Το αδηφάγο «τέρας» των αγορών δείχνει και πάλι τα δόντια του, προκαλώντας οικονομική αναταραχή από άκρου εις άκρον του πλανήτη. Αφού έπαιξε «σαν τα σκύλο με τη γάτα» το παιχνίδι της επισημοποίησης της ελληνικής χρεοκοπίας, τώρα που η μικρή Ελλάδα, που αποτελούσε τον πιο αδύναμο κρίκο στην αλυσίδα της ευστάθειας του παγκόσμιου οικονομικού συστήματος, μπήκε κάτω από ευρωπαϊκή ομπρέλα προστασίας, το τέρας που εξέθρεψαν άφρονες πολιτικές ηγεσίες στις ΗΠΑ και στην Ευρώπη, επανήλθε δριμύτερο.
Εκτραχυμένο από το γεγονός ότι οι αποφάσεις που έλαβε η ευρωπαϊκή σύνοδος της 21ης Ιουλίου για την Ελλάδα, από τη μια καθυστέρησαν και από την άλλη αποδεικνύονται ανεπαρκείς για να αντιμετωπίσουν τα βαθύτερα και ουσιώδη προβλήματα της ευρωζώνης, τα οποία –φυσικά και- δεν περιορίζονταν στα στερεότυπα για τους «τεμπέληδες του νότου» που χρησιμοποιούσε, μέχρι πρότινος, ο λαϊκίστικος γερμανικός Τύπος, τώρα το «τέρας» στόχευσε.
Η ίδια η γενέτειρα αυτού του σύγχρονου «Φρανκεστάιν», οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής νιώθουν την καυτή ανάσα του δημιουργήματός της, δείχνοντας, πλέον ανίσχυρες να τιθασεύσουν τις κερδοσκοπικές ορέξεις του, καθώς οι υπέρογκες πολεμικές δαπάνες των προηγούμενων χρόνων τις έχουν καταστήσει μια υπερχρεωμένη χώρα, στην οποία ο επιπρόσθετος εσωτερικός πολιτικός διχασμός, δυσκολεύει τους χειρισμούς του προέδρου Ομπάμα και της κυβέρνησης του.
Από μια άποψη, εμείς, ως χώρα, θα μπορούσαμε (όπως τουλάχιστον ισχυρίζονται ορισμένοι) να επιχαίρουμε με αυτές τις εξελίξεις, γιατί, επιτέλους, φύγαμε από τα διεθνή πρωτοσέλιδα και πάψαμε να είμαστε το πεδίο δοκιμής ενός πλανητικού πολέμου που μαίνεται επί μια τριετία, από το φθινόπωρο του 2008, όταν ήρθαν στην επιφάνεια τα μεγάλα προβλήματα που προκλήθηκαν από την ραγδαία επέλαση του χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου, το οποίο πήρε τα ηνία στην παγκόσμια οικονομία, σαρώνοντας την πραγματική οικονομική παραγωγή, αλλά και εκατομμύρια θέσεις εργασίας.
Ας μην αυταπατόμαστε, όμως, και ας μην προσεγγίζουμε κοντόθωρα τις καταιγιστικές εξελίξεις σε παγκόσμιο επίπεδο. Από τη γέννηση του καπιταλισμού, στα τέλη του 18ου αιώνα, κυρίως, αλλά και πολύ νωρίτερα, οι οικονομίες ήταν αλληλοεξαρτώμενες. Εδώ και πολλούς αιώνες οι κρίσεις ποτέ δεν (ανα-)γνώριζαν οικονομικά σύνορα, ακόμη και όταν αυτά υπήρχαν. Πόσω μάλλον στις μέρες μας που έχουν πέσει και το κεφάλαιο, κερδοσκοπικό και μη, κινείται ελεύθερα και με ασύλληπτες ταχύτητες από χώρα σε χώρα και από ήπειρο σε ήπειρο.
