Συνολικές προβολές σελίδας

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΔΝΤ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΔΝΤ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τρίτη 2 Ιουνίου 2015

«Πολλά ήταν τα ψέματα που είπαμε ως εδώ…»



Διαβάζοντας το κυβερνητικό non paper που έγραφε ότι «η επιλογή της κ. Έλενας Παναρίτη, ως εκπροσώπου της χώρας στο ΔΝΤ, έγινε συλλογικά» και πρόσθετε ότι «οι απόψεις (sic!) που ακούστηκαν ότι την επέβαλε ο κ. Γιάνης Βαρουφάκης δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα», μου ήρθε στον νου ο ανυπέρβλητος στίχος του Διονύση Σαββόπουλου στο άσμα υπό τον –τόσο ταιριαστό στην περίσταση- τίτλο «Σημαία από νάιλον».
«Πολλά ήταν τα ψέματα που είπαμε ως εδώ, ας πούμε και μια αλήθεια κι ας πέσει στο γιαλό», τραγουδάει εδώ και κάμποσες δεκαετίες ο πολυαγαπημένος «Νιόνιος». Και είμαι περισσότερο από βέβαιος ότι η μεγάλη πλειονότητα από όσους σήμερα μας κυβερνούν θα το έχουν τραγουδήσει πολλάκις και θα έχουν απολαύσει ιδιαίτερα το ρεφρέν του που έχει ως εξής: «Σημαία από νάιλον υψώνουμε σημαία πλαστική, ο κόσμος δεν έχει τίποτε να χάσει και τίποτε να βρει»!
 Είναι ίδιον των κάθε λογής εξουσιών να καταφεύγουν στα –όχι πάντοτε λεγόμενα «κατά συνθήκη»- ψέματα. Το φαινόμενο γνωρίζει έξαρση όταν, προϊόντος του χρόνου, οι κυβερνώντες αντιλαμβάνονται ότι οι προσδοκίες που καλλιέργησαν συγκρούονται με την αδυσώπητη πραγματικότητα.
Το μεγάλο δυστύχημα, όμως, με τη σημερινή κυβέρνηση είναι ότι για τη δική της σύγκρουση με την πραγματικότητα δεν χρειάστηκε να περάσει καθόλου χρόνος. Με αυτή καθεαυτή την ανάληψη της διακυβέρνησης, οι υπερφίαλες προεκλογικές υποσχέσεις βρήκαν απέναντι τους την πραγματικότητα. Και πως, άλλωστε, θα μπορούσε να γίνει αλλιώς όταν ακόμη και μετά τις εκλογές κάποιοι απερίσκεπτα (;) σάλπιζαν την κατάργηση του Μνημονίου «με ένα μόνο και με ένα άρθρο».
Με λίγα λόγια, η πορεία της σημερινής κυβέρνησης ήταν εξ αρχής υπονομευμένη, όχι από τους πολιτικούς αντιπάλους τους, όπως διατείνονται ορισμένα κυβερνητικά στελέχη, αλλά από το βασικό ψέμα περί αυτόματης κατάργησης του Μνημονίου με το οποίο διεκδίκησαν και κέρδισαν τις εκλογές.
Το βασικό αυτό ψέμα αποτελεί από ό,τι φαίνεται και τη γενεσιουργό αιτία για τα τόσα πολλά άλλα ψέματα που λέχθηκαν και εξακολουθούν να λέγονται στους λίγους μήνες αυτής της αλλοπρόσαλλης –και μόνον από το γεγονός της συγκατοίκησης στα υπουργεία ακροδεξιών και ακροαριστερών- διακυβέρνησης.
Από τα πιο μικρά, όπως το πόσο κοστίζουν και ποιος πληρώνει τα υπερατλαντικά ταξίδια του υπουργού Εθνικής Άμυνας, έως τα πιο μεγάλα, όπως είναι οι πραγματικοί λόγοι για τους οποίους δεν επέρχεται η συμφωνία με τους εταίρους και δανειστές της χώρας, που επιχειρούν να την αποδώσουν στις διαφωνίες των άλλων, διαπιστώνεται μια απαράμιλλη προσήλωση στις υπεκφυγές, στα ψέματα και εν γένει στην άρνηση της πραγματικότητας, ακόμη και όταν η τελευταία βοά.
Υπό αυτή την έννοια, ίσως να μην είχε και τόσο μεγάλη αξία η επισήμανση των ψεμάτων γύρω από τον ορισμό της κυρίας Παναρίτη ως εκπροσώπου στο ΔΝΤ και την ανάκλησή του έπειτα από περίπου 40 ώρες. Δεν θα ήταν, άλλωστε, η πρώτη φορά που ο κ. Βαρουφάκης θα βρισκόταν αντιμέτωπος με τις κραυγαλέες αντιφάσεις του οι οποίες φαίνεται να αποτελούν για εκείνον αυτό που λέγεται «έξις, δευτέρα φύσις».
Το συγκεκριμένο ψέμα, ωστόσο, μοιάζει να είναι οριακό, γιατί διατυπώνεται σε μια κρίσιμη χρονική συγκυρία κατά την οποία ενώ η κυβερνητική ηγεσία έχει στην πραγματικότητα προετοιμαστεί για την αποδοχή της επώδυνης μνημονιακής συμφωνίας, διστάζει να κάνει το τελευταίο και αποφασιστικό βήμα προς την υπογραφή επειδή φοβάται τις εσωκομματικές αντιδράσεις.
Γι΄ αυτό και χρειάστηκε –με τη φράση «συλλογικά»- να επιμεριστεί σε περισσότερους το κόστος από το φιάσκο της επιλογής Παναρίτη και να αναλάβει ένα μεγάλο μέρος της ο ίδιος ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας προκειμένου, από τη μια, να ικανοποιηθούν τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ που ήθελαν εναγωνίως ένα εξιλαστήριο… «μνημονιακό» θύμα και, από την άλλη, να κατευναστεί ο Γ. Βαρουφάκης για να μην τα τινάξει όλα στον αέρα τις παραμονές της πολυαναμενόμενης συμφωνίας.
Καθώς, λοιπόν, «πολλά ήταν τα ψέματα που είπαμε ως εδώ…», κατά πως άδει ο Σαββόπουλος, νομίζω ότι κανείς δεν θα διαφωνήσει μαζί του με τη συνέχεια που λέει «…ας πούμε και μια αλήθεια κι ας πέσει στο γιαλό». Ποια αλήθεια; Ότι τα δύσκολα είναι μπροστά μας. Και όσο νωρίτερα το αποφασίσουμε, τόσο το καλύτερο. Για όλους μας.

