Συνολικές προβολές σελίδας

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Παπανδρέου. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Παπανδρέου. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τρίτη 27 Μαρτίου 2012

Ο... τροχονόμος και τα προεκλογικά επιχειρήματα

Ορισμένοι συμπολίτες μας, όταν βλέπουν τροχονόμο σε ένα σημείο με μεγάλη κίνηση οχημάτων, σπεύδουν να βγάλουν το εύκολο συμπέρασμα ότι για το μποτιλιάρισμα και την επακόλουθη καθυστέρηση, ευθύνεται η παρουσία του οργάνου που ρυθμίζει την κυκλοφορία. Πρόκειται για κλασσική περίπτωση σύγχυσης ανάμεσα στο αίτιο και στο αιτιατό, που μαρτυρά αδυναμία αντίληψης του γεγονότος ότι, αν δεν υπήρξε πρόβλημα, δεν θα χρειαζόταν η παρουσία του τροχονόμου, αφού η κίνηση θα διεξαγόταν ομαλά.
Κάπως έτσι θεωρώ ότι έχουν τα πράγματα με την προπαγανδιστική τακτική που ακολουθούν αρκετοί από τους αντιμνημονιακούς κήνσορες, τόσο τους πρώιμους, προερχόμενους από το χώρο της ΝΔ, και τώρα «μεταμεληθέντες», όσο και τους διαχρονικούς αρνητές της υπαρκτής ελληνικής οικονομικής πραγματικότητας.  Και οι μεν και οι δε, επιχειρώντας να συνδέουν την υπογραφή του μνημονίου και την έλευση της τρόικας στην Ελλάδα με την δεινή οικονομική κρίση που βιώνουμε, οδηγούνται στο πρόχειρο συμπέρασμα ότι η τελευταία είναι το αποτέλεσμα και όχι το αίτιο για την εδώ παρουσία των εκπροσώπων των δανειστών.
 Δεν θέλει, νομίζω, μεγάλη φιλοσοφία για να αντιληφθεί κανείς πόσο απολύτως λανθασμένο είναι ένα τέτοιο συμπέρασμα. Αρκεί να ρίξει μια ματιά στα οικονομικά στοιχεία, όπως αυτά διαμορφώθηκαν, τουλάχιστον, κατά την τελευταία δεκαετία. Την περίοδο αυτή, η Ελλάδα βρέθηκε να έχει καταρρίψει, ταυτοχρόνως, όλα τα ευρωπαϊκά, αν όχι και παγκόσμια,  ρεκόρ στον δημοσιονομικό εκτροχιασμό, στην εκτίναξη του δημοσίου χρέους και –κυρίως- στο έλλειμμα του εμπορικού της ισοζυγίου. Και άλλες χώρες είχαν προβλήματα, αλλά καμία δεν τα είχε όλα μαζί και σε αυτή την έκταση.
Με αφορμή την Εξεταστική Επιτροπή για τα στατιστικά στοιχεία του ελλείμματος που έχει συγκροτηθεί στη Βουλή, χωρίς τη συμμετοχή της ΝΔ, παρακολουθώ με ενδιαφέρον τις «φιλότιμες» προσπάθειες που καταβάλουν για να υπερασπιστούν τη θητεία τους στελέχη της «γαλάζιας» διακυβέρνησης, όπως ο τελευταίος υπουργός Οικονομίας και Οικονομικών της Γιάννης Παπαθανασίου. Και, κυρίως, την εμμονή τους να αποποιούνται των ευθυνών τους για το γεγονός ότι, παρά τον υπερβολικό δανεισμό στον οποίο κατέφυγαν και τις συνακόλουθα υψηλές δημόσιες δαπάνες, η ελληνική οικονομία είχε ήδη εισέλθει, από το 2008, στη φάση της ύφεσης.
Κάνουν πως δεν καταλαβαίνουν, πως με αυτό το δεδομένο, μοιραία, στη συνέχεια, από το 2009 και έπειτα, η ύφεση εκτινάχθηκε, αφού τα δανεικά των προηγούμενων χρόνων δεν πήγαν σε παραγωγικές επενδύσεις, που θα ενίσχυαν την αναγκαία εξωστρέφεια της οικονομίας, αλλά σπαταλήθηκαν σε προεκλογικές παροχές, όπως –ποιος ξεχνά αλήθεια;-  τα μέτρα για την ενθάρρυνση, μέσω επιδότησης (!), της αγοράς εισαγόμενων κλιματιστικών και μεγάλου κυβισμού αυτοκίνητων, τα οποία τώρα βγαίνουν μαζικά «στο σφυρί».
Με τέτοια οικονομική πολιτική, όμως, δε μπορούσε παρά οι στρόφιγγες του δανεισμού κάποια στιγμή να έκλειναν, αφού οι δανειστές, αργά ή γρήγορα, θα αντιλαμβανόταν ότι οι πιθανότητες να πάρουν τα χρήματά τους πίσω μειωνόταν. Όπως και έγινε, αφού η χώρα, ακόμη και αν δεν ήταν ήδη σε ύφεση, που σήμαινε απώλεια θέσεων εργασίας, αλλά και εισοδημάτων, δεν μπορούσε να τα βγάλει πέρα χωρίς νέα δανεικά, όταν μόνον το 2009 το δημοσιονομικό έλλειμμα, δηλαδή η απόκλιση εισπράξεων και πληρωμών του δημοσίου, ήταν πάνω από 32 δισ. ευρώ.  
Οι ισχυρισμοί πως δήθεν η κυβέρνηση που ανέλαβε τις τύχες της χώρας τον Οκτώβριο του 2009, «φούσκωσε» το έλλειμμα, τάχατες «για να πάμε στο μνημόνιο», δεν νομίζω ότι αντέχουν στην κοινή λογική. Ξέρετε εσείς καμία κυβέρνηση που να μη θέλει να μοιράζει λεφτά και να γίνεται ευχάριστη; Και, δυστυχώς, από αυτό το «αμάρτημα» δεν ξέφυγε ούτε η κυβέρνηση του Γιώργου Παπανδρέου, η οποία, ας μην ξεχνάμε, δύο μήνες μετά την έλευση στην εξουσία, μοίρασε –το μισό από το νομοθετικά θεσπισμένο, γιατί μετά προσγειώθηκε ανώμαλα στην πραγματικότητα- επίδομα αλληλεγγύης, αδιακρίτως και χωρίς κανένα έλεγχο κριτηρίων.
Επιστρατεύθηκε, πρόσφατα, μέχρι και ο ανεκδιήγητος πρώην επικεφαλής της Ελληνικής Στατιστικής Υπηρεσίας, που είχε γίνει διεθνώς περίγελως με τη «φαεινή ιδέα» που είχε συλλάβει, εισηγούμενος, επί της υπουργίας του Γιώργου Αλογοσκούφη, να αυξηθεί το Ακαθάριστο Εθνικό Προϊόν (ΑΕΠ), με συνυπολογισμό σε αυτό και των εσόδων από τη φοροδιαφυγή των εκδιδόμενων γυναικών (!), προκειμένου να στηριχθεί η απάτη με τα πλαστά στατιστικά στοιχεία, που ορισμένοι θέλουν να μας πείσουν ότι θα μπορούσε να διαιωνισθεί.     
Μόνον ως αστειότητες μπορούν, εξάλλου, να αντιμετωπιστούν οι ισχυρισμοί ότι δεν υπήρξε πρόνοια να επαναληφθεί το προηγούμενο του «εμπροσθοβαρούς» δανεισμού που έκανε η κυβέρνηση του Κώστα Καραμανλή, για να αποφευχθεί η προσφυγή στο ΔΝΤ. Ακόμη και αν είχε γίνει κάτι τέτοιο, αυτό που θα συνέβαινε θα ήταν η παράταση λίγων μηνών, αν όχι λίγων εβδομάδων και η περαιτέρω επιδείνωση της οικονομικής κατάστασης, λόγω της συνεχιζόμενης αμεριμνησίας.
Το γεγονός ότι, παρά την πρόσφατη αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους, το περίφημο PSI, μέσω του οποίου διεγράφησαν περισσότερα από 100 δισ. ευρώ, εξακολουθούμε και είμαστε μια από τις πλέον υπερδανεισμένες χώρες στην Ευρώπη, αρκεί, νομίζω, για να αντιληφθεί ο οποιοσδήποτε διαθέτει κοινή λογική ότι το μόνο που δεν χρειαζόταν η Ελλάδα στο τέλος του 2009 και στις αρχές του 2010 , ήταν ο επιπλέον δανεισμός.
Υπό άλλες συνθήκες, όλα αυτά μπορεί, ίσως, να είχαν μόνον ιστορική αξία και να μην μας απασχολούσαν στην παρούσα συγκυρία που το ζητούμενο είναι να ανασκουμπωθούμε και να δώσουμε τη μάχη για να ξεφύγουμε από την παγίδα της ύφεσης. Τα θέτω, όμως, με τούτο το σημείωμα, επειδή πιθανολογώ ότι θα βρεθούν στο επίκεντρο της προεκλογικής περιόδου που διανύουμε και πιστεύω ότι χρειάζεται να αποκρουστεί, ως επικίνδυνη, η επιχειρηματολογία που συγχέει, είτε σκόπιμα, είτε αθέλητα, τις αιτίες με τα αποτελέσματα.
 *Ο Γρηγόρης Τζιοβάρας είναι δημοσιογράφος, περιφερειακός σύμβουλος Θεσπρωτίας στο νέο Περιφερειακό Συμβούλιο Ηπείρου. Η αρθρογραφία του (ανα)δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα: http://topikakaiatopa.blogspot.com.

Τρίτη 14 Φεβρουαρίου 2012

Οι «τζάμπα μάγκες» και οι «φίλοι του... κοσμάκη»

