Συνολικές προβολές σελίδας

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Δούκας. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Δούκας. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 3 Ιανουαρίου 2025

Οι αγέλες του Διαδικτύου διψούν για διχαστικές αφορμές

    Παλαιότερα οι άνθρωποι κάθε φορά που συναντώταν στους καφενέδες και σε άλλους χώρους κοινωνικής συναναστροφής, όπως τα γιορτινά τραπέζια, αντλούσαν επιχειρήματα για τις μεταξύ τους συζητήσεις από την ανάγνωση των εφημερίδων, η οποία αποτελούσε μια διαδικασία πιστοποίησης της εγκυρότητας για όσα επικαλούνταν προκειμένου να υπερκεράσουν την περιρρέουσα φημολογία. 
    «Μα έτσι το έγραψε ο Τύπος. Εγώ το διάβασα στην εφημερίδα!», ήταν ο συνήθως καταλυτικός ισχυρισμός που άλλοτε έτεμε και άλλοτε σφράγιζε τις διαφωνίες τόσο για γεγονότα όσο και για τις ερμηνείες τους.
    Αργότερα η… πιστοποίηση για το τι συνέβαινε γύρω μας προερχόταν, τουλάχιστον για ένα μέρος της κοινής γνώμης και κυρίως για τα τμήματα του πληθυσμού που δεν τα πήγαιναν και τόσο καλά με την ανάγνωση, από την παρακολούθηση όσων μετέδιδε η μικρή οθόνη η οποία συν τω χρόνω «εισέβαλε» και εγκαταστάθηκε σχεδόν σε όλα τα σαλόνια: αστικά και λαϊκά.     
    «Το… είπε η τηλεόραση!», υπήρξε η «ατάκα» στην οποία κατέφευγαν πλείστοι όσοι συμπολίτες μας όταν ήθελαν να πείσουν για τη δική τους πρόσληψη της πραγματικότητας.
    Η τηλεοπτική ενημέρωση ήταν «εύπεπτη» αλλά ταυτόχρονα και δωρεάν. Οπότε εύκολα απέσπασε τα ηνία έναντι της έντυπης ενημέρωσης, η οποία πέρα από το κόστος που την επιβάρυνε, καθώς για να αποκτήσει κάποιος πρόσβαση στο περιεχόμενο μιας εφημερίδας ή ενός περιοδικού έπρεπε να καταβάλει αντίτιμο ή να πληρώσει συνδρομή, χρειαζόταν συχνά να μετακινηθεί από το σπίτι ή το γραφείο του για να βρεθεί στο σημείο πώλησης. 
    Μοιραία, λοιπόν, ο πληθυσμός των ανθρώπων που ενημερώνονταν από τα έντυπα μέσα συρρικνώθηκε, ενώ η έκδοση εφημερίδων και περιοδικών έγινε ένα πολύ δύσκολο επιχειρηματικό εγχείρημα.
    Η σημαντικότερη, όμως, επίπτωση ήταν η κατά γενική ομολογία υποβάθμιση της ποιότητας της ενημέρωσης. Η οπτικοποίηση των ειδήσεων που μεταδίδουν οι τηλεοπτικοί σταθμοί βασίζονται πρωτίστως στην εικόνα και λιγότερο στον λόγο και άρα στην ουσία της είδησης. 
    Όσο πιο έντονες είναι οι εικόνες που έχουν στη διάθεσή τους οι ιθύνοντες των καναλιών τόσο περισσότερο «αιχμαλωτίζουν» το φιλοθεάμον κοινό. 
    Ένα εντυπωσιακό τροχαίο, ακόμη και αν είναι αναίμακτο, βρίσκει ευκολότερα -με εξαιρέσεις πάντα- θέση σε ένα τηλεοπτικό δελτίο συγκριτικά, για παράδειγμα, με τη βράβευση ενός εξέχοντα επιστήμονα που μπορεί να ξεχώρισε με μια διεθνών διαστάσεων εφεύρεση. 
    Δεν χρειάζεται, ωστόσο, να είναι κανείς τεχνοφοβικός για να αναγνωρίσει ότι τα πράγματα έγιναν πολύ χειρότερα μετά την επέλαση του Διαδικτύου και την άνθηση των λεγόμενων μέσων κοινωνικής δικτύωσης (social media) τα οποία έδωσαν -χωρίς υπερβολή- τη δυνατότητα σε κάθε κάτοχο ενός smart phone ή ενός tablet να μετατραπεί σε παραγωγό υποτιθέμενου «ειδησεογραφικού» περιεχομένου. 
    Το αποτέλεσμα ήταν, στη διάρκεια της τελευταίας δεκαπενταετίας να αλλάξουν άρδην οι συνήθεις ροές της πληροφόρησης για το ευρύ κοινό, καθώς όλο και περισσότεροι άνθρωποι έχουν πάψει όχι μόνον να διαβάζουν εφημερίδες και περιοδικά αλλά και να βλέπουν τηλεόραση για να «μάθουν τα νέα». 
    Όπως δείχνουν τα ευρήματα πολλών πρόσφατων μετρήσεων, η -εντός ή εκτός εισαγωγικών- ενημέρωση ενός μεγάλου μέρους της κοινής γνώμης γίνεται πλέον από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. 
    Το facebook, η πλατφόρμα X (το πρώην Twitter), που έχει περάσει στον έλεγχο του ανεκδιήγητου μεγιστάνα και φανατικού τραμπιστή Έλον Μασκ, το Instagram και άλλα ΜΚΔ της νεότερης γενιάς, αποτελούν στις μέρες μας βασικοί διαύλοι μέσω των οποίων γίνεται λήπτης της τρέχουσας πληροφόρησης ένα συντριπτικά μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας στο μεγαλύτερο μέρος του πλανήτη. 
    Δεν είναι τυχαίο, εξάλλου, ότι και τα λεγόμενα συστημικά μέσα προκειμένου να προσελκύσουν μεγαλύτερο κοινό διοχετεύουν το δικό τους περιεχόμενο στα social media. 
