Συνολικές προβολές σελίδας

Παρασκευή 30 Αυγούστου 2024

Από την «τρύπα του Κούβελα» έως το Κτηματολόγιο του Λαλιώτη, έργα του προηγούμενου αιώνα δεν λένε να τελειώσουν…

 

Οι περισσότεροι Έλληνες -και σίγουρα όσοι είναι κάτω από 45 ετών- θυμούνται ελάχιστα έως καθόλου τον Σωτήρη Κούβελα και τον Κώστα Λαλιώτη, δυο πολυσυζητημένους πολιτικούς του παρελθόντος που συνέδεσαν το όνομα τους με δυο εμβληματικά έργα τα οποία ξεκίνησαν τον… προηγούμενο αιώνα, αλλά δεν λένε ακόμη να τελειώσουν.

Έχουν περάσει 37 ολόκληρα χρόνια αφότου ο Κούβελας ως νεοεκλεγμένος δήμαρχος Θεσσαλονίκης… εγκαινίαζε τα «έργα» για την κατασκευή Μετρό στην πόλη του. Τα «έργα» αυτά, βέβαια, δεν ήταν τίποτε περισσότερο από μια τρύπα την οποία άνοιξε κοντά στις εγκαταστάσεις της ΔΕΘ, στήνοντας στην πραγματικότητα μια παράσταση για το πολιτικό θεαθήναι, αφού ούτε μελέτες υπήρχαν, ούτε, πολύ περισσότερο, εξασφαλισμένη χρηματοδότηση.

Το αστείο της υπόθεσης, μάλιστα, ήταν ότι ο εμπνευστής της φιέστας υποστήριξε στα σοβαρά ότι το έργο θα ολοκληρωνόταν με πόρους από τα… κέρδη που θα απέφερε η λειτουργία του δημοτικού ραδιοφωνικού σταθμού που είχε ιδρύσει ο ίδιος λίγους μήνες νωρίτερα. Φυσικά, ο ραδιοσταθμός, δεν απέδωσε ούτε δεκάρα κέρδους και μοιραία η τρύπα, η οποία πήρε το όνομα του… δημιουργού της, έμεινε να χάσκει εκεί για πάνω από μια δεκαετία, στη διάρκεια της οποίας ο Κούβελας είχε εγκαταλείψει τον δήμο και είχε γίνει ξανά βουλευτής και μετέπειτα πρωτοκλασσάτος υπουργός.

Χρειάστηκε να περάσουν σχεδόν δύο δεκαετίες για να ξεκινήσουν από νέα και πραγματική βάση, τον Ιούνιο του 2006, τα έργα του Μετρό. Η αρχική σύμβαση προέβλεπε ολοκλήρωση των εργασιών και κυκλοφορία των συρμών τον Οκτώβριο του 2012. Χρόνο με τον χρόνο, όμως, η μια παράταση διαδεχόταν την άλλη με διάφορες δικαιολογίες: από απρόβλεπτες τεχνικές δυσκολίες που εύρισκαν οι κατασκευαστές και απαιτούσαν αναθεωρήσεις του προϋπολογισμού έως τη διελκυστίνδα για τη διαχείριση των αρχαιοτήτων που βρέθηκαν στις σήραγγες που ανοίχθηκαν ή τις δικαστικές προσφυγές των κάθε λογής προστατών της πολιτιστικής κληρονομίας και της οικολογικής καθαρότητας.

Και, παρότι οι ιθύνοντες της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ έκαναν το 2018 εικονικά εγκαίνια σε μουσαμάδες και πήγαιναν βόλτα με… ακίνητα βαγόνια, το πιθανότερο είναι ότι οι πρώτοι πραγματικοί επιβάτες, σύμφωνα με τους τελευταίους υπολογισμούς και τις προ ημερών σχετικές δηλώσεις του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη, θα μπουν στους συρμούς τον προσεχή Νοέμβριο. Δηλαδή έξι χρόνια μετά τα ΣΥΡΙΖΑϊκά εγκαίνια, δώδεκα χρόνια μετά τις προβλέψεις της τρέχουσας σύμβασης και λίγο πριν να συμπληρωθούν τέσσερις δεκαετίες από το άνοιγμα της «τρύπας του Κουβέλα».

Αντίστοιχη, αν όχι και ακόμη μεγαλύτερη, βραδυπορία έχει και η πρόοδος του Κτηματολογίου, το οποίο από τις περισσότερες κυβερνήσεις των τελευταίων δεκαετιών έχει χαρακτηριστεί ως «το μεγαλύτερο μεγάλο έργο της χώρας». Όταν το μακρινό 1996 το σημαίνον στέλεχος του ΠΑΣΟΚ και πανίσχυρος τότε υπουργός ΠΕΧΩΔΕ Κώστας Λαλιώτης ανακοίνωνε το χρονοδιάγραμμα της κτηματογράφησης υπολογίζοντας ότι θα χρειαζόταν μια δεκαπενταετία για να πάψει η Ελλάδα να είναι η μοναδική χώρα στην Ευρώπη χωρίς Κτηματολόγιο, η αντιπολίτευση της εποχής… χάλασε τον κόσμο επειδή θεώρησε υπερβολικό τον χρόνο που χρειαζόταν για την ολοκλήρωση του έργου.

