Συνολικές προβολές σελίδας

Παρασκευή 20 Οκτωβρίου 2023

Το «φλερτ» ΣΥΡΙΖΑ - ΠΑΣΟΚ και το «βοήθα με, φτωχέ μου, να μην γίνω σαν και σένα»

            Ανάμεσα στα λίγα ή πολλά που κληρονόμησε ο Στέφανος Κασσελάκης από τον προκάτοχό του στην ηγετική καρέκλα της Κουμουνδούρου φαίνεται ότι είναι η… αθεράπευτη αισιοδοξία -κατ΄ άλλους ματαιοδοξία- την οποία εξέπεμπε επί χρόνια, δημοσίως τουλάχιστον, ο Αλέξης Τσίπρας, ο οποίος, ενώ όλα γύρω του μαρτυρούσαν ότι είχε χρεοκοπήσει πολιτικά, επέμενε να παριστάνει τον «άχαστο» σε βαθμό που, παρότι ηττήθηκε επανειλημμένα, δεν παραιτήθηκε, παρά μόνον, κατά την έκφρασή του, «παραμέρισε».  

Δεν εξηγείται αλλιώς η ανυπέρβλητη χαρά με την οποία υποδέχτηκε ο νεόκοπος αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ τα αποτελέσματα των αυτοδιοικητικών εκλογών της περασμένης Κυριακής μέσω της φωνητικής ανάρτησης στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης που έκανε από το πίσω κάθισμα ενός αυτοκινήτου το οποίο κινούνταν στους δρόμους της Νέας Υόρκης. Ο ΣΥΡΙΖΑ είχε καταγράψει εκείνη την ημέρα τη χειρότερη εκλογική επίδοση από την ίδρυση του και ο Κασσελάκης πανηγύριζε για κάτι που μόνον εκείνος είχε εκλάβει ως νίκη.  

Βλέποντάς τον αισθανόσουν ότι το αυτοκινητιστικό διάγγελμα θα κατέληγε με το γνωστό ειρωνικό σχόλιο… «κερδάμε αδέλφια!». Και ότι αμέσως μετά θα ξεσπούσε στα βροντερά γέλια, δίνοντας, έτσι, ο ίδιος τέλος στη φαρσοκωμωδία που όλο και περισσότεροι αντιλαμβάνονται ότι εξελίσσεται τις τελευταίες εβδομάδες στο κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Δεν το έκανε, όμως. Διότι, όπως όλα δείχνουν, η ευκολία με την οποία ένας άνθρωπος του χρήματος, όπως εκείνος, κατάφερε να κατακτήσει την ηγεσία ενός κόμματος που αυτοτοποθετείται στην Αριστερά, ενίσχυσε την ήδη μεγάλη αυτοπεποίθησή του και τον οδηγεί σε επίπεδα οίησης και αλαζονείας, που ίσως αποδειχθούν ακόμη υψηλότερα από αυτά στα οποία είχε κινηθεί ο προηγούμενος αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ. 

Ο Αλέξης Τσίπρας, άλλωστε, είχε υπερασπιστεί, ενόσω ήταν πρωθυπουργός, το δικαίωμά του στην οίηση. Είχε πει χαρακτηριστικά, τον Δεκέμβριο του 2015, από το βήμα της Βουλής ότι «θα είχε κάθε δικαίωμα και θα ήταν δικαιολογημένη μια μικρή οίηση σε κάποιον που δεν προέρχεται από τζάκι και κατάφερε στα σαράντα του να γίνει πρωθυπουργός». Μπορεί να μιλούσε σε τρίτο πρόσωπο, αλλά αναφερόταν στον εαυτό του, σε μια εποχή που είχε κάνει τη μεγάλη κωλοτούμπα και είχε ανατρέψει άρδην την ετυμηγορία που ψευδεπίγραφου δημοψηφίσματος που είχε προκηρύξει λίγους μήνες νωρίτερα.  

Αν, λοιπόν, «ήταν δικαιολογημένη μια μικρή οίηση» για τον Αλέξη Τσίπρα, ο οποίος  έγινε πρωθυπουργός επειδή καβάλησε το κύμα της αντιμνημονιακής υστερίας και δεν είχε πρόβλημα όταν πήρε την εξουσία να κάνει τα ακριβώς αντίθετα από όσα διακήρυττε προηγουμένως, φανταστείτε πόσο πιο εύκολο είναι να υποπέσει στο ίδιο «αμάρτημα» ένας αμερικανοτραφής νέος, ο οποίος, κατά δήλωσή του, έχει λύσει όλα τα προβλήματα που σχετίζονται με τα προς το ζην ώστε να μην χρειάζεται να ξαναδουλέψει, ήρθε για διακοπές στην Ελλάδα με τα καλοκαιρινά ρούχα και πείστηκε να δοκιμάσει την τύχη του διεκδικώντας την ηγεσία ενός κόμματος με το οποίο μέχρι πρότινος δεν τον συνέδεε τίποτε απολύτως.  

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι αν η περίπτωση του Κασσελάκη είχε γίνει σειρά στο Netflix δεν θα έπειθε πολλούς να τη δουν, διότι οι περισσότεροι θα θεωρούσαν υπερβολικά ευφάνταστο όποιον υπέγραφε ένα τέτοιο σενάριο. Η ΣΥΡΙΖΑϊκή πραγματικότητα, όμως, αποδεικνύεται πιο ευφάνταστη και είτε γυριστεί ταινία, είτε όχι, αποτελεί ήδη πλανητικών διαστάσεων παραδοξότητα ο απίστευτος τρόπος με τον οποίο πήρε τα κλειδιά ενός αριστερού κόμματος κάποιος που πρεσβεύει ιδεολογικά τα ακριβώς αντίθετα από εκείνα που δεκαετίες τώρα διακηρύσσει το συγκεκριμένο κόμμα.

Μόνον και μόνον τα όσα είπε στην πρόσφατη Συνέλευση του ΣΕΒ για τον ρόλο του κεφαλαίου και «την ανάγκη καθιέρωσης των stockoptions (σ.σ.: διανομή μετοχών στους εργαζόμενους) προς επίτευξη συμπεριληπτικής ανάπτυξης» ήταν αρκετά για να κάνουν την περίπτωσή του αντικείμενο ειδικής μελέτης από την Πολιτική Επιστήμη. Και προφανώς δεν είναι αυτά τα μόνα στοιχεία που καθιστούν «case study» το παγκοσμίως πρωτοφανές φαινόμενο ένας… περαστικός να γίνεται από τη μια στιγμή στην άλλη αρχηγός μιας παράταξης η οποία κινείται στον αντίποδα των δικών του πεποιθήσεων.

Ο Κασσελάκης δείχνει να κινείται όπως τα υπερατλαντικά επιθετικά funds, τα οποία αναλαμβάνουν χρεωκοπημένες επιχειρήσεις με σκοπό να τις εξυγιάνουν, εφαρμόζοντας ανατρεπτικές θεραπείες σοκ και χωρίς να υπολογίζουν τη βούληση όσων ήταν προηγουμένως εκεί. Δείτε, για παράδειγμα, πως συμπεριφέρεται στα όργανα του κόμματος, τι ενδιαφέρον δείχνει για την τήρηση του καταστατικού και πόσο επιμένει στην αδιαμεσολάβητη επικοινωνία του ίδιου με τον λαό. Βεβαίως, τα κόμματα δεν λειτουργούν όπως ακριβώς λειτουργούν οι επιχειρήσεις και αργά ή γρήγορα θα το διαπιστώσουν ο νέος αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ και όσοι συνασπίστηκαν γύρω από αυτόν.

Από την περασμένη Κυριακή και ύστερα είναι σαφές ότι προσπαθούν να διασκεδάσουν τις εντυπώσεις από τη νέα εκλογική κατάρρευση που υπέστησαν, καλυπτόμενοι πίσω από τα αυτοδιοικητικά κέρδη που είχε το ΠΑΣΟΚ, το οποίο, μπορεί στα μνημονιακά χρόνια να έχασε εκατομμύρια ψηφοφόρους, διατήρησε, όμως, ερείσματα στους θεσμούς της αυτοδιοίκησης και του συνδικαλισμού. Γι΄ αυτό και τώρα που καταρρέει ο ΣΥΡΙΖΑ, η Χαριλάου Τρικούπη δεν φαίνεται διατεθειμένη να δώσει σανίδα σωτηρίας σε εκείνους που τη λοιδόρησαν και τη λεηλάτησαν όλα τα προηγούμενα χρόνια.

Το «φλερτ» προς το ΠΑΣΟΚ για συμπόρευση ή ό,τιδήποτε άλλο, στο οποίο επιδίδεται ο υπό διάλυση ΣΥΡΙΖΑ, που το πιθανότερο είναι ότι σε λίγο καιρό δεν θα είναι αξιωματική αντιπολίτευση, θυμίζει μια από τις πιο σοφές λαϊκές παροιμίες που ταιριάζουν γάντι στην περίσταση και η οποία λέει το εξής: «Βοήθα με, φτωχέ μου, να μη γίνω σαν και σένα».

Λέτε να ενδώσει ο Νίκος Ανδρουλάκης ή όποιος άλλος από τη Χαριλάου Τρικούπη διαθέτει στοιχειώδη κοινό νου και αίσθημα αυτοσυντήρησης; Δεν φαίνεται πιθανό. Διότι δεν δείχνουν να είναι… τόσο μεγάλα κορόιδα ώστε να δελεαστούν, όπως οι απελπισμένοι ψηφοφόροι του ΣΥΡΙΖΑ, από τον «ουρανοκατέβατο» Στέφανο Κασσελάκη….

Παρασκευή 13 Οκτωβρίου 2023

Τι ξέρουν οι αγορές και είναι τόσο ψύχραιμες;

Στο περιθώριο των εργασιών της ετήσιας Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ, που γίνονται κάθε Σεπτέμβριο στη Νέα Υόρκη, οργανώνονται δεκάδες, ίσως και εκατοντάδες, διαδηλώσεις στις οποίες εκφράζουν ειρηνικά τις διαμαρτυρίες τους άνθρωποι από κάθε γωνιά του πλανήτη που διεκδικούν δικαιώματα και ελευθερίες ή καταγγέλλουν την παραβίασή τους.

Στη φετινή Συνέλευση, η μακράν πιο μαζική διαδήλωση που οργανώθηκε έξω από τα κεντρικά γραφεία του διεθνούς οργανισμού που βρίσκονται στη 2η Λεωφόρο της αμερικανικής μεγαλούπολης, ήταν εκείνη που οργανώθηκε από πολλές εκατοντάδες επικριτές της αυταρχικής κυβέρνησης του Μπέντζαμιν Νετανιάχου. 

Οι διαδηλωτές που είχαν συγκεντρωθεί εκεί και φώναζαν συνθήματα ανεμίζοντας τις γαλανόλευκες σημαίες του κράτους του Ισραήλ, δεν διαμαρτύρονταν ούτε για το άλυτο εδώ και επτά δεκαετίες Παλαιστινιακό, ούτε για την εν γένει στάση της χώρας -κλειδί για τις γεωπολιτικές ισορροπίες στη πολύπαθη και πάντα ταραγμένη Μέση Ανατολή.

Η κινητοποίησή τους ήταν συνέχεια των πολύμηνων μαζικών διαδηλώσεων που οργανώνονται στο Ισραήλ από τη στιγμή που ο Νετανιάχου έβαλε μπροστά τα σχέδια του για να καθυποτάξει τη Δικαιοσύνη της χώρας του η οποία όρθωνε αναχώματα στις αθέμιτες πρωτοβουλίες του ίδιου του πρωθυπουργού και των ακροδεξιών συμμάχων του, με τη βοήθεια των οποίων κατάφερε να ξαναπάρει την εξουσία έπειτα από την τέταρτη κατά σειράν εκλογική αναμέτρηση η οποία έγινε σχεδόν μέσα σε μια διετία πολιτικής αστάθειας. 

Ο βασικός πυρήνας των αλλαγών τις οποίες έκανε, ξεσηκώνοντας σχεδόν τους μισούς συμπατριώτες, ήταν ότι η Δικαιοσύνη δεν θα μπορεί εφεξής να ακυρώνει τον διορισμό υπουργών και άλλων αξιωματούχων που έχουν στο παθητικό τους καταδίκες για σκάνδαλα.  

