Συνολικές προβολές σελίδας

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΕΥΠ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΕΥΠ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη 3 Νοεμβρίου 2022

Ο… «προδότης» Ανδρουλάκης και τα δύο μέτρα και σταθμά


Στόχος σφοδρών επιθέσεων γίνεται τις τελευταίες μέρες ο αρχηγός του ΠΑΣΟΚ Νίκος Ανδρουλάκης. Όχι, αυτή τη φορά δεν είναι αντιμέτωπος με τα ανόητα επώνυμα και ανώνυμα κυβερνητικά τρολ που τον καλούσαν όλο το προηγούμενο διάστημα να αποδείξει ότι δεν είναι… «προδότης» που έθεσε σε διακινδύνευση την εθνική μας ασφάλεια και άρα δικαιολογημένα τον παρακολουθούσαν ταυτοχρόνως η ΕΥΠ και όσοι κρύβονταν πίσω από το παράνομο λογισμικό που ακούει στο όνομα «predator».

Αίφνης η σκυτάλη πέρασε σε ανώνυμους και επώνυμους φιλοσυριζαίους σχολιαστές και αναλυτές που εγκαλούν τον κ. Ανδρουλάκη ότι υπέστειλε τη σημαία του αντικυβερνητισμού επειδή -φρονίμως μάλλον ποιών- περιορίστηκε να στείλει στην ερευνητική επιτροπή του Ευρωκοινοβουλίου -την αποκαλούμενη PEGA στην οποία δια των υπερβολών του Δημήτρη Παπαδημούλη ο ΣΥΡΙΖΑ είχε δώσει μυθώδεις διαστάσεις- υπόμνημα με τις γνωστές και διακηρυγμένες απόψεις και θέσεις γύρω από την καθόλα απαράδεκτη παρακολούθησή του.

Το έχει φαίνεται η μοίρα όσων δεν ενστερνίζονται το «άσπρο μαύρο» του δικομματισμού να γίνονται στόχοι επικρίσεων που εκπορεύονται κάθε φορά από διαφορετική αφετηρία. Οπότε ήταν μάλλον αναμενόμενη η διαφορετική προέλευση που είχαν τα νεότερα πυρά τα οποία δέχεται ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ από τη στιγμή που φάνηκε να αντιλαμβάνεται ότι η υπόθεση της παρακολούθησής του δεν μπορούσε και δεν έπρεπε να γίνει «μονοκαλλιέργεια» για την παράταξή του.

Ήταν ηλίου φαεινότερο ότι μια τέτοια επιλογή βόλευε αφάνταστα τον ΣΥΡΙΖΑ ο οποίος -όσο η Χαριλάου Τρικούπη βολόδερνε κυνηγώντας πρακτορικές χίμαιρες- φάνταζε ως η μόνη εναλλακτική λύση διακυβέρνησης απέναντι στη σημερινή κυβέρνηση. Γι΄ αυτό και όταν έπειτα από τρεις μήνες δικαιολογημένων αντιπαραθέσεων ο Νίκος Ανδρουλάκης κινήθηκε στη σφαίρα του πολιτικού ρεαλισμού, η Κουμουνδούρου… ενοχλήθηκε.

Από επαγγελματική διαστροφή διάβαζα χθες εμβριθή αρθρογράφο της «Αυγής», που διατέλεσε και βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος, αφού αναρωτιόταν στον τίτλο του κειμένου του «τι τρέχει με το ΠΑΣΟΚ;», υποστήριζε ότι «μερικές φορές με το ΠΑΣΟΚ σηκώνει κανείς τα χέρια ψηλά βλέποντας τις παλινωδίες και την έλλειψη συνοχής στη στάση του σε κορυφαία θέματα». Ποια είναι αυτά σύμφωνα με τον αρθρογράφο; 

Το πρώτο ότι «κάνει, άθελά του λογικά, πλάτες στον Μητσοτάκη, ο οποίος κρύβεται από την Εξεταστική Επιτροπή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου».

Αλλά και το δεύτερο, που κατά τον ΣΥΡΙΖΑίο αρθρογράφο αποτελεί μάλιστα «αποκορύφωμα», είναι η «άθλια στάση που τήρησε το ΠΑΣΟΚ χθες στη Βουλή, ψηφίζοντας μαζί με τη ΝΔ την άρση της ασυλίας του βουλευτή του ΜέΡΑ25 Κλέωνα Γρηγοριάδη έπειτα από μήνυση του Αλαφούζου για τις αναφορές του βουλευτή στο ότι Έλληνες εφοπλιστές μεταφέρουν το ρωσικό πετρέλαιο».

Για όσους δεν έχουν εικόνα της περί ου ο λόγος ιστορίας να διευκρινίσουμε ότι ο βουλευτής Γρηγοριάδης υποστήριξε προ ημερών ότι «Έλληνες ολιγάρχες», οι οποίοι αντιτάσσονται δια των μέσων ενημέρωσης που ελέγχουν στην ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, την ίδια ώρα μεταφέρουν παρανόμως ρωσικό πετρέλαιο. Είπε, μάλιστα, όπως περηφανεύονται ο ίδιος και το κόμμα του, και ονόματα. 

Ένας από τους κατονομαζόμενους, ωστόσο, ο καναλάρχης και εφοπλιστής Γιάννης Αλαφούζος θεώρησε συκοφαντικά τα λεγόμενα του βουλευτή και άσκησε, όπως είχε αναφαίρετο δικαίωμα, αγωγή κατά του κ. Γρηγοριάδη.

Από την επομένη ο ίδιος ο εναγόμενος και το κόμμα του, αντί να επιχαίρουν που θα τους δοθεί η ευκαιρία να πάνε στα δικαστήρια και να αποδείξουν την υποτιθέμενη μεγάλη απάτη του ελληνικού εφοπλισμού, έχουν ξεκινήσει μια επιχείρηση αυτοθυματοποίησης εμφανιζόμενοι ως διωκόμενοι από την εγχώρια ολιγαρχία. Ακόμη και η πρόσφατη αποχώρηση της τρίτης κατά σειράν βουλευτού του ΜέΡΑ 25 από το κόμμα Βαρουφάκη αποδόθηκε σε… ολιγαρχικό δάκτυλο.