Μέχρι το 2001 που ο Λαλιώτης παρέδωσε το συγκεκριμένο υπουργικό χαρτοφυλάκιο, στο οποίο είχε μείνει επί οκτώ συναπτά χρόνια, δεκάδες φορές ακούστηκαν μέσα και έξω από τη Βουλή καταγγελίες για «διασπάθιση του δημόσιου χρήματος» και για «σημαντικές καθυστερήσεις στο έργο». Πολλοί από τους καταγγέλλοντες συμμετείχαν στις επόμενες κυβερνήσεις, πλην, όμως, οι ρυθμοί προόδου του έργου, αντί να επιταχυνθούν, μάλλον επιβραδύνθηκαν.

Είναι χαρακτηριστικό ότι αυτές τις μέρες ο αρμόδιος υφυπουργός Ψηφιακής Διακυβέρνησης Κωνσταντίνος Κυρανάκης δήλωσε ότι «ο στόχος μας είναι τον (προσεχή) Ιανουάριο να έχουμε κτηματογραφημένο το 85% της χώρας». Εν ολίγοις, σε χρόνο υπερδιπλάσιο από τις αρχικές εξαγγελίες Λαλιώτη που έγιναν πριν από 28 χρόνια, για την περάτωση του έργου θα χρειαστεί να περιμένουμε κι άλλο.

Δεν είναι, όμως, το Μετρό Θεσσαλονίκης και το Κτηματολόγιο τα μόνα έργα που παραπέμπουν στον μύθο με το γεφύρι της Άρτας που «ολημερίς το χτίζανε» αλλά ποτέ δεν τελείωνε. Οι μεγάλες αποκλίσεις στα χρονοδιαγράμματα εκτέλεσης της συντριπτικής πλειονότητας των δημοσίων έργων αποτελούν, δυστυχώς, τον κανόνα.

Τι να πρωτοθυμηθεί κανείς; Το νέο γήπεδο του Παναθηναϊκού που είχε εξαγγελθεί ότι θα ήταν έτοιμο το 2008, για να συμπέσει με την εκατονταετία από την ίδρυση της ομάδας, αλλά μόλις προχθές εκδόθηκε η οικοδομική άδεια για τις νέες εγκαταστάσεις στο Βοτανικό και την ανάπλαση στη λεωφόρο Αλεξάνδρας; Ή το περίφημο «κυβερνητικό πάρκο» που εξαγγέλθηκε πριν από πέντε χρόνια ότι θα γίνει στο παλαιό εργοστάσιο της ΠΥΡΚΑΛ Υμηττού, αλλά μέχρι στιγμής στον χώρο δεν έχει μπει ούτε καρφί, αφού βρίσκεται ακόμη στη φάση της διαγωνιστικής διαδικασίας;

Και αν ισχυριστεί κάποιος ότι αυτά δεν είναι έργα που συνιστούν προτεραιότητα, τι να πει για την απογοητευτική εξέλιξη που έχει η πρόοδος των εργασιών σε δύο από τους φονικότερους οδικούς άξονες της χώρας που είναι η Εθνική οδός Πατρών – Πύργου και ο διαβόητος Βόρειος Οδικός Άξονας της Κρήτης (ΒΟΑΚ); Η ολοκλήρωσή τους οδηγείται από αναβολή σε αναβολή αυξάνοντας τον αριθμό των ζωών που χάνονται άδικα στην άσφαλτο.

Η Ελλάδα του 2024 διαθέτει ανθρώπινους αλλά και οικονομικούς πόρους για να φέρει εις πέρας ακόμη και τα πιο σύνθετα τεχνικά έργα. Το επιστημονικό δυναμικό της χώρας είναι καταρτισμένο και έμπειρο, όπως αποδείχθηκε με την κατασκευή της γέφυρας Ρίου – Αντιρρίου, την Εγνατία οδό και τόσα άλλα μεγάλα έργα του πρόσφατου και του απώτερου παρελθόντος. Τα δημόσια ταμεία επίσης έχουν, χάρις και στη σημαντική ευρωπαϊκή συνδρομή, χρήματα που ποτέ στο παρελθόν δεν υπήρχαν.

