Συνολικές προβολές σελίδας

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα πανδημία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα πανδημία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 3 Δεκεμβρίου 2021

Με «Ιερεμιάδες» και… κατάρες δεν αρθρώνεται εναλλακτική πρόταση

 Η ανακοίνωση την περασμένη Τρίτη της απόφασης του πρωθυπουργού να καθιερώσει τον υποχρεωτικό εμβολιασμό για τους συμπατριώτες μας που είναι πάνω από 60 ετών και δεν έχουν πειστεί ως τώρα να κάνουν την αυτονόητη κίνηση που θα σώσει τις ζωές των ίδιων και των γύρω τους, συνοδεύτηκε από έναν καταιγισμό «Ιερεμιάδων» οι οποίες κατέκλυσαν ένα μεγάλο μέρος από τα λεγόμενα μέσα κοινωνικής δικτύωσης που, κακά τα ψέματα, αποτελούν τον κατ΄ εξοχήν προπαγανδιστικό μηχανισμό των πολιτικών δυνάμεων.

Με θρηνωδίες που δεν απείχαν καθόλου από τα θρηνητικά ποιήματα του βιβλικού προφήτη Ιερεμία που προέβλεπε την άλωση της Ιερουσαλήμ, ορισμένοι έφθασαν στο σημείο να προαναγγέλλουν ότι το μηνιαίο πρόστιμο των 100 ευρώ, το οποίο θα βεβαιώνει η ΑΑΔΕ σε όσους επιμένουν να μην εμβολιάζονται, θα αποτελούσε το… κύκνειο άσμα της κυβέρνησης Μητσοτάκη.

Το διαδίκτυο… πήρε φωτιά από τις πύρινες διακηρύξεις «αγωνιστών» του πληκτρολογίου που σε κάποιες περιπτώσεις προέτρεπαν τους πολίτες να βγουν στους δρόμους και στις πλατείες, χωρίς να διευκρινίζουν αν ήταν μόνον για να διαμαρτυρηθούν κατά της εμβολιαστικής «χούντας» ή για να δουν με τα μάτια τους την πτώση της κυβέρνησης που κατά πάσα πιθανότητα θα… απέκρυπταν τα «βοθροκάναλα» και τα υπόλοιπα… πετσοταϊσμένα συστημικά μέσα ενημέρωσης.

Για κάποιον, ωστόσο, περίεργο (;) λόγο οι επαναστατικές εκκλήσεις δεν βρήκαν την ανταπόκριση την οποία προοιωνίζονταν οι διαδικτυακοί «μαχητές». Από όσα τουλάχιστον έγιναν γνωστά (διότι ποτέ δεν μπορεί να ξέρει κάποιος όλη την… αλήθεια που κρύβουν οι συνωμότες που οσονούπω θα αρχίσουν να κυνηγούν τους «αγωνιστές» με τις σύριγγες), μόνον ένας –αριθμός ένας!- εγνωσμένος «επαναστάτης» κατάφερε και βγήκε στην πλατεία του Γέρακα για να καταγγείλει την… κατάλυση του Συντάγματος. Ήταν ο γνωστός αοιδός που είναι από τους αυτοανακηρυγμένους αρχηγούς των «ψεκ».

Παρέμεινε, εξάλλου, αδιευκρίνιστο το πως ακριβώς αντέδρασε ο γνωστός καθηγητής Αιματολογίας στο Πανεπιστήμιο της Σορβόννης ο οποίος μόλις ανακοινώθηκε το μέτρο έσπευσε να το χαρακτηρίσει «πινοσετικής έμπνευσης χαράτσι» και να διαπιστώσει ότι «μπλέξαμε». Ο ίδιος τον περασμένο μήνα είχε εισηγηθεί ως μόνη αποτελεσματική λύση τον υποχρεωτικό εμβολιασμό, αλλά ίσως αυτή η μεταστροφή του να οφείλεται στο γεγονός ότι στο ενδιάμεσο ορίστηκε μέλος του λεγόμενου «think tank», το οποίο άλλοι το ονόμασαν «επιτροπή σοφών», που σχημάτισε ο αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ Αλέξης Τσίπρας.

Όπως και να έχει, πάντως, δεν είδε κανείς τον κ. καθηγητή να βγαίνει στο Καρτιέ Λατέν και να διαμαρτύρεται για τη «νεκρανάσταση» επί ελληνικού εδάφους του αλήστου μνήμης Αουγκούστο Πινοσέτ. Μπορεί στο μεταξύ να ενστερνίστηκε την άποψη του προσκείμενου στην αξιωματική αντιπολίτευση ταλαντούχου μουσικοσυνθέτη, ο οποίος στο αρχικό ξέσπασμα της πανδημίας είχε ανακαλύψει την πανάκεια κατά του κορωνοϊού που ακούσει στο όνομα «πρόπολη».

Ο ίδιος τώρα φαίνεται ότι βρήκε άλλον αποτελεσματικό τρόπο αντίδρασης στο «πινοσετικό χαράτσι», αφού όταν ρωτήθηκε σχετικά σε τηλεοπτικό μεσημεριανάδικο περιορίστηκε να πει: «Την κατάρα μου! Μη με βάλεις να πω κάτι άλλο… Την κατάρα μου».

Όλα αυτά δεν θα είχαν καμία ιδιαίτερη σημασία αν ήταν τόσο περιθωριακά όσο πραγματικά τούς αξίζει. Άλλωστε ποτέ δεν έλειψαν από τη δημόσια σφαίρα οι ιδιόρρυθμοι τύποι που επέλεγαν να είναι πνεύματα αντιλογίας είτε από ιδιοσυγκρασία είτε για να ξεχωρίσουν από τους πολλούς.

Η διαφορά τώρα βεβαίως είναι ότι οι ακρότητες που άκριτα εκφράζουν ορισμένοι στον δημόσιο διάλογο έχουν θανάσιμες συνέπειες για μια αξιομνημόνευτη μερίδα συμπολιτών οι οποίοι από ιδεοληψία, φόβο, αφέλεια ή απλή ημιμάθεια είναι έτοιμοι να ενστερνιστούν οποιαδήποτε παλαβομάρα κυκλοφορεί στους διαδικτυακούς καφενέδες των ημερών μας.

Τα πράγματα γίνονται ακόμη πιο σοβαρά όταν πολλές από αυτές τις παλαβομάρες υιοθετούνται από πολιτικές δυνάμεις που κυβέρνησαν τη χώρα και διεκδικούν να την ξανακυβερνήσουν, όπως το κόμμα της σημερινής αξιωματικής αντιπολίτευσης.

Η συζήτηση που έγινε την Τετάρτη στη Βουλή ήταν αποκαλυπτική για τη λαϊκίστικη μάχη των οπισθοφυλακών που επιμένει να δίνει ο αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ. «Εγώ θέλω, κύριε Μητσοτάκη, να σας πω ότι η απόφαση που παίρνετε εγκυμονεί κινδύνους σε ό,τι αφορά και το κλίμα της κοινωνικής συνοχής, το οποίο είναι απαραίτητο για να καταπολεμήσουμε μια πανδημία, η οποία αποδεικνύεται από την ίδια την πραγματικότητα ότι δεν τελειώνει εδώ και ότι έχει πολυπαραγοντικές συνέπειες και (…) την εκτόξευση, αν θέλετε, της αντιεμβολιαστικής δημαγωγίας το επόμενο διάστημα», είπε χαρακτηριστικά ο κ. Τσίπρας.

Είναι, ειλικρινά, απορίας άξιον σε ποιους ακριβώς στοχεύει και ποιους θέλει να εκπροσωπήσει ο τέως -και κατά δήλωσή του «αυριανός»- πρωθυπουργός με τέτοιες απόψεις. Όταν τρεις στους τέσσερις Έλληνες, που αποτελούν, κατά τεκμήριο, τους πιο νουνεχείς και νοήμονες συμπατριώτες μας, έχουν εμβολιαστεί και βρίσκονται στην αντίπερα όχθη, απορεί κανείς γιατί πρέπει το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης να ταυτίζεται με τις μειοψηφίες των ψεκασμένων και θρησκόληπτων αρνητών της λογικής.

Ποιος, άραγε, μπορεί να πιστέψει, όπως υποστήριξε ο κ. Τσίπρας υιοθετώντας απόψεις του Διαδικτύου, ότι έχει ταξικά χαρακτηριστικά το ότι δεν υπάρχει κλιμάκωση στο πρόστιμο των 100 ευρώ ανάλογα με το αν είναι κανείς χαμηλοσυνταξιούχος ή ευκατάστατος;

Με αυτά και με αρκετά άλλα, έχοντας μπει στον τρίτο χρόνο της θητείας της, η κυβέρνηση Μητσοτάκη μοιάζει και είναι κυρίαρχη στο πολιτικό σκηνικό. Tην ίδια ώρα γινόμαστε μάρτυρες του παράδοξου φαινομένου να φθείρεται η αξιωματική αντιπολίτευση, παρά τα συχνά οφθαλμοφανή λάθη και τις προφανείς παλινωδίες των ασκούντων την εξουσία.