Υπό αυτή την έννοια, όχι μόνον δεν δικαιολογείται ο παραμικρός εφησυχασμός από ελληνικής πλευράς, αλλά, αντιθέτως, απαιτείται ακόμη μεγαλύτερη εγρήγορση, καθώς είναι τόσο πολλά τα οποία πρέπει να γίνουν, κατά το προσεχές δίμηνο, για να εκπληρώσουμε τις δεσμεύσεις που αναλάβαμε ως αντιστάθμισμα στην ευρωπαϊκή ασπίδα πουν δημιουργήθηκε τον προηγούμενο μήνα για την αποτροπή της επισημοποιημένης χρεοκοπίας, που δεν υπάρχει κανένα απολύτως περιθώριο για αμφιταλαντεύσεις.
Από την άλλη, ωστόσο, η σπουδή και η ταχύτητα που πρέπει να επιδειχθούν στην προώθηση των αναγκαίων μεταρρυθμίσεων, είναι απαραίτητο να συνοδεύονται από υπευθυνότητα, σοβαρότητα, σχέδιο και, προπάντων, από αίσθημα κοινωνικής δικαιοσύνης, χωρίς ισοπεδωτικές πολιτικές και μέτρα επί δικαίων και αδίκων, προκειμένου να καλυφθούν οι πρόσκαιροι ποσοτικοί στόχοι.
Όσο επικριτέο είναι να υπάρχουν πολιτικές δυνάμεις και άλλα στελέχη που είτε πολεμούν, είτε δεν ενστερνίζονται ώριμα κοινωνικά αιτήματα για αλλαγές που έπρεπε να γίνουν από χρόνια, άλλο τόσο βλαπτικός είναι ο μεταρρυθμιστικός οίστρος ορισμένων που με φανατισμό επιζητούν «εδώ και τώρα να χυθεί αίμα» με απολύσεις, καρατομήσεις και μετακινήσεις, όταν σε άλλους ουσιώδεις τομείς, όπως, π.χ. η λειτουργία των ελεγκτικών μηχανισμών, έχουν γίνει ελάχιστα.
Προς την κατεύθυνση, για παράδειγμα, της αξιολόγηση, του προσωπικού των δημοσίων υπηρεσιών, δεν έχει γίνει απολύτως τίποτε, ενώ και στις εξαγγελίες που γίνονται, σπανίως βρίσκει κανείς κίνητρα που να διαχωρίζουν εκείνους που προσφέρουν τις υπηρεσίες τους φιλότιμα από τους υπόλοιπους που είναι αργόμισθοι και δεν δείχνουν διάθεση ανταπόκρισης στις στοιχειώδεις υποχρεώσεις τους. Μέχρι στιγμής και οι δύο κατηγορίες έχουν αντιμετωπιστεί ομοιόμορφα με οριζόντιες περικοπές.
Ο κίνδυνος, λοιπόν, να συνεχίσουν να «καίγονται τα χλωρά μαζί με τα ξερά» είναι μεγάλος, καθώς ορισμένοι συμπεριφέρονται λες και η δίκαιη κατανομή των βαρών και των θυσιών, από τη φορολόγηση έως τις περικοπές, συνιστά λεπτομέρεια που δεν τους αφορά, καθώς προέχει η μείζων προσπάθεια για τη διάσωση της χώρας. Όπως, όμως, σωστά λέγεται, πολλές φορές «ο διάβολος κρύβεται στις λεπτομέρειες».
Γι΄ αυτό, αν οι κυβερνητικοί ιθύνοντες δεν θέλουν να αποδειχθούν τα όσα έγιναν τους τελευταίους δεκαπέντε μήνες, άδικος χαμένος κόπος, εξαιτίας της απώλειας της κοινωνικής συναίνεσης και της πίστης στην προσπάθεια, η οποία μειώνεται διαρκώς, χρειάζεται να επιδείξουν προσοχή. Και να λάβουν υπόψη τους ότι, εκτός από το «τέρας» των διεθνών αγορών, εξίσου απειλητικός είναι για την Ελλάδα και ο «διάβολος που κρύβεται στις λεπτομέρειες».
*Ο Γρηγόρης Τζιοβάρας είναι δημοσιογράφος, περιφερειακός σύμβουλος Θεσπρωτίας στο νέο Περιφερειακό Συμβούλιο Ηπείρου. Η αρθρογραφία του (ανα)δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα: http://topikakaiatopa.blogspot.com.