Συνολικές προβολές σελίδας

Πέμπτη 9 Απριλίου 2020

«Αριστεία χωρίς αλαζονεία» ή «το όπλο παρά πόδα»;


Κανένας άλλος, ίσως, δεν θα μπορούσε να περιγράψει καλύτερα την… καλοτυχία που απολαμβάνει η χώρα μας τούτες τις δύσκολες μέρες και ώρες, που περνάει ολόκληρος ο πλανήτης, όσο ένας γιατρός, ο πρόεδρος της Ιατρικής Σχολικής Αθήνας Πέτρος Σφηκάκης, ο οποίος νόσησε από τον κορωνοϊό, αποθεραπεύτηκε και επέστρεψε στα καθήκοντα του.
«Έχουμε πάει καλά χάρη στην αριστεία των μελών της επιστημονικής επιτροπής του υπουργείου Υγείας που λειτούργησαν χωρίς αλαζονεία», δήλωσε τις προηγούμενες ημέρες ο κ. Σφηκάκης (στο «Έθνος της Κυριακής»).
«Δεν μπορεί να πεις ότι στα άλλα κράτη που παρουσιάζουν αυξημένα κρούσματα, οι επιστημονικές επιτροπές δεν ήταν άριστες», εξήγησε, προσθέτοντας: «Εμείς όμως δεν είχαμε αλαζονεία. Έχουμε δηλαδή τον συνδυασμό: Αριστεία χωρίς αλαζονεία…».
Οι τρεις αυτές λέξεις –«αριστεία χωρίς αλαζονεία»- θα μπορούσαν όντως να αποτελέσουν το «σήμα κατατεθέν» αυτού του νικηφόρου, όπως προδιαγράφεται, αγώνα που δίνει το επιστημονικό δυναμικό της χώρας μας κατά του ύπουλου και φονικού ιού.
Είναι λέξεις στις οποίες αποτυπώνεται τόσο παραστατικά ο συνδυασμός επιστημοσύνης και ανθρωπιάς που αποπνέει ο εξαιρετικός καθηγητής Λοιμωξιολογίας Σωτήρης Τσιόδρας, από τα χείλη του οποίου κρέμεται κάθε απόγευμα ολόκληρη η Ελλάδα.
Το μεγάλο ευτύχημα, όμως, για την Ελλάδα είναι ότι ο εκπληκτικός κ. Τσιόδρας δεν δείχνει να αποτελεί την εξαίρεση. Είναι μάλλον ο κανόνας αφού μια πλειάδα συναδέλφων του στην Ιατρική και στο ελληνικό Πανεπιστήμιο, οι οποίοι αρθρώνουν δημόσιο λόγο για την εξέλιξη της πανδημίας, επιδεικνύουν, στη συντριπτική τους πλειονότητα, σπάνιο ήθος, υψηλή επαγγελματική επάρκεια και απαράμιλλη μετριοπάθεια.
Είναι, κακά τα ψέματα, σπάνιο το φαινόμενο που παρακολουθούμε τις τελευταίες εβδομάδες και φωτίζει με δυνατές αχτίδες αισιοδοξίας τη μαυρίλα των ημερών του εγκλεισμού και της απομόνωσης που βιώνουμε.
Είναι, μάλιστα, τόσο σπάνιο το φαινόμενο που κάνει πολλούς να απορούν και αναρωτιούνται: Που ήταν, άραγε, κρυμμένη τόσα χρόνια αυτή η «άλλη Ελλάδα»; Η Ελλάδα του καθήκοντος. Η Ελλάδα της αλληλεγγύης για τον συνάνθρωπο. Η Ελλάδα της αγαστής συνεργασίας τόσων πολλών επιστημόνων.