Το πιο… ωραίο, όμως, ξέρετε ποιο είναι; Τη μέρα που ο ΣΥΡΙΖΑίος αρθρογράφος ξιφουλκούσε κατά του Ανδρουλάκη για την υποτιθέμενη «αθλιότητα» να ψηφίσει το κόμμα του την άρση ασυλίας βουλευτή που δέχθηκε αγωγή, η «Αυγή» πανηγύριζε επειδή εκδότης της απέναντι πλευράς υποχρεώθηκε να ανακρούσει πρύμνη και να δημοσιεύσει απόφαση καταδίκης του επειδή, κατά το δικαστήριο, συκοφάντησε τον αρχηγό του ΣΥΡΙΖΑ Αλέξη Τσίπρα. 

Ο τέως πρωθυπουργός, με αφορμή την υπόθεση της ενοικίασης εξοχικής κατοικίας με τίμημα που δεν θεωρήθηκε εύλογο, στράφηκε εναντίον όσων ο ίδιος θεώρησε ότι τον συκοφάντησαν, ζητώντας την καταδίκη τους.

Το εύλογο ερώτημα που τίθεται με αυτή την αφορμή, αλλά και με αρκετές άλλες, είναι το εξής: δικαιούνται οι πολιτικοί να καταθέτουν αγωγές όταν πιστεύουν ότι συκοφαντήθηκαν; Η απάντηση για κάθε λογικό άνθρωπο είναι προφανώς καταφατική, παρόλο που σημαντικοί πολιτικοί ηγέτες, όπως ο Ανδρέας Παπανδρέου, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής ή ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, είχαν επιλέξει να μην αντιδράσουν κατ΄ αυτόν τον τρόπο και δεν μήνυσαν ποτέ κανέναν παρά τα όσα κατά καιρούς τους καταμαρτυρήθηκαν. 

Αν, όμως, πολιτικοί, όπως ο Αλέξης Τσίπρας, μπορούν να καταθέτουν αγωγές, γιατί δεν μπορεί να δέχονται αγωγές πολιτικοί, όπως ο Κλέων Γρηγοριάδης;

Όσο για την ελευθερία του λόγου που κάποιοι, όπως ο βουλευτής του ΜέΡΑ 25 ή ο αρθρογράφος της «Αυγής», υποτίθεται ότι υπερασπίζονται με την αντίρρησή τους στην άσκηση αγωγών, το μόνο που μπορεί κανείς να αντιτείνει είναι ότι τόση… ευαισθησία για το δικαίωμα στην ελεύθερη έκφραση έχει να γνωρίσει η υφήλιος από την εποχή του Στάλιν, του οποίου όλοι αυτοί υπήρξαν ή είναι ακόμη φανατικοί θαυμαστές. 

Τη γνωρίσαμε άλλωστε με την εκκωφαντική σιωπή που τηρούσαν όλοι αυτοί όταν με απαίτηση του συγκυβερνήτη τους Πάνου Καμένου συλλαμβάνονταν και διανυκτέρευαν στα αστυνομικά τμήματα δημοσιογράφοι που απλώς έκαναν τη δουλειά τους. 

Και, ακόμη χειρότερα, με την καρικατούρα της Εξεταστικής Επιτροπής για τα δάνεια των μέσων ενημέρωσης που συστάθηκε με μοναδικό στόχο να εξοντωθούν ηθικά οι εκδότες που δεν έδωσαν γη και ύδωρ στη ΣΥΡΙΖΑΝΕΛική εξουσία. Η μονομέρεια του «άλλο εμείς που έχουμε το… ηθικό πλεονέκτημα» έχει τα όρια της. Όπως και τα δύο μέτρα και τα δύο σταθμά. 

Δεν είναι, άλλωστε, διόλου τυχαίο ότι όταν ήταν στα πράγματα ο ΣΥΡΙΖΑ ουδείς εξ αυτών των… ευαίσθητων υπερασπιστών της ελευθεροστομίας ανέλαβε πρωτοβουλία για να καταργηθούν οι αγωγές για την έκφραση γνώμης από δημοσιογράφους ή πολιτικούς. 

Αν το είχαν κάνει, θα μπορούσαν σήμερα να χαρακτηρίζουν «αθλιότητα» την απόφαση για άρση της ασυλίας ενός βουλευτή, ο οποίος είναι υποχρεωμένος να αποδείξει όσα ισχυρίστηκε εις βάρος ενός επιχειρηματία.

Επιτρέπονται, λοιπόν, ή όχι οι μηνύσεις και οι αγωγές; Ιδού η απορία. Ή μήπως το τεκμήριο της απόλυτης υποκρισίας;

Παρασκευή 19 Αυγούστου 2022

Από την αυγουστιάτικη ραστώνη στην επερχόμενη… «διαβολοβδομάδα»

Μέσα στην… ατυχία (;) της, αφού, αν δεχθούμε την επίσημη εκδοχή, της έτυχε μια πολύ μεγάλη «στραβή στη βάρδια της», η κυβέρνηση αποδεικνύεται ότι είναι μάλλον «τυχερή», καθώς το σκάνδαλο των τηλεφωνικών παρακολουθήσεων δεν έχει λάβει, μέχρι στιγμής τουλάχιστον, τη διάσταση που μπορούσε να είχε λάβει.

