Συνολικές προβολές σελίδας

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Επικοινωνία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Επικοινωνία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τετάρτη 29 Απριλίου 2015

Οι κάλπες και τα… «γύφτικα σκεπάρνια»



          Δεν ξέρω πως ακριβώς συμπεριφέρονταν τα… «γύφτικα σκεπάρνια» της γνωστής παροιμίας στην οποία ανατρέχουμε όταν θέλουμε να δείξουμε πόσο πολύ απολαμβάνει κάποιος κάτι που ήταν για εκείνον αρκετά επίζηλο ή και αναπάντεχο.
Φαντάζομαι ότι θα… «καμάρωναν» κάπως σαν τον γνωστό -από το «ραντεβού στα γουναράδικα»…- βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ Βαγγέλη Διαμαντόπουλο, ο οποίος προήδρευε τις προάλλες σε Επιτροπή της Βουλής και εμφανώς απολάμβανε το αφ΄ υψηλού μοίρασμα του λόγου προς συναδέλφους του, -όπως η Ντόρα Μπακογιάννη…- και τη δυνατότητα να διευθύνει τις κοινοβουλευτικές εργασίες που τελούσαν υπό την εξουσία του.
Όποιος δεν είχε την ευκαιρία να παρακολουθήσει κάποιες από αυτές τις σκηνές και πολλές ακόμη από εκείνες που διαδραματίζονται το τελευταίο διάστημα στο πολιτικό προσκήνιο –για να μην επικαλεστούμε και το ακόμη πιο ενδιαφέρον παρασκήνιο…- πολύ εύκολα μπορεί να παρανοήσει λέξεις ή φράσεις που εκτοξεύονται και δημιουργούν σε ορισμένους την εντύπωση ότι είναι δυνατόν να οδηγηθούμε λίαν συντόμως σε βουλευτικές κάλπες.
Αντιθέτως, όποιος παρατήρησε την έντονα ζωγραφισμένη στο πρόσωπο του ικανοποίηση που έδειχνε ότι αισθανόταν ο Παναγιώτης Λαφαζάνης καθώς πατούσε στα ιερά πατώματα του Κρεμλίνου και ατένιζε απέναντι του τη σεπτή μορφή του Πούτιν (στην οποία είναι βέβαιο ότι πρόσθετε νοερά και το εμβληματικό υπογένειο για να μοιάζει περισσότερο με τον  παλαιότερο Βλαδίμηρο…), δύσκολα θα κατέληγε, ακόμη και αν δεν ήξερε την προσήλωση στον «δημοκρατικό συγκεντρωτισμό» του επικεφαλής της εσωκομματικής αντιπολίτευσης στο μεγαλύτερο κυβερνητικό κόμμα, στο συμπέρασμα ότι η συγκυβέρνηση μπορεί να κινδυνεύσει με εκ των ένδον ανατροπή.
Εν ολίγοις, «πλανάται πλάνην οικτράν» όποιος παίρνει τοις μετρητοίς τους βερμπαλισμούς που κυκλοφορούν στο διαδίκτυο ή ακούγονται στα τηλεοπτικά πρωινάδικα από χείλη κυβερνητικών για «ρήξεις», «συγκρούσεις» ή «μη υποχωρήσεις» και άγεται, έτσι, στο λανθασμένο συμπέρασμα ότι δεν θα αντέξουν οι κοινοβουλευτικές ομάδες του ΣΥΡΙΖΑ και των ΑΝ.ΕΛ. να περάσουν τα μέτρα που έρχονται.
Το μέλλον είναι πάντα άδηλον, αλλά στην παρούσα φάση η κυβερνητική συνοχή δεν κινδυνεύει, καθώς τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ και των ΑΝ.ΕΛ. εξακολουθούν να διάγουν έναν ονειρεμένο «μήνα του μέλιτος», απολαμβάνοντας εξουσία που οι περισσότεροι εξ αυτών είτε δεν είχαν διανοηθεί ποτέ, είτε, ακόμη και όταν την είχαν διανοηθεί, αποτελούσε άπιαστο όνειρο. Η πλειονότητά τους, άλλωστε, εξέφραζε περιθωριακές απόψεις, τέτοιες που, εδώ που τα λέμε, δεν απείχαν και πολύ –ως προσέγγιση στην πραγματικότητα- με τις αποδείξεις για τα «καταπιστεύματα» των τρισεκατομμυρίων που… έψαχνε ο πρωθυπουργός όταν, στην πρόσφατη τηλεοπτική συνέντευξή του, πήρε στα χέρια του έγγραφα από ηλικιωμένη κυρία που ήταν μεταξύ εκείνων που του υπέβαλαν ερωτήσεις.
Ακούω με προσοχή τον ισχυρό αντίλογο που διατυπώνεται από πολλές πλευρές και τονίζει τις εμφανείς ιδεοληπτικές εμμονές από τις οποίες διακατέχονται πάμπολλοι από όσους κάθονται αυτή την περίοδο στα κυβερνητικά γραφεία ή στα κοινοβουλευτικά έδρανα της πλειοψηφίας. Επιμένω, ωστόσο, ότι, υπό τις παρούσες συνθήκες, η ιδιοτέλεια είναι πολύ πιο ισχυρή και υπερνικά την ιδεοληψία.
Το μαρτυρούν, άλλωστε, ήδη τόσο πολλά… Τα πρωθυπουργικά «παράπονα» ότι η αντιπολίτευση δεν βοηθάει και λειτουργεί ως «πέμπτη φάλαγγα». Τα φαινόμενα της εξουσιαστικής αλαζονείας που τόσο γρήγορα άνθισαν. Οι προμήθειες εξοπλισμών και τα «σούρτα φέρτα» σε εκθέσεις οπλισμού. Οι Πράξεις Νομοθετικού Περιεχομένου, τα επείγοντα νομοσχέδια και οι άσχετες τροπολογίες. Τα φραστικά ατοπήματα του υπουργού Εσωτερικών. Το πολύκροτο σόου της ηθοποιού από τη Λάρισα που θέλει να δείρει εκείνους με τους οποίους πριν από τρία χρόνια κάθονταν στα ίδια ακριβώς έδρανα. Οι συγγενείς και φίλοι που πήραν πρώτοι τις θέσεις στο δημόσιο. Οι απειλές για επιστράτευση του ΣΔΟΕ προς όσους δεν διευκολύνουν τη νέα εξουσία. Η αναγόρευση ως μείζονος πατριωτικού καθήκοντος της στήριξης, όχι της χώρας ή, έστω, της κυβέρνησης, αλλά –αν είναι δυνατόν, κύριε αντιπρόεδρε του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου!- του Αλέξη Τσίπρα προσωπικώς.     
Γι΄ αυτό, ας μην τρέφονται αυταπάτες. Πολύ περισσότερο όταν, όπως καλά θυμόμαστε οι παλαιότεροι, αρκετοί από τους σημερινούς υπουργούς είναι γαλουχημένοι με την υπεράσπιση ακόμη και υποθέσεων που βοά ο κόσμος ότι δεν μπορεί να τύχουν υπεράσπισης, με κορυφαίο, ίσως, παράδειγμα –μου ήρθε στο νου λόγω της πρόσφατης επετείου- την κατανάλωση φραουλών μετά το πυρηνικό δυστύχημα στο Τσερνομπίλ για να αποδείξουν ότι επρόκειτο για… αντικομουνιστική προπαγάνδα.
Όποιο, λοιπόν, και αν είναι το περιεχόμενο της επώδυνης και απολύτως «μνημονιακής» συμφωνίας που κυοφορείται, η έγκρισή της αυτή την περίοδο, από τους κυβερνητικούς βουλευτές θα πρέπει να θεωρείται δεδομένη. Θα επιστρατευθούν διάφορα επιχειρήματα ώστε να δημιουργηθεί το κατάλληλο κλίμα που να δικαιολογεί την ίσως μεγαλύτερης έκτασης σε τόσο σύντομο χρόνο αθέτηση προεκλογικών εξαγγελιών.
Όταν, βεβαίως, φθάσουν τα επόμενα εκκαθαριστικά του ΕΝΦΙΑ και καταρρεύσει το παραμύθι της ψευδο-«σεισάχθειας» που παγίδευσε πολλούς συμπολίτες μας στην ψευδαίσθηση ότι είναι δικαίωμα και όσων έχουν να μην πληρώνουν φόρους, τότε, καθώς αρκετά από τα σημερινά «γύφτικα σκεπάρνια» των υπουργείων και του Κοινοβουλίου δεν θα μπορούν πλέον να κυκλοφορούν στους δρόμους, τα πράγματα θα αρχίσουν να αλλάζουν και τα μέτρα δεν θα περνούν με τόσο ευκολία.