Το πλέον εντυπωσιακό, εν προκειμένω, δεν είναι ότι έχουμε να κάνουμε με καλά καταρτισμένους επιστήμονες που ξέρουν το αντικείμενό τους και στην θεωρία και στην πράξη, ούτε ότι είναι ενήμεροι για τις εξελίξεις στο διεθνές επιστημονικό στερέωμα και τις προσπάθειες που γίνονται για την εξεύρεση νέων θεραπειών.
Εκείνο που περισσότερο εντυπωσιάζει είναι επιπλέον προσόντα τους που έρχονται στην επιφάνεια. Ότι, για παράδειγμα, δεν βγαίνουν στην τηλεόραση για να καβγαδίσουν, ούτε για να κάνουν επίδειξη γνώσεων ή εξυπνακίστικης διαφοροποίησης, όπως είχαμε συνηθίσει τα τελευταία χρόνια με σεισμολόγους, οικονομολόγους και διαφόρους άλλους.
Αντιθέτως, σε αυτή την πανδημία υπάρχει ένας μεγάλος αριθμός γιατρών οι οποίοι μέσα από τις εφημερίδες, τις τηλεοράσεις, τα ραδιόφωνα και τους ειδησεογραφικούς ιστότοπους ενημερώνουν με εύληπτο τρόπο τους πολίτες, μιλώντας, συνάμα, με σεβασμό για την κοινωνία, χωρίς περιττές δραματοποιήσεις και ανούσιους διδακτισμούς.
Το ξεχωριστό κλίμα που αναδύεται από την ιδιαίτερη αυτή κατάσταση έχει άμεσα και απτά αποτελέσματα. Είναι αποτελέσματα που τα βλέπει κανείς στον υψηλό βαθμό συμμόρφωσης που δείχνει ο πιο… απείθαρχος λαός της υφηλίου.
Ποιος, αλήθεια, θα περίμενε ότι θα ερήμωνε από τη μια μέρα στην άλλη η Ελλάδα της οποίας μέχρι πρότινος το ένα τρίτο του πληθυσμού της πίστευε ότι… μας ψεκάζουν;
Η μεγαλύτερη επιτυχία των άξιων Ελλήνων επιστημόνων, που βρίσκονται στην «πρώτη γραμμή του πυρός» και που, εν προκειμένω, σχετίζεται με τη συνεχή ενημέρωση των πολιτών, είναι ακριβώς η εμπιστοσύνη την οποία εκπέμπουν.
Η πειθώ την οποία ασκούν, ακόμη και στην περίπτωση που λειτουργεί ως φόβος, υποχρέωσε ακόμη και συνέλληνες που γαλουχήθηκαν με συνθήματα όπως το ηρωικό «του Έλληνος ο τράχηλος ζυγό δεν υπομένει…» να μένουν στα σπίτια τους.
Στον αντίποδα βεβαίως δεν λείπουν οι πολύ λίγοι μίζεροι αρνητές της πραγματικότητας, οι λιγοστοί υμνητές των υβριστών που απειλούσαν ότι θα έθαβαν τρία μέτρα κάτω από τη γη όσους τους ασκούσαν κριτική, οι ελάχιστοι αμετανόητοι οπαδοί του διχασμού και της μισαλλοδοξίας που θρασύδειλα απειλούν ότι «μετά θα λογαριαστούμε».
Δεν αντιλαμβάνονται οι αφελείς ότι το σύνθημα τους παραπέμπει στο διαβόητο ρηθέν για «το όπλο παρά πόδα» που επινόησε ο άμοιρος Νίκος Ζαχαριάδης την επομένη της δεινής ήττας που υπέστη στον Εμφύλιο τον οποίο ο ίδιος προκάλεσε. Ούτε προφανώς λαμβάνουν υπόψιν τους ότι μερικά χρόνια αργότερα ο ίδιος ο αρχηγός των ηττημένων ανταρτών αναζητούσε ματαίως δικαίωση επιχειρώντας να καταφύγει στην πρεσβεία της (χουντικής!) Ελλάδας…
Όπως και να έχει, οι πρόσφατες εξελίξεις δείχνουν ότι οι Έλληνες πολίτες μετά την περιπέτεια που έζησαν τα προηγούμενα χρόνια και η οποία αναμφισβήτητα διήρκεσε περισσότερο, επειδή ήταν πολλοί εκείνοι πίστεψαν τις ανόητες αυταπάτες διάφορων αλαζονικών σαλτιμπάγκων, δείχνουν πλέον να εμπιστεύονται όλο και περισσότερο τις ορθολογικές θέσεις και απόψεις.