Όσο, πάντως, και αν προσπαθήσει να αναλύσει κανείς τη συγκεκριμένη κατάσταση, η απλή αλήθεια πίσω από όλα είναι ότι με «Ιερεμιάδες» και… κατάρες δεν αρθρώνεται πειστική εναλλακτική πολιτική πρόταση.

Παρασκευή 26 Νοεμβρίου 2021

Όποιος στοιχηματίζει σε lockdown, το πιθανότερο είναι να… πάει κουβά!

 Ένα από τα πολλά παράδοξα που ζούμε στη χώρα μας κατά τους πάνω από 20 μήνες που διαρκεί η πανδημία του κορωνοϊού είναι η σπουδή να αναζητούμε τα επόμενα περιοριστικά μέτρα πριν καν αρχίσει η εφαρμογή των προηγουμένων.

Στην αρχή έμοιαζε με επαγγελματική διαστροφή των δημοσιογράφων, οι οποίοι αναζητούσαν ανυπόμονα το «plan b», ακόμη και όταν δεν είχε ξεκινήσει να εφαρμόζεται το «plan a». Η πορεία, ωστόσο, έδειξε ότι κατ΄ αυτόν τον τρόπο σκέπτονται πολλοί, αν όχι οι περισσότεροι, συμπατριώτες μας. Μια ανεξήγητη αδημονία για την επόμενη κίνηση ακολουθεί σχεδόν κάθε νέα αναγγελία περιορισμού.

Είναι χαρακτηριστικό, άλλωστε, ότι το πιο συχνό ερώτημα που τίθεται αυτή την περίοδο είναι: «Πότε λες θα μας κλείσουν;». Προσέξτε τη διατύπωση: όχι «πότε λες να κλείσουμε;», αλλά «πότε θα μας κλείσουν;». Διότι, ως γνωστόν, για κάθε τι άσχημο το οποίο συμβαίνει γύρω μας είναι πάντα κάποιοι… άλλοι που ευθύνονται. Αυτοί που, εν προκειμένω, θα αποφασίσουν το «κλείσιμο». Και όχι όσοι εξ ημών το προκαλούμε με τις συμπεριφορές μας.

Δεν είναι εύκολο να αποτιμήσει κανείς την επίπτωση που έχει στη βούληση των ανθρώπων, πλην, όμως, αδιαμφισβήτητη αλήθεια αποτελεί ότι τα lockdown που εφαρμόστηκαν τον τελευταίο ενάμισι χρόνο είχαν μάλλον… ευεργετικές οικονομικές συνέπειες για τις τσέπες μιας πολύ μεγάλης μερίδας των συνελλήνων. Το μαρτυρούν η τεράστια αύξηση στις καταθέσεις τόσο των νοικοκυριών όσο των επιχειρήσεων που καταγράφηκε το προηγούμενο διάστημα και προήλθαν από τις κάθε είδους αποζημιώσεις που πληρώθηκαν από τον κρατικό κορβανά.

Το συνολικό ποσό που συνέβαλε αποφασιστικά στη στήριξη του εισοδήματος ενός μεγάλου τμήματος του ιδιωτικού τομέα ξεπέρασε τα 40 δισεκατομμύρια ευρώ, ποσό το οποίο αντιστοιχεί σχεδόν στο ένα τέταρτο του ετήσιου Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος (ΑΕΠ) και αύξησε κατά περισσότερο από 10% το ήδη πολύ υψηλό ελληνικό δημόσιο χρέος.

Υπό άλλες συνθήκες, τα στοιχεία αυτά θα μας είχαν θέσει προ πολλού εκτός αγορών και όχι μόνον δεν θα συνεχίζαμε να δανειζόμαστε με τα ιστορικά χαμηλότερα επιτόκια δανεισμού αλλά δεν θα μας… δάνειζε ούτε το ΔΝΤ όσο σκληρά μνημόνια και αν είμαστε διατεθειμένοι να συνομολογήσουμε.

Η πανδημία, όμως, έχει αλλάξει άρδην τα διεθνή δεδομένα, οπότε όπως όλες σχεδόν οι χώρες του πλανήτη, έτσι και το ελληνικό δημόσιο μπόρεσε και έκανε δαπάνες που σε άλλες εποχές θα ήταν αδιανόητες και θα οδηγούσαν σε κατάρρευση, χειρότερη ίσως και από αυτή με την οποία φαίνεται να είναι αντιμέτωποι αυτό το διάστημα οι εξ Ανατολών γείτονες μας.

Τα περιθώρια για έντονα ελλειμματικούς προϋπολογισμούς, όπως και για υψηλό δανεισμό του δημοσίου, δεν είναι απεριόριστα. Έχουν όρια, τα οποία, καλώς ή κακώς, είναι πεπερασμένα. Και όποιος επιμείνει να τα υπερβεί, αργά ή γρήγορα, θα κληθεί να πληρώσει βαρύ τίμημα. Ήδη με τον σχηματισμό της νέας γερμανικής κυβέρνησης ο χρόνος έχει αρχίσει να μετρά αντίστροφα για την επαναφορά του στενού κορσέ που λέγεται ευρωπαϊκό Σύμφωνο Σταθερότητας.

Η ανάληψη του χαρτοφυλακίου του υπουργείου Οικονομικών από τον Φιλελεύθερο Κρίστιαν Λίντνερ είναι το πρώτο σήμα για το επερχόμενο συμμάζεμα. Ακόμη και αν ο νέος επικεφαλής του γερμανικού θησαυροφυλακίου δεν δικαιώσει τη φήμη του που τον θέλει να γίνεται ο «νέος Σόιμπλε», όλοι γνωρίζουν ότι από το μέσον του 2022 και αφού μεσολαβήσουν και οι γαλλικές προεδρικές εκλογές, τα πράγματα θα αλλάξουν.

Μπορεί να μην πάμε πίσω στο 2010, όπως δήλωσε πρόσφατα ο ίδιος ο Λίντνερ, πλην όμως κανείς δεν μπορεί να πιστέψει ότι θα μπορέσουν, από άποψης δημοσίων δαπανών, να επαναληφθούν ξανά στο ορατό μέλλον τα όσα έγιναν τα δύο τελευταία χρόνια. Κακά τα ψέματα, η «νεκρανάσταση» του ιδεών του Κέινς για τη δυνατότητα αύξησης των δημοσίων δαπανών σε έκτακτες συνθήκες κρίσης, όπως αυτές που δημιούργησε η πανδημία, έχουν ημερομηνία λήξης.

Ο στόχος, άλλωστε, της τόνωσης της ζήτησης, που είχαν οι αυξημένες δημόσιες δαπάνες, φαίνεται ότι επετεύχθη, αν κρίνουμε και από τις ισχυρές πληθωριστικές πιέσεις που πυροδότησε η ανεπαρκής προσφορά ορισμένων κρίσιμων αγαθών εξαιτίας της μειωμένης παραγωγής στην οποία οδήγησαν τα εκτεταμένα lockdown που ίσχυσαν σε όλα τα μήκη και τα πλάτη του πλανήτη.

Με λίγα λόγια και για να επανέλθουμε στα δικά μας, εκείνο που πρέπει να συνειδητοποιήσουμε άπαντες είναι ότι έχουν εξαντληθεί προ πολλού τα περιθώρια για να επιβληθεί ένα νέο lockdown. Μπορεί ορισμένοι να το ελπίζουν ή να το εύχονται, επειδή μια χαρά βολεύτηκαν όταν δεν λειτουργούσαν τις επιχειρήσεις τους και είχαν έσοδα ή δεν πήγαιναν στις δουλειές τους και είχαν εισόδημα, όμως το ελληνικό δημόσιο δεν έχει τη δυνατότητα να «χρηματοδοτήσει» τυχόν νέους περιορισμούς στην οικονομική και κοινωνική δραστηριότητα.

Γι΄ αυτό και είναι ώρα να αναλάβουμε όλοι τις ευθύνες μας: η κυβέρνηση να δείξει ευθύνη και αποφασιστικότητα στην απαρέγκλιτη εφαρμογή των μέτρων για την αναχαίτιση της πανδημίας που εισηγούνται οι ειδικοί επιστήμονες, η αντιπολίτευση να πάψει να επενδύει πολιτικά στην καταστροφή που μπορεί να φέρει μια νέα έξαρση στην κυκλοφορία του ιού και όλοι εμείς οι πολίτες να τηρούμε τα μέτρα και, πρωτίστως, να εμβολιαζόμαστε.