Παρασκευή 17 Απριλίου 2015

Το «4-2-1» έγινε «10 προς 3» για να… μάθει ο Σόιμπλε



            Μπορεί να είμαστε μια ανάσα πριν από την ολοσχερή χρεοκοπία, αλλά ορισμένες «παραδόσεις» σε αυτή τη χώρα παραμένουν αναλλοίωτες. Και δεν επηρεάζονται ούτε από τρόικες, ούτε από κάθε είδους «θεσμούς» που βάλθηκαν να μας επιβάλουν δικές τους συνήθειες, αγνοώντας ότι «του Έλληνος ο τράχηλος ζυγόν (διάβαζε: «αλλαγές», το ίδιο είναι…) δεν υπομένει»...
Οι… υπερήφανοι, ευτυχώς, φορείς των μοναδικών ελληνικών «παραδόσεων» δεν χαμπαριάζουν από απειλές ανάλγητων ανθρώπων, όπως ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε και ο… «κάθε Σόιμπλε» που δεν μπορεί να αντιληφθεί γιατί «η αριστεία είναι ρετσινιά» ή να ενστερνιστεί το βαθύτερο νόημα του να είναι κανείς «αιώνιος φοιτητής» που μπορεί να αποτελεί το απαραίτητο προοίμιο για να γίνει κάποιος στο μέλλον υπουργός αρμόδιος για τον κυβερνητικό (απο)συντονισμό.
Οι… πατριωτικές δυνάμεις που τιμούν τα πατροπαράδοτα ήθη δεν εννοούν να ενδώσουν σε ιταμές προειδοποιήσεις από ξενοκίνητους οργανισμούς σαν την Ευρωπαϊκή Ένωση, το ΔΝΤ, τον ΟΟΣΑ και… γύρευε ποιους άλλους, οι οποίοι, σε συνεννόηση με την –απαραίτητη να αναφέρεται σε τέτοιες περιπτώσεις- εγχώρια διαπλοκή, επιβουλεύονται την εθνική ανεξαρτησία και βυσσοδομούν στο παρασκήνιο αποπειρώμενοι να εισάγουν στη χώρα «καινά δαιμόνια» υπό τον μανδύα της τάχατες αξιοκρατίας.
Οι… εθναμύντορες της πρώτη φορά αριστεροδεξιάς κυβέρνησης, ωστόσο, έδειξαν από την πρώτη στιγμή αποφασιστικότητα και πυγμή, διατρανώνοντας την ατσάλινη βούληση τους να υπερασπιστούν απέναντι στις ξένες επιβουλές τις… ιερές «παραδόσεις» του λαού μας, όπως είναι η… δίκαιη διανομή των λαφύρων της εξουσίας στους νικητές των εκλογών, οι οποίοι δεκαετίες, αν όχι και αιώνες, τώρα, αναλαμβάνουν αυτοδικαίως από την επομένη των εκλογών –με κάποιες λίγες εξαιρέσεις που πήγαν να δρομολογηθούν μετά την κυβερνητική αλλαγή του 2009- όλες τις θέσεις ευθύνης στον δημόσιο τομέα.
Η περίπτωση των 13 περιφερειακών διευθυντών της εκπαίδευσης που άλλαξαν τις προηγούμενες ημέρες είναι ίσως η πιο απτή απόδειξη ότι η κληρονομιά του αθάνατου πελατειακού πνεύματος αντιστέκεται στη μνημονιακή επέλαση, ζει και βασιλεύει και όλο τον πολιτικό κόσμο κυριεύει. Χωρίς περιττούς περισπασμούς, το σύστημα «4-2-1» που εφάρμοσε πριν από δύο χρόνια η τρικομματική ΝΔ-ΠΑΣΟΚ-ΔΗΜΑΡ προσαρμόστηκε στη νέα πραγματικότητα και με αναλογία «10 προς 3» οι άνθρωποι του ΣΥΡΙΖΑ και των ΑΝ.ΕΛ. στην Εκπαίδευση μοιράστηκαν στο απολύτως… «μιλητό» τις θέσεις για τις οποίες μπήκαν στον κόπο και υπέβαλαν αιτήσεις για να τις διεκδικήσουν περισσότεροι από 400 (αφελείς, άραγε;) εκπαιδευτικοί.
Τι και αν καταγγέλλεται από πολλές πλευρές ότι οι επιλεγέντες δεν είχαν, στην πλειονότητα τους, καμία προηγούμενη διοικητική εμπειρία; Τι και αν εκείνοι τους οποίους θα κληθούν να διοικήσουν ξέρουν ότι οι προϊστάμενοι τους δεν διαθέτουν κανένα αυξημένο προσόν που να δικαιολογεί την επιλογή τους; Η… προϋπηρεσία τους στις συνδικαλιστικές και στις αυτοδιοικητικές παρατάξεις των δύο κομμάτων που ανέλαβαν πριν από δυόμιση μήνες τη διακυβέρνηση, εκτιμήθηκε ως επαρκές προσόν για να κατευθύνουν την πολύπαθη Παιδεία.
Για να δείτε, όμως, ότι το σύστημα δεν είναι… αχάριστο και θέλει τα ίδια τα γρανάζια του να είναι, ακόμη και όταν χρειάζονται να αποσύρονται, ικανοποιημένα, οι προκάτοχοι των νεοδιορισθέντων μη νομίζετε ότι θα… τιμωρηθούν με τη… βαριά ποινή της επιστροφής τους στις τάξεις, από τις οποίες ποιος ξέρει πόσα χρόνια λείπουν. Όχι, το σύστημα δεν κάνει τέτοιες… αδικίες. Οι παλαιοί περιφερειακοί διευθυντές μπορούν, εφόσον το επιθυμούν, να γίνουν σχολικοί σύμβουλοι!
Βλέπετε, πρέπει να βολεύονται όλοι. Και οι προηγούμενοι ώστε να μην φωνάζουν ότι αδικήθηκαν. Αλλά και οι τωρινοί να μην… κινδυνεύουν, οψέποτε αλλάξει και πάλι η κυβέρνηση, να επιστρέψουν στις τάξεις. Άλλωστε, τι είναι 13 επιπλέον εκπαιδευτικοί που θα… αράξουν σε γραφεία, μπροστά στους τόσους και τόσους αποσπασμένους εδώ και εκεί –από τα κόμματα και τα βουλευτικά γραφεία έως τα Πανεπιστήμια- που δεν έχουν πατήσει το πόδι τους σε αίθουσα διδασκαλίας;
Υ.Γ. 1: Σε λίγο που θα τελειώσει η σχολική χρονιά οι συνδικαλιστές της ΔΟΕ και της ΟΛΜΕ θα καταγγέλλουν τα χιλιάδες κενά του επόμενου έτους επειδή, ελλείψει χρημάτων, δεν θα γίνονται νέοι διορισμοί. Για τις προκλητικές αποσπάσεις, όμως, αρκετές από τις οποίες έγιναν αυτό το διάστημα, ως αποτέλεσμα της κυβερνητικής αλλαγής, αφήνοντας ακάλυπτες αρκετές τάξεις, δεν θα πουν λέξη. Το σύστημα, βλέπετε, είτε είναι μονοκομματικό, είτε συγκυβερνητικό με αναλογία «4-2-1» ή «10 προς 3» δεν τα βάζει με τον εαυτό του.
Υ.Γ. 2: Αυτά βλέπει ο ομόλογος του Τάσου Κουράκη, αναπληρωτής στον τομέα του Πολιτισμού Νίκος Ξυδάκης και… αφηνιάζει επειδή δεν έπιασε η απειλή με το ΣΔΟΕ και τώρα θα χρειαστεί νόμο για να αλλάξει τους καλλιτεχνικούς διευθυντές των κρατικών σκηνών. Άκου πράγματα; Να μην παραιτούνται, ενώ τους το ζητάει κοτζάμ υπουργός… Και τι υπουργός; Πούρος αντιμνημονιακός, ο οποίος, μάλιστα, παλαιότερα ήταν δημοσιογράφος και πιθανότατα θα τσάκιζε με την πένα του τον κομματισμό στον Πολιτισμό. Λέτε να είναι «βαλτοί» από τον Σόιμπλε αυτοί οι τύποι που δεν παραιτούνται;