    Στα καθ΄ ημάς η κατάσταση είναι από τις χειρότερες, εξαιτίας και του γεγονότος ότι μια μεγάλη μερίδα των παραδοσιακών μέσων έπεσαν θύματα της οικονομικής κρίσης που οδήγησαν στα Μνημόνια αλλά και των δικών τους ανομημάτων που σχετίζονται κυρίως με το γεγονός ότι «εκπαίδευσαν» το κοινό τους ότι τα σύνθετα προβλήματα μπορεί να αντιμετωπιστούν με εύκολες λύσεις του τύπου «όλα είναι άσπρο ή μαύρο». 
    Και ακόμη χειρότερα ότι η ευημερία είναι μια αέναη κατάσταση που δεν έχει αντίστροφη πορεία.
    Ειδικά στη χώρα μας, η ευρεία διάδοση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης συνέπεσε χρονικά με τις εξαλλοσύνες της μνημονιακής περιόδου κατά την οποία ο δημόσιος βίος κατακλύζονταν από κάθε είδους αστείρευτες λαϊκίστικες υπερβολές για τα αίτια της κρίσης, ενώ εκπέμπονταν από πολλές πλευρές ασύμμετρες τοξικές επιθέσεις κατά προσώπων και θεσμών που σe πλείστες περιπτώσεις εύρισκαν έρεισμα σε fake news. 
    Τι να θυμηθούμε και τι να ξεχάσουμε; Τις υποτιθέμενες δωροδοκίες βουλευτών των ΑΝΕΛ ή τις κατασκευές για τροχήλατες βαλίτσες στο Μαξίμου από τον υπόκοσμο που καθοδηγούσε ο διαβόητος «Ρασπούτιν»;  
    Το δηλητήριο που χύθηκε εκείνη την περίοδο ήταν τόσο πολύ και τόσο έντονο που η επίδρασή του είναι, δυστυχώς, ακόμη και σήμερα παρούσα στα πολιτικά και κοινωνικά δρώμενα της πατρίδας μας. 
    Μπορεί οι πρωταγωνιστές να άλλαξαν, αλλά οι μέθοδοι της δολοφονίας χαρακτήρων και της καλλιέργειας του διχαστικού πνεύματος είναι ίδιες και απαράλλακτες. 
    Με το ίδιο μοτίβο συμπεριφοράς των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ ανακαλύπτουν εχθρούς ακόμη και εκεί που δεν υπάρχουν, εξαπολύοντας τοξικές επιθέσεις σε όποιον θεωρούν ότι δεν ταυτίζεται με τις δικές τους ιδεοληπτικές εμμονές. 
    Αντιγράφοντας τον φανατισμό με τον οποίο οι υποστηρικτές του Αλέξη Τσίπρα και κατόπιν του Στέφανου Κασσελάκη καθύβριζαν όποιον δεν συμφωνούσε μαζί τους, ανώνυμα, κυρίως, τρολ ξιφουλκούν εναντίον όποιου διαφωνεί με τη δική τους κοσμοθεώρηση.
    Από τις πιο χαρακτηριστικές περιπτώσεις υπήρξε η καταιγιστική αναπαραγωγή από δεκάδες λογαριασμούς στο «Χ» των ισχυρισμών ότι δήθεν ο δήμαρχος Αθηναίων Χάρης Δούκας οργάνωσε πρωτοχρονιάτικη εκδήλωση προς… τιμήν του ΠΑΣΟΚ. 
    Κι όλα αυτά επειδή κάποιος χρήστης του Διαδικτύου απομόνωσε ένα φωτογραφικό ενσταντανέ που έδειχνε το έμβλημα του πράσινου ήλιου το οποίο εμφανίστηκε δι΄ ολίγον σε μια πολύωρη παράσταση με μουσικές και ιστορικά δρώμενα στην οποία όσοι την είδαν διαβεβαιώνουν ότι μόνον έπαινο δεν συνιστούσε για το σημερινό κόμμα  της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
    Τι σημασία, όμως, είχε; Οι αγέλες του εγχώριου Διαδικτύου που διψούν για διχαστικές αφορμές δεν μπορούσαν να αφήσουν να περάσει ανεκμετάλλευτη μια τέτοια… ευκαιρία. Πολύ περισσότερο που ο… κόπος τους ανταμείφθηκε από αμέτρητα likes και πάμπολλα σχόλια άλλων χρηστών που κατάπιαν αμάσητες τις αναρτήσεις λογαριασμών που προβάλλονται ως «opinionmakers». 
    Μπορεί λίγοι να είδαν τη συγκεκριμένη εκδήλωση του Δήμου Αθηναίων, η οποία μεταδόθηκε μόνον διαδικτυακά, αλλά οι αυτόκλητοι (;) μαχητές του πληκτρολογίου δεν είχαν κανένα απολύτως πρόβλημα να κάνουν αναπαραγωγή μιας ψευδούς παράστασης για να επιτεθούν στον κ. Δούκα, λες και είχε ο ίδιος προσωπικά την καλλιτεχνική επιμέλεια της επίμαχης εκδήλωσης.
    Άλλωστε δεν ήταν η πρώτη φορά που επιδόθηκαν στο συγκεκριμένο «άθλημα». Παλαιά τους τέχνη κόσκινο. Και σιγά που θα άφηναν την πραγματικότητα να τους χαλάσει το «αφήγημα», χωρίς το οποίο θα έχαναν τα likes και τις αναπαραγωγές. 
    Όπως και να το κάνουμε, ο διχασμός «πουλάει». Και «πουλάει» τρελά. Μόνον που οι άνθρωποι που «ενημερώνονται» κατ΄ αυτόν τον τρόπο, μόνον ενημερωμένοι δεν είναι. 
    Υ.Γ.: Τη μόνη απορία που έχω από όλο αυτό το σκηνικό είναι πως άραγε να ένοιωσαν όλοι αυτοί που επί μέρες πολλές καλλιεργούσαν τον διχασμό ανάμεσα στην πρωτοχρονιάτικη εκδήλωση του Δήμου Αθηναίων στο Σύνταγμα και την αντίστοιχη που οργάνωσε την ίδια ώρα η Περιφέρεια Αττικής στο Πεδίο του Άρεως όταν έμαθαν ότι το ίδιο βράδυ ο Χάρης Δούκας και ο Νίκος Χαρδαλιάς βρέθηκαν στο ίδιο κλαμπ και αντάλλαξαν εγκάρδιες ευχές…