Δεν παρακολουθώ συστηματικά τα λεγόμενα «πρωινάδικα» της τηλεόρασης. Για την ενημέρωσή μου, το πρωί, προτιμώ το ραδιόφωνο, που είναι πιο χαλαρό μέσο και οι περισσότεροι άνθρωποι που το υπηρετούν είναι πιο ψύχραιμοι, επειδή, προφανώς, δεν έχουν το άγχος να κραυγάσουν για λίγες περισσότερες μονάδες τηλεθέασης, τις οποίες θα καταγράψουν αν δείξουν ότι είναι περισσότερο «φίλοι του κοσμάκη» από τους ανταγωνιστές τους στον «απέναντι» τηλεοπτικό δίαυλο.
Την εμπεδωμένη αυτή άποψή μου επιβεβαίωσε ένας από τους γνωστούς συντελεστές πρωινάδικου, ο Δημήτρης Καμπουράκης του Mega, ο οποίος στο ιστολόγιο «protagon.gr» συνέδεσε τον τίτλο «Α, να χαθούν(μ)ε», που είχε η ανάρτησή του, με το εξής σχόλιο: «Πόσο ταιριάζει με όλους εμάς τους υποκριτές ενημερωτάνθρωπους, που αφού εκφράσουμε μέσα στα γραφεία μας την ανησυχία μας μήπως δεν περάσουν τα μέτρα, βγαίνουμε στο γυαλί και σκίζουμε τα ιμάτια μας για τον κοσμάκη που οδηγείται σε αργό θάνατο».
Εκείνοι που υποδύονται τους «φίλους του κοσμάκη», δεν είναι, δυστυχώς, εγκατεστημένοι μόνον στα «πρωινάδικα». Τους συναντά κανείς, καθ΄ όλο το εικοσιτετράωρο και σε όλους τους τηλεοπτικούς διαύλους, συμπεριλαμβανόμενου του καναλιού της Βουλής που μεταδίδει τις εργασίες του Κοινοβουλίου. Τους βρίσκεις, και αυτό είναι το χειρότερο, συχνά στα κοινοβουλευτικά έδρανα, όπου κάθονται αρκετοί που άλλα παραδέχονται όταν είναι εκτός αιθούσης και άλλα λένε όταν βρεθούν στο βήμα ή ενώπιον ενός μικροφώνου.
Δεν είναι στις προθέσεις μου να «δαιμονοποιήσω» τις απόψεις όλων όσοι καταψήφισαν την Κυριακή το επιβληθέν από τους δανειστές μας σκληρότατο οικονομικό πρόγραμμα. Ιδίως δε όσους ήταν συνεπείς με προηγούμενες τοποθετήσεις τους. Δεν μπορώ, όμως, να μην στηλιτεύσω εκείνους που ψήφισαν, χωρίς να αντιπαραβάλλουν εναλλακτική πρόταση στον ξαφνικό θάνατο της ανεξέλεγκτης χρεοκοπίας. Και κινήθηκαν με μόνο γνώμονα είτε την επανεκλογή τους, είτε την προσωπική τους διάσωση, αγνοώντας τα πραγματικά δεδομένα της οικονομικής κρίσης και παραβλέποντας τα υπαρκτά διακυβεύματα με τα οποία βρίσκεται αντιμέτωπη η χώρα, αλλά και ο κάθε πολίτης χωριστά.
Σε αντίθεση με τον «κάθε τυχάρπαστο που έχει βρει ένα μικρόφωνο, για να λέει ό,τι του κατέβει», κατά την έκφραση του Γιώργου Παπανδρέου, οι βουλευτές, ιδίως σε αυτές τις κρίσιμες ώρες, απαιτείται να είναι υπεύθυνοι. Και δεν πρέπει να επηρεάζονται, επειδή «επίδοξοι πολιτευτές, προσπαθούν να (τους) υπερκεράσουν σε αντιμνημονιακή ρητορεία», όπως, αν και καθυστερημένα, σωστά επεσήμανε ο Αντώνης Σαμαράς, αποδοκιμάζοντας όσους «ανεύθυνα και ανέξοδα παριστάνουν τους "βασιλικότερους του βασιλέως"» και δεσμευόμενος πως «ούτε τζάμπα επαναστάτες, ούτε τζάμπα μάγκες θέλω για υποψηφίους».
Αν εξαιρέσει κανείς εκείνους που αρέσκονται στις θεωρίες του τύπου «μεγάλη αναστάτωση, ωραία κατάσταση», είναι βέβαιο πως οι περισσότεροι από τους αρνητές, προεξοφλούσαν ότι δεν θα επέλθει η επαπειλούμενη ανεξέλεγκτη χρεοκοπία, επειδή κάποιοι άλλοι θα αναλάμβαναν  το βάρος να την αποτρέψουν. Γι΄ αυτό και «τζόγαραν» και εξακολουθούν να «τζογάρουν» με το «όχι» που ακούγεται ευχάριστα σε πολλά αυτιά απογοητευμένων, αγανακτισμένων και οργισμένων συμπατριωτών μας που είδαν τις ζωές τους να αναστατώνονται και την αβεβαιότητα να μην έχει τέλος.
Δικαιολογημένα, μάλλον, πολλοί συμπολίτες μας, βοηθούσης και της εκτεταμένης παραπληροφόρησης που εκπέμπεται από πολλές πλευρές, δυσκολεύονται να συνειδητοποιήσουν τις πραγματικές συνέπειες μιας ενδεχόμενης χρεοκοπίας. Βλέπετε, αντίθετα από ό,τι συμβαίνει στις θετικές, οι κοινωνικές επιστήμες, όπως είναι τα οικονομικά και, φυσικά, η πολιτική επιστήμη, δεν μπορούν να αναπτυχθούν σε συνθήκες εργαστηρίου, ούτε να γίνουν πειράματα πριν από τις εφαρμογές των διαφόρων θεωριών που «συλλαμβάνονται» από ειδικούς και μη.
Στο πεδίο των κοινωνικών επιστημών, για να κριθεί αν μια θεωρία είναι καλή ή κακή, πρέπει πρώτα να εφαρμοστεί στην πράξη. Επίσης, ακόμη και σε παρόμοιες καταστάσεις, ο παράγων άνθρωπος, που βρίσκεται το επίκεντρο της πολιτικής και της οικονομίας, δεν επιτρέπει να εκδίδονται ασφαλή συμπεράσματα για τις συμπεριφορές. Πόσω μάλλον όταν δεν υπάρχουν ανάλογες συνθήκες και, εν προκειμένω, το πρόβλημα της Ελλάδας, μιας υπερχρεωμένης χώρας χωρίς δικό της νόμισμα, δεν έχει ιστορικό προηγούμενο.
Μοιραία, λοιπόν, για να ξέρουμε τα πραγματικά δεδομένα της χρεοκοπίας, θα πρέπει να ζήσουμε. Ζώντας την, όμως, δεν υπάρχει επιστροφή. Γι΄  αυτό και θεωρώ πως είχε δίκιο ο Γιώργος Παπανδρέου, επισημαίνοντας στην ομιλία του στην ΚΟ του ΠΑΣΟΚ πως «είναι πολιτικά άχαρο να προλαβαίνεις μια πολεμική σύγκρουση, γιατί κανένας δεν το αναγνωρίζει, αφού η σύγκρουση ποτέ δεν υπήρξε, ενώ εκείνοι που λύνουν συγκρούσεις, παίρνουν και Νόμπελ», εις βάρος, προφανώς, εκείνων που υπέστησαν τις συνέπειες της πολεμικής σύρραξης.
Εξίσου εύστοχη βρήκα την επισήμανση του Αντώνη Σαμαρά, προς τους βουλευτές της ΝΔ, ότι «την ανεξέλεγκτη χρεοκοπία δεν την επιλέγεις, σού 'ρχεται. Δεν την κάνεις εσύ, σου επιβάλλεται. Μπορεί να μην είναι εφικτό να μας βγάλουν από το ευρώ, αλλά μπορούν να μας υποχρεώσουν μόνοι μας να ζητήσουμε να φύγουμε. Και τότε πια είναι πολύ πιθανό να συμβούν και τα δύο πράγματα που πρέπει να αποφύγουμε: και η λεηλασία της χώρας και η διάλυση της κοινωνικής συνοχής».   
Δεν μου αρέσει να πηγαίνω πίσω, ούτε να περιαυτολογώ, αλλά, αισθάνομαι την ανάγκη να πω ότι παραμένουν επίκαιρα πολλά από όσα είχα περιγράψει σε ένα προηγούμενο σημείωμα της στήλης με τίτλο «Τι μας επιφυλάσσουν οι "δραχμολάγνοι"»  («Θεσπρωτική» 28/12/2011 ή στο http://topikakaiatopa.blogspot.com/2011/12/blog-post_28.html). Το μόνο που μπορώ να προσθέσω, ενάμισι μήνα μετά, είναι ότι είμαι ανοιχτός σε όλες τις απόψεις, αλλά παραμένω «κουμπωμένος» όταν έχω να αντιμετωπίσω «τζάμπα μάγκες» που παριστάνουν τους «φίλους του κοσμάκη».  

*Ο Γρηγόρης Τζιοβάρας είναι δημοσιογράφος, περιφερειακός σύμβουλος Θεσπρωτίας στο νέο Περιφερειακό Συμβούλιο Ηπείρου. Η αρθρογραφία του (ανα)δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα: http://topikakaiatopa.blogspot.com.

Τρίτη 24 Ιανουαρίου 2012

Η ελληνοϊταλική «ούνα φάτσα, ούνα ράτσα»

«Δεν είμαι μασόνος, δεν ξέρω καν τι είναι η μασονία», δήλωσε, προ ημερών, ο Ιταλός πρωθυπουργός, Μάριο Μόντι και, όπως εξήγησε σε τηλεοπτική εκπομπή, «η φήμη αυτή άρχισε να κυκλοφορεί τελευταία, μόλις απέκτησα ευρύτερη δημοσιότητα, αλλά εγώ δεν πρόλαβα ούτε να μπω σε μηχανή αναζήτησης του διαδικτύου, για να δω τι σημαίνει η λέξη μασονία». 
Οι θεωρίες συνωμοσίας και η διαδικτυακή τερατολογία δεν είναι μόνον ιταλικό «προνόμιο». Και είναι, βέβαιο πως ο Έλληνας ομόλογός του Λουκάς Παπαδήμος, αν είχε χρόνο να κάνει μια μικρή περιήγηση στη μπλογκόσφαιρα, θα ένοιωθε σίγουρα πολύ μεγαλύτερη έκπληξη από αυτή που ένοιωσε ο Μ. Μόντι, εξαιτίας της «δαιμονολογίας» με την οποία συνοδεύεται η σύντομη πρωθυπουργική θητεία του, παλλώ δε μάλλον του προκατόχου του, Γιώργου Παπανδρέου.
Για να είμαστε δίκαιοι, όμως, πρέπει να παραδεχτούμε ότι η υπερβολή, η παραπληροφόρηση, ο «κιτρινισμός» και η ιδιοτέλεια δεν «ανθούν» μόνον πίσω από την ασφάλεια της ανωνυμίας του διαδικτύου. Απερίγραπτα είναι και πολλά από όσα γράφονται στα έντυπα μέσα ενημέρωσης ή ακούγονται από ραδιοφωνικούς ή τηλεοπτικούς και λέγονται από το επίσημα βήματα, της Βουλής συμπεριλαμβανόμενης.
Πόσοι και πόσοι, για παράδειγμα, δεν είναι εκείνοι που προσπαθούν να μας πείσουν ότι τα αναμφισβήτητα δεινά που βιώνει η ελληνική κοινωνία δεν είναι παρά ένα «στιγμιαίο ατύχημα», που μας συνέβη εξαιτίας λάθος χειρισμών της προηγούμενης κυβέρνησης του Γιώργου Παπανδρέου, η οποία άλλοτε εγκαλείται επειδή δεν διαπραγματεύτηκε επαρκώς το μνημόνιο και άλλοτε ότι καθυστέρησε να λάβει μέτρα.
Αν, όμως, τα αναμφίβολα σκληρά μέτρα που ελήφθησαν και εκείνα που πιθανόν θα ακολουθήσουν, ήταν αποτέλεσμα ελλιπούς διαπραγμάτευσης του μνημονίου, τότε γιατί κανείς από τους –πρώιμους ή και τους όψιμους- επικριτές δεν μας λέει ποιο συγκεκριμένα από τα μέτρα θα μπορούσε να αποφευχθεί; Οι γενικότητες περί αναπτυξιακής πνοής δεν συνιστούν, κατά τη γνώμη μου, σοβαρό αντίλογο, όταν η μια μετά την άλλη οι ευρωπαϊκές χώρες εισέρχονται σε φάση ύφεσης, καθώς το τραπεζικό σύστημα έχει σχεδόν παντού «κλείσει» τη στρόφιγγα της χρηματοδότησης.
Με απασχολεί το ζήτημα, καθώς –στο ίδιο δημοσίευμα που παρέθεσα στην αρχή- διαβάζω για τις αντιδράσεις που καταγράφονται στην Ιταλία απέναντι στα μέτρα που λαμβάνει η κυβέρνηση Μόντι, η οποία, ως γνωστόν, εκπροσωπεί μια χώρα που είναι η τρίτη ισχυρότερη οικονομία της ευρωζώνης, πληρώνει, μέχρι στιγμής, κανονικά τα χρέη της, έχει αποφύγει το μνημόνιο και την τρόικα και δεν έχει ανάγκη από «κούρεμα», ούτε απειλείται με άτακτη χρεοκοπία.  
Δεν θα μείνω στην υπουργό που προ καιρού έβαλε τα κλάματα επειδή εισηγήθηκε την περικοπή των συντάξεων. Θα σταθώ στη νέα δέσμη μέτρων που προωθεί αυτές τις μέρες για την απελευθέρωση επαγγελμάτων. Προβλέπεται, μεταξύ άλλων, η κατάργηση των περιορισμών στην ίδρυση νέων φαρμακείων, το ωράριο και τις εφημερίες τους, όπως και η αύξηση των αδειών για ταξί, οι ιδιοκτήτες των οποίων κήρυξαν πανιταλική απεργία και δήλωναν αποφασισμένοι να μπλοκάρουν κεντρικά σημεία των μεγαλύτερων πόλεων της χώρας. 
Να συνεχίσω; Ο ιταλικός δικηγορικός σύλλογος απορρίπτει την κατάργηση των κατώτατων αμοιβών και τα μέλη του δηλώνουν αποφασισμένα να προχωρήσουν και σε θεαματικές διαμαρτυρίες, διαδηλώνοντας έξω από τη Βουλή, την Γερουσία και τα διάφορα δικαστήρια της χώρας, ενώ θα προσπαθήσουν να συναντήσουν και τον Πάπα, για να του εκθέσουν τις απόψεις τους.
Βρήκα κι άλλη –ακόμη πιο συναρπαστική- ομοιότητα: Η κεντροδεξιά παράταξη του πρώην πρωθυπουργού, Σίλβιο Μπερλουσκόνι, μπορεί να επιχειρήσει να προωθήσει την έγκριση τροπολογιών, κατά την οριστική έγκριση του εν λόγω νομοθετήματος της κυβέρνησης Μόντι από τη Βουλή και τη Γερουσία, ιδίως σε ό,τι αφορά τους οδηγούς ταξί και τους δικηγόρους. 
Θέλετε και το ακόμη πιο ωραίο; «Θα στηρίξουμε τις μεταρρυθμίσεις», δήλωσε, πάντως, ο γραμματέας του «μπερλουσκονικού» Λαού της Ελευθερίας, Αντζελίνο Αλφάνο, ο οποίος προφανώς ακολουθεί «γραμμή» ανάλογη με εκείνη του Αντώνη Σαμαρά που φέρνει σε δύσκολη θέση τους, αλλεργικούς με τη στήριξη της κυβέρνησης Παπαδήμου, αντιμνημονιακούς της αυτοαποκαλούμενης «λαϊκής δεξιάς».
Δεν ξέρω κατά πόσο ισχύει εκείνο το γνωστό «ούνα φάτσα, ούνα ράτσα», που λέγεται για τους Έλληνες και τους Ιταλούς. Πιστεύω, όμως, πως και οι μεν και οι δε, θα μείνουμε καθηλωμένοι στην κρίση, όσο επιτρέπουμε σε κάθε είδους μικρές και μεγάλες «μαφίες» -διαδικτυακές, εκδοτικές, πολιτικές, οικονομικές, συνδικαλιστικές και άλλες- να λυμαίνονται τον τόπο και να επιβάλουν τις βουλήσεις των ιδιοτελών συμφερόντων τους.