Δευτέρα 1 Δεκεμβρίου 2014

Οι εκπλήξεις του ΔΝΤ

            Αν πιστέψουμε –και γιατί να μην την πιστέψουμε;- τη Bank of America/Merill Lynch, που οργάνωσε μια από τις συναντήσεις τις οποίες είχαν στο Σίτυ του Λονδίνου τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ για να παρουσιάσουν το πρόγραμμά τους, ο καθηγητής και βουλευτής Γιώργος Σταθάκης δήλωσε «έκπληκτος από την σκληρή στάση της τρόικας στις τελευταίες διαπραγματεύσεις».
            Θα είχε μεγάλο ενδιαφέρον αν αυτή η διαπίστωση δεν γινόταν μόνο σε κλειστές συσκέψεις στο εξωτερικό, αλλά ακουγόταν και στο εσωτερικό της χώρας μας για να αντιληφθούν όλοι όσοι εξακολουθούν να αρνούνται να παραδεχθούν την πραγματικότητα που διαμορφώνεται από τις πιέσεις τις οποίες δέχονται εκείνοι που σηκώσουν το βάρος της διαπραγμάτευσης.
            Συνδυάζοντας, μάλιστα, τη διαπίστωση του κ. Σταθάκη με τις ακριτομυθίες του υπουργού Οικονομικών -και επίσης καθηγητή- Γκίκα Χαρδούβελη που ήρθαν άθελά του στο φως της δημοσιότητας και αφορούσαν την αδιαφορία για τις πολιτικές εξελίξεις στην Ελλάδα με την οποία ήρθε αντιμέτωπη στο Παρίσι η ελληνική διαπραγματευτική αντιπροσωπεία, μπορεί κανείς να σχηματίσει γνώμη για όσα πραγματικά διακυβεύονται σε αυτές τις διαπραγματεύσεις.
            Είναι περισσότερο από προφανές ότι για τους δανειστές της Ελλάδας, εταίρους και μη, είναι αδιάφορο ποιος είναι ή δεν είναι στην εξουσία και οι επιδιώξεις τους δεν έχουν να κάνουν με τίποτε λιγότερο από το πώς θα εξασφαλίσουν τα δικά τους συμφέροντα και μόνον αυτά. Μας δάνεισαν χρήματα μόνον και μόνον επειδή προσδοκούσαν ότι θα τα πάρουν πίσω και φυσικά προσδοκούν και επιμένουν να τα πάρουν εντόκως.
            Υπό αυτή την έννοια είναι τουλάχιστον αστείο να πιστεύει κανείς ότι θα κάνουν χάρη στη σημερινή κυβέρνηση ή θα τρομάξουν από την όποια αυριανή, επειδή εμείς εδώ για λόγους εσωτερικής κατανάλωσης βαυκαλιζόμαστε να πιστεύουμε το αντίθετο και να ανταλλάσσουμε αλληλοκατηγορίες για «μερκελιστές» ή τριτοκοσμικούς».
            Δεν είναι μόνον η ιστορία που διδάσκει ότι σχεδόν ποτέ οι δανειστές –από την εποχή ακόμη των δανείων της ελληνικής Ανεξαρτησίας που πληρώθηκαν πολλές δεκαετίες αργότερα- δεν παραιτούνται από τις απαιτήσεις τους, ανεξάρτητα από το καθεστώς που ασκεί τη διακυβέρνηση της χώρας. Είναι, αν θέλετε, και η πρόσφατη διδακτική εμπειρία που δείχνει ότι οι εταίροι της Ελλάδας απαιτούν ικανοποίηση των συμφωνιών που έχει συναφθεί.
            Ποιος ξεχνά, αλήθεια, την αντιμετώπιση που είχε ο πρωθυπουργός Αντώνης Σαμαράς από την Άνγκελα Μέρκελ όταν τον περασμένο Σεπτέμβριο πήγε στο Βερολίνο για να της ανακοινώσει ότι σκοπεύει να διώξει πρόωρα το ΔΝΤ;  Η Γερμανίδα καγκελάριος απέφυγε –δημοσίως τουλάχιστον- να σχολιάσει το… μεγαλοφυές ελληνικό σχέδιο. Αλλά για όσους δυσκολεύθηκαν να ερμηνεύσουν τη στάση της ήρθε 48 ώρες αργότερα να μας την εξηγήσει επαρκώς μια έκθεση γερμανικής τράπεζας που έλεγε ότι η Ελλάδα αδυνατεί να βγει μόνη της στις αγορές.
            Η επίμαχη έκθεση, που πέρασε σχετικά απαρατήρητη όταν εκδόθηκε, ήταν εκείνη που ουσιαστικά έδωσε το έναυσμα για όσα ακολούθησαν τις αμέσως επόμενες ημέρες στις λεγόμενες «αγορές» με την εκτίναξη της διαφοράς επιτοκίων των ομολόγων του ελληνικού δημοσίου τα οποία έκτοτε διατηρούνται στα ύψη.
Έχει ενδιαφέρον, μάλιστα, να επισημάνει κανείς ότι η εκτίναξη των επιτοκίων ξεκίνησε τις μέρες που η κυβέρνηση έπαιρνε με άνεση ψήφο εμπιστοσύνης από τη Βουλή, γεγονός που διαψεύδει όσους έσπευσαν να αποδώσουν την αντίδραση των αγορών αποκλειστικά και μόνον στην πολιτική αβεβαιότητα και στην ασάφεια σχετικά με την προεδρική εκλογή και το ενδεχόμενο να στηθούν πρόωρες βουλευτικές κάλπες.
           Όπως απέδειξε η συνέχεια και αργά μάλλον αντιλήφθηκαν στην κυβέρνηση, αν δεν είχε υπάρξει το κυβερνητικό σάλπισμα περί της πρόωρης έξωσης του ΔΝΤ ίσως οι διαπραγματεύσεις με την τρόικα να είχαν κλείσει νωρίτερα και ενδεχομένως οι πιέσεις που βρήκαν απέναντι τους οι Έλληνες διαπραγματευτές στο Παρίσι να μην ήταν τόσο σκληρές.
           Κακά τα ψέματα, η άλλη πλευρά, η πλευρά δηλαδή των δανειστών και εταίρων της Ελλάδας, ανεξάρτητα από τις δικές τους ευθύνες, αμφισβητεί την ικανότητα της κυβέρνησης να προωθήσει τις δεσμεύσεις που έχει αναλάβει. Γι΄ αυτό και, προεξάρχοντος του Γερμανού υπουργού Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, που κάνει όλο το «παιχνίδι», είναι αποφασισμένοι να επιβάλουν τη συνέχιση της εποπτικής παρουσίας του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου.
            Ενδεχομένως, μάλιστα αν το είχαν αντιληφθεί νωρίτερα οι κυβερνώντες μπορεί και να γλιτώναμε και ορισμένα επιπλέον μέτρα που εν είδει «παράπλευρων απωλειών» θα χρειαστεί να πάρουμε για να τερματιστούν οι παρατεταμένες σκληρές διαπραγματεύσεις με την τρόικα, που εκπλήσσουν ακόμη και τον κ. Σταθάκη.

