Συνολικές προβολές σελίδας

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Οικονομία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Οικονομία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή 7 Ιουλίου 2013

Το μυνήγι της ουράς μας



Στο «παρά πέντε» -ή ακόμη και στο «και πέντε»- ένας ακόμη έλεγχος της τρόικας ολοκληρώνεται και μια ακόμη δόση -τμηματικά ή εφάπαξ- θα καταβληθεί τις επόμενες ημέρες, αφού αγκομαχώντας η Βουλή θα ψηφίσει ένα ακόμη κατεπείγον πολυνομοσχέδιο για τα προαπαιτούμενα, που, ως συνήθως, καθυστέρησαν και αν παραστεί ανάγκη μπορεί να υιοθετηθούν με μια ακόμη πράξη νομοθετικού περιεχομένου.
Αλήθεια, έχουν κάποιο νόημα όλα αυτά; «Έχουν», ίσως πουν κάποιοι από τους ελάχιστους εναπομείναντες αισιόδοξους που διατηρούν ενδεχομένως κάποιες αμυδρές ελπίδες ότι «δεν μπορεί κάποτε θα αρχίσει εκείνη η περιβόητη ανάκαμψη» που όλο την ακούμε και ποτέ δεν την βλέπουμε.
Ακόμη, όμως, και αν έχουν δίκιο οι αισιόδοξοι, που σωστά ενδεχομένως ισχυρίζονται ότι «καμιά κρίση δεν υπήρξε αιώνια», στη δική μας περίπτωση δημιουργείται η αίσθηση ότι η επανάληψη για πολλοστή φορά του ίδιου σκηνικού, όπως αυτό περιγράφεται πιο πάνω, όχι μόνον δεν συμβάλει στην έγκαιρη έλευση της ανάκαμψης, αλλά μάλλον λειτουργεί ως τροχοπέδη.
Χωρίς να ενστερνίζομαι την άποψη που, δυστυχώς, όλο και περισσότεροι διατυπώνουν ότι «όλα είναι στημένα», προβληματίζομαι, ειλικρινά, με όσα διαμείβονται σε αυτές τις περιβόητες «διαπραγματεύσεις» με την τρόικα. Τι νόημα, για παράδειγμα, έχει αυτή η περίφημη κινητικότητα στο δημόσιο τομέα, όπως εξελίσσεται; Ποια μεταρρυθμιστική πνοή θα φυσήξει στη χώρα αν οι εργαζόμενοι στη δημοτική αστυνομία πάψουν να ανήκουν στην ευθύνη των δημάρχων και περάσουν στη δικαιοδοσία της ΕΛΑΣ;
«Βλέπεις το τυρί και δεν βλέπεις τη φάκα, που είναι ότι τους περισσότερους εξ αυτών τους πάνε για απόλυση», θα αντιτάξει πιθανότατα ένας περισσότερο καχύποπτος που μπορεί να έχει δίκιο. Και σε αυτή την περίπτωση, όμως, ποιο θα είναι το αποτέλεσμα; Θα μειωθεί, έστω κατ΄ ελάχιστον, η ύφεση που κατατρώει τις σάρκες της ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας;  Δεν νομίζω. Το πιο πιθανό, για να μην πως το απολύτως βέβαιο, είναι ότι οι απολύσεις θα βαθύνουν την αδηφάγο ύφεση.
Ξέρω ότι πολλοί από τους αυτόκλητους –υποτιθέμενους- συνηγόρους των ανέργων, θα σπεύσουν να επαναλάβουν τη γνωστή επωδό που εκφράζεται με το δήθεν αθώο, πλην, όμως, άκρως υποκριτικό και συνάμα παραπλανητικό ερώτημα: «Οι εκατοντάδες χιλιάδες απολυμένοι του ιδιωτικού τομέα δεν έχουν ψυχή;».
Χωρίς καμία διάθεση να υπερασπιστώ την αναμφίβολα κακή ποιότητα των υπηρεσιών που παρέχει το ελληνικό δημόσιο, αμφισβητώ ότι το «πήγαινε έλα» που θέλουν να επιβάλουν στους υπαλλήλους του, θα βοηθήσει πραγματικά έστω και έναν άνεργο του ιδιωτικού τομέα να ξαναβρεί τη χαμένη του δουλειά.
Γι' αυτό και όλα αυτά που γίνονται μου θυμίζουν τον σκύλο που κυνηγάει την ουρά του και ποτέ δεν την πιάνει. Όσο οι περισπούδαστοι εκπρόσωποι των εταίρων και δανειστών μας και μαζί τους οι δικοί μας κυβερνητικοί ιθύνοντες αναλώνονταν σε «διαπραγματεύσεις», όπως αυτές που είδαμε τις τελευταίες μέρες, η ημιθανής ελληνική οικονομία εξακολουθούσε να αιμορραγεί εξαιτίας της ασφυκτικής έλλειψης ρευστότητας που υποτίθεται ότι θα σταματούσε με την ολοκλήρωση της ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών.
Θα μπορούσε να αντιτάξει κανείς πολλά πιο ουσιώδη ζητήματα από την κινητικότητα που θα βοηθούσαν την οικονομία να ανακάμψει αν υπάρχει όντως ενδιαφέρον γι΄ αυτό.  Οι μεγάλοι οδικοί άξονες, επί παραδείγματι, στους οποίους έγιναν εικονικά εγκαίνια πριν από δυόμισι μήνες, δημιουργώντας ελπίδες ότι θα ξαναέδιναν δουλειά σε κάποιους από τους ανέργους, χάσκουν ακόμη ημιτελείς. Και, όμως, ούτε οι τροϊκανοί, ούτε οι εδώ συνομιλητές τους έδειξαν να ενδιαφέρονται. 
Το γιατί μοιάζει ανεξήγητο. Εκτός πια και αν το ζητούμενο είναι να κυνηγάμε την ουρά μας στο πλαίσιο ενός νέου «πειράματος» στο οποίο ενδεχομένως θέλουν να μας υποβάλουν οι «ταλιμπάν» που αποφασίζουν για μας.

(Δημοσιεύτηκε στο www.protothema.gr στις 7.7.2013)

Δευτέρα 10 Ιουνίου 2013

Το πασπαρτού της δικαίωσης ή μήπως της κοροϊδίας;

Μια μοναδική, ίσως παγκόσμια, πρωτοτυπία διεκδικεί η έκθεση του ΔΝΤ για το πρόγραμμα στήριξης της ελληνικής οικονομίας που δημοσιεύτηκε τις προηγούμενες ημέρες: αποτελεί το… πασπαρτού της δικαίωσης για όλους όσοι ενετάχθησαν –έστω και για λίγο…- στο πλατύ αντιμνημονιακό μέτωπο.
Δεν εξηγείται αλλιώς πως από ένα κείμενο που το ίδιο το Ταμείο στην εκτενή αναφορά που κάνει στην ιστοσελίδα του βάζει ως τίτλο «Η Ελλάδα κάνει προόδους, αλλά χρειάζεται περισσότερη προσπάθεια για να επανέλθει στην ανάπτυξη», να έχουν δικαιωθεί οι… πάντες σε αυτή τη χώρα, με πρώτους και καλύτερους όσους εμποδίζουν και την πρόοδο και την ανάπτυξη.
Από τους οικονομολογούντες των τηλεοπτικών πρωινάδικων ως τον πρωθυπουργό κ. Αντώνη Σαμαρά με τα… «Ζάππεια» του και από τους καφενειακού τύπου συνωμοσιολόγους αναλυτές ως τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης κ. Αλέξη Τσίπρα με τις απειλές για αποχώρηση από το ευρώ που εκτόξευε, πέρυσι τέτοιες μέρες, προς την «μαντάμ Μέρκελ», όλοι θεωρούν εαυτούς δικαιωμένους.
Δεν ξέρω πόσοι εξ αυτών μπήκαν στον κόπο να διαβάσουν την επίμαχη έκθεση, αν και είναι αλήθεια πως κάτι τέτοιο δεν συνιστά προαπαιτούμενο για να υποστηρίξει βασίμως κάποιος ότι το πρόγραμμα που εφαρμόστηκε στην Ελλάδα «έπεσε έξω».
Η βαθιά ύφεση, κατά πολύ βαθύτερη εκείνης που είχε προβλεφθεί στο αρχικό μνημόνιο, όπως και η υψηλή ανεργία, πολύ υψηλότερη και από τις χειρότερες προβλέψεις που είχαν γίνει το 2010, αποτελούν αναμφίβολους και αδιάψευστους μάρτυρες της αστοχίας του προγράμματος και των παραδοχών που έκαναν οι ιθύνοντες του ΔΝΤ και της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Γι΄ αυτό, άλλωστε, χρειάστηκε να γίνουν επανειλημμένες αναθεωρήσεις και απαιτήθηκε να συναφθεί πριν από λίγους μήνες δεύτερη δανειακή σύμβαση πέραν της αρχικής, που οι εμπνευστές της είχαν θεωρήσει επαρκή για να βελτιωθούν οι δείκτες της ελληνικής οικονομίας και να μπορέσει η χώρα να ξαναβγεί στις αγορές.
Ο λόγος, εξάλλου, για όσους δεν αρέσκονται στις θεωρίες συνωμοσίας, που η Ελλάδα υποχρεώθηκε το 2010 να μπει στο μνημόνιο δεν ήταν άλλος από τον αποκλεισμό της από τις αγορές που της στερούσε τη δυνατότητα να καλύψει τις τρέχουσες υποχρεώσεις της. Το δημοσιονομικό έλλειμμα της χώρας (όπως ρητά αναφέρεται στην έκθεση που όλοι οι... δικαιωμένοι επικαλούνται) είχε φθάσει το 2009 στο 15,6% και χωρίς τον υπολογισμό των τόκων (πρωτογενές έλλειμμα) ήταν στο 10,5%.
Έτσι, ακόμη και αν η Ελλάδα αποφάσιζε να μην πλήρωνε τους «τοκογλύφους», όπως αρέσκονται πολλοί συνέλληνες να αποκαλούν εκείνους που μας είχαν δανείσει, ήταν παραπάνω από επιβεβλημένη η ανάγκη για άμεση και δραστική περικοπή δημοσίων δαπανών (από μισθούς, συντάξεις, κλπ) που κατά τους μετριότερους υπολογισμούς έπρεπε να είναι της τάξης των 20 με 25 δισεκατομμυρίων ευρώ.
Εν τέλει, οι περικοπές που υποστήκαμε στην τριετία είναι μάλλον μεγαλύτερες. Και αυτό αποτελεί ίσως την πλήρη επιβεβαίωση της αστοχίας όσων σχεδίασαν το αρχικό πρόγραμμα, κάνοντας παραδοχές –όπως επί παραδείγματι η είσπραξη 50 δισ. ευρώ από αποκρατικοποιήσεις και εκποίηση δημόσιας περιουσίας- που δεν ανταποκρίνονταν στην πραγματικότητα.
Από εκεί, όμως, μέχρι του σημείου να δηλώνουν δικαιωμένοι όσοι ακόμη σήμερα υπερασπίζονται τα διεφθαρμένα πελατειακά δίκτυα και συντηρούν αλώβητη τη γραφειοκρατία, ή όσοι κάνουν πλάτες στη φοροδιαφυγή και ευνοούν την ακινησία στη δημόσια διοίκηση διοίκηση, νομίζω ότι πάει πολύ.
Το πρόγραμμα διάσωσης της ελληνικής οικονομίας δεν πήγε καλά, όχι μόνον επειδή απέτυχαν οι προβλέψεις των δανειστών μας, αλλά και διότι εξακολουθούν να κοροϊδεύουν τον ελληνικό λαό αρκετοί από όσους έσπευσαν αυτές τις μέρες να… πανηγυρίσουν για την (υποτιθέμενη) δικαίωσή τους από την έκθεση του ΔΝΤ.