Παρασκευή 3 Απριλίου 2015

Ποιός…. τρολλάρει ποιον στην κυβέρνηση;



«Αντέχει τούτος ο παλιότοπος…», ήταν η προσφιλής επωδός ενός  –μακαρίτη πλέον- πολιτικού της δεκαετίας του 80, ο οποίος ήταν γνωστός μεταξύ των συναδέλφων του για την σκωπτικά θυμόσοφη διάθεση με την οποία αντιμετώπιζε πρόσωπα και καταστάσεις.
Ο μπάρμπα – Τάσος (ας αποκαλύψουμε μόνον το μικρό του όνομα και ας αφήσουμε το επώνυμο του για τον ιστορικό του μέλλοντος) κατέφευγε στη συγκεκριμένη επωδό κάθε φορά που γινόταν λόγος για κάποια πολιτική παραδοξότητα ή ένα κοινοβουλευτικό συμβάν που έκανε εντύπωση ή προκαλούσε συζητήσεις οι οποίες τις περισσότερες φορές έμεναν στο επίπεδο του «κουτσομπολιού», καθώς οι παρεκτροπές εκείνης της εποχής μοιάζουν, συγκριτικά με όσα διαδραματίζονται στις μέρες μας, με… αθώα πταισματάκια.
Το τελευταίο διάστημα, ενθυμούμενος τον μπάρμπα - Τάσο, αναρωτιέμαι συχνά πόσο ακόμη μπορεί να αντέξει τούτος ο (ας το πω κομψά…) τόπος. Διότι εκεί που λες ότι «ως εδώ ήταν, πιάσαμε πάτο, δεν έχει παρακάτω», αίφνης σκάει κάτι άλλο στην επικαιρότητα που σε υποχρεώνει να παραδεχθείς ότι «όχι, δεν τελειώσαμε, έχει κι άλλα σκαλοπάτια στου κακού τη σκάλα…».
Με αυτές τις σκέψεις άκουγα πριν από κάποιες ώρες στο ραδιόφωνο αξιωματούχο του μεγαλύτερου κυβερνώντος κόμματος –για την ακρίβεια τον εκπρόσωπο του ΣΥΡΙΖΑ στο Κοινοβούλιο, βουλευτή Μεσσηνίας Θανάση Πετράκο- να εκστομίζει πράγματα από εκείνα που, αν δεν είσαι ο ίδιος αυτήκοος μάρτυς, αδυνατείς να πιστέψεις ότι ειπώθηκαν στα σοβαρά και με γνώση της γήινης πραγματικότητας. 
«Πρέπει να προβληματιστούμε όλοι μας», ήταν η προτροπή που απηύθυνε ο κ. Πετράκος προς τον καθένα εξ ημών όταν ρωτήθηκε για το κύμα των καταλήψεων στο οποίο έχουν επιδοθεί οι αποκαλούμενοι «αντιεξουσιαστές» που διαμαρτύρονται απαιτώντας να προωθηθούν άμεσα ριζικές αλλαγές στον Ποινικό Κώδικα, καθώς και στη λειτουργία του σωφρονιστικού συστήματος.
«Όπως καταλαβαίνετε, αυτό είναι καλό η ΕΥΠ να το κοιτάξει», συμπλήρωσε ο ΣΥΡΙΖΑίος αξιωματούχος. «Τυχαία είναι όλα αυτά; Δεν ξέρω αν είναι ξένος ή εσωτερικός δάκτυλος, γιατί να είναι ξένος;», διερωτήθηκε ακολούθως για να καταλήξει λέγοντας ότι ο ίδιος προβληματίζεται ιδιαιτέρως και «δεν μπορεί να αποκλείσει τίποτα».
Τί ήταν εκείνο που έκανε τον κ. Πετράκο να μην μπορεί, κατά την έκφρασή του, να αποκλείσει τίποτε; Την απάντηση έδωσε αναφέροντας ότι καταλήψεις από τις ίδιες ομάδες –οι οποίες εισέβαλαν σε πανεπιστημιακούς χώρους και στο προαύλιο του Κοινοβουλίου- έγιναν σε γραφεία του ΣΥΡΙΖΑ, όπως και στο «Κόκκινο», τον κομματικό του ραδιοσταθμό. 
Αφού, όμως, αποκλείει την ανάμειξη ξένου δάκτυλου, τότε γιατί, αλήθεια, ζητάει την επέμβαση της ΕΥΠ; Τί, άραγε, μπορεί να κάνει η Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών; Να προβεί σε παρακολουθήσεις; Και ποιους να παρακολουθήσει; Τη νεολαία, ίσως, του ΣΥΡΙΖΑ που, με ανακοίνωσή της, εξέπεμψε «απαγορευτικό» στην επέμβαση της Αστυνομίας στους κατειλημμένους πανεπιστημιακούς χώρους; Ή μήπως την πρόεδρο της Βουλής η οποία βρήκε απολύτως φυσιολογική τη διαμαρτυρία εντός του περιβόλου του κοινοβουλευτικού Μεγάρου; 
Είναι εύκολο να αντιληφθεί κανείς τι θα συνέβαινε αν ο νυν διοικητής της ΕΥΠ (ο οποίος, ευτυχώς, τυγχάνει να είναι σοβαρός άνθρωπος), έπαιρνε τοις μετρητοίς τις ιδεοληπτικά σχιζοφρενικές προτροπές του κ. Πετράκου. Και τούτες τις κρίσιμες, από πολλές απόψεις, ώρες και μέρες, προσανατόλιζε την υπηρεσία του, αντί για την προάσπιση της εξωτερικής ασφάλειας της χώρας, στην αναζήτηση «εσωτερικού εχθρού», αναβιώνοντας καταστάσεις που όλοι θέλουμε να ελπίζουμε ότι έχουν μπει οριστικά στο χρονοντούλαπο της ιστορίας της μετεμφυλιακής Ελλάδας.
Το δυστύχημα είναι ότι σε βερμπαλισμούς, όπως αυτοί του κ. Πετράκου, περί δήθεν «εσωτερικής υπονόμευσης», καταφεύγουν και αρκετοί άλλοι κυβερνητικοί αξιωματούχοι. Στο στόχαστρο μπαίνουν κυρίως τα κόμματα της αντιπολίτευσης. Από κοντά, όμως, ακολουθούν και όσοι δεν δηλώνουν απόλυτη πίστη στα λεγόμενα της κυβερνητικής εξουσίας, όπως εκφράζονται από τα απανωτά non paper που έχουν γίνουν του… συρμού, τείνοντας να υποκαταστήσουν τη δημοσιογραφία που ξέραμε.
Επειδή, πάντως, η επικοινωνία δεν μπορεί να καλύπτει συνεχώς και αδιαλείπτως την έλλειψη σχεδίου, στο έργο στο οποίο είμαστε θεατές κυριαρχούν οι σουρεαλιστικές καταστάσεις. Με πρωταγωνιστές κυβερνητικά στελέχη τα οποία, κατά την έκφραση της εποχής, … αλληλοτρολλάρονται ή και… αυτοτρολλάρονται. Τι λέτε; Είχε δίκιο ή άδικο ο μπαρμπα-Τάσος που «επένδυε» στην (ανεξάντλητη) αντοχή του… παλιότοπου;

Παρασκευή 24 Ιανουαρίου 2014

Φωτιά στις μονταζιέρες!