Πέμπτη 16 Οκτωβρίου 2014

Η… χαρά για την «τιμωρία» της κυβέρνησης

            Σκέτη θλίψη προκαλούσε στον κάθε καλοπροαίρετο περιηγητή του διαδικτύου η χαιρέκακη διάθεση με την οποία πάμπολλοι συνέλληνες –και προεξάρχοντες… μέλλοντες κυβερνήτες- αντιμετώπιζαν τη βίαιη αντίδραση που επεφύλαξαν τις τελευταίες ημέρες οι αδυσώπητες αγορές, αφενός, στη σπουδή της κυβέρνησης να σαλπίσει έξοδο από το Μνημόνιο, πριν οι εταίροι και δανειστές ανάψουν το απαιτούμενο «πράσινο φως» και, αφετέρου,  στα σενάρια πολιτικής αβεβαιότητας που κατέκλυσαν την εγχώρια σκηνή.
            Είναι ειλικρινά απορίας άξιον το απροσμέτρητο εύρος της μικρόνοιας που μπορεί να χαρακτηρίζει τόσο πολλούς που με περισσή ευκολία επέχαιραν για το γεγονός ότι κατακρημνιζόταν επί τριήμερο το ελληνικό Χρηματιστήριο και ταυτόχρονα εκτινάσσονταν στα ύψη τα επιτόκια δανεισμού του ελληνικού δημοσίου, λες και αυτά –και ιδιαίτερα το δεύτερο- ήταν δύο ζητήματα που αφορούσαν κάποιους άλλους και όχι τους χειμαζόμενους από την παρατεταμένη έλληνες πολίτες.
            Μπορώ να αντιληφθώ τη χαρά από την οποία θα μπορούσε να καταληφθεί ο οποιοσδήποτε φαντασιώνεται το επερχόμενο τέλος του καπιταλισμού ή ονειρεύεται την επικείμενη έναρξη της παγκόσμιας επανάστασης για την εφαρμογή της… αταξικής κοινωνίας. Δυσκολεύομαι, ωστόσο, να καταλάβω πως το σκληρό, σκληρότατο μάθημα των αγορών που πήραν αυτές τις μέρες οι κυβερνώντες μπορεί να προκαλεί ικανοποίηση σε όσους ετοιμάζονται να τους διαδεχθούν στους υπουργικούς και άλλους θώκους εξουσίας μέσα από τις εκλογές, τις οποίες επιθυμούν να γίνουν άμεσα.
            Δεν χρειάζεται, θαρρώ, πολλή σοφία για να αναγνωρίσει κανείς ότι από τα δύο αυτά βίαια φαινόμενα που εκτυλίχθηκαν μπροστά μας, δηλαδή την κατακόρυφη πτώση του Χρηματιστηρίου και την εκτίναξη των επιτοκίων δανεισμού, ζημιωμένοι δεν βγαίνουν μόνον οι ισχυροί του χρήματος, αλλά ο κάθε έλληνας πολίτης –ναι, ακόμη και ο σημερινός άνεργος!- που εν τέλει θα πληρώσει, αργά ή γρήγορα, τα αυξημένα τοκοχρεολύσια που θα βρει η Ελλάδα όταν αποφασίσει να βγει και να δανειστεί για να καλύψει τις ανάγκες της. 
            Μόνον όσοι ηθελημένα εθελοτυφλούν, παραγνωρίζουν ότι μας χωρίζουν αρκετοί αιώνες από τις εποχές της αυτάρκειας και του οικονομικού αντιπραγματισμού και χωρίς συνδιαλλαγή με τις αγορές σύγχρονες οικονομίες και μάλιστα ευρωπαϊκού τύπου, όπως, τουλάχιστον, διακηρύσσουν τα κόμματα εξουσίας στη χώρα μας, δεν μπορεί να υπάρξουν.    
            Αν, λοιπόν, οι περιώνυμες αγορές επεφύλαξαν αυτή τη στάση έναντι της συγκεκριμένης ελληνικής κυβέρνησης, δημιουργώντας έναν όλο και πιο ασφυκτικό κλοιό που –κακά τα ψέματα- ξεκίνησε την επομένη της επίσκεψης του πρωθυπουργού Αντώνη Σαμαρά στο Βερολίνο που δειλά τέθηκε ζήτημα διαζυγίου με το ΔΝΤ και κορυφώθηκε τις τελευταίες ημέρες που πήγε να διαφανεί ότι η κυβέρνηση δύσκολα θα προσεγγίσει το στόχο των 180 βουλευτών για την προεδρική εκλογή, εύκολα, νομίζω, μπορεί να αντιληφθεί κάποιος τι θα συμβεί στο εγγύς ή στο απώτερο μέλλον που μια άλλη κυβέρνηση όχι μόνον θα βιάζεται – πολύ περισσότερο από τη σημερινή- να βγει από το Μνημόνιο, αλλά επιπλέον θα απαιτεί και διαγραφή –μικρότερου ή μεγαλύτερου μέρους- του χρέους.
Ξέρω ότι είναι διόλου δημοφιλείς επισημάνσεις όπως οι παραπάνω, επειδή διαφόρων ειδών πολιτικάντηδες –ορισμένοι από τους οποίους κάθονται και τώρα στα κυβερνητικά έδρανα- καλλιέργησαν και εξακολουθούν να καλλιεργούν ψευδαισθήσεις ότι τάχατες είναι ζήτημα «τσαμπουκά» και μόνο η τιθάσευση των αγορών, ούτως ώστε να εξακολουθήσουν να μας δανείζουν χωρίς εμείς να καλύπτουμε τις προηγούμενες υποχρεώσεις μας.
Επειδή, όμως, προσωπικά με θλίβει -περισσότερο και από την τυφλή χαιρεκακία για την «τιμωρία» της κυβέρνησης, που βλέπω γύρω μου- το πάθημα της χώρας μου που ξαναβρέθηκε μέσα σε λίγες μέρες με επιτόκια χρεοκοπίας, ευελπιστώ ότι η δυσμενής αυτή εξέλιξη θα το μετατρέψει σε μάθημα και για τους νυν αλλά και για τους επόμενους κυβερνώντες.

Δευτέρα 10 Ιουνίου 2013

Το πασπαρτού της δικαίωσης ή μήπως της κοροϊδίας;

Μια μοναδική, ίσως παγκόσμια, πρωτοτυπία διεκδικεί η έκθεση του ΔΝΤ για το πρόγραμμα στήριξης της ελληνικής οικονομίας που δημοσιεύτηκε τις προηγούμενες ημέρες: αποτελεί το… πασπαρτού της δικαίωσης για όλους όσοι ενετάχθησαν –έστω και για λίγο…- στο πλατύ αντιμνημονιακό μέτωπο.
Δεν εξηγείται αλλιώς πως από ένα κείμενο που το ίδιο το Ταμείο στην εκτενή αναφορά που κάνει στην ιστοσελίδα του βάζει ως τίτλο «Η Ελλάδα κάνει προόδους, αλλά χρειάζεται περισσότερη προσπάθεια για να επανέλθει στην ανάπτυξη», να έχουν δικαιωθεί οι… πάντες σε αυτή τη χώρα, με πρώτους και καλύτερους όσους εμποδίζουν και την πρόοδο και την ανάπτυξη.
Από τους οικονομολογούντες των τηλεοπτικών πρωινάδικων ως τον πρωθυπουργό κ. Αντώνη Σαμαρά με τα… «Ζάππεια» του και από τους καφενειακού τύπου συνωμοσιολόγους αναλυτές ως τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης κ. Αλέξη Τσίπρα με τις απειλές για αποχώρηση από το ευρώ που εκτόξευε, πέρυσι τέτοιες μέρες, προς την «μαντάμ Μέρκελ», όλοι θεωρούν εαυτούς δικαιωμένους.
Δεν ξέρω πόσοι εξ αυτών μπήκαν στον κόπο να διαβάσουν την επίμαχη έκθεση, αν και είναι αλήθεια πως κάτι τέτοιο δεν συνιστά προαπαιτούμενο για να υποστηρίξει βασίμως κάποιος ότι το πρόγραμμα που εφαρμόστηκε στην Ελλάδα «έπεσε έξω».
Η βαθιά ύφεση, κατά πολύ βαθύτερη εκείνης που είχε προβλεφθεί στο αρχικό μνημόνιο, όπως και η υψηλή ανεργία, πολύ υψηλότερη και από τις χειρότερες προβλέψεις που είχαν γίνει το 2010, αποτελούν αναμφίβολους και αδιάψευστους μάρτυρες της αστοχίας του προγράμματος και των παραδοχών που έκαναν οι ιθύνοντες του ΔΝΤ και της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Γι΄ αυτό, άλλωστε, χρειάστηκε να γίνουν επανειλημμένες αναθεωρήσεις και απαιτήθηκε να συναφθεί πριν από λίγους μήνες δεύτερη δανειακή σύμβαση πέραν της αρχικής, που οι εμπνευστές της είχαν θεωρήσει επαρκή για να βελτιωθούν οι δείκτες της ελληνικής οικονομίας και να μπορέσει η χώρα να ξαναβγεί στις αγορές.
Ο λόγος, εξάλλου, για όσους δεν αρέσκονται στις θεωρίες συνωμοσίας, που η Ελλάδα υποχρεώθηκε το 2010 να μπει στο μνημόνιο δεν ήταν άλλος από τον αποκλεισμό της από τις αγορές που της στερούσε τη δυνατότητα να καλύψει τις τρέχουσες υποχρεώσεις της. Το δημοσιονομικό έλλειμμα της χώρας (όπως ρητά αναφέρεται στην έκθεση που όλοι οι... δικαιωμένοι επικαλούνται) είχε φθάσει το 2009 στο 15,6% και χωρίς τον υπολογισμό των τόκων (πρωτογενές έλλειμμα) ήταν στο 10,5%.
Έτσι, ακόμη και αν η Ελλάδα αποφάσιζε να μην πλήρωνε τους «τοκογλύφους», όπως αρέσκονται πολλοί συνέλληνες να αποκαλούν εκείνους που μας είχαν δανείσει, ήταν παραπάνω από επιβεβλημένη η ανάγκη για άμεση και δραστική περικοπή δημοσίων δαπανών (από μισθούς, συντάξεις, κλπ) που κατά τους μετριότερους υπολογισμούς έπρεπε να είναι της τάξης των 20 με 25 δισεκατομμυρίων ευρώ.
Εν τέλει, οι περικοπές που υποστήκαμε στην τριετία είναι μάλλον μεγαλύτερες. Και αυτό αποτελεί ίσως την πλήρη επιβεβαίωση της αστοχίας όσων σχεδίασαν το αρχικό πρόγραμμα, κάνοντας παραδοχές –όπως επί παραδείγματι η είσπραξη 50 δισ. ευρώ από αποκρατικοποιήσεις και εκποίηση δημόσιας περιουσίας- που δεν ανταποκρίνονταν στην πραγματικότητα.
Από εκεί, όμως, μέχρι του σημείου να δηλώνουν δικαιωμένοι όσοι ακόμη σήμερα υπερασπίζονται τα διεφθαρμένα πελατειακά δίκτυα και συντηρούν αλώβητη τη γραφειοκρατία, ή όσοι κάνουν πλάτες στη φοροδιαφυγή και ευνοούν την ακινησία στη δημόσια διοίκηση διοίκηση, νομίζω ότι πάει πολύ.
Το πρόγραμμα διάσωσης της ελληνικής οικονομίας δεν πήγε καλά, όχι μόνον επειδή απέτυχαν οι προβλέψεις των δανειστών μας, αλλά και διότι εξακολουθούν να κοροϊδεύουν τον ελληνικό λαό αρκετοί από όσους έσπευσαν αυτές τις μέρες να… πανηγυρίσουν για την (υποτιθέμενη) δικαίωσή τους από την έκθεση του ΔΝΤ.