Σε πείσμα των στερεοτύπων που επικρατούν στη χώρα μας, αλλά και αλλού, το κράτος του Ισραήλ είναι από την ίδρυσή του μια υψηλών προδιαγραφών κοινοβουλευτική δημοκρατία, στην οποία οι θεσμοί λειτουργούν με τρόπο που δύσκολα συναντά κανείς, όχι μόνον στην ευρύτερη Μέση Ανατολή, όπου ο κανόνας είναι τα δικτατορικά καθεστώτα, αλλά ακόμη και σε δυτικές χώρες. Για παράδειγμα, αρκετές από τις αποκαλύψεις για τα κατά καιρούς σκάνδαλα της διακυβέρνησης Νετανιάχου έγιναν από τη συχνότητα του κρατικού ραδιοφώνου, κάτι το οποίο είναι μάλλον αδιανόητο ακόμη και για αρκετές ευρωπαϊκές χώρες – της Ελλάδας προφανώς συμπεριλαμβανόμενης.

Η αλήθεια είναι ότι το Ισραήλ είναι εδώ και αρκετό καιρό μια βαθιά διχασμένη χώρα, με σχεδόν τον μισό πληθυσμό της να συμφωνεί με τις κάθε είδους ακρότητες του Νετανιάχου και την υπόλοιπη κοινωνία που βγήκε για πολλούς μήνες στους δρόμους να είναι εντελώς αντίθετη με τις πολιτικές που ασκεί τόσο στο εσωτερικό πεδίο όσο και σε σχέση με τους γειτονικούς λαούς και κυρίως με τους Παλαιστινίους με τους οποίους, παρά τις διαφορές που έχουν, η ιστορία τούς έχει καταδικάσει να ζουν δίπλα δίπλα. 

Σε αυτό το πλαίσιο, λοιπόν, εκδηλώθηκε το περασμένο Σάββατο το φρικιαστικό απονενοημένο διάβημα των παράφρονων φανατικών που ηγούνται της «Χαμάς», της ακραίας τρομοκρατικής οργάνωσης, η οποία υποτίθεται ότι υπερασπίζεται τα δίκαια του Παλαιστινιακού λαού. Οι πέραν κάθε λογικής σφαγές αμάχων και οι απάνθρωπες κακοποιήσεις ανυπεράσπιστων παιδιών και γυναικών, στις οποίες επιδόθηκαν, απετέλεσαν το καλύτερο εφαλτήριο για να εξαπολυθούν οι επιθέσεις κατά της λωρίδας της Γάζας που είναι σε εξέλιξη και θα οδηγήσουν σε ακόμη μεγαλύτερες σφαγές ανθρώπων οι οποίοι δίχως αμφιβολία δεν σχετίζονται στην πλειονότητά τους με τα εγκλήματα και τις θηριωδίες που προηγήθηκαν.

Ο νέος κύκλος του αίματος που άνοιξε είναι πολύ δύσκολο να προβλεφθεί πότε και πως θα μπορέσει να κλείσει. Βλέπετε, δεν είναι μόνον οι φανατικοί που έχουν πάρει το πάνω χέρι στην Κνεσέτ, το ισραηλινό Κοινοβούλιο, στο οποίο πλειοψηφούν οι υπερορθόδοξοι Εβραίοι σύμμαχοι του Νετανιάχου, που «τρέφονται» από την στρατηγική της έντασης. Ούτε οι παράφρονες που έχουν βρει καταφύγιο στη λωρίδα της Γάζας, η οποία ελέγχεται ασφυκτικά από την ισλαμοφασιστική «Χαμάς». 

Είναι και άλλοι «παίχτες» της ευρύτερης περιοχής που «επενδύουν» στη σύρραξη των δύο αντιμαχόμενων πλευρών. Με πρώτο και καλύτερο, φυσικά, έναν από τους μεγαλύτερους οπορτουνιστές όλων των εποχών Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, ο οποίος βρήκε και πάλι την ευκαιρία να εμφανιστεί ως ο προστάτης των σουνιτών μουσουλμάνων. Τον Τούρκο Πρόεδρο, ο οποίος μέχρι την προηγούμενη εβδομάδα πάσχιζε δήθεν να συμμαχήσει με τον Νετανιάχου για να παρακάμψει την Κυπριακή Δημοκρατία από τις εξορύξεις υδρογονανθράκων στην Ανατολική Μεσόγειο, αλλά ξαφνικά μεταμορφώθηκε σε υπερασπιστή των ομοθρήσκων του και σε σφοδρό επικριτή των Ηνωμένων Πολιτειών επειδή έστειλαν αεροπλανοφόρο στα ανοιχτά της ουσιαστικά εμπόλεμης περιοχής όπως είναι πλέον η περιοχή της Γάζας.

Από το 1948, οπότε ιδρύθηκε το κράτος του Ισραήλ, με σκοπό να αποτελέσει την εθνική εστία των απανταχού Εβραίων, στην περιοχή της Μέσης Ανατολής έχουν ξεσπάσει αλλεπάλληλες πολεμικές συρράξεις και έχουν γίνει πολύ περισσότερες σφαγές με επίκεντρο τα Ιεροσόλυμα, την -με τον ένα ή τον άλλο τρόπο- κοιτίδα των τριών γνωστών και πολυπληθέστερων μονοθεϊστικών θρησκειών. 

Ωστόσο είναι δύσκολο να περάσει απαρατήρητο, τουλάχιστον από τους ψύχραιμους παρατηρητές των γεγονότων που δεν φορούν παρωπίδες που τους υποχρεώνουν να διαλέξουν στρατόπεδο, ότι, παρόλο που η εν εξελίξει ισραηλινοπαλαιστινιακή κρίση δείχνει να είναι μια από τις αιματηρές, οι τόσο «ευαίσθητες» με τις γεωπολιτικές αναταράξεις αγορές χρήματος και προϊόντων δείχνουν να αντιμετωπίζουν την κατάσταση με τον τρόπο που περιγράφεται καλύτερα από τη ρήση «business as usual». Ούτε αύξηση των τιμών του πετρελαίου είδαμε, ούτε άλλες οικονομικές επιπτώσεις κατεγράφησαν.  

Τι συμβαίνει άραγε και οι αγορές δεν αντέδρασαν με τον συνήθη τρόπο που αντιδρούν σε κάποια κρίση αυτής της έκτασης; Μήπως έχει γίνουν ρουτίνα τέτοιες σφαγές; Ή ίσως οι αγορές ξέρουν κάτι περισσότερο που δεν ξέρουμε όλοι εμείς; Όπως για παράδειγμα ότι οι φανατικοί της μιας και της άλλης πλευράς επέλεξαν, ανεξαρτήτως ποιος ήρξατο χειρών αδίκων, να αναμετρηθούν για να επιβεβαιώσουν την εξουσία τους χωρίς να συγκινούνται από τις θηριωδίες ή να νοιάζονται για το λουτρό αίματος που προκαλούν.

Χωρίς διάθεση για υιοθέτηση θεωριών συνωμοσίας, η παταγώδης αποτυχία της πιο οργανωμένης πολεμικής μηχανής της εποχής μας, που είναι αυτή του Ισραήλ, προκαλεί εντυπώσεις και υποψίες που δεν διασκεδάζονται εύκολα. Σε κάθε περίπτωση, ο φανατισμός και η ένταση είναι αλληλοτροφοδοτούμενα φαινόμενα τα οποία πυροδοτούνται από εμφανή αλλά και  αφανή συμφέροντα. 

Αλλοίμονο στα θύματα και στις οικογένειες τους! 

Παρασκευή 6 Οκτωβρίου 2023

Ας ψηφίσουμε όσους ξέρουν να διοικούν και δεν… χάνουν τα manual

            Οι πιο έγκυροι εκλογικοί αναλυτές συμφωνούν ότι οι κάλπες αυτής της Κυριακής, στις οποίες καλούμαστε να επιλέξουμε τους αξιωματούχους που θα διαχειριστούν τις τύχες της γειτονιάς, της πόλης και της περιφέρειας μας για ολόκληρη την επόμενη πενταετία, είναι οι πιο «βουβές» των τελευταίων δεκαετιών.

Παρά το γεγονός ότι σε αυτή την εκλογική αναμέτρηση εμπλέκονται με την ιδιότητα του υποψηφίου (δήμαρχοι και περιφερειάρχες, κοινοτικοί, δημοτικοί και περιφερειακοί σύμβουλοι) περισσότεροι από 151 χιλιάδες συμπολίτες μας, αριθμός που αποτελεί ρεκόρ, αφού αντιπροσωπεύει κοντά στο 3% του όλο και πιο συρρικνωμένου εκλογικού σώματος, το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης είναι μάλλον υποτονικότερο από ποτέ.

Η διαπίστωση ότι ζούμε στην ψηφιακή εποχή και οι προεκλογικές καμπάνιες γίνονται πλέον, ακόμη και στην πιο απομακρυσμένη εσχατιά της ελληνικής επικράτειας, κυρίως μέσα από τα social media, είναι ίσως μια εξήγηση. Εξήγηση, όμως, η οποία δεν δείχνει επαρκής για να δικαιολογήσει την περιορισμένη ανταπόκριση των πολιτών στις προσκλήσεις των υποψηφίων να συμμετάσχουν στις εκδηλώσεις που οργάνωναν.

Αν είχαν, άλλωστε, συντονιστεί πράγματι οι τοπικοί μας άρχοντες με τη σύγχρονη εποχή, θα είχαμε δει και άλλες βαθύτερες αλλαγές στις παραδοσιακές νοοτροπίες από τις οποίες φαίνεται να διακατέχονται πολλοί από όσους διεκδικούν την ψήφο μας. Τόσα έργα (εντός και εκτός εισαγωγικών) τα οποία είδαμε να προχωρούν και να φθάνουν τους τελευταίους μήνες κοντά στην ολοκλήρωση, είχαμε να δούμε από τις… παραμονές της περασμένης προεκλογικής περιόδου. Και τόση… άσφαλτος που έπεσε σε σοκάκια, δρόμους και λεωφόρους τις τελευταίες εβδομάδες δεν πρέπει να έχει πέσει ούτε ολόκληρη την προηγούμενη τετραετία.

Οι εικόνες, εξάλλου, με τις αφίσες και τα πανό των υποψηφίων που εξακολουθούν να… κοσμούν τις κολώνες ένθεν κακείθεν των δρόμων σε αρκετές πόλεις είναι μια επιπλέον απόδειξη ότι το… παλαιό είναι εδώ, αντιστέκεται και επιμένει. Αδιαφορώντας για τα μηνύματα που στέλνει και τις εντυπώσεις που δημιουργεί σε όσους έχουν ευαισθησίες για την προστασία του περιβάλλοντος ή τον σεβασμό στη νομιμότητα.

Η αλήθεια, όμως, είναι ότι μια μερίδα της ελληνικής κοινωνίας -μικρή ή μεγάλη, θα το αποτιμήσουμε ίσως το βράδυ της ερχόμενης Κυριακής- δείχνει να έπαθε και έμαθε με όσα συνέβησαν τα τελευταία χρόνια. Γι΄ αυτό και κατά πιθανότητα το παραδοσιακό «έργο» της ψηφοθηρίας, της υποσχεσιολογίας και του εκμαυλισμού με ευτελή αντίτιμα, έχει πάψει να κόβει τα εισιτήρια τα οποία έκοβε παλαιότερα. Η μνημονιακή επέλαση άφησε και κάτι καλό, για να θυμηθούμε το αρχαιοελληνικό «ουδέν κακόν αμιγές καλού».

Οι πολίτες, όχι όλοι προφανώς, αλλά όλο και περισσότεροι, φαίνεται να είναι πιο υποψιασμένοι στα «ψεύτικα τα λόγια τα μεγάλα» εκείνων που αρέσκονται να άρχουν. Οι εξαγγελίες για επερχόμενους επίγειους παράδεισους δεν συναντούν μεγάλα ακροατήρια. Κυρίως από εκείνους που δοκιμάστηκαν και έδειξαν τις δυνατότητες και τις ικανότητες τους. Από την άλλη, δεν δείχνουν να βρίσκουν ευήκοα ώτα ούτε όσοι περιγράφουν την πραγματικότητα αποκλειστικά και μόνον με μελανά χρώματα ή την παραλληλίζουν με την… κόλαση. Επειδή απλώς έτυχε να μην είναι οι ίδιοι στα πράγματα.