Τι φταίει λοιπόν και σπανίως τηρούνται τα χρονοδιαγράμματα αποπεράτωσης των έργων; Βιάζονται οι πολιτικές ηγεσίες να εξαγγείλουν έργα τα οποία δεν είναι «ώριμα» και δεν έχουν μελετηθεί επαρκώς; Ή είναι οι… ακόρεστοι εργολάβοι που σπεύδουν να αναλάβουν έργα με μεγάλες εκπτώσεις προεξοφλώντας ότι στην πορεία θα τα αφήσουν ημιτελή με την εκβιαστική απαίτηση να αναθεωρηθεί ο προϋπολογισμός;

Τις προηγούμενες μέρες εγκαινιάστηκε η νέα ψηφιακή πλατφόρμα «erga.gov.gr» μέσα από την οποία δίνονται πληροφορίες για έργα με προϋπολογισμό άνω του ενός εκατομμυρίου που υλοποιούνται σε κάθε περιφέρεια και δήμο της χώρας με φορείς υλοποίησης την Κεντρική Κυβέρνηση, τις Περιφέρειες και τους Δήμους. Είναι μια καλοσχεδιασμένη πλατφόρμα που όποιος την επισκεφθεί βρίσκει ωραίες εικόνες και γραφήματα καθώς και ενδιαφέροντα στοιχεία για τη φάση στην οποία βρίσκεται καθένα από τα έργα.

Εκείνο, όμως, που δεν βρίσκει είναι εξηγήσεις γιατί πολλά από αυτά εξακολουθούν να κινούνται με ρυθμούς… χελώνας και σχεδόν ποτέ δεν ολοκληρώνονται στην ώρα τους.

Παρασκευή 23 Αυγούστου 2024

Είναι καιρός να κλείσει η «σηπτική δεξαμενή»

Αναζητώ επιμελώς τις τελευταίες μέρες -και φυσικά δεν βρίσκω αρκετούς- ανθρώπους της πραγματικής ζωής, οι οποίοι εγκατέλειψαν τα προηγούμενα χρόνια το ΠΑΣΟΚ και κατευθύνθηκαν στον ΣΥΡΙΖΑ, για να μου εξηγήσουν πόσο περήφανοι αισθάνονται με όσα ασύλληπτα για την πολιτική ζωή της χώρας βλέπουμε να εκτυλίσσονται πέριξ της Κουμουνδούρου.

Με εξαίρεση ελάχιστους, που ήταν και παραμένουν αφιονισμένοι, επειδή γοητεύονται από λαϊκίστικες υπερβολές και παραμένουν προσκολλημένοι σε συνωμοσιολογικές αναλύσεις της πραγματικότητας, οι περισσότεροι οπαδοί, φίλοι και ψηφοφόροι του πάλαι ποτέ κυβερνητικού ΣΥΡΙΖΑ δυσκολεύονται να κρύψουν άλλοι την αμηχανία και άλλοι τη δυσφορία που αισθάνονται για τα τεκταινόμενα σε έναν πολιτικό φορέα ο οποίος διαψεύδει καθημερινά τις φρούδες ελπίδες που καλώς ή καλώς καλλιεργήθηκαν στο θυμικό μιας διόλου ευκαταφρόνητης μερίδας του ελληνικού λαού.

Δεν είναι μόνον τα απερίγραπτα καμώματα του επιδειξία αρχηγού τους Στέφανου Κασσελάκη, πότε με τη «σηπτική δεξαμενή» -τον βόθρο, κατά το κοινώς λεγόμενο- που μετέτρεψε παράνομα σε πισίνα και πότε με τις προκλητικές διακοπές την ώρα που οι εργαζόμενοι στο κόμμα του παραμένουν απλήρωτοι.

Για να μην σχολιάσουμε την επιθυμία του να… ντυθεί, εκτός από γαμπρός με το… διαβόητο για τα δικά μας ήθη honeymoonfunding, και βουλευτής, εκβιάζοντας με προκλητικά αντιθεσμικό τρόπο την παραίτηση όσων προηγούνταν εκείνου στη λίστα Επικρατείας του ΣΥΡΙΖΑ που ενέκριναν οι πολίτες πέρυσι τον Ιούνιο.

Είναι και πολλά ακόμη που δείχνουν ότι μπορεί ο βόθρος στη βίλα των Σπετσών να μετατράπηκε -έστω και χωρίς να ομολογηθεί- σε πισίνα, ο βόθρος της Κουμουνδούρου, όμως, παραμένει ανοικτός και αναδύει αφόρητη πολιτική και κοινωνική δυσοσμία και τοξικότητα που έρχεται από την περίοδο της αντιμνημονιακής υστερίας αλλά δεν συνάδει με την εποχή μας.

Κακά τα ψέματα, ο σημερινός ΣΥΡΙΖΑ παράγει περισσότερη χυδαιότητα και τοξικότητα από όση μπορεί να καταναλώσει η ελληνική κοινωνία.