*Ο Γρηγόρης Τζιοβάρας είναι δημοσιογράφος, περιφερειακός σύμβουλος Θεσπρωτίας στο νέο Περιφερειακό Συμβούλιο Ηπείρου. Η αρθρογραφία του (ανα)δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα: http://topikakaiatopa.blogspot.com.

Τρίτη 17 Ιανουαρίου 2012

Οι μεγάλες παρατάξεις δεν… αυτοκτονούν!


«Καταλλαγή και ομαλότητα», ήταν ο δημοσιογραφικός τίτλος που πρότεινα, όταν το βράδυ της περασμένης Παρασκευής, λίγες ώρες μετά τη συνεδρίαση του Πολιτικού Συμβουλίου του ΠΑΣΟΚ, κλήθηκα από τηλεοπτικό σταθμό των Ιωαννίνων, να μεταφέρω την πληροφόρηση, καθώς και την άποψη μου, για τα μελλούμενα του (περασμένου) Σαββατοκύριακου και τις, εν γένει, εξελίξεις στο χώρο της μεγάλης κεντροαριστερής δημοκρατικής παράταξης.
Ο συνομιλητής μου -δικαίως, ίσως- αμφισβήτησε εντόνως τη δημοσιογραφική εκτίμησή μου, σύμφωνα με την οποία, παρά την «πολεμική ατμόσφαιρα» που αποτυπωνόταν στη συντριπτική πλειονότητα των αθηναϊκών μέσων ενημέρωσης (μεγάλοι τηλεοπτικοί σταθμοί, blogs  και ειδησεογραφικές ιστοσελίδες), τα γεγονότα προοιωνιζόταν απολύτως ομαλές συνθήκες για την ανάδειξη νέας ηγεσίας στο Κίνημα το προσεχές διάστημα.
Επιχειρηματολόγησα υπέρ της εκτίμησής μου, επισημαίνοντας ότι η νεώτερη πρόταση του Γιώργου Παπανδρέου, όπως είχε διατυπωθεί στο Πολιτικό Συμβούλιο, ήταν απολύτως συμβατή με τις πρόνοιες του καταστατικού του ΠΑΣΟΚ, που πρώτο καθιέρωσε διαδικασίες εμπλοκής του ευρύτερου λαϊκού παράγοντας στην εκλογή προέδρου, αλλά, κυρίως, εναρμονιζόταν απολύτως με το συμφέρον της παράταξης και της χώρας.
Η συνέχεια είναι, λίγο – πολύ,  γνωστή. Η συνεδρίαση του Εθνικού Συμβουλίου του ΠΑΣΟΚ, τελείωσε, επί της ουσίας, πριν καν… αρχίσει, μετά τις ομιλίες του Γιώργου Παπανδρέου και του Ευάγγελου Βενιζέλου. Το σημαντικότερο, όμως, ήταν ότι... τελείωσε προτού να αποσυρθούν από τα περίπτερα οι –ακόμη και θεωρούμενες ως σοβαρές- εφημερίδες με τους «προκάτ» τίτλους που διατυμπάνιζαν πρωτοσέλιδα «σκηνικό ρήξης», εκθέτοντας όλους εκείνους που… συνελήφθησαν, για μια ακόμη φορά, να… κάνουν την επιθυμία τους πραγματικότητα.
Βλέποντας όλα αυτά, με την εμπειρία της τρίτης δεκαετίας που διακονώ το χώρο της ενημέρωσης και χωρίς να είμαι οπαδός της συνωμοσιολογικής ερμηνείας των γεγονότων, τείνω να συμφωνήσω με τον τρόπο με τον οποίο περιέγραψε ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, στην ομιλία του περασμένου Σαββάτου, τον «εκβιασμό της πολιτικής ζωής από παράγοντες των μέσων ενημέρωσης».
«Έχουμε εκβιασμούς και έχουμε εκθρέψει αυτούς τους εκβιασμούς για δουλειές, για δάνεια, για πολλά άλλα», είπε ο κ. Παπανδρέου και πρόσθεσε: «Αυτή είναι μόνο μια πτυχή που διατρέχει το πολιτικό, οικονομικό και “μιντιακό” σύστημα. Και δεν είναι ένα απομονωμένο γεγονός. Είναι μια ολόκληρη κουλτούρα στη χώρα μας, η οποία θα αποτελειώσει την Ελλάδα, εάν δεν αλλάξει. Όπως κι ένα μέρος του τραπεζικού συστήματος, που θεωρεί ότι μπορεί να ανεβάζει ή να κατεβάζει κυβερνήσεις, για να μην αλλάξει το ίδιο».
Πολλά μπορεί να καταμαρτυρήσει κανείς στον Γιώργο Παπανδρέου, για πράξεις και για παραλείψεις του, για καθυστερήσεις και παλινωδίες, για την επιλογή συνεργατών και τον αποκλεισμό άλλων στελεχών. Εκείνο, όμως, που προσωπικά θεωρώ ότι θα του πιστώσει η ιστορία είναι ότι δεν υπήρξε ένας «συμβατικός» πολιτικός που υποτάχθηκε και υπέκυψε στα κελεύσματα εξωθεσμικών κέντρων.   
Γι΄ αυτό και από όσα είπε στην, εν πολλοίς, «αποχαιρετιστήρια» ομιλία του στο Εθνικό Συμβούλιο, νομίζω ότι η μεγαλύτερη παρακαταθήκη του, μπορεί να συνοψιστεί στην αποστροφή του με την οποία κάλεσε τα στελέχη του ΠΑΣΟΚ «να αποδείξουν απέναντι στις σειρήνες των μέσων ενημέρωσης, των διαφόρων παραγόντων και εκείνων που θέλουν ένα Κίνημα κατακερματισμένο, διασπασμένο, αδύναμο και χωρίς κατεύθυνση, ότι το ΠΑΣΟΚ είναι ένα κόμμα, που ξέρει να συνθέτει, να διαβουλεύεται, να συζητά, να είναι ενωμένο, να πηγαίνει τη χώρα μπροστά».
Γράφω τούτες τις γραμμές, έχοντας πλήρη επίγνωση των δημοσκοπήσεων που θέλουν το ΠΑΣΟΚ να βρίσκεται αντιμέτωπο με μια χωρίς προηγούμενο εκλογική κατακρύλα, η οποία, αν επιβεβαιωθεί στην κάλπη, μπορεί να το φέρει ακόμη και κοντά στο ιστορικά χαμηλότερο ποσοστό που έλαβε όταν ιδρύθηκε το 1974. Ο δημοκρατικός κόσμος που τον συνήγειρε ο Ανδρέας Παπανδρέου, που τον ενθουσίασε ο Σημίτης Κώστας Σημίτης, που πίστεψε στον Γιώργο Παπανδρέου, είναι πικραμένος, απογοητευμένος, οργισμένος. Και δικαίως αντιδρά, εκφράζοντας την αποδοκιμασία του για την ανεργία, την αναδουλειά, τις περικοπές μισθών και συντάξεων, την επιβολή επανειλημμένων «χαρατσιών», κυρίως την έλλειψη ελπίδας.
Έτσι, στις προσεχείς εκλογές, εφόσον οι κάλπες στηθούν μέσα στο συγκεκριμένο επικοινωνιακό περιβάλλον, είναι πολύ πιθανό το ΠΑΣΟΚ να υποστεί μια μεγάλη εκλογική ήττα. Υπό προϋποθέσεις, όμως, θα είναι,  κατά τη γνώμη μου, μια ήττα πρόσκαιρη και, ίσως, λυτρωτική. Είναι, βέβαιο, ότι ο χρόνος θα συμβάλει να κατακαθίσει ο σημερινός επικοινωνιακός κουρνιαχτός. Και, κυρίως, να γίνει το σωστό «ταμείο», να μπουν, δηλαδή,  στη ζυγαριά, απέναντι στα αρνητικά των τελευταίων δυόμισι χρόνων, και τα αρκετά θετικά που έγιναν την ίδια περίοδο και δεν έχουν αποδώσει.
Είναι στα χέρια του ίδιου του ΠΑΣΟΚ και των στελεχών του να σταθούν στο ύψος των περιστάσεων, να μετριάσουν τη βραχυπρόθεσμη φθορά και να κεφαλαιοποιήσουν τα μακροπρόθεσμα κέρδη. Η ωριμότητα που θα επιδείξουν στις διαδικασίες για την εκλογή νέας ηγεσίας, θα αποδειχθεί καθοριστική για την επόμενη μέρα της δημοκρατικής παράταξης, για την επόμενη ημέρα της χώρας. Προσωπικά είμαι αισιόδοξος. Γιατί έχω εδραία την πεποίθηση πως ούτε οι χώρες, ούτε οι μεγάλες  παρατάξεις… αυτοκτονούν.
*Ο Γρηγόρης Τζιοβάρας είναι δημοσιογράφος, περιφερειακός σύμβουλος Θεσπρωτίας στο νέο Περιφερειακό Συμβούλιο Ηπείρου. Η αρθρογραφία του (ανα)δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα: http://topikakaiatopa.blogspot.com.