Τις προηγούμενες μέρες γίναμε μάρτυρες μιας (αλά ελληνικά) φαρσοκωμωδίας με το… χαμένο manual (σ.σ.: εγχειρίδιο λειτουργίας και συντήρησης) του στεγάστρου του Ολυμπιακού Σταδίου που σχεδίασε, ενόψει των Αγώνων του 2004, ο διάσημος Ισπανός αρχιτέκτονας Σαντιάγκο Καλατράβα. Τα γραφεία του Πρώτου Θέματος στο Μαρούσι είναι πολύ κοντά στο ΟΑΚΑ και το επί χρόνια τώρα σκουριασμένο στέγαστρο του Σταδίου, που είναι ορατό από μακριά, μού δημιουργούσε πάντα την απορία γιατί κανείς από τους τόσους (υπεύθυνους ή ανεύθυνους) που εργάζονται εκεί μέσα δεν αναλάμβανε να στήσει μια σκαλωσιά για να κάνει μια διορθωτική βαφή. Η εξήγηση ήρθε πρόσφατα: είχαν -αν έχετε τον Θεό σας!- χάσει το… manual!

Όσο και αν η συγκεκριμένη υπόθεση αφορά το κεντρικό Κράτος και όχι την Τοπική Αυτοδιοίκηση, για την οποία θα ψηφίσουμε την Κυριακή, επί της ουσίας δεν υπάρχει μεγάλη διαφορά. Το… χαμένο manual από το στέγαστρο του ΟΑΚΑ δεν είναι παρά μια μικρογραφία του τρόπου με τον οποίο λειτουργούν τα περισσότερα πράγματα σε αυτή τη χώρα. Έργα, για παράδειγμα, τα οποία αποφασίζονται αποσπασματικά, χωρίς να είναι ενταγμένα σε ένα ευρύτερο σχεδιασμό και κυρίως χωρίς ουδείς να αναλαμβάνει την ευθύνη για τη συντήρησή τους.

Πριν από το ΟΑΚΑ, εξάλλου, ήταν η Θεσσαλία, όπου τα πράγματα εξελίχθηκαν πολύ χειρότερα. Και οι συνέπειες ήταν πολύ μεγαλύτερες. Εκεί, τα τόσο κρίσιμα για τις ανθρώπινες ζωές αλλά και την παραγωγική υπόσταση του Κάμπου, αντιπλημμυρικά έργα έγιναν, παλαιότερα αλλά και πιο πρόσφατα, χωρίς ολιστικό σχεδιασμό. Και, πέραν πάσης αμφιβολίας, χωρίς να υπάρξει ένα εγχειρίδιο (manual) το οποίο να ορίζει ποιος κάνει τι σε περιπτώσεις μεγάλων νεροποντών, όπως πριν από τρία χρόνια με τον «Ιανό» και φέτος με τον «Daniel».

Πριν πάμε, λοιπόν, στην κάλπη της Κυριακής, καλό θα είναι να αφιερώσουμε λίγο χρόνο για να αναλογιστούμε ποιοι από όσους ζητούν την ψήφο μας ξέρουν να διοικούν χωρίς να προβάλουν δικαιολογίες για… χαμένα manual. Αν δεν το κάνουμε τώρα, αξιολογώντας τόσο όσους διοίκησαν τα προηγούμενα χρόνια όσο και εκείνους φιλοδοξούν να τους διαδεχτούν, θα περιμένουμε πέντε ολόκληρα χρόνια για να διορθώσουμε τις επιλογές που θα κάνουμε.

Παρασκευή 29 Σεπτεμβρίου 2023

Το γκελ του Κασσελάκη και οι κάλπες της άλλης Κυριακής

Ας ελπίσουμε ότι ο νέος ΣΥΡΙΖΑ του Στέφανου Κασσελάκη δεν θα έχει την ίδια αντίδραση που είχε ο παλαιός ΣΥΡΙΖΑ του Αλέξη Τσίπρα κάθε φορά που τα τελευταία επτά χρόνια έβλεπε το φως της δημοσιότητας μια νέα δημοσκόπηση. Διότι, σε διαφορετική περίπτωση, προβλέπεται ότι θα ξαναζήσουμε σκηνές απείρου κάλους όλο το επόμενο διάστημα.

Αν κρίνουμε, μάλιστα, από το γεγονός ότι οι πρώτες μετρήσεις που δημοσιοποιήθηκαν αυτές τις μέρες διέψευσαν ακόμη και τις πιο συντηρητικές προσδοκίες για το υποτιθέμενο γκελ το οποίο θα έκανε στην κοινή γνώμη η επιλογή Κασσελάκη για την ηγεσία της αξιωματικής αντιπολίτευσης, είναι απλώς θέμα χρόνου για το πότε θα αρχίσει να ξιφουλκεί και να εκτοξεύει απειλές κατά των δημοσκόπων ο μέντορας του νέου αρχηγού της Κουμουνδούρου, Παύλος Πολάκης.

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η ελληνική κοινωνία αρέσκεται στην ανανέωση του πολιτικού δυναμικού. Και όταν διακρίνει ότι δημιουργούνται τέτοιες προϋποθέσεις ενθουσιάζεται και σπεύδει να επικροτήσει όσους την επαγγέλλονται. Θυμηθείτε πόσες φορές στο παρελθόν οι αλλαγές στις ηγεσίες κομμάτων ή η δημιουργία νέων πολιτικών σχηματισμών έγιναν δεκτές με πολύ θετική προαίρεση. Για παράδειγμα, πριν από σχεδόν δύο χρόνια που εξελέγη αρχηγός του ΠΑΣΟΚ ο Νίκος Ανδρουλάκης, η δημοσκοπική δύναμη της Χαριλάου Τρικούπη εκτοξεύτηκε στα ύψη. Ανεξάρτητα αν στην πορεία του χρόνου υπήρξε προσγείωση που δεν δικαίωσε τις αρχικές εντυπώσεις.

Αντιθέτως, το πιο πρόσφατο κύμα των μετρήσεων δείχνει ότι, παρά την πρωτοφανή για τα εγχώρια -αλλά ίσως και για τα διεθνή- χρονικά επικοινωνιακή καταιγίδα, με την οποία συνοδεύτηκε η… ουρανοκατέβατη εμφάνιση του αμερικανοτραφούς οικονομολόγου-επιχειρηματία, η ανταπόκριση της κοινής γνώμης δεν φαίνεται να ήταν η αναμενόμενη. Η πλειονότητα των πολιτών δεν έδειξε να συγκινείται από το… «καινούργιο κοσκινάκι» που τόσο ξαφνικά ενέσκηψε στο ελληνικό πολιτικό στερέωμα.

Παρόλο που οι μισοί από τους ερωτηθέντες (51%) στη δημοσκόπηση της Pulse για τον Σκάι απαντούν ότι η κυβέρνηση στις πρώτες 100 ημέρες από την εκλογή της κινείται σε λάθος κατεύθυνση, ο νέος αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης δεν καταφέρνει να καλύψει το κενό που δημιουργείται. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης παραμένει ο δημοφιλέστερος πολιτικός αρχηγός ενώ η Νέα Δημοκρατία διατηρεί σχεδόν αλώβητο το double score που απέσπασε στις τελευταίες εκλογικές αναμετρήσεις σε σχέση με τον βασικό της αντίπαλο. 

Τη δυσαρέσκεια από τις πρόσφατες κυβερνητικές αστοχίες στην αποτελεσματική αντιμετώπιση των φυσικών καταστροφών και όχι μόνον δεν την καρπώνεται ο ΣΥΡΙΖΑ (ούτε, ωστόσο, το ΠΑΣΟΚ – και αυτό είναι πρόβλημα για τον Νίκο Ανδρουλάκη). Επωφελούνται από αυτήν η Ελληνική Λύση και το ΚΚΕ.

Κι όλα αυτά καταγράφονται ενώ σε λιγότερο από δέκα ημέρες θα (ξανα)πάμε στις κάλπες. Μπορεί αυτή τη φορά να καλούμαστε να εκλέξουμε τους τοπικούς άρχοντες, οι οποίοι θα διαχειριστούν τις τύχες των πόλεων και των περιφερειών που ζούμε για την επόμενη πενταετία, πλην, όμως, όπως παραδοσιακά συμβαίνει, η έκφραση της λαϊκής ετυμηγορίας έχει πάντα πολιτικά χαρακτηριστικά. Πολύ περισσότερο όταν όλα τα κόμματα στις περισσότερες από τις 13 περιφέρειες και στους τρεις μεγαλύτερους δήμους επέλεξαν να δώσουν χρίσματα.

Αφού το έκαναν, τότε μοιραία στις 8 Οκτωβρίου, που είναι ο πρώτος γύρος των δημοτικών και περιφερειακών εκλογών, και στις 15, που θα γίνει ο δεύτερος γύρος, μοιραία θα ακολουθήσει πολιτικό «ταμείο» και όλοι θα μετρήσουν κέρδη και ζημιές.

Όσο, πάντως, κι αν μοιάζει να είναι άδικο ότι το αποτέλεσμα αυτής της κάλπης κάποιοι θα σπεύσουν να το προσθέσουν στο παθητικό του Στέφανου Κασσελάκη, ο οποίος μετά την ολοκλήρωση της εκλογικής διαδικασίας θα είναι αρχηγός μόλις τριών εβδομάδων, από την άλλη δεν μπορεί κανείς να παραβλέψει ότι ήταν επιλογή του ίδιου και όσων βρίσκονται πίσω του ή δίπλα του να ηγηθεί ενός κόμματος το οποίο δεν απέκτησε ποτέ κοινωνικές γειώσεις.

Ο ΣΥΡΙΖΑ, κακά τα ψέματα, πέτυχε επί των ημερών της ηγεσίας του Αλέξη Τσίπρα να γίνει κόμμα εξουσίας και να κυβερνήσει -με τον τρόπο που κυβέρνησε!- τη χώρα. Δεν κατάφερε, όμως, να αποκτήσει ρίζες στο κοινωνικό σώμα και ούτε είχε ποτέ στελεχιακό δυναμικό το οποίο να ανταποκρίνεται στις πραγματικές κοινωνικές ανάγκες. 

Από τον συνδικαλισμό ως την Τοπική Αυτοδιοίκηση ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν και παρέμεινε, είτε ως κυβέρνηση είτε ως αντιπολίτευση, μια λέσχη με ετερόκλητα μεγαλοστελέχη που είχαν ποικίλες πολιτικές προελεύσεις: από το παλαιό ΚΚΕ Εσωτερικού και το ΚΚΕ έως την εξωκοινοβουλευτική Αριστερά και τις παρυφές της τρομοκρατίας και από τους αριβίστες του παλαιού ΠΑΣΟΚ έως τους ψεκασμένους των ΑΝΕΛ και τον κάθε πικραμένο δεξιό που δεν εβρισκε ρόλο στη μητσοτακική Νέα Δημοκρατία.

Αντίστοιχη προέλευση είχε και έχει η αποδεκατισμένη μάζα των ψηφοφόρων που απέμειναν στην κάλπη του ΣΥΡΙΖΑ και προσήλθαν την περασμένη Κυριακή, επιλέγοντας πλειοψηφικά Κασσελάκη, επειδή τους έπεισε ότι είναι ο καταλληλότερος για να πάρει την πρωθυπουργία από τον Κυριάκο Μητσοτάκη. 

Οι δημοσκοπήσεις των τελευταίων ημερών έδειξαν ότι η πλειονότητα των πολιτών δεν συμμερίζεται τέτοιες υπερφίαλες διακηρύξεις. Οι αντιφάσεις του νέου αρχηγού του ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος ήταν κατά της θητείας, αλλά τώρα ζητάει να υπηρετήσει στη… Ρω, δεν πείθουν παρά έναν πυρήνα φανατικών που δύσκολα μπορεί να ξαναγίνει πλειοψηφικό ρεύμα.

Όλο και περισσότεροι συμπολίτες μας είναι πια υποψιασμένοι με τη fake επικοινωνία και αυτό θα φανεί τόσο την άλλη Κυριακή, όσο, πολύ πιο παραστατικά, στις ευρωεκλογές του επερχόμενου Ιουνίου.