-Πως αλλιώς μπορεί να χαρακτηριστούν οι αδιανόητες χυδαιολογίες του ΣΥΡΙΖΑίου ευρωβουλευτή που δεν αποδοκιμάστηκαν ποτέ από την κομματική ηγεσία και έδωσαν αφορμή στον Θάνο Πλεύρη να ζητά -αν είναι δυνατόν!- να ποινικοποιηθεί η λέξη «μπάτσος»;

-Και πως μπορεί να εξηγηθούν οι ίσες αποστάσεις ανάμεσα στην καθηγήτρια Αθηνά Λινού και στον γνωστό σκανδαλοθήρα Παύλο Πολάκη για τα κονδύλια που ισχυρίζεται ο δεύτερος ότι ενθυλακώνει η πρώτη μέσω ΜΚΟ;

-Γιατί, άραγε, ο αυτοπροβαλλόμενος ως παμμέγιστος οικονομολόγος κ. Κασσελάκης, που ανακάλυψε τα «μαύρα» τα οποία διακινούνταν επί της ηγεσίας του προκατόχου του Αλέξη Τσίπρα, δυσκολεύεται να αποφανθεί αν έχει δίκιο η Λινού ή ο Πολάκης, ο οποίος κάποτε επαίρονταν δημοσίως ότι ως δήμαρχος Σφακίων τηρούσε διπλά βιβλία;

-Μήπως εκείνο που τον εμποδίζει είναι ο βάσιμος φόβος του ότι ο «αψύς Σφακιανός», που τον επέβαλε στην περυσινή κούρσα για την ηγεσία, δεν θα αργήσει να του ζητήσει να του παραδώσει τα κλειδιά της Κουμουνδούρου, αφού οι πολακιστές αποτελούν πλέον πλειοψηφία στον εναπομείναντα ΣΥΡΙΖΑ;

Κατόπιν όλων αυτών είναι απορίας άξιον πως παραμένουν στο τύποις ακόμη «κόμμα Κασσελάκη» και οσονούπω «κόμμα Πολάκη» κάποια ελάχιστα στελέχη που έχουν την έξωθεν καλή μαρτυρία και διαθέτουν στοιχειώδη προσωπική και πολιτική αξιοπρέπεια. Είναι αλήθεια ότι δεν είναι πολλοί, αλλά, όσοι και να είναι, η παραμονή τους εκεί είναι πλέον απολύτως αδικαιολόγητη. Δεν χρειάζεται, για παράδειγμα, ο Αλέξης Τσίπρας να προσλάβει κι άλλους ξένους ειδικούς για να αντιληφθεί ότι κανένα rebranding δεν μπορεί να κάνει αν δεν πάρει εγκαίρως αποστάσεις από τον «βόθρο» που άφησε πίσω του στην Κουμουνδούρου.

Η παθητικότητα με την οποία αντιμετωπίζουν τις άμεσες και έμμεσες ύβρεις και λοιδορίες που εκτοξεύουν εναντίον τους ο Πολλάκης, ο Κασσελάκης και οι συν αυτοίς δεν τους απαλλάσσει από την ευθύνη την οποία έχουν να συμβάλλουν στο να κλείσει το συντομότερο δυνατόν η «σηπτική δεξαμενή» η οποία μπορεί να γνώρισε μέρες δόξης στους χαλεπούς μνημονιακούς καιρούς αλλά η διαιώνισή της μέχρι τις μέρες μας το μόνο αποτέλεσμα που έχει είναι να λειτουργεί ως βολικό άλλοθι για τις αστοχίες της σημερινής κυβέρνησης.

Υ.Γ.: Με την επιφύλαξη ότι δεν θα αλλάξει άρδην η εικόνα η οποία επικρατεί στο ΠΑΣΟΚ, η σύγκριση με όσα συμβαίνουν στον ΣΥΡΙΖΑ είναι συντριπτική. Μπορεί και τα δύο κόμματα μετά τα ατυχή αποτελέσματα που είχαν στις πρόσφατες ευρωεκλογές να μπήκαν στη δίνη της εσωστρέφειας, η ποιοτική διαφορά, ωστόσο, που τα χωρίζει είναι παραπάνω από εμφανής.

Την ώρα που στον ΣΥΡΙΖΑ αλληλομαχαιρώνονται δίχως κανόνες και χωρίς έλεος, στο ΠΑΣΟΚ, παρά την πληθώρα των υποψηφίων αρχηγών, η κούρσα για την ηγεσία γίνεται με τήρηση των κανόνων που επιβάλλουν τα καθιερωμένα πολιτικά ήθη μιας ευνομούμενης Πολιτείας. Αν τα πράγματα εξακολουθήσουν να κινούνται κατ΄ αυτόν τον τρόπο, τότε, ανεξάρτητα από το ποιος θα κερδίσει τον θώκο της Χαριλάου Τρικούπη στις 6 ή στις 13 Οκτωβρίου, οι πολίτες στις επόμενες εκλογές θα έχουν πιθανότατα την ευκαιρία να επιλέξουν μια αξιόπιστη εναλλακτική πρόταση εξουσίας απέναντι στη σημερινή κυβέρνηση. Είναι αυτό που έχει περισσότερο από ο,τιδήποτε άλλο ανάγκη ο τόπος!

Παρασκευή 9 Αυγούστου 2024

Πόσο θεμιτό είναι να διατίθενται αλλού κονδύλια, όταν δεν έχουμε νερό να πιούμε;

 

Κονδύλι ύψους 11,25 εκατ. ευρώ έθεσε τις προηγούμενες ημέρες στη διάθεση των δήμων το υπουργείο Εσωτερικών με στόχο την άμεση υλοποίηση δράσεων για την αντιμετώπιση της λειψυδρίας, όπως αναφέρεται στην απόφαση που υπέγραψε ο αρμόδιος υπουργός Θοδωρής Λιβάνιος.