Και αυτό, αν θέλετε, θα αποδειχθεί, πιθανότατα, ως ένα από τα μεγάλα κέρδη που θα μετριάσουν τις ζημιές της επέλασης του κορωνοϊού. Δεν είναι λίγο να έρθει στο προσκήνιο η Ελλάδα που επενδύει στην «αριστεία, χωρίς αλαζονεία» και αντιστρατεύεται την «αλαζονεία του μίσους κατά της αριστείας» που ζήσαμε τα προηγούμενα χρόνια.
Να είμαστε, λοιπόν, καλά, να το ζήσουμε και να το απολαύσουμε!

Πέμπτη 2 Απριλίου 2020

Οι… απερίσπαστοι συνωμοσιολόγοι θα δώσουν, άραγε, λογαριασμό;


Μέχρι πριν από δύο εβδομάδες, ο Αμερικανός Πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ, θέλοντας να υποβαθμίσει τον επελαύνοντα κορωνοϊό, ο οποίος σάρωνε ήδη τον πλανήτη από άκρη σε άκρη, επέμεινε να τον αποκαλεί «κινέζικο ιό», σε μια διττή προσπάθεια που κατέτεινε, αφενός, στην υποβάθμιση της σημασίας του φαινομένου και, αφετέρου, στην επιβεβαίωση της ιδεοληπτικής εμμονής του κατά του δημόσιου συστήματος υγείας.
Όπως εμμέσως παραδεχόταν ο πρόεδρος των ΗΠΑ, ο βασικός λόγος για τον οποίο αρνούνταν να δει κατάματα την πραγματικότητα που δημιουργούνταν πια σε πολλές χώρες μακριά από την Κίνα, ήταν επειδή φοβόταν ότι οι διαφαινόμενες επιπτώσεις θα διακινδύνευαν την επανεκλογή του, αφού τα μέτρα τα οποία θα έπρεπε να ληφθούν θα επιβάρυναν την αμερικανική οικονομία και αυτό θα μετρούσε στην ψήφο που δώσουν τον Νοέμβριο οι Αμερικανοί πολίτες.
Ήρθαν, όμως, έτσι τα πράγματα που η εικασία του Ντόναλντ Τραμπ κινδυνεύει να λειτουργήσει ως αυτοεκπληρούμενη προφητεία. Διότι εκείνο το οποίο υποτίθεται ότι ήθελε να αποφύγει με την άρνηση της βοώσας πραγματικότητας, δηλαδή το αποκαλούμενο «πολιτικό κόστος» από τη λήψη μέτρων που θα έπλητταν την οικονομία των ΗΠΑ, απεδείχθη όχι μόνον ότι ήταν αναπόφευκτο, αλλά, εν τέλει, το τίμημα που θα κληθούν να πληρώσει η χώρα αλλά και ο Πρόεδρός της θα είναι ακόμη βαρύτερο.