Όταν υπάρχει η επίσημη πρωθυπουργική παραδοχή για το «λάθος» που έγινε -προφανώς κατά την αποδιδόμενη στον Ταλλεϋράνδο ρήση, σύμφωνα με την οποία «είναι κάτι χειρότερο από έγκλημα, είναι λάθος»- με την παγίδευση του τηλεφώνου του αρχηγού του ΠΑΣΟΚ – ΚΙΝΑΛ Νίκου Ανδρουλάκη, η απομάκρυνση του αρχηγού της ΕΥΠ και του «προσωπάρχη» του Μαξίμου δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι αποτελούν επαρκείς κινήσεις για να εκτονώσουν τις τεράστιες πολιτικές εντυπώσεις που δημιουργήθηκαν.

Ανεξάρτητα από την «εκμετάλλευση» την οποία -αυτονοήτως- επιχειρούν οι αντίπαλοι της, είναι πολλά τα ερωτήματα τα οποία ανέκυψαν από τις φειδωλές αποκαλύψεις και χρήζουν πιο ξεκάθαρων απαντήσεων από την κυβέρνηση. Υπό άλλες συνθήκες, εξάλλου, και με δεδομένους τους έως τώρα χειρισμούς, τα πράγματα θα ήταν πολύ δυσχερέστερα για την ίδια.

Προσώρας, ωστόσο, οι συγκυρίες -χρονικές και πολιτικές- επιτρέπουν στην κυβερνητική ηγεσία να ελπίζει ότι αργά ή γρήγορα θα αποτελέσει παρελθόν και αυτή η σοβαρή κρίση με την οποία ήρθε αντιμέτωπη. Η θερινή ραστώνη και τα «μπάνια του λαού» που βρίσκονται σε πλήρη εξέλιξη είναι ο υπ΄ αριθμόν ένα σύμμαχος στην προσπάθεια να διατηρήσει την πρωτοβουλία των κινήσεων.

Από την άλλη, οι προσδοκίες για εσωκομματική αναταραχή στο κυβερνητικό στρατόπεδο που καλλιεργούν εδώ και μέρες φίλιες προς την αντιπολίτευση ενημερωτικές δυνάμεις δεν φαίνεται να ευοδώνονται. Τα πρόσωπα από τον χώρο της Κεντροδεξιάς που ανέλαβαν το έργο της εκ των ένδον φθοράς της κυβέρνησης, δεν διαθέτουν -για να το πούμε όσο πιο ήπια γίνεται…- το εκτόπισμα για να φέρουν εις πέρας ένα τόσο βαρύ φορτίο.

Όμως, στην πολιτική, όπως και στη ζωή, τίποτε -εκτός από τον θάνατο- δεν είναι αμετάκλητο.

Υπάρχει πάντα ένα σημείο καμπής -ένα «turning point», κατά πως λένε οι Αγγλοσάξωνες- που η φορά των πραγμάτων αλλάζει και η καινούργια κατεύθυνση που αυτά παίρνουν γίνεται ανεπίστρεπτη. 

Το έχουμε δει τόσες μα τόσες φορές να συμβαίνει και σε τόσο πολλούς τομείς που μόνον όποιος εθελοτυφλεί μπορεί να ισχυρίζεται ότι η κατάσταση θα παραμείνει εσαεί αμετάβλητη ή ότι οι εξελίξεις θα είναι συνεχώς ευθύγραμμες.

Από την ερχόμενη εβδομάδα, για παράδειγμα, το καλοκαίρι των διακοπών βαίνει προς το τέλος του και το σκάνδαλο των υποκλοπών -που αρκετοί «δεν το πήραν είδηση»- θα είναι μοιραία εκείνο που θα κυριαρχήσει στην πολιτική ατζέντα των επόμενων εβδομάδων. Όσες περισσότερες προσπάθειες γίνουν για «να πάει παρακάτω το τενεκεδάκι» της διερεύνησης, τόσο θα παρατείνεται η πολιτική ένταση και θα πληθαίνουν εκείνοι που θα υποψιάζονται συγκάλυψη και θα απαιτούν πειστικές απαντήσεις από υπεύθυνα χείλη.

Οι ισχυρισμοί που διακινούνται ότι «οι πολίτες ψηφίζουν με κυρίαρχο κριτήριο την τσέπη τους» μπορεί να έχουν βασιμότητα, πλην, όμως, πάσχουν διότι δεν λαμβάνουν υπόψη τους το γεγονός πως, ακόμη και έτσι αν είναι σε γενικές γραμμές τα πράγματα, υπάρχει μια κρίσιμη μάζα σκεπτόμενων ανθρώπων που καθορίζει την εκλογική της συμπεριφορά με κριτήρια τα οποία δεν είναι ακραιφνώς «οικονομίστικα».

Οι κεντρώοι ψηφοφόροι, για παράδειγμα, που είναι εκείνοι οι οποίοι έφεραν αυτοδύναμη στην εξουσία την σημερινή κυβέρνηση, έχουν υψηλή ευαισθησία στα θέματα διαφάνειας του δημόσιου βίου και δείχνουν μεγάλο ενδιαφέρον στην προσήλωση που επιδεικνύουν οι εκάστοτε κυβερνώντες στη λειτουργία των θεσμών, όπως και στον σεβασμό των δημοκρατικών δικαιωμάτων.

Όποιος αμφιβάλει, δεν έχει παρά να εξετάσει ενδελεχώς τους λόγους για τους οποίους έχασε ο ΣΥΡΙΖΑ την πλειοψηφία ήδη από το 2016 και έκτοτε δεν μπόρεσε να ορθοποδήσει δημοσκοπικά μέχρι και πρότινος.

Οι μετρήσεις του περασμένου Ιουλίου έδειχναν ότι το προβάδισμα της κυβερνητικής παράταξης παρέμενε ισχυρό παρά την παρέλευση έξι ολόκληρων ετών αφότου το κόμμα της Νέας Δημοκρατίας, εκλέγοντας στην ηγεσία του τον Κυριάκο Μητσοτάκη, άρχισε να προπορεύεται ακόμη και στις υποτιθέμενες έρευνες που έβλεπαν το φως σε φίλια προς την προηγούμενη κυβέρνηση μέσα.