Τρίτη 3 Ιανουαρίου 2012

Να αφήσουμε την αισιοδοξία ν΄ ανθίσει

 
Ιδιαίτερες, από κάθε άποψη, υπήρξαν οι φετινές «χρονιάρες» μέρες. Στα λιτά γιορτινά τραπέζια, στα μηνύματα των πολιτικών ηγεσιών, στις παρέες, ακόμη και στην ανταλλαγή των ευχών, πανταχού παρούσα ήταν η βαριά σκιά της παρατεταμένης κρίσης που ταλανίζει όλους μας, κρίση που αποτυπώνεται, κυρίως, στη γενικευμένη αβεβαιότητα που μας κατατρύχει και δεν αφήνει την αισιοδοξία να ανθίσει.
Είναι αλήθεια πως δεν ζούμε σε συνηθισμένους καιρούς. Βρισκόμαστε, αναμφίβολα, αντιμέτωποι με τη χειρότερη διεθνή και εγχώρια κρίση της μεταπολεμικής περιόδου. Ακόμη και οι παλιότερες γενιές που έζησαν πολύ πιο δύσκολες καταστάσεις από τη σημερινή, δείχνουν αμήχανες, καθώς το «αύριο» προβάλει τόσο αβέβαιο για όλους.
Η ελληνική κοινωνία δοκιμάζεται σκληρά. Τα εισοδήματα μειώνονται, η ανεργία αυξάνεται. Χιλιάδες οικογένειες βιώνουν δραματικά τις συνέπειες της κρίσης. Την ίδια ώρα –κι αυτό είναι ίσως το χειρότερο- περισσότεροι από ποτέ άλλοτε, τα τελευταία πολλά χρόνια, είναι οι Έλληνες που αγωνιούν για την προσωπική και οικογενειακή τους προοπτική.
Μέσα σε αυτή την ατμόσφαιρα, οι αφορμές για να αισιοδοξήσουμε δεν είναι πολλές. Το διεθνές σκηνικό βαραίνει από την ειδησεογραφία που θέλει παντού, τουλάχιστον στην Ευρώπη, να επιβάλλονται μέτρα δημοσιονομικής πειθαρχίας που βαθαίνουν την ύφεση: από την Ισπανία και την Πορτογαλία ως την Κύπρο, την Ιταλία, το Βέλγιο και τη Γαλλία.
Πολύ περισσότερο, όμως, είναι η κατάσταση που επικρατεί στη χώρα μας που δεν αφήνει περιθώρια για να ατενίσουμε το μέλλον με αισιοδοξία. «Μια πολύ δύσκολη χρονιά φεύγει», «μια πολύ δύσκολη χρονιά έρχεται», ανέφερε στο πρωτοχρονιάτικο μήνυμά του ο πρωθυπουργός Λουκάς Παπαδήμος, προειδοποιώντας πως «οι επόμενοι τρεις μήνες θα είναι ιδιαίτερα κρίσιμοι».
Εξήγησε ο κ. Παπαδήμος ότι οι αποφάσεις που θα ληφθούν αυτό το διάστημα «θα καθορίσουν την πορεία της Ελλάδας τις επόμενες δεκαετίες» και σωστά, κατά τη γνώμη μου, επεσήμανε πως «σήμερα αγωνιζόμαστε για να παραμείνει η πατρίδα μας στον πυρήνα της Ευρώπης, για να διασφαλίσουμε τη σταθερότητα, την ευημερία και τη δημοκρατία που κατακτήσαμε τα τελευταία 30 χρόνια».
Δεν ξέρω, ωστόσο, πόσοι από την υπόλοιπη ηγεσία της χώρας (και όχι κατ΄ ανάγκην μόνον την πολιτική), ενστερνίζονται τις δραματικές επισημάνσεις του πρωθυπουργού ότι «για να μην χάσουμε όσα κατακτήσαμε πρέπει να αλλάξουμε όλα όσα κάναμε λάθος: να εξυγιάνουμε το κράτος, να χτίσουμε την οικονομία μας σε στέρεες βάσεις, να την κάνουμε ξανά ανταγωνιστική».
Δεν είναι λίγοι, δυστυχώς, εκείνοι που θέλουν να πιστεύουν, ή προσπαθούν να μας πείσουν ότι πιστεύουν, πως αυτό που ζούμε δεν παρά ένα πρόσκαιρο κακό όνειρο, από το οποίο θα ξυπνήσουμε πολύ σύντομα και θα επιστρέψουμε εκεί που ήμασταν, στην αμεριμνησία του πρόσφατου παρελθόντος που όλα είχαν αφεθεί στην ευκολία του «αυτόματου πιλότου».
Η καθυστέρηση του ΠΑΣΟΚ να επιλύσει τα εσωτερικά του ζητήματα, που, καλώς ή κακώς, «άνοιξε» το ίδιο, η σπουδή της Νέας Δημοκρατίας να επιβάλει τις εκλογές, διαψεύδοντας στην πράξη τις διακηρύξεις ότι δεν «κοιμούνται αγκαλιά με το ημερολόγιο» και η αντίληψη σχηματισμών της παραδοσιακής Αριστεράς ότι βρισκόμαστε σε «προεπαναστατικές συνθήκες» και απομένει η «έφοδος στα θερινά ανάκτορα», ενισχύουν τις συνθήκες πολιτικής αστάθειας.
Η ατμόσφαιρα που δημιουργούν αυτές οι συνθήκες είναι ό,τι χειρότερο θα μπορούσε να συμβεί σε τούτες τις κρίσιμες περιστάσεις που έχουμε ανάγκη από ένα αρραγές εσωτερικό μέτωπο που να διαπραγματευθεί με τους εταίρους μας την, τόσο αναγκαία για την οικονομική μας επιβίωση, δανειακή σύμβαση που η υπογραφή της θα άρει ένα πολύ μεγάλο μέρος της αβεβαιότητας που μας κρατά καθηλωμένους.
Δε μου αρέσουν τα «τσιτάτα», αλλά θα κλείσω τούτο το σημείωμα με μια επιγραμματική φράση που αποδίδεται στον Ουίνστον Τσώρτσιλ. «Είμαι αισιόδοξος. Δεν φαίνεται να έχει καμιά χρησιμότητα να είμαι ο,τιδήποτε άλλο», έλεγε ο αποκαλούμενος και «πατέρας της νίκης» Βρετανός πρωθυπουργός. Και μάλλον είχε δίκιο…

*Ο Γρηγόρης Τζιοβάρας είναι δημοσιογράφος, περιφερειακός σύμβουλος Θεσπρωτίας στο νέο Περιφερειακό Συμβούλιο Ηπείρου. Η αρθρογραφία του (ανα)δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα: http://topikakaiatopa.blogspot.com.

Τρίτη 20 Δεκεμβρίου 2011

Ο ορυμαγδός των δημοσκοπήσεων και η χειραγώγηση των πολιτών

Ζούμε, αναμφίβολα, στη χώρα της υπερβολής και για πολλά από όσα συμβαίνουν στη χώρα μας, δύσκολα βρίσκει κανείς μια κάποια αντιστοιχία στο διεθνές στερέωμα.  Δεν ξέρω, για παράδειγμα, να υπάρχει άλλη χώρα στον κόσμο ολόκληρο, στην οποία να διενεργούνται τόσες πολλές δημοσκοπήσεις όσες βλέπουν το φως της δημοσιότητας στην Ελλάδα, για την υποτιθέμενη διάθεση της κοινής γνώμης έναντι της πολιτικής κατάστασης ή την επιθυμία που υποτίθεται πως έχουν οι πολίτες για τη διαμόρφωσή της.
Δεν εκπλήσσει μόνον η συχνότητα με την οποία διενεργούνται όλες αυτές οι δημοσκοπήσεις, που, αν τα δείγματα τους είναι αυτά που δηλώνονται, θα πρέπει κάθε Έλληνας να έχει ερωτηθεί αρκετές φορές, πράγμα που, από όσο ξέρω, δεν συμβαίνει, αλλά και η ποικιλία των εταιριών έρευνας, των οποίων ο αριθμός δεν συναντάται σχεδόν πουθενά αλλού και, πάντως, όχι σε χώρες με αντίστοιχο πληθυσμό.
Το ακόμη πιο παράδοξο είναι ότι, τις περισσότερες φορές, τα έντυπα ή τα άλλα μέσα ενημέρωσης που τις δημοσιοποιούν, δικαιολογούν με τα ευρήματά τους τις απόψεις που τα ίδια εκφράζουν. Βλέπεις, για παράδειγμα, την ίδια μέρα να δημοσιεύονται δύο διαφορετικές έρευνες που στο φιλοκυβερνητικό μέσο η κοινή γνώμη εμφανίζεται να επικροτεί την κυβέρνηση, η οποία, την ίδια ώρα, στον αντιπολιτευόμενο παρουσιάζεται ως έχουσα προϊούσα φθορά.
Αφορμή για τις επισημάνσεις αυτές πήρα όταν είδα την περασμένη Κυριακή έρευνα, δημοσιευμένη στην εφημερίδα «Real News», σύμφωνα με την οποία το 64% των ψηφοφόρων δεν θέλει να παραμείνει πρωθυπουργός ο Λουκάς Παπαδημος σε νέα κυβέρνηση συνεργασίας μετά τις εκλογές.
Την ίδια, όμως, μέρα σε άλλη δημοσκόπηση, που δημοσιεύεται στο «Έθνος», στο ερώτημα «ποιος είναι ο καταλληλότερος για πρωθυπουργός» μεταξύ του Λουκά Παπαδήμου και του προέδρου της ΝΔ Αντ. Σαμαρά, ο πρώτος λαμβάνει ποσοστό 54,3% και ο δεύτερος 21,7%, ενώ το ποσοστό για τον νυν πρωθυπουργό εκτινάσσεται στο 71,8% , όταν τίθεται απέναντι στον προκάτοχό του Γιώργο Παπανδρέου.
Με συγχωρείτε, αλλά δεν μπορεί να χωρέσει στην λογική μου ότι πέντε με επτά στους δέκα πολίτες θεωρούν καταλληλότερο για πρωθυπουργό τον κ. Παπαδήμο, έναντι, μάλιστα, των δύο, μέχρι στιγμής, βασικών διεκδικητών του αξιώματος, αλλά την ίδια στιγμή περισσότεροι από τους μισούς πολίτες της ίδιας χώρας να μη θέλουν να ηγηθεί ο ίδιος μιας μετεκλογικής κυβέρνησης συνεργασίας.
Πολύ περισσότερο δε, όταν, από την ίδια ακριβώς δημοσκόπηση της «Real News», υποτίθεται ότι, προκύπτει πως έξι στους δέκα πολίτες (62,6%, για την ακρίβεια) θα ήθελαν, μετά τις επόμενες βουλευτικές εκλογές, να προκύψει κυβέρνηση συνεργασίας, έναντι μόλις του 32,6% των ερωτηθέντων που υποστηρίζει αυτοδύναμη κυβέρνηση.
«Είναι θέμα διαφορετικής δειγματοληπτικής μεθοδολογίας που ακολουθεί κάθε εταιρία», είναι η σχεδόν στερεότυπη απάντηση που δίνουν οι δημοσκόποι όταν ερωτώνται για τις σημαντικές αποκλίσεις που παρουσιάζουν τα ευρήματα των ερευνών τους που διεξάγονται την ίδια χρονική περίοδο και αφορούν την πρόθεση ψήφου. Ενώ όταν πέφτουν έξω στις προβλέψεις τους έχουν έτοιμη την δικαιολογία ότι «οι δημοσκοπήσεις είναι φωτογραφία της στιγμής που έγινε η έρευνα».
Οι έρευνες της κοινής γνώμης αποτελούν, αναμφισβήτητα, χρήσιμα «εργαλεία» ώστε οι πολιτικοί αλλά και οι πολίτες να εξάγουμε συμπεράσματα για τις πραγματικές διαθέσεις της κοινωνίας, καθώς, όπως έλεγε, πολλές δεκαετίες πριν, ο διακεκριμένος οικονομολόγος, αλλά και μεγάλος πολιτικός στοχαστής, Τζον Μέιναρντ Κέινς «αν, πράγματι, η κοινή γνώμη ήταν ένα αναλλοίωτο πράγμα, θα ήταν σπατάλη χρόνου να συζητάμε τις δημόσιες υποθέσεις».  
Έχω, ωστόσο, την εντύπωση ότι πολλές φορές ο τρόπος, με τον οποίο γίνονται και, πολύ περισσότερο, ο τρόπος με τον οποίο παρουσιάζονται οι δημοσκοπήσεις στη χώρα μας, δεν αποτυπώνει τον διαπιστωμένα ευμετάβλητο χαρακτήρα της κοινής γνώμης. Αντιθέτως, δεν είναι λίγες οι φορές που βάσιμα δημιουργείται η εντύπωση πως οι έρευνες αυτές επιχειρείται να λειτουργήσουν ως μηχανισμός χειραγώγησης της κοινής γνώμης.
Το φαινόμενο δεν είναι καινούργιο, καθώς, όμως, εισήλθαμε σε προεκλογική περίοδο, ας τα έχουμε όλα αυτά κατά νου και, κυρίως, ας είμαστε ψύχραιμοι στον ορυμαγδό των δημοσκοπήσεων που είναι βέβαιο ότι θα κατακλύσουν τη δημοσιότητα του προσεχούς διαστήματος και, αρκετές εξ αυτών, δεν θα είναι διόλου «αθώες», για να μην πω τίποτε πιο βαρύ.
*Ο Γρηγόρης Τζιοβάρας είναι δημοσιογράφος, περιφερειακός σύμβουλος Θεσπρωτίας στο νέο Περιφερειακό Συμβούλιο Ηπείρου. Η αρθρογραφία του (ανα)δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα: http://topikakaiatopa.blogspot.com/.