Δευτέρα 7 Οκτωβρίου 2024

Τα ανακλαστικά των φίλων του ΠΑΣΟΚ έδειξαν προτίμηση στη σταθερότητα

                Όποιος είδε, είτε δια ζώσης, είτε μέσα από τα τηλεοπτικά πλάνα, εικόνες από τις εσωκομματικές εκλογές του ΠΑΣΟΚ είναι βέβαιο ότι δεν εξεπλάγη από το αποτέλεσμα που έβγαλαν οι κάλπες και κατά βάση από το προβάδισμα που πήρε ο Νίκος Ανδρουλάκης.

                Αναμφίβολα, η μεγάλη πλειονότητα των περισσότερων από τις 300 χιλιάδες ανθρώπους που προσήλθαν μαζικά και περίμεναν υπομονετικά στις ουρές για να εκλέξουν τον επόμενο αρχηγό του κόμματος το οποίο φιλοδοξεί να αποτελέσει την εναλλακτική πολιτική δύναμη για τη διεκδίκηση της διακυβέρνησης, ήταν άτομα μεγάλης ηλικίας.

Άτομα που δεν χρειαζόταν να είναι κάποιος κοινωνιολόγος για να διαπιστώσει ότι τα κυρίαρχα στοιχεία που τους κινητοποίησαν ήταν, αφενός, η νοσταλγία για ένα παρελθόν ευημερίας που οι συγκεκριμένες γενιές βίωσαν και απόλαυσαν επί των ημερών που κυβέρνησε το ΠΑΣΟΚ, και, αφετέρου, το γεγονός ότι, λόγω κυρίως της ηλικίας τους, δεν αρέσκονται στις απότομες αλλαγές και στις ανατροπές καθώς είναι θιασώτες των σταθερών και προβλέψιμων καταστάσεων.

Κακά τα ψέματα, ο Νίκος Ανδρουλάκης, παρότι απείχε χθες πάνω από επτά μονάδες από την προ τριετίας αντίστοιχη επίδοσή του (29,64%, έναντι 36,88% που συγκέντρωσε στην αντίστοιχη κάλπη τον Δεκέμβριο του 2021), απεδείχθη ότι ήταν εκείνος που πληρούσε περισσότερο από όλους τους άλλους υποψηφίους  αρχηγούς τα συγκεκριμένα κριτήρια. Και έτσι εξηγείται η επικράτησή του στον πρώτο γύρο απέναντι σε συνδιεκδικητές που αποτελεί «ιεροσυλία» να συγκρίνονται με ιστορικούς ηγέτες του χώρους, όπως ο Ανδρέας Παπανδρέου και -γιατί όχι;- ο Κώστας Σημίτης.

Οι επιδόσεις των πέντε ανθυποψηφίων του κ. Ανδρουλάκη δείχνουν ότι το εκλογικό σώμα των μελών, οπαδών και φίλων του ΠΑΣΟΚ δεν πείσθηκε από κάποια άλλη εναλλακτική πρόταση για την ηγεσία της Χαριλάου Τρικούπη, όσο και αν οι αντίπαλοί του αντιτείνουν ότι επτά στους δέκα ζήτησε αλλαγή ηγεσίας. Το οριακό πλασάρισμα στη δεύτερη θέση που πέτυχε ο δήμαρχος Αθηναίων Χάρης Δούκας, ο οποίος με βραχεία κεφαλή υπερσκέλισε τον αξιόμαχο, όπως απεδείχθη, Παύλο Γερουλάνο, αλλά και την εξίσου μαχητική Άννα Διαμαντοπούλου, δεν δείχνει να προβάλει ως σοβαρή απειλή για την καρέκλα του νυν προέδρου του ΠΑΣΟΚ.

Υπό αυτή τη συνθήκη, ορισμένοι έσπευσαν ήδη από το βράδυ της Κυριακής να προδικάσουν ότι το αποτέλεσμα της κάλπης στο ΠΑΣΟΚ ήταν ευνοϊκό για τη σημερινή κυβέρνηση. Διότι, κατά την εκτίμησή τους, όποιος και αν εκλεγεί στην αναμέτρηση της προσεχούς Κυριακής ανάμεσα στον κ. Ανδρουλάκη και στον κ. Δούκα, το αποτέλεσμα θα είναι ευνοϊκό για το σχέδιο του Κυριάκου Μητσοτάκη να διεκδικήσει και να πετύχει, για πρώτη φορά στα μεταπολιτευτικά χρονικά, τρίτη συνεχόμενη κυβερνητική θητεία, όπως άφησε να διαφανεί ο πρωθυπουργός στην ομιλία που εκφώνησε την περασμένη Παρασκευή στην εκδήλωση για τα πεντηκοστά γενέθλια της ΝΔ.

Η ζωή, ωστόσο, έχει αποδείξει ότι οι πολιτικές εξελίξεις δεν είναι σχεδόν ποτέ ευθύγραμμες. Τουναντίον επηρεάζονται από τη δυναμική των πραγμάτων, η οποία με τη σειρά της καθορίζεται από την πολυπλοκότητα των κοινωνικών, οικονομικών και πολιτικών καταστάσεων που κάθε φορά διαμορφώνονται. Για παράδειγμα, μπορεί ο Νίκος Ανδρουλάκης να βγήκε αποδυναμωμένος από τη χθεσινή ψηφοφορία, ωστόσο συνολικά το ΠΑΣΟΚ ενδυναμώθηκε από την εσωκομματική αναμέτρηση για την ηγεσία, εξαιτίας του υψηλού αισθήματος προσήλωσης στις επιταγές της δημοκρατικής ευθύνης και του πολιτικού πολιτισμού που επέδειξαν όλοι οι υποψήφιοι αρχηγοί καθ’  όλη την προεκλογική περίοδο.