Αυτά, διότι, κατά τα λοιπά, όποιος στοιχηματίζει στην επιβολή νέου lockdown, το πιθανότερο είναι «να… πάει κουβά», όπως λένε στην αργκό τους οι «ειδικοί» των στοιχημάτων.

Παρασκευή 19 Νοεμβρίου 2021

Αν τους δίναμε τον Πιερρακάκη οι Βρετανοί μπορεί να μας… επέστρεφαν και τα Μάρμαρα

 Για να μην παραπονούμαστε διαρκώς για όσα άσχημα συμβαίνουν γύρω μας σε σχέση με την πανδημία, αλλά κυρίως για να έχουμε ένα μέτρο σύγκρισης των καταστάσεων που επικρατούν έξω από τον μικρόκοσμό μας, έχω την αίσθηση ότι είναι καλό να στρέφουμε συχνά την προσοχή μας για να πληροφορούμαστε τα καλά αλλά και τα κακά που συμβαίνουν στον υπόλοιπο πλανήτη.

Στην αρχή της εβδομάδας είχα την ευκαιρία να ταξιδέψω για επαγγελματικούς λόγους στο Λονδίνο και να πάρω μια καλή γεύση για το πόσο διαφορετικά -το γράφω όσο πιο κομψά γίνεται- αντιμετωπίζει η Μεγάλη Βρετανία το μείζον ζήτημα της πανδημίας. Αν κάποιοι στη χώρα μας υποστηρίζουν ότι «η ελληνική κυβέρνηση έχει πετάξει λευκή πετσέτα», ούτε μπορούν φανταστούν πόσο αποστασιοποιημένη από τον χειρισμό της πανδημίας είναι η κυβέρνηση του Μπόρις Τζόνσον.

Ας ξεκινήσουμε κατ΄ αρχήν από τους επισκέπτες που θέλουν να ταξιδέψουν στο Ηνωμένο Βασίλειο και χρειάζεται να συμπληρώσουν το περίφημο «Passenger Locator Form (PLF)» που έχουν επιβάλει οι περισσότερες χώρες. Για να πας στη Βρετανία δεν αρκεί να είσαι εμβολιασμένος, απαιτείται για την έκδοση του PLF να προπληρώσεις, καταβάλλοντας ένα ποσό που αντιστοιχεί περίπου σε 30 ευρώ, ένα τεστ το οποίο υποτίθεσαι ότι υποχρεούσαι να κάνεις δύο ημέρες μετά την άφιξή σου στη χώρα.

Χωρίς να προπληρώσεις το τεστ δεν μπορείς να ολοκληρώσεις τη συμπλήρωση του PLF, αφού σου ζητά τον κωδικό παραγγελίας του τεστ που «έκλεισες» έτσι ώστε να λάβεις το σχετικό kit στη διεύθυνση στην οποία σκοπεύεις να διαμείνεις όταν φθάσεις στον προορισμό σου. Από τη στιγμή, όμως, που θα πληρώσεις, είναι πλέον όλα εντάξει. Είτε παραλάβεις, είτε όχι το kit, είτε κάνεις το τεστ, είτε δεν το κάνεις, δεν υπάρχει καμία διαφορά. Θεωρητικώς είσαι υποχρεωμένος να το κάνεις και να ανεβάσεις το αποτέλεσμά του στην αντίστοιχη πλατφόρμα, πλην, όμως, αυτό δεν το ελέγχει κανείς και πουθενά.

Για να καταλάβετε, από τα μέλη της ομάδας που συνταξιδέψαμε από και προς την Ελλάδα, κάποιοι το παρέλαβαν, το έκαναν και το δήλωσαν. Ορισμένοι το παρέλαβαν αλλά δεν μπόρεσαν να ανεβάσουν το αποτέλεσμα στην πλατφόρμα που ήταν δύσχρηστη. Ενώ άλλοι επέστρεψαν πίσω στη χώρα μας χωρίς να παραλάβουν το kit με το τεστ που είχαν πληρώσει. Και φυσικά χωρίς να υποβληθούν στο τεστ να δηλώσουν αν ήταν θετικοί ή αρνητικοί στον ιό, όπως υποτίθεται ότι έπρεπε να κάνουν με βάση τους ισχύοντες ταξιδιωτικούς κανονισμούς.

Ευρύτερα, άλλωστε, στη Βρετανία η προστασία από την πανδημία είναι θέμα της καλής προαίρεσης του καθενός κατοίκου ή επισκέπτη. Οι περιορισμοί έχουν αρθεί παντού και, είτε πρόκειται για ανοικτούς ή κλειστούς χώρους, μάσκες φορούν ελάχιστοι. Ακόμη και σε χώρους που ο συνωστισμός είναι αναπόφευκτος, όπως για παράδειγμα στα μέσα μεταφοράς, δεν υπάρχει κανείς περιορισμός και δεν ισχύει καμία υποχρεωτικότητα. Το ίδιο και στα καταστήματα στα οποία η πλειονότητα των εργαζομένων αλλά και των καταναλωτών έχουν ακάλυπτα τα πρόσωπά τους. Η πρόσβαση όλων είναι παντού ίδια και πιστοποιητικό εμβολιασμού ή διενέργειας αρνητικού τεστ δεν ζητάει κανείς πουθενά.

Το μόνο παρήγορο ίσως είναι ότι το ποσοστό εμβολιασμού στο Ηνωμένο Βασίλειο είναι κάπως υψηλό, αφού οι πλήρως εμβολιασμένοι ξεπερνούν το 70%, ποσοστό δηλαδή που είναι πάνω από δέκα μονάδες μεγαλύτερο από το αντίστοιχο στη χώρα μας. Ενώ συγκριτικά πολύ υψηλότερο, σε σχέση με το δικό μας, είναι και το ποσοστό των Βρετανών που έχουν νοσήσει από κορωνοϊό και οι οποίοι πλησιάζουν τα 10 εκατομμύρια και αντιστοιχούν στο 14,5% του πληθυσμού του Ηνωμένου Βασιλείου.

Κατά τα λοιπά, η… ΥΟLO (Yου Only Live Once) συμπεριφορά, που εξ αρχής είχε χαράξει ο ακραία λαϊκιστής πρωθυπουργός Τζόνσον και την οποία άλλαξε ελαφρώς μόνον όταν νόσησε και ο ίδιος, έχει επανέλθει στο Ηνωμένο Βασίλειο και συνεχίζεται σαν να μην τρέχει τίποτε. Οι συνολικοί θάνατοι έχουν ξεπεράσει τους 145 χιλιάδες, αλλά, ίσως και εξαιτίας και του σήματος που εκπέμπει ο ένοικος της Ντάουνινγκ Στριτ 10, έχει πάψει να αποτελεί είδηση το γεγονός ότι κάθε μέρα χάνουν τη ζωή τους περί τους 200 Βρετανούς. Αριθμός, ο οποίος, πάντως, είναι εμφανώς μικρότερος συγκριτικά με τις καθημερινές βαρύτερες ανθρώπινες απώλειες που έχουμε στην Ελλάδα και οι οποίες, όπως όλα δείχνουν οφείλονται στο χαμηλότερο δικό μας εμβολιαστικό ποσοστό.

Συγκρίνοντας, ωστόσο, κανείς τις καταστάσεις στις δύο χώρες, το χαριτολόγημα για… ανταλλαγή των δύο πρωθυπουργών που κυριάρχησε στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης μετά την εμφάνιση του Κυριάκου Μητσοτάκη σε βρετανικό τηλεοπτικό πρωινάδικο, ίσως να αποκτούσε πραγματική υπόσταση αν οι Βρετανοί πολίτες είχαν υπόψιν τους τον συγκριτικά πολύ καλύτερο τρόπο με τον οποίο λειτουργούν στην Ελλάδα οι πλατφόρμες για την πανδημία που οργάνωσε από το μηδέν η ομάδα που πλαισιώνει τον υπουργό Ψηφιακής Διακυβέρνησης Κυριάκο Πιερρακάκη.

