταύτα, δεν μπορώ να φανταστώ ότι αυτή η ισοπεδωτική εικόνα που αναδύεται από τις απόψεις και τις θέσεις της ΟΛΜΕ αντιπροσωπεύει το σύνολο της εκπαιδευτικής κοινότητας, ακόμη και αν οι αποφάσεις της Ομοσπονδίας είναι συνήθως ομόφωνες, αφού όλες οι παρατάξεις που την απαρτίζουν ακολουθούν την ίδια συνδικαλιστική μανιέρα.
Θέλω να πιστεύω ότι η διοίκηση της ΟΛΜΕ προέκυψε από τις γνωστές πολιτικάντικες διαδικασίες τις οποίες ακολουθούν συνήθως οι δυναμικές μειοψηφίες που είναι κολλημένες στο μίζερο παρελθόν.
Το γεγονός, άλλωστε, ότι η πραγματική συμμετοχή των καθηγητών της μέσης εκπαίδευσης στις κινητοποιήσεις της ΟΛΜΕ κινείται σε μονοψήφια ποσοστά, αποδεικνύει ότι έχουμε να κάνουμε με έναν αυτοαναφορικό μηχανισμό που δεν έχει καμία σχέση ή σύνδεση με την ελληνική κοινωνία η οποία επιδεικνύει υψηλή διάθεση προσαρμογής στη νέα πραγματικότητα που φέρνει η εποχή του κορωνοϊού.