Με αποκορύφωμα τις δηλώσεις που έγιναν μετά τα αποτελέσματα της κάλπης τόσο από τους νικητές όσο και από τους ηττημένους της αναμέτρησης, τα στελέχη του ΠΑΣΟΚ απέδειξαν ότι αξίζουν την ολοένα και πιο αυξημένη εμπιστοσύνη που τους δείχνει η ελληνική κοινωνία ιδιαίτερα το τελευταίο διάστημα που είναι συντριπτική η σύγκριση η οποία μοιραία γίνεται με τα όσα κωμικοτραγικά εκτυλίσσονται στον ΣΥΡΙΖΑ.

Μετά την υπερδεκαετή δοκιμασία της μνημονιακής περιπέτειας μια σημαντική μερίδα των Ελλήνων πολιτών φαίνεται να έχει συνειδητοποιήσει την ανάγκη να γυρίσουμε την πλάτη στις γοητευτικές Σειρήνες του λαϊκισμού και να αντιμετωπίσουμε κατάματα την πολύπλοκη πραγματικότητα που μας περιβάλει. Μια πραγματικότητα η οποία δεν μπορεί να εκφράζεται μονοδιάστατα από έναν πολιτικό πόλο. Εξάλλου, όλες οι σύγχρονες κοινοβουλευτικές δημοκρατίες χρειάζονται εναλλακτικές κυβερνητικές εφεδρείες.

Στην παρούσα συγκυρία, το ΠΑΣΟΚ αποτελεί τη μόνη πολιτική δύναμη της αντιπολίτευσης που πληροί τις προϋποθέσεις για να ασκήσει αυτόν τον ρόλο. Αν μάλιστα ισχύσουν στην πράξη τα ενωτικά μηνύματα που εξέπεμψαν όλοι οι υποψήφιοι αρχηγοί του μετά τα αποτελέσματα της πρώτης κάλπης και αγωνιστούν πράγματι από κοινού για να παρουσιάσουν εναλλακτική προγραμματική πρόταση για την διακυβέρνηση, τότε οι προοπτικές που διανοίγοντα είναι δίχως αμφιβολία με το μέρος τους.

Άλλωστε, με όλα τα στραβά και τα ανάποδα που είχε η μέχρι πρότινος αρχηγική θητεία του κ. Ανδρουλάκη, το αίτημα για σταθερότητα που διατύπωσαν με την ετυμηγορία τους οι ψηφοφόροι που προσήλθαν στη χθεσινή κάλπη του ΠΑΣΟΚ συνάδει απόλυτα με τα προτάγματα που έχει στη σημερινή εποχή η ελληνική κοινωνία.

Διότι, μπορεί η πλειονότητα των ψηφοφόρων που προσήλθαν στην εσωκομματική εκλογική διαδικασία του ΠΑΣΟΚ να ήταν πράγματι από τις μεγαλύτερες ηλικίες, πλην, όμως, και οι νεότερες γενιές, που είναι κατά τεκμήριο φορείς της αλλαγής, προτιμούν τη σταθερότητα από την αβεβαιότητα. Και απλώς περιμένουν εκείνον που θα τις πείσει να μην καταφεύγουν την αποχή, όπως κάνουν όλο και συχνότερα στις κάλπες των τελευταίων χρόνων.

Τετάρτη 25 Σεπτεμβρίου 2024

Ανέβασαν τον πήχη, αλλά είναι αντιμέτωποι με δύο νέα «στοιχήματα»


Η από πολλές πλευρές εξαιρετική τηλεμαχία ανάμεσα στους έξι υποψηφίους προέδρους του ΠΑΣΟΚ ήταν μια από τις περιπτώσεις που πολύ δύσκολα μπορεί να αποφύγει κάποιος τα συνήθως αμήχανα στερεότυπα ότι «δεν υπήρξε νικητής, ούτε ηττημένος» και «ο μόνος κερδισμένος ήταν η πολιτική» στα οποία καταφεύγουν όσοι δεν θέλουν να πάρουν ευθέως θέση.

Αναμφίβολα, μπροστά στη μεγάλη εικόνα που ήταν ο ξεχωριστός για τα πολιτικά μας ήθη και απόλυτα πολιτισμένος τρόπος με τον οποίο οργανώθηκε το ντιμπέιτ και κύλησε ο ζωηρός διάλογος που είχαν μεταξύ τους οι διεκδικητές του θώκου της Χαριλάου Τρικούπη, παρέλκει να ανακηρύξει κάποιος τον έναν ή τη μία που κέρδισε τις εντυπώσεις, ανέτρεψε τα προγνωστικά ή απέσπασε το προβάδισμα της κούρσας προς την εσωκομματική κάλπη της 6ης Οκτωβρίου. Κυρίως, διότι για όποιον δεν ήταν προκατειλημμένος, δεν υπήρξε ξεκάθαρος νικητής ή νικήτρια. 

Όπως και να έχει, ανήκει έπαινος και στους έξι που συμμετείχαν στην τηλεμαχία. Σε γενικές γραμμές όλοι τους εξέφρασαν θέσεις, απόψεις και εκτιμήσεις χωρίς να αφυδατώσουν τον λόγο τους ώστε να υπηρετήσουν το αφήγημα μιας επίπλαστης ενότητας. 

Με άλλα λόγια, δεν ήταν διόλου κακό που συγκρούστηκαν, αντιπαρατέθηκαν, αντάλλαξαν αιχμές και επικρίσεις και είχαν ο ένας να καταμαρτυρήσει στον άλλο κάποιο αρνητικό στοιχείο είτε για την προηγούμενη πολιτική του πορεία είτε για τις προγραμματικές του διακηρύξεις. 

Το σημαντικότερό, όμως, ήταν ότι όλα αυτά έγιναν δίχως να επικρατήσει η συνηθισμένη τοξική εχθροπάθεια που συναντούμε στις εμφύλιες διαμάχες και την οποία βλέπουμε να εκτυλίσσεται στον πολιτικά όμορο χώρο του ΣΥΡΙΖΑ που βρίσκεται επίσης σε φάση εκλογής νέας ηγεσίας. 