Με τα μύρια όσα οργανωτικά προβλήματα που αντιμετωπίζει η άλλοτε κραταιά Μεγάλη Βρετανία στη μεταBrexit εποχή, δεν αποκλείεται αν τους… δανείζαμε τον Πιερρακάκη να μας… επέστρεψαν ακόμη και τα Μάρμαρα του Παρθενώνα που έκλεψε ο διαβόητος Λόρδος Έλγιν και τώρα μας λένε ότι είναι ιδιοκτησία του Βρετανικού Μουσείου…

Παρασκευή 12 Νοεμβρίου 2021

Η Αλιστράτη και το ξεστράτισμα

Η υπόθεση με τους δύο γονείς από την Αλιστράτη Σερρών που για δεύτερη συνεχή χρονιά δεν στέλνουν τα τέσσερα παιδιά τους στο σχολείο επειδή διαφωνούν με τις μάσκες και τη διενέργεια διαγνωστικών τεστ για την αντιμετώπιση της πανδημίας αποτελεί ίσως την επιτομή για το ξεστράτισμα στο οποίο έχει βρεθεί τα τελευταία χρόνια η ελληνική κοινωνία.

Ένα ζευγάρι αποφάσισε να αυθαιρετήσει εις βάρος των παιδιών του, στερώντας τους το αγαθό και ταυτόχρονα δικαίωμα της Παιδείας και καταδικάζοντάς τα όχι μόνον στην αμάθεια αλλά και σε κοινωνική απομόνωση. Παρά ταύτα, τα πολυποίκιλα όργανα της ελληνικής Πολιτείας που είχαν την αρμοδιότητα να παρέμβουν για να σταματήσουν την απάνθρωπη και αναμφισβήτητα παράνομη συμπεριφορά τους, δεν συγκινήθηκαν.

Μέχρις ότου το ίδιο το ζευγάρι βγει στην τηλεόραση για να διατυμπανίσει την… αντιστασιακή του δράση, ουδείς αισθάνθηκε την ανάγκη να αντιδράσει. Ούτε οι φορείς της εκπαίδευσης, που είναι οι πρώτοι που θα έπρεπε να κινητοποιηθούν. Ούτε οι υπηρεσίες της κοινωνικής πρόνοιας, που, από κοινού με τις τοπικές αρχές, έχουν υποχρέωση να παρεμβαίνουν όταν οι γεννήτορες καταπατούν καθ’ οιονδήποτε τρόπο τα δικαιώματα των παιδιών τους. Ούτε οι αστυνομικές και οι εισαγγελικές αρχές που είναι επιφορτισμένες με το καθήκον να επιβλέπουν την εφαρμογή των νόμων και να οδηγούν τους παραβάτες ενώπιον της Δικαιοσύνης.

Δυσκολεύεται κάποιος να φανταστεί ότι σε οποιαδήποτε άλλη χώρα του δυτικού κόσμου, στον οποίο υποτίθεται ότι ανήκει και η Ελλάδα, θα μπορούσαν δύο άνθρωποι επί τόσο μακρύ χρονικό διάστημα να παραβιάζουν τόσο κατάφωρα τη νομιμότητα χωρίς να συγκινείται κανείς. Αν είχαμε να κάνουμε με ένα μεμονωμένο περιστατικό, το οποίο απλώς διέλαθε της προσοχής των θεσμικών οργάνων της Πολιτείας, ίσως δεν θα είχε τη σημασία που προσλαμβάνει εξαιτίας του γεγονότος ότι αποτελεί μάλλον μια γενικευμένη κατάσταση που επικρατεί στην εποχή μας.

Πριν από το ξέσπασμα της πανδημίας, αλλά κυρίως κατά τη διάρκειά της, είναι πολλά τα γεγονότα που μαρτυρούν ότι βρισκόμαστε αντιμέτωποι με έναν ιδιότυπο «αβδηριτισμό» που χαρακτηρίζει τον τρόπο με τον οποίο διαχειριζόμαστε τα δημόσια πράγματα στη χώρα μας. Από την εφαρμογή των στοιχειωδών κανόνων κοινωνικής συμβίωσης έως την τήρηση των νόμων που σωρηδόν ψηφίζονται από το ελληνικό Κοινοβούλιο, στην πράξη όλα φαίνεται να... επαφίενται αποκλειστικά και μόνον στον πατριωτισμό των Ελλήνων.

Για κάποιον παράδοξο λόγο, σε ένα μάλλον μεγάλο μέρος της κοινωνίας μας έχει επικρατήσει η λανθασμένη αντίληψη ότι μπορεί μεν να υφίστανται περιορισμοί και να θεσπίζονται σωρηδόν νέες υποχρεώσεις, αυτό, όμως, δεν χρειάζεται να συνοδεύονται από συνέπειες ή κυρώσεις για όσους τους παραβιάζουν.

Οι γονείς, για παράδειγμα, είναι υποχρεωμένοι να μεριμνούν για να παρακολουθούν τα παιδιά τους τα σχολικά μαθήματα, αλλά, ακόμη και αν δεν ανταποκρίνονται σε αυτή την υποχρέωσή τους, τούτο δεν σημαίνει ότι αυτομάτως θα βρεθούν αντιμέτωποι με κάποια συνέπεια ή κύρωση. Όχι τόσο για λόγους τιμωρητικούς, όσο για παιδευτικούς.

Τα περισσότερα ζητήματα, εξάλλου, σε αυτή τη χώρα αντιμετωπίζονται με μια χαρακτηριστική χαλαρότητα και έναν «ωχαδερφισμό» που συχνά γίνεται παραλυτικός. Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, ότι ένα μέρος του πολιτικού κόσμου υποστήριζε μεν την υποχρεωτικότητα των εμβολιασμών για το υγειονομικό προσωπικό, πλην, όμως, εξέφραζε έντονη διαφωνία με το καθεστώς της διαθεσιμότητας στο οποίο τέθηκαν όσοι επέμεναν να μείνουν ανεμβολίαστοι.

Τι είδους υποχρεωτικότητα, άραγε, θα μπορούσε να εφαρμοστεί σε μια τέτοια περίπτωση; Ενδεχομένως όσοι το πρότειναν να είχαν κατά νου ένα είδος… εθελοντικής υποχρεωτικότητας. Κάτι τέτοιο, όμως, αν ήταν εφικτό να λειτουργήσει θα το είχαν εφαρμόσει και κάπου αλλού στον πλανήτη.

Όπως σε καμία άλλη χώρα δεν θα έμενε χωρίς συνέπειες η προκλητική πρωτοβουλία του Μητροπολίτη Γρεβενών να αφαιρεί προκλητικά και μπροστά στις κάμερες τις μάσκες των πιστών που τον πλησίαζαν για να ασπαστούν το χέρι του. Η πράξη του ήταν, χωρίς αμφιβολία, παράνομη και καταδικαστέα, αλλά ουδείς από την κυβέρνηση ή την αντιπολίτευση αισθάνθηκε την ανάγκη να πάρει θέση και να αποδοκιμάσει τη συμπεριφορά του που βάζει σε κίνδυνο τους εκκλησιαζόμενους οι οποίοι κατά τεκμήριο ανήκουν στις πλέον ευπαθείς ομάδες του πληθυσμού.

Αντίστοιχης λογικής είναι και οι πιο πρόσφατοι ισχυρισμοί σύμφωνα με τους οποίους χαρακτηρίζεται «ρατσιστικό» και «διχαστικό» επιχείρημα να γίνεται λόγος για «πανδημία των ανεμβολίαστων», επειδή οι τελευταίοι μπορεί να… νιώσουν άβολα. Παρόλο που η έκφραση έχει χρησιμοποιηθεί πάμπολλες φορές από ξένους πολιτικούς ηγέτες, όπως ο Αμερικανός Πρόεδρος Μπάιντεν (που, όπως και να έχει, δεν τον λες και ρατσιστή), μόνον στην Ελλάδα αποτέλεσε αντικείμενο πολιτικής αντιπαράθεσης.

Είναι και αυτό ένα ακόμη επεισόδιο στο σίριαλ του ξεστρατίσματος που βιώνουμε αρκετά χρόνια. Και το οποίο οι συνθήκες της πανδημίας επανέφεραν στο προσκήνιο. Στο τέλος- τέλος, η έλλειψη σεβασμού στους κανόνες, που αποτελεί προστάδιο της ανομίας, έχει πολλές μορφές, ενώ συχνά ισχύει η αρχαιοελληνική ρήση «εξ όνυχος τον λέοντα»…

Παρασκευή 5 Νοεμβρίου 2021

Του (αν)ορθόδοξου ο τράχηλος… εμβόλιο δεν υπομένει

 Από την αρχή της πανδημίας είχε επισημανθεί από αρκετές πλευρές ότι η σύνθεση της επιστημονικής επιτροπής που εισηγείται στην κυβέρνηση τα μέτρα και τις αποφάσεις που λαμβάνονται για την αντιμετώπιση του κορωνοϊού δεν μπορεί να απαρτίζεται μόνον από λοιμωξιολόγους και επιδημιολόγους.

