Συνολικές προβολές σελίδας

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΕΡΤ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΕΡΤ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη 23 Ιουλίου 2015

Τα διάτρητα οχυρά του βερμπαλισμού



Ακούγοντας τον πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα να κλείνει την ομιλία του στη Βουλή υποστηρίζοντας ότι «η διακυβέρνηση της χώρας, η προοπτική της, η συζήτηση και οι ιδεολογικές μας αντιπαραθέσεις για το μέλλον δεν μπορεί να εξαντλούνται στη διαπραγμάτευση», σού έδινε την αίσθηση ότι ετοιμαζόταν να προβεί σε κάποιες σημαντικές ανακοινώσεις που θα άλλαζαν την εικόνα της κυβερνητικής ανυπαρξίας που με περισσή ευκολία μπορεί να διαπιστώσει κανείς είτε κατοικεί σε αυτή τη χώρα είτε είναι απλός επισκέπτης της.
Η συνέχεια, υπήρξε, δυστυχώς, άκρως απογοητευτική, παρόλο που ο κ. Τσίπρας ξεκίνησε αποκρούοντας την πεποίθηση που, όπως είπε, έχουν κάποιοι -μάλλον στο ίδιο του το κόμμα -ότι «ο ρόλος μιας κυβέρνησης της Αριστεράς περιορίζεται στη διαπραγμάτευση και στη σύγκρουση με τους έξω». Και αμέσως μετά πρόσθεσε ότι ο ίδιος δεν πιστεύει πως «για όλα τα δεινά της χώρας μας ευθύνονται οι έξω» και ότι «υπάρχουν εγγενείς αδυναμίες στην οικονομία, στο πολιτικό σύστημα και σημαντικές διαχωριστικές γραμμές για τις οποίες θα άξιζε να συγκρουστούμε».
Οι γενικόλογες, μάλιστα, αναφορές που ακολούθησαν δεν άφηναν κανένα περιθώριο αισιοδοξίας, αφού η προαναγγελθείσα σύγκρουση συρρικνώθηκε σε χιλιοειπωμένες γενικότητες. Πολύ περισσότερο δε που αίφνης ξέχασε τα περί «κυβέρνησης της Αριστεράς» για να υποστηρίξει ότι «ο ΣΥΡΙΖΑ μαζί με τους ΑΝΕΛ αναλάβαμε τη διακυβέρνηση του τόπου, υποσχόμενοι να αλλάξουμε τη χώρα». Και, όπως με μεγάλη δόση βερμπαλισμού, πρόσθεσε, «για να αντιπαρατεθούμε και να αποτελειώσουμε τη διαφθορά και τη διαπλοκή εντός της χώρας».
«Από αύριο και παράλληλα με τη διαπραγμάτευση ρίχνουμε το βάρος της κυβερνητικής πολιτικής σε τέσσερις μεγάλους άξονες με στόχο την προοδευτική ανασυγκρότηση της χώρας», συμπλήρωσε ο κ. Τσίπρας. Μόνον, όμως, που φαίνεται ότι κάπου εκεί τα έμπλεξε -πιθανότατα όχι μόνον με την αρίθμηση- και έμεινε ουσιαστικά μόνον σε έναν άξονα που ήταν το ξεκίνημα της δημόσιας διαβούλευσης για το νομοσχέδιο «που βάζει τέλος, επιτέλους, στην ασυδοσία της διαπλοκής και θεσπίζει καθεστώς διαφάνειας στο ραδιοτηλεοπτικό τοπίο».
Αν η αδειοδότηση των ραδιοτηλεοπτικών σταθμών, έστω και χωρίς τον προβληματικό τρόπο που περιγράφεται στο κυβερνητικό νομοσχέδιο, είναι στοιχείο της «προοδευτικής ανασυγκρότησης της χώρας», είναι σαφές ότι στο κυβερνητικό επιτελείο πρέπει να έχει χαθεί η αίσθηση πολλών εννοιών. Γιατί μπορεί όντως να αποτελεί «ευρωπαϊκή πρωτοτυπία» η επί εικοσιπενταετία χορήγηση προσωρινών αδειών στους καναλάρχες, αλλά ποιός, αλήθεια, θα θεωρήσει, οψέποτε δοθούν οριστικές άδειες, ότι λύθηκαν τα μεγάλα προβλήματα υπανάπτυξης -όχι μόνον οικονομικής, αλλά και κοινωνικής, πολιτικής και θεσμικής- με τα οποία είναι αντιμέτωπη η χώρα;
Πιστεύει κανείς ότι εφόσον δοθεί, κατά την πρωθυπουργική εξαγγελία, η δυνατότητα στην ΕΡΤ να γίνει πάροχος ψηφιακού σήματος απέναντι στο σημερινό μονοπώλιο της DIGEA, θα γεμίσουν τα δημόσια ταμεία με χρήμα, όπως άφησε να διαφανεί ο κ. Τσίπρας; Όχι, τίποτε άλλο, αλλά αυτές τις «μπαρούφες» έβαζαν και στα σημειώματα που έδιναν στους εκπροσώπους των εταίρων και δανειστών κατά την υποτιθέμενη σκληρή διαπραγμάτευση που έκαναν τους τελευταίους μήνες και όταν οι τροϊκανοί τούς τα γυρνούσαν πίσω υποστήριζαν ότι αυτός ήταν ο λόγος για τον οποίον παρατεινόταν η εκκρεμότητα με τη διαπραγμάτευση μέχρι που φθάσαμε στο απονενοημένο διάβημα του δημοψηφίσματος.
Το πιο μεγάλο δυστύχημα, όμως, είναι ότι, παρά τις τραγικές συνέπειες που είχε για τη χώρα ο τρόπος που διαπραγματεύτηκε ο κ. Τσίπρας και την υποχρέωση που ένοιωσε να αναγνωρίσει γενικώς και αορίστως ότι «κάναμε κι εμείς λάθη»,  η ομιλία του στη Βουλή πιστοποίησε ότι τα «παθήματα» που αντιμετώπισε δεν φαίνεται να του έχουν γίνει «μαθήματα».
Πώς αλλιώς μπορεί να εξηγηθεί το γεγονός ότι ενώ παραδέχθηκε ότι στο πλαίσιο του δύσκολου συμβιβασμού που επεχείρησε «αγγίξαμε τα όρια της ελληνικής οικονομίας και του τραπεζικού συστήματος», εκείνος εμφανίστηκε να είναι ικανοποιημένος; Γιατί; Επειδή, λέει, «αναδείξαμε ταυτόχρονα και τα όρια της σημερινής Ευρώπης, τα όριά της και τις ανοχές της απέναντι στη δημοκρατική επιλογή των λαών της, τα όρια της σημερινής Ευρώπης, όπου ηγεμονεύουν δυνάμεις συντηρητικές και που είναι αποφασισμένες να θυσιάσουν κάθε αναφορά στις ιδρυτικές της αξίες, προκειμένου να την κρατήσουν πιστά προσηλωμένη στο σκληρό δόγμα της λιτότητας».
Κάποιου είδους παρανόηση θα έχει γίνει, προφανώς από τον κ. Τσίπρα και τους λογογράφους του, γιατί δεν ξέρω κανέναν Έλληνα που να τον εξουσιοδότησε να πάει στην Ευρώπη για να αποδείξει ότι έχουν το πάνω χέρι οι συντηρητικές δυνάμεις. Αυτό το ξέραμε και από τις προηγούμενες διαπραγματεύσεις και όφειλε να το ξέρει και ο κ. Τσίπρας όταν προεκλογικά αλλά και μετεκλογικά εμφανιζόταν βέβαιος ότι «δεν υπάρχει περίπτωση να μη συμφωνήσουν μαζί μας».
Να, όμως, που δεν συμφώνησαν και το αποτέλεσμα, πλέον, που καλείται να διαχειριστεί ο κ. Τσίπρας είναι τα όσα συμφώνησε τις πρώτες ώρες της 13ης Ιουλίου στις Βρυξέλλες και, παρότι ισχυρίζεται ότι δεν αναγνωρίζει την «ιδιοκτησία» του προγράμματα, για την οποία υπέγραψε ρητώς και κατηγορηματικώς, καλείται τώρα και για όσο κρατά την πρωθυπουργική καρέκλα να εφαρμόσει.
Οι υπεκφυγές του τύπου «οι συντηρητικές δυνάμεις πέτυχαν μια πύρρειο νίκη απέναντι στην ελληνική κυβέρνηση, απέναντι στον ελληνικό λαό, απέναντι στην Ελλάδα» και πως τάχατες σε αντιστάθμισμα «έχασαν κάτι εξαιρετικά πολύτιμο που είναι η αίσθηση της ηγεμονίας τους στην ευρωπαϊκή και στην παγκόσμια κοινή γνώμη», με συγχωρείτε, αλλά αισθάνομαι ότι απευθύνονται σε αφελείς.
Όπως, προφανώς μόνον αφελείς πρέπει να έχουν ως αποδέκτες ισχυρισμοί πως τάχατες «η παρουσία της Αριστεράς στην κυβέρνηση δεν είναι επιδίωξη αξιώματος», αλλά «οχυρό μάχης για τα συμφέροντα του λαού μας, για την προστασία των αδικημένων, για τις μεγάλες ταξικές συγκρούσεις εντός της χώρας με τα οργανωμένα συμφέροντα».
Όλα αυτά μπορεί -έστω και ως συλλογική φαντασίωση- να ίσχυαν πριν από έξι μήνες. Δεν ισχύουν, όμως, πλέον. Γιατί η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ και των ΑΝΕΛ έχει πια παρελθόν. Ένα παρελθόν που βοά τόσο πολύ και σε τόσο πολλά επίπεδα που ίσως να μην αργήσει η ώρα που να... εξαγνιστούν πλήρως οι προηγούμενοι. Δεν ήταν, άλλωστε, μόνον ο Αλέξης Τσίπρας που έδειχνε να αντιδρά σαν πληγωμένο θηρίο στη κοινοβουλευτική αντιπαράθεση της Τετάρτης.
Ήταν και ο Ευκλείδης Τσακαλώτος που νόμιζες ότι μαζί με το υπουργείο παρέλαβε και ένα μέρος από την ανεξάντλητη αλαζονεία του Γιάνη Βαρουφάκη. Παρά ταύτα και οι δύο έμοιαζαν τόσο ανοχύρωτα εκτεθειμένοι στα διάτρητα οχυρά του βερμπαλισμού τους.