Οι δραματικές εξελίξεις των τελευταίων ημερών δείχνουν ότι η οικονομική ζημιά μεγάλωσε κατά πολύ από την καθυστέρηση ανάληψης δράσης για την ανάσχεση της πανδημίας. Ενώ οι πολύ περισσότερες ανθρώπινες ζωές που, δυστυχώς, θα χαθούν και μάλιστα αδίκως, εξαιτίας της ιδεοληπτικής εμμονής του Αμερικανού Προέδρου, αναπόφευκτα δυσχεραίνουν τα πολιτικά σχέδια του αμετροεπούς πολιτικού. Ο οποίος στην αρχή αρνούνταν το lockdown, τώρα πλέον ανεβάζει πολύ ψηλά τον πήχη με τους πιθανούς θανάτους, σε μια κουτοπόνηρη απόπειρα να μην περάσει από κάτω.
Η περίπτωση της ιδεοληπτικής άρνησης του Ντόναλντ Τραμπ να αναγνωρίσει την πραγματικότητα και να προασπίσει το συμφέρον των πολιτών του, αλλά και του ίδιου, δεν είναι η μοναδική. Την είδαμε στη γειτονική μας Τουρκία του Ερντογάν, την είδαμε στη Μεγάλη Βρετανία του Μπόρις Τζόνσον, που ανέκρουσαν πρύμναν, ακολουθώντας την οπορτουνιστική τακτική του Αμερικανού Προέδρου. Τη βλέπουμε στη μακρινή Βραζιλία του ανεκδιήγητου Μπολσονάρου, ο οποίος συνεχίζει ασυγκίνητος μπροστά στο παγκόσμιο «γαϊτανάκι του θανάτου».
Εξίσου μεγάλο δυστύχημα, όμως, είναι και το ότι αντίστοιχα στρεβλή ερμηνεία των όσων μας συμβαίνουν κάνουν και υποτιθέμενοι «διανοούμενοι» του εγχώριου καλλιτεχνικού στερεώματος οι οποίοι, σε μια επίδειξη δήθεν πνεύματος αντίστασης σε όσες παραδοχές κάνουμε όλοι εμείς οι υπόλοιποι που παίρνουν τοις μετρητοίς τις απόψεις και τις νουθεσίες των ειδικών επιστημόνων, καταφεύγουν σε ασύλληπτες θεωρίες συνωμοσίας για όσα –υποτίθεται ότι- υποκρύπτονται πίσω από την πανδημία και τα μέτρα κοινωνικής αποστασιοποίησης που συστήνονται για τον περιορισμό της εξάπλωσης.
Μετά τον Σταμάτη Κραουνάκη που διαπίστωσε ότι ο κορωνοϊός είναι «εργαστηριακή επίθεση μείωσης πληθυσμών» και ότι «το εμβόλιο υπάρχει», αλλά ο ίδιος έχει βρει το δικό του φάρμακο που είναι η… πρόπολη, εμφανίστηκε στο προσκήνιο ο Γιώργος Κιμούλης για να μας «αποκαλύψει» ότι όλος αυτός ο εφιάλτης τον οποίο ζει ολόκληρος ο πλανήτης δεν είναι παρά «εργαλείο περίσπασης». Και γι΄ αυτό ο γνωστός ηθοποιός και σκηνοθέτης βάζει εισαγωγικά στη λέξη «πανδημία», επειδή προφανώς αμφισβητεί την ύπαρξή της.
Εκ πρώτης άποψης, είναι απορίας πως μπορεί να συγκλίνουν οι θέσεις πολιτικάντηδων της Ακροδεξιάς και με οι απόψεις καλλιτεχνών που εμφανίζονται να είναι στρατευμένοι στην Αριστερά. Με δεδομένη, όμως, τη σύγκλιση των άκρων που ζήσαμε στη χώρα μας την περασμένη δεκαετία, ίσως δεν πρέπει να απορεί κανείς. Η ώσμωση που έφερε ο λεγόμενος «αντιμνημονιακός» αγώνας φαίνεται ότι έχει αφήσει βαθύ αποτύπωμα στο κοινωνικό σώμα. Γι΄ αυτό και σε πείσμα των σχηματικών διαχωρισμών, η παρανοϊκή Ακροδεξιά και η παλαβή Ακροαριστερά βρίσκουν κοινή γλώσσα.