(Δημοσιεύθηκε στο www.protothema.gr στις 10.6.2013)

Παρασκευή 15 Φεβρουαρίου 2013

Η χαμένη ευκαιρία με το debate που δεν έγινε στη Συγγρού

            «Τέτοιες ανοησίες ο κ. Στουρνάρας δεν μπορεί να λέει. Θα τον καλέσουμε στη Συγγρού αν θέλει να έρθει να τον εξετάσουμε αν ξέρει καλά την οικονομική ιστορία της Ελλάδας», δήλωσε προ ημερών ο Γραμματέας της Πολιτικής Επιτροπής της ΝΔ κ. Μανώλης Κεφαλογιάννης.
Ο «γαλάζιος» γραμματέας αντέδρασε έτσι όταν κλήθηκε να σχολιάσει συνέντευξη –την οποία παραδέχθηκε ότι δεν είχε διαβάσει ακόμη- του υπουργού Οικονομικών, ο οποίος, με αρκετά παραστατικό τρόπο και συγκεκριμένα παραδείγματα για διορισμούς και άλλες σπατάλες, ανέλυε πράξεις και παραλείψεις των προηγούμενων κυβερνήσεων που οδήγησαν το 2009 στην κορύφωση του δημοσιονομικού εκτροχιασμού και έκαναν αναπότρεπτη την προσφυγή της χώρας στο μνημόνιο.
            Δεν ξέρω αν τελικά ο κ. Κεφαλογιάννης διάβασε τη συνέντευξη του κ. Στουρνάρα και πείστηκε ότι δεν λέει ανοησίες. Θεωρώ, όμως, ότι το γεγονός πως δεν υλοποίησε την… απειλή του να κληθεί ο υπουργός Οικονομικών για εξέταση στη Συγγρού, δεν είναι παρά μια ακόμη χαμένη ευκαιρία, από τις πολλές που κρατούν καθηλωμένη την ελληνική κοινωνία και δεν επιτρέπουν την επανεκκίνηση της ελληνικής οικονομίας.
            Όταν κορυφαία στελέχη του κυβερνητικού χώρου, όπως είναι ο κ. Κεφαλογιάννης, δεν αναγνωρίζουν τις πραγματικές διαστάσεις των προβλημάτων που μας οδήγησαν εδώ που βρισκόμαστε τώρα και αμφισβητούν τα στοιχεία για την υπερχρέωση της χώρας που επικαλείται ο υπουργός Οικονομικών και είναι επικυρωμένα από την Ευρωπαϊκή Ένωση και αποτυπωμένα στον προϋπολογισμό που ψήφισε η παρούσα Βουλή –και άρα και ο γραμματέας της ΝΔ-, δεν μπορεί να υπάρξει ελπίδα ανάκαμψης.
            Όσο δεν λύνονται αυτά τα ζητήματα, όχι απαραίτητα για να καταλογιστούν οι ευθύνες ενός εκάστου (που και αυτό είναι αναγκαίο), αλλά, κυρίως, για να εξαχθούν τα σωστά συμπεράσματα και να μην επαναληφθούν τα ίδια λάθη, στο δημόσιο διάλογο θα κυριαρχούν οι παραλυτικές θεωρίες συνωμοσίας που αποδίδουν τα πάντα στους «κακούς» ξένους που, τάχατες, επιβουλεύονταν το «οικόπεδο Ελλάς» και γι΄ αυτό μας έδιναν δανεικά με το… ζόρι.
Όσο παραμένουν εκκρεμότητες αυτού του είδους, θα βρίσκουν έδαφος οι… παραμυθίες ότι θα ξυπνήσουμε ένα πρωί και ένας «από μηχανής Θεός» θα εισβάλει στη σκηνή και θα μας φέρει πίσω μισθούς, συντάξεις, επιδόματα, δουλειά, επιχειρήσεις, περιουσίες, εθνική αξιοπρέπεια και ό,τι άλλο χάσαμε στη διάρκεια αυτής της αδυσώπητης και χωρίς ορατό τέλος υφεσιακής εξαετίας που βιώνουμε.
            Αν γινόταν το debate στη Συγγρού, που πρότεινε ο κ. Κεφαλογιάννης, και, ίσως ένα ανάλογο σε καθένα από τα άλλα κομματικά επιτελεία -της Κουμουνδούρου, βεβαίως, συμπεριλαμβανόμενης- ίσως να μην δινόταν η διάσταση που επιχειρούν ορισμένοι να δώσουν στην παραδοχή από το ΔΝΤ του λάθους υπολογισμού που έκαναν οι επιτελείς του στον - «φετιχοποιημένο», πλέον- πολλαπλασιαστή της ύφεσης.
Θα μπορούσε, πιθανότατα, το εξοντωτικά αυστηρό πρόγραμμα που εφαρμόστηκε, κατ΄ απαίτηση δανειστών και εταίρων, στη χώρα μας –η οποία, ας μην ξεχνάμε, είχε τη μεγαλύτερη υπερχρέωση στην Ευρώπη και, συνάμα, επί σειρά ετών τα υψηλότερα ελλείμματα τόσο στους προϋπολογισμούς της όσο και στο εμπορικό ισοζύγιό της- να ήταν ηπιότερο και να επεκτεινόταν (κάτι που -εν μέρει τουλάχιστον- ήδη έγινε) η περίοδος εφαρμογής του.
  Από εκεί, όμως, μέχρι του σημείου να καλλιεργούνται προσδοκίες για επιστροφή στο… 2008 ή μάλλον στο 2007 (αφού το 2008 είχε αρχίσει η ύφεση), η απόσταση είναι τεράστια και δεν δικαιολογεί καμία αυταπάτη ότι οσονούπω θα αποκατασταθούν συντάξεις, μισθοί και άλλα εισοδήματα ή ότι θα γίνουν νέες προσλήψεις στο δημόσιο και γενικώς θα είναι όλα ωραία και καλά. 
Όσο, λοιπόν, οι «ταγοί» αυτού του τόπου αδυνατούν να συνεννοηθούν στα στοιχειώδη και, αντί να ανασκουμπωθούν και να κοιτάξουν πως θα βάλουν επιτέλους φρένο στην ύφεση, εξακολουθούν να εμφορούνται από τις παραδοσιακές νοοτροπίες του να προσπαθεί ο ένας να φορτώσει στον άλλο την ευθύνη για τα οικονομικά ερείπια που κάθε μέρα που περνάει πολλαπλασιάζονται γύρω μας, όχι στο 2007 δεν θα επιστρέψουμε, αλλά πιο πιθανό είναι να πάμε πίσω στο… 1947!    
Γι΄ αυτό το debate που δεν έγινε στη Συγγρού επιμένω ότι ήταν μια ακόμη χαμένη ευκαιρία για να «κλείσουμε παλαιούς λογαριασμούς» και να πούμε «φτου και από την αρχή». Ευελπιστώ όχι η τελευταία…
(Δημοσιεύθηκε στο www.protothema.gr στις 14.2.2013)