Τετάρτη 27 Μαΐου 2015

Τα δίκια της Ζωής



            Από τις αρχές της δεκαετίας του ΄90 που επί προεδρίας Αθανασίου Τσαλδάρη  άρχισε, ως δήθεν αντίδοτο στον ασύδοτο κομματισμό, να εφαρμόζεται ο θεσμός της ακρόασης από το Κοινοβούλιο προσώπων τα οποία προτείνονται από την εκάστοτε κυβέρνηση για να στελεχώσουν έναν συγκεκριμένο αριθμό διευθυντικών θέσεων σε φορείς του δημοσίου, ελάχιστες ήταν οι φορές που δικαιώθηκαν οι εμπνευστές της εισαγωγής στην Ελλάδα μιας -μάλλον- ξένης προς τις εγχώριες... παραδόσεις συνήθειας.
            Μετριούνται στα δάκτυλα του ενός χεριού οι περιπτώσεις ακατάλληλων προσώπων που «κόπηκαν» κατά τη διαδικασία της ακρόασή τους. Προσωπικά, έχοντας παρακολουθήσει εκατοντάδες συνεδριάσεις κοινοβουλευτικών Επιτροπών με αυτό το αντικείμενο, σε εποχές που όχι μόνον δεν τύγχαναν απευθείας μετάδοσης από το Κανάλι της Βουλής, αλλά και εμείς οι δημοσιογράφοι ίσα που τους αφιερώναμε ένα μονοστηλάκι, θυμάμαι μόλις δύο περιπτώσεις κατά τις οποίες δεν ικανοποιήθηκε η κυβερνητική βούληση: μια παλαιότερη, με έναν αμερικανοτραφή, αν θυμάμαι καλά, μάνατζερ που είχε απαντήσει ότι ήταν στις προθέσεις του να... λιώσει σα μυρμήγκια τους εργαζομένους που θα είχαν αντιρρήσεις στους σχεδιασμούς του, και μια πολύ πρόσφατη με την... ψεκασμένη κυρία που αυτοαποσύρθηκε (;) όταν έγιναν γνωστές οι πεποιθήσεις της για τα αμερικανοκατευθυνόμενα κουνούπια.
            Ακόμη και αν υπολογίσει κανείς ότι σε κάποιες περιπτώσεις, ο θεσμός της ακρόασης λειτούργησε αποτρεπτικά, τουλάχιστον ως προς τον περιορισμό φαινομένων του παρελθόντος που σε δημόσια αξιώματα ανελίσσονταν πρόσωπα που δεν διέθεταν ούτε καν τα τυπικά προσόντα διορισμού, πάλι το αποτέλεσμα της εφαρμογής... αλά ελληνικά του θεσμού της ακρόασης, πόρρω απέχει από την αίγλη και την περιωπή που έχει κατακτήσει σε άλλα κοινοβουλευτικά συστήματα. Και πρωτίστως στο αμερικανικό, σύμφωνα με το οποίο ένας μεγάλος αριθμός προσώπων που ασκούν εξουσία -από τους υπουργούς έως τους ανά την υφήλιο πρέσβεις- περνούν από τη βάσανο της ακρόασης από τη Γερουσία.
            Στην Ουάσιγκτον μπορεί να περάσουν εβδομάδες και μήνες προτού οι προτεινόμενοι από τον Πρόεδρο των ΗΠΑ πάρουν το «πράσινο φως» του νομοθετικού σώματος για να αναλάβουν καθήκοντα. Στην... απομίμηση που ισχύει εδώ και δυόμισι δεκαετίες στη χώρα μας, η καθυστέρηση ολίγων ημερών, όπως αυτή που προκάλεσε η Πρόεδρος της Βουλής στον διορισμό της νέας διοίκησης της ΕΡΤ, θεωρείται τεράστιο γεγονός. Βλέπετε, σε αντίθεση με ό,τι συμβαίνει αλλού, στη δική μας «παράδοση» η κοινοβουλευτική πλειοψηφία δεν επιτρέπεται να παρεκκλίνει από τις βουλές της κυβέρνησης.
            Το σύνηθες και το “κανονικό” ήταν και παραμένει αναλλοίωτο: Μέσα σε λίγα λεπτά οι βουλευτές της συμπολίτευσης καλούνται να επικυρώνουν τις αποφάσεις της κυβέρνησης όπως αυτές φθάνουν στη Βουλή για έγκριση με μόνη τη συνοδεία ενός ψευτοβιογαφικού του προτεινόμενου το οποίο σπανίως μπαίνουν στον κόπο να διαβάσουν -πόσω μάλλον να ξεψαχνίσουν- οι βουλευτές που μετέχουν στις Επιτροπές ακροάσεων και στο τέλος καλούνται να εκφράσουν γνώμη. Αν, μάλιστα, ο προτεινόμενος είναι για θέση  με προνόμια, όπως, π.χ., η δυνατότητα εξυπηρετήσεων, συχνά οι βουλευτές διαγκωνίζονται σε ύμνους για τα προσόντα και τις ικανότητες του.
            Υπό αυτές, λοιπόν, τις συνθήκες του παρελθόντος, όχι μόνον του απώτερου αλλά και του πολύ πολύ πρόσφατου, ξένισε πολλούς και προκάλεσε πλημμυρίδα σχολίων η διαδικασία την οποία επέβαλε η Πρόεδρος της Βουλής Ζωή Κωνσταντοπούλου κατά την ακρόαση των προσώπων που θα στελεχώσουν τη νέα διοίκηση της ΕΡΤ. Τόσο η χρονική διάρκεια της συνεδρίασης που ξεπέρασε τις εννέα ώρες, όσο και η επίμονη μεθοδικότητα με την οποία η Πρόεδρος της Βουλής εξέτασε τον επαναδιορισθέντα στη θέση του διευθύνοντος συμβούλου της δημόσιας ραδιοτηλεόρασης Λάμπη Ταγματάρχη, υπήρξαν φαινόμενα εντελώς ασυνήθιστα για τα εγχώρια κοινοβουλευτικά θέσμια.
            Από κεκτημένη, μάλλον, ταχύτητα, ου μην αλλά και από προκατάληψη, αμφότερα -η μεγάλη διάρκεια και τα πιεστικά ερωτήματα- έγιναν αντικείμενα ψόγου προς την κυρία Κωνσταντοπούλου, ενώ στην πραγματικότητα θα έπρεπε να ήταν αφορμή, αν όχι προς έκφραση επαίνου, για την αλλαγή της νοοτροπίας που επιβάλει στη Βουλή ρόλο απλού επικυρωτή των κυβερνητικών αποφάσεων.  
            Γιατί, κακά τα ψέματα, σε οποιαδήποτε ουσιώδη ελεγκτική διαδικασία, όπως ήταν οι επίμαχες ακροάσεις, όσα επιβαλλόταν να ρωτηθούν, ήταν η κυρία Κωνσταντοπούλου εκείνη που τα ρώτησε. Εκείνη έθεσε το ζήτημα της ενδεχόμενης σύγκρουσης συμφερόντων του κ. Ταγματάρχη. Εκείνη επέμεινε να πάρει απαντήσεις για τον πρότερο βίο και την προηγούμενη πολιτεία του στην ΕΡΤ που τον είχε φέρει αντιμέτωπο με τη Δικαιοσύνη. Εκείνη ανέδειξε την κοντή μνήμη του προτεινόμενου που δεν θυμόταν αντίστοιχη ακρόαση στη Βουλή πριν από μόλις τρία χρόνια.
            Αν, μάλιστα, είχε αφήσει στην άκρη τη μονομερή προσήλωση στον διαχωρισμό των ανθρώπων ανάλογα με το πως αντέδρασαν μετά την “μαύρη” 11η Ιουνίου 2013, ίσως να είχε αποδειχθεί άψογη στα συγκεκριμένα καθήκοντα της και να είχε δώσει νόημα και ουσία σε μια προσχηματική κοινοβουλευτική διαδικασία που απαιτεί αμεροληψία και τιθάσευση των εσωτερικών παρορμήσεων και των προσωπικών παθών.
            Δυστυχώς, όμως, δεν το έκανε. Και είναι κρίμα που έτσι δεν δικαίωσε συνολικά τη στάση που τήρησε στην περί ής ο λόγος ακρόαση. Γιατί δεν μπορεί, την ίδια ώρα που «βασάνισε» -και πολύ σωστά- τον Λ. Ταγματάρχη, να παρακάμπτει την παντελή έλλειψη διοικητικής εμπειρίας από τον προτεινόμενο για την προεδρία της εταιρίας Διονύση Τσακνή και να περιορίζεται να εκφράσει «χαρά και τιμή» που ψηφίζει υπέρ του, μόνον και μόνον επειδή είχε συμμετείχε στις κινητοποιήσεις ενάντια στο «λουκέτο».
            Έτσι, παρόλο που είχε πολλά δίκια, η πείσμων πρόεδρος της Βουλής, ένα μεγάλο μέρος από αυτά τα απώλεσε στον βωμό των προσωπικών της παθών. Κρίμα για την αρχή. Θα έχει, όμως, και άλλες ευκαιρίες. Για να αποδείξει ότι όλο αυτό το σκηνικό δεν στήθηκε μόνον για την «εμβληματική» ΕΡΤ και αποκλειστικά για τον διευθύνοντα σύμβουλο της, ο οποίος, καλώς ή κακώς, αποτελεί προσφιλής στόχος για ένα συγκεκριμένο ακροατήριο.

