Η σύλληψη, για χρέη προς το δημόσιο, του
μακροβιότερου διευθυντή μεγάλης αθηναϊκής εφημερίδας και η αίτηση να υπαχθεί
στο άρθρο 99 του Πτωχευτικού Κώδικα που υπέβαλε η επιχείρηση «Τυποεκδοτική»,
που ανήκει στην ιδιοκτησία του ΚΚΕ, συνιστούν, κατά την άποψή μου, την επιτομή
της βαθιάς και πολύπλευρης κρίσης που μαστίζει τη χώρα. Κρίσης που, μεταξύ
άλλων, στο διάβα της γκρεμίζει τοτέμ και απομυθοποιηθεί «είδωλα» μιας ολόκληρης
εποχής.
Όταν οδηγείται στο αυτόφωρο για οφειλή,
έστω, λίγων χιλιάδων ευρώ μια «εμβληματική προσωπικότητα» της έντυπης
ενημέρωσης και ένα από τα πλέον καλοπληρωμένα στελέχη του «μηντιακού» χώρου, ο
οποίος γνώρισε μια πρωτοφανή εκτίναξη κατά τις δύο τελευταίες δεκαετίες, η, από
πολλές απόψεις, «αδιανόητη», μέχρι πρότινος, αυτή εξέλιξη, δεν μπορεί να αποδίδεται
στη φτωχοποίηση που έφερε το «κακό μνημόνιο», όπως θέλουν οι ιδεολογικές
δυνάμεις της ευκολίας.
Το ίδιο και η «περιπέτεια» της εκτυπωτικής επιχείρησης του
ΚΚΕ, η οποία, ενώ πρωταγωνιστούσε, επί πολλά χρόνια, στον κλάδο της,
υποχρεώνεται τώρα, όπως, άλλωστε, δεκάδες άλλες, μικρές και μεγάλες, εταιρίες,
ανά την Ελλάδα, να καταφύγει στην προστατευτική ασπίδα του νόμου και να κάνει
στάση πληρωμών, δεν μπορεί να ερμηνευθεί με το απλουστευτικό δίπολο
«αντιμνημονιακοί» και «μνημονιακοί», με το οποίο επιχειρούν ορισμένοι να
χωρίσουν την ελληνική κοινωνία.
Με την υπαγωγή της, άλλωστε, στο άρθρο 99, η εταιρία
«Τυποεκδοτική» καλεί, επί της ουσίας, τους πιστωτές της να υπογράψουν ένα
«μνημόνιο διάσωσης», που –τηρουμένων των αναλογιών- δεν διαφέρει από εκείνο που
υποχρεώθηκε να συνάψει τον Μάιο του 2010 η ελληνική κυβέρνηση, όταν αδυνατούσε
να αντλήσει νέα δάνεια για να αποπληρώσει παλαιά χρέη και να καλύψει άλλες
υποχρεώσεις.
Το παραδέχεται, χωρίς πολλές περιστροφές, η ίδια η εταιρία,
χαρακτηρίζοντας τη -δικαστικού χαρακτήρα- πρωτοβουλία της ως «έσχατο βήμα
άμυνας, προκειμένου να ενισχυθούν οι προσπάθειες που κάνει για την εξυγίανσή
της και εν τέλει τη διάσωσή της», όπως επί λέξει αναφέρεται στην ανακοίνωση που
εξέδωσε και με την οποία υπόσχεται να έρθει σε συμφωνία με τους πιστωτές και να
καταρτίσει πρόγραμμα εξυγίανσης με συγκεκριμένα μέτρα που, ωστόσο, δεν τα
αναλύει.
«Η υπαγωγή της στη διαδικασία αυτή θα της επιτρέψει να
συμφωνήσει με τους πιστωτές της (τράπεζες και προμηθευτές) σε ένα ρεαλιστικό
πρόγραμμα ικανοποιήσεως των απαιτήσεών τους και να μπορέσει να εφαρμόσει το
επιχειρηματικό σχέδιο που έχει καταστρώσει», προστίθεται στην ίδια ανακοίνωση
της «Τυποεκδοτικής».
«Σε κάθε περίπτωση, η εταιρεία θα πάρει όλα τα απαραίτητα
μέτρα προκειμένου να καταβληθούν τα δεδουλευμένα των εργαζομένων, να εξοφληθούν
τα ασφαλιστικά ταμεία και να ικανοποιηθούν οι πιστωτές της», είναι η
διαβεβαίωση που παρέχουν οι ιθύνοντες της εταιρίας, που είναι «επαγγελματικά»
στελέχη του ΚΚΕ.
«Με το άνοιγμα της διαδικασίας εξυγίανσης η «Τυποεκδοτική» θα
καταφέρει να αντιμετωπίσει με επιτυχία τη βάσιμη απειλή να βρεθεί προσεχώς στη
δύσκολη θέση να μην μπορεί να εξοφλεί τις ληξιπρόθεσμες οφειλές της και
σημαντικό μέρος των λειτουργικών εξόδων της», καταλήγει η ανακοίνωση της
εταιρίας.
Πιθανολογώ ότι μπορεί να υπάρχουν γύρω μας κάποιοι που
επιχαίρουν γι΄ αυτό που συμβαίνει, κάνοντας, ενδεχομένως, συγκρίσεις με τη στάση
που τηρούν οι ιδιοκτήτες της εν λόγω εταιρίας, όταν πρόκειται για άλλες
επιχειρήσεις. Προσωπικά λυπούμαι βαθιά. Γιατί δεν είμαι από εκείνους που
επιχαίρουν με το πάθημα κανενός. Πόσω μάλλον μιας επιχείρησης που δίνει δουλειά
σε εκατοντάδες εργαζομένους, οι οποίοι, αν κλείσει, θα προστεθούν στις στρατιές
των ανέργων που μέρα με τη μέρα αυξάνουν.
Με λυπεί, εξίσου, και με θλίβει η κράτηση ενός τέως διευθυντή
εφημερίδας. Όχι μόνον ως προσωπική δοκιμασία ενός ανθρώπου που υπήρξε το «πρότυπο»
για πολλούς από εμάς της νεότερης γενιάς των δημοσιογράφων. Αλλά, κυρίως, γιατί
ανησυχώ πως με τον τρόπο που εκδηλώνεται αυτή η ισοπεδωτική κρίση, στο τέλος δεν
θα υπάρξουν επαρκείς δυνάμεις για να παλέψουν υπέρ της απαραίτητης ανάταξης της
ελληνικής κοινωνίας, που δεν μπορεί να αργήσει για πολύ ακόμη.
Πιστεύω, άλλωστε, ακράδαντα πως, σε αυτή τη διαδικασία της
ανάταξης, συνθήκη εκ των ων ουκ άνευ αποτελεί η δύναμη του παραδείγματος.
Χρειάζεται, δηλαδή, να υπάρχουν κόμματα που να αγωνίζονται κατά της ανεργίας,
χωρίς τα ίδια να την τροφοδοτούν. Όπως χρειάζονται και δημοσιογράφοι που να
στηλιτεύουν αξιόπιστα τη φοροδιαφυγή, χωρίς οι ίδιοι να έχουν τέτοιους
«σκελετούς στη ντουλάπα» τους.
*Ο Γρηγόρης Τζιοβάρας
είναι δημοσιογράφος, περιφερειακός σύμβουλος Θεσπρωτίας στο νέο Περιφερειακό
Συμβούλιο Ηπείρου. Η αρθρογραφία του (ανα)δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα:
http://topikakaiatopa.blogspot.com.