Τετάρτη 19 Δεκεμβρίου 2012

Το «έγκλημα» δεν ήταν στιγμιαίο, το ίδιο και η ανάκαμψη

Η ζωή, αρκετές φορές, ξεπερνάει και την πιο οργιώδη φαντασία. Γιατί, αλήθεια, ποιος θα φανταζόταν πριν από τρία ή πέντε χρόνια ότι θα ερχόταν  η ώρα που θα περνούσαν την πόρτα του Κορυδαλλού ή θα απειλούνταν με αυτήν, τόσοι μεγαλόσχημοι που μέχρι πρότινος, κατέκλυζαν τις σελίδες του lifestyle, παριστάνοντας τους μεγάλους «χορηγούς» με χρήματα που, προφανώς, δεν ήταν δικά τους;
Το πάθημα του Γιώργου Κοσκωτά, ο οποίος με τα κλεμμένα της Τράπεζας Κρήτης, αγόραζε, στα μέσα της δεκαετίας του ΄80 «ό,τι πετούσε και ό,τι κολυμπούσε», για να βρεθεί σε λιγότερο από μια δεκαετία πίσω από της φυλακής τα σίδερα, όχι μόνον δεν φαίνεται να έγινε μάθημα, αλλά, μάλλον, λειτούργησε ως πρότυπο για το «επιχειρείν» στην Ελλάδα από πλειάδα ασφαλιστών, κατασκευών, τραπεζιτών, ακόμη και… μόδιστρων!    
Τις ίδιες παραδοξότητες παρατηρεί κανείς και στον τρόπο που διαμορφώθηκε η πολιτική ζωή, ιδίως μετά το ξέσπασμα της κρίσης. Γιατί, πόσο υψηλές, άραγε, μαντικές ικανότητες θα έπρεπε να διέθετε κανείς για να προβλέψει πριν από δυο τρία χρόνια ότι ένας μικρομεσαίος βουλευτής, χωρίς καμία προηγούμενη θετική διάκριση στη ζωή του, θα πετύχαινε, μέσα από τα social media, να πείσει το 10% των Ελλήνων ότι έχει στο τσεπάκι του όλες τις μαγικές λύσεις και μεταξύ αυτών να απαλλάξει, εν μια νυκτί, τη χώρα από το «επονείδιστο» χρέος;
Εκεί, που, κατά το παρελθόν, απέτυχαν προσωπικότητες με οντότητα, οι οποίοι, σε ορισμένες, τουλάχιστον, περιπτώσεις, είχαν τη δυνατότητα να αρθρώσουν έναν λόγο διαφορετικό από τον κυρίαρχο δικομματισμό, εμφανίστηκαν από το… πουθενά σχήματα, όπως οι «Ανεξάρτητοι Έλληνες» του κ. Πάνου Καμμένου, που τσαλαβουτώντας στα θολά νερά της κρίσης, αλίευσαν τόσες ψήφους που ούτε στα όνειρά τους δεν είχαν πολιτικοί όπως ο Κωστής Στεφανόπουλος, ο νυν πρωθυπουργός Αντώνης Σαμαράς, ο Δημήτρης Τσοβόλας, ο Γιώργος Καρατζαφέρης, ο Γιάγκος Πεσμαζόγλου, ο Αντώνης Τρίτσης, ο Γεράσιμος Αρσένης και –γιατί όχι;- ο Λεωνίδας Κύρκος και άλλοι που αποτόλμησαν να ιδρύσουν τα δικά τους κόμματα.
Η φάση αποσύνθεσης, στην οποία υπεισέρχεται, πλέον, το κόμμα Καμμένου, καθώς οι… δράκοι των συνωμοσιολογικών παραμυθιών φαίνεται να καταπίνουν και τον ίδιο τον εμπνευστή τους, όπως και οι χειροπέδες που φορούν ο ένας μετά τον άλλο οι νεόκοποι ολιγάρχες που πρωταγωνίστησαν στην οικονομική ζωή των τελευταίων δεκαετιών, είναι, κατά την άποψή μου, δύο άκρως διδακτικές ιστορίες. Που βοηθούν να ερμηνεύσει κανείς τη βαθιά και γενικευμένη κρίση που διαπερνά την ελληνική κοινωνία. Και, ταυτόχρονα, να ανιχνεύσει τις προοπτικές που δημιουργούνται για την έξοδο από το μακρύ τούνελ της ύφεσης.
            Μαζί με την οικονομική χρεοκοπία της χώρας, χρεοκόπησαν και πολλά άλλα. Χρεοκόπησε, πρωτίστως, το παρασιτικό μοντέλο του κρατικοδίαιτου επιχειρηματία, ο οποίος δεν αναλάμβανε κανένα επενδυτικό ρίσκο, αλλά βολευόταν με τις μεθόδους της διαπλοκής που συνοψίζονται στο τρίπτυχο: κρατικές επιχορηγήσεις και στραβά μάτια για τη στρέβλωση του υγιούς ανταγωνισμού, τραπεζικά θαλασσοδάνεια, ανεξάντλητη ρευστότητα από τα άνευ ουσιαστικού αντικρίσματος «χαρτιά» που «μοσχοπουλούσε» στο χρηματιστηριακό καζίνο της Σοφοκλέους. Χρεοκόπησε, επίσης, το πελατειακό κράτος, αλλά και ο λαϊκισμός που το συνόδευε και καθήλωνε τη χώρα στην ακινησία.
Όλα αυτά, βεβαίως, δεν έγιναν ούτε σε μια μέρα, ούτε σε έναν μήνα, ούτε καν σε μια τετραετία. Είναι παθογένειες δεκαετιών, στις οποίες δεν συνέβαλε ένας και μόνον παράγων, ούτε μια παράταξη, αλλά ένα ολόκληρο «σύστημα». Τα αίτια του προβλήματος είναι βαθιά και αποτελεί τεράστια αυταπάτη και πελώρια κοροϊδία να θέλει να πείσει κάποιος ότι η απάντηση μπορεί να βρει τη λύση στον απλοϊκό διαχωρισμό: μνημόνιο και αντιμνημόνιο.
Το δίπολο, άλλωστε, «μνημόνιο – αντιμνημόνιο» ή όποιο άλλο απλουστευμένο ερμηνευτικό σχήμα, που θέλει όλα να ξεκίνησαν για έναν λόγο και κάποια συγκεκριμένη στιγμή, π.χ. τον Μάιο του 2010, όταν, από το Καστελόριζο, ο τότε πρωθυπουργός ανακοίνωσε την ένταξη στο μηχανισμό στήριξης Ευρωπαϊκής Ένωσης και ΔΝΤ, απαλλάσσει των ευθυνών της την κρατικοδίαιτη επιχειρηματική διαπλοκή και τους ταγούς που την υπέθαλψαν. Δίνει συγχωροχάρτι στο πολύχρονο πάρτι των μεσαζόντων στους εξοπλισμούς και τις άλλες κρατικές προμήθειες. Παραβλέπει τον σχεδόν μόνιμο δημοσιονομικό εκτροχιασμό. Κλείνει τα μάτια στην κραιπάλη του υπερδανεισμού για να βολευτούν «δικά μας παιδιά», να πληρωθούν «μαϊμού» συντάξεις, να επιδοτηθούν συνδικαλιστικές ηγεσίες, να εξαγοραστούν μέσα ενημέρωσης. 
Αν έχουν κάποια αξία τούτες οι σκέψεις, δεν είναι για να επαναλάβουμε τις, εν πολλοίς, γνωστές διαπιστώσεις για τη δυσμενή πραγματικότητα που βιώνουμε. Είναι, κυρίως, για να συνειδητοποιήσουμε ότι το «έγκλημα» που συντελέστηκε όλα τα προηγούμενα χρόνια δεν ήταν στιγμιαίο. Ήταν διαρκές, αλλά χρειάστηκε χρόνο για να αποκαλυφθεί σε όλη την έκταση που τώρα βλέπουμε να φανερώνεται μπροστά μας.
Έχει, επίσης, σημασία να συνειδητοποιήσουμε ότι καμία κρίση, ποτέ δεν ήταν αιώνια. Οι κοινωνίες που τις αντιμετώπισαν, ακόμη και η νεοελληνική που βίωσε άλλες τρεις μεγάλες χρεοκοπίες, τις ξεπέρασαν όταν ήρθε το πλήρωμα του χρόνου, ο οποίος για να επιταχυνθεί απαιτεί σχέδιο, αλλά, πάνω από όλα, δημιουργική προσπάθεια.  Από τη χρεοκοπία επί των ημερών του Χαριλάου Τρικούπη, η χώρα λίγα χρόνια μπήκε δυνατή στους Βαλκανικούς Πολέμους. Και από την χρεοκοπία των αρχών της δεκαετίας του 30, όταν έφθασαν στα μέρη μας οι επιπτώσεις του Μεγάλου Κραχ του 1929, οδηγηθήκαμε στο έπος του 40.
 Χωρίς, λοιπόν,  να παριστάνω τον… μάγο, έχω εδραία την πεποίθηση ότι η ανάκαμψη δεν μπορεί παρά να έρθει. Μόνον, όμως, που, όπως το «έγκλημα» δεν ήταν στιγμιαίο, έτσι και η ανάκαμψη δεν θα είναι στιγμιαία. Ή, με τα λόγια του ποιητή, «για να γυρίσει ο ήλιος θέλει δουλειά πολλή…».  
   