Παρασκευή 4 Απριλίου 2014

Το θεσμικό μάθημα από το «πάθημα Κασιδιάρη»

Τις παραμονές της πρόσφατης συζήτησης για το πολυνομοσχέδιο που επικύρωσε τη συμφωνία με την τρόικα και εξ αφορμής της άγνοιας για το περιεχόμενό του που είχαν ακόμη και αρμόδιοι υπουργοί, ως την τελευταία ώρα της κατάθεσης του στη Βουλή για να ψηφιστεί με κατεπείγουσα διαδικασία, από αυτή εδώ τη στήλη αναρωτιόμουν αν υφίσταται το υπουργικό συμβούλιο ως θεσμικό όργανο της κυβέρνησης ή αν… καταργήθηκε με κάποια μνημονιακή τροπολογία και δεν το… πήραμε είδηση.
Απάντηση, προφανώς και δεν έλαβα ποτέ για το –ούτως ή άλλως- ρητορικό αυτό ερώτημα. Πρέπει, ωστόσο, να ομολογήσω ότι όταν το έθετα δεν περίμενα ότι τόσο γρήγορα και με τόση ενάργεια θα αναδεικνυόταν η πλήρης κατάπτωση του θεσμού του υπουργικού συμβουλίου, όπως προκύπτει από τις δραστηριότητες του απελθόντος, μετά την παγίδευσή του από τον χρυσαυγίτη βουλευτή Ηλία Κασιδιάρη, γενικού γραμματέα της κυβέρνησης κ. Παναγιώτη Μπαλτάκου.
Αντί να ασχολείται με την προετοιμασία των συνεδριάσεων του υπουργικού συμβουλίου, που ήταν η βασική και μόνη αρμοδιότητα που ο νόμος έδινε στον κ. Μπαλτάκο, ο τελευταίος παρότι υπηρετούσε αρχικά μια τρικομματική και στη συνέχεια μια δικομματική κυβέρνησηλειτουργούσε, κατά τη δημόσια ομολογία του, ως κομματικόστέλεχος της Νέας Δημοκρατίας που ενδιαφερόταν να μη χάσει ψήφους το κόμμα του. Και γι΄ αυτό, όπως τουλάχιστον είπε, ανέπτυσσε τις ανάρμοστες, όπως αποδεικνύονται, σχέσεις του με τα στελέχη της Χρυσής Αυγής.
Στο πλαίσιο των τελευταίων αποκαλύψεων και ανεξάρτητα από τις πολιτικές παρενέργειες που δημιουργούν αυτές και τις νοοτροπίες που αναδεικνύουν, δεν χρειάζεται κανείς να είναι… θεσμολάγνος για να επισημάνει το γεγονός ότι η δημόσια υπηρεσία, την οποία είχε αναλάβει ο κ. Μπαλτάκος, υπολειτουργούσε και ο ίδιος μοιραία την αντιμετώπιζε ως… πάρεργο.
Αυτό που συμβαίνει τους τελευταίους είκοσι ένα μήνες κατά τους οποίους βρίσκεται στην κυβέρνηση το συγκεκριμένο σχήμα, δεν έχει το προηγούμενό του, σίγουρα στα εγχώρια και μάλλον στα παγκόσμια χρονικά διακυβέρνησης. Το υπουργικό συμβούλιο δεν έχει συνεδριάσει ούτε μια φορά, αν εξαιρέσει κανείς τις δύο τυπικές συνεδριάσεις που έγιναν κατά τη συγκρότηση του αρχικού τρικομματικού σχήματος και εν συνεχεία με τον ανασχηματισμό που έγινε όταν αποχώρησε η ΔΗΜΑΡ.
Το απίστευτο αυτό ρεκόρ που καταγράφεται στο παθητικό της σημερινής συγκυβέρνησης, προφανώς και δεν το χρεώνεται ο κ. Μπαλτάκος. Το χρεώνονται εξ αδιαιρέτου και εις ολόκληρον ο πρωθυπουργός κ. Αντώνης Σαμαράς και ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης κ. Ευάγγελος Βενιζέλος, οι οποίοι επέλεξαν έναν καταφανώς αδιαφανή και αντιθεσμικό τρόπο διακυβέρνησης που προσβάλει όχι μόνον τους συνεργάτες τους που, μόνον τύποις, είναι μέλη ενός (ανύπαρκτου) υπουργικού συμβουλίου, αλλά και τους πολίτες που γίνονται μάρτυρες αυτής της απαράδεκτης λειτουργίας.
Αν το υπουργικό συμβούλιο λειτουργούσε, όπως προβλέπεται στο Σύνταγμα και τους νόμους, αρκετά πράγματα θα μπορούσαν να ήταν διαφορετικά και πολλές παρενέργειες και αρρυθμίες θα είχαν αποφευχθεί.
Τι να πρωτοθυμηθεί κανείς; Το αιφνιδιαστικό λουκέτο στη δημόσια ραδιοτηλεόραση με πράξη νομοθετικού περιεχόμενου, ερήμην των κυβερνητικών εταίρων της ΝΔ;  Ή τα συνεχή μπλόκα του γενικού γραμματέα σε νομοθετικές πρωτοβουλίες κυβερνητικών στελεχών, με αποκορύφωμα το πρόσφατο «πήγαινε έλα» στη Βουλή με την τροποποίηση στο μεταναστευτικό νόμο;
Το γεγονός ότι δεν συνεδρίασε ούτε μια φορά το υπουργικό συμβουλίου για να ακουστούν οι απόψεις των υπουργών –ή, έστω, να ενημερωθούν για τις ειλημμένες αποφάσεις, διάολε!- άφηνε όλο το περιθώριο στον κ. Μπαλτάκο να αυτενεργεί και να δρα με την εικαζόμενη βούληση του πρωθυπουργού και στο όνομα του ότι ήταν ένας από τους στενότερους και παλαιότερους του κ. Σαμαρά.
Η κρίση του περασμένου Ιουνίου που οδήγησαν στην αποδυνάμωση της κυβερνητικής σταθερότητας, με την απομάκρυνση της ΔΗΜΑΡ από το συγκυβερνών σχήμα, δεν φάνηκε, δυστυχώς, να δίδαξαν κάτι στους κυβερνητικούς εταίρους, οι οποίοι συνέχισαν στο ίδιο μοτίβο.
Μένει να δούμε αν οι αποκαλυφθέντες αυτές τις μέρες ερασιτεχνικοί χειρισμοί του κ. γενικού και οι ανάρμοστες σχέσεις που είχε αναπτύξει με την εγκληματική οργάνωση της Χρυσής Αυγής, μπορεί να αποτελέσουν την αφορμή για να αποκατασταθεί η θεσμική λειτουργία του υπουργικού συμβουλίου. Όσο –και αν…- υπάρχει ακόμη χρόνος για να μετατραπεί το «πάθημα Κασιδιάρη» σε θεσμικό μάθημα.