Τρίτη 22 Νοεμβρίου 2011

Μύθοι και πραγματικότητες με αφορμή τη νέα κυβέρνηση

«Θα έπεφταν και τα τσιμέντα…», αν γινόταν γνωστό το παρασκήνιο που προηγήθηκε του σχηματισμού της νέας κυβέρνησης, έγραφε, προ ημερών, στην προσωπική του στήλη ένας από τους εκδότες που πρωταγωνίστησαν στην επιλογή  του νέου πρωθυπουργού και στην αναγκαστική στροφή που υποχρεώθηκαν να κάνουν οι αρχηγοί των δύο μεγάλων παρατάξεων, εγκαταλείποντας τους αρχικούς σχεδιασμούς να ηγηθεί του νέου σχήματος πολιτικό πρόσωπο και όχι ο τεχνοκράτης Λουκάς Παπαδήμος.
Η αμφίσημη αυτή έκφραση μπορεί να είναι ανοιχτή σε πολλές ερμηνείες, για τους γνωρίζοντες, όμως, συνιστά μια επιπλέον απόδειξη για το πόσο ευάλωτο είναι το εγχώριο πολιτικό σύστημα στα νέα δεδομένα που δημιούργησε η οικονομική κρίση, αλλά, συνάμα, και πόσο αδύναμο να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις των δύσκολων περιστάσεων που διέρχεται η χώρα και να πείσει την ελληνική κοινωνία για τις πραγματικές διαστάσεις των προβλημάτων, αλλά και τις εφικτές λύσεις που απαιτείται να δοθούν.
Στον Τύπο και στις τηλεοράσεις, πολύ περισσότερο δε στο διαδίκτυο, αλλά ακόμα και στο ίδιο το Κοινοβούλιο, διακινούνται διάφορες θεωρίες για το πώς οδηγηθήκαμε στην κυβέρνηση Παπαδήμου, με την πλειονότητά τους να διαπνέεται από ένα πνεύμα συνωμοσιολογίας, που θέλει ως αφανείς σκηνοθέτες άλλοτε τα εγχώρια οικονομικά συμφέροντα και άλλοτε κάποιες απροσδιόριστες διεθνείς δυνάμεις που βυσσοδομούν εναντίον μας.     
Αν και ήμουν από εκείνους που έχουν επιχειρηματολογήσει κατά της κυβερνητικής λύσης που δόθηκε (σε αυτή τη στήλη έχω γράψει επανειλημμένα εναντίον μιας τέτοιας προοπτικής,  όπως, π.χ., στις 17/5, υπό τον τίτλο «Μόνον η πολιτική μπορεί να δώσει λύσεις»), εν τούτοις, πιστεύω, πλέον, ότι η υποχρεωτική «συγκατοίκηση» του ετερόκλητου αυτού συνονθυλεύματος, υπήρξε μια «λυτρωτική» εξέλιξη, υπό την έννοια ότι συμβάλει στο να διαλυθούν ορισμένοι από τους μύθους που θεωρώ ότι, όπως ενδεικτικά καταγράφονται πιο κάτω, επιδρούν καθοριστικά στην αδυναμία ορθολογικής ανάλυσης της πραγματικότητας.
Μύθος πρώτος: Η κρίση προέκυψε επειδή η κυβέρνηση Παπανδρέου δεν δανείστηκε εγκαίρως, καθώς ήθελε να φέρει το ΔΝΤ. Το γεγονός και μόνον ότι η «τρόικα» καλείται επειγόντως να παράσχει συνδρομή σε σειρά ευρωπαϊκών χωρών, από την βιομηχανικά ισχυρή Ιταλία έως την μέχρι πρότινος  εμφανιζόμενη ως «εθνικά υπερήφανη» Ουγγαρία, κονιορτοποιεί κάθε τέτοιον ισχυρισμό. Εκτός αν πιστεύει κανείς ότι Ρώσοι και Κινέζοι ήταν διατεθειμένοι να δανείσουν την Ελλάδα και μόνον την Ελλάδα, αλλά επειδή εκείνη δε δέχτηκε την προσφορά, θύμωσαν και, παρά τα υψηλά επιτόκια που προσφέρονται, δεν δανείζουν κανέναν άλλο.
Μύθος δεύτερος: Το δημοψήφισμα που πρότεινε ο τέως πρωθυπουργός μείωσε την αξιοπιστία της χώρας και γι΄ αυτό ζητούν έγγραφες δεσμεύσεις για να πάρουμε την έκτη δόση. Όταν ο Γιώργος Παπανδρέου καλούσε τον αρχηγό της ΝΔ να πάνε μαζί στις Βρυξέλλες στις 26 Οκτωβρίου, ο Αντώνης Σαμαράς απαντούσε ότι δε μπορούσε «να συναινέσει στο λάθος», τώρα, όμως, που ζητείται η δική του συνυπογραφή (όπως, άλλωστε, έχει ήδη γίνει με ομολόγους του σε Πορτογαλία και Ιρλανδία), θεωρεί μείζονα στόχο της παρούσας κυβέρνησης την εκταμίευση της δόσης και την έγκριση των αποφάσεων της συνόδου Κορυφής.    
Μύθος τρίτος: Ο Παπαδήμος είναι ο άνθρωπος των τραπεζών που τον επέβαλαν για να σωθούν.  Ο σημερινός πρωθυπουργός –καλώς ή κακώς- εργάστηκε μόνο στον δημόσιο τομέα και από τις θέσεις που κατείχε συνήθως είχε ελεγκτικό ρόλο έναντι του ιδιωτικών τραπεζών. Επεσήμανε, βεβαίως, πρόσφατα κινδύνους για τις τράπεζες εξαιτίας του αυξημένου «κουρέματος», αλλά, ούτως ή άλλως, τον τρόπο με τον οποίο θα γίνει η επανακεφαλαιοποίησή τους –δηλαδή, αν θα έχουν προνομιούχες ή κοινές μετοχές, που θα έχουν επίπτωση στο ιδιοκτησιακό τους καθεστώς- ο βαρύνων λόγος ανήκει στο Κοινοβούλιο.  
Μύθος τέταρτος: Η Ευρώπη θα μας σώσει ούτως ή άλλως, για να αποφύγει τη μετάδοση της κρίσης σε όλη την ευρωζώνη. Η κρίση στην ευρωζώνη, δυστυχώς, επεκτείνεται και αυτό δεν είναι καλό, καθώς το «γενναιόδωρο» ευρωπαϊκό πακέτο που φτιάχτηκε ειδικά για μας, που είχαμε τα μεγαλύτερα προβλήματα, θα αποδειχθεί ανεπαρκές για τα συνολικότερα προβλήματα που αναδύονται, οπότε είναι πιθανό δεδομένα του σήμερα να αποτελέσουν σοβαρά ενδεχόμενα του κοντινού αύριο.   
Μύθος πέμπτος: Η έκδοση του ευρωομολόγου θα αντιμετωπίσει τις αδηφάγες αγορές και, ως «πανάκεια», θα μας απαλλάξει , μεταξύ άλλων, από τα άδικα «χαράτσια». Πλανώνται πλάνην οικτρά όσοι πιστεύουν ότι μια χώρα που μέχρι πρότινος δεν ήξερε πόσους μισθοδοτούσε το δημόσιο και ακόμη δεν έχει μάθει πόσες χιλιάδες «μαϊμού» συντάξεις χορηγούν τα ασφαλιστικά της ταμεία, μπορεί να επιβάλει, έστω και με τη συνηγορία άλλων υπερδανεισμένων χωρών, την απαίτηση να δανείζεται με «γερμανικά» επιτόκια, συνεχίζοντας το σπορ της φοροδιαφυγής.  
Μύθος έκτος: Θέλουν να μας βγάλουν από το ευρώ (ή να μας κρατήσουν, γιατί εδώ οι συνωμοσιολόγοι αντιφάσκουν) με στόχο να μας πάρουν φθηνά την κρατική περιουσία. Αν ως χώρα ενστερνιστούμε το επιχείρημα που προβάλλουν τελευταία ορισμένοι «επώνυμοι» φοροφυγάδες, οι οποίοι θέλουν να διατηρήσουν τις πολυτελείς τους κατοικίες –ακόμη και στο Μαϊάμι-, αλλά να μην πληρώνουν τον ΦΠΑ που ενθυλάκωσαν, νομίζω ότι δεν θα μας λυπηθεί κανείς στο εξωτερικό.
Θα μπορούσα να συνεχίσω, παραθέτοντας πολλούς ακόμη «μύθους» αυτού τους είδους, αλλά νομίζω ότι είναι καλύτερα να αφήσουμε την ίδια την πραγματικότητα να ολοκληρώσει το «απομυθοποιητικό» της έργο, έστω και αν αυτό θα έχει τίμημα που θα κληθούμε, δυστυχώς, να το πληρώσουμε όλοι μαζί.

*Ο Γρηγόρης Τζιοβάρας είναι δημοσιογράφος, περιφερειακός σύμβουλος Θεσπρωτίας στο νέο Περιφερειακό Συμβούλιο Ηπείρου. Η αρθρογραφία του (ανα)δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα: http://topikakaiatopa.blogspot.com/.

Τρίτη 15 Νοεμβρίου 2011

Συνεννόηση, ενότητα, σύνεση, απέναντι στα κομματικά λάβαρα

Δεν ξέρω αν οφείλεται στη μακρά παράδοση των συμμαχικών κυβερνήσεων που έχουν, ή αν… παραδειγματίστηκαν από την Ελλάδα, αλλά στη γειτονική μας  Ιταλία, όπου τα οικονομικά προβλήματα είναι σαφώς μικρότερα από τα δικά μας, κινήθηκαν πολύ πιο γρήγορα και μάλλον πιο αποφασιστικά και αποτελεσματικά από την ελληνική πολιτική ηγεσία.
Ο Μάριο Μόντι αντικατέστησε τον Σίλβιο Μπερλουσκόνι σε συντομότερο χρόνο από εκείνον που χρειάστηκε ο Λουκάς Παπαδήμος για να διαδεχθεί τον Γιώργο Παπανδρέου, αλλά το σημαντικότερο είναι ότι οι ιταλικές πολιτικές ηγεσίες, με την ενεργό ανάμειξη του Προέδρου της ιταλικής Δημοκρατίας Τζόρτζιο Ναπολιτάνο, συνεννοήθηκαν καλύτερα και «έλυσαν τα χέρια» του μεταβατικού πρωθυπουργού, ο οποίος ανέλαβε τα ηνία της Ιταλίας χωρίς ασφυκτικά εκλογικά χρονοδιαγράμματα.
Υπό αυτές τις συνθήκες ο Ιταλός τεχνοκράτης πρωθυπουργός ξεκινά με καλύτερους οιωνούς από τον Έλληνα ομόλογο και «ομότεχνό» του, ο οποίος, εξαιτίας και της –αλλοπρόσαλης- κυβέρνηση που υποχρεώθηκε να σχηματίσει, μοιάζει να έχει «δεμένα τα χέρια» και καλείται να κινηθεί εν μέσω αμφιθυμιών και αμφιταλαντεύσεων των εγχώριων πολιτικών δυνάμεων που τον στηρίζουν, αλλά και της πολεμικής ατμόσφαιρας που συντηρούν όσοι ήθελαν «εδώ και τώρα εκλογές».
Κάποιοι ισχυρίζονται πως ήταν οι «παλινωδίες» του τέως πρωθυπουργού Γιώργου Παπανδρέου που οδήγησαν στη δυστοκία που παρακολουθήσαμε στη συγκρότηση του νέου κυβερνητικού σχήματος. Άλλοι αποδίδουν την εξέλιξη στην «αναποφασιστικότητα» του προέδρου της Νέας Δημοκρατίας Αντώνη Σαμαρά να συναινέσει σε κάτι που περισσότερο από ενάμισι χρόνο αρνιόταν να αναγνωρίσει.
Ό,τι και από τα δύο και αν ισχύει, θεωρώ ότι, στην παρούσα συγκυρία, δεν έχει ιδιαίτερη αξία, παρά μόνον ίσως για να αποφανθεί ο ιστορικός του μέλλοντος ποιος έδειξε μεγαλύτερη γενναιότητα: αυτός που μπήκε στη φωτιά και, ενδεχομένως, ελλείψει σχεδίου και πυξίδας, «κάηκε», ή εκείνος  που μέχρι την τελευταία ώρα καθόταν απ΄ έξω και περιοριζόταν να κριτικάρει τη λάθος τακτική που ακολουθούσαν οι πυροσβέστες;
Η απάντηση, όμως, σε τέτοια ερωτήματα, θεωρώ ότι δεν είναι της παρούσης. Όταν η Ευρώπη, αλλά και ο πλανήτης ολόκληρος, κλονίζονται από ισχυρές προσεισμικές δονήσεις, εκείνο που, κατά τη γνώμη μου, προέχει είναι να κάνουμε ότι μπορούμε για να προστατευθούμε από τον επερχόμενο τεκτονικό σεισμό που απειλεί το ετοιμόρροπο οίκημα που λέγεται Ελλάδα. Και αυτό το καθήκον δεν ανήκει μόνον στις κυρίαρχες πολιτικές δυνάμεις, αλλά αφορά ολόκληρο το πολιτικό σύστημα και το σύνολο της ελληνικής κοινωνίας.
Τηρουμένων των ιστορικών αναλογιών, η απειλή που αντιμετωπίζουν σήμερα η Ευρώπη και οι λαοί της μοιάζει με τις παραμονές του τελευταίου Παγκόσμιου Πολέμου που, ας μην ξεχνάμε, μια από τις βασικές αιτίες που τον προκάλεσαν ήταν η οικονομική κρίση του 1929, η οποία, μπορεί να ξέσπασε σε μια περίοδο που ο πλανήτης δεν ήταν τόσο παγκοσμιοποιημένος, όσο σήμερα, δεν άφησε, παρά ταύτα, κανένα έθνος ανεπηρέαστο.
Ο τότε ηγέτης του ΚΚΕ Νίκος Ζαχαριάδης, όντας πολιτικός κρατούμενος, δεν δίστασε, την επομένη της επίθεσης κατά της Ελλάδας, να συντάξει ανοικτή επιστολή και να ζητήσει συστράτευση του ελληνικού λαού στην αντίσταση κατά της απειλής που αντιμετώπιζε η χώρα. «Στον πόλεμο αυτόν που τον διευθύνει η κυβέρνηση Μεταξά, όλοι μας πρέπει να δώσουμε όλες μας τις δυνάμεις, δίχως επιφύλαξη», έγραφε.
Το παράδειγμα του, δυστυχώς, δεν φαίνεται να οδηγεί πολλούς σύγχρονους Έλληνες, ομοϊδεάτες του και μη. Αντιθέτως, είναι αρκετοί εκείνοι που, προτάσσοντας το στενό προσωπικό τους όφελος, αδιαφορούν για τις συνέπειες που προκαλούν στο συλλογικό συμφέρον η υπόθαλψη των φαινομένων ανομίας που διατρέχουν την ελληνική κοινωνία και που, εν τέλει, δεν υπηρετούν, αλλά, κατά τη γνώμη μου, βλάπτουν τα πλέον αδύναμα στρώματα που χτυπιούνται από τη κρίση και θα χτυπηθούν ακόμη περισσότερο από την πλήρη κατάρρευση.
Αναρωτιέμαι, ειλικρινά, πόσο βλαπτικό για την ταξική πάλη, που επαγγέλλονται οι αριστερές δυνάμεις, θα ήταν ένα χρονικά περιορισμένο «μορατόριουμ», έως ότου κατακάτσει ο παγκόσμιος κουρνιαχτός από τη δίνη της οικονομικής κρίσης. Ακόμη μεγαλύτερη είναι η απορία μου με την επιμονή για προσφυγή στις κάλπες μέσα σε αυτό το δυσοίωνο διεθνές περιβάλλον, πριν καν η νέα κυβέρνηση και, κυρίως ο νέος πρωθυπουργός, δώσουν ένα πρώτο δείγμα γραφής.
Πιστεύω πως αν, έστω και για λίγο, υποσταλούν τα κομματικά λάβαρα, η Ελλάδα θα μπορούσε να σηκωθεί λίγο ψηλότερα. Και ευελπιστώ πως οι πολίτες, όταν, αργά ή γρήγορα, έρθει η ώρα της δικής τους ετυμηγορίας, θα επιβραβεύσουν εκείνους που θα ενστερνιστούν το τρίπτυχο: συνεννόηση, ενότητα και σύνεση, το οποίο προέταξε στην πρώτη δήλωσή του ο νέος πρωθυπουργός Λουκάς Παπαδήμος.
*Ο Γρηγόρης Τζιοβάρας είναι δημοσιογράφος, περιφερειακός σύμβουλος Θεσπρωτίας στο νέο Περιφερειακό Συμβούλιο Ηπείρου. Η αρθρογραφία του (ανα)δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα: http://topikakaiatopa.blogspot.com.