Δευτέρα 25 Σεπτεμβρίου 2023

Εκλογή Κασσελάκη: Πολιτικό φαινόμενο ή μιντιακό γεγονός;


Ας ξεκινήσουμε με την αντικειμενική αλήθεια των αριθμών: Ο Στέφανος Κασσελάκης, επιβεβαιώνοντας όλα τα προγνωστικά, θριάμβευσε στην κούρσα για την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ με ποσοστό άνω του 56%, αφού ψηφίστηκε από περίπου 75.000 μέλη, οπαδούς και φίλους του κόμματός του. Είναι πολλοί; Ίσως. Εξαρτάται πως το βλέπει κανείς.

Θέμα οπτικής είναι, άλλωστε, και το γεγονός ότι σχεδόν ένας στους πέντε ψηφοφόρους που μετείχαν στον πρώτο γύρο της εκλογικής διαδικασίας δεν πήγαν να ψηφίσουν στον δεύτερο γύρο. Παρακολουθώντας ολημερίς τη χθεσινή ειδησεογραφία που βασίζονταν μάλλον στα non paper της Κουμουνδούρου -τα οποία έχουν γίνει πια «του συρμού», αφού τα χρησιμοποιούν και τα άλλα κόμματα- έμενες με την εντύπωση ότι είχαν βγει στους δρόμους εκατοντάδες χιλιάδες πολίτες για να αποθεώσουν τον νέο «Μεσσία».

Όποιος βέβαια είχε την πρόνοια να περάσει έξω από ένα από τα πάμπολλα εκλογικά τμήματα δεν είχε την ίδια εικόνα, κάτι που επιβεβαίωσε και η ανακοίνωση νωρίς το βράδυ του αριθμού των ψηφισάντων. Ήταν συνολικά 15.000 λιγότεροι από την προηγούμενη Κυριακή και αν προσθέσει κανείς τους 7.000 που ψήφισαν τώρα, χωρίς να έχουν ψηφίσει στον πρώτο γύρο, τότε προκύπτει σαφώς ότι περίπου 22.000 ψηφοφόροι της πρώτης Κυριακής δεν αισθάνθηκαν την ανάγκη να ξαναψηφίσουν.

Τι συμπέρασμα βγάζει όλο αυτό; Ότι η πραγματικότητα δεν αντιπροσωπεύει σε καμία περίπτωση τις εντυπώσεις που τα (περισσότερα) μέσα ενημέρωσης δημιούργησαν. Το απέδειξε, άλλωστε, περίτρανα το ισχνό ακροατήριο το οποίο είχε συγκεντρωθεί έξω από την Κουμουνδούρου και με τα παρωχημένα και χιλιοακουσμένα συνθήματα («Στέφανε προχώρα…», κλπ) προσπαθούσε να δώσει υπόσταση σε ένα γεγονός που κινητοποίησε δυνάμεις που αντιπροσωπεύουν κάτι λιγότερο από το 2% του εκλογικού σώματος.

Επιμένοντας στη γλώσσα των αριθμών, δύσκολα μπορεί να παραβλέψει κάποιος ότι το περίφημο «κίνημα Κασσελάκη», γύρω από το οποίο στρατεύτηκαν τόσες ετερόκλητες δυνάμεις, εκείνο που ουσιαστικά πέτυχε ήταν να κινητοποιήσει κάτι ελάχιστα περισσότερο από το 1% της ελληνικής κοινωνίας, αν ληφθεί υπόψη ότι δόθηκε δικαίωμα ψήφου ακόμη και σε 15χρονα παιδιά, με στόχο να αυξηθεί το ενδιαφέρον των πολιτών και η συμμετοχή στις κάλπες.

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι χωρίς τη συμμετοχή του Στέφανου Κασσελάκη στην εκλογική κούρσα, η ανάδειξη του επόμενου αρχηγού του ΣΥΡΙΖΑ θα ήταν μια υπόθεση που θα περνούσε εντελώς απαρατήρητη. Κακά τα ψέματα, ο ουρανοκατέβατος και αμερικανοτραφής 35χρονος οικονομολόγος, ο οποίος μέχρι πρότινος αποτελούσε το απόλυτο αντιπαράδειγμα που θα ήθελαν οι άνθρωποι του ΣΥΡΙΖΑ για αρχηγό τους, έδωσε με την υποψηφιότητά του επικοινωνιακή πνοή σε ένα γεγονός που είχε αφήσει παγερά αδιάφορη τη μεγάλη πλειονότητα της ελληνικής κοινωνίας.

Υπό αυτή την έννοια, οι αραχνιασμένοι τοίχοι της Κουμουνδούρου έχουν όντως ανάγκη από ένα φως, όπως αυτό που υποσχέθηκε να φέρει ο κ. Κασσελάκης. Βλέποντας, ωστόσο, κανείς όλους εκείνους που στάθηκαν δίπλα του τόσο τον προηγούμενο καιρό που έτρεξε την καμπάνια του μέσα από τα σόσιαλ μίντια, όσο και εκείνα που διημείφθησαν στη διάρκεια της επινίκιας παράστασης, την οποία έδωσε έξω από τα κεντρικά γραφεία του ΣΥΡΙΖΑ, δύσκολα μπορεί να πιστέψει κάποιος ότι η χθεσινή ημέρα ήταν η απαρχή ενός πολιτικού φαινομένου που ανταποκρίνεται στις πραγματικές ανάγκες για αλλαγή που έχει η χώρα.

Με τον ομόφωνα καταδικασμένο από Ειδικό Δικαστήριο Νίκο Παπά στο πλευρό του και με τον γνωστό και μη εξαιρετέο Παύλο Πολάκη να αποτελεί τον πολιτικό μέντορα και παρασκηνιακό καθοδηγητή του, τίποτε καλό δεν μπορεί να προοιωνίζεται για τη συνέχεια. Διότι ακόμη και αν είναι τόσο φιλομαθής όσο θέλει να λέει ότι είναι, για να δικαιολογήσει τις αντιφάσεις και τις γκάφες στις οποίες υπέπεσε, αν επιλέξει ως δασκάλους τους ίδιους που τον έπεισαν να ισχυρίζεται όσα ισχυρίστηκε κατά τη διάρκεια της προεκλογικής του καμπάνιας, η κατάληξη την οποία θα έχει η επικοινωνιακή καταιγίδα που συνόδευσε την παρουσία του στο μιντιακό προσκήνιο, είναι μάλλον προδιαγεγραμμένη.

Πέρα από συνωμοσιολογικού τύπου προσεγγίσεις, τα μίντια, ως εκ της φύσεώς τους, αρέσκονται σχεδόν εξίσου τόσο με τη δημιουργία ειδώλων όσο και με την κατακρήμνισή τους. «Τρελαίνονται» με όσους επικοινωνούν μέσω το tik tok, διότι δίνουν «έτοιμη τροφή». «Εξιτάρονται» με το πηγαινέλα στο γυμναστήριο. «Παθαίνουν ντελίριουμ» με τις οικογένειες, κυρίως όταν δεν είναι συμβατικές. Όπως και με τα χαριτωμένα σκυλάκια που βγαίνουν βόλτα μπροστά στις κάμερες.

Οι συγκεκριμένες προδιαγραφές σε κάνουν μια τηλεοπτική και, εν γένει, μια μιντιακή περσόνα. Είναι στην πραγματικότητα ένας ρόλος που πρέπει να παίζεται για όσο οι αδηφάγες κάμερες είναι ανοιχτές. Και δεν αρκεί να παίζεται με το ίδιο μοτίβο. Το ρεπερτόριο πρέπει να αλλάζει συχνά γιατί οι επαναλήψεις το κάνουν βαρετό. Και όταν τελειώνουν τα ερωτήματα για τους γονείς, τους συντρόφους και τα κατοικίδια, τότε αρχίζουν τα δύσκολα.

Οι «κακομαθημένοι» δημοσιογράφοι ξεκινούν πια να ρωτούν για τις πολιτικές θέσεις, τις προτεραιότητες της διακυβέρνησης, την ακρίβεια, τις διεθνείς σχέσεις της χώρας, τον πόλεμο στην Ουκρανία, το Κυπριακό και τόσα άλλα για τα οποία ο Στέφανος Κασσελάκης δεν μίλησε όλον αυτόν τον καιρό. Και όταν μίλησε για κάποια εξ αυτών, ή κατέφυγε σε λαϊκίστικες γενικότητες ή απλώς απέδειξε πόσο αδαής είναι για την ελληνική πραγματικότητα.

Φρονίμως, μάλλον, ποιών ο ίδιος, δεν δείχνει να βιάζεται να μπει στο Κοινοβούλιο, όπως θα μπορούσε να γίνει αν παραιτούνταν τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ που διόρισε πριν από εκείνον στη λίστα Επικρατείας ο Αλέξης Τσίπρας. Η αλήθεια βεβαίως είναι ότι ούτε εκείνοι προτίθενται να παραιτηθούν –«ΣΥΡΙΖΑ είναι οι άνθρωποι, δεν είναι κορόιδα…»-, αλλά ούτε ο ίδιος φαίνεται να έχει καμία σχετική πρεμούρα.

Διότι, όση άγνοια κινδύνου και αν διαθέτει ο κ. Κασσελάκης, μπορεί να αντιληφθεί ότι αν ανέβαινε το στο βήμα της Βουλής στην παρούσα φάση, η πιθανότητα να έρθει στο φως η ασχετοσύνη που τον διακρίνει είναι πολύ μεγάλη. Οπότε μέχρι τότε και για όσο μπορεί θα εξακολουθήσει να κρύβεται. Διότι η περίπτωσή του δεν αποτελεί πολιτικό φαινόμενο, όπως διατείνονται οι υποστηρικτές του, καθώς δεν έχει τίποτε να πει, τουλάχιστον ως ηγέτης ενός κόμματος το οποίο θέλει να ισχυρίζεται ότι ανήκει στη ριζοσπαστική Αριστερά. Αντιθέτως, όλη η μέχρις στιγμής παρουσία του στο πολιτικό στερέωμα, δεν είναι παρά ένα μιντιακό γεγονός το οποίο δεν θα πάρει πολύ καιρό για να ξεφουσκώσει.

Όπως άλλωστε συμβαίνει στην φυσική, έτσι και στην πολιτική, οι κομήτες όσο ξαφνικά εμφανίζονται, τότε γρήγορα εξαφανίζονται. Εδώ μπορεί να περιμένουμε ως τις ευρωεκλογές του ερχόμενου Ιουνίου.

Παρασκευή 22 Σεπτεμβρίου 2023

Στη χώρα των ψευδαισθήσεων, ο Κασσελάκης είναι ο ιδανικός διάδοχος του Τσίπρα


Εκπλήσσομαι με την έκπληξη την οποία εκφράζουν ορισμένοι για τις εξελίξεις που δρομολογούνται στον ΣΥΡΙΖΑ, είτε επιβεβαιωθεί, όπως όλα δείχνουν, η σαρωτική επικράτηση του Στέφανου Κασσελάκη, είτε, πράγμα μάλλον απίθανο, καταφέρουν την τελευταία στιγμή να πετύχουν τον στόχο τους οι πιο παραδοσιακές κομματικές δυνάμεις που μάχονται να αποτρέψουν το μοιραίο.

Η συνήθης κατάληξη, την οποία έχουν αναμετρήσεις αυτού του είδους, είναι ότι το επιτιθέμενο «νέο» κερδίζει κατά κράτος το αμυνόμενο «παλαιό». Ειδικά, όμως, στη συγκεκριμένη κούρσα για την εκλογή του επόμενου αρχηγού στον ΣΥΡΙΖΑ, το υποτιθέμενο «νέο» που αντιπροσωπεύει ο Κασσελάκης είναι, όσο και αν μπορεί από μια πρώτη άποψη να ακουστεί παράδοξο, εκείνο που εκφράζει αυθεντικότερα το «είναι» του πολιτικού συνονθυλεύματος που ξεπήδησε από το 3% και μετατράπηκε σε κυβερνώσα παράταξη.