Υπό άλλες συνθήκες, οι δήθεν αντισυμβατικές προσεγγίσεις καλλιτεχνών που, αν και δηλώνουν αριστεροί, δεν έχουν πρόβλημα να χρησιμοποιούν τα… αστικά μέσα κοινωνικής δικτύωσης για να προπαγανδίσουν τις θεωρίες τους, ίσως να μην είχαν καμία σημασία. Στην παρούσα συγκυρία, ωστόσο, δεν περνούν απαρατήρητες εξαιτίας του γεγονότος ότι η δημοφιλία του facebook, ειδικά αυτή την εποχή του εγκλεισμού των πολλών, είναι εκτεταμένη και αρκετοί συμπολίτες μας νομίζουν ότι «ενημερώνονται» μέσω αυτού.
Είναι ευτύχημα, πάντως, ότι οι… απερίσπαστοι συνωμοσιολογικοί ισχυρισμοί τους φαίνεται να βρίσκουν πολύ μικρή ανταπόκριση στην πολύπαθη ελληνική κοινωνία που δοκιμάστηκε σκληρά την προηγούμενη δεκαετία, εξαιτίας και του γεγονότος ότι η κρίση παρατάθηκε από αυταπάτες, ψευδαισθήσεις και φαντασιώσεις. Η συντριπτική πλειονότητα των συμπατριωτών μας εμπιστεύονται, πλέον, το επιστημονικό δυναμικό και τις αρχές της χώρας, συμμορφώνονται με τις υποδείξεις τους και τηρούν αγόγγυστα τα επώδυνα μέτρα της απομόνωσης και της κοινωνικής αποστασιοποίησης.
Μιας, ωστόσο, και έχει γίνει του συρμού η μισαλλόδοξη καμπάνια «μετά θα λογαριαστούμε» που διακινείται από κάποιους που κινούνται στο ίδιο ιδεολογικό στίγμα με τους… απερίσπαστους συνωμοσιολόγους της εποχής μας, θα είχε ενδιαφέρον, όταν τελειώσει ο εφιάλτης που ζούμε, να έδιναν λογαριασμό στους συμπολίτες μας που τους θαυμάζουν και τους ανέδειξαν σε πνευματικούς ταγούς. Λέτε να το κάνουν;

Πέμπτη 26 Μαρτίου 2020

«Ζήτω το Κράτος», αλλά «ποιο Κράτος»;

            Από αρχαιοτάτων χρόνων, στους πολέμους και σε ανάλογες μείζονες κρίσεις, όπως η πρωτοφανής πανδημία την οποία βιώνουμε αυτή την περίοδο, είθισται οι πολίτες να στρέφονται προς το Κράτος ως τον θεσμό και φορέα της συλλογικής βούλησης για ένωση των διάσπαρτων δυνάμεων της κοινωνίας προκειμένου να δώσουν πιο αποτελεσματικά τον αγώνα για περιορισμό των καταστροφικών συνεπειών της εκάστοτε κρίσης.
            Η τάση αυτή είναι ευεξήγητη καθώς θεωρείται λογικό και αναμενόμενο οι πολίτες όχι απλώς να θέλουν αλλά και να απαιτούν την εμπλοκή του Κράτους όταν βρίσκονται αντιμέτωποι με πολεμικές συρράξεις, φυσικές καταστροφές ή άλλα ακραία φαινόμενα όπως η παγκόσμια υγειονομική κρίση των ημερών μας, που συνιστούν σημαντική απειλή για τις ζωές πολλών ανθρώπων και την μετέπειτα ευημερία πολύ περισσότερων.