(Δημοσιεύθηκε στο www.protothema.gr στις 10.6.2013)

Σάββατο 1 Ιουνίου 2013

Οι τουρκικές παλινδρομήσεις από το Ισλάμ ως την Ευρώπη

            Τις πελώριες αντιφάσεις που ταλανίζουν τη σύγχρονη Τουρκία, οι ελίτ της οποίας παλινδρομούν ανάμεσα στον ευρωπαϊκό προσανατολισμό και στην επιστροφή στην ισλαμική παράδοση, φέρνει στην επιφάνεια η διαφαινόμενη γενίκευση της λαϊκής εξέγερσης που ξέσπασε στην Κωνσταντινούπολη.
            Η σκληρή και αιματηρή καταστολή που αντέταξαν οι γνωστές για τη βιαιότητά τους δυνάμεις ασφαλείας της γείτονος απέναντι σε διαμαρτυρόμενους που, εδώ και καιρό, αντιδρούν στη μετατροπή σε εμπορικό κέντρο ενός από τα παραδοσιακά πάρκα της Πόλης, ήλθε σε μια στιγμή που η κυβέρνηση του κ. Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν έκανε ένα ακόμη βήμα προς την εφαρμογή της ισλαμικής της ατζέντας, επιβάλλοντας –για λόγους θρησκευτικούς- καθεστώς ποτοαπαγόρευσης.
            Οι τελευταίες εξελίξεις αναδεικνύουν τον βαθύ διχασμό της κατακερματισμένης τουρκικής κοινωνίας που στο βάθος της παραμένει ένα «καζάνι που βράζει», παρά τη φαινομενική πολιτική και κοινωνική σταθερότητα που παρουσίαζε η γειτονική χώρα τα τελευταία χρόνια με την απόλυτη επικράτηση του κ. Ερντογάν και τον βαθμηδόν περιορισμό της επιρροής του κεμαλικού «βαθέος κράτους», που αποτελούν το στρατιωτικό κατεστημένο και η κρατική γραφειοκρατία (δικαστικοί, διπλωμάτες, κ.ά.) και εμφανίζονταν ως εγγυητές του «δυτικού χαρακτήρα» και της «κοσμικότητας» του τουρκικού κράτους.
            Η ταχεία ανάκαμψη της τουρκικής οικονομίας που σημειώθηκε κατά τη δεκαετή παντοκρατία του ισλαμιστή κ. Ερντογάν, ο οποίος επαίρεται ότι «έδιωξε το ΔΝΤ από την Τουρκία», αποδεικνύεται ότι δεν  ήταν ικανή συνθήκη για να συγκαλύψει τις μεγάλες –ιδεολογικές και άλλες- διαφορές που χωρίζουν τις πολιτικές και οικονομικές ελίτ της Τουρκίας, καθώς και τα διαφορετικά συμφέροντα που αυτές εκπροσωπούν και θέλουν να επιβάλουν.
            Από μια πρώτη οπτική, η «άνοιξη αλά Τούρκα», για την οποία ήδη γίνεται λόγος στα διεθνή μέσα, δεν μπορεί να παραλληλιστεί με τις ανάλογες εξεγέρσεις στις μουσουλμανικές χώρες της Βορείου Αφρικής, της Αραβικής Χερσονήσου και της Μέσης Ανατολής που ξέσπασαν τα δύο τελευταία χρόνια με κύριο στόχο την ανατροπή δικτατορικών καθεστώτων.
Ωστόσο, η έκταση του λαμβάνουν τα γεγονότα στην Πόλη, φαίνεται να έχουν ανάλογο υπόβαθρο που σχετίζεται με την οικονομική και κοινωνική (κατα-)πίεση που ασκούν οι κυρίαρχες δυνάμεις σε περιθωριοποιημένα, πλην δυναμικά και ανερχόμενα, κοινωνικοοικονομικά στρώματα.
Στρώματα που ειδικά στην Τουρκία περιλαμβάνουν όχι μόνον όσους δεν είχαν συμμετοχή στο αποκαλούμενο «οικονομικό θαύμα» της περιόδου Ερντογάν, αλλά και μεγάλες μειονοτικές ομάδες, όπως οι Κούρδοι, καθώς και πολίτες που απλώς αντιδρούν στις παρατηρούμενες τάσεις για επιβολή των ισλαμικών ιδεών από τη σημερινή κυβερνητική εξουσία.    
Εξάλλου, η –μόνον φαινομενικά δημοκρατική- γειτονική χώρα έχει μακρά «παράδοση» σε υποκινούμενες και μη λαϊκές εξεγέρσεις, μια από τις οποίες πλήρωσε ακριβά στο πετσί της η ελληνική μειονότητα της Πόλης με το «πογκρόμ» εναντίον της στο οποίο επιδόθηκε ο «εξεγερμένος» όχλος στα Σεπτεμβριανά του 1955. Έχει επίσης προϊστορία σε βιαιότατες καταστολές των διαμαρτυριών, όπως και σε –ανοιχτά ή συγκεκαλυμμένα- στρατιωτικά πραξικοπήματα.
Γι΄  αυτό και η συνέχεια που θα έχουν οι βιαιότητες που βρίσκονται σε εξέλιξη θα καταδείξει πολλά για τον χαρακτήρα της Τουρκίας και επιπλέον θα καθορίσει το κατά πόσο το μέλλον της είναι στην Ευρώπη ή στον ισλαμικό κόσμο.

(Δημοσιεύθηκε στο www.protothema.gr στη 1.6.2013)

Παρασκευή 15 Φεβρουαρίου 2013

Η χαμένη ευκαιρία με το debate που δεν έγινε στη Συγγρού

            «Τέτοιες ανοησίες ο κ. Στουρνάρας δεν μπορεί να λέει. Θα τον καλέσουμε στη Συγγρού αν θέλει να έρθει να τον εξετάσουμε αν ξέρει καλά την οικονομική ιστορία της Ελλάδας», δήλωσε προ ημερών ο Γραμματέας της Πολιτικής Επιτροπής της ΝΔ κ. Μανώλης Κεφαλογιάννης.
Ο «γαλάζιος» γραμματέας αντέδρασε έτσι όταν κλήθηκε να σχολιάσει συνέντευξη –την οποία παραδέχθηκε ότι δεν είχε διαβάσει ακόμη- του υπουργού Οικονομικών, ο οποίος, με αρκετά παραστατικό τρόπο και συγκεκριμένα παραδείγματα για διορισμούς και άλλες σπατάλες, ανέλυε πράξεις και παραλείψεις των προηγούμενων κυβερνήσεων που οδήγησαν το 2009 στην κορύφωση του δημοσιονομικού εκτροχιασμού και έκαναν αναπότρεπτη την προσφυγή της χώρας στο μνημόνιο.
            Δεν ξέρω αν τελικά ο κ. Κεφαλογιάννης διάβασε τη συνέντευξη του κ. Στουρνάρα και πείστηκε ότι δεν λέει ανοησίες. Θεωρώ, όμως, ότι το γεγονός πως δεν υλοποίησε την… απειλή του να κληθεί ο υπουργός Οικονομικών για εξέταση στη Συγγρού, δεν είναι παρά μια ακόμη χαμένη ευκαιρία, από τις πολλές που κρατούν καθηλωμένη την ελληνική κοινωνία και δεν επιτρέπουν την επανεκκίνηση της ελληνικής οικονομίας.
            Όταν κορυφαία στελέχη του κυβερνητικού χώρου, όπως είναι ο κ. Κεφαλογιάννης, δεν αναγνωρίζουν τις πραγματικές διαστάσεις των προβλημάτων που μας οδήγησαν εδώ που βρισκόμαστε τώρα και αμφισβητούν τα στοιχεία για την υπερχρέωση της χώρας που επικαλείται ο υπουργός Οικονομικών και είναι επικυρωμένα από την Ευρωπαϊκή Ένωση και αποτυπωμένα στον προϋπολογισμό που ψήφισε η παρούσα Βουλή –και άρα και ο γραμματέας της ΝΔ-, δεν μπορεί να υπάρξει ελπίδα ανάκαμψης.
            Όσο δεν λύνονται αυτά τα ζητήματα, όχι απαραίτητα για να καταλογιστούν οι ευθύνες ενός εκάστου (που και αυτό είναι αναγκαίο), αλλά, κυρίως, για να εξαχθούν τα σωστά συμπεράσματα και να μην επαναληφθούν τα ίδια λάθη, στο δημόσιο διάλογο θα κυριαρχούν οι παραλυτικές θεωρίες συνωμοσίας που αποδίδουν τα πάντα στους «κακούς» ξένους που, τάχατες, επιβουλεύονταν το «οικόπεδο Ελλάς» και γι΄ αυτό μας έδιναν δανεικά με το… ζόρι.
Όσο παραμένουν εκκρεμότητες αυτού του είδους, θα βρίσκουν έδαφος οι… παραμυθίες ότι θα ξυπνήσουμε ένα πρωί και ένας «από μηχανής Θεός» θα εισβάλει στη σκηνή και θα μας φέρει πίσω μισθούς, συντάξεις, επιδόματα, δουλειά, επιχειρήσεις, περιουσίες, εθνική αξιοπρέπεια και ό,τι άλλο χάσαμε στη διάρκεια αυτής της αδυσώπητης και χωρίς ορατό τέλος υφεσιακής εξαετίας που βιώνουμε.
            Αν γινόταν το debate στη Συγγρού, που πρότεινε ο κ. Κεφαλογιάννης, και, ίσως ένα ανάλογο σε καθένα από τα άλλα κομματικά επιτελεία -της Κουμουνδούρου, βεβαίως, συμπεριλαμβανόμενης- ίσως να μην δινόταν η διάσταση που επιχειρούν ορισμένοι να δώσουν στην παραδοχή από το ΔΝΤ του λάθους υπολογισμού που έκαναν οι επιτελείς του στον - «φετιχοποιημένο», πλέον- πολλαπλασιαστή της ύφεσης.
Θα μπορούσε, πιθανότατα, το εξοντωτικά αυστηρό πρόγραμμα που εφαρμόστηκε, κατ΄ απαίτηση δανειστών και εταίρων, στη χώρα μας –η οποία, ας μην ξεχνάμε, είχε τη μεγαλύτερη υπερχρέωση στην Ευρώπη και, συνάμα, επί σειρά ετών τα υψηλότερα ελλείμματα τόσο στους προϋπολογισμούς της όσο και στο εμπορικό ισοζύγιό της- να ήταν ηπιότερο και να επεκτεινόταν (κάτι που -εν μέρει τουλάχιστον- ήδη έγινε) η περίοδος εφαρμογής του.
  Από εκεί, όμως, μέχρι του σημείου να καλλιεργούνται προσδοκίες για επιστροφή στο… 2008 ή μάλλον στο 2007 (αφού το 2008 είχε αρχίσει η ύφεση), η απόσταση είναι τεράστια και δεν δικαιολογεί καμία αυταπάτη ότι οσονούπω θα αποκατασταθούν συντάξεις, μισθοί και άλλα εισοδήματα ή ότι θα γίνουν νέες προσλήψεις στο δημόσιο και γενικώς θα είναι όλα ωραία και καλά. 
Όσο, λοιπόν, οι «ταγοί» αυτού του τόπου αδυνατούν να συνεννοηθούν στα στοιχειώδη και, αντί να ανασκουμπωθούν και να κοιτάξουν πως θα βάλουν επιτέλους φρένο στην ύφεση, εξακολουθούν να εμφορούνται από τις παραδοσιακές νοοτροπίες του να προσπαθεί ο ένας να φορτώσει στον άλλο την ευθύνη για τα οικονομικά ερείπια που κάθε μέρα που περνάει πολλαπλασιάζονται γύρω μας, όχι στο 2007 δεν θα επιστρέψουμε, αλλά πιο πιθανό είναι να πάμε πίσω στο… 1947!    
Γι΄ αυτό το debate που δεν έγινε στη Συγγρού επιμένω ότι ήταν μια ακόμη χαμένη ευκαιρία για να «κλείσουμε παλαιούς λογαριασμούς» και να πούμε «φτου και από την αρχή». Ευελπιστώ όχι η τελευταία…
(Δημοσιεύθηκε στο www.protothema.gr στις 14.2.2013)