Ο… ιστορικός του μέλλοντος που θα μπει στον κόπο να μελετήσει τα αρχεία του Κυβερνητικού Εκπροσώπου της τελευταίας περιόδου θα μείνει, νομίζω, έκθαμβος από τα ευρήματα μπροστά στα οποία θα βρεθεί.
Θα ματαιοπονήσει, κατ΄ αρχήν, αναζητώντας να πληροφορηθεί για τις τυχόν συζητήσεις που γίνονται στο Υπουργικό Συμβούλιο και στα άλλα θεσμικά όργανα μιας δικομματικής κυβέρνησης, αφού δεν πρόκειται να βρει καμία απολύτως τέτοια καταγραφή για τον απλούστατο λόγο ότι δεν γίνονται τέτοιες συνεδριάσεις. 
Θα ανακαλύψει, επίσης, ότι η μεγαλύτερη απειλή που βιώνει αυτή την περίοδο η χώρα δεν είναι η ύφεση και η ανεργία, ούτε τα λουκέτα και η καταστροφή του παραγωγικού δυναμικού που συντελείται μέρα τη μέρα, ούτε φυσικά η ασφυξία στην αγορά και η οικονομική –και όχι μόνο- κατάθλιψη που πυροδοτούν οι ατέρμονες διαπραγματεύσεις με την τρόικα.
Ανατρέχοντας κανείς στο αρχείο των ανακοινώσεων του εκπροσώπου της κυβέρνησης, μένει με την εντύπωση ότι τον μοναδικό κίνδυνο για τη χώρα συνιστούν τα φραστικά παραστρατήματα και οι διαφοροποιήσεις γνωστών και άγνωστων στελεχών της αξιωματικής αντιπολίτευσης που μπαίνουν στον μεγεθυντικό φακό του επικοινωνιακού επιτελείου της κυβέρνησης –και επικουρικά της Νέας Δημοκρατίας, όταν δεν υπάρχει ταύτιση του συγκυβερνώντος ΠΑΣΟΚ- με στόχο να γίνουν κυρίαρχο ζήτημα του δημόσιου διαλόγου.    
Δεν ξέρω ποιοι επικοινωνιακοί φωστήρες κατέστρωσαν αυτό το σχέδιο της προπαγανδιστικής «μονοκαλλιέργειας» στην οποία επιδίδεται ένας ολόκληρος μηχανισμός που έχει στηθεί γι΄ αυτό το σκοπό, αλλά αναρωτιέμαι συχνά αν είναι τόσο δύσκολο να αντιληφθούν ότι το αποτέλεσμα των προσπαθειών τους καταλήγει στο αντίθετο του επιδιωκόμενου.
Μια πλειάδα στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ που, υπό κανονικές συνθήκες, η παρουσία τους στη δημόσια ζωή θα περνούσε παντελώς απαρατήρητη, απολαμβάνουν, πλέον, ευρείας αναγνωρισιμότητας και έχουν, μάλλον, εξασφαλισμένη την επανεκλογή τους, επειδή το γαλάζιο επιτελείο, άλλοτε με τη χρήση της γνωστής «μονταζιέρας» και άλλοτε χωρίς τη χρεία της, τους κατέστησε πρωταγωνιστές της επικαιρότητας και κεντρικά τηλεοπτικά πρόσωπα, χάρις σε μια φραστική ακρότητα που, ηθελημένα ή όχι, εκστόμισαν.
Ακόμη χειρότερα, όμως, έχω την αίσθηση ότι είναι τα αποτελέσματα της προσπάθειας που καταβάλλεται από τα ίδια επιτελεία να μπουν στο «κρεβάτι του Προκρούστη» οι δηλώσεις ορισμένων σοβαρών πολιτικών της αξιωματικής αντιπολίτευσης που έχουν επίγνωση της πραγματικότητας και προσπαθούν να καθοδηγήσουν το κόμμα τους προς αυτή την κατεύθυνση.
Άκρως χαρακτηριστικός είναι θεωρώ ο κουρνιαχτός που επιχειρήθηκε να δημιουργηθεί γύρω από τις θέσεις του καθηγητή Γιώργου Σταθάκη, ο οποίος τις προηγούμενες ημέρες από τη συχνότητα του κομματικού σταθμού της παράταξης του είπε ορισμένες, μάλλον αυταπόδεικτες, αλήθειες, διαλύοντας τις βερμπαλιστικές ψευδαισθήσεις για το περίφημο «επαχθές χρέος» και την υποτιθέμενη διαγραφή του.
Αντί, λοιπόν, η υπεύθυνη στάση του να επικροτηθεί από την κυβέρνηση και να προβληθεί, αν θέλετε, και ως δικαίωση των προσπαθειών που υποτίθεται ότι καταβάλει για να πείσει τους εταίρους της χώρας να αναδιαρθρώσουν το χρέος, το επικοινωνιακό επιτελείο την είδε μόνον ως μια ακόμη αφορμή για να αναδείξει και να εκθέσει τις εσωτερικές αντιπαραθέσεις στην αξιωματική αντιπολίτευση.
Η αλήθεια είναι ότι αν δεν είχαν πιάσει φωτιά οι κυβερνητικές «μονταζιέρες» για να προβάλλουν τις επίμαχες δηλώσεις του κ. Σταθάκη στον ραδιοσταθμό «Κόκκινο», αυτές μάλλον θα περνούσαν απαρατήρητες, αφού το ακροατήριο του συγκεκριμένου σταθμού δεν είναι και το πολυπληθέστερο που υπάρχει.  
Πιστεύουν, άραγε, στο Μαξίμου και στη Συγγρού ότι με τη διάσταση που οι ίδιοι έδωσαν στο ζήτημα, θα αποκομίσουν επικοινωνιακά οφέλη; Έχουν μήπως την αφελή εντύπωση ότι οι αποκαλούμενοι «νοικοκυραίοι», στους οποίους υποτίθεται ότι στοχεύουν, θα δυσαρεστηθούν επειδή η «Ίσκρα» του κ. Λαφαζάνη θα φιλοξενήσει επικριτικό αντίλογο; 
Την απάντηση, νομίζω, τη δίνουν οι δημοσκοπήσεις του τελευταίου διαστήματος και πιθανώς όσες θα ακολουθήσουν και θα αποτυπώνουν τις εντυπώσεις που δημιουργεί στην κοινή γνώμη η προπαγανδιστική τακτική που ακολουθείται, δίνοντας την εντύπωση ότι, επειδή δεν έχει να παρουσιάσει η ίδια θετικό απολογισμό, κατατείνει απελπισμένα στο να αποδείξει ότι «οι άλλοι» (μπορεί να) «είναι χειρότεροι». 
(Δημοσιεύθηκε στο www.protothema.gr στις 24.1.2014)

Τρίτη 31 Ιανουαρίου 2012

Το «λυκόφως των ειδώλων» και η δύναμη του παραδείγματος


          Η σύλληψη, για χρέη προς το δημόσιο, του μακροβιότερου διευθυντή μεγάλης αθηναϊκής εφημερίδας και η αίτηση να υπαχθεί στο άρθρο 99 του Πτωχευτικού Κώδικα που υπέβαλε η επιχείρηση «Τυποεκδοτική», που ανήκει στην ιδιοκτησία του ΚΚΕ, συνιστούν, κατά την άποψή μου, την επιτομή της βαθιάς και πολύπλευρης κρίσης που μαστίζει τη χώρα. Κρίσης που, μεταξύ άλλων, στο διάβα της γκρεμίζει τοτέμ και απομυθοποιηθεί «είδωλα» μιας ολόκληρης εποχής.

          Όταν οδηγείται στο αυτόφωρο για οφειλή, έστω, λίγων χιλιάδων ευρώ μια «εμβληματική προσωπικότητα» της έντυπης ενημέρωσης και ένα από τα πλέον καλοπληρωμένα στελέχη του «μηντιακού» χώρου, ο οποίος γνώρισε μια πρωτοφανή εκτίναξη κατά τις δύο τελευταίες δεκαετίες, η, από πολλές απόψεις, «αδιανόητη», μέχρι πρότινος, αυτή εξέλιξη, δεν μπορεί να αποδίδεται στη φτωχοποίηση που έφερε το «κακό μνημόνιο», όπως θέλουν οι ιδεολογικές δυνάμεις της ευκολίας.

Το ίδιο και η «περιπέτεια» της εκτυπωτικής επιχείρησης του ΚΚΕ, η οποία, ενώ πρωταγωνιστούσε, επί πολλά χρόνια, στον κλάδο της, υποχρεώνεται τώρα, όπως, άλλωστε, δεκάδες άλλες, μικρές και μεγάλες, εταιρίες, ανά την Ελλάδα, να καταφύγει στην προστατευτική ασπίδα του νόμου και να κάνει στάση πληρωμών, δεν μπορεί να ερμηνευθεί με το απλουστευτικό δίπολο «αντιμνημονιακοί» και «μνημονιακοί», με το οποίο επιχειρούν ορισμένοι να χωρίσουν την ελληνική κοινωνία.

Με την υπαγωγή της, άλλωστε, στο άρθρο 99, η εταιρία «Τυποεκδοτική» καλεί, επί της ουσίας, τους πιστωτές της να υπογράψουν ένα «μνημόνιο διάσωσης», που –τηρουμένων των αναλογιών- δεν διαφέρει από εκείνο που υποχρεώθηκε να συνάψει τον Μάιο του 2010 η ελληνική κυβέρνηση, όταν αδυνατούσε να αντλήσει νέα δάνεια για να αποπληρώσει παλαιά χρέη και να καλύψει άλλες υποχρεώσεις.

Το παραδέχεται, χωρίς πολλές περιστροφές, η ίδια η εταιρία, χαρακτηρίζοντας τη -δικαστικού χαρακτήρα- πρωτοβουλία της ως «έσχατο βήμα άμυνας, προκειμένου να ενισχυθούν οι προσπάθειες που κάνει για την εξυγίανσή της και εν τέλει τη διάσωσή της», όπως επί λέξει αναφέρεται στην ανακοίνωση που εξέδωσε και με την οποία υπόσχεται να έρθει σε συμφωνία με τους πιστωτές και να καταρτίσει πρόγραμμα εξυγίανσης με συγκεκριμένα μέτρα που, ωστόσο, δεν τα αναλύει.