Κάθε δυνητικός δικαιούχος, όπως διευκρινίζεται στη σχετική ανακοίνωση, έχει δικαίωμα υποβολής μίας μόνο πρότασης μέχρι του ποσού των 150.000 ευρώ και αποκλειστικά για ανόρυξη νέων ή αναβάθμιση υφιστάμενων υδρευτικών γεωτρήσεων, όπως και για ενοικίαση συστημάτων αφαλάτωσης νερού.

Είναι βέβαιο ότι ο κ. Λιβάνιος εξάντλησε τις δυνατότητες που του παρέχει ο προϋπολογισμός του υπουργείου του. Πλην, όμως, αυτό δεν αναιρεί την αίσθηση η οποία δημιουργείται σε όποιον έχει επίγνωση της κατάστασης που έχει διαμορφωθεί σε ένα μεγάλο μέρος της ελληνικής επικρατείας, ότι, δηλαδή, τα εν λόγω ποσά δεν αποτελούν παρά… σταγόνα στον ωκεανό των προβλημάτων που έχει δημιουργήσει η παρατεταμένη ανομβρία. 

Παραπόταμοι και ποταμοί στερεύουν, σε λίμνες και λοιπούς ταμιευτήρες τα νερά υποχωρούν σε βαθμό εξαφανίσεως, όπως συνέβη ήδη στην Κορώνεια και στη Δοϊράνη. Ενώ από ορισμένες γεωτρήσεις αντλείται πλέον υφάλμυρο νερό που είναι ακατάλληλο για πόση και άρδευση. Το κόστος άντλησης αυξάνεται κατακόρυφα υποχρεώνοντας τους δήμους να αναπροσαρμόσουν την τιμή με την οποία χρεώνουν τους καταναλωτές. 

Οι αγρότες σε πολλές περιοχές της χώρας, όπως στη Βόρεια Ελλάδα, στην πολύπαθη Θεσσαλία, στην Πελοπόννησο, στην Κρήτη, στη Νάξο, κ.α., βρίσκονται σε απόγνωση. Εξαιτίας της έλλειψης νερού, υποχρεώνονται να μειώσουν σημαντικά την παραγωγή τους, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τη βιωσιμότητα των εκμεταλλεύσεων, αλλά και το κόστος και την ανταγωνιστικότητα των προϊόντων της εγχώριας γεωργικής παραγωγής.

Ανοίγω εδώ μια παρένθεση για να θυμίσω ότι όταν πριν από 12 χρόνια, που η Ελλάδα βρισκόταν στη δίνη του Μνημονίου, μάς είχε επισκεφθεί ο πρόεδρος του Ισραήλ Σιμόν Πέρες, ο οποίος, στη συνάντηση που είχε με τον Έλληνα ομόλογό του Κάρολο Παπούλια, εξέφρασε την απορία και την έκπληξή του πως μια χώρα με τόσες λίμνες και τόσα ποτάμια είναι τόσο πολύ ελλειμματική στην αγροτοδιατροφική παραγωγή. 

Εν αντιθέσει, φυσικά, με τη δική του χώρα, η οποία διαθέτει ένα μοναδικό ποτάμι, τον ιστορικό Ιορδάνη, και παρά ταύτα, με βασικό όπλο τη βέλτιστη διαχείριση των λιγοστών υδάτινων πόρων που διαθέτει και τις καλλιεργητικές καινοτομίες που εφαρμόζει, είναι παγκοσμίως γνωστή για το «αγροτικό θαύμα» το οποίο έχει συντελεστεί στα εδάφη του κράτους του Ισραήλ τις τελευταίες επτάμισι δεκαετίες που παρήλθαν από την ίδρυσή του.

Την προηγούμενη φορά που η δική μας χώρα βίωσε, στις αρχές της δεκαετίας του 1990, ανάλογες με τις σημερινές συνθήκες ακραίας λειψυδρίας, είχε σημάνει συναγερμός και είχαν προγραμματιστεί πολλά έργα, όπως φράγματα, ταμιευτήρες και λιμνοδεξαμενές, που η ολοκλήρωσή τους θα περιόριζε τις επιπτώσεις από τυχόν μελλοντική επανάληψη του φαινομένου.

Δυστυχώς, όμως, αρκετά από τα προγραμματισμένα έργα έμειναν ημιτελή ή δεν κατασκευάστηκαν ποτέ, καθώς τα επόμενα χρόνια, που άρχισε να βρέχει κάπως συχνότερα, άλλαξαν οι προτεραιότητες. Είναι γνωστό, άλλωστε, ότι τα έργα που έχουν μακρόπνοο ορίζοντα δεν λειτουργούν ψηφοθηρικά. Με αποτέλεσμα τη θέση τους συχνά να παίρνουν άλλα που είναι «αμεσότερης» απόδοσης, όπως οι εισοδηματικές ενισχύσεις, οι αναθέσεις έργων σε ημέτερους, ακόμη και η… χρηματοδότηση πανηγυριών.