Τετάρτη 18 Ιουλίου 2012

Μάχες οπισθοφυλακών με… εισαγωγή φακής

            Η απάντηση στο ερώτημα που από πολλές πλευρές τίθεται αν η κρίση έφερε το μνημόνιο, όπως επιμένουν αρκετοί, πρωτίστως από την κυβερνητική πλευρά, ή το αντίθετο, όπως ισχυρίζονται άλλοι, κυρίως από τις τάξεις της αντιπολίτευσης, δίνεται, νομίζω, από το πρωτοσέλιδο της εφημερίδας «Τα Νέα», την περασμένη Δευτέρα, για «τα χαμένα δισεκατομμύρια της ανάπτυξης».
            Ένας πακτωλός χρημάτων που φθάνει τα 90 δισ. ευρώ εισέρευσε την τελευταία εικοσαετία στη χώρα με τα τρία διαδοχικά Κοινοτικά Πλαίσια Στήριξης, αλλά και το εν εξελίξει ΕΣΠΑ, που κατευθύνθηκαν, σχεδόν εξ ημισείας, σε αγροτικές ενισχύσεις και σε διαρθρωτικές δράσεις.
Τα υπέρογκα αυτά ποσά, στην πρώτη, τουλάχιστον, περίπτωση, αυτή των γεωργικών ενισχύσεων, προκάλεσαν τα αντίθετα από το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα, καθώς το γεωργικό εισόδημα, όπως αναγνώρισε προ ημερών στη Βουλή ο αρμόδιος υπουργός Αθ. Τσαυτάρης, «βαίνει διαρκώς μειούμενο», παρά τις θηριώδεις επιδοτήσεις που, προφανώς, αντί για νέες επενδύσεις στη γεωργία, διοχετεύτηκαν στην εισαγόμενη κατανάλωση.
«Μια γεωργία με αυτάρκεια έγινε ελλειμματική», πρόσθεσε ο υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης, στην ομιλία του κατά τη συζήτηση στη Βουλή επί των προγραμματικών δηλώσεων, επισημαίνοντας ότι «το εμπορικό ισοζύγιο των αγροτικών μας προϊόντων γίνεται τα τελευταία χρόνια σταθερά αρνητικό, με τις εισαγωγές αγροτικών προϊόντων να κοστίζουν περί τα 6,5 δισ., ενώ οι εξαγωγές μας είναι 4,5 δισεκατομμύρια».
«Έτσι, μία χώρα που θέλετε να λέγεται γεωργική, πέρσι κατανάλωσε έντεκα χιλιάδες οκτακόσιους τόνους φακής εκ των οποίων οι έντεκα χιλιάδες διακόσιοι ήταν εισαγωγής» (!), ήταν το χαρακτηριστικό παράδειγμα που έφερε ο κ. Τσαυτάρης, ο οποίος έκανε λόγο για «ένα γιγάντιο έλλειμμα κυρίως στη ζωική παραγωγή και στα προϊόντα της, με εξαίρεση, ίσως, την ιχθυοπαραγωγή».
 Αλλά και στον τομέα των διαρθρωτικών δράσεων, μπορεί από τους κοινοτικούς πόρους να χρηματοδοτήθηκαν ορισμένα μεγάλα αναπτυξιακά έργα, όπως, επί παραδείγματι, η Εγνατία ή το λιμάνι της Ηγουμενίτσας στην περιοχή μας, αλλά συνολικά κι εδώ τα αποτελέσματα είναι δυσανάλογα λιγότερα από εκείνα που δικαιολογούν τα διατεθέντα ποσά.
            Και να σκεφθεί κανείς πως ένα μεγάλο μέρος των κονδυλίων που ήταν στη διάθεσή μας δεν μπορέσαμε να τα απορροφήσαμε, ελλείψει των κατάλληλων προγραμμάτων, κάτι που ισχύει και για το ΕΣΠΑ, που «τρέχει» με πολύ αργούς ρυθμούς, παρόλο που, λόγω της κρίσης, οι ευρωπαίοι εταίροι μας αύξησαν από 75% σε 95% το ποσοστό της κοινοτικής συμμετοχής.
            Σε μια δύσκολη περίοδο που η παρατεταμένη ύφεση τρώει τις σάρκες της χώρας, η εκτίναξη της ανεργίας δημιουργεί κοινωνικό κομφούζιο και η αγορά ασφυκτιά από την έλλειψη ρευστότητας, τα κοινοτικά κονδύλια, όταν δεν κατασπαταλούνται σε αντιπαραγωγικά έργα, «λιμνάζουν» επειδή δεν υπάρχουν οι κατάλληλοι μηχανισμοί του κράτους που θα επιταχύνουν την απορροφητικότητά τους και θα οδηγήσουν στην επανεκκίνηση των μεγάλων αναπτυξιακών έργων.
Οι ευρωπαίοι αξιωματούχοι που έχουν εμπλακεί στην υπόθεση, μέσω της ομάδας δράσης που συγκρότησε η Κομισιόν, σηκώνουν πολλές φορές ψηλά τα χέρια από τον κυκεώνα μπροστά στον οποίο βρίσκονται με τη γραφειοκρατία, την περιπλοκή με τα ιδιοκτησιακά δικαιώματα και τόσα άλλα εμπόδια που τίθενται και τα οποία, πάντως, δεν έχουν σχέση με το μνημόνιο.
            Την ίδια ώρα, ο δημόσιος διάλογος στη χώρα μας μονοπωλείται σχεδόν από τη συζήτηση εάν θα γίνει η περιβόητη επαναδιαπραγμάτευση και θα μας δοθεί ή όχι παράταση στην εφαρμογή του δημοσιονομικού προγράμματος, λες και αυτή είναι η μόνη παράμετρος που θα μας βγάλει από το φαύλο κύκλο της ύφεσης.
            Η επιμονή αυτή, δεν είναι τίποτε άλλο από μια μάχη οπισθοφυλακής που, δυστυχώς, ακόμη και εάν επιτευχθεί δεν πρόκειται να λύσει το βασικό πρόβλημα της χώρας που είναι η παραγωγική αποσάρθρωση, όπως αποτυπώνεται στα προαναφερθέντα στοιχεία για την κατάσταση που επικρατεί στον αγροτικό τομέα και φοβούμαι ότι χρόνο με το χρόνο θα γίνεται χειρότερη.

*Ο Γρηγόρης Τζιοβάρας είναι δημοσιογράφος, περιφερειακός σύμβουλος Θεσπρωτίας στο πρώτο αιρετό Περιφερειακό Συμβούλιο Ηπείρου. Η αρθρογραφία του (ανα)δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα: http://topikakaiatopa.blogspot.com.

Τετάρτη 18 Απριλίου 2012

Αλήθεια ή... κοβάλτιο;


          Μέσα σε ένα πολλαπλώς νεφελώδες τοπίο οδηγούμαστε στις κάλπες της 6ης Μαΐου, οι οποίες, σύμφωνα με το στερεότυπο του... συρμού, συνιστούν την πλέον κρίσιμη εκλογική αναμέτρηση της μεταπολιτευτικής περιόδου.
          Προσπερνώντας, ωστόσο, τα συνήθη κλισέ που χρησιμοποιούν στη δική τους αργκό οι πολιτικοί αναλυτές περί της κρισιμότητας της επιλογής των πολιτών, αν υπάρχει, κατά τη δική του προαίρεση, ένα διαφοροποιό στοιχείο σε αυτή την αναμέτρηση, δεν είναι άλλο από το τέλος της μεγάλης αυταπάτης που θα επέλθει την επαύριο αυτών των εκλογών.
          Όποια και αν είναι, εν τέλει, η επικείμενη λαϊκή ετυμηγορία, το μόνο βέβαιο είναι ότι στις 7 Μαΐου, ο τόπος θα πρέπει να κυβερνηθεί. Και βασική προτεραιότητα της κυβέρνησης που θα επιλέξει ο ελληνικός λαός θα έχει την ομαλή προσγείωση στην πραγματικότητα μιας δυσμενούς κατάστασης. Μια πραγματικότητας που το πρώτο βήμα για να αρχίζει να αλλάζει είναι η αναγνώριση και η συλλογική συνειδητοποίησή της. Να την κοιτάξουμε, δηλαδή, κατάματα και χωρίς παραμορφωτικούς -κομματικούς ή άλλους- φακούς.
          Δυστυχώς, όμως, αυτή την αναγκαιότητα, υπάρχουν ακόμη πολιτικές και κοινωνικές δυνάμεις που -ηθελημένα ή αθέλητα- αρνούνται να την παραδεχτούν, πιστεύοντας, ή παριστάνοντας ότι πιστεύουν, πως τα τελευταία δυο χρόνια ζούμε απλώς ένα κακό όνειρο, έναν εφιάλτη από τον οποίο θα ξυπνήσουμε και, αίφνης, θα επιστρέψουμε στην προ του 2008 κατάσταση, απαλλαγμένοι δια μιας από τις βασανιστικές επιπτώσεις της πενταετούς εξουθενωτικής ύφεσης.
          Σε αυτού του είδους τις ψευδαισθήσεις αποφασιστικά συμβάλλει ο πολιτικός λόγος της ευκολίας που από πολλές πλευρές εκπέμπεται (και) σε αυτή την προεκλογική περίοδο από κόμματα και πολιτικούς που εξακολουθούν να πολιτεύονται με τον παραδοσιακό τρόπο της υπεσχεσιολογίας και της καλλιέργειας ψευδών εντυπώσεων τόσο για τα αίτια της κρίσης όσο και για το τι απαιτείται να γίνει για να την ξεπεράσουμε.
          Αναρωτιέμαι, ειλικρινά, πως μπορει να συνειδητοποιηθεί η πραγματική κατάσταση και να αρχίσει η περιβόητη επανεκκίνηση,  όταν, για παράδειγμα, πολιτικός ηγέτης που φιλοδοξεί να ηγηθεί του επόμενου κυβερνητικού σχήματος, απειλώντας, μάλιστα, ότι θα οδηγήσει τη χώρα σε επαναλαμβανόμενες εκλογικές αναμετρήσεις αν οι πολίτες δεν του δώσουν άμεσα την ευκαιρία, δηλώνει ότι η λύση για την οικονομική υπανάπτυξη θα έρθει μέσα από την εξόρυξη πετρελαίου, χρυσού και κοβαλτίου...
          Το ζήτημα των πιθανών πλουτοπαραγωγικών πηγών που, ενδεχομένως, κρύβει το υπέδαφος της χώρας, είναι από τις χαρακτηριστικότερες αυταπάτες που καλλιεργούνται από τις δυνάμεις του λαϊκισμού και της ευκολίας, οι οποίες κλείνουν πονηρά  το μάτι στους πολίτες, αφήνοντας να εννοηθεί πως όλα θα είναι εύκολα όταν θα έρθουν οι ίδιοι στην εξουσία.
          Ενώ είναι γνωστό ότι οι εικασίες αυτές διαθέτουν από ελάχιστη έως ανύπαρκτη επιστημονική βάση, και, σε κάθε περίπτωση, είναι ζητήματα που για να αποδώσουν χρειάζονται χρόνο και κεφάλαια, έχουν λάβει μυθικές διαστάσεις, τροφοδοτώντας τη φαντασία κυρίως των συμπολιτών μας που αρέσκονται στις θεωρίες συνωμοσίας. Και, το τελευταίο διάστημα, υπό την επήρεια της δημιουργίας νέων σχηματισμών με ακραίο λαϊκιστικό χαρακτήρα, έχουν γίνει αντικείμενο εντονότατου ανταγωνισμού για τη διεκδίκηση της λαϊκής ψήφου.
          Το μεγάλο δυστύχημα είναι ότι αυτού του είδους οι εικοτολογίες, είτε αφορούν τα (υποτιθέμενα) πλούσια κοιτάσματα κοβαλτίου, όπως, άλλωστε και χρυσού, που, ως γνωστόν, όπου και αν ξεκίνησαν επενδύσεις, συνοδεύτηκαν από αντιδράσεις εκπροσώπων τοπικών κοινωνιών, είτε σχετίζονται με την, ακόμη πιο μυθολογικών διαστάσεων, υπόθεση της δικεδίκησης των γερμανικών επανορθώσεων, υιοθετούνται από δυνάμεις όχι μόνον του θεωρούμενου, έως πρόσφατα τουλάχιστον, πολιτικού περιθωρίου, αλλά και του λεγόμενου κυβερνητικού τόξου που θα κληθούν αύριο να αποτελέσουν μέρος της διακυβέρνησης.
          Με αυτά και με άλλα ηχηρά παρόμοια, όπως η αντιμνημονιακή υστερία που καλλιεργήθηκε επί ενάμισι χρόνο πριν από τον σχηματισμό της κυβέρνησης Παπαδήμου, οι σκεπτόμενοι πολίτες αποστρέφονται την πολιτική, ενώ και εκείνοι που εξακολουθούν να τείνουν ευήκοον ους είναι βέβαιο ότι εκπαιδεύονται με τρόπον τέτοιον που απογοτευμένοι θα δυσκολευθούν να προσαρμοστούν στη δύσκολη μετεκλογική πραγματικότητα.
          Γι' αυτό και θεωρώ πως τα κόμματα που έχουν πραγματικό ενδιαφέρον για την διακυβέρνηση, πρώτιστο καθήκον στο διάστημα που απομένει έως τις εκλογές έχουν να πουν την αλήθεια για τα μεγάλα προβλήματα οργάνωσης που αντιμετωπίζει η χώρα τόσο σε ό,τι αφορά τον δημόσιο τομέα όσο και στον ιδιωτικό τομέα παραγωγής. Και, βεβαίως, να παρουσιάσουν εφικτές λύσεις για την αντιμετώπισή τους. Αυτό, κατά τη γνώμη μου, είναι το διακύβευμα αυτών των εκλογών και έτσι νομίζω ότι πρέπει ο καθένας μας να σταθμίσει την επιλογή του απέναντι και σε κόμματα και σε πρόσωπα.

*Ο Γρηγόρης Τζιοβάρας είναι δημοσιογράφος, περιφερειακός σύμβουλος Θεσπρωτίας στο νέο Περιφερειακό Συμβούλιο Ηπείρου. Η αρθρογραφία του (ανα)δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα: http://topikakaiatopa.blogspot.com.