Η εξέλιξη των πραγμάτων τόσο στη χώρα μας όσο και διεθνώς επιβεβαίωσε όσους εξαρχής πίστευαν ότι οι απαιτούμενοι χειρισμοί της υπόθεσης δεν είναι αποκλειστικώς ιατρικό ζήτημα. Πρόκειται, αντιθέτως, για ένα πολύπλοκο θέμα για το οποίο είναι κρίσιμη η συνεισφορά και άλλων επιστημονικών κλάδων από τους τομείς των ανθρωπιστικών σπουδών, όπως οι κοινωνιολόγοι, οι ιστορικοί και σίγουρα οι ασχολούμενοι με την κοινωνική ψυχολογία.

Στην αρχή της τρέχουσας εβδομάδας, η επικεφαλής της Επιτροπής Εμβολιασμών καθηγήτρια Μαρία Θεοδωρίδου αναφέρθηκε, μάλλον ακροθιγώς, σε μια σημαντική έρευνα του Πανεπιστημίου της Νεβάδα που διενεργήθηκε σε 200 χιλιάδες ανθρώπους από 51 χώρες και αναζήτησε τους λόγους για τους οποίους παρατηρείται τόσο μεγάλος σκεπτικισμός για τον εμβολιασμό κατά της Covid-19.

Το βασικό συμπέρασμα στο οποίο κατέληξαν οι υπεύθυνοι της επιστημονικής αυτής μελέτης είναι ότι εκείνο που κυρίως κάνει τους ανθρώπους να μην λαμβάνουν σοβαρά υπόψιν τους τους κινδύνους από τον κορωνοϊό, με αποτέλεσμα να μην σπεύδουν να εμβολιαστούν, είναι το αίσθημα του «άτρωτου» από το οποίο διακατέχονται. Όσο πιο «ανίκητος» από τον ιό αισθάνεται κάποιος τόσο πιο δύσκολα πείθεται για την αναγκαιότητα να εμβολιαστεί.

Με άλλα λόγια, η μεγάλη πλειονότητα των αρνητών, όπως, άλλωστε, εύκολα μπορεί να διαπιστώσει όποιος μιλήσει με έναν από τους πολλούς ανεμβολίαστους που κυκλοφορούν στην ελληνική κοινωνία, πιστεύει ότι η πανδημία είναι κάτι που δεν αφορά τους ίδιους. Και εξακολουθεί να το πιστεύει ακόμη και όταν βλέπει στον περίγυρο του ασθενείς να υποφέρουν από τη λοίμωξη ή και να καταλήγουν εξαιτίας της.

Ένα ακόμη ενδιαφέρον συμπέρασμα της έρευνας του Πανεπιστημίου της Νεβάδα είναι ότι το υψηλότερο ποσοστό των (δήθεν) «αήττητων» ζει σε χώρες στις οποίες υπάρχει μεγαλύτερη ατομική ελευθερία και αυτονομία, όπως είναι οι ΗΠΑ και η Μεγάλη Βρετανία, ενώ αντίθετα το ποσοστό τους εμφανίζεται συγκριτικά μειωμένο σε χώρες οι οποίες δίνουν προτεραιότητα στη συλλογικότητα.

Οι ερευνητές, που μελέτησαν το φαινόμενο, στάθηκαν ιδιαίτερα στη σημασία των πολιτιστικών και ψυχολογικών παραγόντων που επηρεάζουν τη συμπεριφορά των ανθρώπων παγκοσμίως τόσο στην καταπολέμηση της πανδημίας όσο και στην προώθηση των εμβολιαστικών προγραμμάτων.

«Ενώ το αίσθημα του αήττητου μπορεί να είναι χρήσιμο για να ξεπεραστούν οι οικονομικές δυσκολίες ή σε καιρό πολέμου, τα αποτελέσματα της μελέτης μας δείχνουν ότι αυτό το συναίσθημα μειώνει την πιθανότητα εμβολιασμού των ανθρώπων κατά της Covid-19», υπογραμμίζουν χαρακτηριστικά. Και επισημαίνουν ότι κάτι τέτοιο «ισχύει ιδιαίτερα σε ατομικιστικές χώρες, όπου οι άνθρωποι εστιάζουν περισσότερο στη δική τους υγεία παρά στη συλλογική υγεία της κοινότητάς τους».

Υπό το φως αυτών των συμπερασμάτων, θα είχε μεγάλη αξία να ερευνηθούν οι πολιτιστικοί και ψυχολογικοί λόγοι για τους οποίους επικρατεί στη χώρα μας πολύ υψηλότερη επιφυλακτικότητα έναντι των εμβολίων συγκριτικά με το μεγαλύτερο μέρος της (δυτικής) Ευρώπης. Μια πρώτη εξήγηση είναι ότι αν κρίνουμε από τη γενικότερη συμπεριφορά των Ελλήνων, η Ελλάδα δεν είναι μια χώρα που το συλλογικό υπερέχει του ατομικού. Κάθε άλλο, θα μπορούσε βάσιμα να ισχυριστεί κανείς.

Γι΄ αυτό και, πέραν από τις πολιτικές σκοπιμότητες της μιας ή της άλλης πλευράς, οι κάθε λογής πνευματικοί ταγοί του τόπου μας, είτε πρόκειται για την Ακαδημία Αθηνών, τα πανεπιστημιακά ιδρύματα που έχουν έδρες ανθρωπιστικών σπουδών, τα πολυποίκιλα Ινστιτούτα, που χρηματοδοτούνται από εγχώριους και ευρωπαϊκούς πόρους, ή ακόμη και μεμονωμένοι επιστήμονες με αυξημένη κοινωνική συνείδηση, έχουν υποχρέωση να… στύψουν τα μυαλά τους και να δώσουν απαντήσεις σε καίρια ερωτήματα που ανέδειξε η πανδημική κρίση, όπως:

*Ποιο να είναι άραγε εκείνο το στοιχείο που μας διαφοροποιεί τόσο πολύ από τους πολίτες του υπόλοιπου ευρωπαϊκού Νότου, οι οποίοι προσέρχονται και εμβολιάζονται, δείχνοντας μια αξιοζήλευτη εμπιστοσύνη έναντι της επιστημονικής κοινότητας αλλά και της πολιτικής ηγεσίας των χωρών τους;

*Γιατί η συμπεριφορά μας προσομοιάζει τόσο πολύ με τις ομόδοξες χώρες των Βαλκανίων και του πρώην κομμουνιστικού συνασπισμού, όπως η Βουλγαρία, η Ρουμανία, η Σερβία, το Μαυροβούνιο, η Βόρεια Μακεδονία, η Ουκρανία και η Ρωσία που είναι ουραγοί στους εμβολιασμούς και βρίσκονται αισθητά κάτω από το παγκόσμιο μέσο όρο;

*Τι ρόλο διαδραματίζει το γεγονός ότι στην ορθόδοξη πίστη παίρνουμε εύκολα άφεση αμαρτιών για όποιο αμάρτημα κι αν έχουμε υποπέσει, αρκεί να εξομολογηθούμε και να δηλώσουμε μετάνοια;

*Μήπως, εν τέλει, εκείνο το παλαιό ηρωικό σύνθημα του Ανδρέα Κάλβου σύμφωνα με το οποίο «του Έλληνος ο τράχηλος ζυγό δεν υπομένει» μετατράπηκε στις μέρες μας στο αποκαρδιωτικό μήνυμα ότι «του (αν)ορθόδοξου ο τράχηλος… εμβόλιο δεν υπομένει»;

Διότι, κακά τα ψέματα, το τι είναι ορθόδοξο και τι ανορθόδοξο αποτελεί ένα από τα κρίσιμα ζητούμενα της εποχής μας. Εξίσου κρίσιμο, δε, με τη σκληρή διαπάλη ανάμεσα στον ορθολογισμό και τον ανορθολογισμό.

Υ.Γ.: Είναι ευχάριστο που, έστω με μεγάλη καθυστέρηση, η επίσημη Ιεραρχία της Εκκλησίας της Ελλάδος εδέησε να κάνει το καθήκον της και να ζητήσει με εγκύκλιο της να γίνεται έλεγχος όσων εισέρχονται στους ναούς. Μένει να δούμε πόσοι ιερωμένοι θα πειθαρχήσουν και πόσοι άφρονες Ιεράρχες θα συνεχίσουν να κατεβάζουν τις μάσκες των άμοιρων πιστών που αισθάνονται την ανάγκη να τους ασπάζονται το χέρι.