Στις δύο εβδομάδες που κύλησαν από την 5η Αυγούστου, όταν ομολογήθηκε δημοσίως ότι οι μυστικές υπηρεσίες του ελληνικού Κράτους παρακολουθούσαν Έλληνα πολιτικό, ο οποίος διεκδικούσε με αξιώσεις την ηγεσία του τρίτου κόμματος της χώρας, η κυβέρνηση κατάφερε να αποφύγει τις βαριές συνέπειες, που συνεπάγεται μια τέτοια παρεκτροπή. Τις απέφυγε υποσχόμενη διαλεύκανση των απαράδεκτων συνθηκών υπό τις οποίες επετράπη αυτή η -επιεικώς- αδικαιολόγητη… «επισύνδεση» (τι όρος κι αυτός!).

Από την επόμενη εβδομάδα, όμως, που υποχωρεί η ραστώνη των θερινών διακοπών και επαναρχίζει η λειτουργία της πολιτικής ζωής, η κυβέρνηση καλείται να τοποθετηθεί σοβαρά και υπεύθυνα. 

Αν θέλει να «ξορκίσει» τις μομφές που -δικαιολογημένα- δέχεται για υπεροψία και υποτίμηση των αντιπάλων της είναι υποχρεωμένη να δώσει πειστικές απαντήσεις τόσο για τις συνθήκες υπό τις οποίες αποφασίστηκε η παγίδευση του τηλεφώνου του Νίκου Ανδρουλάκη όσο και για το αν το ίδιο «λάθος» (;) έγινε και με άλλους πολιτικούς ή δημοσιογράφους, όπως επιμένει η περιρρέρουσα φημολογία. Φημολογία, η οποία -μέχρι τώρα τουλάχιστον- αποδείχθηκε ότι είχε βάση.

Καθώς, λοιπόν, το δεκαπενθήμερο της αυγουστιάτικης ραστώνης θα δώσει από τη Δευτέρα τη σκυτάλη στη… «διαβολοβδομάδα», στη διάρκεια της οποίας η Βουλή θα εμπλακεί στην υπόθεση του σκανδάλου με τη συζήτηση σε επίπεδο πολιτικών αρχηγών, την έγκριση από την Επιτροπή Θεσμών του νέου διοικητή της ΕΥΠ και τη λήψη απόφασης για τη συγκρότηση Εξεταστικής των Πραγμάτων Επιτροπής, η κυβέρνηση θα κληθεί να δώσει τις πιο κρίσιμες εξετάσεις από τον Ιούλιο του 2019 που τα στελέχη της κατέχουν τους υπουργικούς θώκους.

Αν σε αυτή τη σοβαρή δοκιμασία που την περιμένει, η απάντηση είναι όμοια με τις υπεκφυγές των προηγούμενων εβδομάδων, δεν χρειάζεται να είναι μάγος κανείς για να προβλέψει την εξέλιξη των πραγμάτων. Οι (έγκυρες) δημοσκοπήσεις που θα ξεκινήσουν να διενεργούνται από την μεθεπόμενη εβδομάδα, απλώς θα το επιβεβαιώσουν. 

Το καλοκαίρι, άλλωστε, δεν είναι παντοτινό!

Πέμπτη 10 Σεπτεμβρίου 2020

Η ΕΥΠ και το «μπάι, μπάι Μόρια»

 Τους… αλησμόνητους δορυφόρους του Νίκου Παπά που κυνηγούσαν φανταστικούς εμπρηστές λίγα εκοσιτετράωρα μετά την τραγωδία του Ιουλίου του 2018 στο Μάτι θύμισε η παρουσία του διοικητή της ΕΥΠ στη σύσκεψη που συγκλήθηκε στο πρωθυπουργικό γραφείο την επαύριο των εμπρηστικών ταραχών στη Μόρια με πρωταγωνιστές τους ίδιους τους φιλοξενούμενους του καταυλισμού

Όπως τότε το κακόγουστο σόου το οποίο συστήθηκε θωρήθηκε από τους περισσότερους ως φθηνός επικοινωνιακός αντιπερισπασμός που στόχο είχε να καλυφθούν οι τεράστιες ευθύνες των κυβερνώντων, έτσι και τώρα οι συνωμοσιολογικοί συνειρμοί που επιχειρήθηκε να δημιουργηθούν με την ανακοίνωση της συμμετοχής του επικεφαλής των μυστικών υπηρεσιών σε μια πολιτική σύσκεψη αποτελεί πρόκληση για τη νοημοσύνη των σκεπτόμενων πολιτών.

Όπως τότε αν πράγματι είχαν υπάρξει εμπρηστές, εκείνο που χρειαζόταν ήταν να δοθούν τα στοιχεία στις αρμόδιες αρχές για να προβούν σε έρευνες και συλλήψεις, έτσι και τώρα αν οι μυστικές υπηρεσίες της χώρας διέθεταν πληροφορίες για δράσεις κατά της εθνικής ασφάλειας, η ευθύνη που αναλογούσε στους ιθύνοντες της ΕΥΠ ήταν ότι έπρεπε να είχαν κινηθεί εγκαίρως για να αποτρέψουν τις υποκινούμενες –αν είναι, όντως, τέτοιες…- ταραχές και τις καταστροφές των υποδομών που δημιουργήθηκαν με χρήματα των Ευρωπαίων, άρα και των Ελλήνων, φορολογουμένων.