Τα τελευταία χρόνια η Ελλάδα είναι αποδέκτρια μιας χωρίς προηγούμενο ροής πόρων από την Ευρωπαϊκή Ένωση με προέλευση το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας και το ΕΣΠΑ που την περίοδο 2021-2027 υπολογίζεται να ξεπεράσουν το ιλιγγιώδες ποσό των 70 δισ. ευρώ. Υπό αυτή τη συνθήκη, η χώρα θα έπρεπε να θυμίζει ένα απέραντο «εργοτάξιο» στο οποίο τα έργα διαχείρισης των υδάτων θα ανέμενε κάποιος να αποτελούν βασική προτεραιότητα. Κάθε άλλο, όμως, παρά αυτό συμβαίνει, μάλλον διότι έχουν επικρατήσει άλλες προτεραιότητες.   

Πόσο θεμιτό είναι, για παράδειγμα, να διατίθενται ευρωπαϊκοί πόροι για να αλλάξουν κάποιοι συμπολίτες μας τις παλαιές οικιακές συσκευές, για την προμήθεια των οποίων τα χρήματα πηγαίνουν σε εισαγωγές; Ή γιατί πρέπει να γίνουν δωρεάν απογευματινά ιατρεία με κοινοτικά χρήματα και δεν χρηματοδοτείται με αυτά η πρόσληψη μόνιμου προσωπικού; Και, πολύ περισσότερο, ποια ανάγκη οδηγεί στο να εκπαιδευτούν δημόσιοι υπάλληλοι στην τεχνητή νοημοσύνη; 

Όλα αυτά θα μπορούσαν να δικαιολογηθούν εφόσον νωρίτερα είχαν βρεθεί χρήματα για να κατασκευαστεί ένα φράγμα στη Νάξο που θα σώσει και το τουριστικό προϊόν αλλά και την αξιοσημείωτη παραγωγή του νησιού σε ονομαστά αγροτικά προϊόντα. 

Ανοίγω εδώ μια δεύτερη παρένθεση για να παραθέσω κάποια από όσα είπε σε μια πρόσφατη συνέντευξη του (στη «Βιομηχανική Επιθεώρηση») ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας, μιλώντας για τον τρόπο με τον οποίο χρηματοδοτήθηκε η ανάπτυξη της χώρα μας μετά την κατάρρευση στην οποία την οδήγησαν η γερμανική κατοχή και ο εμφύλιος που ακολούθησε. 

«Στη Νομισματική Επιτροπή, κυβέρνηση και Τράπεζα της Ελλάδος λειτουργούσαν μαζί. Συμμετείχε ο υπουργός Συντονισμού μαζί με τον υπουργό Οικονομικών, τον υπουργό Βιομηχανίας, τον διοικητή της ΤτΕ: τις εισηγήσεις τις έκανε η ΤτΕ, αλλ’ επρόκειτο συνολικά για ένα όργανο κυβερνητικής πολιτικής. Λεγόταν Νομισματική Επιτροπή κατ’ ευφημισμόν, αλλά στην ουσία τα έκανε όλα», επεσήμανε ο κ. Στουρνάρας.

Όπως εξήγησε, η λεγόμενη Νομισματική Επιτροπή «κατένεμε πιστώσεις, όχι μόνον σε κλάδους, ακόμη και σε συγκεκριμένες επιχειρήσεις. Μάλιστα τότε διευκρινιζόταν ότι το να είναι μια επιχείρηση κερδοφόρα δεν σήμαινε και ότι θα έπαιρνε δάνειο, έπρεπε “να είναι και παραγωγική”. Υπό τη διάσταση της εθνικής οικονομίας. Δεν θέλουμε να χρηματοδοτούμε κερδοσκοπικές λειτουργίες, αυτή ήταν η ιδέα».

Αν όλα αυτά συνέβαιναν σε μια περίοδο που οι πόροι τους οποίους είχε στη διάθεσή της η χώρα ήταν ασύλληπτα πενιχροί σε σχέση με τον σημερινό πακτωλό των διαθέσιμων κονδυλίων, εύλογα διερωτάται κάποιος αν εφαρμόζεται και στις μέρες μας το κριτήριο «να είναι παραγωγική» κάθε μια από τις επενδύσεις που χρηματοδοτούνται από εθνικούς και ευρωπαϊκούς πόρους.

Διότι, αν μάθουν τη χρήση της τεχνητής νοημοσύνης οι δημόσιοι υπάλληλοι, ενώ δεν θα έχουμε νερό να πιούμε και να ποτίσουμε τους κάμπους και τα δένδρα της αυλής μας, δεν νομίζω ότι μπορούμε να μιλάμε για παραγωγική ανάπτυξη.