«Η υπαγωγή της στη διαδικασία αυτή θα της επιτρέψει να συμφωνήσει με τους πιστωτές της (τράπεζες και προμηθευτές) σε ένα ρεαλιστικό πρόγραμμα ικανοποιήσεως των απαιτήσεών τους και να μπορέσει να εφαρμόσει το επιχειρηματικό σχέδιο που έχει καταστρώσει», προστίθεται στην ίδια ανακοίνωση της «Τυποεκδοτικής».

«Σε κάθε περίπτωση, η εταιρεία θα πάρει όλα τα απαραίτητα μέτρα προκειμένου να καταβληθούν τα δεδουλευμένα των εργαζομένων, να εξοφληθούν τα ασφαλιστικά ταμεία και να ικανοποιηθούν οι πιστωτές της», είναι η διαβεβαίωση που παρέχουν οι ιθύνοντες της εταιρίας, που είναι «επαγγελματικά» στελέχη του ΚΚΕ.

«Με το άνοιγμα της διαδικασίας εξυγίανσης η «Τυποεκδοτική» θα καταφέρει να αντιμετωπίσει με επιτυχία τη βάσιμη απειλή να βρεθεί προσεχώς στη δύσκολη θέση να μην μπορεί να εξοφλεί τις ληξιπρόθεσμες οφειλές της και σημαντικό μέρος των λειτουργικών εξόδων της», καταλήγει η ανακοίνωση της εταιρίας.

Πιθανολογώ ότι μπορεί να υπάρχουν γύρω μας κάποιοι που επιχαίρουν γι΄ αυτό που συμβαίνει, κάνοντας, ενδεχομένως, συγκρίσεις με τη στάση που τηρούν οι ιδιοκτήτες της εν λόγω εταιρίας, όταν πρόκειται για άλλες επιχειρήσεις. Προσωπικά λυπούμαι βαθιά. Γιατί δεν είμαι από εκείνους που επιχαίρουν με το πάθημα κανενός. Πόσω μάλλον μιας επιχείρησης που δίνει δουλειά σε εκατοντάδες εργαζομένους, οι οποίοι, αν κλείσει, θα προστεθούν στις στρατιές των ανέργων που μέρα με τη μέρα αυξάνουν.

Με λυπεί, εξίσου, και με θλίβει η κράτηση ενός τέως διευθυντή εφημερίδας. Όχι μόνον ως προσωπική δοκιμασία ενός ανθρώπου που υπήρξε το «πρότυπο» για πολλούς από εμάς της νεότερης γενιάς των δημοσιογράφων. Αλλά, κυρίως, γιατί ανησυχώ πως με τον τρόπο που εκδηλώνεται αυτή η ισοπεδωτική κρίση, στο τέλος δεν θα υπάρξουν επαρκείς δυνάμεις για να παλέψουν υπέρ της απαραίτητης ανάταξης της ελληνικής κοινωνίας, που δεν μπορεί να αργήσει για πολύ ακόμη.

Πιστεύω, άλλωστε, ακράδαντα πως, σε αυτή τη διαδικασία της ανάταξης, συνθήκη εκ των ων ουκ άνευ αποτελεί η δύναμη του παραδείγματος. Χρειάζεται, δηλαδή, να υπάρχουν κόμματα που να αγωνίζονται κατά της ανεργίας, χωρίς τα ίδια να την τροφοδοτούν. Όπως χρειάζονται και δημοσιογράφοι που να στηλιτεύουν αξιόπιστα τη φοροδιαφυγή, χωρίς οι ίδιοι να έχουν τέτοιους «σκελετούς στη ντουλάπα» τους.

*Ο Γρηγόρης Τζιοβάρας είναι δημοσιογράφος, περιφερειακός σύμβουλος Θεσπρωτίας στο νέο Περιφερειακό Συμβούλιο Ηπείρου. Η αρθρογραφία του (ανα)δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα: http://topikakaiatopa.blogspot.com.

Τρίτη 24 Ιανουαρίου 2012

Η ελληνοϊταλική «ούνα φάτσα, ούνα ράτσα»

«Δεν είμαι μασόνος, δεν ξέρω καν τι είναι η μασονία», δήλωσε, προ ημερών, ο Ιταλός πρωθυπουργός, Μάριο Μόντι και, όπως εξήγησε σε τηλεοπτική εκπομπή, «η φήμη αυτή άρχισε να κυκλοφορεί τελευταία, μόλις απέκτησα ευρύτερη δημοσιότητα, αλλά εγώ δεν πρόλαβα ούτε να μπω σε μηχανή αναζήτησης του διαδικτύου, για να δω τι σημαίνει η λέξη μασονία». 
Οι θεωρίες συνωμοσίας και η διαδικτυακή τερατολογία δεν είναι μόνον ιταλικό «προνόμιο». Και είναι, βέβαιο πως ο Έλληνας ομόλογός του Λουκάς Παπαδήμος, αν είχε χρόνο να κάνει μια μικρή περιήγηση στη μπλογκόσφαιρα, θα ένοιωθε σίγουρα πολύ μεγαλύτερη έκπληξη από αυτή που ένοιωσε ο Μ. Μόντι, εξαιτίας της «δαιμονολογίας» με την οποία συνοδεύεται η σύντομη πρωθυπουργική θητεία του, παλλώ δε μάλλον του προκατόχου του, Γιώργου Παπανδρέου.
Για να είμαστε δίκαιοι, όμως, πρέπει να παραδεχτούμε ότι η υπερβολή, η παραπληροφόρηση, ο «κιτρινισμός» και η ιδιοτέλεια δεν «ανθούν» μόνον πίσω από την ασφάλεια της ανωνυμίας του διαδικτύου. Απερίγραπτα είναι και πολλά από όσα γράφονται στα έντυπα μέσα ενημέρωσης ή ακούγονται από ραδιοφωνικούς ή τηλεοπτικούς και λέγονται από το επίσημα βήματα, της Βουλής συμπεριλαμβανόμενης.
Πόσοι και πόσοι, για παράδειγμα, δεν είναι εκείνοι που προσπαθούν να μας πείσουν ότι τα αναμφισβήτητα δεινά που βιώνει η ελληνική κοινωνία δεν είναι παρά ένα «στιγμιαίο ατύχημα», που μας συνέβη εξαιτίας λάθος χειρισμών της προηγούμενης κυβέρνησης του Γιώργου Παπανδρέου, η οποία άλλοτε εγκαλείται επειδή δεν διαπραγματεύτηκε επαρκώς το μνημόνιο και άλλοτε ότι καθυστέρησε να λάβει μέτρα.
Αν, όμως, τα αναμφίβολα σκληρά μέτρα που ελήφθησαν και εκείνα που πιθανόν θα ακολουθήσουν, ήταν αποτέλεσμα ελλιπούς διαπραγμάτευσης του μνημονίου, τότε γιατί κανείς από τους –πρώιμους ή και τους όψιμους- επικριτές δεν μας λέει ποιο συγκεκριμένα από τα μέτρα θα μπορούσε να αποφευχθεί; Οι γενικότητες περί αναπτυξιακής πνοής δεν συνιστούν, κατά τη γνώμη μου, σοβαρό αντίλογο, όταν η μια μετά την άλλη οι ευρωπαϊκές χώρες εισέρχονται σε φάση ύφεσης, καθώς το τραπεζικό σύστημα έχει σχεδόν παντού «κλείσει» τη στρόφιγγα της χρηματοδότησης.
Με απασχολεί το ζήτημα, καθώς –στο ίδιο δημοσίευμα που παρέθεσα στην αρχή- διαβάζω για τις αντιδράσεις που καταγράφονται στην Ιταλία απέναντι στα μέτρα που λαμβάνει η κυβέρνηση Μόντι, η οποία, ως γνωστόν, εκπροσωπεί μια χώρα που είναι η τρίτη ισχυρότερη οικονομία της ευρωζώνης, πληρώνει, μέχρι στιγμής, κανονικά τα χρέη της, έχει αποφύγει το μνημόνιο και την τρόικα και δεν έχει ανάγκη από «κούρεμα», ούτε απειλείται με άτακτη χρεοκοπία.  
Δεν θα μείνω στην υπουργό που προ καιρού έβαλε τα κλάματα επειδή εισηγήθηκε την περικοπή των συντάξεων. Θα σταθώ στη νέα δέσμη μέτρων που προωθεί αυτές τις μέρες για την απελευθέρωση επαγγελμάτων. Προβλέπεται, μεταξύ άλλων, η κατάργηση των περιορισμών στην ίδρυση νέων φαρμακείων, το ωράριο και τις εφημερίες τους, όπως και η αύξηση των αδειών για ταξί, οι ιδιοκτήτες των οποίων κήρυξαν πανιταλική απεργία και δήλωναν αποφασισμένοι να μπλοκάρουν κεντρικά σημεία των μεγαλύτερων πόλεων της χώρας. 
Να συνεχίσω; Ο ιταλικός δικηγορικός σύλλογος απορρίπτει την κατάργηση των κατώτατων αμοιβών και τα μέλη του δηλώνουν αποφασισμένα να προχωρήσουν και σε θεαματικές διαμαρτυρίες, διαδηλώνοντας έξω από τη Βουλή, την Γερουσία και τα διάφορα δικαστήρια της χώρας, ενώ θα προσπαθήσουν να συναντήσουν και τον Πάπα, για να του εκθέσουν τις απόψεις τους.
Βρήκα κι άλλη –ακόμη πιο συναρπαστική- ομοιότητα: Η κεντροδεξιά παράταξη του πρώην πρωθυπουργού, Σίλβιο Μπερλουσκόνι, μπορεί να επιχειρήσει να προωθήσει την έγκριση τροπολογιών, κατά την οριστική έγκριση του εν λόγω νομοθετήματος της κυβέρνησης Μόντι από τη Βουλή και τη Γερουσία, ιδίως σε ό,τι αφορά τους οδηγούς ταξί και τους δικηγόρους. 
Θέλετε και το ακόμη πιο ωραίο; «Θα στηρίξουμε τις μεταρρυθμίσεις», δήλωσε, πάντως, ο γραμματέας του «μπερλουσκονικού» Λαού της Ελευθερίας, Αντζελίνο Αλφάνο, ο οποίος προφανώς ακολουθεί «γραμμή» ανάλογη με εκείνη του Αντώνη Σαμαρά που φέρνει σε δύσκολη θέση τους, αλλεργικούς με τη στήριξη της κυβέρνησης Παπαδήμου, αντιμνημονιακούς της αυτοαποκαλούμενης «λαϊκής δεξιάς».
Δεν ξέρω κατά πόσο ισχύει εκείνο το γνωστό «ούνα φάτσα, ούνα ράτσα», που λέγεται για τους Έλληνες και τους Ιταλούς. Πιστεύω, όμως, πως και οι μεν και οι δε, θα μείνουμε καθηλωμένοι στην κρίση, όσο επιτρέπουμε σε κάθε είδους μικρές και μεγάλες «μαφίες» -διαδικτυακές, εκδοτικές, πολιτικές, οικονομικές, συνδικαλιστικές και άλλες- να λυμαίνονται τον τόπο και να επιβάλουν τις βουλήσεις των ιδιοτελών συμφερόντων τους.