Το γεγονός ότι πριν από μερικούς μήνες στον Έβρο ο Τούρκος Πρόεδρος Ερντογάν «εργαλειοποίησε» τους πρόσφυγες και μετανάστες που «φιλοξενεί» στη χώρα του για να εξαπολύσει τον «υβριδικό» πόλεμο της κατάλυσης των ελληνικών συνόρων, δεν μπορεί να αποτελεί διαρκές άλλοθι για τη σημερινή κυβέρνηση. Με την ιδιότητα του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης, ο Κυριάκος Μητσοτάκης επισκέφθηκε τρεις φορές τη Μόρια. Και τις τρεις κατήγγειλε την τότε κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ για ανεπάρκεια και ιδεοληψίες, ενώ στηλίτευσε τις απάνθρωπες συνθήκες που επικρατούσαν στον καταυλισμό, όπως είχε κάνει νωρίτερα και στην Ειδομένη.

Όντας, πλέον, 14 μήνες στην ευθύνη της διακυβέρνησης, ούτε ο ίδιος ο πρωθυπουργός ούτε οι υπουργοί του δικαιούνται να μένουν στις διαπιστώσεις και στην περιγραφή του προβλήματος που συνιστά η παρουσία τόσο μεγάλου αριθμού μεταναστών ή προσφύγων που περιφέρονται ασκόπως είτε στα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου είτε στις πλατείες των υποβαθμισμένων συνοικιών της πρωτεύουσας.

Αν μάλιστα ισχύουν οι πληροφορίες –και γιατί να μην ισχύουν;- ότι ο «ασθενής μηδέν», ο οποίος εντοπίστηκε στη Μόρια και μόλυνε με κορωνοϊό και τους υπολοίπους, είχε επισκεφθεί την πρωτεύουσα και, επειδή δεν βρήκε τρόπο να βιοποριστεί, επέστρεψε στην πιο διάσημη «αποθήκη ψυχών» που διαθέτει η Λέσβος, αντιλαμβάνεται ο καθένας ότι ήταν απλώς θέμα καθαρής τύχης που τόσους μήνες δεν έχει λάβει ανεξέλεγκτες διαστάσεις η εξάπλωση της πανδημίας μέσα στις δομές φιλοξενίας.

Η μονόπλευρη επίρριψη της ευθύνης στους ίδιους τους μετανάστες οι οποίοι δεν λαμβάνουν μέτρα για την προστασία της υγείας τους και αντιδρούν στην «καραντίνα» πυρπολώντας τους καταυλισμούς που τους φιλοξενούν, είναι εύκολη υπεκφυγή. Ακόμη και αν όσοι οργανώνουν τις εξεγέρσεις είναι κατευθυνόμενοι, είτε από ξένους πράκτορες, είτε από στελέχη «πειρατικών» ΜΚΟ (αλήθεια πόσες έδιωξε ως τώρα η σημερινή κυβέρνηση;), οι ιθύνοντες της μεταναστευτικής πολιτικής δεν είναι άμοιροι.

Δουλειά τους είναι να λάβουν μέτρα για να μην μετατραπούν οι δομές σε υγειονομικές βόμβες, αλλά και να αποσυμφορηθούν οι χώροι φιλοξενία ούτως ώστε να αποφεύγονται οι συνθήκες του συνωστισμού και της οχλοκρατίας που ενδημούν εκεί όπου διαβούν υπεράριθμοι απελπισμένοι οι οποίοι καίγοντας τους χώρους που τους φιλοξενούν προσδοκούν να έχουν περισσότερα οφέλη από τις ζημιές που υφίστανται.

Αν είχαμε, άλλωστε, ικανή ΕΥΠ δεν θα έπρεπε να καλείται ο αρχηγός της στο Μαξίμου, αλλά θα περίμενε κανείς από τα στελέχη της να βρίσκονται… μέσα στους καταυλισμούς και να εντοπίζουν όσους υποκινούν τις ταραχές και πρωταγωνιστούν στις καταστροφές. Μόνον έτσι, άλλωστε, θα έπαιρνε… σάρκα και οστά το «μπάι, μπάι Μόρια» που τινές εξ αυτών τραγουδούσαν ανάμεσα στα αποκαΐδια.

Όπως και να έχει, πάντως, αυτού του είδους τα πολυσύνθετα ζητήματα, όπως είναι το Μεταναστευτικό, δεν επιλύονται με γενικόλογες διαπιστώσεις και απλοϊκούς επικοινωνιακούς χειρισμούς. Θέλουν συνεκτικό σχέδιο, αποφασιστικότητα για την εφαρμογή του, αλλά και ανάθεση της σχετικής αρμοδιότητας σε πρόσωπα που θέλουν και μπορούν να φέρουν αποτελέσματα.

Η σημερινή κυβέρνηση άλλαξε ως τώρα τρεις φορές τους υπεύθυνους για τον χειρισμό του Μεταναστευτικού: ο Μιχάλης Χρυσοχοΐδης έδωσε τη σκυτάλη στον Αλκιβιάδη Στεφανή (ο οποίος είχε υποσχεθεί κλειστές δομές ως τον Ιούνιο…) και από εκείνον την πήρε ο Νότης Μηταράκης. Όπως, ωστόσο, μαρτυρούν τα τελευταία δραματικά γεγονότα, ελάχιστα πράγματα άλλαξαν σε αυτό το διάστημα.

Τι(ς) πταίει;