Κακά τα ψέματα, οι άνθρωποι που προσήλθαν στις κάλπες της περασμένης Κυριακής και θα πάνε ενδεχομένως και αυτή την Κυριακή να ψηφίσουν υπέρ του «ουρανοκατέβατου» επίδοξου ηγέτη είναι οι ίδιοι που με τον αντίστοιχο ζήλο και με ακόμη μεγαλύτερο πάθος και ενθουσιασμό ψήφιζαν όλα τα τελευταία χρόνια τον Αλέξη Τσίπρα, αγνοώντας τις κυβιστήσεις του, παραβλέποντας τις αυταπάτες του και δικαιολογώντας τις ψευδαισθήσεις του. Αναλογιστείτε μόνον ότι τις παραμονές των τελευταίων εκλογών, που όλοι, λίγο ως πολύ, ξέραμε την κατάληξη την οποία θα είχαν, ο απελθών πλέον αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ είχε υποσχεθεί στην Έλενα Ακρίτα, όπως η ίδια αποκάλυψε, ότι θα την έκανε υπουργό…

Παρά την ασύστατη σπερμολογία που θέλει και φίλους άλλων κομμάτων να πήγαν να ψήφισαν, κάτι που δεν αποδεικνύεται ούτε στο κατ΄ ελάχιστον, οι ψηφοφόροι του Κασσελάκη είναι προφανές ότι αποτελούν σάρκα εκ της σαρκός του εκλογικού σώματος που πίστεψε ότι ο αρχηγός τους θα βαράει το νταούλι και θα χορεύουν οι αγορές. Είναι ψηφοφόροι που ενθουσιάστηκαν με τις αλλοπρόσαλλες δήθεν διαπραγματεύσεις που έκανε ο Βαρουφάκης -το «asset» του Αλέξη Τσίπρα- με τους εταίρους και δανειστές της χώρας. Είναι πολίτες με εκλογικά δικαιώματα που χόρεψαν στο Σύνταγμα μετά το δημοψήφισμα του 2015, επειδή πέρασε το «όχι», αλλά δεν ενοχλήθηκαν που στη συνέχεια όχι μόνον έγινε «ναι» σε όλες τις απαιτήσεις των ξένων αλλά συνοδεύτηκε και με το βαρύτερο από όλα τα προηγούμενα Μνημόνιο.

Ειλικρινά δεν ξέρω αν όντως είναι ο Τσίπρας πίσω από τον Κασσελάκη, όπως επιμένει η περιρρέουσα ατμόσφαιρα που έχει δημιουργηθεί τελευταία στην εγχώρια πολιτική σκηνή. Ωστόσο, είναι προφανές ότι τα μέλη, οι οπαδοί και οι φίλοι του ΣΥΡΙΖΑ, που είχαν απογοητευθεί από την παραίτηση του πρώην πρωθυπουργού, αίφνης μεταμορφώθηκαν σε φανατικούς οπαδούς του Κασσελάκη. Η πλειονότητα των στελεχών και των βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ που αντλούσαν υπόσταση από τον τέως αρχηγό τους, ο οποίος, ας μην ξεχνάμε, δεν παραιτήθηκε αποχωρώντας, όπως θα ήταν το φυσικό μετά από τόσες συντριπτικές ήττες που υπέστη, αλλά, κατά δήλωσή του, απλώς παραμέρισε.

Όπως και να έχει, πάντως, ο αμερικανοθρεμμένος οικονομολόγος αντιπροσωπεύει περισσότερο από κάθε άλλον σε αυτή την εκλογική διαδικασία το πνεύμα με το οποίο πολιτεύθηκε ο Αλέξης Τσίπρας. Μπορεί να μιλάει καλύτερα αγγλικά, όπως αρέσκεται να λέει θέλοντας να συγκριθεί με τον Κυριάκο Μητσοτάκη, μπορεί να έχει κάνει καλύτερες σπουδές και να διαθέτει προηγούμενη επαγγελματική διαδρομή, που τον κάνουν να υπερέχει από τον προκάτοχό του στην Κουμουνδούρου, ο οποίος τα μόνα… ένσημα που είχε προλάβει να κολλήσει ήταν τα κομματικά, κατά τα λοιπά, όμως, Τσίπρας και Κασσελάκης έχουν μεγάλες ομοιότητες.

Μιλούν, για παράδειγμα, με ασυγκράτητο λαϊκισμό και περίσσιο θράσος για πράγματα για τα οποία δεν έχουν ιδέα, αδιαφορώντας για την αμάθεια και την ημιμάθεια τους που αποκαλύπτονται, τουλάχιστον στα μάτια των λογικών ανθρώπων. Οι χθεσινές δηλώσεις Κασσελάκη για το Κυπριακό ήταν μόνον ένα μικρό δείγμα της τεράστιας άγνοιας που χαρακτηρίζει τον νεόκοπο πολιτικό αστέρα. Ο οποίος θέλει μάλιστα να πιστεύει ότι μπορεί να γίνει σύντομα πρωθυπουργός αλλά δεν είναι σε θέση να δώσει ούτε μια συνέντευξη σε -φιλικό του, έστω- δημοσιογράφο, ώστε να μάθουμε τι πραγματικά πιστεύει και κυρίως τι γνωρίζει για κρίσιμα ζητήματα που αφορούν τη διακυβέρνηση της χώρας.

Ο Τσίπρας πέρασε σχετικά εύκολα από αυτό το στάδιο επειδή, λόγω της μνημονιακής παράκρουσης που επικρατούσε στη χώρα στο ξεκίνημα της ηγετικής του καριέρας, τού επετράπη να λέει ανέξοδα όποια μπαρούφα σκαρφιζόταν. Όπως το περιβόητο «Γκόου μπάκ μαντάμ Μέρκελ» και τόσα άλλα ηχηρά συνθήματα που αφιόνιζαν τα πλήθη των υποστηρικτών, παρότι ήταν απλές πομφόλυγες.

Δεν είναι, όμως, μόνον η αμετροέπεια που τους κάνει να μοιάζουν τόσο πολύ. Είναι και πολλά άλλα, όπως η πολακικού τύπου τοξικότητα. Εμφανίζονται και οι δύο τους ως δήθεν καταδιωκόμενα θύματα ενός υποτιθέμενου πολέμου που τάχατες έχει εξαπολύσει εναντίον τους κάποιο απροσδιόριστο «σύστημα» με το οποίο στην πραγματικότητα είναι σε ανοικτή -πλην όμως, υπόγεια- γραμμή. Μαζεύουν γύρω τους χειροκροτητές με μόνο κριτήριο την πίστη στο πρόσωπό τους. Μετέρχονται οι ίδιοι και οι υποστηρικτές τους κάθε θεμιτή και αθέμιτη μέθοδο ηθικής και πολιτικής εξόντωσης όσων δεν είναι μαζί τους. Δεν είναι τυχαίο, για παράδειγμα, που σχεδόν ολόκληρος ο διαδικτυακός στρατός των ακραίων ΣΥΡΙΖΑϊκών τρόλ βρέθηκε από τη μια στιγμή στο πλευρό του Κασσελάκη.

Εν κατακλείδι, λοιπόν, ο Στέφανος Κασσελάκης θα κόψει μάλλον πρώτος το νήμα στην κούρσα που οδηγεί στο υψηλότερο αξίωμα της Κουμουνδούρου επειδή στην πραγματικότητα αποτελεί τον ιδανικότερο διάδοχό του Αλέξη Τσίπρα. Για πόσο διάστημα θα μείνει εκεί είναι άγνωστο. Όπως άγνωστο είναι και το πόσο σύντομα θα επιχειρήσει να επανέλθει ο Αλέξης Τσίπρας, ο οποίος φαίνεται να ικανοποιείται επειδή ένα πολιτικό υποκατάστατό του παίρνει εκδίκηση για λογαριασμό του.

Αν ήταν αλλιώς τα πράγματα και ο κ. Τσίπρας ενδιαφερόταν για το μέλλον του κόμματος του οποίου ηγήθηκε επί μια δεκαπενταετία, τότε θα εύρισκε έναν τρόπο να αποτρέψει την επερχόμενη διάλυση και αποσύνθεσή του.

Παρασκευή 15 Σεπτεμβρίου 2023

Η πραγματικότητα σε… ρόλο αντιπολίτευσης

            Αιφνιδιάστηκα ευχάριστα όταν, πριν από λίγες μέρες, διασχίζοντας νωρίς το πρωί το κέντρο Αθήνας με το αυτοκίνητο, συνάντησα τροχονόμους που διευκόλυναν την κίνηση των οχημάτων η οποία είχε αρχίσει να πυκνώνει καθώς οι περισσότεροι κάτοικοι της πρωτεύουσας είχαν επιστρέψει από τις διακοπές και η πολύβουη μεγαλούπολη, στην οποία έχουμε συγκεντρωθεί ο μισός πληθυσμός της Ελλάδος, έπαιρνε τους γνωστούς ρυθμούς της.

Ο αιφνιδιασμός μου οφειλόταν στο γεγονός ότι είχα πολλούς μήνες -ίσως και… χρόνια- να συναντήσω σε ώρες κυκλοφοριακής αιχμής επαρκή αριθμό ανδρών και γυναικών της Τροχαίας που να ρυθμίζουν την κίνηση των οχημάτων και να αποτρέπουν την προσφιλή τακτική πολλών συμπατριωτών μας που, όντας βιαστικοί, σταθμεύουν όπου βρουν ή -ακόμη χειρότερα- κλείνουν τις διασταυρώσεις σε κεντρικές οδικές αρτηρίες κάνοντας κόλαση τη ζωή των υπολοίπων οδηγών και μαζί, φυσικά, και τη δική τους.

Έχοντας, ωστόσο, ανοιχτό το ραδιόφωνο για την πρωινή μου ενημέρωση βρήκα την εξήγηση γι΄ αυτή τη σπάνια -και μάλλον ειδυλλιακή- εικόνα που έβλεπα μπροστά μου. Ο αρμόδιος υπουργός Προστασίας του Πολίτη φιλοξενούνταν εκείνη ακριβώς την ώρα στο στούντιο ραδιοφωνικού σταθμού και μιλούσε για τα προβλήματα που παρέλαβε στον τομέα ευθύνης μου. Για να μην τον… αδικήσω αναζήτησα την επίσημη απομαγνητοφώνηση της συνέντευξής του στο site του υπουργείου και παραθέτω αυτούσια τα λεγόμενα του κ. Γιάννη Οικονόμου.

«Η αποδυνάμωση της Τροχαίας πρέπει να σταματήσει. Τελεία παύλα», είπε ο υπουργός και με σχετικά δραματικούς τόνους συμπλήρωσε: «Μόνο μέσα στο 2023 υπήρξαν κάπου 250 με 256 -αυτή είναι η τάξη μεγέθους, πάνω κάτω- αποσπάσεις ανθρώπων από την Τροχαία ή άλλες υπηρεσίες». Με την ίδια -περισσότερο διαπιστωτική διάθεση- συνέχισε: «Οι άνθρωποι αυτοί πρέπει να γυρίσουνε πίσω. Κυρίως σε ό,τι αφορά τα μεγάλα αστικά κέντρα και την Αθήνα. Χωρίς να έχεις δυναμικό, χωρίς να έχεις ανθρώπους, η πραγματικότητα είναι ότι δεν μπορείς να κάνεις θαύματα. Άρα πρώτον πρέπει να σταματήσει η αποδυνάμωση της Τροχαίας, είναι προτεραιότητα μας, είναι στον σχεδιασμό μας…».

Ο ίδιος αμέσως μετά εξηγούσε ότι «ήδη αύριο (σ.σ.: 4 Σεπτεμβρίου) έχουμε μία πολύ μεγάλη σύσκεψη στο Αρχηγείο της Ελληνικής Αστυνομίας για θέματα οδικής ασφάλειας και τροχαίας. Η αντιμετώπιση του διπλοπαρκαρίσματος είναι ένα από τα πρώτα πράγματα που πρέπει να αντιμετωπίσουμε ουσιαστικά, έτσι ώστε να δημιουργήσουμε συνθήκες για όσο το δυνατόν λιγότερη κυκλοφοριακή συμφόρηση».