*Ο Γρηγόρης Τζιοβάρας είναι δημοσιογράφος, περιφερειακός σύμβουλος Θεσπρωτίας στο νέο Περιφερειακό Συμβούλιο Ηπείρου. Η αρθρογραφία του (ανα)δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα: http://topikakaiatopa.blogspot.com.

Τρίτη 17 Ιανουαρίου 2012

Οι μεγάλες παρατάξεις δεν… αυτοκτονούν!


«Καταλλαγή και ομαλότητα», ήταν ο δημοσιογραφικός τίτλος που πρότεινα, όταν το βράδυ της περασμένης Παρασκευής, λίγες ώρες μετά τη συνεδρίαση του Πολιτικού Συμβουλίου του ΠΑΣΟΚ, κλήθηκα από τηλεοπτικό σταθμό των Ιωαννίνων, να μεταφέρω την πληροφόρηση, καθώς και την άποψη μου, για τα μελλούμενα του (περασμένου) Σαββατοκύριακου και τις, εν γένει, εξελίξεις στο χώρο της μεγάλης κεντροαριστερής δημοκρατικής παράταξης.
Ο συνομιλητής μου -δικαίως, ίσως- αμφισβήτησε εντόνως τη δημοσιογραφική εκτίμησή μου, σύμφωνα με την οποία, παρά την «πολεμική ατμόσφαιρα» που αποτυπωνόταν στη συντριπτική πλειονότητα των αθηναϊκών μέσων ενημέρωσης (μεγάλοι τηλεοπτικοί σταθμοί, blogs  και ειδησεογραφικές ιστοσελίδες), τα γεγονότα προοιωνιζόταν απολύτως ομαλές συνθήκες για την ανάδειξη νέας ηγεσίας στο Κίνημα το προσεχές διάστημα.
Επιχειρηματολόγησα υπέρ της εκτίμησής μου, επισημαίνοντας ότι η νεώτερη πρόταση του Γιώργου Παπανδρέου, όπως είχε διατυπωθεί στο Πολιτικό Συμβούλιο, ήταν απολύτως συμβατή με τις πρόνοιες του καταστατικού του ΠΑΣΟΚ, που πρώτο καθιέρωσε διαδικασίες εμπλοκής του ευρύτερου λαϊκού παράγοντας στην εκλογή προέδρου, αλλά, κυρίως, εναρμονιζόταν απολύτως με το συμφέρον της παράταξης και της χώρας.
Η συνέχεια είναι, λίγο – πολύ,  γνωστή. Η συνεδρίαση του Εθνικού Συμβουλίου του ΠΑΣΟΚ, τελείωσε, επί της ουσίας, πριν καν… αρχίσει, μετά τις ομιλίες του Γιώργου Παπανδρέου και του Ευάγγελου Βενιζέλου. Το σημαντικότερο, όμως, ήταν ότι... τελείωσε προτού να αποσυρθούν από τα περίπτερα οι –ακόμη και θεωρούμενες ως σοβαρές- εφημερίδες με τους «προκάτ» τίτλους που διατυμπάνιζαν πρωτοσέλιδα «σκηνικό ρήξης», εκθέτοντας όλους εκείνους που… συνελήφθησαν, για μια ακόμη φορά, να… κάνουν την επιθυμία τους πραγματικότητα.
Βλέποντας όλα αυτά, με την εμπειρία της τρίτης δεκαετίας που διακονώ το χώρο της ενημέρωσης και χωρίς να είμαι οπαδός της συνωμοσιολογικής ερμηνείας των γεγονότων, τείνω να συμφωνήσω με τον τρόπο με τον οποίο περιέγραψε ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, στην ομιλία του περασμένου Σαββάτου, τον «εκβιασμό της πολιτικής ζωής από παράγοντες των μέσων ενημέρωσης».
«Έχουμε εκβιασμούς και έχουμε εκθρέψει αυτούς τους εκβιασμούς για δουλειές, για δάνεια, για πολλά άλλα», είπε ο κ. Παπανδρέου και πρόσθεσε: «Αυτή είναι μόνο μια πτυχή που διατρέχει το πολιτικό, οικονομικό και “μιντιακό” σύστημα. Και δεν είναι ένα απομονωμένο γεγονός. Είναι μια ολόκληρη κουλτούρα στη χώρα μας, η οποία θα αποτελειώσει την Ελλάδα, εάν δεν αλλάξει. Όπως κι ένα μέρος του τραπεζικού συστήματος, που θεωρεί ότι μπορεί να ανεβάζει ή να κατεβάζει κυβερνήσεις, για να μην αλλάξει το ίδιο».
Πολλά μπορεί να καταμαρτυρήσει κανείς στον Γιώργο Παπανδρέου, για πράξεις και για παραλείψεις του, για καθυστερήσεις και παλινωδίες, για την επιλογή συνεργατών και τον αποκλεισμό άλλων στελεχών. Εκείνο, όμως, που προσωπικά θεωρώ ότι θα του πιστώσει η ιστορία είναι ότι δεν υπήρξε ένας «συμβατικός» πολιτικός που υποτάχθηκε και υπέκυψε στα κελεύσματα εξωθεσμικών κέντρων.   
Γι΄ αυτό και από όσα είπε στην, εν πολλοίς, «αποχαιρετιστήρια» ομιλία του στο Εθνικό Συμβούλιο, νομίζω ότι η μεγαλύτερη παρακαταθήκη του, μπορεί να συνοψιστεί στην αποστροφή του με την οποία κάλεσε τα στελέχη του ΠΑΣΟΚ «να αποδείξουν απέναντι στις σειρήνες των μέσων ενημέρωσης, των διαφόρων παραγόντων και εκείνων που θέλουν ένα Κίνημα κατακερματισμένο, διασπασμένο, αδύναμο και χωρίς κατεύθυνση, ότι το ΠΑΣΟΚ είναι ένα κόμμα, που ξέρει να συνθέτει, να διαβουλεύεται, να συζητά, να είναι ενωμένο, να πηγαίνει τη χώρα μπροστά».
Γράφω τούτες τις γραμμές, έχοντας πλήρη επίγνωση των δημοσκοπήσεων που θέλουν το ΠΑΣΟΚ να βρίσκεται αντιμέτωπο με μια χωρίς προηγούμενο εκλογική κατακρύλα, η οποία, αν επιβεβαιωθεί στην κάλπη, μπορεί να το φέρει ακόμη και κοντά στο ιστορικά χαμηλότερο ποσοστό που έλαβε όταν ιδρύθηκε το 1974. Ο δημοκρατικός κόσμος που τον συνήγειρε ο Ανδρέας Παπανδρέου, που τον ενθουσίασε ο Σημίτης Κώστας Σημίτης, που πίστεψε στον Γιώργο Παπανδρέου, είναι πικραμένος, απογοητευμένος, οργισμένος. Και δικαίως αντιδρά, εκφράζοντας την αποδοκιμασία του για την ανεργία, την αναδουλειά, τις περικοπές μισθών και συντάξεων, την επιβολή επανειλημμένων «χαρατσιών», κυρίως την έλλειψη ελπίδας.
Έτσι, στις προσεχείς εκλογές, εφόσον οι κάλπες στηθούν μέσα στο συγκεκριμένο επικοινωνιακό περιβάλλον, είναι πολύ πιθανό το ΠΑΣΟΚ να υποστεί μια μεγάλη εκλογική ήττα. Υπό προϋποθέσεις, όμως, θα είναι,  κατά τη γνώμη μου, μια ήττα πρόσκαιρη και, ίσως, λυτρωτική. Είναι, βέβαιο, ότι ο χρόνος θα συμβάλει να κατακαθίσει ο σημερινός επικοινωνιακός κουρνιαχτός. Και, κυρίως, να γίνει το σωστό «ταμείο», να μπουν, δηλαδή,  στη ζυγαριά, απέναντι στα αρνητικά των τελευταίων δυόμισι χρόνων, και τα αρκετά θετικά που έγιναν την ίδια περίοδο και δεν έχουν αποδώσει.
Είναι στα χέρια του ίδιου του ΠΑΣΟΚ και των στελεχών του να σταθούν στο ύψος των περιστάσεων, να μετριάσουν τη βραχυπρόθεσμη φθορά και να κεφαλαιοποιήσουν τα μακροπρόθεσμα κέρδη. Η ωριμότητα που θα επιδείξουν στις διαδικασίες για την εκλογή νέας ηγεσίας, θα αποδειχθεί καθοριστική για την επόμενη μέρα της δημοκρατικής παράταξης, για την επόμενη ημέρα της χώρας. Προσωπικά είμαι αισιόδοξος. Γιατί έχω εδραία την πεποίθηση πως ούτε οι χώρες, ούτε οι μεγάλες  παρατάξεις… αυτοκτονούν.
*Ο Γρηγόρης Τζιοβάρας είναι δημοσιογράφος, περιφερειακός σύμβουλος Θεσπρωτίας στο νέο Περιφερειακό Συμβούλιο Ηπείρου. Η αρθρογραφία του (ανα)δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα: http://topikakaiatopa.blogspot.com.