Καλώς ή κακώς, ζούμε σε εποχές που οι «Μεσσίες» δεν ευδοκιμούν πλέον και το «καλούπι» που κατασκεύαζε πολιτικούς όπως ο Ανδρέας Παπανδρέου έχει σπάσει και δεν ανασυντίθεται. Γι΄ αυτό και μια διόλου ευκαταφρόνητη μερίδα των πολιτών απαιτεί από τους πολιτικούς ταγούς του σήμερα να λένε τη δική τους αλήθεια αλλά να ακούνε και την αλήθεια των άλλων. 

Ο αυτάρεσκος ναρκισσισμός των influencer, που… είδαν φως και μπήκαν στον πολιτικό στίβο, μπορεί να κερδίζει βροχή από like στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, πλην όμως με κανέναν τρόπο δεν μπορεί να μεταμορφωθεί αυτομάτως σε εναλλακτική πρόταση για τη διακυβέρνησης της χώρας. Σε τρόπον ώστε να αντικαταστήσει την κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη, η οποία αργά ή γρήγορα θα παραδώσει, όπως γίνεται σε όλες τις δημοκρατίες του δυτικού κόσμου, τα ηνία της εξουσίας. 

Από την άλλη, στον σημερινό πολύπλοκο κόσμο τα σοβαρά κόμματα δεν είναι μονολιθικά και δεν αρκούνται στη μια και μόνη αλήθεια της… θεόπνευστης ηγετικής ομάδας. Τουναντίον, οι πολιτικές δυνάμεις που θέλουν να γίνουν πλειοψηφία είναι υποχρεωμένες να αντέχουν στην τριβή των διαφορετικών προσεγγίσεων που μπορεί να έχουν τα στελέχη τους τα οποία εκφράζουν θεμιτές φιλοδοξίες για να αναλάβουν ηγετικούς ρόλους. 

Έτσι, υπήρξε μάλλον κέρδος παρά ζημία για το ΠΑΣΟΚ η κριτική την οποία δέχθηκε στην τηλεμαχία ο απερχόμενος πρόεδρος Νίκος Ανδρουλάκης για τα πεπραγμένα της θητείας του στο θώκο της Χαριλάου Τρικούπη, κυρίως από τους τρεις ανθυποψηφίους του που είναι βουλευτές, δηλαδή τον Παύλο Γερουλάνο, τη Νάντια Γιαννακοπούλου και τον Μιχάλη Κατρίνη που του καταμαρτύρησαν ότι δεν έδρασε συλλογικά και αποτελεσματικά. 

Όπως κέρδος μπορεί να αποδειχθεί ότι ήταν και οι ιδεολογικές αποχρώσεις που περιείχαν οι βολές τις οποίες αντάλλαξαν οι δύο εξωκοινοβουλευτικοί υποψήφιοι αρχηγοί, δηλαδή η Άννα Διαμαντοπούλου και ο Χάρης Δούκας.

Συμπερασματικά, οι υποψήφιοι για την ηγεσία του ΠΑΣΟΚ που συμμετείχαν στο χθεσινοβραδινό ντιμπέιτ ανέβασαν ψηλά τον πήχη στο επίπεδο που πρέπει να έχει η πολιτική αντιπαράθεση σε μια σύγχρονη ευρωπαϊκή χώρα, όπως είναι η Ελλάδα. Για να εκπληρωθεί, ωστόσο, η υψηλή υποθήκη την οποία ενέγραψαν με τη συμμετοχή τους στην εξαιρετική τηλεμαχία απαιτείται να κερδίσουν όλοι μαζί δύο ακόμη «στοιχήματα» με τα οποία θα βρεθούν αντιμέτωποι το επόμενο διάστημα.

Το πρώτο από αυτά τα «στοιχήματα» είναι να παλέψουν όλοι μαζί για να πείσουν την ελληνική κοινωνία ότι αξίζει να συμμετάσχει στην εκλογική διαδικασία για την εκλογή ενός αρχηγού που, κατά τα φαινόμενα, θα είναι υποψήφιος πρωθυπουργός, ώστε να δώσουν το παρών στην εσωκομματική κάλπη οι εκατοντάδες χιλιάδες πολίτες που φαίνεται στην παρούσα φάση να εκφράζουν ενδιαφέρον συμμετοχής. 

Το δεύτερο -και ακόμη πιο καθοριστικό- «στοίχημα» το οποίο καλούνται να κερδίσουν οι υποψήφιοι αρχηγοί του ΠΑΣΟΚ είναι να παραμείνουν και να δώσουν όλοι μαζί τη μάχη στις επόμενες βουλευτικές εκλογές, διότι η προϊστορία δείχνει ότι αρκετοί από τους χαμένους σε προηγούμενες προεδρικές κούρσες ακολούθησαν τη δική τους διαδρομή. 

Θα τα καταφέρουν αυτή τη φορά; Η απάντηση θα δοθεί μετά τις 13 Οκτωβρίου.

Παρασκευή 21 Ιουνίου 2024

Το κάρο και το άλογο της Κεντροαριστεράς

Μια από τις πολλές ανεκπλήρωτες πολιτικές εικασίες των τελευταίων χρόνων είναι και εκείνη που ήθελε «το ΠΑΣΟΚ, το οποίο πλήρωσε δυσανάλογα μεγάλο τίμημα για τη χρεοκοπία που οδήγησε τη χώρα στα τάρταρα της οικονομικής κρίσης, θα αρχίσει να ξανανεβαίνει όταν ξεκινήσει να ανεβαίνει και πάλι η χώρα».