Τρίτη 2 Αυγούστου 2011

Ο πρωθυπουργός και το «συν Αθηνά και χείρα κίνει»

         Όποια άποψη και αν έχει κανείς για τον πρωθυπουργό Γιώργο Παπανδρέου, εκείνο που δεν μπορεί να του αποδώσει είναι η φυγοπονία, για την οποία αρκετοί πιστεύουν ότι χαρακτηρίζει εν γένει τους πολιτικούς -συχνή είναι η αναφορά για ορισμένους που «δεν έχουν κολλήσει ούτε ένα ένσημο»- και πάντως ουδείς αμφιβάλει ότι χαρακτήριζε τον τέως πρωθυπουργό Κώστα Καραμανλή, που, όπως (κατα)μαρτυρούν στενοί του συνεργάτες, αντιμετώπιζε τα προβλήματα με την περιβόητη, πλέον, έκφραση «άσ΄ το για αργότερα».
          Τις σκέψεις αυτές έκανα καθώς, με την επαγγελματική του ιδιότητα, χρειάστηκε να βρεθώ την περασμένη Παρασκευή στην Άρτα, όπου ο πρωθυπουργός επί έξι ολόκληρες ώρες ήταν καθηλωμένος σε μια καρέκλα και άκουγε έναν προς έναν όλους τους φορείς της περιοχής να εκθέτουν στον ίδιο και στο κυβερνητικό κλιμάκιο που τον συνόδευε -ένας υπουργός και έξι υφυπουργοί- τα προβλήματα της περιοχής.

          Σε μια αναμφίβολα πρωτόγνωρη, όχι μόνον για τη διάρκεια της, διαδικασία εξαντλητικού διαλόγου, βρέθηκαν γύρω από το ίδιο τραπέζι και εξέθεσαν τις απόψεις και τους προβληματισμούς τους περισσότεροι από τριάντα εκπρόσωποι φορέων, προερχόμενοι από όλους τους πολιτικούς, αυτοδιοικητικούς, επιστημονικούς και παραγωγικούς χώρους.

          Χωρίς κανέναν αποκλεισμό ή άλλο περιορισμό δόθηκε ο λόγος από τον περιφερειάρχη Ηπείρου Αλέκο Καχριμάνη ή τον τοπικό βουλευτή της ΝΔ Κώστα Παπασιώζο, έως τους προέδρους των χοιροτρόφων και των πτηνοτρόφων της Άρτας. Και από τον πρύτανη του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων ή τον επικεφαλής του τοπικού σωματείου των ταξιτζήδων έως έναν μεμονωμένο επιχειρηματία, ο οποίος (ανα)ζητούσε εναγωνίως τη συνδρομή της πολιτείας για να υλοποιήσει στον τόπο του μια καινοτόμο, σε παγκόσμιο επίπεδο, ιδέα (πατέντα) που συνέλαβε και είναι, όπως εξήγησε, ένας ανελκυστήρας που κινείται χωρίς να καταναλώνει ενέργεια και για τον οποίο έχει, ήδη, εξασφαλισμένες παραγγελίες από το εξωτερικό.

          Ο πρωθυπουργός εξήγησε το χαρακτήρα της ανοικτής αυτής διαδικασίας, λέγοντας πως άποψη «για το πού πορεύεται η χώρα, πώς πρέπει να κινηθεί, με τι ρυθμούς και τι στόχους, δεν έχει μόνον η Αθήνα, έχει και η Άρτα, έχουν και οι πολίτες της περιφέρειας», ενώ προέτρεψε εξαρχής τους συνομιλητές του να μιλήσουν ανοικτά, αναφέροντας τους ότι είναι «καλοδεχούμενη και η κριτική».

          Ο ίδιος, άλλωστε, στην εισαγωγή του δεν έκρυψε την δυσμενή πραγματικότητα και είπε ξεκάθαρα: «Δεν ήρθα εδώ απλώς για να χαϊδέψω αυτιά, ούτε για να αρνηθώ ότι υπάρχουν προβλήματα, ούτε για να υποσχεθώ μαγικές λύσεις, αλλά για να συζητήσουμε μεταξύ μας, πώς από εδώ και πέρα θα πορευτούμε πολύ καλύτερα, αλλά και πώς φτάσαμε ως εδώ, ώστε να μην βρεθούμε ποτέ ξανά σ' αυτή την κατάσταση. Και κυρίως, για να μπορέσουμε μαζί να δημιουργήσουμε τη νέα Ελλάδα που όλοι μας θέλουμε, να μπούμε σε μια βιώσιμη ανάπτυξη και σε ένα δρόμο προοπτικής».  

          Χωρίς να λείψει ούτε ένα λεπτό από την αίθουσα -βγήκε μόνον για να πάει εκεί που και οι πρωθυπουργοί. πάνε μόνοι τους-, ο κ. Παπανδρέου, κατέγραφε, όπως και οι συνεργάτες του, όλα όσα ακούστηκαν στην πολύωρη σύσκεψη και στο κλείσιμό της συνόψισε, απαντώντας, ο ίδιος ή τα καθ΄ ύλην αρμόδια κυβερνητικά στελέχη, σχεδόν σε όλες τις (και επικριτικές σε ορισμένες περιπτώσεις) επισημάνσεις που εκφράστηκαν.

          Αν έγραψα τούτες τις γραμμές, δεν είναι για να ισχυριστώ ότι η παρουσία του πρωθυπουργού έλυσε τα προβλήματα της Άρτας ή της Ηπείρου, τις έγραψα, κυρίως, για το μεταφέρω το μήνυμα που εξέπεμπε η τοποθέτηση του πρωθυπουργού, ένα μήνυμα δημιουργικής και ουσιαστικής συμμετοχής της ελληνικής περιφέρειας στο αναπτυξιακό γίγνεσθαι της χώρας.

          Γι΄ αυτό και δεν θα σταθώ σε όσα θετικά ειπώθηκαν από υπεύθυνα κυβερνητικά χείλη για το λιμάνι της Ηγουμενίτσας ή τον ελληνοϊταλικό αγωγό φυσικού αερίου, το ειδικό πρόγραμμα για τον Αμβρακικό ή την παραχώρηση στο δήμο Αρταίων του «Ξενία» της πόλης για πολιτικές δραστηριότητες.

          Θα σταθώ μόνον στο θέμα της γαλακτοβιομηχανίας «Δωδώνη», που αφορά όλη την Ήπειρο, και που, κατά τη γνώμη μου, η τοποθέτηση του κ. Παπανδρέου, σηματοδοτεί την απαρχή για να δοθεί λύση στο μεγάλο αυτό αναπτυξιακό ζήτημα της περιφέρειας μας. «Μην αφήνετε το θέμα στην τύχη. Βρείτε τα σχήματα που δεν θα αλλοιώνουν τον χαρακτήρα της επιχείρησης. Δείτε τι συμμαχίες μπορείτε να συνάψετε. Εμείς είμαστε υπέρ της κοινωνικής οικονομίας και θέλουμε όχι μόνον να παραμείνει, αλλά και να μεγαλώσει η συνεταιριστική παράδοση», προέτρεψε τους παριστάμενους και κυρίως όσους είχαν νωρίτερα υποστηρίξει την -ανεδαφική, κατ΄ εμέ, όπως έχω εξηγήσει και με άλλες ευκαιρίες- άποψη να «μείνει ως έχει το ιδιοκτησιακό καθεστώς» της επιχείρησης.

          Εν ολίγοις, το μήνυμα του πρωθυπουργού μπορεί να συνοψιστεί στην αρχαιοελληνική ρήση: «συν Αθηνά και χείρα κίνει». Το ερώτημα, όμως, είναι αν οι αποδέκτες του μηνύματος είναι διατεθειμένοι να κουνήσουν τα χέρια τους.

  

          *Ο Γρηγόρης Τζιοβάρας είναι δημοσιογράφος, περιφερειακός σύμβουλος Θεσπρωτίας στο νέο Περιφερειακό Συμβούλιο Ηπείρου. Η αρθρογραφία του (ανα)δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα: http://topikakaiatopa.blogspot.com.

Τρίτη 7 Ιουνίου 2011

Πωλείται η «Δωδώνη»; Να κλείσει το λιμάνι!