Παρασκευή 2 Αυγούστου 2024

Μάλλον δεν μας τα… είπε καλά ο Έκο για τις ειδήσεις τον Αύγουστο

Διάσημος καθηγητής της Σημειολογίας, αλλά και δημοσιογράφος, ο Ιταλός Ουμπέρτο Έκο άφησε πίσω του σπουδαίες πνευματικές παρακαταθήκες στη φιλοσοφική σκέψη, στη λογοτεχνία, στη γλώσσα, καθώς και στην ανάλυση του τρόπου λειτουργίας των μέσων ενημέρωσης και της επιρροής τους στο κοινωνικό γίγνεσθαι. 

Οι παλαιότερες γενιές δημοσιογράφων «μεγαλώσαμε» μελετώντας τα δοκίμιά του, όπως το «Κήνσορες και θεράποντες», και διαβάζοντας τα μυθιστορήματά του, όπως το ανυπέρβλητο «Το όνομα του Ρόδου», το οποίο πούλησε εκατομμύρια αντιτύπων σε ολόκληρο τον πλανήτη.   

Η τεράστια φήμη την οποία, χάρις στο σημαντικό έργο του, απέκτησε και στον εξωακαδημαϊκό κόσμο έχει ατονήσει τα τελευταία χρόνια, αν εξαιρέσει ίσως κανείς τον τίτλο ενός από τα βιβλία του σύμφωνα με τον οποίο «Τον Αύγουστο δεν υπάρχουν ειδήσεις». Τίτλος ο οποίος έχει γίνει τα τελευταία πολλά χρόνια ένα από τα πιο δημοφιλή στερεότυπα σχεδόν κάθε καλοκαιριού.

Οι περισσότεροι, ωστόσο, που το επικαλούνται -και προφανώς ανάμεσά τους και ο αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ Στέφανος Κασσελάκης, ο οποίος το χρησιμοποίησε σε μια χθεσινή ανάρτησή του από τη Μύκονο που αφορούσε την αρχειοθέτηση της υπόθεσης των υποκλοπών από την εισαγγελία του Αρείου Πάγου-, αγνοούν μάλλον τις συνθήκες υπό τις οποίες έγραψε ο Ιταλός διανοητής το επίμαχο κείμενο με το οποίο τιτλοφορήθηκε μια ολόκληρη συλλογή άρθρων του στον Τύπο. 

«Έμεινα μακριά απ΄ την Ιταλία από τις αρχές Αυγούστου μέχρι τα μέσα του Σεπτέμβρη και σε περιοχές που δεν ήταν δυνατόν να βρεις ιταλικές εφημερίδες», έγραφε προλογικά ο Έκο. Αμέσως μετά συμπλήρωνε ότι, όταν γύρισε, έπεσε με τα μούτρα να διαβάζει τις εκδόσεις των εντύπων, που είχαν κυκλοφορήσει όσο εκείνος ήταν σε διακοπές, και λυπήθηκε πληροφορούμενος ότι στο διάστημα αυτό είχαν πεθάνει τρεις αγαπημένοι φίλοι του. 

Γίνεται προφανές, λοιπόν, ότι η εποχή, κατά την οποία γράφηκε ότι «Τον Αύγουστο δεν υπάρχουν ειδήσεις», δεν έχει καμία σχέση με το σήμερα. Στις σχετικά λίγες δεκαετίες που παρήλθαν έκτοτε, οι αλλαγές που συντελέστηκαν στις δυτικές -και όχι μόνον- κοινωνίες ήταν σχεδόν αδιανόητες την περίοδο που μεσουρανούσε ο Έκο.

Δεν είναι μόνον ότι στην εποχή μας σχεδόν ουδείς άνθρωπος, ο οποίος δεν είναι, εκ πεποιθήσεως, «αργόσχολος», μπορεί να κάνει διακοπές περισσότερο από έναν μήνα, καταφέρνοντας, μάλιστα, να βρεθεί σε καθεστώς πλήρους απομόνωσης σε βαθμό που να μην πληροφορηθεί ότι πέθαναν αγαπημένοι φίλοι του. Είναι κυρίως οι τρομακτικές διαφορές που έχουν μεσολαβήσει στον τρόπο με τον οποίο πληροφορούνται οι άνθρωποι τις ειδήσεις στις σημερινές συνθήκες της τεράστιας εξάπλωσης της κινητής τηλεφωνίας και του Διαδικτύου.

Δεν αποτελεί υπερβολή να ειπωθεί ότι, εκεί που παλαιότερα οι άνθρωποι έπρεπε να αναζητήσουν τις ειδήσεις και να πληρώσουν, αγοράζοντας την εφημερίδα ή οποιοδήποτε άλλο έντυπο της αρεσκείας τους, για να είναι ενημερωμένοι, στον σύγχρονο ψηφιακό κόσμο οι όροι έχουν μάλλον αντιστραφεί. 