Τρίτη 27 Μαρτίου 2012

Ο... τροχονόμος και τα προεκλογικά επιχειρήματα

Ορισμένοι συμπολίτες μας, όταν βλέπουν τροχονόμο σε ένα σημείο με μεγάλη κίνηση οχημάτων, σπεύδουν να βγάλουν το εύκολο συμπέρασμα ότι για το μποτιλιάρισμα και την επακόλουθη καθυστέρηση, ευθύνεται η παρουσία του οργάνου που ρυθμίζει την κυκλοφορία. Πρόκειται για κλασσική περίπτωση σύγχυσης ανάμεσα στο αίτιο και στο αιτιατό, που μαρτυρά αδυναμία αντίληψης του γεγονότος ότι, αν δεν υπήρξε πρόβλημα, δεν θα χρειαζόταν η παρουσία του τροχονόμου, αφού η κίνηση θα διεξαγόταν ομαλά.
Κάπως έτσι θεωρώ ότι έχουν τα πράγματα με την προπαγανδιστική τακτική που ακολουθούν αρκετοί από τους αντιμνημονιακούς κήνσορες, τόσο τους πρώιμους, προερχόμενους από το χώρο της ΝΔ, και τώρα «μεταμεληθέντες», όσο και τους διαχρονικούς αρνητές της υπαρκτής ελληνικής οικονομικής πραγματικότητας.  Και οι μεν και οι δε, επιχειρώντας να συνδέουν την υπογραφή του μνημονίου και την έλευση της τρόικας στην Ελλάδα με την δεινή οικονομική κρίση που βιώνουμε, οδηγούνται στο πρόχειρο συμπέρασμα ότι η τελευταία είναι το αποτέλεσμα και όχι το αίτιο για την εδώ παρουσία των εκπροσώπων των δανειστών.
 Δεν θέλει, νομίζω, μεγάλη φιλοσοφία για να αντιληφθεί κανείς πόσο απολύτως λανθασμένο είναι ένα τέτοιο συμπέρασμα. Αρκεί να ρίξει μια ματιά στα οικονομικά στοιχεία, όπως αυτά διαμορφώθηκαν, τουλάχιστον, κατά την τελευταία δεκαετία. Την περίοδο αυτή, η Ελλάδα βρέθηκε να έχει καταρρίψει, ταυτοχρόνως, όλα τα ευρωπαϊκά, αν όχι και παγκόσμια,  ρεκόρ στον δημοσιονομικό εκτροχιασμό, στην εκτίναξη του δημοσίου χρέους και –κυρίως- στο έλλειμμα του εμπορικού της ισοζυγίου. Και άλλες χώρες είχαν προβλήματα, αλλά καμία δεν τα είχε όλα μαζί και σε αυτή την έκταση.
Με αφορμή την Εξεταστική Επιτροπή για τα στατιστικά στοιχεία του ελλείμματος που έχει συγκροτηθεί στη Βουλή, χωρίς τη συμμετοχή της ΝΔ, παρακολουθώ με ενδιαφέρον τις «φιλότιμες» προσπάθειες που καταβάλουν για να υπερασπιστούν τη θητεία τους στελέχη της «γαλάζιας» διακυβέρνησης, όπως ο τελευταίος υπουργός Οικονομίας και Οικονομικών της Γιάννης Παπαθανασίου. Και, κυρίως, την εμμονή τους να αποποιούνται των ευθυνών τους για το γεγονός ότι, παρά τον υπερβολικό δανεισμό στον οποίο κατέφυγαν και τις συνακόλουθα υψηλές δημόσιες δαπάνες, η ελληνική οικονομία είχε ήδη εισέλθει, από το 2008, στη φάση της ύφεσης.
Κάνουν πως δεν καταλαβαίνουν, πως με αυτό το δεδομένο, μοιραία, στη συνέχεια, από το 2009 και έπειτα, η ύφεση εκτινάχθηκε, αφού τα δανεικά των προηγούμενων χρόνων δεν πήγαν σε παραγωγικές επενδύσεις, που θα ενίσχυαν την αναγκαία εξωστρέφεια της οικονομίας, αλλά σπαταλήθηκαν σε προεκλογικές παροχές, όπως –ποιος ξεχνά αλήθεια;-  τα μέτρα για την ενθάρρυνση, μέσω επιδότησης (!), της αγοράς εισαγόμενων κλιματιστικών και μεγάλου κυβισμού αυτοκίνητων, τα οποία τώρα βγαίνουν μαζικά «στο σφυρί».
Με τέτοια οικονομική πολιτική, όμως, δε μπορούσε παρά οι στρόφιγγες του δανεισμού κάποια στιγμή να έκλειναν, αφού οι δανειστές, αργά ή γρήγορα, θα αντιλαμβανόταν ότι οι πιθανότητες να πάρουν τα χρήματά τους πίσω μειωνόταν. Όπως και έγινε, αφού η χώρα, ακόμη και αν δεν ήταν ήδη σε ύφεση, που σήμαινε απώλεια θέσεων εργασίας, αλλά και εισοδημάτων, δεν μπορούσε να τα βγάλει πέρα χωρίς νέα δανεικά, όταν μόνον το 2009 το δημοσιονομικό έλλειμμα, δηλαδή η απόκλιση εισπράξεων και πληρωμών του δημοσίου, ήταν πάνω από 32 δισ. ευρώ.  
Οι ισχυρισμοί πως δήθεν η κυβέρνηση που ανέλαβε τις τύχες της χώρας τον Οκτώβριο του 2009, «φούσκωσε» το έλλειμμα, τάχατες «για να πάμε στο μνημόνιο», δεν νομίζω ότι αντέχουν στην κοινή λογική. Ξέρετε εσείς καμία κυβέρνηση που να μη θέλει να μοιράζει λεφτά και να γίνεται ευχάριστη; Και, δυστυχώς, από αυτό το «αμάρτημα» δεν ξέφυγε ούτε η κυβέρνηση του Γιώργου Παπανδρέου, η οποία, ας μην ξεχνάμε, δύο μήνες μετά την έλευση στην εξουσία, μοίρασε –το μισό από το νομοθετικά θεσπισμένο, γιατί μετά προσγειώθηκε ανώμαλα στην πραγματικότητα- επίδομα αλληλεγγύης, αδιακρίτως και χωρίς κανένα έλεγχο κριτηρίων.
Επιστρατεύθηκε, πρόσφατα, μέχρι και ο ανεκδιήγητος πρώην επικεφαλής της Ελληνικής Στατιστικής Υπηρεσίας, που είχε γίνει διεθνώς περίγελως με τη «φαεινή ιδέα» που είχε συλλάβει, εισηγούμενος, επί της υπουργίας του Γιώργου Αλογοσκούφη, να αυξηθεί το Ακαθάριστο Εθνικό Προϊόν (ΑΕΠ), με συνυπολογισμό σε αυτό και των εσόδων από τη φοροδιαφυγή των εκδιδόμενων γυναικών (!), προκειμένου να στηριχθεί η απάτη με τα πλαστά στατιστικά στοιχεία, που ορισμένοι θέλουν να μας πείσουν ότι θα μπορούσε να διαιωνισθεί.     
Μόνον ως αστειότητες μπορούν, εξάλλου, να αντιμετωπιστούν οι ισχυρισμοί ότι δεν υπήρξε πρόνοια να επαναληφθεί το προηγούμενο του «εμπροσθοβαρούς» δανεισμού που έκανε η κυβέρνηση του Κώστα Καραμανλή, για να αποφευχθεί η προσφυγή στο ΔΝΤ. Ακόμη και αν είχε γίνει κάτι τέτοιο, αυτό που θα συνέβαινε θα ήταν η παράταση λίγων μηνών, αν όχι λίγων εβδομάδων και η περαιτέρω επιδείνωση της οικονομικής κατάστασης, λόγω της συνεχιζόμενης αμεριμνησίας.
Το γεγονός ότι, παρά την πρόσφατη αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους, το περίφημο PSI, μέσω του οποίου διεγράφησαν περισσότερα από 100 δισ. ευρώ, εξακολουθούμε και είμαστε μια από τις πλέον υπερδανεισμένες χώρες στην Ευρώπη, αρκεί, νομίζω, για να αντιληφθεί ο οποιοσδήποτε διαθέτει κοινή λογική ότι το μόνο που δεν χρειαζόταν η Ελλάδα στο τέλος του 2009 και στις αρχές του 2010 , ήταν ο επιπλέον δανεισμός.
Υπό άλλες συνθήκες, όλα αυτά μπορεί, ίσως, να είχαν μόνον ιστορική αξία και να μην μας απασχολούσαν στην παρούσα συγκυρία που το ζητούμενο είναι να ανασκουμπωθούμε και να δώσουμε τη μάχη για να ξεφύγουμε από την παγίδα της ύφεσης. Τα θέτω, όμως, με τούτο το σημείωμα, επειδή πιθανολογώ ότι θα βρεθούν στο επίκεντρο της προεκλογικής περιόδου που διανύουμε και πιστεύω ότι χρειάζεται να αποκρουστεί, ως επικίνδυνη, η επιχειρηματολογία που συγχέει, είτε σκόπιμα, είτε αθέλητα, τις αιτίες με τα αποτελέσματα.
 *Ο Γρηγόρης Τζιοβάρας είναι δημοσιογράφος, περιφερειακός σύμβουλος Θεσπρωτίας στο νέο Περιφερειακό Συμβούλιο Ηπείρου. Η αρθρογραφία του (ανα)δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα: http://topikakaiatopa.blogspot.com.