            Το Σύνταγμα της χώρας μας περιέχει ρητή διάταξη (στην παράγραφο 3 του άρθρου 21) σύμφωνα με την οποία «το Kράτος μεριμνά για την υγεία των πολιτών και παίρνει ειδικά μέτρα για την προστασία της νεότητας, του γήρατος, της αναπηρίας και για την περίθαλψη των απόρων». Είναι μια διάταξη που ισχύσει από το 1975 όταν ψηφίστηκε για πρώτη ο ισχύων χάρτης της ελληνικής Πολιτείας και παρέμεινε έκτοτε αναλλοίωτη.
Ίσως δεν είναι κατάλληλος ο χρόνος για ιδεολογικές αντιπαραθέσεις, αλλά, αφού τέθηκε στη δημόσια σφαίρα, δεν μπορεί να μην επισημανθεί ότι το πως εφαρμόστηκε η εν λόγω συνταγματική πρόνοια είναι θέμα το οποίο σχετίζεται με τις ευαισθησίες και τις προτεραιότητες των εκάστοτε κυβερνήσεων. Συνάμα, όμως, αποτελεί και ζήτημα το οποίο συναρτάται ευθέως τόσο από τους διαθέσιμους οικονομικούς πόρους όσο και από αυτόν καθεαυτόν τον τρόπο διάθεσης των πόρων.
Οι ασύλληπτες, για παράδειγμα, σπατάλες οι οποίες έγιναν στη διάρκεια της πρώτης δεκαετίας του τρέχοντος αιώνα, όταν πολλαπλασιάστηκε μέσα σε λίγα χρόνια η φαρμακευτική δαπάνη, δεν είναι άσχετες από την ανάγκη για σημαντική περικοπή των δαπανών που επιβλήθηκε κατά τη μνημονιακή δεκαετία που ακολούθησε.
Κακά τα ψέματα, αν δεν υπήρχαν οι σπατάλες της δεκαετίας που οδήγησαν στις περικοπές της επομένης, το Εθνικό Σύστημα Υγείας θα μπορούσε με τα ίδια χρήματα να ήταν σήμερα σε πολύ καλύτερη κατάσταση τόσο σε ιατροτεχνολογικό εξοπλισμό όσο και σε νοσηλευτικό και ιατρικό προσωπικό.
Θα χρειαζόταν, οπωσδήποτε, ενίσχυση για να αντιμετωπίσει τις έκτακτες συνθήκες που δημιουργεί η πανδημία. Θα διέθετε, όμως, περισσότερους υγειονομικούς, έχοντας κρατήσει και στη χώρα αρκετούς από τους νεότερους γιατρούς οι οποίοι, ενώ σπούδασαν με χρήματα των Ελλήνων φορολογουμένων, προσφέρουν υπηρεσίες σε άλλες χώρες. Ενώ θα είχε και λιγότερο επιτακτικές ανάγκες για νέες ΜΕΘ και ΜΑΦ, για αναπνευστήρες και αναλώσιμα. 
            Όσο δικαιολογημένο, λοιπόν, είναι να αναφωνούμε αυτές τις μέρες «ζήτω το κράτος», άλλο τόσο επιβεβλημένο είναι να αναρωτιόμαστε «ποιο κράτος είναι αυτό που θέλουμε;». Θέλουμε ένα σύγχρονο και ευέλικτο Κράτος; Ή προτιμούμε ένα Κράτος «Λεβιάθαν» που παραπέμπει στα χρεωκοπημένα κομμουνιστικά καθεστώτα του παρελθόντος και χρησιμοποιείται ως λάφυρο από κάθε λογής επιτηδείους;
Θέλουμε ένα Κράτος το οποίο υπάρχει και λειτουργεί στην υπηρεσία των πολιτών; Ή ένα Κράτος που προσλαμβάνει ανεξέλεγκτα υπαλλήλους (κηπουρούς και όχι νοσηλευτές, διοικητικούς και όχι γιατρούς) χωρίς κριτήρια και αξιολόγηση;
Θέλουμε ένα Κράτος – στρατηγείο που έχει ως κύριο ρόλο να εγγυάται τις ελευθερίες και τα δικαιώματα των πολιτών, θέτοντας τους κανόνες; Ή βολευόμαστε με ένα Κράτος, το οποίο είναι έρμαιο των κομματικών εγκάθετων που σιτίζονται από αυτό είτε ως διοικούντες είτε ως συνδιοικούντες συνδικαλιστές;    
           Τα ερωτήματα δεν είναι ούτε θεωρητικά ούτε ρητορικά. Είναι απολύτως πρακτικά. Και ανακύπτουν αβίαστα εξαιτίας του γεγονότος ότι η πλειονότητα όλων όσοι σήμερα αποθεώνουν την ανάγκη της κρατικής παρέμβασης είναι οι ίδιοι που ήταν δογματικά αντίθετοι σε όλες τις προσπάθειες εξορθολογισμού και εκσυγχρονισμού του Δημοσίου μέσω της θέσπισης διαδικασιών και κανόνων για την αξιολόγηση των κρατικών δομών και των υπηρετούντων σε αυτές στελεχών.