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η χώρα, παρά τα μεγάλα προβλήματα με τα οποία εξακολουθεί να είναι αντιμέτωπη (υψηλότατο χρέος, ελλείμματα στο εμπορικό ισοζύγιο, χαμηλή αγοραστική δύναμη για τα ασθενέστερα στρώματα, μεγάλη ανισοκατανομή των εισοδημάτων, αφού τα κέρδη των μεγάλων επιχειρήσεων αυξάνονται με ταχύτερους ρυθμούς από τις απολαβές των εργαζομένων), έχει μπει σε ανοδική τροχιά, όπως μαρτυρούν ορισμένα μακροοικονομικά μεγέθη, όπως είναι η αύξηση του ΑΕΠ και η υποχώρηση της ανεργίας.

Η αλήθεια, όμως, είναι ότι δεν συνέβη το ίδιο με το κόμμα που ίδρυσε ο Ανδρέας Παπανδρέου και διαδραμάτισε κεντρικό ρόλο στα ελληνικά πολιτικά πράγματα για τρεις και πλέον δεκαετίες, προτού να εξαϋλωθεί εκλογικά ως αποτέλεσμα της επιλογής των μετέπειτα ηγεσιών του, αρχικά, να αναλάβουν μονομερώς την ευθύνη της διάσωσης της χώρας και, εν συνεχεία, να συγκυβερνήσουν με τη Νέα Δημοκρατία.

Μια μεγάλη μερίδα από τους απογοητευμένους οπαδούς, φίλους και ψηφοφόρους του ΠΑΣΟΚ δελεάστηκε από τις φρούδες ελπίδες τις οποίες καλλιέργησε ο Αλέξης Τσίπρας και μετακόμισε μαζικά στον ΣΥΡΙΖΑ που τους… «έσωσε» από τον Αντώνη Σαμάρα και τους… «παρέδωσε» στον Πάνο Καμμένο. Και σε κάθε άλλο λαϊκιστή από την άκρα Δεξιά έως την άκρα Αριστερά που ήταν έτοιμος να εκστομίσει την πιο ηχηρή μπούρδα που ακουγόταν ευχάριστα στα αυτιά ανθρώπων οι οποίοι δεν ήθελαν να χωνέψουν ότι όσο πιο επίπλαστη είναι η ευημερία που βιώνουμε, τόσο πιο επώδυνη είναι η προσγείωση στην καταβύθιση που μοιραία ακολουθεί.

Δυστυχώς ή ευτυχώς, λοιπόν, οι πολιτικές εξελίξεις δεν είναι ποτέ ευθύγραμμες. Και, υπό αυτό το πρίσμα, μπορεί η Ελλάδα να αφήνει πίσω της -αργότερα από κάθε άλλη χώρα που βρέθηκε σε παρόμοια θέση- τις δυσμενείς συνέπειες της οικονομικής κρίσης, αλλά το ΠΑΣΟΚ δεν δείχνει ικανό να ξεπεράσει τη δική του κρίση. Το δοκίμασε ανεπιτυχώς με τον Ευάγγελο Βενιζέλο, στη «βάρδια» του οποίου έσκασε και η διάσπαση του Γιώργου Παπανδρέου. Το προσπάθησε φιλότιμα με τη Φώφη Γεννηματά. Το πάλεψε φιλόδοξα και με τον Νίκο Ανδρουλάκη.

Με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, ωστόσο, η κοινή συνισταμένη και των τριών δοκιμών, οι οποίες έγιναν για να επιτευχθεί η πολυπόθητη ανάκαμψη που προσδοκούσαν οι λιγοστοί ηρωικοί πιστοί, οι οποίοι μάλλον αταβιστικά απέμειναν να ψηφίζουν το άλλοτε κραταιό ΠΑΣΟΚ, δεν ήταν άλλη από την τελματώδη στασιμότητα.

Για να πούμε τα πράγματα με το όνομά τους, δεν είναι δυνατόν σε συνθήκες ευρωεκλογών να υποχωρεί αισθητά η εκλογική απήχηση των δύο μεγαλύτερων κομμάτων -της ΝΔ περισσότερο, του ΣΥΡΙΖΑ λιγότερο- και η ηγεσία της Χαριλάου Τρικούπη να σφυρίζει αδιάφορα επειδή το ΠΑΣΟΚ είχε μια σχεδόν ανεπαίσθητη αύξηση του ποσοστού του κατά σχεδόν 1%, συγκεντρώνοντας, όμως, μικρότερο απόλυτο αριθμό ψηφοφόρων από εκείνον που είχε συγκεντρώσει πριν από έναν χρόνο στις βουλευτικές κάλπες.

Υπό αυτή τη συνθήκη, όσο και αν είχε δίκιο ο Νίκος Ανδρουλάκης όταν τις προηγούμενες ημέρες φέρεται να παρότρυνε τους «συντρόφους» του που τον αμφισβητούν να του υποδείξουν ποιες από τις προτάσεις που του υπέβαλαν δεν υλοποίησε, η πραγματικότητα που διαμορφώθηκε δεν του αφήνει περιθώρια για ελιγμούς υπεκφυγών. Από τη στιγμή που για δεύτερη συνεχόμενη εκλογική αναμέτρηση δεν καταφέρνει να επιτύχει τους στόχους του, δεν μπορεί παρά να τηρήσει την υπόσχεσή του ότι θα τεθεί «υπό καθεστώς αξιολόγησης».

Αν πραγματικά πιστεύει στον εαυτό του, ενδιαφέρεται για το ΠΑΣΟΚ αλλά και για το πολιτικό του μέλλον και δεν αρκείται στο να ξοδέψει το όποιο πολιτικό κεφάλαιο διαθέτει για να οχυρωθεί στην καρέκλα της Χαριλάου Τρικούπη, ο Νίκος Ανδρουλάκης δεν έχει άλλη επιλογή από το να προσέλθει στη σύνοδο της Κεντρικής Επιτροπής, που είναι προγραμματισμένη για την άλλη εβδομάδα, με πρόταση για εκλογή αρχηγού από τη βάση του κόμματος εντός του προσεχούς Σεπτεμβρίου. Όπως άλλωστε του ζητούν και παραδοσιακοί σύμμαχοί του.