*Ο Γρηγόρης Τζιοβάρας είναι δημοσιογράφος (πολιτικός συντάκτης στο «Πρώτο Θέμα»), περιφερειακός σύμβουλος Θεσπρωτίας στο πρώτο αιρετό Περιφερειακό Συμβούλιο Ηπείρου. Η αρθρογραφία του (ανα)δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα: http://topikakaiatopa.blogspot.com.     

Τρίτη 18 Οκτωβρίου 2011

Πορτογαλία: σαν σκηνές από (ελληνική) ταινία προσεχώς


Παρακολουθώ, αν και στην, πνιγμένη από πολλών ειδών σκουπίδια, εγχώρια επικαιρότητα, δεν τους δίνονται και ιδιαίτερη σημασία, τα όσα διαδραματίζονται στην –από πολλές απόψεις- πολύ κοντινή μας Πορτογαλία και βρίσκω να μοιάζουν σαν σκηνές από (ελληνική) ταινία προσεχώς.  
Θυμίζω ότι τον περασμένο Ιούνιο στην Πορτογαλία, που αντιμετώπιζε, ανάλογη με την ελληνική, οικονομική κρίση, άλλαξαν κυβέρνηση. Ο αρχηγός της κεντροδεξιάς αντιπολίτευσης Πέδρο Κοέλιο, υποχρέωσε τον σοσιαλιστή πρωθυπουργό Ζοζέ Σόκρατες, που είχε οδηγήσει τη χρεοκοπημένη χώρα του στο μηχανισμό στήριξης της «τρόικας», σε παραίτηση και, αφού μεσολάβησαν εκλογές, ανέλαβε εκείνος το τιμόνι της χώρας.
Νωρίτερα και παρά τις έντονες πιέσεις που του άσκησαν ομοϊδεάτες του στο Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα, όπως η Γερμανίδα καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ, ο Κοέλιο είχε αρνηθεί να συνεργαστεί με τον πρωθυπουργό Σόκρατες, ο οποίος, αφού ήπιε μόνος το «πικρό ποτήρι» των πρώτων μέτρων λιτότητας, ουσιαστικά παρέδωσε την εξουσία, αφού, με την πολιτική που είχε υποχρεωθεί να ακολουθήσει, εκλογικό χαΐρι δεν επρόκειτο να δει στις πρόωρες κάλπες που αναγκάστηκε να στήσει.
Ο κεντροδεξιός Κοέλιο διεκήρυττε προεκλογικά ότι θα «επαναδιαπραγματευόταν το μνημόνιο» και θα άλλαζε το «μείγμα πολιτικής» του προκατόχου του, σκορπίζοντας μεγαλύτερα ρίγη συγκίνησης στα πέριξ της αθηναϊκής λεωφόρου Συγγρού από ότι στο κέντρο της Λισαβόνας. Στους τέσσερις μήνες, όμως, που είναι στην εξουσία, όχι μόνον επαναδιαπραγμάτευση δεν μπόρεσε να κάνει, αλλά ήδη έχει λάβει ως τώρα δύο «πακέτα» μέτρων λιτότητας.
Στα τέλη Ιουλίου ανακοίνωσε, με το πρώτο «πακέτο», μείωση των αποζημιώσεων απόλυσης (μέτρο στο οποίο στα καθ΄ ημάς τον είχε προλάβει ο Ανδρέας Λοβέρδος) και κατάργηση ή συγχώνευση δημοσίων φορέων -μεταξύ των οποίων και ένα τηλεοπτικό κανάλι- (όπως πολλάκις έχει ανακοινωθεί κι εδώ, αλλά ακόμη «παλεύεται» το ζήτημα). Στόχος, όπως είχε εξαγγελθεί, ήταν να περιοριστεί το έλλειμμα στο 5,9% στο τέλος του έτους και να λάβει η χώρα τις επόμενες δόσεις του δανείου των 78 δισ. ευρώ από την ΕΕ, την ΕΚΤ και το ΔΝΤ.
Ο περιορισμός, όμως, του ελλείμματος στο προβλεπόμενο επίπεδο αποδείχθηκε «άπιαστο όνειρο», αφού αυτό εκτινάχθηκε κοντά στο 8%,  με αποτέλεσμα «τρύπα» 3 δισ. ευρώ στον φετινό προϋπολογισμό, που οι «τροϊκανοί» απαίτησαν από τον… «εθνικά υπερήφανο» κ. Κοέλιο  να το καλύψει άμεσα, αν θέλει επόμενη δόση.
Έτσι, την περασμένη εβδομάδα ο Πορτογάλος πρωθυπουργός, μαζί με τον προϋπολογισμό του 2012, ανακοίνωσε το δεύτερο «πακέτο» λιτότητας της θητείας του, με ακόμα πιο έντονο «ελληνικό χρώμα», αφού προβλέπει περικοπές σε μισθούς και «δώρα» όσων αμείβονται με μισθό πάνω από 1.000 ευρώ, καθώς και αύξηση του ΦΠΑ σε πολλά προϊόντα από το 13% στο 23%, όπως ακριβώς, δηλαδή, έγινε και στην Ελλάδα...
«Ζούμε σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης», είπε σε τηλεοπτικό διάγγελμά του ο Κοέλιο, ο οποίος –άκουσον, άκουσον!- δέχθηκε πυρά από την αντιπολίτευση ότι θα βουλιάξει ακόμη περισσότερο την πορτογαλική οικονομία στην ύφεση. Ύφεση, η οποία για φέτος προβλεπόταν στο 1,9%, αλλά θα ξεπεράσει το 2%, ενώ υπολογίζεται στο 2,2% για το 2012, έναντι θετικής ανάπτυξης 1,4% το 2010, χρονιά κατά την οποία –μην ξεχνάμε- ότι για την Ελλάδα ήταν η τρίτη συνεχόμενη με ύφεση, καθώς, με βάση τα νεότερα στοιχεία, χτύπησε πρώτη φορά την πόρτα μας το 2008.
Ένοιωσα την υποχρέωση να τα θυμίσω όλα αυτά, όχι για να (υπο-)στηρίξω την κυβέρνηση, που είναι φανερό, άλλωστε, πως έχει χάσει τον «μπούσουλα», αλλά γιατί ενοχλούμαι από «τυφλές» -δήθεν συνδικαλιστικές- κινητοποιήσεις, με στόχο να προκληθούν άμεσες πολιτικές εξελίξεις και, συνάμα,  επειδή θυμώνω με όσους δείχνουν να μη διδάχτηκαν τίποτε από τη γενικευμένη κρίση που ζούμε και εξακολουθούν να υπόσχονται «λαγούς με πετραχήλια», εξαγγέλλοντας μείωση φορολογικών συντελεστών, ως αντίδοτο στη φοροδιαφυγή και κλείνοντας το μάτι σε κάθε είδους και κάθε μορφής διεκδίκηση.
Δεν έχω κανέναν δισταγμό να αναγνωρίσω –και με τη δέσμευση του γραπτού λόγου- ότι αργά ή γρήγορα η σημερινή κυβέρνηση θα αποτελέσει παρελθόν, υπό το βάρος των μέτρων που υποχρεώθηκε να λάβει και τα οποία βρίσκονται σε διάσταση με τις ιδεολογικές επιλογές της, ενώ έρχονται σε αντίθεση με όσα προεκλογικά διεκήρυττε, αγνοώντας ή παραβλέποντας –μικρή σημασία ίσως έχει, πλέον, ποιο από τα δύο ίσχυε- την «ωρολογιακή βόμβα» που καλούνταν να παραλάβει πριν από δύο χρόνια.
Για αρκετούς, μάλιστα, φίλους της κυβερνητικής παράταξης, η επιτάχυνση των πολιτικών εξελίξεων, θα λειτουργήσει «λυτρωτικά» για τον πολιτικό τους χώρο. Ενστερνίζομαι, εν πολλοίς, την άποψη τους, αλλά διστάζω να την υιοθετήσω, επειδή δεν είμαι βέβαιος ότι αποτελεί, τούτη τουλάχιστον την κρίσιμη ώρα, την καλύτερη λύση για τη χειμαζόμενη ελληνική οικονομία.