Τρίτη 23 Ιουνίου 2020

Ατελείωτος παρακρατικός «βόρβορος»*


Το κείμενο της απομαγνητοφωνημένης συνομιλίας με τον πρώην υπουργό Νίκο Παπά που κατέθεσε στην Προανακριτική Επιτροπή ο επιχειρηματίας Σάμπυ Μιωνής συνιστά, χωρίς υπερβολή, την επιτομή της ΣΥΡΙΖΑΝΕΛικής διακυβέρνησης και συνάμα αποτελεί αναμφισβήτητο μνημείο απροσμέτρητης φαυλότητας που όμοιό του δύσκολα μπορεί να βρει κανείς στην πρόσφατη ελληνική πολιτική ιστορία.
Μόνον οι εκφράσεις τις οποίες χρησιμοποιεί ένας υπουργός εκλεγμένης κυβέρνησης, φθάνοντας μέχρι του σημείου να χαρακτηρίζει κυνικά «μαγαζί» την κυβέρνηση στην οποία συμμετέχει, όπως και ο τρόπος που συνομιλεί με έναν ιδιώτη επιχειρηματία, τον οποίο αποκαλεί με τη πασίγνωστη ελληνική λέξη με τα τρία «α», λες και είναι παιδικοί φίλοι, αναδύουν τέτοια χυδαιότητα που είναι αδύνατο να την προσπεράσει κάποιος.
Το χειρότερο όλων, όμως, είναι ο παρακρατικός «βόρβορος», ο οποίος αναδεικνύεται μέσα από την επίμαχη συνομιλία Παπά - Μιωνή, όπως και από τις παρακολουθήσεις της ΕΥΠ που έφεραν στο φως τα «Παραπολιτικα», δείχνει πόσο αδίστακτη υπήρξε η στενή ηγετική παρέα της κατ΄ όνομα «πρώτη φορά αριστερής διακυβέρνησης». Μπροστά τους ορρωδούν και οι μεγαλύτεροι συνωμότες του υποκόσμου, αφού εμφανίζονται διατεθειμένοι να μετέλθουν οποιαδήποτε αθλιότητα θα μπορούσε να συμβάλει στη μακροημέρευση της παρουσίας τους στην εξουσία και να επαυξήσει τα ωφελήματα που απολάμβαναν σαν… να μην υπήρχε αύριο.  
Ξεχείλιζαν από αλαζονεία και δεν υπολόγιζαν κανέναν και τίποτε. Έκαναν τα στραβά μάτια σε παρανομίες τις οποίες ήξεραν και ομολογούσαν. Αρκεί να μην θιγεί το… «μαγαζί» τους. Οργάνωναν σκευωρίες για να εξουθενώσουν τους αντιπάλους τους, αδιαφορώντας αν εκείνους τους οποίους στοχοποιούν έχουν υποπέσει σε κάποια παρασπονδία ή είναι εντελώς αθώοι. Εύρισκαν δήθεν κρύπτες με στοιχεία και φαντασιωνόταν έρευνες και συλλήψεις το FBI. Ήθελαν πάση θυσία «στοιχεία» για τη Μαρέβα Γκραμπόφσκι, τη σύζυγο του Κυριάκου Μητσοτάκη, χωρίς να πολυνοιάζονται αν έχει υποπέσει σε κάτι επίμεμπτο.
Στο καλοπροαίρετο ή μη ερώτημα, για το κατά πόσο είναι λογικό να γίνονται δεκτά ως αληθή τα καταγγελλόμενα από τον κ. Μιωνή και όχι ο αντίλογος του κ. Παπά, η απάντηση είναι προφανής. Διότι το πολιτικό συνονθύλευμα των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ έχει τόσο βεβαρημένο παρελθόν στην εφαρμογή παρακρατικών μεθόδων που δεν αφήνει περιθώρια αμφιβολιών ούτε για τη συγκεκριμένη περίπτωση. Η οποία, άλλωστε, αποτελεί ένα συμπίλημα πολλών υποθέσεων που διασυνδέονται μεταξύ τους και έχουν κοινό πρωταγωνιστή πίσω από την κουίντα τον αρχηγό της ΕΥΠ επί Κώστα Καραμανλή που έγινε αρμόδιος για τη δικαστική διαφάνεια επί Αλέξη Τσίπρα…
Κακά τα ψέματα, όμως, όσο και αν ο πρώην εισαγγελέας Δημήτρης Παπαγγελόπουλος αποτελεί  το μοιραίο πρόσωπο που φαίνεται να μεθόδευσε τα μύρια όσα για να συνδέσει τη λεγόμενη «λίστα Λαγκάρντ» και την απόπειρα να στριμωχτούν ο Σταύρος Παπασταύρου και ο Σάμπυ Μιωνής με το σκάνδαλο Novartis και την προσπάθεια να καταστραφούν οι βασικοί πολιτικοί αντίπαλοι της κυβέρνησης των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ, όπως οι Αντώνης Σαμαράς, Ευάγγελος Βενιζέλος, Άδωνις Γεωργιάδης, Ανδρέας Λοβέρδος, κ.ά., οι ηγετικές ομάδες του ΣΥΡΙΖΑ και των ΑΝΕΛ είχαν συνάψει σχέση αδελφοποιτών πολύ πριν ανέβουν στην εξουσία.
Η γενική πρόβα για το αλισβερίσι ανάμεσα στο κόμμα του Αλέξη Τσίπρα και στο κόμμα του Πάνου Καμμένου έγινε τον Δεκέμβριο του 2014 όταν λίγα 24ωρα πριν από τη δεύτερη ψηφοφορία για την εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας, ο προσκείμενος στον ΣΥΡΙΖΑ ηθοποιός Λάκης Λαζόπουλος βγήκε σε τηλεοπτικό πρωινάδικο για να υποστηρίξει ότι ήταν γνώστης απόπειρας δωροδοκίας του ομότεχνού του –τότε- βουλευτή των ΑΝΕΛ Παύλου Χαϊκάλη προκειμένου να ψηφίσει τον Σταύρο Δήμα που πρότειναν τα συγκυβερνώντα κόμματα ΝΔ και ΠΑΣΟΚ.
Σε πείσμα των απειλών του Πάνου Καμένου, αλλά και στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ, κατά της Αστυνομίας και της Δικαιοσύνης, απεδείχθη τελικά ότι η όλη υπόθεση δεν ήταν παρά μια κακοσκηνοθετημένη φάρσα. Σύντομα, άλλωστε, ξεχάστηκε και ποτέ ξανά δεν μίλησε κανείς γι΄ αυτήν. Ο στόχος είχε επιτευχθεί, αφού το πολιτικό σκηνικό πήρε φωτιά. Οι βουλευτές που αμφιταλαντεύονταν να ψηφίσουν υπέρ του Σταύρου Δήμα φοβήθηκαν τη ρετσινιά του αργυρώνητου. Η ψηφοφορία για την προεδρική εκλογή απέβη, φυσικά, άκαρπη. Και, έτσι, άνοιξε ο δρόμος για την προσφυγή στην κάλπη των βουλευτικών εκλογών της 25ης Ιανουαρίου 2015 με τα γνωστά αποτελέσματα.
Περισσότερο από ο,τιδήποτε άλλο, όμως, εκείνο που πέτυχε η εργαλειοποίηση της υποτιθέμενης «δωροδοκίας Χαϊκάλη» ήταν να φέρει κοντά –στην πραγματικότητα να ταυτίσει- δύο αδίστακτες λαϊκίστικες κομματικές παρέες που ξεπήδησαν μέσα από τη βίαιη μνημονιακή προσαρμογή. Και οι οποίες, όπως έδειξε η συνέχεια, ήταν διατεθειμένες να κάνουν τα πάντα για να κερδίσουν και για να διατηρήσουν την εξουσία.
Μαζί έκαναν «ναι» το «όχι» του δημοψηφίσματος. Μαζί ψήφισαν το νέο Μνημόνιο. Μαζί οργάνωσαν τις μικρές και μεγάλες σκευωρίες με τις οποίες πίστευαν ότι θα διαιωνίσουν την εξουσία. Και αν τους χώρισε κάποια στιγμή η συμφωνία των Πρεσπών και αυτό έγινε με στόχο να συνεχίσουν τη συγκυβέρνησή τους. Μόνον που είχε τελειώσει πλέον ο χρόνος τους και ο παρακρατικός «βόρβορος» που άφηναν πίσω τους είχε αρχίσει να υποψιάζει αρκετούς πολίτες.
Τώρα, με όσα έρχονται στο φως, γίνονται τα επίσημα αποκαλυπτήρια. Και έπεται συνέχεια…        
*«Βόρβορος», σύμφωνα με τα λεξικά, είναι η λάσπη με ακαθαρσίες και δυσοσμία που εμφανίζεται στον πυθμένα υδάτινων εκτάσεων. Μεταφορικά η λέξη αποδίδει την έσχατη ηθική κατάπτωση και διαφθορά.