Παρασκευή 24 Σεπτεμβρίου 2021

Μια σύγκριση Ελλάδας - ΗΠΑ ή όταν υπάρχουν και άλλοι… σαν και μας

 

            Περπατώντας αυτές τις μέρες στους δρόμους της Νέας Υόρκης είχα την ευκαιρία να διαπιστώσω την μεγάλη ομοιότητα που παρουσιάζει ο τρόπος αντιμετώπισης της πανδημίας του κορωνοϊού ανάμεσα στη χώρα μας και στις ΗΠΑ.

            Η αμερικανική μεγαλούπολη, που δικαιολογημένα διεκδικεί τον τίτλο της μητρόπολης του κοσμοπολιτισμού, δείχνει να αφήνει σιγά σιγά πίσω της το βαρύ χτύπημα που δέχτηκε πριν από περίπου έναν χρόνο από το μεγάλο πανδημικό κύμα που στοίχισε τις ζωές σε πολλούς ανθρώπους. Δεν συμβαίνει, ωστόσο, το ίδιο σε ολόκληρη τη μεγάλη αυτή χώρα, γι΄ αυτό και ο πρόεδρος Μπάιντεν ζήτησε τελεσιγραφικά να εφαρμοστεί υποχρεωτικός εμβολιασμός σε όλη τη χώρα, πριν πάρει την απόφαση να άρει από το Νοέμβριο τους περιορισμούς για να εισέλθει κανείς στις Ηνωμένες Πολιτείες με μόνη προϋπόθεση την επίδειξη εμβολιαστικού πιστοποιητικού.   

            Παρότι υπάρχουν ξενοδοχεία και καταστήματα που παραμένουν ακόμη κλειστά, αφού εξακολουθούν να ισχύουν περιορισμοί στην έλευση τουριστών από το εξωτερικό, η ζωή στην πόλη της Νέας Υόρκης δείχνει να είναι προσαρμοσμένη στην μεταπανδημική εποχή. Οι άνθρωποι έχουν στην  πλειονότητά τους συμφιλιωθεί με την ιδέα ότι πρέπει να εμβολιαστούν, όπως επίσης και ότι για κάποιον καιρό ακόμη θα ζουν με περιορισμούς.

Στους δρόμους της πόλης, οι κάτοικοι και οι λιγοστοί επισκέπτες, κυκλοφορούν σχεδόν όλοι με τις μάσκες, χωρίς, ωστόσο, οι περισσότεροι να τις φορούν. Τις έχουν, όμως, μαζί τους διότι είναι απαραίτητη προϋπόθεση αν θέλουν να μπουν σε οποιονδήποτε κλειστό χώρο, είτε πρόκειται για κατάστημα ή γραφείο, είτε για σχολείο ή εστιατόριο.    

            Βρέθηκα έξω από παιδικούς σταθμούς και είδα με πόση τάξη οι γονείς πήγαιναν τα νήπια τους τα οποία φορούσαν όλα τις μάσκες τους πριν φθάσουν στην πόρτα του σχολείου. Στην είσοδο τα υποδέχονταν οι υπεύθυνοι, τα θερμομετρούσαν και τα οδηγούσαν στις τάξεις τους. Εν ολίγοις όλα κινούνταν σα να μην υπήρχε η παραμικρή ιδιαίτερη κατάσταση. Ούτε φασαρίες, ούτε υστερικές απειλές για μηνύσεις και αυτόφωρα που χρειάζεται να παρέμβουν εισαγγελείς και υπουργοί για να αποκατασταθεί η κοινή λογική.

            Επισκέφθηκα εστιατόρια και η εικόνα ήταν ακριβώς ίδια και στη συμπεριφορά των ενηλίκων, για τους οποίους ισχύει υποχρέωση εμβολιασμού προκειμένου να βρεθούν σε εσωτερικούς χώρους για ποτό ή φαγητό. Με το που μπαίνεις δείχνεις το πιστοποιητικό εμβολιασμού σου σε υπάλληλο που είναι επιτετραμμένος γι΄ αυτό και αφού ελέγξει τα στοιχεία της ταυτότητάς σου, παίρνεις το «ΟΚ» για να πάρεις θέση σε τραπέζι. Κανείς δεν διαμαρτύρεται, κανείς δεν φωνάζει και όλα βαίνουν καλώς.

            Δεν ξέρω αν είναι παρήγορο για τη χώρα μας, αλλά θα πρέπει να επισημάνουμε ότι η καλή εικόνα της Νέας Υόρκης δεν είναι αντιπροσωπευτική για το σύνολο των Ηνωμένων Πολιτειών. Στην Πολιτεία της Νέας Υόρκης έχει εμβολιαστεί με τουλάχιστον μία δόση πάνω από το 70% του πληθυσμού της και άρα είναι πολύ κοντά στην επίτευξη τείχους ανοσίας αν υπολογιστεί και ο μεγάλος αριθμός όσων έχουν νοσήσει.

            Στο σύνολο των Ηνωμένων Πολιτειών, ωστόσο, τα πράγματα είναι σχεδόν όπως στη χώρα μας. Με βάση τα στοιχεία από την έγκυρη ιστοσελίδα «ourworldindata» στην Ελλάδα έχει εμβολιαστεί με τουλάχιστον μια δόση το 62% του πληθυσμού, ποσοστό που για τους πλήρως εμβολιασμένους υποχωρεί στο 58%. Αντιστοίχως, στις ΗΠΑ, όπου πάντως, οι εμβολιασμοί ξεκίνησαν νωρίτερα, έχει μέχρι τώρα εμβολιαστεί το 63% του πληθυσμού, εκ του οποίου μόνον το 54% είναι πλήρως εμβολιασμένο.

            Το ενδιαφέρον είναι ότι σε πάρα πολλές αμερικανικές Πολιτείες, τα ποσοστά εμβολιασμού είναι κάτω του 50%. Με μια απλή περιήγηση στα επίσημα στοιχεία διαπιστώνει κανείς ότι οι μεσοδυτικές Πολιτείες, που αποτελούν την αποκαλούμενη «βαθιά Αμερική» η οποία στις δύο τελευταίες πανεθνικές κάλπες ψήφισε φανατικά τον Ντόναλντ Τραμπ, είναι αυτές που παρουσιάζουν τις χαμηλότερες επιδόσεις σε προσέλευση στα εμβολιαστικά κέντρα.

Στον αντίποδα Πολιτείες με παραδοσιακή εκλογική συμπεριφορά υπέρ του Δημοκρατικού Κόμματος, όπως η Βοστώνη ή η Καλιφόρνια, η εικόνα προσομοιάζει με εκείνη της Νέας Υόρκης. Σε αδρές γραμμές, εύκολα διαπιστώνει κανείς ότι, όπως και στον διαχωρισμό που παρατηρήθηκε στις κάλπες του 2016 και του 2020 για την προεδρική εκλογή στην οποία οι λιγότερο μορφωμένοι και οι περισσότεροι θρησκευόμενοι επέλεγαν Τραμπ και όχι Χίλαρι Κλίντον ή Τζο Μπάιντεν, έτσι και τώρα δείχνουν μεγαλύτερη σπουδή για να εμβολιαστούν όσοι είναι περισσότερο μορφωμένοι και λιγότερο θρησκευόμενοι.

Αν και στη χώρα μας δεν έχουν γίνει αξιόπιστες μετρήσεις σχετικά με το ακριβές profile όσων αρνούνται, διστάζουν ή φοβούνται να εμβολιαστούν, δεν νομίζω να υπάρχει κάποιος που να μη βρίσκει ομοιότητες με την εικόνα των Ηνωμένων Πολιτειών. Όπως και εκεί, άλλωστε, έτσι και στα καθ΄ ημάς, το ποσοστό των εμβολιασμένων στα μεγάλα αστικά κέντρα και στην πρωτεύουσα είναι σαφώς μεγαλύτερο από εκείνο που συναντάται στην περιφέρεια και κυρίως στη Βόρειο Ελλάδα.

Χωρίς να αποτελεί γενικό κανόνα και ούτε να λείπουν οι εξαιρέσεις, η αλήθεια είναι ότι και στη χώρα μας όσο πιο πολύ θρησκευόμενος και λιγότερο μορφωμένος είναι κάποιος, τόσο πιο πιθανό είναι να μην θέλει να εμβολιαστεί. Στην Ελλάδα δεν είναι τόσο εύκολο, όσο στην Αμερική, να γίνει ο διαχωρισμός εμβολιασμένων και ανεμβολίαστων με βάση τις επιλογές τους στην κάλπη. Αλλά με μια αναζήτηση στον περίγυρό μας βρίσκουμε ότι το… κίνημα των αντιεμβολιαστών είναι μεν πολυσυλλεκτικό, αλλά τροφοδοτείται από τα άκρα του πολιτικού άξονα, έχοντας εντονότερη –αλλά όχι αποκλειστικά- την ακροδεξιά προέλευση.