*Ο Γρηγόρης Τζιοβάρας είναι δημοσιογράφος, περιφερειακός σύμβουλος Θεσπρωτίας στο νέο Περιφερειακό Συμβούλιο Ηπείρου. Η αρθρογραφία του (ανα)δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα: http://topikakaiatopa.blogspot.com.     

Τετάρτη 13 Ιουλίου 2011

Οι τοπάρχες, πρωταγωνιστές στην υποθήκευση του μέλλοντος

          Η ιστορία με τους δύο Δήμους της Αττικής (Αχαρνών και Ζωγράφου) που είχαν συνάψει, χωρίς να τηρήσουν τις νόμιμες προϋποθέσεις, δάνεια από το εξωτερικό,που αποκαλύφθηκαν τώρα, καθώς, εξαιτίας της θεσμικής αδυναμίας να αποπληρωθούν, παρά λίγο να τορπιλιστεί η εκταμίευση της πέμπτης δόσης του δανεισμού του ελληνικού δημοσίου από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, είναι, νομίζω, άκρως αποκαλυπτική για το τι συνέβαινε όλα τα προηγούμενα χρόνια σε αυτή τη χώρα.
Ταυτοχρόνως, όμως, είναι και απολύτως επεξηγηματική για το πώς φθάσαμε στη δυσχερή θέση να απαιτείται να εκποιήσουμε τα «ασημικά» για να ξεπληρώσουμε το δυσθεώρητο χρέος που επισωρεύτηκε στις πλάτες των επόμενων γενιών, με αποφάσεις στις οποίες τον πρωταγωνιστικό ρόλο δεν είχαν, τις περισσότερες φορές, οι «300» της Βουλής, οι οποίοι έχουν γίνει, συλλήβδην, ο «σάκος του μποξ» για την -δικαιολογημένη, ως ένα βαθμό- κοινωνική οργή και αγανάκτηση.

Το φαινόμενο της υπερχρέωσης, που έχει υποθηκεύσει το μέλλον μας για πολλά-πολλά χρόνια, δεν αποτελεί, δυστυχώς, «προνόμιο» του κεντρικού Κράτους, αλλά επεκτείνεται από άκρου εις άκρον της χώρας, καθώς οι τοπάρχες των Αχαρνών και του Ζωγράφου -που, μην έχετε αμφιβολία, ανήκαν σε διαφορετικά κόμματα- δεν αποτελούν την εξαίρεση, αλλά τον κανόνα στην άφρονα οικονομική διαχείριση, που άσκησε η μεγάλη πλειονότητα των δημάρχων και νομαρχών, ανεξαρτήτως πολιτικής απόχρωσης.

Τα «χαΐρια» των δικών μας Δήμων εδώ στη Θεσπρωτία είναι γνωστά, τα ξέρουμε και τα μαθαίνουμε με όσα εξακολουθούν να αποκαλύπτονται, ενώ και στο επίπεδο της Περιφέρειας Ηπείρου, όπως ξανάγραψε η στήλη, όταν πριν από λίγους μήνες ψηφίστηκε ο προϋπολογισμός για του 2011, η κατάσταση είναι ίδια και χειρότερη.

Μπήκαμε στον έβδομο μήνα αφότου ανέλαβε η νέα διοίκηση της Περιφέρειας και ακόμη δεν έχει αποσαφηνιστεί ποιο είναι το ακριβές ύψος των οφειλών που κληροδότησαν στο νέο θεσμό οι τέσσερις πρώην νομαρχιακές αυτοδιοικήσεις Ιωαννίνων, Άρτας, Πρέβεζας και Θεσπρωτίας.

Στην τελευταία συνεδρίαση του Περιφερειακού Συμβουλίου, που συνήλθε στις 4 Ιουλίου, ήρθε -επιτέλους!- ως θέμα ο προγραμματισμός των έργων της Περιφέρειας και, έτσι, πήραμε μια «γεύση» από το εύρος του «ανοίγματος», που σε τάξη μεγέθους είναι δεκάδες εκατομμύρια ευρώ, από τις απλήρωτες οφειλές που αφορούν έργα, τα οποία, σε αρκετές περιπτώσεις, έχουν ολοκληρωθεί από ετών.

Το διαπίστωσα έκπληκτος όταν είδα να περιλαμβάνεται στον κατάλογο ένα -αρκούντως υπερκοστολογημένο- μικροέργο στο χωριό μου, υπό τον τίτλο «αποπεράτωση δρόμου Τσατσουλέικα - Κοκκινιά και των σχετικών παρακαμπτηρίων», που δεν ξεπερνά τα 300 με 400 μέτρα ασφάλτου και χρεώθηκε με 110 χιλιάδες ευρώ. Το έργο είναι έτοιμο εδώ και τουλάχιστον δύο χρόνια, αλλά, κατά τα φαινόμενα, δεν αποπληρώθηκε ακόμη και, έτσι, ένα υπόλοιπο 22 χιλιάδων ευρώ που οφείλονται στον εργολάβο, κληροδοτήθηκε στην Περιφέρεια.

Ενδεικτικά και μόνο για την Περιφερειακή Ενότητα Θεσπρωτίας, από τα 99 έργα που εμφανίζονται στον κατάλογο, τα 76 -και τα πλέον δαπανηρά εξ αυτών- είναι παλαιοτέρων ετών, για τα οποία έχει καταβληθεί στους εργολήπτες σχεδόν το ήμισυ των συμβατικών τιμημάτων, με ό,τι σημαίνει αυτό το «φέσι» για την αγορά, αλλά και με ό,τι υποκρύπτει το γεγονός ότι αρκετά από τα έργα ξεκίνησαν εν μέσω της τελευταίας προεκλογικής περιόδου.

Η σκληρή μάχη που δώσαμε στο Συμβούλιο, ως μείζων αντιπολίτευση, μπορεί να μην απέφερε το επιδιωκόμενο, που ήταν να πληροφορηθούμε το ύψος των συνολικών οφειλών της Περιφέρειας, αν λάβει κανείς υπόψη του ότι η Θεσπρωτία είναι το 1/7 της Ηπείρου, υπήρξε, ωστόσο, αποδοτική, καθώς απεκάλυψε τις προθέσεις του τέως νομάρχη Ιωαννίνων και νυν περιφερειάρχη Ηπείρου Αλέκου Καχριμάνη.

Ο κ. Καχριμάνης, αμυνόμενος, εξακόντισε τα βέλη του κατά της αντιπολίτευσης στην τέως Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Ιωαννίνων, επειδή δεν συνηγόρησε στη σύναψη δανείου που σχεδίαζε κατά την προγηγούμενη αυτοδιοικητική περίοδο. Βέβαια, όπως προέκυψε από τη συζήτηση, ο πραγματικός λόγος που δεν έλαβε το δάνειο, που ήθελε να συνάψει ως νομάρχης, ήταν επειδή ο νόμος, τότε, δεν επέτρεπε δανειοδότηση για χρηματοδότηση παρελθόντων έργων. Έργα, τα οποία είχε σπεύσει ο ίδιος να δρομολογήσει, με προφορικές δεσμεύσεις της τότε κυβέρνησης Καραμανλή και ειδικότερα του υπουργού ΠΕΧΩΔΕ Γιώργου Σουφλιά για πρόσθετη χρηματοδότηση, που αποδείχθηκαν «έπεα πτερόεντα».

Ο περιφερειάρχης μάς προϊδέασε ότι αυτό που δεν μπόρεσε να κάνει τότε, επειδή το απαγόρευε ο Κώδικας Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης, θα επιδιώξει να το κάνει τώρα που η νομοθεσία δεν είναι περιοριστική, συνάπτοντας δάνειο για την αποπληρωμή των παλαιών οφειλών. Ελπίζουμε να μην το κάνει όπως ο... δήμαρχος Ζωγράφου και θα είμαστε εκεί για να τον ελέγξουμε.


*Ο Γρηγόρης Τζιοβάρας είναι δημοσιογράφος, περιφερειακός σύμβουλος Θεσπρωτίας στο νέο Περιφερειακό Συμβούλιο Ηπείρου. Η αρθρογραφία του (ανα)δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα: http://topikakaiatopa.blogspot.com.