Τρίτη 11 Μαρτίου 2014

Κεντροαριστερά και Κρίση είναι συγκοινωνούντα δοχεία

Όσοι πιστεύουν ότι η Κρίση που διέρχεται η χώρα είναι πρωτίστως πολιτική, προφανώς και δεν εκπλήσσονται για τα όσα συμβαίνουν στο ΠΑΣΟΚ και στον ευρύτερο χώρο της Κεντροαριστεράς. Αν δεν βολεύεται κάποιος πίσω από απλοϊκά ερμηνευτικά σχήματα και διαχωρισμούς σε «μνημονιακά» και «αντιμνημονιακά» στρατόπεδα, εύκολα αναγνωρίζει τους πολυπαραγοντικούς πολιτικούς λόγους για τους οποίους η Ελλάδα παγιδεύτηκε στο Μνημόνιο και δεν μπορεί να ξεφύγει επειδή ακριβώς δεν έχουν αναιρεθεί τα αίτια που μας έφεραν εδώ που είμαστε.
            Η παρεοκρατία και η έλλειψη συνεργατικού πνεύματος, ο αμοραλισμός και η προσχηματική στοίχιση με όρους προσωπικού βολέματος, ο αριβισμός και η καθυπόταξη των θεσμικών λειτουργιών στην υπηρεσία της προσωπικής ανέλιξης, η κατασκευή –εσωτερικών ή εξωτερικών- εχθρών και η μόνιμη επωδός της μετάθεσης των ευθυνών στους «άλλους», υπήρξαν και, δυστυχώς, παραμένουν βασικά συστατικά του τρόπου λειτουργίας του εγχώριου πολιτικού συστήματος.
Τα φαινόμενα αυτά που διατρέχουν οριζόντια όλο το πολιτικό σκηνικό, βρήκαν την αποθέωσή τους στο ΠΑΣΟΚ, στα στελέχη του για την ακρίβεια, τα οποία, επειδή υπήρξαν επί δεκαετίες βασικός πυλώνας του πολιτικού συστήματος, παραμένουν εμποτισμένα με αυτές τις νοοτροπίες. Τις νοοτροπίες που, κακά τα ψέματα, είναι εκείνες που έθρεψαν τις πελατειακές σχέσεις και την αποκαλούμενη παροχολογία, που τάισαν το τέρας της διαφθοράς και θέριεψαν τη διαπλοκή. 
Για όσους δεν είναι τυφλωμένοι από τα κομματικά πάθη, δεν είναι το ΠΑΣΟΚ που εφηύρε τις πελατειακές σχέσεις και την παροχολογία –ποιος, άλλωστε, ξέχασε τις επιταγές που μοίραζε ο Γεώργιος Ράλλης την παραμονή των εκλογών του 1981;- ούτε τα στελέχη του είναι τα μόνα που βαρύνονται με τα αμαρτήματα της διαπλοκής και της διαφθοράς, αμαρτήματα που είναι παρόντα στον δημόσιο βίο πριν από την ίδρυση του νεοελληνικού κράτους.
Καλώς ή κακώς, όμως, το ΠΑΣΟΚ φέρει τις βαρύτερες ευθύνες για όσα συνέβησαν στον τόπο τα προηγούμενα χρόνια, όχι μόνον επειδή κυβέρνησε το μεγαλύτερο διάστημα της τελευταίας τεσσαρακονταετίας, αλλά κυρίως διότι από δύναμη αλλαγής της κοινωνίας, όπως εμφανίστηκε τα πρώτα χρόνια της ίδρυσης του αλλά και σε κάποιες φάσεις της δράσης του μεταγενέστερα, μετατράπηκε σε φορέα αναπαραγωγής και μεγέθυνσης σχεδόν όλων των αρνητικών παραγόντων που έχουν οδηγήσει στη σημερινή κρίση.    
            Γι΄ αυτό και μετά από όσα έγιναν την τελευταία τετραετία, το μεγαλύτερο δυστύχημα είναι ότι τα στελέχη του ΠΑΣΟΚ στην πλειονότητά τους δεν κάνουν καμία προσπάθεια αποτοξίνωσης από αυτές τις παρωχημένες νοοτροπίες, δείχνοντας να μην αντιλαμβάνονται ότι στην πραγματικότητα πριονίζουν το κλαδί πάνω στο οποίο κάθονται και οσονούπω θα τους οδηγήσει όλους μαζί σε μια ανεπίστρεπτη πτώση.
            Καθώς γράφω όλα τούτα, αναλογίζομαι ποια εντύπωση μπορεί να αποκόμισε ο Γερμανός πρόεδρος του Ευρωκοινοβουλίου κ. Μάρτιν Σουλτς, ο οποίος, ως υποψήφιος των ευρωσοσιαλιστών για την προεδρία της Κομισιόν, βρέθηκε  τις προηγούμενες μέρες στη χώρα μας και συμμετείχε στη Συνδιάσκεψη της νεοϊδρυθείσας «Ελιάς», από την οποία απουσίαζε ο πρώην πρωθυπουργός κ. Γιώργος Παπανδρέου και η πλειονότητα των πολιτικών του φίλων.
            Τι είναι, άραγε, αυτό που χωρίζει τη σημερινή ηγεσία του ΠΑΣΟΚ με την προηγούμενη; Και γιατί ο κ. Σουλτς έπρεπε να φύγει από το Στάδιο Ειρήνης και Φιλίας που συνεδρίαζε η «Ελιά» για να συναντήσει τον κ. Φώτη Κουβέλη, ο οποίος –με πρώην υπουργούς του ΠΑΣΟΚ στην προμετωπίδα- έκανε το δικό του συνεργατικό σχήμα, παρότι δηλώνει κι εκείνος ευρωσοσιαλιστής;
            Δεν ξέρω ποιος ευθύνεται λιγότερο ή περισσότερο γι΄ αυτούς τους μικρούς «εμφυλίους» που συμβαίνουν όλο και συχνότερα στην πολύπαθη Κεντροαριστερά. Δεν έχει νόημα, άλλωστε, ο επιμερισμός της ευθύνης όταν οι ίδιοι οι πρωταγωνιστές καλύπτονται πίσω από προσχηματικές δικαιολογίες για να στηρίξουν τις θέσεις τους και δεν ομολογούν τις μύχιες επιδιώξεις τους, καταφεύγοντας σε προφάσεις («εν αμαρτίαις», προφανώς).
            Πιστεύει, για παράδειγμα, ο κ. Κουβέλης ότι τον «πούλησε» ο αρχηγός του ΠΑΣΟΚ το περασμένο καλοκαίρι με την κρίση της ΕΡΤ; Ας μιλήσει ανοικτά και ας εξηγήσει αναλυτικά τι διημείφθη μεταξύ τους. Είναι η παρουσία του κ. Βενιζέλου στην ηγεσία του ΠΑΣΟΚ ο μόνος λόγος για τον οποίο η ΔΗΜΑΡ δεν συμπορεύεται με την «Ελιά»; Δεν έχει παρά το πει δημόσια, αντί να μαζεύει γύρω του κάθε… πονεμένο πρώην στέλεχος του ΠΑΣΟΚ που πηγαίνει κοντά του καθοδηγούμενο από κάποιο παλαιό ή νεότερο γινάτι.   
Φοβάται, πραγματικά, ο κ. Παπανδρέου ότι ο κ. Βενιζέλος με την «Ελιά» καταργεί το «μαγαζί» που έστησε ο πατέρας του; Ας βγει ανοικτά και ας αντιδράσει από τώρα, χωρίς να περιμένει να επωφεληθεί από τη συντριβή των ευρωεκλογών. Είναι πεπεισμένος ο πρώην πρωθυπουργός ότι θα ήταν καλύτερα με τον ίδιο στο κομματικό τιμόνι; Ιδού πεδίο δόξης λαμπρό, ας δηλώσει ότι είναι έτοιμος να διεκδικήσει, εκ νέου, την ηγεσία. 
Έχω πλήρη επίγνωση ότι τίποτε από τα πιο πάνω δεν θα συμβεί. Γιατί αν ήταν να συμβούν, θα είχαμε αρχίσει να βγαίνουμε από την γενικευμένη και παρατεταμένη Κρίση που μας ταλανίζει και ξεπερνά το επιφαινόμενο της οικονομικής καχεξίας. Κατά την άποψή μου, το ΠΑΣΟΚ και εν γένει ο χώρος της Κεντροαριστεράς, για ιστορικούς λόγους, λειτουργούν σε σχέση με την Κρίση όπως τα συγκοινωνούντα δοχεία.
Η Κρίση, άλλωστε, είναι ταυτισμένη με τα άκρα, για τα οποία αποτελεί γενεσιουργό αιτία. Όσο, λοιπόν, επιμένει η Κρίση, τόσο ο χώρος της μετριοπάθειας και της ευθύνης θα συνθλίβεται συρρικνούμενος από τις προσωπικές επιδιώξεις πολιτικών μετριοτήτων. Γι΄  αυτό και οι ωδίνες για τη νέα Κεντροαριστερά θα είναι παρατεταμένες. Και η ουσιαστική ανασυγκρότηση του χώρου θα ξεκινήσει όταν η χώρα θα καταφέρει να πετάξει τα μνημονιακά δεκανίκια και να πορευθεί αυτοδύναμη. Έως τότε, θα δούμε και θα ακούσουμε πολλά…

