Ακούγοντας από υπεύθυνα χείλη ότι τρεις διαφορετικές επιστημονικές ομάδες πρότειναν τρία διαφορετικά πράγματα για τον υγειονομικό χάρτη της Ηπείρου, ένα από τα οποία προβλέπει την διοικητική ενοποίηση του νοσοκομείου Φιλιατών με το νοσοκομείο Χατζηκώστα των Ιωαννίνων, μου ήρθε κατά νου η αξιομνημόνευτη ρήση του Όττο Μπίσμαρκ «drei professoren, vaterland verloren». Σε ελεύθερη απόδοση, ο Πρώσος (Γερμανός) καγκελάριος του τέλους του 19ου αιώνα ήθελε να πει με τη φράση αυτή, που έμεινε στην ιστορία, ότι, αν ανατεθούν οι υποθέσεις του κράτους σε τρεις καθηγητές, η πατρίδα χάθηκε.
Βρίσκω να ταιριάζει γάντι η ρήση του Μπίσμαρκ στην υπόθεση με τον υγειονομικό χάρτη της Ηπείρου, γιατί πραγματικά δεν βρήκα ούτε έναν άνθρωπο που να διαθέτει κοινό νου για να μου παραθέσει ένα επιχείρημα υπέρ της ενοποίησης δύο νοσοκομείων που και απέχουν μεταξύ τους και το ένα δεν έχει τίποτε να προσφέρει στο άλλο.
Σέβομαι απεριόριστα τους ειδικούς, στον επιστημονικό τομέα που έκαστος διακονεί, θαυμάζω τους ερευνητές που ανοίγουν νέους δρόμους στην επιστήμη τους, διατηρώ ο ίδιος σχέσεις με πανεπιστημιακούς δασκάλους και συχνά καταφεύγω στη σοφία τους, είτε δια ζώσης, είτε μέσα από τα κείμενά τους.
Πιστεύω, όμως, ακράδαντα -και το έχω επισημάνει από αυτή τη στήλη, με αφορμή τις συζητήσεις για κυβερνητικές λύσεις τεχνοκρατών- ότι τις λύσεις στα μικρά και μεγάλα κοινωνικά προβλήματα τις δίνουν οι πολιτικές ηγεσίες, ο ρόλος των οποίων είναι να ζυγιάζουν τις θέσεις και τις αντιθέσεις και να καταλήγουν στις βέλτιστες αποφάσεις.
Τα γράφω αυτά, γιατί έχω εδραία την πεποίθηση ότι κανένας γραφειοκράτης από τη βολή του γραφείου του, κανένας τεχνοκράτης, όσες έρευνες και αν έχει κάνει κλεισμένος στο εργαστήριο του, και κανένας αξιότιμος καθηγητής, όσα διπλώματα και αν έχει συλλέξει, δεν μπορεί να εισηγείται αξιόπιστες και κοινωνικά αποδεκτές προτάσεις, αν δεν έχει την ολοκληρωμένη εικόνα για τις επιπτώσεις της εισήγησής του, την οποία, κατά τεκμήριο, διαθέτουν οι πολιτικές ηγεσίες.
Προλαβαίνω τον αντίλογο για τα πελατειακά δίκτυα ανάδειξης των πολιτικών ηγεσιών, κυρίως σε τοπικό επίπεδο, που μπορεί να αντιπαραβληθεί στην πιο πάνω άποψή μου. Είμαι, άλλωστε, εξ εκείνων που σε κάθε ευκαιρία στηλιτεύω τέτοια φαινόμενα. Αυτό, ωστόσο, δεν με εμποδίζει να επισημάνω ότι παντού στον κόσμο, όπου υπάρχουν δημοκρατικά εκλεγμένες ηγεσίες, σε αυτές ανήκει η αρμοδιότητα να αποφασίζουν, κυρίως διότι είναι αυτές που έχουν αίσθηση του κοινωνικού γίγνεσθαι και είναι υπόλογες στην κοινωνική λογοδοσία.