Υπό αυτή την έννοια, η παρούσα κρίση που επιτάσσει την οργάνωση της συλλογικής άμυνας στα «ξύλινα τείχη» -για να θυμηθούμε τον χρησμό της Πυθίας πριν τη ναυμαχία της Σαλαμίνας το 480 π.Χ.- του Δημοσίου δεν δικαιώνει σίγουρα όλους εκείνους οι οποίοι με φανατισμό υποστήριζαν το κλείσιμο δημόσιων νοσοκομείων, την… κατεδάφιση της ΕΡΤ και άλλες λαϊκίστικες υπερβολές που θα λειτουργούσαν ως «πανάκεια» για την ανάπτυξη.
Εξίσου αδικαίωτη, όμως, παραμένει και η επιμονή όλων όσοι θέλουν την κρατικοποίηση των πάντων και βρήκαν τώρα ευκαιρία να «την πουν» σε όσους δεν ενστερνίζονται τις απόψεις τους κατά της αξιολόγησης των εκπαιδευτικών ή της εκμάθησης και χρήσης των νέων τεχνολογιών από τους δημοσίους υπαλλήλους προκειμένου να εξελιχθούν.
Για να το πούμε, αν θέλετε, και με ένα ακόμη ευχερές παράδειγμα: Κράτος ήταν το υπουργείο Ψηφιακής Πολιτικής, Τηλεπικοινωνιών και Ενημέρωσης, το οποίο, υπό την ηγεσία του Νίκου Παπά, ασχολούνταν με… υψιπετή εγχειρήματα όπως η διανομή των τηλεοπτικών αδειών και η… κατάκτηση του Διαστήματος.
Κράτος είναι και το υπουργείο Ψηφιακής Διακυβέρνησης που το διαδέχθηκε και, υπό την οποία ηγεσία του Κυριάκου Πιερρακάκη, πήρε το νήμα από το 2014, αν όχι και από το… 2012, για να προχωρήσει επιτέλους η ψηφιοποίηση του ελληνικού Δημοσίου προς όφελος των Ελλήνων πολιτών οι οποίοι με τον απλούστερο τρόπο εκδίδουν αυτές τις μέρες τις άδειες για να κυκλοφορούν.        
             Σε τελική ανάλυση, άλλωστε, στο ερώτημα για «περισσότερο ή λιγότερο Κράτος;», η λογική απάντηση την οποία πάντοτε ενστερνίζονται οι όπου γης νουνεχείς και μετριοπαθείς ήταν και παραμένει μία: αποτελεσματικό Κράτος. Αυτό ακριβώς χρειαζόμασταν πριν από τη κρίση με την πανδημία του κορωνοϊού. Αυτό χρειαζόμαστε τώρα. Αυτό θα χρειαστούμε και μόλις περάσει η κρίση και αρχίσει η ανάκαμψη.