Δεν ξέρω τι έγινε σε αυτή τη σύσκεψη που προανήγγειλε ραδιοφωνικά ο κ. Οικονόμου. Εκείνο, ωστόσο, που ξέρω μετά βεβαιότητος είναι ότι στα οργανωμένα κράτη -πολύ περισσότερο όταν φιλοδοξούν να λέγονται «επιτελικά»- δεν χρειάζεται να γίνονται ειδικές συσκέψεις για τα αυτονόητα. Σε όλο τον (πολιτισμένο) κόσμο οι τροχονόμοι είναι στους δρόμους στις ώρες της κυκλοφοριακής συμφόρησης και κανείς δεν μπορεί να τους αποσπά από αυτό το καθήκον.

Τα ερωτήματα που ευλόγως προκύπτουν από τις παραδοχές του υπουργού είναι πολλά: Πως είναι δυνατόν μέσα σε οκτώ μήνες να έχουν αποσπαστεί σε αλλότρια καθήκοντα 256 τροχονόμοι; Ποιος ή ποιοι ζήτησαν αυτές τις μετακινήσεις. Και ποιος ή ποιοι υπέγραψαν για να γίνουν; Που είναι… κρυμμένοι όλοι αυτοί οι άνθρωποι και πιθανόν πολλοί ακόμη που αποσπώνται από άλλες υπηρεσίες της Αστυνομίας αλλά και γενικότερα του δημόσιου τομέα; Και, τέλος, γιατί πρέπει να γίνει ειδική σύσκεψη για να επιστρέψουν στη δουλειά για την οποία προσλήφθηκαν;

Όσο και αν οι προφανείς απαντήσεις είναι ότι έχουμε να κάνουμε με φαινόμενα τα οποία είναι διαχρονικά και λίγο ως πολύ όλες οι πολιτικές δυνάμεις που κυβέρνησαν τα τελευταία χρόνια έχουν «λερώσει τα χέρια τους» με τέτοιες μεθόδους, το συμπέρασμα που αβίαστα προκύπτει είναι ότι η σημερινή κυβέρνηση, που έχει πλέον μια προϊστορία πενήντα μηνών, σε πάρα πολλούς τομείς δεν έχει καταφέρει να ξεφύγει από την πεπατημένη. Παρά, βεβαίως, τις περί του αντιθέτου διακηρύξεις.

Από τον τρόπο που διαχειρίστηκε στη διάρκεια της πρώτης τετραετίας μια αλληλουχία κρίσεων με τις οποίες ήρθε αντιμέτωπη, όπως η πανδημία, το μεταναστευτικό και η υβριδική επίθεση στον Έβρο, οι πληθωριστικές πιέσεις και η εκτίναξη των τιμών της ενέργειας, ειδικά μετά την εισβολή των Ρώσων στην Ουκρανία, δημιουργήθηκε η εντύπωση τόσο στο εσωτερικό, όπως έδειξαν οι πρόσφατες βουλευτικές κάλπες, όσο και στο εξωτερικό, με την ολοένα και πιο αναβαθμισμένη διεθνή αξιοπιστία της χώρας, ότι η κυβέρνηση Μητσοτάκη είχε το συγκριτικό πλεονέκτημα της πιο αποτελεσματικής ομάδας διακυβέρνησης που γνώρισε η χώρα. Τουλάχιστον από την εποχή που ενέσκηψε η μνημονιακή κρίση και εντεύθεν.

Από την επομένη, ωστόσο, των τελευταίων εκλογών η εικόνα άλλαξε και με αποκορύφωμα τους χειρισμούς στις πρόσφατες καταστροφικές πλημμύρες που έπληξαν τη Θεσσαλία, η κυβέρνηση δείχνει να μην μπορεί να ανταποκριθεί στις ανάγκες των πολιτών για βελτίωση της καθημερινής τους ζωής. Παρόλο που τα ίδια πρόσωπα πάνω κάτω συνθέτουν το κυβερνητικό σχήμα, με βάση το rotation που αποφάσισε ο Κυριάκος Μητσοτάκης, η πραγματικότητα που διαμορφώνεται μοιάζει πολύ διαφορετική.

Τι άλλαξε, άραγε, έτσι ώστε σε αυτό το τόσο μικρό διάστημα που μεσολάβησε από την εκκίνηση της νέας τετραετίας και ήδη οδήγησε στην καρατόμηση δύο υπουργών αλλά και στη φημολογία ότι αρκετά ακόμη κυβερνητικά στελέχη δεν… πατούν καλά στα πόδια τους και το αργότερο ως τις αυτοδιοικητικές εκλογές του Οκτωβρίου θα πάρουν την… άγουσα για τα αποδυτήρια;

Κακά τα ψέματα, η μόνη ουσιαστική αλλαγή, η οποία έγινε τους τελευταίους μήνες είναι ότι από τις 25 Ιουνίου, οπότε έγιναν οι δεύτερες κατά σειράν εκλογές, η πολιτική ζωή της χώρας απαλλάχθηκε από την ακραία τοξική αντιπολιτευτική τακτική που ακολουθούσαν η ηγεσία και τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ από το 2019 που έχασαν την εξουσία. Η σύγκριση της περιόδου 2015-2019 με εκείνη της περιόδου 2019-2023 ήταν συντριπτικά υπέρ της δεύτερης.

Για παράδειγμα, μπροστά στον Παύλο Χαϊκάλη που είχε διορίσει αρμόδιο για το Ασφαλιστικό ο Αλέξης Τσίπρας, οποιονδήποτε κι αν διόριζε ο Κυριάκος Μητσοτάκης θα έμοιαζε τιτάνας της πολιτικής ακόμη και αν δεν ήταν ο αποδεδειγμένα αποτελεσματικός Κωστής Χατζηδάκης. Το ίδιο μπορεί να ισχυριστεί κανείς σχεδόν σε όλους τους τομείς της κυβερνητικής δράσης. Όταν στο εμβολιαστικό πρόγραμμα που εφάρμοζαν όλες οι προηγμένες χώρες, η αξιωματική αντιπολίτευση αντιπαρέβαλε την… ιβερμεκτίνη του Πολάκη, οι πολίτες δεν είχαν δίλλημα ούτε τι να επιλέξουν, ούτε τι να ψηφίσουν.

Τώρα, όμως, που ο ΣΥΡΙΖΑ, βυθισμένος στην εσωστρέφεια που έφερε η βαριά εκλογική ήττα την οποία υπέστη, άφησε το έδαφος της αντιπολίτευσης να το χειρίζεται η… πραγματικότητα, τα πράγματα δυσκόλεψαν για την κυβέρνηση. Γιατί στην Κουμουνδούρου δεν έδιναν δεκάρα για την Τροχαία –«μπάτσοι είναι κι αυτοί, άλλωστε», θα σου έλεγε ένας… δικαιωματιστής. Οι πολίτες, όμως, δεν ανέχονται την κρατική αβελτηρία και ανικανότητα. Είτε αυτή αφορά το συγκριτικά έλασσον ζήτημα της ταλαιπωρίας στους μποτιλιαρισμένους δρόμους. Είτε, πολύ περισσότερο, σχετίζεται με τις αστοχίες και τις εγκληματικές ευθύνες που έπνιξαν στα λασπόνερα του θεσσαλικού κάμπου ανθρώπους, ζώα και καλλιέργειες.

Η πραγματικότητα είναι, εν τέλει, η πιο σκληρή αντιπολίτευση.

Παρασκευή 8 Σεπτεμβρίου 2023

Σε έναν μήνα ψηφίζουμε: Θα επιλέξουμε φίλους και συγγενείς ή άξιους και ικανούς;

            Οι τεράστιες ζημιές από τις πρόσφατες φυσικές καταστροφές είναι ακόμη ανυπολόγιστες, καθώς την ώρα που γράφονται τούτες οι γραμμές τα νερά από τις πλημμύρες που χτύπησαν τη Θεσσαλία, την καρδιά της παραγωγικής Ελλάδας στον αγροτικό τομέα, θα χρειαστεί μερικές ακόμη μέρες για να αποσυρθούν ώστε να αποτιμηθεί το συνολικό κόστος το οποίο θα κληθεί να πληρώσει ο κρατικός προϋπολογισμός και το οποίο θα έρθει να προστεθεί στο ήδη μεγάλο κόστος με το οποίο θα επιφορτιστούμε οι φορολογούμενοι εξαιτίας των θερινών πυρκαγιών.

Υπό αυτό το πρίσμα, η μόνη βεβαιότητα που υπάρχει αυτή την ώρα είναι ότι η επόμενη μέρα η οποία θα ξημερώσει στη Λάρισα, στη Μαγνησία, στα Τρίκαλα και στην Καρδίτσα όταν αποτραβηχτούν τα ύδατα από τους δρόμους, τα σπίτια και τις καλλιέργειες δεν πρόκειται να είναι ίδια με τις μέρες πριν από το ξέσπασμα του ακραίου καιρικού φαινομένου που είδαμε να εξελίσσεται με τέτοια σφοδρότητα. Η αδιαμφισβήτητη κλιματική κρίση, η οποία εντείνει τα καιρικά φαινόμενα και πολλαπλασιάζει τη συχνότητα της εμφάνισής τους, οδηγώντας σε συχνότερους παρατεταμένους καύσωνες και σε ολοένα πιο σφοδρές βροχοπτώσεις, δεν μπορεί να αποτελεί αέναο άλλοθι για επαναλαμβανόμενες καταστάσεις όπως αυτές του φετινού καλοκαιριού.

Τόσο οι αρμόδιοι επιστήμονες, όσο και τα ίδια τα φαινόμενα των φυσικών καταστροφών, μάς έχουν επανειλημμένα προειδοποιήσει για όσα βλέπουμε να εκτυλίσσονται μπροστά στα μάτια μας. Ως εκ τούτου είναι απολύτως ασυγχώρητο τα συνεχή παθήματα να μη γίνονται μαθήματα. Για όλους μας. Και πρωτίστως για τον κρατικό μηχανισμό σε όλες του τις εκφάνσεις (κυβέρνηση, περιφέρειες, δήμοι). Ουδείς, λοιπόν, δικαιούται πλέον να επικαλείται είτε άγνοια είτε αιφνιδιασμό. Με τον έναν ή τον άλλο τρόπο το «έργο» το έχουμε ξαναδεί.

Πριν από τρία χρόνια, τον Σεπτέμβριο του 2020, η Θεσσαλία δοκιμάστηκε σκληρά από την κακοκαιρία που είχε αποκληθεί «Ιανός». Οι καταστροφές που υπέστησαν τότε ο παραγωγικός ιστός και οι υποδομές της περιοχής ήταν εντυπωσιακά μεγάλες. Ακόμη πιο εντυπωσιακές, όμως, ήταν οι υποσχέσεις οι οποίες δόθηκαν για αποκατάσταση των ζημιών που θα γινόταν με τρόπο ώστε να μην επαναληφθούν ανάλογα φαινόμενα. Όλοι θυμόμαστε τις διαβεβαιώσεις που έδιναν οι ιθύνοντες ότι δεν θα ξαναζήσουμε ανάλογες συνθήκες με ασφαλτοστρωμένους δρόμους να διαλύονται εις τα εξ ων συνετέθησαν και γέφυρες να καταρρέουν σαν χάρτινα οικοδομήματα.

Έπειτα από εκείνη την εμπειρία, θα περίμενε κανείς ότι τα διόλου ευκαταφρόνητα κονδύλια για την αποκατάσταση των ζημιών που διατέθηκαν από το υστέρημα του ελληνικού λαού θα έπιαναν τόπο και θα απέτρεπαν την επανάληψη των καταστροφών, αφού η… φύση είχε προϊδεάσει για τις διαθέσεις της. Συνέβη το ακριβώς αντίθετο. Για του λόγου το αληθές, επικαλούμαι την τηλεοπτική συνέντευξη μιας επιχειρηματία, η οποία, θρηνώντας τις εκ νέου μεγάλες ζημιές που υπέστη το εργοστάσιο της, δήλωνε ότι το ίδιο ακριβώς είχε υποστεί και κατά την επέλαση του «Ιανού». Και, παρότι παραδεχόταν -και μπράβο της!- ότι είχε γενναιόδωρα αποζημιωθεί από το Κράτος, δεν έδειχνε να βολεύεται που οι φορολογούμενοι θα πληρώσουν και πάλι για να ξαναστηθεί η επιχείρησή της.