Ας μην θεωρητικολογήσω, όμως, άλλο και ας έρθω στο κυρίως θέμα, που είναι το νοσοκομείο Φιλιατών, τη σημασία της αυτονομίας του οποίου δεν μπορεί να την αντιληφθεί κανένας τεχνοκράτης που κατασκευάζει σχεδιαγράμματα με οικονομικούς ή άλλους δείκτες, χωρίς επίγνωση του παρελθόντος και του παρόντος της ευρύτερης περιοχής, αλλά και ενσυναίσθηση του μέλλοντός της.
Ολόκληρη η παλαιά επαρχία Φιλιατών, που από την αρχή του χρόνου αποτελεί τον ομώνυμο «Καλλικρατικό» δήμο, μετά το προ ετών κλείσιμο των Κλωστηρίων που λειτούργησαν για λίγα χρόνια στην περιοχή, «αναπνέει» αναπτυξιακά με έναν και μοναδικό «πνεύμονα», που είναι το νομαρχιακό νοσοκομείο της Θεσπρωτίας, το οποίο για λόγους ιστορικούς -που είναι της παρούσης να αναλυθούν- εδρεύει από τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια στο Φιλιάτι.
Με αυτό το δεδομένο, το οποίο είναι βέβαιο ότι δεν μπορεί να αποτυπωθεί σε κανένα επιστημονικό σύγγραμμα διοίκησης μονάδων υγείας, τυχόν υποβάθμιση ή συρρίκνωση του νοσοκομείου Φιλιατών -για κλείσιμο ας μην γίνεται λόγος, αφού δεν υπάρχει ανάγκη να υιοθετούμε ανυπόστατα κινδυνολογικά σενάρια, όταν, μάλιστα, εντάχθηκε λίαν προσφάτως στο ΕΣΠΑ το πρόγραμμα επέκτασης του, που ξεπερνά τα 10 εκατ. ευρώ - συνιστά θανατική καταδίκη ολόκληρης της ευρύτερης περιοχής.
Μια άλλη, εξίσου σημαντική διάσταση της ανάγκης ύπαρξης του συγκεκριμένου νοσηλευτικού ιδρύματος, που επίσης δεν καταγράφεται στις ασκήσεις επί χάρτου που καταρτίζουν ξεκομμένοι από την πραγματικότητα «προφεσόροι», είναι το -οικονομικά ανυπολόγιστο- αίσθημα ασφαλείας που δημιουργεί στον γηρασμένο πληθυσμό της επαρχίας Φιλιατών, ακόμη και όταν δεν έχει άμεση ανάγκη χρήσης των υπηρεσιών του, γεγονός που επιπλέον λειτουργεί ως κίνητρο για πολύμηνες επισκέψεις αποδήμων, αλλά και για την παραμονή στις πατρογονικές εστίες νεώτερων ανθρώπων.
Στο πλαίσιο αυτό και μόνον η -ούτως ή άλλως ανώφελη και, ως εκ τούτου, απαράδεκτη- συζήτηση που άνοιξε για ενοποίηση με το νοσοκομείο Χατζηκώστα, προκαλεί μεγάλη ζημιά στην περιοχή. Γι΄ αυτό και δικαίως ξεσηκώθηκαν φορείς και κάτοικοι των Φιλιατών, έστω και αν κάποιοι το «είδαν» ως αφορμή για να εκφράσουν τα αντικυβερνητικά τους αισθήματα. Νοερά ήμουν κι εγώ μαζί τους, παρόλο που δεν με βρίσκει σύμφωνο το, έστω και συμβολικό, κλείσιμο του λιμανιού της Ηγουμενίτσας που φαίνεται ότι τείνει να γίνει... του συρμού και σε λίγο καθένας που έχει ένα δίκαιο ή άδικο αίτημα, θα πηγαίνει και θα κλείνει το λιμάνι, αδιαφορώντας για τη ζημιά που αυτό μπορεί να προκαλέσει στον τουρισμό που είναι ο βασικός αναπτυξιακός αιμοδότης της Θεσπρωτίας.
*Ο Γρηγόρης Τζιοβάρας είναι δημοσιογράφος, περιφερειακός σύμβουλος Θεσπρωτίας στο νέο Περιφερειακό Συμβούλιο Ηπείρου. Η αρθρογραφία του (ανα)δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα: http://topikakaiatopa.blogspot.com/.