Τρίτη 20 Μαρτίου 2012

Τα μηνύματα της εσωκομματικής κάλπης

Οι χιλιάδες -πικραμένοι, στην πλειονότητά τους- πολίτες που συμμετείχαν στην εσωκομματική διαδικασία του ΠΑΣΟΚ, την περασμένη Κυριακή, απέδειξαν στην πράξη τις βαθιές ρίζες που διαθέτει στην ελληνική κοινωνία η μεγάλη δημοκρατική παράταξη, η οποία έδειξε τη δύναμή της και διέψευσε, για μια ακόμη φορά, όσους την είχαν «ξεγραμμένη».
Οι άνθρωποι, οι οποίοι –κατά τα ψέματα, από τη μέση ηλικία και πάνω οι περισσότεροι- άφησαν τους καναπέδες τους και προσήλθαν στην κάλπη, δεν ήταν ενθουσιασμένοι. Ήταν, αντιθέτως, πολύ προβληματισμένοι. Και στα πρόσωπά τους είχαν ζωγραφισμένη την αγωνία που τους διακατέχει για το μέλλον το δικό τους και των παιδιών τους, για την προοπτική του τόπου τους, για το «αύριο» της πατρίδας. Ανήκαν, ωστόσο, στη «σιωπηλή πλειοψηφία» που είχε ανάγκη να μιλήσει.
Ο νέος πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ Ευάγγελος Βενιζέλος σωστά, κατά την άποψή μου, χαρακτήρισε το όλο εγχείρημα ως «άσκηση πολιτικής και οργανωτικής ετοιμότητας», κατά την οποία «οι ίδιοι οι πολίτες μάς είπαν ότι η δημοκρατική προοδευτική  παράταξη βρίσκεται και θα βρίσκεται στο επίκεντρο της πολιτικής ζωής».
Αναμφίβολα, με εξαίρεση αυτή καθεαυτή τη συμμετοχή, μεγάλος νικητής δεν υπήρξε από αυτή τη διαδικασία. Υπήρξαν, ωστόσο, μεγάλοι ηττημένοι. Ηττήθηκαν οι ρηχές αναλύσεις με τα «εσχατολογικά» σενάρια για το «τέλος της ιστορίας», οι «επιδερμικές» προσεγγίσεις για τις πολιτικές μετατοπίσεις και η υπερεκτίμηση των πρόσκαιρων εντυπώσεων από τις «ανατροφοδοτούμενες» δημοσκοπικές –δήθεν- έρευνες.
Το φαινόμενο της, τηρουμένων των αναλογιών, μαζικής συμμετοχής των φίλων της δημοκρατικής παράταξης, σίγουρα δεν επιδέχεται διθυραμβικές ερμηνείες από τη νέα ηγεσία του ΠΑΣΟΚ, η οποία απαιτείται να μελετήσει σοβαρά τα «μηνύματα» της κάλπης, να λάβει σοβαρά υπόψη της τις οργανωτικές αδυναμίες και την κοινωνική -κυρίως δε την ηλικιακή- διαστρωμάτωση όσων συμμετείχαν, αλλά και εκείνων που απείχαν.
Μεγάλο μέρος των πολιτών που υφίστανται στο πετσί τους τις βαριές συνέπειες της κρίσης, εξακολουθούν να εναποθέτουν τις ελπίδες τους για την οικονομική ανάκαμψη και την αναγκαία επανεκκίνηση της ελληνικής κοινωνίας προς την πρόοδο και την ευημερία στη δημοκρατική παράταξη, που υπήρξε πάντοτε παράγων αλλαγής και, με όλα τα λάθη και τις παραλείψεις των στελεχών της, παραμένει η σταθερά που εμπνέει, που καθοδηγεί και δημιουργεί την ελπίδα για έξοδο από την κρίση. 
«Ο λαός θέλει να ξέρει την αλήθεια. Να υπάρχει ειλικρινής και καθαρή πολιτική γραμμή», διεκήρυξε ο κ. Βενιζέλος, προσθέτοντας: «Ο λαός θέλει ισχυρή προοδευτική διακυβέρνηση, ικανή να διαχειριστεί την κρίση, να διαπραγματεύεται με επιτυχία στην Ευρώπη, να οργανώσει το μέλλον της πατρίδας μέσα από την οικονομική ανάπτυξη, την κοινωνική δικαιοσύνη και την πολιτική σταθερότητα».
Ο νέος πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ ανέλαβε, κατά τα λεγόμενά του, την ευθύνη να ηγηθεί «μιας συλλογικής προσπάθειας που δεν αφήνει απ' έξω κανέναν, κανέναν πρόθυμο, έτοιμο και ικανό να βοηθήσει στην ριζική ανανέωση, στην αναγέννηση της παράταξης και στο Εθνικό Σχέδιο Ανασυγκρότησης και Ανόρθωσης της Ελλάδας» που προτίθεται να καταρτίσει με τους συνεργάτες του.
Απαλλαγμένος, πλέον, από τα κυβερνητικά καθήκοντα του, στη διάρκεια των οποίων έφερε σε πέρας το μεγάλο ζήτημα της αναδιάρθρωσης του χρέους, της νέας δανειακής σύμβασης και του οικονομικού προγράμματος, ο κ. Βενιζέλος έχει μπροστά του το μεγάλο καθήκον να ξανακάνει το ΠΑΣΟΚ αξιόμαχο, να το «θωρακίσει» τόσο οργανωτικά, όσο και προγραμματικά.
Ο χρόνος που έχει στη διάθεσή του είναι ελάχιστος και αρκετά πιεστικός. Οι εκλογές που θα γίνουν σε λίγες εβδομάδες απαιτούν υπεύθυνη ηγεσία και ένα συνεκτικό και εφαρμόσιμο σχέδιο. Ένα σχέδιο που θα εγγυάται ότι η συνέχιση των αλλαγών και των μεταρρυθμίσεων, ο αγώνας για την πάταξη της διαφθοράς και η προσπάθεια για την αναδιάρθρωση του δημοσίου, θα συμβαδίζουν με μέτρα και πολιτικές για την ανακοπή της ύφεσης, την καταπολέμηση της ανεργίας και την καθιέρωση ενός «διχτυού» προστασίας των πραγματικά αδυνάτων.
Μόνον αν οι πολίτες πειστούν ότι υπάρχει τέτοιο σχέδιο, θα δικαιωθούν όσοι πίστεψαν στη δυναμική που δημιουργεί η αλλαγή στην ηγεσία της δημοκρατικής παράταξης και θα διατηρήσει το ΠΑΣΟΚ τον πρωταγωνιστικό ρόλο στο πολιτικό μας σύστημα.
*Ο Γρηγόρης Τζιοβάρας είναι δημοσιογράφος, περιφερειακός σύμβουλος Θεσπρωτίας στο νέο Περιφερειακό Συμβούλιο Ηπείρου. Η αρθρογραφία του (ανα)δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα: http://topikakaiatopa.blogspot.com.

Τρίτη 10 Ιανουαρίου 2012

Το χάσμα που κάνει αναγκαία τα δεκανίκια


Αρκετοί συνέλληνες, βοηθούντος και του άκρατου λαϊκισμού των μέσων ενημέρωσης, δυσκολεύονται ακόμη να κατανοήσουν πως και γιατί η χώρα –και μαζί της η πλειονότητα των πολιτών- βρέθηκε στη σημερινή οικονομικά δυσχερή θέση. Και, γι΄ αυτό, αρνούνται να αναγνωρίσουν την επαπειλούμενη καταβαράθρωση στα τάρταρα της άτακτης χρεοκοπίας και τη μεγαλύτερη φτώχεια που θα τη συνοδεύσει, εφόσον δεν καταφέρουμε να σταθούμε όρθιοι, υποβασταζόμενοι, δυστυχώς, από τα δεκανίκια της ξένης βοήθειας.
Μια ματιά, ωστόσο, στα αδυσώπητα στοιχεία που συνθέτουν το εμπορικό μας ισοζύγιο, αρκεί, θεωρώ, για να πείσει και τον πλέον αδαή περί τα οικονομικά για την πραγματική διάσταση του προβλήματος που μας έφερε εδώ που είμαστε και που θα συνεχίσει να μας κρατά δέσμιους από την ανάγκη των «δάνειων» δυνάμεων, είτε παραμείνουμε στο ευρώ, είτε –εκόντες, άκοντες- επιστρέψουμε στη δραχμή.
Από τα τελευταία δημοσιευμένα στοιχεία της ΕΛΛΣΤΑΤ που αφορούν τη σύγκριση του πρώτου δεκάμηνου των τριών τελευταίων χρόνων, χρόνων, μην ξεχνάμε, βαθύτατης ύφεσης και τρομακτικής μείωσης του διαθέσιμου εισοδήματος εργαζομένων και εργοδοτών, προκύπτει ανάγλυφα ο λόγος για τον οποίο έχουμε μεγάλο δρόμο ακόμη να διανύσουμε, προκειμένου να ορθοποδήσει η Ελλάδα και να στηριχθεί στις δικές της δυνάμεις.
Μπορεί τη χρονιά που έφυγε, οι εισαγωγές να μειώθηκαν κατά 12,4%, έναντι επίσης υποχώρησης της τάξης του 11,6% που είχε καταγραφεί το 2010, ενώ, την ίδια περίοδο, οι εξαγωγές να παρουσίασαν, πέρυσι, αύξηση κατά 11,7%, που προστέθηκε στην ανοδική, κατά 4,7%, πορεία, η οποία ξεκίνησε τον αμέσως προηγούμενο χρόνο, όμως, το έλλειμμα του εμπορικού μας ισοζυγίου παραμένει δυσθεώρητο.
Έτσι, από υπερτριπλάσιες που ήταν, το 2009, οι εισαγωγές, συγκρινόμενες με τις εξαγωγές, το 2010 είχαμε μια υποχώρηση του ελλείμματος κατά περίπου 20%, τάση που συνεχίστηκε καθοδική και το 2011, οπότε τα εισαγώγιμα από το εξωτερικό προϊόντα και υπηρεσίες βρέθηκαν να είναι… διπλάσια (!) από τα ελληνικά εξαγώγιμα.
Σε απόλυτους αριθμούς και χωρίς να συμπεριλαμβάνονται, για στατιστικούς λόγους, τα πετρελαιοειδή, το πρώτο δεκάμηνο του τελευταίου χρόνου, οι –μειωμένες- εισαγωγές έφθασαν σε 26,9 δισ. ευρώ, από 34,7 δισ. ευρώ  που ήταν το 2009, ενώ οι –αυξημένες- εξαγωγές στα 13,1 δισ. ευρώ, από 11,1 δισ. ευρώ, δύο χρόνια πριν, Αυτό μεταφράζεται σε έλλειμμα 13,8 δισ. ευρώ για το πρώτο δεκάμηνο του 2011, έναντι 23,5 δισ. ευρώ για το αντίστοιχο διάστημα του 2009.
Δεν χρειάζεται, νομίζω, να είναι κανείς οικονομολόγος ή να διαθέτει ειδικές γνώσεις για να αντιληφθεί πόσο προβληματική είναι μια χώρα όταν κάθε χρόνο η εθνική της οικονομία χρειάζεται για την επιβίωσή της να διαθέτει προς το εξωτερικό ένα πολύ μεγάλο μέρος του εγχωρίως παραγόμενου πλούτου. Στην περίπτωση της Ελλάδας, παλαιότερα, έφθασε ως τα 40 δισ. ευρώ ετησίως και τώρα εξακολουθεί να ξεπερνά τα 20 δισ. ευρώ το χρόνο, ποσό που αντιστοιχεί σχεδόν στο 10% του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος (ΑΕΠ).
Σε απλά λόγια, για κάθε 100 ευρώ που καταναλώνουμε ως Έλληνες, εμείς δουλεύουμε για τα 90, ενώ για τα άλλα 10 δίνουμε δουλειά σε κάποιους άλλους (Κινέζους, Γερμανούς, Άραβες, Αλβανούς, Ιάπωνες, Κορεάτες, κλπ). Τους οποίους εμμέσως (ξε-)πληρώνουμε δανειζόμενοι, είτε, παλαιότερα, από τις λεγόμενες «αγορές», είτε, τώρα, από την τρόικα και τον αποκαλούμενο μηχανισμό στήριξης που δημιουργήθηκε όταν οι πρώτες έκλεισαν τις στρόφιγγες, διαπιστώνοντας την αδυναμία επιστροφής των συσσωρευμένων δανεικών.   
Αν δεν θέλουμε, λοιπόν, να κοροϊδευόμαστε μεταξύ μας, μεταθέτοντας το μπαλάκι των ευθυνών ο ένας στον άλλο -αν ευθύνεται περισσότερο η ΝΔ ή το ΠΑΣΟΚ, οι εργαζόμενοι ή οι «καπιταλιστές», ο δημόσιος ή ο κρατικοδίαιτος ιδιωτικός τομέας- πρέπει να αναγνωρίσουμε το χάσμα αυτών των 20 δισ. ευρώ που χωρίζει την παραγωγική δυνατότητα της χώρας από τις καταναλωτικές της ανάγκες. Χάσμα, το οποίο, ακόμη και στάση πληρωμών να κάνουμε, θα χρειάζεται να καλυφθεί με εξωτερικό δανεισμό.
Θυμάμαι πριν από λίγα τον Γερμανό πρέσβη στην Αθήνα να διοργανώνει στην κατοικία του εκδήλωση για την παρουσίαση του καινούργιου μοντέλου μιας από τις αυτοκινητοβιομηχανίες της χώρας του. Την ίδια εποχή το «άνοιγμα» του -ακόμη ελληνικού- ΟΤΕ στα Βαλκάνια πολεμούνταν λυσσαλέα και η εξαγορά τουρκικής τράπεζας από την Εθνική γινόταν αντικείμενο μηνυτήριας αναφοράς στην εισαγγελία.
Με τέτοια… μυαλά, δεν είναι να απορεί κανείς για την σημερινή κατάσταση. Είναι, όμως, και να απορεί και να εξανίσταται κάθε εχέφρων πολίτης με όσους εξακολουθούν να ασχολούνται μόνον με τα συμπτώματα της κρίσης –τη μείωση των μισθών και των συντάξεων, επί παραδείγματι, ή την ακατάσχετη φοροεπιδρομή- και να αγνοούν τη γενεσιουργό αιτία της. Δηλαδή, την παντελή έλλειψη σχεδιασμού για ένα εξωστρεφές παραγωγικό οικονομικό μοντέλο που θα δίνει δουλειά σε περισσότερους Έλληνες.
*Ο Γρηγόρης Τζιοβάρας είναι δημοσιογράφος, περιφερειακός σύμβουλος Θεσπρωτίας στο νέο Περιφερειακό Συμβούλιο Ηπείρου. Η αρθρογραφία του (ανα)δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα: http://topikakaiatopa.blogspot.com.
           