Τρίτη 31 Δεκεμβρίου 2013

Πλεόνασμα έχουμε. Από σχέδιο μάς βρίσκεται κάτι;

Περίσσευε η αισιοδοξία που απέπνεε το πρωτοχρονιάτικο μήνυμα του πρωθυπουργού Αντώνη Σαμαρά. Ο λογογράφος φαίνεται να είχε μεγάλα κέφια και έριξε αρκετές δόσεις αισιοφροσύνης και οπτιμισμού στο κείμενο. Επιστράτευσε τα κλασσικά ευοίωνα επιχειρήματα ότι «αφήσαμε τα δυσκολότερα πίσω μας», χωρίς να παραλείψει και το στερεότυπο για «το φως στην άκρη του τούνελ», που «τώρα απλώς αρχίζει να αχνοφαίνεται», ενώ έψεξε και τους… «μεμψίμοιρους», χωρίς πάντως, να τους δώσει και ιδιαίτερη σημασία.
Μέρες γιορτής, όπως είναι αυτές, δεν είναι παράδοξο ένας κυβερνήτης να στέλνει θετικά μηνύματα στους πολίτες. Πολύ περισσότερο όταν η πλειονότητα των πολιτών, στους οποίους απευθυνόταν το πρωθυπουργικό μήνυμα, μέσα στις δυσκολίες και στις ανατροπές που έφεραν στη ζωή τους τα έξι χρόνια της ύφεσης, έχουν ανάγκη από κάτι να κρατηθούν. Χρειάζονται μια ελπίδα ότι οι θυσίες στις οποίες υποβάλλονται δεν είναι μάταιες και κάπου οδηγούν.
Βλέποντας στην τηλεόραση τον κ. Σαμαρά να κάνει ουσιαστικά τον απολογισμό της 18μηνης θητείας του και να επαναλαμβάνει για πολλοστή φορά το τελευταίο διάστημα ως τον απόλυτο άθλο της διακυβέρνησής του την επίτευξη του περίφημου, πλέον, πρωτογενούς πλεονάσματος, το τέλος του πρωθυπουργικού μηνύματος με άφησε, προσωπικά, με ένα μεγάλο έλλειμμα, το οποίο δεν μπόρεσα να το προσδιορίσω εξαρχής.
Διαβάζοντας ξανά και ξανά τις χίλιες λέξεις που είχε διαβάσει και ο πρωθυπουργός από το «auto cue», νομίζω ότι βρήκα το λόγο. Από το ιδιαιτέρως αισιόδοξο αυτό μήνυμα απουσίαζε παντελώς μια κρίσιμη λέξη, η λέξη «σχέδιο». Δεν ξέρω αν απλώς διέλαθε της προσοχής του λογογράφου ή αν η συγκριμένη παράλειψη μαρτυρά εκείνο ακριβώς που λείπει από την διακυβέρνηση της χώρας.
Δεν πάει, εξάλλου, πολύς καιρός που ο υπουργός των Οικονομικών Γιάννης Στουρνάρας παραδεχόταν –κυνικά, κατά ορισμένους, αλλά σίγουρα με επίγνωση που δεν αμφισβητήθηκε από κανέναν - ότι «το μνημόνιο που έχουμε, παρ’ όλες τις αδυναμίες του, είναι ίσως το μοναδικό κείμενο πολιτικής που έθεσε συγκεκριμένους στόχους, δεσμευτικούς για το σύνολο του ελληνικού κράτους, είτε μας αρέσει είτε όχι».
Πέρασαν έκτοτε περισσότεροι από τρεις μήνες και η ομολογία του κ. Στουρνάρα όχι μόνον δεν έχει αναιρεθεί, αλλά μάλλον επιβεβαιώνεται κάθε μέρα που περνά. Υπάρχει, βεβαίως, σε εκκρεμότητα το νέο μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα για την περίοδο 2014-2017, το οποίο αναμένει την έγκριση της τρόικας. Χωρίς να έχει δει τη δημοσιότητα ακόμη, η αίσθηση που δημιουργείται είναι ότι και αυτό θα κινείται στη λογική των προηγούμενων -τροϊκανής έμπνευσης- σχεδίων που δίνουν έμφαση στην δημοσιονομική προσαρμογή –ξέρετε περικοπές δαπανών και όποιος… αντέξει- και αδιαφορούν για την ανάγκη να αποκτήσει η Ελλάδα ένα νέο παραγωγικό μοντέλο στους τομείς της οικονομίας της που διαθέτει ή μπορεί να αποκτήσει συγκριτικό πλεονέκτημα.
Από τα πιο μεγάλα ζητήματα ως τα πιο μικρά, η έλλειψη συγκροτημένου σχεδίου αποτελεί, δυστυχώς, τον κανόνα. Γιατί μη μου πει κανένας ότι κατάλαβε σε πιο σχέδιο εντάχθηκε το καλοκαιριάτικο «μαύρο» στην ΕΡΤ, με αποτέλεσμα έξι μήνες μετά να ξεκινά η ελληνική Προεδρία χωρίς μια Δημόσια Τηλεόραση που να βλέπεται και με τους ιθύνοντες να έχουν καταπατήσει όλες τις δεσμεύσεις τους;
Δε νομίζω, επίσης, να αντιλήφθηκε κανείς σε πιο σχεδιασμό αναδιάρθρωσης του δημοσίου ήταν ενταγμένη η διάλυση της Δημοτικής Αστυνομίας ή η απόλυση των σχολικών φυλάκων όταν στο δημόσιο παραμένουν άχρηστοι οργανισμοί και δεν έχει γίνει ακόμη καμιά ουσιαστική αξιολόγηση δομών και στελεχών της διοίκησης;
Για να μην αναφερθούμε στα ακόμη πιο απογοητευτικά προγράμματα για την ανεργία, όπως η περίφημη Κοινωνική Εργασία (τι ωραία, αλήθεια, λέξη;), που κατάντησαν να είναι μηχανισμοί διανομής επιδομάτων, χωρίς σχεδόν την παραμικρή συμβολή στην εξεύρεση μιας αξιοπρεπούς θέσης εργασίας για τους επιδοτούμενους ανέργους.
Γι΄ αυτό, καλό και… άγιο είναι το πλεόνασμα που έφεραν κατά βάση οι οριζόντιες περικοπές μισθών συντάξεων και παροχών, αλλά δεν αποτελεί δα και την… πανάκεια. Πολύ περισσότερο που ο κοινωνικός πόνος που προκάλεσε η επίτευξή του δεν απαλύνεται με αισιόδοξες νότες στα πρωθυπουργικά μηνύματα.
Χρειάζεται πολύ περισσότερα. Και πριν από όλα απαιτεί, έστω και τώρα, ένα στρατηγικό σχέδιο για την πορεία εξόδου της χώρας από το μνημονιακό τούνελ, που με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, με την παρούσα κυβέρνηση ή άλλη, δεν μπορεί παρά να ξεκινήσει μέσα στο 2014.
(Δημοσιεύθηκε στο www.protothema.gr στις 31.12.2013)