 Την... τιμητική του είχε το λιμάνι της Ηγουμενίτσας στην τελευταία συνεδρίαση του Περιφερειακού Συμβουλίου Ηπείρου. Μόνο που, παρόλο που συνδεόταν με ένα από τα θέματα της ημερήσιας διάταξης, τις βραχυχρόνιες δράσεις για την τουριστική ανάπτυξη της Περιφέρειας μας, που εισηγήθηκε ο αντιπεριφερειάρχης Πρέβεζας Στράτος Ιωάννου, χωρίς την παραμικρή αναφορά στην πολλά αναμενόμενη κρουαζιέρα,  το λιμάνι της πρωτεύουσας της Θεσπρωτίας δυσφημίστηκε με τον πλέον απροκάλυπτο τρόπο από τον ίδιο τον περιφερειάρχη.
 Ο κ. Αλ. Καχριμάνης, αφού μας περιέγραψε πόσο καλά πέρασε την εβδομάδα της Διακαινησίμου, στην κρουαζιέρα του στις Δαλματικές ακτές, από τις οποίες επέστρεψε στη χώρα, μέσω Αλβανίας, ένοιωσε την ανάγκη να πει πόσο δύσκολα ήταν τα πράγματα στην Ηγουμενίτσα με τους μετανάστες, αποφεύγοντας, βεβαίως, να προσθέσει ότι η κατάσταση τελευταία βελτιώνεται, όπως διαπιστώθηκε και κατά την (καθυστερημένη, είν΄ αλήθεια) επιτόπια επίσκεψη του υπουργού Προστασίας του Πολίτη κ. Χρ. Παπουτσή.
 Και σα μην έφθανε αυτό, λίγο αργότερα που στο Συμβούλιο τέθηκε το ζήτημα της «Δωδώνης», ορισμένοι «επαγγελματίες» επαναστάτες από το ακροατήριο, που τους δόθηκε, όπως προβλέπει ο «Καλλικράτης», ο  λόγος για να εκθέσουν τις απόψεις τους επί του συζητούμενου θέματος, εκτόξευσαν απειλές για επ΄ αόριστον κλείσιμο του λιμανιού της Ηγουμενίτσας, εφόσον προχωρήσει η Αγροτική Τράπεζα σε διαγωνισμό για τη μεταβίβαση της ιδιοκτησίας της γαλακτοβιομηχανίας.
 Ναι, όσο και αν ακούγεται απίστευτο, διατυπώθηκαν και τέτοιες προτάσεις, προερχόμενες, μάλιστα, από υποτιθέμενους εκπροσώπους του κτηνοτροφικού κόσμου, ο οποίος είναι βέβαιο ότι, αν εκπροσωπούνταν αυθεντικά, δεν επρόκειτο να συμφωνούσε με τέτοιες ενέργειες, όχι τόσο γιατί είναι ακραία αντικοινωνικές, αφού θα βλάψουν άλλους επαγγελματίες που δεν έχουν καμία ευθύνη για τις αποφάσεις της Αγροτικής Τράπεζας ή, αν θέλετε, και της κυβέρνησης, όσο επειδή τέτοιες πρωτοβουλίες δεν οδηγούν πουθενά και δεν λύνουν το πρόβλημα.
 Εκτός και αν αυτός είναι ο στόχος όχι μόνον των «επαγγελματιών επαναστατών» που θέλουν το κλείσιμο του λιμανιού για να... ανέβει η επαναστατικότητα των μαζών, αλλά και άλλων, από τους οποίους θα περίμενε κανείς περισσότερη υπευθυνότητα και λιγότερο αντικυβερνητικό «συνδικαλισμό», αλλά φεύ!
 Όποιος είχε την ευκαιρία να παρακολουθήσει τη συζήτηση ή -ακόμη και- να ανατρέξει στα πρακτικά της συνεδρίασης του Συμβουλίου, την περασμένη Τετάρτη, εύκολα θα διαπίστωνε ότι για ένα τόσο σοβαρό θέμα, η Περιφέρεια Ηπείρου δεν είναι εις θέσιν να διαμορφώσει μια συγκεκριμένη πρόταση για το δέον γενέσθαι με την ειλημμένη απόφαση της Αγροτικής να παραχωρήσει τη «Δωδώνη» για να σωθεί η ίδια η Τράπεζα.
 Έτσι, αφού απέτυχε η λαϊκίστικη απόπειρα της συλλογής -αν είναι δυνατόν!- υπογραφών, ο ίδιος ο περιφερειάρχης, εισηγούμενος το θέμα στο Συμβούλιο, επιφυλάχθηκε αρχικά να κάνει την πρόταση του, περιοριζόμενος σε γενικόλογες διαπιστώσεις που θύμιζαν τη γνωστή ρήση «πιασ΄ τ΄ αβγό και κούρευ΄ το». Για να προτείνει, εν τέλει, τη συγκρότηση επιτροπής φορέων που θα ζητήσει συνάντηση με τον πρωθυπουργό για να διαπιστωθεί η πολιτική βούληση να τηρηθεί η δέσμευση που έδωσε ο κ. Γ. Παπανδρέου τον περασμένο Νοέμβριο ότι η «Δωδώνη» θα παραμείνει σε ηπειρωτικά χέρια.
 Εύλογα ρωτήσαμε τι θα απαντούσαμε στον πρωθυπουργό αν ζητούσε τη δική μας αντιπρόταση και, ως μείζων αντιπολίτευση, διατυπώσαμε τη δική μας θέση που είναι να εμπλακεί στην υπόθεση η Περιφέρεια Ηπείρου στην υπόθεση πώλησης της βιομηχανίας, συμβάλλοντας με κάθε μέσο στο να διατηρηθεί ο συνεταιριστικός και κοινωνικός χαρακτήρας της «Δωδώνης».
 Από αυτήν εδώ τη στήλη, άλλωστε, είχε παρουσιαστεί ήδη από τον περασμένο χρόνο (βλέπε «Θεσπρωτική», 21.12.2010, άρθρο με τίτλο: «Η Δωδώνη και το... αβγό του Κολόμβου») η σχετική πρόταση  που βασίζεται στο άρθρο 194 του νόμου 3852/10 («Καλλικράτης») και την οποία είχαμε επεξεργαστεί πριν από τις αυτοδιοικητικές εκλογές.
   Προβλέπεται εκεί, όπως σημειώναμε τότε, η δυνατότητα των περιφερειών «να συνιστούν μία επιχείρηση, η οποία έχει τη μορφή της αναπτυξιακής ανώνυμης εταιρίας» και «λειτουργεί σύμφωνα με τις διατάξεις της εμπορικής και φορολογικής νομοθεσίας», έχοντας ως αντικείμενο, μεταξύ άλλων, την «προώθηση της επιχειρηματικής, οικονομικής και γενικότερα βιώσιμης ανάπτυξης της περιφέρειας».
   Ορίζεται, επιπλέον, ότι «στο μετοχικό κεφάλαιο συμμετέχουν περιφέρειες και δήμοι ή και άλλοι φορείς Τοπικής Αυτοδιοίκησης», ενώ «είναι δυνατή η συμμετοχή και φορέων του δημόσιου τομέα, συνεταιρισμών και ενώσεων αυτών, επιστημονικών φορέων, επιμελητηρίων, φορέων συλλογικών κοινωνικών ή οικονομικών συμφερόντων, καθώς και τραπεζών και πιστωτικών ιδρυμάτων».
   Η πλειοψηφία του Περιφερειακού Συμβουλίου δεν δείχνει να συγκινείται με κάτι τέτοια. «Τζόγος» να γίνεται. Και άμα βγει η «Δωδώνη» στο... σφυρί -που θα βγει, γιατί ποιος ξεχνάει ότι πρόσφατα στο Προεδρικό Μέγαρο οι αρχηγοί των δύο μεγάλων κομμάτων στο μόνο που συμφώνησαν ήταν οι αποκραρικοποιήσεις;- κλείνουμε το λιμάνι της Ηγουμενίτσας και παριστάνουμε και τους σκληρούς. αντιμνημονιακούς ή αλλιώς τους τζάμπα μάγκες!

   *Ο Γρηγόρης Τζιοβάρας είναι δημοσιογράφος, περιφερειακός σύμβουλος Θεσπρωτίας στο νέο Περιφερειακό Συμβούλιο Ηπείρου. Η αρθρογραφία του (ανα)δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα: http://topikakaiatopa.blogspot.com/.
(Δημοσιεύτηκε στη "Θεσπρωτική" στις 7.6.2011)

Τρίτη 15 Μαρτίου 2011

«Τ΄ αγαθά κόποις κτώνται»

Όποιος έχει μελετήσει την ιστορία της Ευρωπαϊκής Ένωσης ξέρει ότι είναι μια συνεχής αλυσίδα συμβιβασμών της τελευταίας στιγμής. Από την δεκαετία του ΄50, που ξεκίνησαν οι διεργασίες δημιουργίας της ΕΟΚ, όλες οι μεγάλες αποφάσεις για τη μετεξέλιξη της Ευρώπης από μια ήπειρο αλληλοσπαρασσόμενων εθνών σε μια Ένωση με εναρμονισμένες πολιτικές, κοινούς θεσμούς και ενιαίο νόμισμα, λήφθηκαν την τελευταία στιγμή και δεν ήταν παρά συμβιβασμοί με αμοιβαίες υποχωρήσεις από όλες τις πλευρές.
Ο κανόνας αυτός ίσχυσε και στις πρόσφατες αποφάσεις που λήφθηκαν στις Βρυξέλλες για το ελληνικό χρέος και, εν γένει, το μέλλον της ευρωζώνης. Κατά την προσφιλή τακτική των ευρωπαίων ηγετών, η Γερμανίδα καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ έβαλε, στο «παρά πέντε», λίγο «νερό στο κρασί» της, εμείς, με τη σκληρή διαπραγμάτευση που έκανε ο πρωθυπουργός Γιώργος Παπανδρέου, πήραμε λίγο λιγότερα από όσα επιδιώκαμε και, όπως λέμε σε τέτοιες περιπτώσεις, η ζωή συνεχίζεται…
Υπό αυτό το πρίσμα, για όσους δεν τρέφουν αυταπάτες για το πώς διαμορφώνονται οι διακρατικές σχέσεις, ούτε ερμηνεύουν τα τεκταινόμενα με τους παραμορφωτικούς φακούς της συνωμοσιολογίας, αυτό που συνέβη ήταν, εν πολλοίς, το αναμενόμενο.
Οι ευρωπαίοι εταίροι δεν μπορούσαν να αφήσουν την Ελλάδα να πτωχεύσει. Και δεν την άφησαν, διότι αυτό δεν ήταν προς το συμφέρον ούτε των ιδίων των χωρών τους και του κοινού ευρωπαϊκού νομίσματος, αλλά ούτε και της σταθερότητας του παγκόσμιου οικονομικού συστήματος.
Κάπως έτσι, λοιπόν, φθάσαμε στη… χαλάρωση του μνημονιακού «κορσέ» με την επιμήκυνση του χρόνου αποπληρωμής του χρέους μας και τη μείωση του επιτοκίου, δύο μέτρα που η ελληνική οικονομία τα είχε άμεση ανάγκη, καθώς, σε διαφορετική περίπτωση, η στάση πληρωμών ήταν ζήτημα λίγου χρόνου.
Κακά τα ψέματα, όμως. Οι αποφάσεις των Βρυξελλών, που θα επικυρωθούν το άλλο Σαββατοκύριακο στη νέα Ευρωπαϊκή Σύνοδο Κορυφής, δεν είναι το τέλος ούτε της περιπέτειας, στην οποία έχει περιέλθει, εδώ και πολύ καιρό, η ελληνική οικονομία, ούτε της δοκιμασίας, που βιώνει μεγάλο κομμάτι της ελληνικής κοινωνίας.
Ο δρόμος που έχουμε μπροστά μας είναι μακρύς και δύσβατος. Και όσα «δεκανίκια» και αν αναζητήσουμε και μας δοθούν απ΄ έξω, πάντα με το… αζημίωτο φυσικά, πρέπει να αντιληφθούμε ότι, εν τέλει, -«κουτσά, στραβά» ή με αυτοπεποίθηση- μόνοι μας θα τον διαβούμε.
Γι΄ αυτό το καλύτερο που έχουμε να κάνουμε είναι να είμαστε προετοιμασμένοι για τα επερχόμενα. Να συνειδητοποιήσουμε, πρώτ’ απ΄ όλα, ότι η εποχή της αμεριμνησίας έχει παρέλθει ανεπιστρεπτί. Να συνηθίσουμε, κατόπιν, στην ιδέα ότι δεν υπάρχουν εύκολες και ανώδυνες λύσεις σε χρόνια προβλήματα, όπως αυτά με τα οποία είμαστε αντιμέτωποι.
Ας μην είμαστε, λοιπόν, εύπιστοι απέναντι σε εκείνους τους εγχώριους… φωστήρες που μας υπόσχονται «μαγικές συνταγές». Όπως, εξίσου, χρειάζεται να είμαστε δύσπιστοι προς όσους μας καλούν να καταθέσουμε τα όπλα, επειδή, δήθεν, έρχεται το… τέλος του κόσμου.
Όσοι, εξάλλου, έχουμε μεγαλώσει σε τούτα τα χώματα, είμαστε απολύτως εξοικειωμένοι με την ιδέα ότι όλα γίνονται με προσπάθεια και τίποτε δε χαρίζεται. Η ιστορία, άλλωστε, της ανθρωπότητας, το παρελθόν της Ελλάδας και η παράδοση της περιοχής μας, μας διδάσκουν ότι, κατά την αρχαιοελληνική ρήση, «τ΄ αγαθά κόποις κτώνται». 
Υ.Γ.: «Habemus Papam» (ελληνιστί: «Έχουμε Πάπα»), “αναφωνήσαμε” την περασμένη Τετάρτη στο Περιφερειακό Συμβούλιο, καθώς καταφέραμε στη δεύτερη ψηφοφορία να εκλέξουμε «Συμπαραστάτη του Πολίτη και της Επιχείρησης» τον δικηγόρο Απόστολο Οικονόμου, ο οποίος εκπληρώνει απολύτως τις προϋποθέσεις του νόμου που θέλει, όπως αναλυτικότερα έγραψα στο προηγούμενο σημείωμα, την κάλυψη της θέσης από «προσωπικότητα εγνωσμένου κύρους και ανεξαρτησίας». Είθε, το συναινετικό πνεύμα που επικράτησε στο Συμβούλιο –και στο οποίο ίσως συνέβαλε ελάχιστα και τούτη η στήλη, απορρίπτοντας λύσεις τύπου «γουρούνι στο σακί»- να έχει συνέχεια…     
*Ο Γρηγόρης Τζιοβάρας είναι δημοσιογράφος, περιφερειακός σύμβουλος Θεσπρωτίας στο νέο Περιφερειακό Συμβούλιο Ηπείρου.