Τρίτη 3 Ιανουαρίου 2012

Να αφήσουμε την αισιοδοξία ν΄ ανθίσει

 
Ιδιαίτερες, από κάθε άποψη, υπήρξαν οι φετινές «χρονιάρες» μέρες. Στα λιτά γιορτινά τραπέζια, στα μηνύματα των πολιτικών ηγεσιών, στις παρέες, ακόμη και στην ανταλλαγή των ευχών, πανταχού παρούσα ήταν η βαριά σκιά της παρατεταμένης κρίσης που ταλανίζει όλους μας, κρίση που αποτυπώνεται, κυρίως, στη γενικευμένη αβεβαιότητα που μας κατατρύχει και δεν αφήνει την αισιοδοξία να ανθίσει.
Είναι αλήθεια πως δεν ζούμε σε συνηθισμένους καιρούς. Βρισκόμαστε, αναμφίβολα, αντιμέτωποι με τη χειρότερη διεθνή και εγχώρια κρίση της μεταπολεμικής περιόδου. Ακόμη και οι παλιότερες γενιές που έζησαν πολύ πιο δύσκολες καταστάσεις από τη σημερινή, δείχνουν αμήχανες, καθώς το «αύριο» προβάλει τόσο αβέβαιο για όλους.
Η ελληνική κοινωνία δοκιμάζεται σκληρά. Τα εισοδήματα μειώνονται, η ανεργία αυξάνεται. Χιλιάδες οικογένειες βιώνουν δραματικά τις συνέπειες της κρίσης. Την ίδια ώρα –κι αυτό είναι ίσως το χειρότερο- περισσότεροι από ποτέ άλλοτε, τα τελευταία πολλά χρόνια, είναι οι Έλληνες που αγωνιούν για την προσωπική και οικογενειακή τους προοπτική.
Μέσα σε αυτή την ατμόσφαιρα, οι αφορμές για να αισιοδοξήσουμε δεν είναι πολλές. Το διεθνές σκηνικό βαραίνει από την ειδησεογραφία που θέλει παντού, τουλάχιστον στην Ευρώπη, να επιβάλλονται μέτρα δημοσιονομικής πειθαρχίας που βαθαίνουν την ύφεση: από την Ισπανία και την Πορτογαλία ως την Κύπρο, την Ιταλία, το Βέλγιο και τη Γαλλία.
Πολύ περισσότερο, όμως, είναι η κατάσταση που επικρατεί στη χώρα μας που δεν αφήνει περιθώρια για να ατενίσουμε το μέλλον με αισιοδοξία. «Μια πολύ δύσκολη χρονιά φεύγει», «μια πολύ δύσκολη χρονιά έρχεται», ανέφερε στο πρωτοχρονιάτικο μήνυμά του ο πρωθυπουργός Λουκάς Παπαδήμος, προειδοποιώντας πως «οι επόμενοι τρεις μήνες θα είναι ιδιαίτερα κρίσιμοι».
Εξήγησε ο κ. Παπαδήμος ότι οι αποφάσεις που θα ληφθούν αυτό το διάστημα «θα καθορίσουν την πορεία της Ελλάδας τις επόμενες δεκαετίες» και σωστά, κατά τη γνώμη μου, επεσήμανε πως «σήμερα αγωνιζόμαστε για να παραμείνει η πατρίδα μας στον πυρήνα της Ευρώπης, για να διασφαλίσουμε τη σταθερότητα, την ευημερία και τη δημοκρατία που κατακτήσαμε τα τελευταία 30 χρόνια».
Δεν ξέρω, ωστόσο, πόσοι από την υπόλοιπη ηγεσία της χώρας (και όχι κατ΄ ανάγκην μόνον την πολιτική), ενστερνίζονται τις δραματικές επισημάνσεις του πρωθυπουργού ότι «για να μην χάσουμε όσα κατακτήσαμε πρέπει να αλλάξουμε όλα όσα κάναμε λάθος: να εξυγιάνουμε το κράτος, να χτίσουμε την οικονομία μας σε στέρεες βάσεις, να την κάνουμε ξανά ανταγωνιστική».
Δεν είναι λίγοι, δυστυχώς, εκείνοι που θέλουν να πιστεύουν, ή προσπαθούν να μας πείσουν ότι πιστεύουν, πως αυτό που ζούμε δεν παρά ένα πρόσκαιρο κακό όνειρο, από το οποίο θα ξυπνήσουμε πολύ σύντομα και θα επιστρέψουμε εκεί που ήμασταν, στην αμεριμνησία του πρόσφατου παρελθόντος που όλα είχαν αφεθεί στην ευκολία του «αυτόματου πιλότου».
Η καθυστέρηση του ΠΑΣΟΚ να επιλύσει τα εσωτερικά του ζητήματα, που, καλώς ή κακώς, «άνοιξε» το ίδιο, η σπουδή της Νέας Δημοκρατίας να επιβάλει τις εκλογές, διαψεύδοντας στην πράξη τις διακηρύξεις ότι δεν «κοιμούνται αγκαλιά με το ημερολόγιο» και η αντίληψη σχηματισμών της παραδοσιακής Αριστεράς ότι βρισκόμαστε σε «προεπαναστατικές συνθήκες» και απομένει η «έφοδος στα θερινά ανάκτορα», ενισχύουν τις συνθήκες πολιτικής αστάθειας.
Η ατμόσφαιρα που δημιουργούν αυτές οι συνθήκες είναι ό,τι χειρότερο θα μπορούσε να συμβεί σε τούτες τις κρίσιμες περιστάσεις που έχουμε ανάγκη από ένα αρραγές εσωτερικό μέτωπο που να διαπραγματευθεί με τους εταίρους μας την, τόσο αναγκαία για την οικονομική μας επιβίωση, δανειακή σύμβαση που η υπογραφή της θα άρει ένα πολύ μεγάλο μέρος της αβεβαιότητας που μας κρατά καθηλωμένους.
Δε μου αρέσουν τα «τσιτάτα», αλλά θα κλείσω τούτο το σημείωμα με μια επιγραμματική φράση που αποδίδεται στον Ουίνστον Τσώρτσιλ. «Είμαι αισιόδοξος. Δεν φαίνεται να έχει καμιά χρησιμότητα να είμαι ο,τιδήποτε άλλο», έλεγε ο αποκαλούμενος και «πατέρας της νίκης» Βρετανός πρωθυπουργός. Και μάλλον είχε δίκιο…

*Ο Γρηγόρης Τζιοβάρας είναι δημοσιογράφος, περιφερειακός σύμβουλος Θεσπρωτίας στο νέο Περιφερειακό Συμβούλιο Ηπείρου. Η αρθρογραφία του (ανα)δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα: http://topikakaiatopa.blogspot.com.

Τετάρτη 28 Δεκεμβρίου 2011

Τι μας επιφυλάσσουν οι «δραχμολάγνοι»


Διαβάζω και ξαναδιαβάζω μια πρόσφατη συνέντευξη ενός από τους θεωρούμενους ως ιδεολογικούς «γκουρού» της ριζοσπαστικής  αριστερής σκέψης που ρέπει προς τη «δραχμολαγνεία» και ειλικρινά αναρωτιέμαι τι θα γινόταν αν τα ίδια πράγματα, που εκείνος περιγράφει ως συνέπειες από την (οικειοθελή, κατά τον ίδιο) έξοδο από το ευρώ και επιστροφή στο παλαιό μας νόμισμα, τα έλεγε ένας «κλασσικός» πολιτικός.

Θυμάμαι, για παράδειγμα, τις αντιδράσεις που προκλήθηκαν όταν, πριν από μερικούς μήνες, η Ελληνίδα Επίτροπος Μαρία Δαμανάκη προειδοποίησε για τα σενάρια έξωσης της χώρας από την ευρωζώνη που απεργάζονται κύκλο των Βρυξελλών, ή το σάλο που ξέσπασε όταν ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Θεόδωρος Πάγκαλος μίλησε για την –αλά Αργεντινή- επαπειλούμενη μαζική έφοδο του κοινού στις τράπεζες, έπειτα από μια ενδεχόμενη κυβερνητική απόφαση για στάση πληρωμών.

«Η έξοδος από το ευρώ θα µας βγάλει από την παγίδα της ΟΝΕ, θα τονώσει την εγχώρια παραγωγή και τις εξαγωγές, θα επιτρέψει την ανάκτηση ελέγχου στα εργαλεία οικονομικής πολιτικής», υποστηρίζει ο καθηγητής στη Σχολή Ανατολικών και Αφρικανικών Μελετών (SOAS) του Πανεπιστημίου του Λονδίνου Κ. Λαπαβίτσας, «οικονομολόγος από τον χώρο της ριζοσπαστικής Αριστεράς», όπως προσδιορίζεται από την εφημερίδα («Βήμα», 27/11/2011) που φιλοξένησε συνέντευξή του, το περιεχόμενο της οποίας δεν διαφέρει από άλλες δημόσιες παρεμβάσεις του ίδιου και άλλων ομοϊδεατών του.

«Βραχυπρόθεσμα θα είναι οικονομικό σοκ, αλλά προσφέρει την προοπτική ταχείας ανάκαμψης», διευκρινίζει ο ίδιος και κατόπιν εξηγεί με -μάλλον σκόπιμες- γενικότητες τη μορφή που θα λάβει αυτό το «οικονομικό σοκ». Παρά ταύτα, όμως, τα λόγια του είναι, νομίζω, αποκαλυπτικά για τις συνέπειες που θα επέλθουν από αυτό που περιγράφεται ως «αθέτηση πληρωμών µε λογιστικό έλεγχο και επιβολή όρων στους δανειστές»!

«Θα πρέπει αμέσως να τεθούν οι τράπεζες υπό δημόσια ιδιοκτησία µε εγγύηση των καταθέσεων. Παράλληλα θα ανασταλούν οι δραστηριότητές τους για μερικές ημέρες. Όταν θα ξανανοίξουν, θα έχουν ήδη μετατρέψει καταθέσεις αλλά και δάνεια που υπόκεινται στην ελληνική νομοθεσία από ευρώ σε νέα δραχμή. Θα χρειαστεί χρόνος για να αλλάξουν οι λογιστικές διαδικασίες, να προγραμματιστούν τα ΑΤΜ και να εκτυπωθεί επαρκές νέο νόμισμα», είναι η «συνταγή» που προκρίνει ο ριζοσπάστης οικονομολόγος.

«Στην πράξη θα έχουμε παράλληλη κυκλοφορία ευρώ και νέας δραχμής για ένα διάστημα. Αν το κράτος δείξει αποφασιστικότητα, συλλέγει φόρους και κάνει πληρωμές στη νέα δραχμή, το ευρώ θα εξαλειφθεί σύντομα από την κυκλοφορία», εκτιμά ο κ. Λαπαβίτσας, ο οποίος προφανώς θεωρεί ότι η αδυναμία συλλογής φόρων δεν οφείλεται παρά στην έλλειψη αποφασιστικότητας, η οποία θα αποκατασταθεί μόλις… αλλάξουμε νόμισμα.

Εκτός, όμως, του ότι δεν θα μπορούμε, για άγνωστό διάστημα, να κάνουμε αναλήψεις των –κατά τα άλλα εγγυημένων- καταθέσεων μας, η κατάσταση στη χώρα θα είναι, κατά τα λοιπά, «ρόδινη»; Μάλλον όχι, μας λέει ο κ. καθηγητής, αφού αναγνωρίζει –με τα δικά του λόγια- ότι «τους πρώτους μήνες θα υπάρξουν προβλήματα στο πετρέλαιο, στα φάρμακα και στα τρόφιμα».

Για τον εφοδιασμό με πετρέλαιο δεν προτείνει, πάντως, την δωρεάν διανομή από τον Ούγκο Τσάβες, όπως είχε προ ολίγων ετών υποσχεθεί στους κατοίκους της Καισαριανής ο Αλέξης Τσίπρας και ο τότε δήμαρχος του αθηναϊκού προαστείου. Ίσως, γιατί, κατά την άποψή του, «η παραγωγή ενέργειας μπορεί να καλυφθεί από εγχώριες πηγές». Δεν προσδιορίζει, όμως, ποιες είναι αυτές. Ούτε εξηγεί γιατί, εφόσον υπάρχουν τέτοιες πηγές (όπως, άλλωστε, «φαντασιώνονται» αρκετοί συνωμοσιολόγοι σε αυτή τη χώρα), δεν τις εκμεταλλευόμαστε τώρα. Μας εμποδίζει, άραγε, το ευρώ να… φορέσουμε κελεμπίες;

Η συνέχεια, όμως, είναι, νομίζω, πιο ενδιαφέρουσα: «Για τα άλλα αγαθά θα χρειαστεί να γίνουν διμερείς συμφωνίες µε χώρες παραγωγούς», μας λέει ο ριζοσπάστης οικονομολόγος. Δεν το λέει ευθέως, αλλά έχει, μάλλον, κατά νου το περίφημο «κλήριγκ» που εφαρμόστηκε την περίοδο του Μεσοπολέμου, όταν οι διεθνείς συναλλαγές -στην Ελλάδα, αλλά και αλλού- διεξάγονταν με διακρατικές συμφωνίες που ισοσκέλιζαν το κόστος των εισαγωγών με αντίστοιχο όγκο εξαγωγών. Παραλείπει, ωστόσο, να μας αποκαλύψει τι περισσότερο –και, κυρίως, πότε- θα μπορέσουμε να εξάγουμε για να καλύψουμε τα σημερινά μεγάλα ελλείμματα του ισοζυγίου πληρωμών που μας κατατρύχουν από την εποχή ακόμη που είχαμε την παλαιά δραχμή.