Πέμπτη 19 Σεπτεμβρίου 2019

Αν δεν καταργηθεί ο νόμος περί ευθύνης υπουργών…



Δεν ξέρω αν έχει να κάνει με τα χαρακτηριστικά της… φυλής μας, όπως διατείνονται ορισμένοι, αλλά είναι βέβαιο ότι ως Έλληνες έχουμε μια μάλλον μοναδική ιδιότητα: αρεσκόμεθα στην επικράτηση του διχαστικού πνεύματος. Και αρεσκόμεθα τόσο πολύ που συχνά ψάχνουμε να βρούμε αφορμές για να συγκρουστούμε ακόμη και εκεί που δεν υπάρχει λόγος για να συμβεί αυτό.
Στον δημόσιο λόγο, αλλά και στην καθημερινότητα, επικρατεί μια διαρκής «εμφυλιοπολεμική» ατμόσφαιρα που επιτάσσει στον καθένα μας να διαλέξει στρατόπεδο επί παντός του επιστητού: από τα πιο μικρά ζητήματα έως τα πιο μεγάλα. Άμα, για παράδειγμα, είσαι με τον Παναθηναϊκό, πρέπει να… επιθυμείς την καταστροφή του Ολυμπιακού. Ενώ, αν υποστηρίζεις τον ΠΑΟΚ, είναι επιβεβλημένο να… μισείς τον συμπολίτη Άρη. Και τούμπαλιν, εννοείται.
Θα ήταν, ενδεχομένως, μικρό το κακό αν η νοοτροπία αυτή ήταν εμπεδωμένη μόνον στις οπαδικές αντιθέσεις. Το δυστύχημα είναι ότι επεκτείνεται σε όλους τους τομείς της δημόσιας ζωής. Γι΄  αυτό και δεν σου… επιτρέπεται να μην πάρεις θέση στα καθημερινά διλήμματα που τίθενται στη λογική του δόγματος «όστις μη μεθ΄ ημών, καθ΄ ημών εστί». Με άλλα λόγια, «όποιος δεν συμφωνεί μαζί μας, είναι εχθρός μας».
Αν τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης αποτελούν τον καθρέπτη της σύγχρονης κοινωνίας, όποιος τα περιδιαβάζει, δεν συναντά παρά διαρκείς εστίες έντασης, αντιπαράθεσης, εχθροπάθειας και μισσαλοδοξίας. Είσαι «ΣΥΡΙΖΑ» ή «αντι-ΣΥΡΙΖΑ»; Είσαι «αντι-δεξιός» ή «δεξιός»; Το να μην είσαι τίποτε «αντί-», δεν αποτελεί παραδεκτή εναλλακτική στάση.
Έτσι, εφόσον δεν συμμερίζεσαι και δεν συμμετέχεις στο διαδικτυακό λιντσάρισμα της νεαράς Ελένης Αντωνιάδου η οποία – μάλλον καθ΄ υπερβολήν- προέβαλε επιστημονικά προσόντα που δεν είχε, τότε καθίστασαι… ύποπτος για στήριξη στην υπουργό Παιδείας Νίκη Κεραμέως, η οποία υπέπεσε στο έγκλημα καθοσιώσεως να απονείμει βραβείο χωρίς να βάλει τις αρχές ασφαλείας της χώρας να κάνουν προηγουμένως ενδελεχή έρευνα.
Από την άλλη, μόλις αποπειράσαι να διατυπώσεις ένα ψήγμα κριτικής για τις -προσώρας λίγες, είναι η αλήθεια- αστοχίες της κυβερνητικής πολιτικής, στο άψε σβήσε ένας ολόκληρος στρατός από –πληρωμένα ή όχι, μικρή σημασία- τρολ συντονίζεται για να σου εκτοξεύσει επίθεση. Και επειδή δεν έχει αντεπιχείρημα, αρκείται να του καταμαρτυρήσει ότι βιάστηκες να «φορέσεις ροζ γυαλιά». Το δικαίωμα να έχεις άλλη άποψη για τα πράγματα ή τα πρόσωπα δεν είναι επιτρεπτό.
Από αυτό το τοξικό κλίμα, βεβαίως, δεν θα μπορούσε να ξεφύγει και το μείζον ζήτημα που είναι αυτές τις μέρες στην πρώτη γραμμή της επικαιρότητας: η διαβόητη υπόθεση Novartis. Μια υπόθεση η οποία, για όποιον δεν φορά κομματικές παρωπίδες, ήταν από την πρώτη στιγμή οφθαλμοφανές ότι επρόκειτο για μια τόσο κακοστημένη σκευωρία που ήταν ζήτημα χρόνου να καταρρεύσει.
Τα πρόσωπα, άλλωστε, που πρωταγωνιστούσαν στην ενορχήστρωση, η επιλεκτική επιλογή των πολιτικών που μπήκαν στο στόχαστρο και οι γελοίες καταθέσεις των κουκουλοφόρων που εστάλησαν στη Βουλή, δεν άφηναν καμία αμφιβολία ότι η κατάληξη δεν μπορούσε να είναι άλλη από το φιάσκο.
Παρόλο, όμως, που τώρα όλα αυτά αποκαλύπτονται μπροστά στα μάτια μας, όλοι εκείνοι που -ακόμη και… καλόπιστα- είχαν υιοθετήσει ή είχαν «επενδύσει» σε φαντασιώσεις ότι θα μπορούσαν να παγαίνουν χρήματα με τροχήλατες βαλίτσες στο πρωθυπουργικό γραφείο, αρνούνται να αποδεχθούν την πραγματικότητα.
Ενδεικτικά και μόνον παραθέτω το ακόλουθο tweet του αντιπροέδρου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου Δημήτρη Παπαδημούλη: «Η Ελλάδα ξόδευε για φάρμακα 4 δις € ετησίως παραπάνω από Βέλγιο και Πορτογαλία. Οι Κυβερνήσεις αποφάσιζαν τις τιμές-οδηγό για όλη την Ευρώπη. Η Novartis είχε προνομιακή μεταχείριση. Στελέχη της και γιατροί διώκονται. Αλλά για ΝΔ-ΠΑΣΟΚ είναι μία σκευωρία του Τσίπρα και όχι σκάνδαλο!».
Η εκδοχή να είναι σκάνδαλο με πρωταγωνιστές γιατρούς και στελέχη της φαρμακοβιομηχανίας, αλλά, ταυτοχρόνως, και σκευωρία, αν όχι του Τσίπρα, τουλάχιστον του επονομαζόμενου «Ρασπούτιν», ούτε που περνάει από το μυαλό του κ. Παπαδημούλη. Όπως, προφανώς, δεν περνάει από το μυαλό του και το εξής προφανές ερώτημα: γιατί τόσα χρόνια –τεσσεράμισι ήταν το κόμμα του στην εξουσία- δεν παραπέμφθηκαν σε δίκη ούτε γιατροί ούτε στελέχη της Novartis;  
Η απάντηση είναι απλή: Διότι κάποιοι πολιτικοί φωστήρες θέλησαν να εκμεταλλευθούν το σκάνδαλο για να στοχοποιήσουν τους πολιτικούς τους αντιπάλους. Στην πραγματικότητα δεν έδιναν… δεκάρα για τη διερεύνηση της πραγματικής διάστασης που κατά τα φαινόμενα είχε το συγκεκριμένο σκάνδαλο. Εκείνο που τους ενδιέφερε ήταν να «εργαλειοποιήσουν» το νόμο περί ευθύνης ώστε να δημιουργηθεί πολιτική αντιπαράθεση από την οποία ήταν βέβαιοι ότι χαμένοι θα ήταν οι εγκαλούμενοι πολιτικοί, καθώς, ακόμη και αν δεν καταδικαζόταν, η ρετσινιά ότι «τα έπιασαν» θα τους κυνηγούσε αιωνίως.
Ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης και η κοινοβουλευτική του ομάδα έκαναν ένα πολύ σημαντικό πρώτο βήμα προς την πολιτική καταλλαγή με την απόφασή τους να εξαιρέσουν τον Αλέξη Τσίπρα από τα πρόσωπα για τα οποία θα αναζητηθούν οι ενδεχόμενες ευθύνες στην ενορχήστρωση της υπόθεσης. Είναι σαφές ότι πρόκειται για μια καθαρά πολιτική απόφαση που στόχο έχει να αποτρέψει την όξυνση του πολιτικού κλίματος που μοιραία επέρχεται με την ποινικοποίηση της πολιτικής ζωής. Όπως επίσης και να περιοριστεί το διχαστικό πνεύμα το οποίο, όπως περιγράφουμε πιο πάνω, ειδικά την τελευταία δεκαετία, έχει κατακλύσει τη δημόσια ζωή.
Αν, ωστόσο, ο κ. Μητσοτάκης και οι συνεργάτες του επιθυμούν πράγματι να θέσουν ένα οριστικό τέρμα στην ποινικοποίηση της πολιτικής, δεν έχουν παρά στην επικείμενη Συνταγματική Αναθεώρηση να τερματίσουν άπαξ δια παντός το καθεστώς της ειδικής ποινικής μεταχείρισης που προβλέπεται για τα μέλη της κυβέρνησης. Οι συνθήκες είναι εδώ και χρόνια ώριμες για να προχωρήσει η ριζική τροποποίηση, αν όχι και η πλήρης κατάργησης, του άρθρου 86. Έτσι ώστε και οι διατελέσαντες υπουργοί να είναι αντιμέτωποι με τον φυσικό τους δικαστή, όπως συμβαίνει με όλους τους πολίτες.
Οι δύο όψεις τις οποίες έχει η υπόθεση Novartis καταδεικνύουν ότι μια τέτοια αλλαγή θα είναι απολύτως λυτρωτική για το πολιτικό μας σύστημα.