Πέμπτη 27 Φεβρουαρίου 2020

«Βόρβορος» μέσα στο Μαξίμου


Είναι δύσκολο να υποστηρίξει κάποιος ότι πέφτει από τα σύννεφα με όσα βορβορώδη αποκαλύπτονται αυτές τις μέρες στην Προανακριτική Επιτροπή της Βουλής που διερευνά το παραδικαστικό κύκλωμα το οποίο, με αφορμή την υπόθεση Novartis, έστησε μια σκευωρία για να εξουδετερώσει τους βασικούς πολιτικούς αντιπάλους της προηγούμενης κυβέρνησης.
Όποιος έχει έστω και κατ΄ ελάχιστον ασχοληθεί με αυτή την ιστορία, δεν δυσκολεύεται να αντιληφθεί ότι εξυφάνθηκε μια μάλλον ερασιτεχνική συνωμοσία με επιστράτευση κουκουλοφόρων ψευδομαρτύρων που στόχο είχε να ελεγχθούν οι πολιτικές εξελίξεις και να παραταθεί η παραμονή στην εξουσία του συνονθυλεύματος που αποκαλούνταν «πρώτη φορά Αριστερά» ενώ στην πραγματικότητα απαρτιζόταν από κάθε είδους πολιτικό απολειφάδι που είχε απομακρυνθεί από το παλαιό πολιτικό σύστημα και είχε αναβαπτιστεί στην κολυμβήθρα του «αντιμνημονιακού» Σιλωάμ.
Δεν παύει, ωστόσο, να προκαλεί έκπληξη και σοβαρές απορίες το απροσμέτρητο θράσος με το οποίο ομολογείται ότι το Μέγαρο Μαξίμου είχε επί των ημερών της προηγούμενης κυβέρνησης μετατραπεί σε χώρο διεκπεραίωσης ιδιωτικών υποθέσεων και διευθέτησης συμφερόντων ανθρώπων που σε κανονικές χώρες δεν θα έπρεπε να περνούν ούτε από το απέναντι πεζοδρόμιο του πρωθυπουργικού γραφείου.
«Πριν από 4 χρόνια με παρακάλεσε ο κ. Παππάς να συναντηθούμε στο γραφείο του με τον κ. Μιωνή επικαλούμενος πιέσεις από την Ισραηλινή Κυβέρνηση», παραδέχεται ο πρώην αναπληρωτής υπουργός Δικαιοσύνης Δημήτρης Παπαγγελόπουλος λίγη ώρα μετά τις ανατριχιαστικές αποκαλύψεις του επιχειρηματία Σάμπυ Μιωνή ότι δέχθηκε μέσα στο Μέγαρο Μαξίμου εκβιασμό για να καταβάλει χρήματα σε εκδότη προκειμένου να σταματήσει τον πόλεμο που του είχε κηρύξει.
Ο ίδιος ο εκδότης, ο οποίος υποτίθεται ότι κινείται στον χώρο της Δεξιάς, αλλά –τι ειρωνεία;- δεν έχανε και εξακολουθεί να μην χάνει ευκαιρία να ασκεί πολεμική στην ηγεσία της Νέας Δημοκρατίας, επιβεβαιώνει την ετερόκλητη… μάζωξη στο πρωθυπουργικό γραφείο: «Στις αρχές 2016, κλήθηκα εκ νέου στο Μέγαρο Μαξίμου», αναφέρει σε δήλωσή του. «Αυτή τη φορά από τον τότε υπουργό Επικρατείας κ. Ν. Παππά, πάλι με αίτημα τον εξωδικαστικό συμβιβασμό με τον κ. Μιωνή και πάλι με τη δικαιολογία παρεμβάσεων από το Ισραήλ», προσθέτει.
Και αμέσως μετά, ο άνθρωπος που έχει υπό τον έλεγχό του μέσα ενημέρωσης τα οποία υποτίθεται ότι αντιπολιτεύονταν σφόδρα την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, συμπληρώνει: «Το 2018 έγινε ακόμα μια προσπάθεια εξωδικαστικού συμβιβασμού, πάλι στο γραφείο του κ. Παππά –αυτή τη φορά στο υπουργείο Ψηφιακής Πολιτικής. Η συνάντηση οδήγησε στην υπογραφή συμφωνητικού συμβιβασμού με αμοιβαία αποχή από δικαστικές ενέργειες που τηρήθηκε μέχρι πρόσφατα».
Με όση καλή προαίρεση και αν προσεγγίσει κάποιος την υπόθεση, αποδεχόμενος, έστω και ως υπόθεση εργασίας, ότι τόσο ο αναπληρωτής υπουργός όσο και ο εκδότης περιγράφουν τα γεγονότα όπως έγιναν, δεν μπορεί να μην διερωτάται μερικά αυτονόητα πράγματα:
*Από πού και ως που η κυβέρνηση, δια του υπ΄ αριθμόν ένα συνεργάτη του πρωθυπουργού, παρενέβαινε σε ανοικτές δικαστικές υποθέσεις και επεδίωκε συμβιβασμό ανάμεσα σε έναν… αντιπολιτευόμενο εκδότη και έναν ιδιώτη επιχειρηματία, ο οποίος, μάλιστα, επικρινόταν για εμπλοκή στη λίστα Λαγκάρντ που υποτίθεται ότι ήταν το «Ελ Ντοράντο» που θα γέμιζε τα δημόσια ταμεία επί των ημερών του ΣΥΡΙΖΑ;
*Αν πιστέψουμε, όπως ισχυρίζονται οι δύο πρωταγωνιστές, ότι οι επίμαχες συναντήσεις έγιναν κατόπιν επιθυμίας της ισραηλινής κυβέρνησης, γιατί ενεπλάκη σε αυτές ο… μέγας διώκτης της διαπλοκής ανάμεσα στα μέσα ενημέρωσης και σε επιχειρηματικά συμφέροντα πρωθυπουργικός συνεργάτης και όχι, για παράδειγμα, το υπουργείο Εξωτερικών, εφόσον όντως απειλούνταν οι ελληνοϊσραηλινές σχέσεις;
*Ποιος ακριβώς ήταν ο ρόλος του αναπληρωτή υπουργού Δικαιοσύνης και γιατί τον κάλεσε στη συνάντηση ο υπουργός Επικρατείας; Δεν είχε ακούσει τίποτε ο κ. Νίκος Παπάς για την διάκριση των εξουσιών και την ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης που είναι κατοχυρωμένες στο ελληνικό Σύνταγμα;
Θα μπορούσε να συνεχίσει κανείς παραθέτοντας και άλλα ερωτήματα, καθώς η σκληρή αυτή διαμάχη ανάμεσα στον εκδότη και στον επιχειρηματία δεν είναι η μόνη υπόθεση στην οποία, κατά την περίοδο ανάμεσα στον Ιανουάριο του 2015 και τον Ιούλιο του 2019, το Σύνταγμα έγινε κουρελόχαρτο και οι θεσμοί του δημοκρατικού πολιτεύματος καταρρακώθηκαν με τον πλέον απροκάλυπτο τρόπο.
Ας μην αυταπατώμεθα, ωστόσο. Η ομολογημένη συνάντηση στο Μέγαρο Μαξίμου ανάμεσα στους κυρίους Παπά, Παπαγγελόπουλο, Φιλιππάκη και Μιωνή δεν είναι ούτε η πρώτη ούτε η μόνη απόδειξη ότι επί των ημερών της προηγούμενης κυβέρνησης συνέβησαν τέρατα και σημεία που δεν συνάδουν με τους κανόνες που διέπουν μια δημοκρατική Πολιτεία.
Η εχθροπάθεια και η μισαλλοδοξία με την οποία αντιμετωπίστηκαν όσοι δεν έδωσαν γη και ύδωρ στην ΣΥΡΙΖΑϊκή εξουσία δεν έχει προηγούμενο. Άνθρωποι δεινοπάθησαν, υπολήψεις υπονομεύθηκαν, πολιτικές δυνάμεις συκοφαντήθηκαν, μόνον και μόνον γιατί δεν δικαιολογούσαν τις λαϊκίστικες αυταπάτες, τις φαντασιώσεις και τις ψευδαισθήσεις με τις οποίες αρχικά διεκδικήθηκε η διακυβέρνηση και στη συνέχεια κυβερνήθηκε η χώρα.
Στον αντίποδα, όσοι εμφανίζονταν ως συνεργάσιμοι, απολάμβαναν ένα πρωτόγνωρο άλλοθι και μια άνευ προηγούμενου ασυλία, ανεξάρτητα αν προέρχονταν από την Άκρα Δεξιά ή την Άκρα Αριστερά, αν είχε εμπλακεί σε σκάνδαλα ή αν ήταν απλώς ένας ανίκανος ή ένας κοινός απατεώνας που το προηγούμενο σύστημα τον είχε ξεβράσει και αναζητούσε καινούργια στέγη.
Και μόνον, άλλωστε, ότι ο (αποτυχημένος) αρχηγός της ΕΥΠ μιας προηγούμενης κυβέρνησης ανέλαβε υπεύθυνος για τη Δικαιοσύνη και τη Διαφάνεια την οποία δήθεν σκόπευε να επαναφέρει η… αριστερή κυβέρνηση, αρκεί για να αντιληφθεί και ο πιο καλοπροαίρετος πολίτης για το πόσο προσχηματικές ήταν οι διακηρύξεις ότι τάχατες «τελειώνουμε με το παλαιό»…