Η παροιμία «θύμωσ΄ ο αγάς…», που θα έλεγε για τη συγκεκριμένη περίσταση η μακαρίτισσα η γιαγιά μου, μου ερχόταν κατά νου, καθώς συμμετείχα την περασμένη Παρασκευή στη συγκέντρωση που πραγματοποιούσαμε οι δημοσιογράφοι στο πλαίσιο της τετραήμερης απεργίας στα μέσα ενημέρωσης που κήρυξαν οι συνδικαλιστικές ενώσεις.
Στο περίπτερο απέναντί μας τα κρεμασμένα από την προηγούμενη μέρα κυριακάτικα φύλλα ήταν σα να μας έβγαζαν τη γλώσσα και να μας περιγελούσαν, αφού η απεργία μας υποτίθετο ότι έγινε για να παρεμποδίσουμε την κυκλοφορία τους. Κάτι που, αν πετύχαινε, θα δημιουργούσε, σύμφωνα τουλάχιστον με τις στοχεύσεις των συνδικαλιστών, πρόβλημα σε κάποιους από τους ιδιοκτήτες των μέσων, ώστε να υποχρεωνόταν να προσέλθουν στο τραπέζι του διαλόγου για να υπογραφεί μια αξιοπρεπής σύμβαση εργασίας για τη μερίδα εκείνη των συντακτών που αμείβεται με όσα προβλέπουν οι συμβάσεις.
Τα κυριακάτικα φύλλα, όμως, γραμμένα -και υπογεγραμμένα παρακαλώ!- από τους… απεργούς συντάκτες, είχαν, σχεδόν στο σύνολό τους, κυκλοφορήσει προτού καν ξεκινήσει η απεργία, δίχως το αυτί των συνδικαλιστών να ιδρώσει από το ήδη χαμένο παιχνίδι της κινητοποίησης. Δεν είχαν, δηλαδή, ούτε καν τη στοιχειώδη ευελιξία να αναστείλουν την άστοχη, πλέον, κινητοποίηση για να μην πληρώσουν το «μάρμαρο» οι εργαζόμενοι με τα μεροκάματα που θα τους περικοπούν.
Δεν είμαι, βεβαίως, κατά των κινητοποιήσεων, χωρίς τις οποίες ο κόσμος θα ήταν… αγύριστος. Και πολύ περισσότερο δεν είμαι κατά του συνδικαλισμού, καθώς πιστεύω ότι, όπως έχει αποδειχθεί ιστορικά, ο χειρότερος συνδικαλισμός είναι προτιμότερος από την ανυπαρξία συνδικαλισμού.
Όμως, αυτό δεν με εμποδίζει να ασκώ κριτική για τις άστοχες και άσκοπες κινητοποιήσεις που αντί να ενδυναμώνουν τη θέση των εργαζομένων, την αποδυναμώνουν και δημιουργούν μεγαλύτερα κύματα απογοήτευσης στο ευρύ κοινωνικό σύνολο και αμφισβήτησης της αναγκαιότητας να αγωνίζεται κανείς για τα δίκαιά του. Για τον ίδιο λόγο δεν επικροτώ τις –κάθε λογής- συνδικαλιστικές ηγεσίες που, χωρίς επίγνωση της κατάστασης, κηρύσσουν απεργίες ή στάσεις εργασίας με λογικές που παραπέμπουν στη λεγόμενη… «επαναστατική γυμναστική» και που το μόνο αποτέλεσμα που φέρουν είναι η έτι περαιτέρω απαξίωση της έννοιας του συνδικαλίζεσθαι.
Η κρισιμότητα της περιόδου που διανύουμε ως χώρα είναι ακόμη πιο εξαιρετική για τα μέσα ενημέρωσης, τα οποία έπειτα από μια εικοσάχρονη υπερμεγέθυνση που εξελίχθηκε μέσα σε ένα -εν πολλοίς «κρατικοδίαιτο»- τοπίο ανομίας και αναρχίας, καλούνται, πλέον να εισέλθουν σε φάση βίαιης συρρίκνωσης.
Τα άλλοτε κραταιά συγκροτήματα τύπου που ορισμένοι ψέλλιζαν με δέος ακόμα και το όνομά τους, αποδεικνύονται γίγαντες με γυάλινα πόδια που συνταράσσονται συθέμελα τώρα που η κρατική διαφήμιση περιορίστηκε δραματικά, ο χρηματιστηριακός χειμώνας κατακαίει τα πάντα και ο ανταγωνισμός του δωρεάν, είτε πρόκειται για εφημερίδες (free press), είτε για ιστολόγια (blogs), μειώνουν κατακόρυφα κυκλοφορίες και τζίρους.
Κατά τη διάρκεια, μάλιστα, του τετραήμερου «μπλακ άουτ» της ενημέρωσης, στα –«πειρατικά» στην πλειονότητά τους- blogs που συντηρούν την ανομία, καθώς, πολύ περισσότερο από τα παραδοσιακά μέσα, δεν τηρούν κανέναν κανόνα και καμία δεοντολογία, όπως, π.χ., το σεβασμό στην πνευματική ιδιοκτησία ή την ενυπόγραφη άποψη, άνοιγαν… σαμπάνιες για την απόφαση να μπουν σε επιτήρηση οι μετοχές των εταιριών των πιο γνωστών μέσων ενημέρωσης.
Μαζί με τις χαιρέκακες αναρτήσεις τους για τα παθήματα των «κατεστημένων» μέσων, όμως, τα -υποτιθέμενα- νέα αυτά μέσα, τα οποία –φυσικά και- δεν απεργούσαν, αναπαρήγαν κάθε είδους φημολογία, «μολύνοντας» το διαδίκτυο με «σπερμολογίες» για διεθνείς ή κυβερνητικές κρίσεις, πτωχεύσεις και ό,τι άλλο σκαρφιζόταν ο οποιοσδήποτε φαντασιόπληκτος βρισκόταν μπροστά από έναν υπολογιστή.
Με τον τρόπο αυτό, ωστόσο, γινόταν -άθελά τους, βεβαίως- οι καλύτεροι υπερασπιστές της επαγγελματικής ή, αν θέλετε, της «επίσημης» δημοσιογραφίας, η οποία με όλα τα τρωτά που την βαρύνουν –και είναι πολλά και έχουν γίνει περισσότερα σε αυτή τη φάση της γενικευμένης κρίσης που ζούμε- ήταν, είναι και θα παραμείνει αναγκαία για την κοινωνική πρόοδο.
Αρκεί να το αντιληφθεί και η ίδια, να προσαρμοστεί στα νέα δεδομένα και να πάψει, όπως γράφουμε στην αρχή, να συμπεριφέρεται σαν τον… θυμωμένο αγά της παροιμίας της γιαγιάς μου.
*Ο Γρηγόρης Τζιοβάρας είναι δημοσιογράφος, περιφερειακός σύμβουλος Θεσπρωτίας στο νέο Περιφερειακό Συμβούλιο Ηπείρου. Η αρθρογραφία του (ανα)δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα: http://topikakaiatopa.blogspot.com/.
(Δημοσιεύθηκε στη "Θεσπρωτική" στις 12.4.2011)