Τρίτη 11 Οκτωβρίου 2011

Τα… «αυγά και τα πασχάλια» της κυβερνητικής επικοινωνίας

Επί δύο συνεχείς εβδομάδες ένας από τους μεγάλους τηλεοπτικούς σταθμούς, αλλά κι ένας ακόμη που το κύριο αντικείμενο, ακόμη και των δελτίων ειδήσεων του, είναι το αποκαλούμενο life style, που συμβαίνει και οι δύο να ελέγχονται από τον ίδιο επιχειρηματικό όμιλο, έχουν επιδοθεί σε έναν ανελέητο πόλεμο φθοράς κατά του υπουργού Εθνικής Άμυνας Πάνου Μπεγλίτη, με αφορμή, δήθεν, απόφασή του με την οποία δόθηκε η δυνατότητα στα στελέχη των ενόπλων δυνάμεων να επικοινωνούν απευθείας με την πολιτική ηγεσία.
Σε καθημερινή βάση οι οθόνες των συγκεκριμένων σταθμών κατακλύζονται από δηλώσεις κάθε λογής αποστράτων που σε υψηλότατους τόνους «κατακεραυνώνουν» τον υπουργό Άμυνας που, κατά την άποψή τους, καταλύει την ιεραρχία του στρατεύματος και, έμπλεοι ανησυχιών, κορυβαντιούν για τις συνέπειες που θα επέλθουν στην πειθαρχία των στρατιωτικών.
Ορισμένοι, μάλιστα, από αυτούς τους σφόδρα ανησυχούντες είναι οι ίδιοι που, αν δεν πρωταγωνίστησαν στα πρόσφατα επεισόδια στο «Πεντάγωνο», παρέσχον πλήρη κάλυψη στους συναδέλφους τους που κατέστρεψαν τις πύλες εισόδου του υπουργείου Εθνικής Άμυνας και εισέβαλαν στον προαύλιο χώρο κατά τη διάρκεια  διαμαρτυρίας για τη μείωση των συντάξεων τους. Και έδειξαν τέτοιο σεβασμό στην ιεραρχία που απαίτησαν από τους εν ενεργεία ηγήτορες του στρατεύματος να κατέβουν από τα επιτελεία τους για να παραλάβουν το ψήφισμα τους.
Η κυβέρνηση αντιμετώπισε το όλο ζήτημα με… ολύμπια ψυχραιμία και, αν εξαιρέσει κανείς το τελεσίγραφο που έστειλε ο κ. Μπεγλίτης από τη Βουλή, όπου βρισκόταν, να αποχωρήσουν οι απόστρατοι από το εσωτερικό του υπουργείου γιατί αλλιώς θα απομακρυνόταν βιαίως, κανείς άλλος ούτε από τα άλλα κόμματα, ούτε από το κυβερνητικό στρατόπεδο δεν ένοιωσε την ανάγκη να πει μια κουβέντα καταδίκης τόσο των επεισοδίων όσο και της διπλής τηλεοπτικής καμπάνιας κατά του υπουργού που γίνεται από τα μέσα του επιχειρηματικού ομίλου που, είναι γνωστό στους παροικούντες την Ιερουσαλήμ ότι δεκαετίες τώρα, διατηρεί «εκλεκτικές συγγένειες» με τις ένοπλες δυνάμεις.
Και αν τα άλλα κόμματα το είδαν με κοντόθωρο ωφελιμισμό, εκπλήσσει η σιωπή της κυβέρνησης, η οποία παγιδευμένη στα λάθη, στις παλινωδίες και στις ανακολουθίες της, αλλά και στη λογική του «ο σώζων εαυτόν σωθήτω», που έχει επικρατήσει τόσο στο υπουργικό συμβούλιο, όσο και στην κοινοβουλευτική ομάδα του κυβερνώντος κόμματος, μοιάζει να… έχει παραδώσει το πνεύμα της στο επικοινωνιακό πεδίο.         
Οι κυβερνώντες ανέχονται, επί παραδείγματι, αφήνοντας αναπάντητη, την «οβιδιακή» εναλλαγή ρόλων από τους ιεροκήρυκες της τηλοψίας, οι οποίοι τη μια μέρα εμφανίζονται διαπρύσιοι συνήγοροι της τρόικας, εγκαλώντας την κυβέρνηση και συλλήβδην το πολιτικό σύστημα που δεν συμφωνούν να πάρουν δια μιας όλα τα μέτρα που ζητούν οι δανειστές μας, ενώ την αμέσως επομένη μέρα, όταν τα μέτρα λαμβάνονται, μεταμορφώνονται σε σφοδρούς κατηγόρους, στηλιτεύοντας την αναλγησία των μεν και των δε και φθάνοντας μέχρι του σημείου να χαρακτηρίζονται, ακόμη και από σοβαροφανείς σχολιαστές, «καραγκιόζηδες» τα στελέχη της τρόικας.
Παρακολουθούν, επίσης, αμήχανα την καταστροφολογική διαστροφή των πραγμάτων, όταν ακόμη και θετικές προοπτικές παρουσιάζονται μόνον με την αρνητική τους χροιά, όπως, επί παραδείγματι, η γερμανική πρόταση για βαθύτερο «κούρεμα» του ελληνικού χρέους, η οποία μέχρι πρότινος προβαλλόταν ως αναγκαιότητα, αφού «ο λογαριασμός του χρέους δεν βγαίνει με τις αποφάσεις της 21ης Ιουλίου», αλλά τώρα εμφανίζεται ως κάτι το πολύ κακό, γιατί μπορεί να επηρεάσει τις ελληνικές τράπεζες, από τις οποίες εξαρτώνται αμέσως ή εμμέσως και πάντως απολύτως τα καταχρεωμένα –έντυπα και ηλεκτρονικά- μέσα ενημέρωσης.
Δεν βρίσκεται, δυστυχώς, κανείς να εγκαλέσει όλους αυτούς που βάλουν μονομερώς κατά των πολιτικών και των (υπαρκτών και ανύπαρκτων) προνομίων τους, υποδεικνύοντάς τους να «κοιταχθούν στον καθρέφτη» για να δουν τα υπερπρονόμια που οι ίδιοι απόλαυσαν τα προηγούμενα χρόνια, οδηγώντας τις ίδιες της επιχειρήσεις τους σε οικονομική εκτροπή πολύ μεγαλύτερη από εκείνη των δημόσιων οικονομικών, από τα οποία, εν πολλοίς, σιτίζονταν και οι ίδιοι.
Ο ισοπεδωτικός λαϊκισμός που ξεχειλίζει ολημερίς και ολονυκτίς από τις οθόνες, δίνοντας δίκιο σε όποιον κάθε φορά φωνάζει πιο δυνατά, παραλύει το κοινωνικό και οικονομικό γίγνεσθαι, καθώς το «προϊόν» που εκπέμπεται δεν έχει καμία σχέση με την επιβαλλόμενη κριτική που, μαζί με την πληροφόρηση, αποτελεί την βασική αποστολή των ειδησεογραφικών μέσων ενημέρωσης.
Θα ήμουν ο τελευταίος πολίτης σε αυτή τη χώρα που –και για επαγγελματικούς λόγους, θα αρνιόμουν την υποχρέωση των μέσων ενημέρωσης και των ανθρώπων που τα λειτουργούν να ασκούν την πιο σκληρή κριτική προς την όποια εξουσία. Ενοχλούμαι, ωστόσο, αφάνταστα από τον διαγκωνισμό «μαυρίλας», για λόγους τηλεθέασης, που συνδυάζεται με σκοπιμότητες, αλλά και με την ημιμάθεια και την επιδερμικότητα των σχολιασμών και αναλύσεων πολλών από τους πρωινούς και βραδινούς βαρύγδουπους κήνσορες.
Όλα αυτά, βεβαίως, δεν συμβαίνουν τυχαία. Συμβαίνουν επειδή η κυβέρνηση, αλλά και ολόκληρο το πολιτικό σύστημα (ποιος θα φανταζόταν, μέχρι πρότινος, στελέχη της ανανεωτικής αριστεράς σε πάνελ κουτσομπολίστικης εκπομπής του Star;), έχουν υποταχθεί πλήρως στη λεγόμενη «τέταρτη εξουσία», καθώς, υπό το βάρος των πελατειακών  ανομιών του παρελθόντος, έχουν καταρρεύσει πλήρως, χάνοντας, όπως λέει ο λαός μας, «τ΄ αυγά και τα πασχάλια».  