Τετάρτη 10 Ιουλίου 2013

Έξις, δευτέρα φύσις



Συμπληρώνεται, αισίως, ένας μήνας από τη σοβαρότατη κυβερνητική κρίση που απείλησε να οδηγήσει καλοκαιριάτικα τη χώρα σε πρόωρες κάλπες, τις οποίες μάλλον δεν θα τις είχαμε αποφύγει χωρίς την επιβλητική παρέμβαση του διεθνούς παράγοντα.
Το «μαύρο», ωστόσο, που εξακολουθεί να εκπέμπεται από τις οθόνες της δημόσιας ραδιοτηλεόρασης δεν είναι ο μοναδικός λόγος που κάνει και τον πλέον καλοπροαίρετο να αισθάνεται ότι το πάθημα δεν έγινε μάθημα.
Άλλωστε, αν εξαιρέσει κανείς το γεγονός ότι ξαναμοιράστηκαν οι υπουργικές καρέκλες ανάμεσα στους στενούς συνεργάτες του πρωθυπουργού Αντώνη Σαμαρά και στον περίγυρο του αναβαθμισμένου κυβερνητικού του εταίρου Ευάγγελου Βενιζέλου, στην πράξη τίποτε απολύτως δεν άλλαξε όχι μόνον για την καθημερινότητα των πολιτών, αλλά ούτε καν στην τρέχουσα κυβερνητική λειτουργία.
Η περιβόητη επικαιροποίηση της προγραμματικής συμφωνίας της κυβέρνησης, η οποία, όπως επιβάλει η κοινή λογική αλλά και είχε επανειλημμένα εξαγγείλει ο κ. Βενιζέλος, συνιστούσε προαπαιτούμενο για τη δημιουργία ενός ευρωπαϊκού σχήματος διακυβέρνησης,όχι μόνον δεν προηγήθηκε, αλλά ακόμη την περιμένουμε και το πιο πιθανό είναι να παραπεμφθεί στις περίφημες ελληνικές καλένδες.
Όσο για τις ενστάσεις που από τους ελάσσονες κυβερνητικούς εταίρους εγείρονταν τους τελευταίους μήνεςπερί της ανάγκης για θέσπιση κανόνων συντονισμού του κυβερνητικού σχήματος, ώστε να αποφεύγονται αιφνιδιασμοί, μάλλον ξεχάστηκαν με την ορκωμοσία των νέων υπουργών και υφυπουργών.   
Και αν αυτά είναι τυπικά ζητήματα που στο τέλος – τέλος δεν μαςεπηρεάζουν άμεσα, το δυστύχημα είναι ότι τίποτε καινούργιο δεν έφερε το νέο κυβερνητικό σχήμα στα ουσιώδη ζητήματα που αφορούν τις ζωές όλων μας, με αποτέλεσμα ακόμη και οι άνθρωποι του Γιάννη Στουρνάρα στο ΙΟΒΕ να μας προετοιμάζουν για τα χειρότερα που έρχονται με την βαθύτερη ύφεση και την υψηλότερη ανεργία.
Οι υποτιθέμενες κρίσιμες διαπραγματεύσεις με την τρόικα ολοκληρώθηκαν με την ίδια ακριβώς προχειρότητα που επικράτησε τα προηγούμενα τριάμισι χρόνια και το αποτέλεσμά τους ήταν σχεδόν πανομοιότυπο (εξαιρώντας, ενδεχομένως, τον… μεταρρυθμιστικό οίστρο του Κυριάκου Μητσοτάκη που… έσωσε το ελληνικό δημόσιο, κατατροπώνοντας τους σχολικούς φύλακες που τύγχαναν της προστασίας του προκατόχου του Αντώνη Μανιτάκη).
Σε κάθε περίπτωση, οι εκπρόσωποι των δανειστών μας επέβαλαν τις απαιτήσεις τους, μερικές από τις οποίες είναι άκρως εξευτελιστικές και άλλες αφόρητα γελοίες, οι κυβερνητικοί ιθύνοντες ανέλαβαν να συντάξουν άλλο ένα πολυνομοσχέδιο με τα «προαπαιτούμενα» για την εκταμίευση της δόσης και η Βουλή καλείται να τα ψηφίσει με τον ίδιο εκβιαστικό τρόπο που ψηφίστηκαν όλα τα προηγούμεναμνημονιακά μέτρα.
Οι αποφάσεις για μια ακόμη φορά ελήφθησαν πίσω από κλειστές πόρτες και χωρίς καν να συνεδριάσει, έστω για τα μάτια του κόσμου, βρε αδελφέ, κάποιο συλλογικό κυβερνητικό όργανο για να δώσει μια, έστω, τυπική πολιτική νομιμοποίηση σε όλη αυτή την ευτελιστική διαδικασία.
Το υπουργικό συμβούλιο, εξάλλου,που συνεδρίασε αμέσως μετά την ορκωμοσία των νέων μελών του, το πιθανότερο είναι, με βάση την πρακτική του τελευταίου χρόνου, ότι δεν θα ξανασυνεδριάσει μέχρι τον… επόμενο ανασχηματισμό.
Τι μαρτυρούν όλα τούτα; Ότι το πολιτικό προσωπικό που μας εκπροσωπεί είναι έτσι «εκπαιδευμένο» πουαπεχθάνεται κάθε έννοια συλλογικότητας, μάλλον επειδή είναι εθισμένο στη λογική του «ενός ανδρός αρχή»,από την οποία, ίσως και για κοινωνιολογικούς λόγους, είναι δύσκολο να απαλλαγεί.
Γι΄ αυτό και μπορεί να κατεβάζει όποτε θέλει διακόπτες σε δημόσιους οργανισμούς, να διορίζει όποιον επιθυμεί –και δια βοής- γραμματέα στο κόμμα του, να βολεύει τον περίγυρό του στο υπουργικό συμβούλιο και στις θέσεις των κρατικών αξιωματούχων και πάει λέγοντας.
Με λίγα λόγια, είναι αυτό πουσυμπύκνωσαν οι αρχαίοι ημών πρόγονοι στη ρήση«έξις δευτέρα φύσις»…

(Δημοσιεύτηκε στο www.protothema.gr στις 10.7.2013)

Τρίτη 25 Ιουνίου 2013

Οι (αν)ισορροπίες μιας συγκατοίκησης

Με όση καλή προαίρεση και αν αντιμετωπίσει κανείς ορισμένα από τα πολλά ευτράπελα του χθεσινού κυβερνητικού ανασχηματισμού, είναι δύσκολο να τα προσπεράσει για αρκετούς λόγους και κυρίως για τους εξής τρεις:
Πρώτον, διότι η κυβέρνηση που μόλις σχηματίστηκε έρχεται ως συνέχεια μιας σοβαρότατης κρίσης εξαιτίας της οποίας λίγο έλειψε να οδηγηθεί η χώρα σε πρόωρες εκλογές και, εφόσον αυτό γινόταν στις συνθήκες της πολιτικής έντασης που είχαν δημιουργηθεί, ήταν πολύ πιθανό η ελληνική οικονομία να κατέληγε στην άβυσσο.
Δεύτερον, καθώς η γενικευμένη κρίση που διέρχεται ο τόπος μας και πιο ειδικότερα η κρίση πολιτικής αντιπροσώπευσης, που εκδηλώνεται με την έντονη αμφισβήτηση του παραδοσιακού πολιτικού προσωπικού, απαιτεί, περισσότερο παρά ποτέ, πολιτικές πρωτοβουλίες που να είναι προϊόν συνεκτικού σχεδίου τόσο για την αντιμετώπιση της σκληρής καθημερινής υφεσιακής πραγματικότητας όσο και για τη συνολική κατεύθυνση της χώρας προς την πορεία εξόδου από το μνημόνιο.
Τρίτον, επειδή το νέο κυβερνητικό σχήμα αποτελεί ένα πρωτόγνωρο «πείραμα», χωρίς προηγούμενο ιστορικό δεδομένο, αφού για πρώτη φορά οι δύο παραδοσιακά κυβερνητικές παρατάξεις αποφάσισαν –κάνοντας την ανάγκη φιλοτιμία- να ενώσουν τις δυνάμεις τους και να συγκυβερνήσουν, σύμφωνα (υποτίθεται) με τα ευρωπαϊκά πρότυπα.
Η επισήμανση και μόνον της σπουδής να ανακοινωθούν –με τον τρόπο που ανακοινώθηκαν- ονόματα υπουργών και υφυπουργών, χωρίς να προηγηθεί η -περίφημη πλέον- επικαιροποιημένη προγραμματική σύμβαση, αρκεί, νομίζω, για να γίνει αντιληπτό ότι τίποτε από τα πιο πάνω δεν ελήφθη υπόψη στο σχηματισμό της νέας κυβέρνησης.
Ούτε η πρόσφατη κρίση φαίνεται να έγινε μάθημα για να μην επαναληφθεί το πάθημα με το αυταρχικό λουκέτο της ΕΡΤ, ούτε, πολύ περισσότερο, διεφάνη από κάποια πλευρά διάθεση να γίνει μια πραγματικά νέα αρχή με την οποία θα εκπεμπόταν το μήνυμα ότι μπαίνουν στο περιθώριο οι γνωστές παθογένειες του ελληνικού πολιτικού συστήματος, που συνέβαλαν τα μάλα για να βρεθούμε εδώ που είμαστε, και εγκαινιάζεται, επιτέλους, μια καινούργια περίοδος.
Αντιθέτως, ακόμη και αν παραβλέψει κανένας το γεγονός ότι μπήκε το κάρο μπροστά από το άλογο, δηλαδή μοιράστηκαν οι θέσεις προτού να καθοριστούν τα καθήκοντα, ελπίζοντας ότι τις επόμενες ημέρες θα υπάρξει και η νέα προγραμματική συμφωνία, οι επιλογές των προσώπων που –και όπως- έγιναν μαρτυρούν ότι επικράτησε απολύτως η πεπατημένη που χρόνια τώρα ακολουθείται στους εγχώριους κυβερνητικούς σχηματισμούς.
Τρανό παράδειγμα αποτελούν οι «καραμπόλες» για να βρεθεί οπωσδήποτε θώκος για πρόσωπα που έπρεπε να μείνουν ή να μπουν στην κυβέρνηση, ανεξάρτητα αν πληρούν τα ουσιαστικά προσόντα για το πόστο στο οποίο κατέληξαν ή αν είχαν να παρουσιάσουν κάτι το άξιο λόγου στην προηγούμενη θητεία τους εντός ή εκτός κυβέρνησης.
Στο ίδιο μοτίβο, δεν περνούν εύκολα απαρατήρητες οι λογικές των εσωκομματικών και γεωγραφικών ισορροπιών ή, ακόμη χειρότερα, της «επετηρίδας» που επικράτησαν σε ορισμένες τοποθετήσεις που είναι φανερό ότι έγιναν για να «βολευτούν» κάποιοι «δικοί μας» που, αν έμεναν έξω, θα γκρίνιαζαν, ενώ είναι φανερό ότι δεν έχουν τίποτε να προσφέρουν, ιδίως σε εποχές κρίσης, όπως αυτή που διερχόμαστε.
Για να μην πούμε, τέλος, για τις εμφανείς καχυποψίες των «συγκατοίκων» που αποπνέει η διανομή των οφιτσίων, με την μια πλευρά να θέλει να διατηρήσει πάση θυσία την μονοκρατορία στα «υπουργεία του κράτους», «θυσιάζοντας», κι αυτό εξ ανάγκης, μόνον το Εξωτερικών, και την άλλη να αρκείται στην αριθμητική (αν)ισορροπία.
Εν κατακλείδι, με λίγες φωτεινές εξαιρέσεις, το νέο κυβερνητικό σχήμα φαίνεται, δυστυχώς, να κτίστηκε τα πλέον παλαιά υλικά που ήταν δυνατόν να βρεθούν, ενώ και οι μέθοδοι οικοδόμησης του που ακολουθήθηκαν δεν είχαν τίποτε το καινοτόμο και το εξωστρεφές, όπως απαιτούν οι καιροί.
Μακάρι οι εξελίξεις να με διαψεύσουν και από σήμερα να ξεκινάει μια νέα εποχή…