Αμφιβάλλω αν τη θλίψη, την οποία εξέπεμπε ο λόγος της συγκεκριμένης κυρίας, τη συμμερίζονται και οι κάθε λογής πολιτικοί παράγοντες που σε τοπικό αλλά και σε κεντρικό επίπεδο έλαβαν την τελευταία τριετία τις αποφάσεις για τα έργα τα υλοποιήθηκαν στη Θεσσαλία. Το γεγονός, άλλωστε, ότι λίγο ως πολύ χτυπήθηκαν οι ίδιες ή παραπλήσιες υποδομές της περιοχής, δείχνει ότι μάλλον δεν υπήρχε ούτε ο κατάλληλος σχεδιασμός ούτε η ενδεδειγμένη εκτέλεση των έργων.

Ακόμα και αν όντως έπεσαν περισσότερα χιλιοστά βροχής ανά τετραγωνικό μέτρο, όπως αρέσκονται να λένε σχετικοί και μη με τις μετεωρολογικές συνθήκες, αυτό επ΄ ουδενί δεν δικαιολογεί τις εικόνες που αποσβολωμένοι βλέπουμε στις τηλεοπτικές οθόνες μας με ανθρώπους να αναζητούν καταφύγιο στις στέγες των σπιτιών τους και να περιμένουν βάρκες και ελικόπτερα να τους διασώσουν.

Οι δρόμοι, οι γέφυρες, τα αναχώματα των ποταμών και τα αντιπλημμυρικά έργα υποδομής δεν κατασκευάζονται για να αντέχουν μόνον σε συνθήκες καλοκαιρίας. Απαιτείται η αντοχή τους σε συνθήκες παντός καιρού. Γι΄ αυτό, εξάλλου, προβλέπεται ότι προηγούνται μελέτες οι οποίες λαμβάνουν υπόψιν τους και τα πλέον ακραία σενάρια. Έγινε, άραγε, αυτό στα έργα που εκτελέστηκαν στη Θεσσαλία μετά τη θεομηνία του 2020; Εκ του αποτελέσματος, φαίνεται ότι η απάντηση είναι μία και είναι η προφανής: Όχι, βεβαίως!

Σε ακριβώς ένα μήνα από σήμερα, οι ψηφοφόροι από άκρου εις άκρον της ελληνικής επικράτειας θα κληθούμε στις κάλπες για να επιλέξουμε τοπικούς άρχοντες σε περιφέρειες, δήμους και κοινοτικά διαμερίσματα. Σύμφωνα με επίσημα στατιστικά το 2% των Ελλήνων είναι υποψήφιοι σε αυτές τις κάλπες διεκδικώντας αυτοδιοικητικά αξιώματα ως επικεφαλής ή σύμβουλοι στους ΟΤΑ όλης της χώρας. Στην πράξη αυτό σημαίνει ότι η συντριπτική πλειονότητα των Ελλήνων έχουμε κάποιον συγγενή ή -κομματικό και όχι μόνο- φίλο που θέτει υποψηφιότητα και ζητά να τον ψηφίσουμε στις κάλπες της 8ης Οκτωβρίου.

Στις τριάντα μέρες που μεσολαβούν μέχρι να πάμε στα εκλογικά τμήματα για να ασκήσουμε το υπέρτατο δικαίωμα που διαθέτουμε ως πολίτες, έχουμε όλον τον καιρό μπροστά μας για να σταθμίσουμε πολύ καλά σε ποιους θα δώσουμε την ψήφο μας και σε ποιους θα την αρνηθούμε. Είτε ψηφίζουμε στη Θεσσαλία, είτε οπουδήποτε αλλού στη χώρα, χρειάζεται να κλείσουμε τα αυτιά μας στις σειρήνες της συγγένειας και της -κομματικής ή άλλης- φιλίας. Και με το χέρι στην καρδιά να ψηφίσουμε τους άξιους και ικανούς οι οποίοι έχουν όρεξη για δουλειά και μπορούν να δώσουν σύγχρονες λύσεις στα προβλήματα που απασχολούν τις τοπικές κοινωνίες στις μέρες μας.

Οι συγγενείς και φίλοι μας, που αγαπούν πραγματικά τον τόπο που θέλουν να υπηρετήσουν, θα το καταλάβουν. Οι υπόλοιποι δεν έχουν σημασία…

Παρασκευή 1 Σεπτεμβρίου 2023

Η αναίρεση (ή μήπως η… συναίρεση;) του ΣΥΡΙΖΑ

            Στα 180 χρόνια που παρήλθαν από τη συνταγματική καθιέρωση του κοινοβουλευτικού βίου στη χώρα μας, το εγχώριο πολιτικό σύστημα δεν έχει καταφέρει να αποκτήσει θεσμική σταθερότητα.

            Ιστορικοί λόγοι, όπως πόλεμοι, οικονομικές κρίσεις, περίοδοι πολιτικής ανωμαλίας και πραξικοπήματα, σε συνδυασμό με τις κοινωνιολογικές συνθήκες που σχετίζονται με την κοινωνική και πληθυσμιακή κινητικότητα, η οποία καταγράφηκε όλες αυτές τις δεκαετίες, διαμόρφωσαν τις συλλογικές νοοτροπίες που δεν επέτρεψαν τη δημιουργία σταθερών κομματικών δομών με θεσμική μνήμη και αδιασάλευτη συνέχεια.

            Με ελάχιστες εξαιρέσεις, τα περισσότερα κόμματα, μικρά και μεγάλα, παραδοσιακά και συγκυριακά, ήταν και παραμένουν αρχηγοκεντρικοί μηχανισμοί χωρίς πάγιες και κατοχυρωμένες θεσμικές διαδικασίες είτε σε οργανωτικό είτε σε πολιτικό και ιδεολογικό επίπεδο. Η βούληση του αρχηγού είναι ο υπέρτατος κανόνας που υπερισχύει των όποιων καταστατικών προβλέψεων που σπανίως εφαρμόζονται. 

Βασικά ζητήματα δημοκρατικής λειτουργίας, όπως η στελέχωση των οργάνων, η κατάρτιση ψηφοδελτίων, οι πολιτικές - κυβερνητικές συνεργασίες και η διαμόρφωση των προτάσεων σε μείζονα ζητήματα, έχουν αναχθεί σε «αποκλειστικά προνόμια του αρχηγού», επί των οποίων όποιος έχει διαφορετική άποψη «θέτει εαυτόν εκτός κόμματος». 

Τα παραδείγματα των κομμάτων στα οποία ισχύει η «ενός ανδρός αρχή» είναι πάμπολλα τόσο από το παρελθόν όσο και από το παρόν. Με αποτέλεσμα να είναι πολύ συχνές οι κομματικές διασπάσεις, όπως και η δημιουργία νέων -θνησιγενών στην πλειονότητά τους- σχηματισμών από φιλόδοξους δελφίνους οι οποίοι είτε πέφτουν θύματα καρατομήσεων είτε δείχνουν ακόρεστη σπουδή να «στήσουν το δικό τους κομματικό μαγαζί». 

Θυμηθείτε μόνον πόσα κόμματα και κομματίδια της μιας, άντε των δύο χρήσεων, γνωρίσαμε τις τελευταίες δεκαετίες και κυρίως την περίοδο μετά το ξέσπασμα της μνημονιακής κρίσης. Κάποιες στιγμές, μάλιστα, φάνηκε πως θα μπορούσε να διαψευστεί η περίφημη ρήση του Ευάγγελου Αβέρωφ, σύμφωνα με την οποία «όποιο πρόβατο βγαίνει από το μαντρί το τρώει ο λύκος». 

Πλην, όμως, ο χρόνος έδειξε ότι μόλις περιορίστηκε το επικοινωνιακό γκελ των ηγετών - δημιουργών τους, οι νεοπαγείς σχηματισμοί που είχαν δημιουργήσει διαλύθηκαν εις τα εξ ων συνετέθησαν: Εθνική Παράταξη, ΚΟΔΗΣΟ, ΔΗΑΝΑ, ΔΗΚΚΙ, ΚΕΠ, ΛΑΟΣ, ΑΝΕΛ, ΔΗΜΑΡ, ΔΗΣΥ, ΚΙΔΗΣΟ, Χρυσή Αυγή, Ένωση Κεντρώων, Ποτάμι, ΜέΡΑ 25, κ.α.           

Αφορμή γι΄ αυτές τις επισημάνσεις πήρα από το «δράμα» που φαίνεται να βιώνει αυτές τις μέρες ο ΣΥΡΙΖΑ, το άλλοτε κραταιό κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, με τον… ουρανοκατέβατο διεκδικητή της ηγεσίας του, ο οποίος όλως αιφνιδίως εμφανίστηκε τις τελευταίες ημέρες στο προσκήνιο, δημιουργώντας τεράστιο επικοινωνιακό θόρυβο. 

Δικαιολογημένα, τα μέσα ενημέρωσης έστρεψαν τα φώτα τους στο πρόσωπο του -κατά δήλωσή του «άριστου»- νεαρού εφοπλιστή Στέφανου Κασσελάκη, ο οποίος χωρίς την παραμικρή προϋπηρεσία ή και γνώση της λειτουργίας του εγχώριου πολιτικού συστήματος, ου μην αλλά και της ελληνικής πολιτικής πραγματικότητας, έβαλε πλώρη για να γίνει αρχηγός σε ένα κόμμα της ριζοσπαστικής Αριστεράς, το οποίο από την ίδρυσή του πρεσβεύει και υπηρετεί τα ακριβώς αντίθετα από αυτά που ιδεολογικά, πολιτικά αλλά και κοινωνικά εκπροσωπεί ο επίδοξος νέος ηγέτης του. Θα έλεγε κανείς, βλέποντάς τον στα social media, ότι αποτελεί προϊόν artificial intelligence (τεχνητής νοημοσύνης).

Επισημαίνοντας και σε όσους δεν γνωρίζουν τον ορισμό, όπως τον μαθαίνουν οι δημοσιογράφοι στο ξεκίνημα τους, ότι «είδηση αποτελεί όταν ο άνθρωπος δαγκώνει τον σκύλο και όχι όταν ο σκύλος δαγκώνει άνθρωπο», η στάση των ΜΜΕ δεν είναι διόλου παράδοξη. Και σίγουρα δεν ερμηνεύεται με δαιμονολογικές προσεγγίσεις για συνωμοσία του συστήματος το οποίο θέλησε τάχατες να προωθήσει έναν αμερικανόθρεφτο τεχνοκράτη με θητεία -άκουσον, άκουσον- στη… διαβόητη Goldman Sacs.

Το παράδοξο, αντιθέτως, είναι ότι όποιος παρακολουθεί την τρέχουσα επικαιρότητα, αλλά και τις τάσεις που διαμορφώνονται στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, διαπιστώνει ότι ένα μέρος του στελεχιακού δυναμικού του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και των φίλων και οπαδών της παράταξης που κυβέρνησε τη χώρα για τεσσεράμισι χρόνια, δείχνει να τείνει ευήκοον ους στις γενικόλογες και εν πολλοίς αντιφατικές διακηρύξεις του κ. Κασσελάκη. Και αυτό παρόλο που, από μια πρώτη ανάγνωση τουλάχιστον, συνιστούν την απόλυτη αναίρεση των απόψεων, θέσεων και προτάσεων που υποστηρίζει το σημερινό κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης (για την αξιολόγηση, τα Πανεπιστήμια, τον Στρατό, κοκ).

Σε μια δεύτερη, ωστόσο, ανάγνωση του τρόπου με τον οποίο πολιτεύθηκε ο ΣΥΡΙΖΑ από τον καιρό που ανέλαβε την ηγεσία του ο Αλέξης Τσίπρας, εύκολα νομίζω ότι μπορεί να υποστηρίξει κανείς ότι δεν εκπλήσσεται που ένας διάττων πολιτικός αστέρας, ο οποίος έρχεται από το πολιτικό… πουθενά, πιστεύει ότι είναι κατάλληλος να αναλάβει αρχηγός σε ένα κομματικό συνονθύλευμα. 