Μας προδιαθέτει, βεβαίως, κάπως για τη δυσκολία του εγχειρήματος, καθώς προσθέτει: «Θα πρέπει επίσης να ληφθούν διοικητικά μέτρα προσαρμογής της κατανάλωσης για να στηριχτούν τα λαϊκά στρώματα», φράση που παραπέμπει ευθέως στη διανομή τροφίμων με το «δελτίο», κατάσταση που η χώρα έχει να ζήσει από την περίοδο της Κατοχής. «Η κατάσταση θα βελτιωθεί σύντομα καθώς θα τονώνεται η εγχώρια παραγωγή και θα μειώνεται το εξωτερικό έλλειμμα», καταλήγει ο κ. Λαπαβίτσας.

Ένοιωσα την ανάγκη να ασχοληθώ με τις απόψεις του, επειδή πιστεύω ακράδαντα πως το διακύβευμα της –από πολλές πλευρές- δύσκολης περιόδου που διάγουμε είναι η παραμονή μας ή όχι στο ευρώ. Είναι ένα ζήτημα που αφορά όλους μας. Και γι΄ αυτό θα πρέπει να ξέρουμε τι μας επιφυλάσσουν οι «δραχμολάγνοι», είτε κίνητρό τους είναι το συμφέρον, είτε η –εξίσου επικίνδυνη- δογματική εμμονή σε αντιευρωπαϊκά ιδεολογήματα.

*Ο Γρηγόρης Τζιοβάρας είναι δημοσιογράφος, περιφερειακός σύμβουλος Θεσπρωτίας στο νέο Περιφερειακό Συμβούλιο Ηπείρου. Η αρθρογραφία του (ανα)δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα: http://topikakaiatopa.blogspot.com.

Τρίτη 13 Δεκεμβρίου 2011

H ευρω-πειθαρχία και…τα σκόρδα made in China

Περισσότεροι από κάθε άλλη φορά ήταν φέτος, για ευνόητους λόγους, οιιδιοκτήτες ελαιοπερίβολων στην περιοχή της Θεσπρωτίας που άφησαν για λίγες μέρες την αστική βολή και πήγαν στα χωριά τους για να μαζέψουν οι ίδιοι τις ελιές και να εξασφαλίσουν το λάδι της χρονιάς και ενδεχομένως ένα μικρό πρόσθετο εισόδημα. Ο παρατεταμένα ήπιος φθινοπωρινός καιρός διευκόλυνε τις εργασίες της συγκομιδής και, παρά την πρωτοφανή ανομβρία, η σοδειά ήταν καλή.
Σε αρκετούς, ωστόσο, ακόμη και μικροϊδιοκτήτες, που άφηναν πίσω τους το ελαιοτριβείο, φορτωμένοι με ποσότητες λαδιού που ξεπερνούσαν τις οικογενειακές τους ανάγκες, η ικανοποίηση από την καλή σοδειά, αλλά και τη συμμετοχή σε μια δημιουργική διαδικασία, μετριαζόταν, όπως διαπίστωσα προσωπικά, από τον προβληματισμό για τη διάθεση της πλεονάζουσας παραγωγής, για την οποία είχαν ήδη πληρωθεί σημαντικά έξοδα, κυρίως σε εργατικά.
Αν επιχειρήσει κανείς να αποτιμήσει σε οικονομικούς όρους το αποτέλεσμα της προσπάθειας, καταλήγει, δυστυχώς, στο συμπέρασμα ότι, ακόμη και η καλή φετινή σοδειά, δεν αρκεί για να καλυφθεί το κόστος και να προσδοκά κάποιος ένα μικρό κέρδος από τη συντήρηση του ελαιοπερίβολου, καθώς δεν υπάρχει αγορά που να απορροφά το ποιοτικό λάδι που παράγει η περιοχή μας και οι τιμές που διαμορφώνονται κάνουν οικονομικά ασύμφορη την όλη προσπάθεια.
Η απουσία μηχανισμών πιστοποίησης και πρωτοβουλιών τυποποίησης, είτε από δημόσιους, είτε από ιδιωτικούς φορείς, η έλλειψη οργανωμένων αγορών για την αυτόματη απορρόφηση και την εξαγωγή προϊόντων με αποδεδειγμένα υψηλή ποιότητα, δεν επιτρέπουν αισιοδοξία ότι η οικονομική κρίση, η οποία υποχρέωσε πολλούς από τους συμπατριώτες μας να θυμηθούν τους… ξεχασμένους ελαιώνες των χωριών, θα αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά με τέτοιες κινήσεις που είναι μεν προς την σωστή κατεύθυνση, αλλά μοιάζουν ατελέσφορες.
Είναι, βλέπετε, το γνωστό και πολυσυζητημένο σε αρκετές παρέες ζήτημα με τα σκόρδα made in China, που έχουν κατακλύσει τις ελληνικές αγορές, για το οποίο όλοι διαμαρτυρόμαστε, αλλά όταν το καλοεξετάσει κανείς σε βάθος, καταλήγει ότι είναι  ένα πραγματικό πρόβλημα από το οποίο δύσκολα θα μπορέσουμε να απαλλαγούμε, όση προτίμηση και αν είμαστε διατεθειμένοι να δείξουμε στην κατανάλωση ελληνικών προϊόντων.
Αν δεν θέλουμε να βαυκαλιζόμαστε, κοροϊδεύοντας τους εαυτούς μας με… κατάρες για τους «άλλους», που –πάντα- φταίνε, πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι τα κινέζικα σκόρδα, όπως και τόσα άλλα ασιατικής προέλευσης προϊόντα από αρκετούς τομείς της παραγωγικής δραστηριότητας, φθάνουν, δυστυχώς, στην Ελλάδα σε τόσο εξευτελιστικά χαμηλή τιμή που είναι σχεδόν αδύνατο να τα ανταγωνιστεί οποιοσδήποτε εγχώριος παραγωγός αποπειραθεί να καλλιεργήσει μέτριας κλίμακας εκτάσεις με το συγκεκριμένο προϊόν.
Μια πρώτη, πρόχειρη ίσως ανάγνωση αυτών των επισημάνσεων, θα μπορούσε να οδηγήσει κάποιον στο «εύκολο» -και απολύτως λανθασμένο- συμπέρασμα ότι πρέπει να παραδοθούμε αμαχητί στην πλημμυρίδα των εισαγόμενων από την Κίνα, ή όπου αλλού, προϊόντων που συνιστά, κατά τη γνώμη μου, το μέγιστο πρόβλημα που αντιμετωπίζει η χώρα μας, καθώς αυτή ακριβώς είναι, ακόμη και για τους μη οικονομολόγους, η ρίζα του υπερδανεισμού και της οικονομικής καχεξίας στην οποία έχουμε καθηλωθεί.
Είναι απίστευτο, αλλά συμβαίνει η Ελλάδα να εξακολουθεί να έχει τεράστιο έλλειμμα στο εμπορικό της ισοζύγιο, έπειτα από μια πενταετία βαθιάς ύφεσης, στη διάρκεια της οποίας οι εισαγωγές, που περιορίστηκαν κάπως, συνεχίζουν να είναι κατά πολύ μεγαλύτερες από τις πενιχρές εξαγωγές μας, οι οποίες αυξήθηκαν ελάχιστα, για λόγους που έχουν να κάνουν αφενός με το αναιμικό παραγωγικό μας μοντέλο και αφετέρου με το υψηλό κόστος παραγωγής των προϊόντων μας, αλλά και την έλλειψη οργάνωσης.
Όσο διαιωνίζεται αυτή η κατάσταση, όσο δεν υπάρχει οργάνωση και σχεδιασμός, όχι κατ΄ ανάγκην κεντρικός, καθώς το ελληνικό κράτος έχει αποδείξει την ανικανότητά του να σχεδιάζει, μπορεί, όμως, να συμβάλει αλλιώς, όπως, επί παραδείγματι, με την καταπολέμηση των γραφειοκρατικών εμποδίων, τα ελληνικά προϊόντα θα παράγονται με πολύ μεγάλο κόπο και, παρά ταύτα, θα μένουν αδιάθετα, επειδή, συν τοις άλλοις, δεν είναι ανταγωνιστικά.
Είναι αυτό ακριβώς που κάνει την Ελλάδα να είναι σε πολύ χειρότερη θέση από τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες που βρίσκονται αντιμέτωπες με την τρέχουσα χρηματοπιστωτική κρίση. Και αυτό, αν θέλετε, είναι που καθορίζει την προοπτική της στην ευρωζώνη και αυξάνει τους κινδύνους να μας δείξουν την πόρτα εξόδου κάποια στιγμή στο μέλλον, όχι και τόσο μακρινή πλέον με βάση τους -γερμανικού τύπου- κανόνες της ευρω-πειθαρχίας που επιβλήθηκαν στην τελευταία Σύνοδο Κορυφής.
Ας το πάρουμε,λοιπόν,απόφαση πως,για να παραμείνουμε στο ευρώ και να διατηρήσουμε, έστω,ένα μέρος από το υψηλό επίπεδο ευημερίας που είχαμε τα προηγούμενα χρόνια, δεν πρέπει να αρκεστούμε παθητικά στην επιβαλλόμενη δημοσιονομική πειθαρχία. Εκείνο που, κυρίως, απαιτείται είναι να αναπτύξουμε την παραγωγική μας βάση (τί και πώς μπορούμε να παράξουμε;), ενισχύοντας την εξωστρέφεια της οικονομίας μας, που αποτελεί τη μόνη ικανή και αναγκαία συνθήκη για να ξεφύγουμε από τη θανατηφόρα καθήλωση.
*Ο Γρηγόρης Τζιοβάρας είναι δημοσιογράφος, περιφερειακός σύμβουλος Θεσπρωτίας στο νέο Περιφερειακό Συμβούλιο Ηπείρου. Η αρθρογραφία του (ανα)δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα: http://topikakaiatopa.blogspot.com/.