Οι αληθινοί ηγέτες, πολύ περισσότερο όταν έχουν τη θεμιτή φιλοδοξία να γίνουν πρωθυπουργοί, δεν κρύβονται πίσω από προσχηματικές επικλήσεις τυπικών καταστατικών προβλέψεων. Στις μέρες μας, εξάλλου, οι απόπειρες θυματοποίησης με αναφορές στα «συμφέροντα που με πολεμούν» δεν βρίσκουν έρεισμα στην κοινή γνώμη. Όπως δεν είναι αποτελεσματικές και οι απειλές για διαγραφές όσων ασκούν κριτική.

Τον τελευταίο καιρό γίνεται πολύς λόγος γύρω από την πασίγνωστη έκφραση για το άλογο και το κάρο και για το ποιος στον χώρο της Κεντροαριστεράς θα καταφέρει να τα βάλει στη σωστή σειρά, έτσι ώστε να κινηθούν προς τη σωστή κατεύθυνση.

Αναμφίβολα, ο Νίκος Ανδρουλάκης έχει εξοπλίσει το δικό του κάρο με ενδιαφέρουσες προτάσεις, χωρίς ωστόσο να πείθει -μάρτυρας τα εκλογικά αποτελέσματα- ότι ο ίδιος είναι το άλογο το οποίο, εκπροσωπώντας σε πρώτη φάση το ΠΑΣΟΚ και εν συνεχεία όλη την Κεντροαριστερά, θα μπορέσει να βγει από το σημερινό τέλμα και να δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για να κερδίσει την κούρσα που οδηγεί στη διακυβέρνηση της χώρας.

Από την άλλη, όμως, όλοι όσοι αμέσως ή εμμέσως δηλώνουν διαθεσιμότητα ή εκδηλώνουν σπουδή να τον ανταγωνιστούν και να μπουν στην κούρσα για να τον διαδεχτούν, μηδέ εξαιρουμένου του δημάρχου Αθηναίων Χάρη Δούκα, ο οποίος δεν έχει προλάβει ακόμη να δώσει δείγμα πολιτικής γραφής που να τον καθιστά αποτελεσματικό ηγέτη, μοιάζουν με άλογα που είναι διατεθειμένα να τρέξουν χωρίς καν να έχουν πίσω τους κάρο με στοιχειώδες ιδεολογικό και προγραμματικό φορτίο. Κάτι σαν déjà vu του Στέφανου Κασσελάκη, ο οποίος κέρδισε την αρχηγία του ΣΥΡΙΖΑ με το… μαγιό και με τα γνωστά αποτελέσματα.

Όπως δεν νοείται να κινηθεί κάρο χωρίς άλογο, έτσι και άλογο που τρέχει μόνο του χωρίς να ακολουθείται από κάρο δεν οδηγεί πουθενά.

 

Παρασκευή 9 Φεβρουαρίου 2024

Τρικυμία στο… (μισο)άδειο ποτήρι της Κεντροαριστεράς

    Τρεις νέοι -και εν πολλοίς φερέλπιδες- πολιτικοί από διαφορετικούς πολιτικούς σχηματισμούς, ο Μανόλης Χριστοδουλάκης από το ΠΑΣΟΚ, η Έφη Αχτσιόγλου από τη Νέα Αριστερά και ο Διονύσης Τεμπονέρας από τον ΣΥΡΙΖΑ, απεδέχθησαν την πρόσκληση μιας εφημερίδας για να συμμετάσχουν σε μια συζήτηση για τις μελλοντικές πολιτικές εξελίξεις.

         Από μια πρώτη άποψη, δεν φαίνεται να υπήρξε τίποτε το επιλήψιμο στην οργάνωση μιας τέτοιας εκδήλωσης. Από που κι ως όπου, άλλωστε, είναι πρόβλημα τρεις νέοι πολιτικοί να μη μπορούν να συνομιλούν μεταξύ τους, να εκφράζουν τις απόψεις τους και να προβληματίζονται για το μέλλον που επιφυλάσσουν στην ελληνική κοινωνία οι τρέχουσες καταστάσεις; Θα ήταν ευχής έργον αν οι Έλληνες πολιτικοί κατάφερναν να ανταλλάσσουν απόψεις χωρίς υστεροβουλίες και υπολογισμούς.    

         Στην προκειμένη περίπτωση, όμως, τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά. Ο τίτλος τον οποίο επέλεξαν να βάλουν οι οργανωτές της εκδήλωσης ήταν τουλάχιστον αφελής, αν όχι πολιτικά προβοκατόρικος. «Απέναντι στον Μητσοτάκη ποιος;», είναι το βαρύγδουπο ερώτημα στο οποίο υποτίθεται ότι θα κληθούν να απαντήσουν ένας συμπαθής πρώην γραμματέας του ΠΑΣΟΚ, μια παρ΄ όλίγον ηγέτις του ΣΥΡΙΖΑ και ένα στέλεχος της αξιωματικής αντιπολίτευσης που μέχρι στιγμής δεν έχει γνωρίσει την επικύρωση της λαϊκής νομιμοποίησης.

         Δεν ξέρω ποιος το σκέφθηκε το συγκεκριμένο ερώτημα, αλλά, κατά την άποψή μου, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι είναι απολύτως υπονομευτικό για το όλο εγχείρημα της υποτιθέμενης αναζήτησης εναλλακτικής πολιτικής προσωπικότητας που θα διαδεχθεί τον σημερινό πρωθυπουργό, ο οποίος, όπως συνήθως συμβαίνει στις κοινοβουλευτικές δημοκρατίες, αποκλείεται να είναι… αιώνιος στο αξίωμα.

         Το πότε, όμως, αλλά κυρίως το από ποιον, θα γίνει, αργά ή γρήγορα, η διαδοχή του Κυριάκου Μητσοτάκη είναι ένα πολύπλοκο ζήτημα το οποίο αποκλείεται να απαντηθεί σε μια ημερίδα που μάλλον πρόχειρα και σίγουρα αυτάρεσκα κάποιοι οργάνωσαν, θεωρώντας ότι μπορεί να καθορίσουν τα πολιτικά μελλούμενα με μόνο κριτήριο τη δική τους βουλησιαρχία ή ίσως και προπέτεια.