Ένα συνονθύλευμα, το οποίο (ας θυμηθούμε ότι) στέγασε τον Πάνο Καμμένο και τον Παναγιώτη Λαφαζάνη, τη Θεοδώρα Τζάκρη, που ψήφισε τρία μνημόνια, και τον Παύλο Χαϊκάλη, στον οποίο ανετέθη η επίλυση του Ασφαλιστικού, τον Ευάγγελο Αντώναρο και τη Θεοδώρα Μεγαλοοικονόμου, την Κατερίνα Παπακώστα και τον Κώστα Ζουράρι, που μόνον σε μια τέτοια κυβέρνηση θα μπορούσαν να αναλάβουν υπουργικά χαρτοφυλάκια, τον αειθαλή Στέφανο Τζουμάκα και τον υπερδραστήριο Απόστολο Γκλέτσο, άλλα και τόσους άλλους αστέρες που μόνον σε αυτό το κόμμα θα μπορούσαν να συμβιώνουν, κλείνοντας, όποτε χρειαζόταν, το μάτι και σε χρυσαυγίτες που οι ψήφοι τους δεν ήταν… «μη ευπρόσδεκτες».

Μπορεί οι θέσεις του κ. Κασσελάκη σε όλους εμάς να ακούγονται κατάλληλες για να ενταχθεί σε κάποιο από τα άλλα κόμματα, τη ΝΔ ίσως ή και, ενδεχομένως, το ΠΑΣΟΚ που έχουν ιδεολογική συνάφεια με το Δημοκρατικό Κόμμα των ΗΠΑ, ο ίδιος στον διαδικτυακό επικοινωνιακό ορυμαγδό που έχει εξαπολύσει υποστηρίζει ότι επέλεξε συνειδητά να ηγηθεί του ΣΥΡΙΖΑ.

Γι΄ αυτό και ο καιρός θα δείξει -και πολύ περισσότερο οι ψήφοι που θα λάβει, εφόσον φθάσει τελικά στην κάλπη της 10ης Σεπτεμβρίου- αν αποτελεί την αναίρεση ή τη συναίρεση του ΣΥΡΙΖΑ που πορεύθηκε όλα αυτά τα χρόνια με ακόμη μεγαλύτερες αντιφάσεις από αυτές που αποπνέει η καμπάνια του ουρανοκατέβατου διεκδικητή της ηγεσίας του.

Κασσελάκης, λοιπόν, και παντός (πολακικού) ΣΥΡΙΖΑ!      

Παρασκευή 25 Αυγούστου 2023

Στο ίδιο έργο θεατές του… κυνηγιού των εμπρηστών

«Εγώ δεν φταίω...». Με αυτό τον εύγλωττο τίτλο επιγραφόταν πριν από 25 ολόκληρα χρόνια η συνέντευξη που είχε παραχωρήσει στην εφημερίδα «Τα Νέα» ο τότε αρμόδιος για τη δασοπυρόσβεση υπουργός. 

Ο Στέφανος Τζουμάκας -ναι, ναι, ο νυν υποψήφιος αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ- στον οποίο ανήκει η φράση που έγινε τίτλος στη συνέντευξη, ήταν ο τελευταίος υπουργός Γεωργίας που είχε στο χαρτοφυλάκιό του την αρμοδιότητα της κατάσβεσης των δασικών πυρκαγιών. Επί των ημερών της υπουργίας του, όπως άλλωστε και τα περισσότερα προηγούμενα καλοκαίρια, η Ελλάδα είχε βρεθεί επανειλημμένα σε πύρινο κλοιό. Αλλά κι εκείνος, όπως σχεδόν όλοι οι προκάτοχοι αλλά και οι διάδοχοί του, «έψαχνε να βρει το λάθος που έκανε, αλλά δεν το εύρισκε», για να θυμηθούμε τον ισχυρισμό που διατύπωσε δυο δεκαετίες αργότερα ο Νίκος Τόσκας, την επαύριο της τραγωδίας στο Μάτι.   

Το 1998, μετά πολλών βασάνων και κόπων, η κυβέρνηση Σημίτη κατάφερε να κάνει ένα αποφασιστικό βήμα για την καλύτερη αντιμετώπιση του φαινομένου των ετησίως επαναλαμβανόμενων καταστροφικών πυρκαγιών: καθιέρωσε τον ενιαίο φορέα δασοπυρόσβεσης, που επί χρόνια πρότειναν όλοι οι ειδικοί αλλά δεν υλοποιούνταν επειδή οι δυνάμεις της αδράνειας ήταν ισχυρότερες από τις δυνάμεις της λογικής. Μεταφέρθηκε, σε αυτό το πλαίσιο, η ευθύνη της κατάσβεσης όλων των πυρκαγιών στο Πυροσβεστικό Σώμα το οποίο έως τότε ασχολούνταν μόνον με τις αστικές πυρκαγιές. Ενώ στις φωτιές που ξεσπούσαν σε δασικές περιοχές επιχειρούσαν οι δασοπυροσβέστες του υπουργείου Γεωργίας και για τα εναέρια μέσα ήταν υπεύθυνη η Πολεμική Αεροπορία.

Παρότι πέρασε έκτοτε ένα τέταρτο του αιώνα, τα λεγόμενα του κ. Τζουμάκα θυμίζουν ισχυρισμούς που ακούστηκαν πολλές φορές στη διάρκεια των επόμενων χρόνων. Και που το μεγαλύτερο δυστύχημα είναι ότι εξακολουθούν να ακούγονται έως και σήμερα. Με πιο χαρακτηριστικούς τους ισχυρισμούς για τις πολλές ταυτόχρονες πυρκαγιές που ξεσπούν, φαινόμενο το οποίο στην πραγματικότητα είναι ετησίως επαναλαμβανόμενο, ιδίως τις ημέρες που πνέουν ισχυροί άνεμοι και επικρατούν υψηλές θερμοκρασίες. Όπως και οι ανακυκλούμενες εικασίες για υποτιθέμενο «οργανωμένο σχέδιο εμπρησμών», οι οποίες, ωστόσο, ουδέποτε απεδείχθησαν παρότι σχεδόν χωρίς εξαίρεση κάθε χρόνο διατάσσεται και μια αναβαθμισμένη εισαγγελική έρευνα. 

Το αφήγημα για τη δράση «εμπρηστών που μας καίνε» αποτελεί διαχρονικά μια πολύ εύπεπτη ιστορία για λαϊκή κατανάλωση αλλά και μια πολύ βολική δικαιολογία για την ανικανότητα και την έλλειψη συντονισμού τόσο μετά όσο κυρίως πριν από την εκδήλωση των πυρκαγιών.     

«Πέρσι (σ.σ.: το 1997) όλες οι πυρκαγιές, όλο το έτος, ήταν 3.100. Τον Ιούλιο μόνο, φέτος (σ.σ.: 1998), ήταν 2.800», έλεγε στην περί ης ο λόγος συνέντευξη ο κ. Τζουμάκας. Και συμπλήρωνε: «Πέρσι, μόνο δύο πυρκαγιές έκαιγαν επί δέκα μέρες. Ειδικά της Εύβοιας ­πιστεύω να θυμάστε­ είχε πλησιάσει περίπου το 10ήμερο, και του δάσους της Θεσσαλονίκης είχε περάσει το 5ήμερο. Επίσης θυμάμαι ότι το πρώτο Σαββατοκύριακο είχαμε σε διάστημα μιας ώρας 182 πυρκαγιές και έσβησαν μέσα στη δεύτερη μέρα».

            Και μπορεί ο τότε υπουργός Γεωργίας, παραθέτοντας όλα αυτά τα συγκριτικά στοιχεία, να κατέληγε στο συμπέρασμα ότι «τα προβλήματα του συντονισμού ήταν ένα από τα βασικά στοιχεία της δασοπυρόσβεσης ως τώρα», αυτό δεν τον εμπόδισε να στραφεί αφενός κατά των δασικών υπαλλήλων, ο κλάδος των οποίων αντιδρούσε επειδή «δεν έπρεπε να χάσει αυτό το αντικείμενο» καθώς μέχρι τότε διαχειριζόταν σημαντικούς οικονομικούς πόρους. Δεν έμεινε, όμως, εκεί. Επέμεινε σε έναν παλαιότερο ισχυρισμό του για «παρακρατικούς» που υποτίθεται ότι κρύβονταν πίσω από τους εμπρησμούς. Ενώ δεν θέλησε να αποσύρει δήλωση στην οποία είχε προβεί τον προηγούμενο χρόνο μιλώντας γενικώς και αορίστως για δράση «Τούρκων πρακτόρων» και «Γκρίζων Λύκων». 

Κι όλα αυτά την ίδια ώρα που αναγνώριζε ότι «το να υπάρξουν τεκμηριωμένες αποδείξεις είναι ένα πολύ δύσκολο θέμα». Αλλά παρά ταύτα δεν δυσκολευόταν να πει ότι «στοιχεία φυσικά έχουμε. Και ενδείξεις επίσης. Όχι όμως αποδείξεις. Αλλά υπάρχουν εκτιμήσεις και δεδομένα». Ποια ήταν αυτά τα δεδομένα; Άγνωστον. Ο ίδιος αρκέστηκε να πει ότι «η κυβέρνηση έχει ανησυχίες: γιατί όλα αυτά; Σε τι αποσκοπούν αυτοί οι εμπρησμοί;».

Η αλήθεια, πάντως, είναι ότι ο κ. Τζουμάκας δεν ήταν ούτε ο πρώτος ούτε -δυστυχώς- ο τελευταίος που, ως άλλος Δον Κιχώτης, ξιφουλκούσε κατά των (αόρατων) εμπρηστών. Μετά την τραγωδία στο Μάτι, ένας ακόμη τωρινός υποψήφιος αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ, ο τότε υπουργός Ψηφιακής Πολιτικής Νίκος Παπάς, έστηνε ολόκληρο σόου μπροστά στις κάμερες για να καταδείξει ότι οι υποτιθέμενοι δορυφόροι που είχε εκτοξεύσει στο Διάστημα είχαν τάχατες εντοπίσει τους εμπρηστές.

Τη σκυτάλη πήρε στις μέρες μας ο νυν υπουργός Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας Βασίλης Κικίλιας, ο οποίος έλυσε την πολυήμερη σιωπή του και με στεντόρεια φωνή ξεσπάθωσε επειδή «κάποιοι αλητήριοι εμπρηστές βάζουν φωτιές». Τους προειδοποίησε, μάλιστα, λέγοντας αυστηρά: «Δεν θα γλιτώσετε, θα σας βρούμε, θα λογοδοτήσετε στη Δικαιοσύνη». 

Με δεδομένο, ωστόσο, ότι οι περισσότεροι εμπρηστές που έχουν προσαχθεί όλα αυτά τα χρόνια έχει αποδειχθεί ότι δεν είναι παρά πρόσωπα με διαταραγμένη προσωπικότητα, τα οποία τις περισσότερες φορές είτε αφήνονται ελεύθεροι, είτε παραπέμπονται σε ψυχιατρικές κλινικές, το πιθανότερο είναι ότι οι προειδοποιητικές απειλές του κ. Κικίλια κατά των… αλητήριων εμπρηστών θα έχουν την ίδια κατάληξη που είχαν οι ισχυρισμοί Τζουμάκα για «παρακρατικούς» και το δορυφορικό κυνήγι που εξαπέλυσε ο Παπάς.

Η προστασία των δασών -ιδιαίτερα στην εποχή μας που, κακά τα ψέματα, η δασοκάλυψη της Ελλάδας είναι πυκνότερη από οποτεδήποτε άλλοτε στο παρελθόν- είναι πολύ σοβαρή υπόθεση για να εξαντλείται σε εύκολους λαϊκισμούς ότι θα λυθεί το πρόβλημα των πυρκαγιών επειδή ο υπουργός Κλιματικής Κρίσης θα βρει τους εμπρηστές. Κάτι που, αν όντως συνέβαινε, θα διέψευδε τον τίτλο του υπουργικού χαρτοφυλακίου που του ανέθεσε ο πρωθυπουργός.

Γι΄ αυτό και, εν κατακλείδι, η κυβέρνηση αντί να επιδίδεται στο ατελέσφορο εικονικό κυνήγι των εμπρηστών, καλό θα είναι να ρίξει το βάρος της αφενός στην ενίσχυση των δυνάμεων της δασοπυρόσβεσης και αφετέρου στην προληπτική δασοπροστασία που έχει αποδειχθεί ότι είναι ο μόνος αποτελεσματικός τρόπος αντιμετώπισης των πυρκαγιών. Οι οποίες υπήρχαν πάντοτε. Και θα υπάρχουν στο διηνεκές.