*Ο Γρηγόρης Τζιοβάρας είναι δημοσιογράφος, περιφερειακός σύμβουλος Θεσπρωτίας στο νέο Περιφερειακό Συμβούλιο Ηπείρου. Η αρθρογραφία του (ανα)δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα: http://topikakaiatopa.blogspot.com. 

Τρίτη 5 Ιουλίου 2011

Δεν είμαστε μόνοι μας σε αυτόν τον πλανήτη

                «Ξέρεις η Ελλάδα είναι μικρή χώρα, αλλά αρκετά μεγαλύτερη από την πλατεία που εσύ βλέπεις να επικρατεί πολεμική ατμόσφαιρα.», απάντησε, με το βρετανικό φλέγμα που τον χαρακτηρίζει, επισκέπτης της χώρας μας που δέχθηκε αγωνιώδες τηλεφώνημα από φίλο του στο εξωτερικό, την περασμένη Τετάρτη, όταν όλα τα ξένα ειδησεογραφικά τηλεοπτικά δίκτυα ήταν σε απευθείας σύνδεση με την Αθήνα και μετέδιδαν σκηνές από τη «φλεγόμενη» Πλατεία Συντάγματος.
   Παρακολουθώντας από επαγγελματική υποχρέωση σε καθημερινή βάση τα αναγραφόμενα και αναμεταδιδόμενα για τη χώρα μας στα διεθνή μέσα, δεν βρίσκω άλλη περίοδο της ιστορίας μας που να έχουμε βρεθεί, τόσο πολύ και για τόσο μεγάλη διάρκεια, στο επίκεντρο του διεθνούς ενδιαφέροντος. Συνάδελφός μου που είχε εκπονήσει μελέτη για την παρουσία της Ελλάδας στα διεθνή μέσα κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του ΄80, μου εξηγούσε πόσο σπάνιες ήταν οι αναφορές που μπόρεσε να εντοπίσει, σε βαθμό που σου έδινε την εντύπωση ότι είμαστε για εκείνους από αδιάφοροι έως... ανύπαρκτοι.

   Το δυστύχημα, όμως, είναι ότι τώρα που έχουμε γίνει το επίκεντρο, η πλειονότητα των -ων ουκ έστιν αριθμός- δημοσιευμάτων που αναφέρονται στη χώρα μας, είναι, όπως εύλογα αντιλαμβάνεται κανείς, αρνητικά και κάθε άλλο παρά τιμητικές είναι οι, σε αρκετές περιπτώσεις υπερβολικές και άδικες, αναφορές στη χώρα μας και στους πολίτες της.

   Σε πολλούς συμπατριώτες μας, αυτή η αρνητική δημοσιότητα ίσως να μη λέει και πολλά και γι΄ αυτό εμφανίζονται να αδιαφορούν για το πώς μας βλέπουν οι άλλοι. Καλυμμένοι πίσω από ιδεολογήματα του τύπου «είμαστε έθνος ανάδελφον» ή «όταν εμείς χτίζαμε Παρθενώνες, αυτοί έτρωγαν βαλανίδια», αδυνατούν να αντιληφθούν τη σημασία που έχει η διεθνής εικόνα της χώρας για την εσωτερική μας ευημερία.

   Όποιος έχει στοιχειώδη αίσθηση της παγκόσμιας ιστορίας, εύκολα αντιλαμβάνεται ότι οι εξωστρεφείς χώρες ήταν εκείνες που, στο διάβα των αιώνων, άκμασαν και οικονομικά και πολιτισμικά. Από την ελληνική αρχαιότητα ως τις μέρες μας τα παραδείγματα που το καταδεικνύουν είναι πάμπολλα.

   Αντιθέτως, οι κλειστές και φοβικές κοινωνίες, με πιο πρόσφατο παράδειγμα τη γειτονική μας Αλβανία, το μόνο που πέτυχαν ήταν να συντηρούν την υπανάπτυξη και τη μιζέρια, που στην εποχή μας δεν μπορούν να γίνουν και δεν γίνονται ανεκτές, ιδίως σε μια χώρα που η μόνη «βαριά βιομηχανία» που διαθέτει ο τουρισμός.

   Όλα αυτά ισχύουν πολύ περισσότερο σήμερα που η παγκοσμιοποίηση, κυρίως στον τομέα της διακίνησης των πληροφοριών, έχει μετατρέψει τον πλανήτη, όπως λένε παραστατικά οι ειδικοί της επικοινωνίας, σε ένα «παγκόσμιο χωριό», στο οποίο σχεδόν τα πάντα μαθαίνονται και μαθαίνονται πολύ γρήγορα.

   Και όσο και αν μας κακοφαίνεται πολλές φορές από τις επανειλημμένες κακόβουλες αναφορές πουν συντηρούν στα μάτια των βόρειων εταίρων μας το στερεότυπο για τους «τεμπέληδες του νότου», ας έχουμε υπόψη μας ότι, τα περισσότερα τέτοια αρνητικά δημοσιεύματα που βλέπουν το φως της δημοσιότητας στα ξένα μέσα ενημέρωσης, δεν είναι παρά αναδημοσιεύσεις από τον ελληνικό τύπο. 

   Πέρα από αυτό, όμως, παρατηρείται συχνά το φαινόμενο οι πολιτικές δυνάμεις του τόπου μας να συμπεριφέρονται με απολύτως αντιφατικό τρόπο που δεν μπορεί να γίνει κατανοητός από τους εταίρους μας στο εξωτερικό. Πάρτε για παράδειγμα την πρόσφατη ψήφιση του Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου στη Βουλή των Ελλήνων και τη στάση που τήρησαν όχι μόνον οι διαμαρτυρόμενοι πολίτες, αλλά και τα ελληνικά κόμματα.