Καλόν είναι να τα έχουμε όλα αυτά υπόψιν, πολύ περισσότερο που, εφόσον στηθούν οι επόμενες κάλπες πριν από το οριστικό τέλος της πανδημίας, θα έχει ενδιαφέρον πως θα συμπεριφερθούν στην κάλπη όλοι αυτοί οι αρνητές των εμβολιασμών. Οι οποίοι –τι παράδοξο αλήθεια;- είναι οι ίδιοι που νωρίτερα αμφισβητούσαν την πανδημία και μάχονταν το lockdown και τις μάσκες.

Για να μην αισθανόμαστε, πάντως, «έθνος ανάδελφον», πρέπει να ξέρουμε ότι τα ίδια πιστεύουν σχεδόν αντίστοιχα ποσοστά και στην πατρίδα του… Μπιλ Γκέιτς. Αν αυτό, ωστόσο, αποτελεί παρηγοριά, είναι άλλη μεγάλη κουβέντα….       

Παρασκευή 17 Σεπτεμβρίου 2021

Έχουν, τελικά, μεγάλη δύναμη οι «ψεκασμένοι»

 Τα στοιχεία είναι συντριπτικά και δεν επιτρέπουν σε κανέναν να κρύβεται πίσω από το δάκτυλό του. Το ποσοστό των εμβολιασμένων στη χώρα μας εξακολουθεί να είναι τόσο χαμηλό, που τα όρια για την επίτευξη του πολυαναμενόμενου τείχους ανοσίας δεν πρόκειται να τα προσεγγίσουμε προτού στις περισσότερες σοβαρές χώρες του πλανήτη κηρυχθεί το τέλος της πανδημίας.

Δυστυχώς, όμως, με τους ρυθμούς που πάμε, αφού μόλις και μετά βίας φθάνει τις 20 χιλιάδες ο μέσος ημερήσιος όρος όσων από τα εκατομμύρια των ανεμβολίαστων προσέρχονται για να εμβολιαστούν, η μακάβρια λίστα με τους ανθρώπους που καθημερινά χάνουν τη ζωή τους από τον κορωνοϊό θα συνεχίσει να μακραίνει.

Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι, σε αντίθεση με ό,τι συνέβη στην πρώτη φάση της εξάπλωσης της πανδημίας, κατά την οποία η κυβέρνηση υπερηφανευόταν για την αποτελεσματική άμυνα που είχε κάνει, μήνα με τον μήνα οι επιδόσεις της χώρας μας κατρακυλούν σε όλο και χαμηλότερες θέσεις της παγκόσμιας κατάταξης.

Μια κατρακύλα για την οποία η μόνη εξήγηση είναι η χαμηλή προσέλευση στα εμβολιαστικά κέντρα. Καθημερινά καταγράφονται απώλειες ζωών δεκάδων ανθρώπων, οι συντριπτικά περισσότεροι από τους οποίους αφορούν συνανθρώπους που αρνούνταν ή δίσταζαν να εμβολιαστούν.

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι παντού στον κόσμο υπάρχουν αρνητές των εμβολίων ή άνθρωποι που φοβούνται ή δεν πείθονται για την αποτελεσματικότητά τους. Τα στοιχεία, όμως, δείχνουν ότι η χώρα μας αν δεν κατέχει τα παγκόσμια πρωτεία, είναι σίγουρα στην κορυφή της λίστας των θεωρούμενων προηγμένων χωρών που έχουν μεγάλο ποσοστό ανθρώπων που αμφισβητούν την επιστημονική γνώση και συμπεριφέρονται ανορθολογικά.

Από έρευνες που έγιναν κατά το παρελθόν είχε διαπιστωθεί ότι περίπου το 30% των συμπατριωτών μας ενστερνίζονταν (ή απλώς «φλέρταραν» με) τις απίθανες θεωρίες συνωμοσίας που ήθελαν κάποιες αόρατες δυνάμεις να ψεκάζουν τη χώρα μας προκειμένου ο… ανυπότακτος λαός της να αποδεχθεί τα Μνημόνια και να χάσει την εθνική του ταυτότητα.

Είναι αλήθεια ότι πάνω σε αυτές τις γελοίες δοξασίες χτίστηκαν καριέρες πολιτικές -και όχι μόνον…- καθώς ακόμη και πολιτικά στελέχη που ήταν προφανές ότι δεν πίστευαν σε τέτοιες αηδίες, έκλειναν το μάτι σε όλους εκείνους που έκτοτε συνηθίσαμε να λέμε «ψεκασμένους» με σκοπό να τους έχουν αφιονισμένους ώστε όχι μόνον να τους αποσπούν την ψήφο τους αλλά να τους ποδηγετούν γενικότερα.

Ας μην αυταπατώμεθα, λοιπόν, αυτά τα δύο με τρία εκατομμύρια των Ελλήνων «ψεκασμένων» δεν εξαφανίστηκαν. Είναι δίπλα μας και είναι παντού. Πρέπει, λοιπόν, να συμφιλιωθούμε με την ιδέα ότι ζουν ανάμεσά μας και αποτελούν τη βασική «δεξαμενή» από την οποία προέρχεται το ισχυρό κύμα των αρνητών των εμβολίων με το οποίο, περισσότερο από τις περισσότερες άλλες ευρωπαϊκές χώρες, έρχεται αντιμέτωπη η χώρα μας.

Από τη στιγμή, μάλιστα, που οι κάθε λογής ταγοί τούτου του τόπου (πολιτικοί, πνευματικοί, συνδικαλιστικοί, θρησκευτικοί και πάει λέγοντας) σιωπούν, το φαινόμενο της άρνησης της πραγματικότητας θα παραμένει αναλλοίωτο. Συνάνθρωποί μας θα συνεχίσουν να χάνουν αδίκως τις ζωές τους. Και ολόκληρη η ελληνική κοινωνία θα εξακολουθήσει να δοκιμάζεται αφού η συμπεριφορά των «ψεκασμένων» θα εμποδίζει την επιστροφή στην κανονικότητα, την οποία χώρες με υψηλή εμβολιαστική κάλυψη, όπως η Δανία και η Πορτογαλία, έχουν αρχίσει να απολαμβάνουν.

Η πρώτη και κύρια ευθύνη για να αναλάβει δράση, ώστε να αλλάξει η δυσμενής πραγματικότητα, ανήκει αναμφίβολα στην κυβέρνηση, η οποία, δυστυχώς, δεν φαίνεται να δείχνει την αποφασιστικότητα που εμφάνισε στις πρώτες φάσεις της πανδημίας. Για παράδειγμα, οι έλεγχοι για την τήρηση των εναπομεινάντων περιοριστικών μέτρων έχουν ατονήσει σε βαθμό εξαφανίσεως.

Την ίδια ώρα, η επέκταση της υποχρεωτικότητας των εμβολιασμών στους εργαζόμενους στο Δημόσιο αναβάλλεται από εβδομάδα σε εβδομάδα. Οι ένστολοι και οι ιερωμένοι παραμένουν στο απυρόβλητο και ειδικά οι δεύτεροι έχουν αφεθεί ασύδοτοι να προπαγανδίζουν τις πιο ακραίες και επικίνδυνες θεωρίες  των «ψεκασμένων» αντιεμβολιαστών.

Είναι προφανές ότι επικράτησε ο φόβος για το λεγόμενο «πολιτικό κόστος» και οι κυβερνώντες διστάζουν να κάνουν όλα όσα επιτάσσει το καθήκον τους. Τη στάση αδράνειας που τηρούν τη διευκολύνει σίγουρα και το γεγονός ότι δεν εκδηλώνεται πίεση από καμία άλλη πλευρά.

Ούτε κάποια από τις δυνάμεις της αντιπολίτευσης, ούτε άλλος συλλογικός φορέας της κοινωνίας αισθάνθηκε μέχρι στιγμής την ανάγκη να πάψει να είναι ουδέτερος θεατής μιας κατάστασης που έχει βαρύ κόστος πρωτίστως σε ανθρώπινες ζωές αλλά και σε συνολική κοινωνική ευημερία.

Κάποια στιγμή φάνηκε ότι το Κίνημα Αλλαγής, οι οπαδοί του οποίου καταγράφονται στις περισσότερες μετρήσεις ως οι πλέον ένθερμοι υποστηρικτές του ορθού λόγου, είχε τάση να κινηθεί προς την κατεύθυνση που επιτάσσει η λογική, αλλά η διάθεση που έδειξε να ηγηθεί της καμπάνιας υπέρ των εμβολιασμών δεν είχε την ανάλογη συνέχεια, ίσως και λόγω της εσωτερικής μάχης για την ηγεσία.