(Δημοσιεύθηκε www.protothema.gr στις 25.6.2013)

Τρίτη 18 Ιουνίου 2013

Πρόβες θανάτου

Αν επί τριάμισι ώρες και με όσα είχαν προηγηθεί της σύσκεψης τους, οι τρεις πολιτικοί αρχηγοί δεν κατάφεραν το βράδυ της Δευτέρας να βρουν κοινή γλώσσα για να ερμηνεύσουν μια –κατά το μάλλον ή ήττον- τόσο σαφή δικαστική απόφαση, είναι να απορεί κανείς ποιο μπορεί να είναι το μέλλον αυτής της κυβέρνησης.
Μπορεί ο φόβος των εκλογών και οι διεθνείς πιέσεις να απέτρεψαν, σε πρώτη φάση, το «μοιραίο» που θα επέφερε ένα πλήρες ναυάγιο, πλην, όμως, τα όσα διημείφθησαν με τους μεν –το ΠΑΣΟΚ και τη ΔΗΜΑΡ- να υποστηρίζουν ότι πρέπει να ανέβουν οι διακόπτες της ΕΡΤ για να γίνει συζήτηση ουσίας για τις μεταρρυθμίσεις και τους δε –το Μέγαρο Μαξίμου και τον υπουργό των Οικονομικών- να απαντούν ότι «η ΕΡΤ καταργήθηκε»!-, δεν προοιωνίζονται τίποτε ευοίωνο, καθώς περισσότερο ως… πρόβες θανάτου μπορεί να εκληφθούν.
Δεν χρειάζεται, άλλωστε, να έχει κανείς εμπεδωμένη άποψη υπέρ του δίκιου της μιας ή της άλλης πλευράς για να διαπιστώσει ότι, με αφορμή το ζήτημα της ΕΡΤ, ο χρονικός ορίζοντας της τρικομματικής συνεργασίας μίκρυνε επικίνδυνα. Ακόμη και αν στη νέα σύσκεψη της Τετάρτης βρεθεί τελικά συμβιβαστική φόρμουλα, οι αμοιβαίες καχυποψίες θα εκείνες που θα δίνουν τον τόνο αυτής της παράταιρης, όπως αποδεικνύεται, συνεργασίας που θυμίζει, πλέον, γάμο εξ ανάγκης που παρατείνεται εξαιτίας του κόστους του διαζυγίου και των πιέσεων του οικογενειακού περίγυρου.
Το χάσμα που έφεραν στην επιφάνεια τα τελευταία γεγονότα, μην ξεχνάμε ότι πριν από «μαύρο» στην ΕΡΤ είχε προηγηθεί η σκληρή κόντρα με το αντιρατσιστικό νομοσχέδιο, δεν είναι μόνο προϊόν των ιδεολογικών διαφορών που αναμφισβήτητα χωρίζουν τα συγκυβερνώντα κόμματα. Είναι, πρωτίστως, αποτέλεσμα της διαφορετικής αντίληψης που φαίνεται να έχουν οι δύο πλευρές για τον χαρακτήρα αυτής της κυβέρνησης, η οποία φαίνεται ότι από την αρχή ξεκίνησε στραβά επειδή δεν βασίστηκε σε σαφείς κανόνες.
Με ευθύνη, μάλλον, των δύο μικρότερων κομμάτων, τα οποία πέρυσι το καλοκαίρι, όταν σχηματιζόταν η τρικομματική συνεργασία, ήθελαν να τηρήσουν αποστάσεις, εστάλη το λανθασμένο μήνυμα ότι το σχήμα που δημιουργήθηκε δεν ήταν παρά μια μονοκομματική κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας, στην οποία οι δύο άλλοι συμμετείχαν συμβολικά και δι΄ αντιπροσώπων. Οι υπογραφές των 21 υπουργών και αναπληρωτών υπουργών της ΝΔ που τέθηκαν κάτω από την επίμαχη πράξη νομοθετικού περιεχόμενου με την οποία άνοιξε ο δρόμος για τη διάλυση της ΕΡΤ και όποιων άλλων ΔΕΚΟ θα πάρουν σειρά, με πλήρη αγνόηση των μόλις τεσσάρων (!) μελών του υπουργικού συμβουλίου που υποδείχθηκαν από το ΠΑΣΟΚ και τη ΔΗΜΑΡ, πέρα από την αλαζονεία και τον αυταρχισμό που εκπέμπουν, συνιστούν, ταυτόχρονα, έναν ισχυρό συμβολισμό.
Το ζήτημα, βεβαίως, δεν είναι αριθμητικό. Και, ως εκ τούτου, ακόμη και αν αλλάξει ο αριθμητικός συσχετισμός των προσώπων που συμμετέχουν στην κυβέρνηση, εκείνο που φαίνεται πολύ δύσκολο έως μάλλον αδύνατο να αλλάξει είναι η νοοτροπία που αναδύεται από την έλλειψη πνεύματος συνεργασίας μεταξύ των κυβερνητικών εταίρων. Τα τελευταία γεγονότα απέδειξαν, δυστυχώς, ότι οι προσωπικοί και μικροκομματικοί υπολογισμοί, μαζί με τους επικοινωνιακούς χειρισμούς, που μοιάζουν να είναι το… άπαν αυτής της κυβέρνησης, που έφθασε μέχρι του να… νοικιάσει μπουλντόζες για μαϊμού εγκαίνια έργων, ορθώνουν ανυπέρβλητα εμπόδια στο δρόμο αυτής της συνεργασίας που, έτσι όπως πορεύεται, δεν μπορεί παρά, αργά ή γρήγορα, να οδηγηθεί σε οριστικό αδιέξοδο.
Αφού ούτε ο «από μηχανής» Θεός της απόφασης του Συμβουλίου της Επικρατείας δεν κατάφερε να δώσει τη λύση του δράματος που είδαμε να εκτυλίσσεται μπροστά μας εδώ και μια εβδομάδα, αναρωτιέμαι ποια δύναμη μπορεί να αλλάξει την προδιαγεγραμμένη πορεία. Μπορεί να αλλάξουν μυαλά οι κυβερνώντες και να πάρουν το νήμα της συνεργασίας από την αρχή, προτάσσοντας το συμφέρον της χώρας; Μακάρι, αν και πολύ αμφιβάλλω!

(Δημοσιεύθηκε στο www.protothema.gr στις 18.6.2013)

Πέμπτη 13 Ιουνίου 2013

Το "μαύρο" θα κυνηγά τους εμπνευστές και εκετελεστές του λουκέτου...

ΗΠΕΙΡΟΣ, ΤΟΠΟΣ ΝΑ ΖΕΙΣ 

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ ΓΙΑ ΤΟ ΛΟΥΚΕΤΟ ΣΤΗΝ ΕΡΤ


           Το αυταρχικό και αντιδημοκρατικό λουκέτο που επέβαλε στη δημόσια ραδιοτηλεόραση η κυβέρνηση Σαμαρά συνιστά βαρύτατο πλήγμα στην πλουραλιστική ενημέρωση του ελληνικού λαού, ιδιαίτερα στην ελληνική περιφέρεια.
           Το «μαύρο» στις οθόνες πολλών σπιτιών στις εσχατιές της Ηπείρου, που είχαν ως μοναδικό ανοιχτό παράθυρο στον κόσμο τις τηλεοπτικές και ραδιοφωνικές συχνότητες της ΕΡΤ, θα κυνηγά τους εμπνευστές και τους εκτελεστές της απόφασης να κατέβουν οι διακόπτες και να πεταχτούν στο δρόμο τόσοι εργαζόμενοι.
            Η παράταξη «Ήπειρος, Τόπος Να Ζεις» καταδικάζει με τον πλέον κατηγορηματικό τρόπο τον κατήφορο στον οποίο κατακρυλά η κυβέρνηση του κ. Σαμαρά, προσπαθώντας να καλύψει επικοινωνιακά την αδυναμία της να ανταποκριθεί στις ανάγκες του ελληνικού λαού για ουσιώδεις και αποτελεσματικές μεταρρυθμίσεις.
            Παράλληλα συμπαραστεκόμαστε στον αγώνα των εργαζομένων για να κρατήσουν ανοικτή τη δημόσια ραδιοτηλεόραση και απαιτούμε να ενισχυθούν τα περιφερειακά προγράμματα της ΕΡΤ, όπως η ΕΡΑ Ιωαννίνων που προσφέρει ανεκτίμητο έργο στους πολίτες της Ηπείρου. 