   Από τους συντηρητικούς του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος, που πίεσαν ασφυκτικά τον Πρόεδρο της ΝΔ Αντώνη Σαμαρά να συναινέσει, ως τους Οικολόγους Πράσινους που η ηγεσία τους στις Βρυξέλλες χαιρέτισαν την αποφασιστικότητα της κυβέρνησης, την ίδια ώρα που οι ομοϊδεάτες τους στην Αθήνα ζητούσαν την καταψήφιση του Προγράμματος, οι ευρωπαϊκές πολιτικές οικογένειες, στις οποίες ανήκουν οι εγχώριες πολιτικές δυνάμεις, προσέγγισαν το ζήτημα της οικονομικής «διάσωσης» της Ελλάδας με εντελώς διαφορετικό τρόπο από εκείνον με τον οποίον τοποθετούνταν τα περισσότερα κόμματα της εσωτερικής αντιπολίτευσης.

   Εκείνο, λοιπόν, που νομίζω ότι χρειάζεται να αντιληφθούμε -πολιτική τάξη και πολίτες- είναι ότι δεν είμαστε μόνοι μας σε αυτόν τον πλανήτη και η περιχαράκωση στην εθνική μας αυταρέσκεια, όχι μόνον δεν είναι αποδοτική, αλλά στο μόνο που οδηγεί είναι στην επιδείνωση της δυσμενούς θέσης στην οποία έχουμε βρεθεί.



  *Ο Γρηγόρης Τζιοβάρας είναι δημοσιογράφος, περιφερειακός σύμβουλος Θεσπρωτίας στο νέο Περιφερειακό Συμβούλιο Ηπείρου. Η αρθρογραφία του (ανα)δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα: http://topikakaiatopa.blogspot.com.

Τρίτη 12 Απριλίου 2011

Η ενημέρωση και ο… θυμωμένος αγάς


Η παροιμία «θύμωσ΄ ο αγάς…», που θα έλεγε για τη συγκεκριμένη περίσταση η μακαρίτισσα η γιαγιά μου, μου ερχόταν κατά νου, καθώς συμμετείχα την περασμένη Παρασκευή στη συγκέντρωση που πραγματοποιούσαμε οι δημοσιογράφοι στο πλαίσιο της τετραήμερης απεργίας στα μέσα ενημέρωσης που κήρυξαν οι συνδικαλιστικές ενώσεις.
Στο περίπτερο απέναντί μας τα κρεμασμένα από την προηγούμενη μέρα κυριακάτικα φύλλα ήταν σα να μας έβγαζαν τη γλώσσα και να μας περιγελούσαν, αφού η απεργία μας υποτίθετο ότι έγινε για να παρεμποδίσουμε την κυκλοφορία τους. Κάτι που, αν πετύχαινε, θα δημιουργούσε, σύμφωνα τουλάχιστον με τις στοχεύσεις των συνδικαλιστών, πρόβλημα σε κάποιους από τους ιδιοκτήτες των μέσων, ώστε να υποχρεωνόταν να προσέλθουν στο τραπέζι του διαλόγου για να υπογραφεί μια αξιοπρεπής σύμβαση εργασίας για τη μερίδα εκείνη των συντακτών που αμείβεται με όσα προβλέπουν οι συμβάσεις.
Τα κυριακάτικα φύλλα, όμως, γραμμένα -και υπογεγραμμένα παρακαλώ!- από τους… απεργούς συντάκτες, είχαν, σχεδόν στο σύνολό τους,  κυκλοφορήσει προτού καν ξεκινήσει η απεργία, δίχως το αυτί των συνδικαλιστών να ιδρώσει από το ήδη χαμένο παιχνίδι της κινητοποίησης. Δεν είχαν, δηλαδή, ούτε καν τη στοιχειώδη ευελιξία να αναστείλουν την άστοχη, πλέον, κινητοποίηση για να μην πληρώσουν το «μάρμαρο» οι εργαζόμενοι με τα μεροκάματα που θα τους περικοπούν.
Δεν είμαι, βεβαίως, κατά των κινητοποιήσεων, χωρίς τις οποίες ο κόσμος θα ήταν… αγύριστος. Και πολύ περισσότερο δεν είμαι κατά του συνδικαλισμού, καθώς πιστεύω ότι, όπως έχει αποδειχθεί ιστορικά, ο χειρότερος συνδικαλισμός είναι προτιμότερος από την ανυπαρξία συνδικαλισμού.
Όμως, αυτό δεν με εμποδίζει να ασκώ κριτική για τις άστοχες και άσκοπες κινητοποιήσεις που αντί να ενδυναμώνουν τη θέση των εργαζομένων, την αποδυναμώνουν και δημιουργούν μεγαλύτερα κύματα απογοήτευσης στο ευρύ κοινωνικό σύνολο και αμφισβήτησης της αναγκαιότητας να αγωνίζεται κανείς για τα δίκαιά του. Για τον ίδιο λόγο δεν επικροτώ τις –κάθε λογής- συνδικαλιστικές ηγεσίες που, χωρίς επίγνωση της κατάστασης, κηρύσσουν απεργίες ή στάσεις εργασίας με λογικές που παραπέμπουν στη λεγόμενη… «επαναστατική γυμναστική» και που το μόνο αποτέλεσμα που φέρουν είναι η έτι περαιτέρω απαξίωση της έννοιας του συνδικαλίζεσθαι.
Η κρισιμότητα της περιόδου που διανύουμε ως χώρα είναι ακόμη πιο εξαιρετική για τα μέσα ενημέρωσης, τα οποία έπειτα από μια εικοσάχρονη υπερμεγέθυνση που εξελίχθηκε μέσα σε ένα -εν πολλοίς «κρατικοδίαιτο»- τοπίο ανομίας και αναρχίας, καλούνται, πλέον  να εισέλθουν σε φάση βίαιης συρρίκνωσης.
Τα άλλοτε κραταιά συγκροτήματα τύπου που ορισμένοι ψέλλιζαν με δέος ακόμα και το όνομά τους, αποδεικνύονται γίγαντες με γυάλινα πόδια που συνταράσσονται συθέμελα τώρα που η κρατική διαφήμιση περιορίστηκε δραματικά, ο χρηματιστηριακός χειμώνας κατακαίει τα πάντα και ο ανταγωνισμός του δωρεάν, είτε πρόκειται για εφημερίδες (free press), είτε για ιστολόγια (blogs), μειώνουν κατακόρυφα κυκλοφορίες και τζίρους.
Κατά τη διάρκεια, μάλιστα, του τετραήμερου «μπλακ άουτ» της ενημέρωσης, στα –«πειρατικά» στην πλειονότητά τους- blogs που συντηρούν την ανομία, καθώς, πολύ περισσότερο από τα παραδοσιακά μέσα, δεν τηρούν κανέναν κανόνα και καμία δεοντολογία, όπως, π.χ., το σεβασμό στην πνευματική ιδιοκτησία ή την ενυπόγραφη άποψη, άνοιγαν… σαμπάνιες για την απόφαση να μπουν σε επιτήρηση οι μετοχές των εταιριών των πιο γνωστών μέσων ενημέρωσης.
Μαζί με τις χαιρέκακες αναρτήσεις τους για τα παθήματα των «κατεστημένων» μέσων, όμως, τα -υποτιθέμενα- νέα αυτά μέσα, τα οποία –φυσικά και- δεν απεργούσαν, αναπαρήγαν κάθε είδους φημολογία, «μολύνοντας» το διαδίκτυο με «σπερμολογίες» για διεθνείς ή κυβερνητικές κρίσεις, πτωχεύσεις και ό,τι άλλο σκαρφιζόταν ο οποιοσδήποτε φαντασιόπληκτος βρισκόταν μπροστά από έναν υπολογιστή.
Με τον τρόπο αυτό, ωστόσο, γινόταν -άθελά τους, βεβαίως- οι καλύτεροι υπερασπιστές της επαγγελματικής ή, αν θέλετε, της «επίσημης» δημοσιογραφίας, η οποία με όλα τα τρωτά που την βαρύνουν –και είναι πολλά και έχουν γίνει περισσότερα σε αυτή τη φάση της γενικευμένης κρίσης που ζούμε- ήταν, είναι και θα παραμείνει αναγκαία για την κοινωνική πρόοδο.
Αρκεί να το αντιληφθεί και η ίδια, να προσαρμοστεί στα νέα δεδομένα και να πάψει, όπως γράφουμε στην αρχή, να συμπεριφέρεται σαν τον… θυμωμένο αγά της παροιμίας της γιαγιάς μου.

*Ο Γρηγόρης Τζιοβάρας είναι δημοσιογράφος, περιφερειακός σύμβουλος Θεσπρωτίας στο νέο Περιφερειακό Συμβούλιο Ηπείρου. Η αρθρογραφία του (ανα)δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα: http://topikakaiatopa.blogspot.com/.
(Δημοσιεύθηκε στη "Θεσπρωτική" στις 12.4.2011)