         Η αναμφισβήτητη αλήθεια είναι ότι ο χώρος της Κεντροαριστεράς, το οποίον με τον έναν ή τον άλλο φιλοδοξούν να εκπροσωπούν οι τρεις συγκεκριμένοι πολιτικοί, υπερβαίνει κατά πολύ τις δικές τους -θεμιτές ή αθέμιτες- φιλοδοξίες. Διότι το μεγάλο πρόβλημα που αντιμετωπίζει σήμερα η Κεντροαριστερά είναι ο κατακερματισμός, ο οποίος σχετίζεται απολύτως με τις διαφορετικές προσεγγίσεις που έχουν σε μια σειρά από διαφορετικά ζητήματα με έντονη ιδεολογική χροιά. 

Πώς αποτιμούν, για παράδειγμα, την υπερτετραετή διακυβέρνηση από τους ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ; Και, επίσης πώς εκτιμούν τον ρόλο που διαδραμάτισε στα πολιτικά πράγματα της τελευταίας 15ετίας ο Αλέξης Τσίπρας; Δεν είναι προφανώς τυχαίο ότι τον τελευταίο έσπευσε να συναντήσει τις προηγούμενες μέρες ο κ. Τεμπονέρας, θέλοντας ενδεχομένως να δείξει ότι οι πρωτοβουλίες του έχουν -αν μη τι άλλο!- την επίνευση του τέως αρχηγού του ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος, ας μην ξεχνάμε, ποτέ δεν παραιτήθηκε, παρά μόνο, κατά την επίσημη δήλωσή του, «παραμέρισε».

Όπως και να έχει, και σε πείσμα με τις δεύτερες σκέψεις που κάνουν κάποιοι από τους συμμετέχοντες στην περί ής ο λόγος εκδήλωση, η διάσταση που της δόθηκε είναι δυσανάλογη τόσο του πολιτικού διαμετρήματος των τριών στελεχών που θα καθίσουν γύρω από το ίδιο τραπέζι για να βρουν τον αντικαταστάτη του Μητσοτάκη όσο και των παραμέτρων που συνθέτουν το υφιστάμενο πολιτικό σκηνικό.

Από την άλλη, δυσανάλογα μεγάλος μοιάζει να είναι και ο θόρυβος που ξεσηκώθηκε γύρω από την συγκεκριμένη εκδήλωση. Και αυτό διότι η ετερόκλητη τριάδα, όπως και όλοι όσοι έχουν αντίστοιχες ανησυχίες, προτού αναζητήσουν τον επόμενο πρωθυπουργό, χρειάζεται να διαμορφώσουν μια συνεκτική εναλλακτική πρόταση διακυβέρνησης η οποία να αμφισβητεί βάσιμα την διαχειριστική επάρκεια του κ. Μητσοτάκη και των πολιτικών προσώπων που τον πλαισιώνουν στην άσκηση της κυβερνητικής εξουσίας κατά τα τελευταία τεσσεράμισι χρόνια.

Όσο αυτό δεν συμβαίνει, καμμιά ημερίδα δεν θα καταφέρει να συγκολλήσει τις διαφορετικές τάσεις που επικρατούν στην Κεντροαριστερά. Με αποτέλεσμα η αναταραχή που κάποιοι διαβλέπουν να προκαλείται από πρωτοβουλίες αυτού του είδους να μην είναι στην πραγματικότητα τίποτε περισσότερο από… τρικυμία σε ένα (μισο)άδειο ποτήρι, όπως μοιάζει ο χώρος της Κεντροαριστεράς στις μέρες μας.

Δεν μπορεί, άλλωστε, να περάσει απαρατήρητο ότι, με βάση την τελευταία δημοσκόπηση που είδε το φως της δημοσιότητας (Alco για τον Alpha) το άθροισμα των δημοσκοπικών ποσοστών  τα οποία συγκεντρώνουν στην πρόθεση ψήφου το ΠΑΣΟΚ, ο ΣΥΡΙΖΑ και η Νέα Αριστερά (24,5%) υπολείπονται της επίδοσης την οποία επιτυγχάνει η κυβερνητική παράταξη (28,2%). 

Αν και είναι αρκετοί εκείνοι που δεν βρίσκουν ευθείες αναλογίες, στις αυτοδιοικητικές εκλογές του περασμένου Οκτωβρίου ο Χάρης Δούκας κατάφερε να ανατρέψει πολύ μεγαλύτερη διαφορά που χώριζε όχι μόνον τον ίδιο αλλά και τους συμμάχους που εξασφάλισε στη μάχη του δεύτερου γύρου από τον βασικό του αντίπαλο Κώστα Μπακογιάννη. 

Η ουσιαστική διαφορά, όμως, ήταν ότι ο Δούκας έδειξε εξαρχής να πιστεύει στην νίκη και, εκπονώντας ένα πρόγραμμα που διέφερε από τα τετριμμένα και μεγαλεπήβολα, κάλυψε τη δεύτερη Κυριακή μια δυσθεώρητη διαφορά που τον χώριζε στον πρώτο γύρο από τον αντίπαλό του, ο οποίος, επειδή πίστευε ότι ήταν… «άχαστος», επέλεξε να τον αντιμετωπίσει πρόσωπο με πρόσωπο στο περίφημο ντιμπέιτ που θα μνημονεύεται για χρόνια ως «case study» πολιτικής ανατροπής.  

Συμπέρασμα; Για να γεμίσει το ποτήρι της Κεντροαριστεράς, ώστε να καταστεί πλειοψηφική δύναμη, απαιτείται να συντρέξουν δύο απαράβατες προϋποθέσεις: ρηξικέλευθο πρόγραμμα και ηγέτης που να πείθει ότι μπορεί να το εφαρμόσει. Όλα τα άλλα είναι για να έχουν ύλη οι εφημερίδες και τα σάιτ και για να καταναλώνουν χρόνο τα τηλεοπτικά πρωινάδικα όταν δεν κατακλύζονται από το lifestyle του νεόκοπου αρχηγού του ΣΥΡΙΖΑ.