Η χρονική σύμπτωση της επικράτησης της Ιταλίας επί της Γερμανίας στον ημιτελικό του ευρωπαϊκού πρωταθλήματος ποδοσφαίρου με τη σύνοδο κορυφής των ηγετών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στην οποία ελήφθησαν σημαντικές αποφάσεις που χαλαρώνουν τον οικονομικό κλοιό, υπό τον οποίο βρίσκεται η γειτονική μας χώρα, έκανε πολλούς να μιλήσουν για τους δύο «σούπερ Μάριο», τον πρωθυπουργό Μόντι και τον ποδοσφαιριστή Μπαλοτέλι.
Οι έπαινοι, ωστόσο, για τον νεαρό ιδιόρρυθμο αθλητή δεν διήρκεσαν, αφού στην επόμενη ποδοσφαιρική μάχη, με την ομάδα της Ισπανίας, ούτε ο Μπαλοτέλι, ούτε οι συμπαίκτες του επέδειξαν το ίδιο πάθος και την ίδια αγωνιστικότητα, με αποτέλεσμα το τρόπαιο του ευρωπαϊκού πρωταθλήματος να καταλήξει στους Ισπανούς που αποδείχθηκαν πιο μαχητικοί και με μεγάλη διάρκεια στο παιχνίδι τους.
Σε αντίθεση με την ιταλική ποδοσφαιρική ομάδα, η ιταλική κυβέρνηση, υπό τον πρωθυπουργό Μάριο Μόντι, αποδείχθηκε πολύ πιο οργανωμένη και πολύ πιο έτοιμη για την επιτυχημένη αναμέτρηση των Βρυξελλών που έδωσε απέναντι στη Γερμανίδα καγκελάριο Άνγκελα Μέρκελ και στην εμμονή της να επιβάλει τον «ζουρλομανδύα» των μνημονίων και της τρόικας από άκρου εις άκρον της Ευρώπης.
Έχοντας χτίσει, εκ των προτέρων, τις απαραίτητες συμμαχίες και εκμεταλλευόμενοι τους νέους συσχετισμούς που δημιουργούνται στην Ευρώπη μετά την εκλογή του Γάλλου Προέδρου Φρανσουά Ολάντ, οι γείτονες μας διαπραγματεύτηκαν αποτελεσματικά και πέτυχαν η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών τους, οι οποίες, λόγω μαζικής φυγής κεφαλαίων, αντιμετωπίζουν ανάλογα με τα δικά μας προβλήματα, να γίνει με τέτοιο τρόπο που δεν θα επιβαρύνει το δημόσιο χρέος της χώρας και συνακόλουθα το κόστος δανεισμού της χώρας.
Η κυβέρνηση Μόντι στην Ιταλία ανέλαβε την εξουσία την ίδια περίοδο που στην Ελλάδα σχηματίστηκε η κυβέρνηση Παπαδήμου. Έκτοτε, εμείς εδώ αλλάξαμε δύο κυβερνήσεις και ψηφίσαμε άλλες δύο φορές, χωρίς, με εξαίρεση το PSI και την υπογραφή της νέας δανειακής σύμβασης, να λύσουμε κανένα πρόβλημα ή να αντιμετωπίσουμε κάποιες έστω από τις παθογένειες που μας ταλανίζουν.
Έτσι, δεν προκαλεί ιδιαίτερη έκπληξη που η Ελλάδα ήταν “ωσεί παρούσα” στη τελευταία ευρωπαϊκή σύνοδο, αφού η παρατεταμένη ακυβερνησία έχει αποσαρθρώσει την ήδη προβληματική κρατική μηχανή, η οποία αποδείχθηκε ανίκανη ακόμη και να διαχειριστεί την ατυχία με το πρόβλημα της υγείας του νέου πρωθυπουργού και την αστοχία που προέκυψε με την επιλογή του νέου υπουργού Οικονομικών.
Άλλες ευρωπαϊκές χώρες έχουν μείνει μεγάλα χρονικά διαστήματα χωρίς κυβέρνηση, όπως προ καιρού το Βέλγιο, όπου σχηματίστηκε κυβέρνηση έπειτα από 18 μήνες, χωρίς αυτό να έχει επιπτώσεις στην καθημερινή λειτουργία της κρατικής μηχανής ή στη διεθνή εκπροσώπηση της χώρας. Εδώ, όμως, τα πράγματα είναι εντελώς διαφορετικά και οι αρμόδιες υπηρεσίες δεν είναι καν σε θέση να καθορίσουν ούτε τα στοιχειώδη, όπως το ποιος εκπροσωπεί τη χώρα στα συμβούλια κορυφής της Ευρωπαϊκής Ένωσης όταν αδυνατεί να παραστεί ο πρωθυπουργός.
Υπό αυτές τις συνθήκες, δεν είναι παράδοξο που προϊόντος του χρόνου, μήνα με το μήνα και, ίσως, μέρα με την μέρα, βρισκόμαστε όλο και περισσότερο απομονωμένοι στο ευρωπαϊκό στερέωμα, με αποτέλεσμα να προκαλούν όλο και μικρότερη εντύπωση τα σενάρια για την αποπομπή μας από την ευρωζώνη που είναι βέβαιο ότι έχουν εξυφανθεί ερήμην μας και η ενεργοποίησή τους ίσως να είναι επί θύραις.
Ο χρόνος τρέχει αδυσώπητα σε βάρος μας και η περίφημη επαναδιαπραγμάτευση του μνημονίου καθυστερεί, μεγιστοποιώντας τα ήδη μεγάλα και ανυπέρβλητα προβλήματα της ύφεσης και της ανεργίας που επιβαρύνονται από την οξύτατη τραπεζική κρίση που έχει κλείσει τους κρουνούς της ρευστότητας στην χειμαζόμενη πραγματική οικονομία.
Απλοϊκοί ισχυρισμοί σύμφωνα με τους οποίους η κυβέρνηση μπορεί να αδιαφορήσει για τις τράπεζες, δεν χωρούν στην περίσταση, έστω και αν ορισμένοι προσπαθούν να δώσουν ιδεολογικό περίβλημα στην υπόθεση, που, καλώς ή κακώς, αφορά όλους μας, καθώς χωρίς τραπεζική ρευστότητα ούτε επενδύσεις μπορεί να γίνουν ούτε νέες θέσεις εργασίας να δημιουργηθούν, ούτε ανάπτυξη της οικονομίας μπορεί να υπάρξει.
Σε πείσμα, λοιπόν, όσων, για τους δικούς τους λόγους, επενδύουν στην καταστροφή και στην ερειπιοποίηση της χώρας, η κυβέρνηση, που θα λάβει –επιτέλους!- ψήφο εμπιστοσύνης την Κυριακή, δεν πρέπει να επαναπαυθεί, επιφυλάσσοντας ρόλο… γλάστρας που ποτίζεται χάριν του βασιλικού (εν προκειμένω των αποφάσεων που αφορούν κατ΄ αρχήν τις τράπεζες της Ιταλίας και της Ισπανίας), αλλά να ξεκινήσει άμεσα τις απαραίτητες διαπραγματεύσεις με τους εταίρους – δανειστές μας για αναθεώρηση του οικονομικού προγράμματος, με παράλληλη, όμως, τήρηση των δεσμεύσεων που έχουμε αναλάβει.
*Ο Γρηγόρης Τζιοβάρας είναι δημοσιογράφος, περιφερειακός σύμβουλος Θεσπρωτίας στο πρώτο αιρετό Περιφερειακό Συμβούλιο Ηπείρου. Η αρθρογραφία του (ανα)δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα: http://topikakaiatopa.blogspot.com.