Τρίτη 22 Νοεμβρίου 2011

Μύθοι και πραγματικότητες με αφορμή τη νέα κυβέρνηση

«Θα έπεφταν και τα τσιμέντα…», αν γινόταν γνωστό το παρασκήνιο που προηγήθηκε του σχηματισμού της νέας κυβέρνησης, έγραφε, προ ημερών, στην προσωπική του στήλη ένας από τους εκδότες που πρωταγωνίστησαν στην επιλογή  του νέου πρωθυπουργού και στην αναγκαστική στροφή που υποχρεώθηκαν να κάνουν οι αρχηγοί των δύο μεγάλων παρατάξεων, εγκαταλείποντας τους αρχικούς σχεδιασμούς να ηγηθεί του νέου σχήματος πολιτικό πρόσωπο και όχι ο τεχνοκράτης Λουκάς Παπαδήμος.
Η αμφίσημη αυτή έκφραση μπορεί να είναι ανοιχτή σε πολλές ερμηνείες, για τους γνωρίζοντες, όμως, συνιστά μια επιπλέον απόδειξη για το πόσο ευάλωτο είναι το εγχώριο πολιτικό σύστημα στα νέα δεδομένα που δημιούργησε η οικονομική κρίση, αλλά, συνάμα, και πόσο αδύναμο να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις των δύσκολων περιστάσεων που διέρχεται η χώρα και να πείσει την ελληνική κοινωνία για τις πραγματικές διαστάσεις των προβλημάτων, αλλά και τις εφικτές λύσεις που απαιτείται να δοθούν.
Στον Τύπο και στις τηλεοράσεις, πολύ περισσότερο δε στο διαδίκτυο, αλλά ακόμα και στο ίδιο το Κοινοβούλιο, διακινούνται διάφορες θεωρίες για το πώς οδηγηθήκαμε στην κυβέρνηση Παπαδήμου, με την πλειονότητά τους να διαπνέεται από ένα πνεύμα συνωμοσιολογίας, που θέλει ως αφανείς σκηνοθέτες άλλοτε τα εγχώρια οικονομικά συμφέροντα και άλλοτε κάποιες απροσδιόριστες διεθνείς δυνάμεις που βυσσοδομούν εναντίον μας.     
Αν και ήμουν από εκείνους που έχουν επιχειρηματολογήσει κατά της κυβερνητικής λύσης που δόθηκε (σε αυτή τη στήλη έχω γράψει επανειλημμένα εναντίον μιας τέτοιας προοπτικής,  όπως, π.χ., στις 17/5, υπό τον τίτλο «Μόνον η πολιτική μπορεί να δώσει λύσεις»), εν τούτοις, πιστεύω, πλέον, ότι η υποχρεωτική «συγκατοίκηση» του ετερόκλητου αυτού συνονθυλεύματος, υπήρξε μια «λυτρωτική» εξέλιξη, υπό την έννοια ότι συμβάλει στο να διαλυθούν ορισμένοι από τους μύθους που θεωρώ ότι, όπως ενδεικτικά καταγράφονται πιο κάτω, επιδρούν καθοριστικά στην αδυναμία ορθολογικής ανάλυσης της πραγματικότητας.
Μύθος πρώτος: Η κρίση προέκυψε επειδή η κυβέρνηση Παπανδρέου δεν δανείστηκε εγκαίρως, καθώς ήθελε να φέρει το ΔΝΤ. Το γεγονός και μόνον ότι η «τρόικα» καλείται επειγόντως να παράσχει συνδρομή σε σειρά ευρωπαϊκών χωρών, από την βιομηχανικά ισχυρή Ιταλία έως την μέχρι πρότινος  εμφανιζόμενη ως «εθνικά υπερήφανη» Ουγγαρία, κονιορτοποιεί κάθε τέτοιον ισχυρισμό. Εκτός αν πιστεύει κανείς ότι Ρώσοι και Κινέζοι ήταν διατεθειμένοι να δανείσουν την Ελλάδα και μόνον την Ελλάδα, αλλά επειδή εκείνη δε δέχτηκε την προσφορά, θύμωσαν και, παρά τα υψηλά επιτόκια που προσφέρονται, δεν δανείζουν κανέναν άλλο.
Μύθος δεύτερος: Το δημοψήφισμα που πρότεινε ο τέως πρωθυπουργός μείωσε την αξιοπιστία της χώρας και γι΄ αυτό ζητούν έγγραφες δεσμεύσεις για να πάρουμε την έκτη δόση. Όταν ο Γιώργος Παπανδρέου καλούσε τον αρχηγό της ΝΔ να πάνε μαζί στις Βρυξέλλες στις 26 Οκτωβρίου, ο Αντώνης Σαμαράς απαντούσε ότι δε μπορούσε «να συναινέσει στο λάθος», τώρα, όμως, που ζητείται η δική του συνυπογραφή (όπως, άλλωστε, έχει ήδη γίνει με ομολόγους του σε Πορτογαλία και Ιρλανδία), θεωρεί μείζονα στόχο της παρούσας κυβέρνησης την εκταμίευση της δόσης και την έγκριση των αποφάσεων της συνόδου Κορυφής.    
Μύθος τρίτος: Ο Παπαδήμος είναι ο άνθρωπος των τραπεζών που τον επέβαλαν για να σωθούν.  Ο σημερινός πρωθυπουργός –καλώς ή κακώς- εργάστηκε μόνο στον δημόσιο τομέα και από τις θέσεις που κατείχε συνήθως είχε ελεγκτικό ρόλο έναντι του ιδιωτικών τραπεζών. Επεσήμανε, βεβαίως, πρόσφατα κινδύνους για τις τράπεζες εξαιτίας του αυξημένου «κουρέματος», αλλά, ούτως ή άλλως, τον τρόπο με τον οποίο θα γίνει η επανακεφαλαιοποίησή τους –δηλαδή, αν θα έχουν προνομιούχες ή κοινές μετοχές, που θα έχουν επίπτωση στο ιδιοκτησιακό τους καθεστώς- ο βαρύνων λόγος ανήκει στο Κοινοβούλιο.  
Μύθος τέταρτος: Η Ευρώπη θα μας σώσει ούτως ή άλλως, για να αποφύγει τη μετάδοση της κρίσης σε όλη την ευρωζώνη. Η κρίση στην ευρωζώνη, δυστυχώς, επεκτείνεται και αυτό δεν είναι καλό, καθώς το «γενναιόδωρο» ευρωπαϊκό πακέτο που φτιάχτηκε ειδικά για μας, που είχαμε τα μεγαλύτερα προβλήματα, θα αποδειχθεί ανεπαρκές για τα συνολικότερα προβλήματα που αναδύονται, οπότε είναι πιθανό δεδομένα του σήμερα να αποτελέσουν σοβαρά ενδεχόμενα του κοντινού αύριο.   
Μύθος πέμπτος: Η έκδοση του ευρωομολόγου θα αντιμετωπίσει τις αδηφάγες αγορές και, ως «πανάκεια», θα μας απαλλάξει , μεταξύ άλλων, από τα άδικα «χαράτσια». Πλανώνται πλάνην οικτρά όσοι πιστεύουν ότι μια χώρα που μέχρι πρότινος δεν ήξερε πόσους μισθοδοτούσε το δημόσιο και ακόμη δεν έχει μάθει πόσες χιλιάδες «μαϊμού» συντάξεις χορηγούν τα ασφαλιστικά της ταμεία, μπορεί να επιβάλει, έστω και με τη συνηγορία άλλων υπερδανεισμένων χωρών, την απαίτηση να δανείζεται με «γερμανικά» επιτόκια, συνεχίζοντας το σπορ της φοροδιαφυγής.  
Μύθος έκτος: Θέλουν να μας βγάλουν από το ευρώ (ή να μας κρατήσουν, γιατί εδώ οι συνωμοσιολόγοι αντιφάσκουν) με στόχο να μας πάρουν φθηνά την κρατική περιουσία. Αν ως χώρα ενστερνιστούμε το επιχείρημα που προβάλλουν τελευταία ορισμένοι «επώνυμοι» φοροφυγάδες, οι οποίοι θέλουν να διατηρήσουν τις πολυτελείς τους κατοικίες –ακόμη και στο Μαϊάμι-, αλλά να μην πληρώνουν τον ΦΠΑ που ενθυλάκωσαν, νομίζω ότι δεν θα μας λυπηθεί κανείς στο εξωτερικό.
Θα μπορούσα να συνεχίσω, παραθέτοντας πολλούς ακόμη «μύθους» αυτού τους είδους, αλλά νομίζω ότι είναι καλύτερα να αφήσουμε την ίδια την πραγματικότητα να ολοκληρώσει το «απομυθοποιητικό» της έργο, έστω και αν αυτό θα έχει τίμημα που θα κληθούμε, δυστυχώς, να το πληρώσουμε όλοι μαζί.

*Ο Γρηγόρης Τζιοβάρας είναι δημοσιογράφος, περιφερειακός σύμβουλος Θεσπρωτίας στο νέο Περιφερειακό Συμβούλιο Ηπείρου. Η αρθρογραφία του (ανα)δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα: http://topikakaiatopa.blogspot.com/.

Τρίτη 20 Σεπτεμβρίου 2011

Με πόσες, άραγε, προσευχές, γλυτώνουμε τον Αρμαγεδδώνα;

            «Θα τα καταφέρουμε με τη βοήθεια του Θεού! Γιατί βρισκόμαστε όλοι σήμερα σε πόλεμο επιβίωσης. Κι όπως ξέρετε, στα χαρακώματα δεν υπάρχουν άθεοι. Όλοι προσεύχονται!». Αντιγράφω αυτολεξεί την αποστροφή αυτή από την ομιλία του προέδρου της ΝΔ Αντώνη Σαμαρά στη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης, επειδή με εντυπωσίασε όσο τίποτε άλλο από όσα είπε.
Ακούγοντάς τον, σκέφθηκα, προς στιγμήν, το ανέκδοτο που λέει «καλός είναι ο αγιασμός, αλλά ας πάρουμε και καμία γάτα». Αναλογιζόμενος, όμως, ότι η κατάσταση, όπως είχε διαμορφωθεί λίγες ώρες νωρίτερα, με την ακύρωση του ταξιδιού του πρωθυπουργού Γιώργου Παπανδρέου στις ΗΠΑ, μετά τις δραματικές εξελίξεις στη σύνοδο των Ευρωπαίων υπουργών Οικονομικών στην Πολωνία, κατέληξα ότι δεν ήταν ώρα για χιούμορ.
Με δεδομένη, άλλωστε, την αντιμετώπιση, την οποία είχε, από τους εταίρους μας, ο αντιπρόεδρος Ευάγγελος Βενιζέλος, ο οποίος είχε προκαλέσει την άρον – άρον αποχώρηση από την Ελλάδα των εκπροσώπων των δανειστών μας, όταν, προ δύο εβδομάδων, ζήτησε «πολιτική διαπραγμάτευση», είναι να απορεί κανείς πως θα μπορούσε να πειστεί η τρόικα να επιστρέψει για να δώσει το «πράσινο φως» εκταμίευσης της απαραίτητης, για την πληρωμή μισθών και συντάξεων, δόσης, αν κάποιος τους έλεγε ότι στην Ελλάδα το έχουμε… ρίξει στην προσευχή.  
Η απορία συνδέεται ευθέως με το γεγονός ότι το τελευταίο διάστημα πληθαίνουν οι φωνές που ζητούν άμεση προσφυγή στις κάλπες, από τις οποίες η πιθανότερη εξέλιξη είναι πως τις τύχες της χώρας θα αναλάβει το κόμμα του κ. Σαμαρά. Ακόμη και φίλοι της κυβερνώσας παράταξης θεωρούν ότι η παρούσα κυβέρνηση δεν πρέπει να επωμιστεί ολόκληρο το βάρος από τα επώδυνα μέτρα που είναι αναγκαίο να ληφθούν για να αποφευχθεί η επισημοποίηση της χρεοκοπίας.
Ορισμένοι υποστηρίζουν ότι «ούτως ή άλλως η σημερινή κυβέρνηση δεν διαθέτει την πολιτική νομιμοποίηση για να ασκήσει την πολιτική που υποχρεώνεται να ακολουθεί, καθώς δεν ψηφίστηκε γι΄ αυτά από τον ελληνικό λαό». Άλλοι επιστρατεύουν το επιχείρημα «ας πάρει την απασφαλισμένη χειροβομβίδα ο κ. Σαμαράς, ο οποίος δεν μπορεί να συνεχίζει να κερδοσκοπεί πολιτικά, υποσχόμενος φοροαπαλλαγές και κλείνοντας το μάτι σε κάθε –δικαίως ή αδίκως- διαμαρτυρόμενο»  
Σε όλα αυτά αντιπαρατάσσεται ο αντίλογος, σύμφωνα με τον οποίο «η κυβέρνηση Παπανδρέου δεν μπορεί να φυγομαχήσει σε αυτή την κρίσιμη συγκυρία, αποποιούμενη των ευθυνών της απέναντι στη χώρα και ακολουθώντας την τακτική της προηγούμενης κυβέρνησης, η οποία μόλις είδε τα δύσκολα που είχε μπροστά της, πήγε στις πρόωρες εκλογές του φθινοπώρου 2009».
Δυσκολεύομαι, ειλικρινά, να ενστερνισθώ την μια ή την άλλη άποψη, καθώς θεωρώ ότι και οι δυο εστιάζονται στο εσωτερικό πολιτικό πεδίο και αγνοούν τον διεθνή παράγοντα που, είτε το θέλουμε, είτε όχι, είναι ο πλέον καθοριστικός για τι «μέλλει γενέσθαι», είτε εδώ στηθούν κάλπες, είτε όχι.
Όταν πανίσχυρες χώρες, όπως οι ΗΠΑ ή η Γαλλία, κλυδωνίζονται και μοιάζουν αδύναμες να αντιδράσουν στα κελεύσματα των αδηφάγων αγορών, δεν μπορεί να μην αναρωτιέται κανείς ποια περιθώρια ελιγμών μπορεί να έχει η υπερχρεωμένη Ελλάδα, η οποία, επιπροσθέτως, έχει βρεθεί στο διεθνές στόχαστρο όχι μόνον ως ο «αδύναμος κρίκος» της ευρωζώνης, αλλά και ως δακτυλοδειχτούμενη, επειδή δεν τηρεί τις δεσμεύσεις της.
Η στήλη έχει επισημάνει και κατά το παρελθόν ότι η βασική αποτυχία της σημερινής κυβέρνησης είναι ότι –καλώς ή κακώς- δεν έχει καταφέρει να πείσει το ευρύ κοινωνικό σώμα για την πραγματική διάσταση των προβλημάτων που αντιμετωπίζει η χώρα και τα οποία εστιάζονται στην ψευδή ευημερία που δημιούργησαν τα ελλείμματα παραγωγικότητας και ανταγωνιστικότητας.
Όσο, λοιπόν, δεν συνειδητοποιείται αυτή η απλή αλήθεια, θα αφήνεται το πεδίο ελεύθερο σε κάθε λογής πολιτικούς κερδοσκόπους που βάζουν την καρέκλα τους πάνω από το συλλογικό κοινωνικό συμφέρον, αλλά και στα κάθε είδους συμφέροντα που, ας μη γελιόμαστε, θα επωφεληθούν από την χρεοκοπία της χώρας.
Γι΄ αυτό –θεοσεβούμενοι και… άθεοι- ας είμαστε τουλάχιστον «κουμπωμένοι» απέναντι σε όσους μας ζητούν προσευχή για να αποφύγουμε τον επερχόμενο Αρμαγεδδώνα.

*Ο Γρηγόρης Τζιοβάρας είναι δημοσιογράφος, περιφερειακός σύμβουλος Θεσπρωτίας στο νέο Περιφερειακό Συμβούλιο Ηπείρου. Η αρθρογραφία του (ανα)δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα: http://topikakaiatopa.blogspot.com.