Τρίτη 1 Φεβρουαρίου 2011

Έκαστος εφ΄ ω ετάχθη

Παρόλο που, κόντρα στις “κασσάνδρειες” προβλέψεις πολλών, σχετικών και άσχετων, η χώρα μας απέφυγε, όπως όλα δείχνουν, τα χειρότερα, που δεν θα ήταν άλλα από τη χρεωκοπία ή τη στάση πληρωμών, είναι σαφές ότι απέχουμε ακόμη πολύ από τη λήξη του συναγερμού και μένουν πάρα πολλά να γίνουν για να μπορεί να πει κανείς ότι «το νερό μπήκε στα αυλάκι».
Για όσους προσεγγίζουν το παγκόσμιο γίγνεσθαι χωρίς συνωμοσιολογικές αγκυλώσεις, η παρουσία του πρωθυπουργού Γιώργου Παπανδρέου τις προηγούμενες μέρες στο Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ του Νταβός είχε ελπιδοφόρα μηνύματα για την Ελλάδα, ιδίως αν συγκρίνει κανείς το φετινό κλίμα στο πάντα παγωμένο ελβετικό θέρετρο με όσα διημείφθησαν στον ίδιο χώρο ένα χώρο πριν.
Η αλλαγή του διεθνούς κλίματος για μια χώρα που –καλώς ή κακώς- είναι εξαρτημένη από τα δανεικά των ξένων (τα οποία, φυσικά, δεν επρόκειτο, ούτε πρόκειται ποτέ, να αφήσουν οι δανειστές μας να γίνουν και… ”αγύριστα”), αποτελεί σίγουρα μια από τις αναγκαίες προϋποθέσεις για να μπει η χειμαζόμενη ελληνική οικονομία στο δρόμο της ανάταξης, αφού –το θέλουμε, δεν το θέλουμε- δεν είμαστε μόνοι μας στον κόσμο, ούτε εμείς, ούτε και καμία άλλη χώρα (της Κούβας και της Βόρειας Κορέας, συμπεριλαμβανόμενων).
Σε καμιά περίπτωση, όμως, αυτό το θετικότερο κλίμα που έχει αρχίσει να διαμορφώνεται σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο, όπως και η –σφόδρα πιθανή- προοπτική επιμήκυνσης της αποπληρωμής του συνολικού ελληνικού χρέους, δεν είναι επαρκείς συνθήκες για να ισχυριστεί κανείς βάσιμα ότι «κερδήθηκε η παρτίδα» και ότι μπορούμε, πλέον, να εφησυχάσουμε ότι από εδώ και ύστερα όλα θα είναι πιο εύκολα για μας.
Η Ιστορία, άλλωστε, αλλά και η ζωή σε όλες της τις εκφάνσεις, έχουν δείξει ότι, για όσους δεν εναποθέτουν τα πάντα στη… Θεά Τύχη και δεν “παραμυθιάζονται” από τις θεωρίες είτε περί των “περιούσιων” λαών, είτε περί των “ανάδελφων” εθνών, οι “παρτίδες” κερδίζονται μόνο με τη δουλειά και πιο συγκεκριμένα με την οργανωμένη και την καλά σχεδιασμένη δουλειά.
Αυτή η διαχρονική αλήθεια που ίσχυε πάντοτε, ισχύει πολύ περισσότερο σε περιόδους που κάποιος βρίσκεται σε δυσχερή θέση, όπως συμβαίνει τώρα για τη χώρα μας. Χωρίς δουλειά, άλλωστε, κανένα πρόβλημα δεν επιλύεται και τίποτε δεν έχει αλλάξει ποτέ προς το καλύτερο.
Άκοπα και χωρίς προσπάθεια, οι μόνες αλλαγές που μπορεί να επέλθουν (θα) είναι προς το χειρότερο, όπως έδειξε η μακάρια αμεριμνησία των τελευταίων χρόνων, κατά τους οποίους η χώρα είχε ανατεθεί στον “αυτόματο πιλότο”.
Γι΄ αυτό και πρώτιστο καθήκον και υποχρέωση της κυβέρνησης είναι να αποδεικνύει καθημερινά ότι δουλεύει οργανωμένα και με σχέδιο τόσο για την έξοδο από την κρίση όσο και για τη δίκαιη κατανομή των επιπρόσθετων βαρών που επισωρεύτηκαν εξαιτίας της κρίσης.
Μόνον έτσι θα καταφέρει να εμφυσήσει στην πλειονότητα των πολιτών το απαιτούμενο αίσθημα εμπιστοσύνης ότι οι –σε ορισμένες περιπτώσεις άδικες- θυσίες στις οποίες υποβάλλονται με τις οριζόντιες περικοπές των μισθών, των συντάξεων και των άλλων παροχών, δεν είναι μάταιες, ούτε θα αποδειχθούν… αιώνιες.
Από και ύστερα, βεβαίως, είναι και ευθύνη του καθενός εξ ημών να συμβάλει με τις δικές του δυνάμεις, πέρα από την προσωπική του ικανοποίηση και στην προσφορά στο κοινωνικό σύνολο: ο δάσκαλος, π.χ., με τον αγώνα του για ένα καλύτερο σχολείο υπέρ του μαθητή, ο δημόσιος υπάλληλος με την προσπάθειά του για μια υπηρεσία που να εξυπηρετεί καλύτερα τους πολίτες, ο επιχειρηματίας με την επιδίωξή του για μια επένδυση που να σέβεται το περιβάλλον και να δημιουργεί θέσεις εργασίας, και πάει λέγοντας.
Εν ολίγοις, έκαστος εφ΄ ω ετάχθη!

*Ο Γρηγόρης Τζιοβάρας είναι δημοσιογράφος, περιφερειακός σύμβουλος Θεσπρωτίας στο νέο Περιφερειακό Συμβούλιο Ηπείρου.

(Δημοσιεύτηκε στη "Θεσπρωτική" την 1η.2.2011)

Τρίτη 25 Ιανουαρίου 2011

Κατώτεροι των περιστάσεων

Έχοντας θητεύσει στο κοινοβουλευτικό ρεπορτάζ επί εικοσιπέντε συναπτά έτη και έχοντας «καλύψει» δημοσιογραφικά τη λειτουργία όλων των εξεταστικών επιτροπών της μεταπολιτευτικής περιόδου – «χρίστηκα» κοινοβουλευτικός συντάκτης το καλοκαίρι του 1986 με αφορμή το ξεκίνημα της έρευνας της Εξεταστικής Επιτροπής για τον λεγόμενο «Φάκελο της Κύπρου»- δεν εκπλήσσομαι ιδιαίτερα από την… άδοξη κατάληξη της διερεύνησης του σκανδάλου της Siemens.
Ως πολίτης, ωστόσο, και παρόλο που αρνούμαι να ενστερνιστώ ισοπεδωτικούς αφορισμούς του τύπου «όλοι ίδιοι είναι, τι άλλο περίμενες;», δεν μπορώ παρά να συμφωνήσω με όσους υποστηρίζουν ότι συνολικά το πολιτικό σύστημα αποδεικνύεται για μια ακόμη φορά κατώτερο των ειδικών περιστάσεων που διέρχεται η χώρα, όπως και της ανάγκης να εμπεδωθεί στους πληττόμενους από την οικονομική κρίση πολίτες το αίσθημα δικαιοσύνης.
Οι διακηρύξεις του Πρωθυπουργού Γιώργου Παπανδρέου «να ματώσουμε, προκειμένου να παταχθεί η διαφθορά» δεν βρήκαν, δυστυχώς, την αναμενόμενη ανταπόκριση, καθώς αποδείχθηκε ότι η «πεπατημένη» του παρελθόντος διαθέτει ακόμη πολύ ισχυρά ερείσματα, τόσο ισχυρά που να ξεπερνούν και αυτή την πρωθυπουργική βούληση που φαίνεται να είναι ανυπόκριτη και την οποία έχουμε λόγους να πιστεύουμε ότι είναι ειλικρινής.
Δεν μπορεί, για παράδειγμα, να αμφισβητήσει κανείς με βάσιμη επιχειρηματολογία ότι η κοινοβουλευτική ομάδα του ΠΑΣΟΚ έκανε βήματα υπέρβασης του παρελθόντος, όχι μόνον με αυτές καθεαυτές τις πρωτοβουλίες για τη συγκρότηση των Εξεταστικών που η προηγούμενη κυβέρνηση αρνιόταν πεισματικά να συστήσει, αλλά και με το «δια ταύτα» του πορίσματός της, στο οποίο περιέλαβε πρόσωπα και από τους δύο πολιτικούς χώρους που κυβέρνησαν τη χώρα.
Δεν μπορεί, επίσης, να περάσει απαρατήρητο το γεγονός ότι για πρώτη φορά στα κοινοβουλευτικά χρονικά η Επιτροπή Ελέγχου των οικονομικών των βουλευτών και των κομμάτων -που προεδρεύεται από τον αντιπρόεδρο της Βουλής Βαγγέλη Αργύρη- κίνησε τις διαδικασίες για το άνοιγμα λογαριασμών εμπλεκόμενων στο σκάνδαλα πολιτικών, για τους οποίους διεξάγεται έλεγχος, ώστε να αποδειχθεί εάν δικαιολογείται η περιουσιακή κατάσταση που εμφανίζουν στις δηλώσεις «πόθεν έσχες».
Στα –έστω δειλά αυτά- βήματα που έγιναν από την κυβερνητική πλειοψηφία, πάντως, δεν ακολούθησαν τα άλλα κόμματα και κυρίως η αξιωματική αντιπολίτευση, η ηγεσία της οποίας φαίνεται ότι εξαντλεί την «νεωτερικότητα» σε ανώδυνες αλλαγές, όπως αυτή του λογότυπου με τον πυρσό.
Την ίδια ώρα αρνείται να ανταποκριθεί στα αιτήματα των καιρών και επί της ουσίας παραμένει εγκλωβισμένη στο παρελθόν, όταν –μην ξεχνάμε- η κυβέρνηση του Κώστα Καραμανλή εμπόδιζε στο Κοινοβούλιο τη συγκρότηση Εξεταστικών και έκλεινε νύχτα τη Βουλή για να διευκολύνει την παραγραφή των ενδεχόμενων ευθυνών συνεργατών του υπουργών για τη Siemens, το Βατοπαίδι και τα δομημένα ομολόγα.
Υπό αυτή την έννοια δεν γίνεται και δεν μπορεί να γίνει πιστευτός ο ισχυρισμός ότι το σκάνδαλο της Siemens «ήταν μόνο πράσινο» με τον οποίο επιχειρείται να καλυφθεί ο δισταγμός να προταθεί η περαιτέρω έρευνα για «γαλάζια» στελέχη. Αν ήταν έτσι, τότε γιατί αρνιόταν να συσταθεί όταν είχε την πλειοψηφία;
Ομοίως, η δικαστική απόφαση με την οποία κρίνονται ως παραγεγραμμένα τα υπουργικά αδικήματα για το Βατοπαίδι, όχι μόνον δεν δικαιώνει τη στάση της ΝΔ, αλλά, αντιθέτως, την εκθέτει, αφού η κυβέρνησή της ήταν εκείνη που άνοιξε το δρόμο της παραγραφής, καταπατώντας το Σύνταγμα και τον Κανονισμό της Βουλής και επιτρέποντας απαράδεκτες παρεμβάσεις στη Δικαιοσύνη που οδήγησαν εκτός του Σώματος αδέκαστους λειτουργούς της Θέμιδος, όπως το Θεσπρωτό εισαγγελέα Ηλία Κολιούση.
Μαζί, βεβαίως, με τη ΝΔ εκτίθεται ολόκληρο το πολιτικό σύστημα –των κομμάτων που δεν κυβέρνησαν μη εξαιρουμένων- που ανέχθηκε όλα αυτά τα χρόνια τη νομοθεσία περί ευθύνης υπουργών που διευκολύνει τη συγκάλυψη τα σκάνδαλα, τις απαράδεκτες ρυθμίσεις για τη βουλευτική ασυλία που διευκολύνουν την ατιμωρησία των πολιτικών, καθώς και το διάτρητο θεσμό του «πόθεν έσχες» που εξομοιώνει εκείνους για τους οποίους η πολιτική αποτελεί χώρο πλουτισμού με τους έντιμους που τη βλέπουν ως πεδίο προσφοράς.
Όσο παραμένει αυτή η κατάσταση –και δυστυχώς, με ευθύνη πάλι της ΝΔ, δεν μπορεί να αλλάξει δραστικά πριν από το 2013, οπότε είναι δυνατόν να ξεκινήσει η επόμενη αναθεώρηση του Συντάγματος- μαζί με τα ξερά θα καίγονται και τα χλωρά. Και οι πολίτες, με πρώτους τους νέους, θα αποστρέφουν το πρόσωπό τους από την πολιτική.        

*Ο Γρηγόρης Τζιοβάρας είναι δημοσιογράφος, περιφερειακός σύμβουλος Θεσπρωτίας στο νέο Περιφερειακό Συμβούλιο Ηπείρου.

(Δημοσιεύτηκε στη "Θεσπρωτική" στις 25.1.2011)