Τρίτη 23 Αυγούστου 2011

«Όλα τριγύρω αλλάζουνε, και όλα τα ίδια μένουν…»

Στην εφορία της περιοχής μου με κάλεσαν πρόσφατα, για έναν τυπικό έλεγχο της φορολογικής μου δήλωσης, την οποία εδώ και χρόνια, από το 2003 που, αν δεν με απατά η μνήμη μου, δόθηκε η σχετική δυνατότητα, υποβάλω ηλεκτρονικά. Πηγαίνοντας εκεί έμεινα έκπληκτος όταν η εντεταλμένη υπάλληλος μού ζήτησε αντίγραφο της δήλωσης, καθώς η ίδια, ελέγκτρια κατά τα άλλα, δεν είχε πρόσβαση στη σχετική λειτουργία του Taxis.
Η έκπληξή μου έγινε ακόμη μεγαλύτερη όταν μου εξήγησε ότι ολόκληρη δημόσια υπηρεσία δεν μπορούσε να μου παράσχει τη δυνατότητα να συνδεθώ στο διαδίκτυο για να εκτυπώσω επιτόπου τη δήλωση, όπως μπορώ να κάνω από το σπίτι μου, το γραφείο μου ή ένα Internet café, οπουδήποτε στην Ελλάδα ή στο εξωτερικό. Έτσι, χρειάστηκε να επανέλθω την επομένη για να ολοκληρωθεί ο έλεγχος, χάνοντας κι εγώ, όπως, φαντάζομαι, χιλιάδες άλλοι συμπολίτες μας, αλλά και εκατοντάδες υπάλληλοι, αρκετό από τον εργάσιμο χρόνο μας για κάτι τόσο αυτονόητο που κανείς δεν σκέφθηκε ν΄ αλλάξει.
Με αυτή και πολλές άλλες αφορμές, μου δημιουργείται η εντύπωση ότι, πλειοψηφικά, έχουμε μεταβληθεί σε ένα λαό που δεν αρέσκεται στις αλλαγές ή, τέλος πάντων, ένα μεγάλο τμήμα της ελληνικής κοινωνίας, δεν δείχνει διάθεση να αλλάξει νοοτροπίες και συνήθειες.
Δείτε, για παράδειγμα, τις κομματικές και συνδικαλιστικές αντιδράσεις στις προσφάτως εξαγγελθείσες αλλαγές στην κρατικά μέσα ενημέρωσης. Δεν πίστευα στα αυτιά μου και δεν εμπιστευόμουνα τα μάτια μου ακούγοντας και διαβάζοντας τις διαπρύσιες αντιρρήσεις ορισμένων για το «λουκέτο» στο «ιστορικό» (!) περιοδικό «Ραδιοτηλεόραση» που αν δεν υπήρχε ο καταιγισμός της διαφήμισής του από τα κανάλια της ΕΡΤ τις τελευταίες ημέρες θα πίστευα ότι είχε από χρόνια σταματήσει να κυκλοφορεί.
Δεν ξέρω πόσοι το αγόραζαν το εν λόγω περιοδικό, το οποίο, σύμφωνα με τον αρμόδιο υπουργό Επικρατείας Ηλία Μόσιαλο, επιβάρυνε το συνολικό προϋπολογισμό της ΕΡΤ με τρία εκατομ. ετησίως, Αναρωτιέμαι, όμως, ποια, αλήθεια,… ιστορικότητα αναδύεται από ένα έντυπο που, αν δεν κάνω λάθος, ο ρόλος του είναι να δημοσιεύει το πρόγραμμα των τηλεοπτικών σταθμών, όπως κάνουν δεκάδες άλλα –ειδικά και μη- έντυπα σε αυτή τη χώρα;
Μεγάλη απορία μού δημιουργήθηκε και από τις ενστάσεις που διατυπώθηκαν για την διακοπή της λειτουργίας της ΕΤ 1, αλλά και το γενικότερο συμμάζεμα που επιχειρείται στους τηλεοπτικούς και ραδιοφωνικούς σταθμούς –τρεις διαφορετικοί ραδιοσταθμοί λειτουργούν μόνον στη Θεσσαλονίκη. Και απόρησα γιατί μέχρι πρότινος το συμμάζεμα εμφανιζόταν να είναι λαϊκή απαίτηση, καθώς κοινή πεποίθηση ήταν ότι η κατάσταση είχε «ξεχειλώσει» τα τελευταία χρόνια και η συνεχιζόμενη σπατάλη χρημάτων του Έλληνα φορολογούμενου ήταν προκλητική.
Αλλά και σε πιο σοβαρά θέματα, η νοοτροπία της άρνησης των αλλαγών, φαίνεται να εκδηλώνεται με τρόπο που πραγματικά είναι να αναρωτιέται κανείς αν έχουμε γίνει ένας βαθιά συντηρητικός λαός ή ότι έτσι θέλουν να μας παρουσιάσουν οι ταγοί της κάθε είδους εξουσίας –πολιτικής, συνδικαλιστικής, αλλά κυρίως όσοι ελέγχουν την ενημέρωση και βαυκαλίζονται πως (δήθεν) εκφράζουν τη λεγόμενη «κοινή γνώμη».
Αναφέρομαι στην αρνητική χροιά που δόθηκε εξ αρχής από τα μέσα ενημέρωσης στην πληροφορία ότι η κυβέρνηση προσανατολιζόταν να περιορίσει το τελετουργικό πρόγραμμα της πρωθυπουργικής παρουσίας στα εγκαίνια της Διεθνούς Έκθεσης Θεσσαλονίκης το μεθεπόμενο Σαββατοκύριακο.
Χρόνια τώρα, αλλά κυρίως κατά την τελευταία τριετία που η οικονομική κρίση εγκαταστάθηκε για τα καλά στα μέρη μας, λογής δημοσιολογούτες ασκούσαν κριτική στην… κυβερνητική «ΔΕΘ-τουρ», όπως επικριτικά –και σωστά- σχολίαζαν στη μαζική –δημοσία δαπάνη- μετάβαση στη Θεσσαλονίκη πολυπληθών αντιπροσωπειών από υπουργεία, δημόσιες υπηρεσίες και ΔΕΚΟ, αλλά και υπουργών και κρατικών αξιωματούχων, με μόνο λόγο της εκεί παρουσίας τους να ακούσουν τον πρωθυπουργό και κατόπιν να «ξεχυθούν» στα κάθε είδους ξενυχτάδικα της περιοχής.
Μόλις, όμως, έγινε γνωστή η πρόθεση να περικοπεί –για συμβολικούς, αλλά ουσιαστικούς λόγους- το καθιερωμένο πρόγραμμα της πρωθυπουργικής παρουσίας, ώστε να εκπεμφθεί το μήνυμα της περιστολής των δαπανών, οι αντιδράσεις εκφράστηκαν ακαριαία.
«Φοβούνται τους διαδηλωτές», έσπευσαν να πουν ορισμένοι. Λες και αν ο πρωθυπουργός δεν έκανε το καθιερωμένο δείπνο με τους λεγόμενους παραγωγικούς φορείς και τους τοπικούς παράγοντες –τον μητροπολίτη Άνθιμο, τον περιφερειάρχη Δ. Ψωμιάδη (που αντικαθιστά τον εκπεσόντα αδελφό του Πανίκα)-, οι συνήθως ειρηνικοί διαδηλωτές του ΠΑΜΕ ή οι πιο πολεμοχαρείς «μπαχλάκηδες», θα πτοούνταν και δεν θα προχωρούσαν στις δικές τους εκδηλώσεις που επίσης έχουν, πλέον, χαρακτήρα παράδοσης, αφού είναι ετησίως επαναλαμβανόμενες.
Με αυτά και με εκείνα, λοιπόν, από την εφορία που κανείς δεν σκέφθηκε να τη συνδέσει στο διαδίκτυο, ως την… ιστορική «Ραδιοτηλεόραση» και την τελετουργία της ΔΕΘ, νομίζω ότι εκείνο που ταιριάζει γάντι στην περίσταση είναι ο επιγραμματικός στίχος του τραγουδοποιού Νίκου Παπάζογλου, σύμφωνα με τον οποίο «όλα τριγύρω αλλάζουνε και όλα τα ίδια μένουν…».    

*Ο Γρηγόρης Τζιοβάρας είναι δημοσιογράφος, περιφερειακός σύμβουλος Θεσπρωτίας στο νέο Περιφερειακό Συμβούλιο Ηπείρου. Η αρθρογραφία του (ανα)δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα: http://topikakaiatopa.blogspot.com.