Ποιο είναι το συμπέρασμα από όλα αυτά; Ότι, εν τέλει, οι «ψεκασμένοι» έχουν μεγάλη δύναμη. Και εξ αυτού ουδείς θέλει να τους κακοκαρδίσει. Πόσω μάλλον να συγκρουστεί μαζί τους. Βλέπεις αυτοί ψηφίζουν, ενώ οι νεκροί… στερούνται πολιτικών δικαιωμάτων!

Παρασκευή 10 Σεπτεμβρίου 2021

Και που να μην εξημέρωνε τα ήθη η μουσική….

 

            Οι αρχαίοι ημών πρόγονοι ήταν, όπως έγραψε χαρακτηριστικά ο ιστορικός Πολύβιος, πεπεισμένοι ότι η μουσική εξημερώνει τα ήθη. Τα οποία ήθη θεωρούσαν ότι επηρεάζονται από το φυσικό περιβάλλον και ειδικότερα από την τραχύτητα του τόπου και τα κλιματολογικά φαινόμενα.

            Είκοσι δύο αιώνες αφότου ο Πολύβιος έκανε, αναφερόμενος μάλιστα στους συμπατριώτες του Αρκάδες, αυτή την τόσο σημαντική παρατήρηση, η οποία στην πορεία του χρόνου έγινε παγκοσμίως αποδεκτή, είναι απορίας άξιον ότι ζουν ανάμεσα μας άνθρωποι οι οποίοι πήγαν την περασμένη Τετάρτη στη Μητρόπολη της Αθήνας για να πουν, υποτίθεται, το στερνό αντίο στον τρισμέγιστο Μίκη Θεοδωράκη και, με αυτή την ευκαιρία, να αποδοκιμάσουν τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη. 

             Δύσκολα μπορεί να φανταστεί κάποιος ότι οι άνθρωποι αυτοί ενστερνίστηκαν κάτι από τα όσα υψιπετή εξέπεμπε η αξεπέραστη μουσική ιδιοφυία του παγκοσμίως καταξιωμένου μουσουργού. Και το πιθανότερο είναι ότι δεν κατάφεραν να αντιληφθούν το παραμικρό από την ξεχωριστή στάση ζωής της τεράστιας αυτής προσωπικότητας που στη μακρά και πολυσχιδή διαδρομή της στη δημόσια σφαίρα δεν βολεύτηκε ούτε στιγμή στους εύκολους και απλοϊκούς διαχωρισμούς.

Δεν είναι μόνον που τη μουσική του Μίκη, λιγότερο ή περισσότερο, την σιγοτραγουδήσαμε όλοι μας, ανεξαρτήτως αν αισθανόμασταν αριστεροί, δεξιοί ή κεντρώοι. Είναι, πολύ περισσότερο, που ο ίδιος, ο οποίος συχνά αισθανόταν, σύμφωνα με δικό του παραλληλισμό, ως «τάνκερ στη λίμνη των Ιωαννίνων», μαχόταν αταλάντευτα για την ενότητα του ελληνικού Έθνους. Και η επιμονή του σε αυτόν τον στόχο απετέλεσε ίσως ένα από τα σημαντικότερα επιτεύγματά του.

Μόνον τυχαίο, άλλωστε, δεν μπορεί να θεωρηθεί το γεγονός ότι ο Μίκης που εξέφρασε επιθυμία «να πεθάνει σαν κομμουνιστής», θέλησε η κηδεία του να γίνει με όλο το τελετουργικό της ελληνορθόδοξης παράδοσης μας. Εξάλλου, αυτός ο αμετανόητα Αριστερός, που αν και υπέστη τα πάνδεινα, έμεινε πιστός στην κοσμοθεωρία του, δεν δίστασε, όταν πίστεψε ότι οι καιροί το επέβαλαν, να εκστομίσει το σύνθημα «Καραμανλής ή τανκς», να ορκιστεί υπουργός σε κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη ή να καταγγείλει ως χειρότερη μορφή φασισμού την αριστερόστροφη.

Τι αλήθεια μπορεί να κατάλαβαν από το έργο και τη ζωή του Μίκη όλοι αυτοί που πήγαν στη Μητρόπολη για να γιουχαΐσουν τον πολιτικό τους αντίπαλο; Και ποιο, άραγε, μήνυμα θέλησαν να περάσουν τόσο οι ίδιοι όσο και εκείνοι που έσπευσαν να τους επικροτήσουν; Με αφορμή, μάλιστα, το ότι –κακώς- δεν δόθηκε μεγάλη ειδησεογραφική έμφαση στο γεγονός, ορισμένοι, γνωστοί και μη εξαιρετέοι ελεεινολόγοι και ελεεινολογούντες, έσπευσαν –αν είναι δυνατόν!- να κηρύξουν το επερχόμενο τέλος της ελληνικής δημοσιογραφίας...

Δίχως αμφιβολία είναι μεγάλο το δίλημμα για το αν πρέπει να προβάλλονται ή όχι τέτοιες αθλιότητες. Και ίσως ακόμη μεγαλύτερο είναι το δίλημμα σχετικά με τον τρόπο προβολής τέτοιων περιστατικών. Η πλήρης αποσιώπηση είναι σίγουρα η χείριστη των πιθανών επιλογών. Από την άλλη, όμως, αναρωτιέται κανείς πόσο σωστή είναι η επιλογή να γίνονται κυρίαρχο θέμα τέτοια ακραία και, ίσως, περιθωριακά φαινόμενα. Και αυτό χωρίς την ίδια ώρα να στηλιτεύεται η παραβίαση κάθε έννοιας για στοιχειώδη κοινωνική συμβίωση και κάθε κανόνα που επιβάλλει πολιτισμένη πολιτική αντιπαράθεση.

Ο τόπος μας, κακά τα ψέματα, έχει μακρά παράδοση διχασμών και έχει υποφέρει αρκετά από τέτοια περιστατικά τόσο στο απώτερο όσο και στο πρόσφατο παρελθόν. Η γραφικότητα, για παράδειγμα, του νεαρού, ο οποίος κατά την πρώιμη μνημονιακή περίοδο μούντζωνε προς τους επισήμους στη διάρκεια μαθητικής παρέλασης, οδήγησε πολύ σύντομα στη διάλυση της στρατιωτικής παρέλασης της Θεσσαλονίκης. Την ίδια πάνω κάτω περίοδο βρεθήκαμε χωρίς να το καταλάβουμε από τις πλατείες των λεγόμενων «Αγανακτισμένων» στα «Τάγματα Εφόδου» της Χρυσής Αυγής και στο κυνήγι ακόμη σε ταβέρνες των πολιτικών που ήταν σε θέσεις εξουσίας.

Αν κρίνουμε από το γεγονός ότι δεν υπήρξε ομόθυμη καταδίκη των όσων από κάθε άποψη απαράδεκτων συνέβησαν στη κηδεία του Μίκη, που θεωρώ ότι όλοι οι εχέφρονες άνθρωποι συμφωνούν πως ήταν ο πλέον ακατάλληλος τρόπος για να εκφραστούν πολιτικές προτιμήσεις ή για επιχειρήσει κανείς να προσποριστεί πολιτικά οφέλη, φαίνεται ότι τα παθήματα του παρελθόντος μάλλον δεν έχουν γίνει μαθήματα. Γενικότερα, άλλωστε, μιλώντας, όπως δείχνει και ο τρόπος με τον οποίο αντιμετωπίζει η ελληνική κοινωνία τα θέματα της πανδημίας είναι σαφές ότι για ένα αξιοσημείωτο ποσοστό συμπολιτών μας, ο ανορθολογισμός, δυστυχώς, εξακολουθεί να είναι κυρίαρχη επιλογή.

Με άλλα λόγια, όσο υπάρχουν άνθρωποι που πάνε στην κηδεία του Μίκη Θεοδωράκη για να γιουχάρουν στον Κυριάκο Μητσοτάκη, μοιάζει συμβατό να βρίσκει κάποιος τόσους πολλούς γύρω μας που είναι διατεθειμένοι να δωροδοκήσουν γιατρούς για να τους δώσουν ψεύτικο πιστοποιητικό εμβολιασμού ή νόσησης από κορωνοϊό. Όσο υπάρχουν άνθρωποι που ακούν τη μουσική του Μίκη και δεν… εξημερώνονται, τα πράγματα θα συνεχίσουν να παραμένουν πολύ δύσκολα.         

Ή, για να το πούμε με τον εμβληματικό στίχο του Οδυσσέα Ελύτη, που τόσο περίτεχνα μελοποίησε ο αιώνιος Μίκης, κάνοντάς τον κτήμα όλων μας, «για να γυρίσει ο ήλιος θέλει δουλειά πολλή...».