Οι ειδήσεις, με σπάνιες εξαιρέσεις ελάχιστων μέσων που έχουν συνδρομή σε ένα μέρος του περιεχομένου τους, προσφέρονται πλέον δωρεάν, αφού τα σύγχρονα μέσα ενημέρωσης έχουν αποκλειστικά έσοδα από τη διαφήμιση. Άνετα επίσης μπορεί κάποιος να υποστηρίξει ότι οι ειδήσεις -οι παραγωγοί τους, δηλαδή- είναι που αναζητούν το αναγνωστικό κοινό. Το οποίο, όταν ανταποκρίνεται στην αναζήτηση, οδηγεί στην αύξηση των εσόδων των μέσων. 

Για να γίνει, μάλιστα, κανείς κοινωνός του περιεχομένου τους δεν χρειάζεται να μετακινηθεί, όπως συνέβαινε την εποχή του Έκο που η ενημέρωση γινόταν από τις εφημερίδες. Στο περιεχόμενο των νέων μέσων, είτε είναι επίκαιρο είτε αρχειακό, έχουν όλοι πρόσβαση, σχεδόν χωρίς κανέναν γεωγραφικό ή άλλον περιορισμό: από το σπίτι, το γραφείο, το αυτοκίνητο ή την παραλία και την ψηλή κορφούλα των διακοπών.

Υπό αυτή την έννοια, στους… σύγχρονους Έκο, ακόμη και αν κάνουν long play διακοπές, πολύ δύσκολα θα μπορούσε να τους διαφύγει η είδηση για τον θάνατο ενός αγαπημένου τους φίλου. Πόσω μάλλον αν ήταν τριπλή η απώλεια. Εκτός και αν έχει επιλέξει κάποιος να κάνει διακοπές σε συνθήκες ανάλογες με εκείνες του… μυθιστορηματικού Ροβινσώνα Κρούσου.

Οι αναρτήσεις του Κασσελάκη από τη Μύκονο είναι η καλύτερη απόδειξη ότι μάλλον δεν μας τα… είπε πολύ καλά ο Ιταλός διανοητής. Ο οποίος, ειρήσθω εν παρόδω, αξίζει να προστεθεί ότι ήταν επιφυλακτικός και για την κινητή τηλεφωνία. Όταν πρωτομπήκε στις ζωές μας είχε υποστηρίξει ότι ήταν χρήσιμη μόνον για κάποιες ειδικότητες γιατρών και για τους δημοσιογράφους που, κατά την άποψή του, ήταν οι μόνες επαγγελματικές κατηγορίες που ήταν υποχρεωμένοι να βρίσκονται σε διαρκή επιφυλακή.

Δεν ξέρω αν ο Έκο μέχρι τις αρχές του 2016, οπότε εγκατέλειψε τα εγκόσμια, πρόλαβε να… εθιστεί με τη χρήση του κινητού τηλεφώνου, ως μέσου ενημέρωσης και επικοινωνίας. Δεν μπορώ, όμως, να φανταστώ ότι, αν ζούσε το 2024, θα περίμενε να γυρίσει από τις διακοπές του για να διαβάσει τα έντυπα του προηγούμενου διαστήματος και να μάθει αν ήταν εν ζωή όλοι οι φίλοι του.

Βλέποντας, άλλωστε, κατά βάση στη οθόνη του κινητού μας, όλα όσα συμβαίνουν γύρω μας -στην εγχώρια πολιτική και κοινωνική ζωή, με τις αντιδράσεις για την αρχειοθέτηση της υπόθεσης των υποκλοπών, τον διορισμό του νέου Επιτρόπου και τις εξελίξεις στα μέτωπα της ακρίβειας και της ανεργίας, αλλά και διεθνώς, με τις εκλογές στις ΗΠΑ και την διαρκώς έκρυθμη κατάσταση στη Μέση Ανατολή- δύσκολα μπορεί να επιχειρηματολογήσει κάποιος ότι τον Αύγουστο δεν υπάρχουν ειδήσεις. 

Για να μην ανατρέξουμε στο παρελθόν και να θυμηθούμε πόσα έκτακτα γεγονότα διέσπασαν βιαίως τη συνήθη θερινή ραστώνη του συγκεκριμένου μήνα. 

Μπορεί, λοιπόν, αρκετός κόσμος να είναι αυτή την περίοδο διακοπές και μαζί του και πολλοί επαγγελματίες της ενημέρωσης, αλλά ειδικά στις μέρες μας που η πληροφόρηση κινείται με ιλιγγιώδεις ταχύτητες από τη μια άκρη του πλανήτη ως την άλλη, δεν τίθεται ζήτημα ελλιπούς ενημέρωσης της κοινωνίας επειδή το ημερολόγιο δείχνει Αύγουστο.

Σίγουρα το timing έχει πάντοτε τη σημασία του, πλην, όμως, όταν μια είδηση είναι σημαντική για τις ζωές των ανθρώπων δεν πρόκειται να χάσει τη δυναμική της επειδή κυκλοφόρησε στο τέλος Ιουλίου ή στις αρχές Αυγούστου. 

Αργά ή γρήγορα, οι άνθρωποι θα γυρίσουν από τις διακοπές τους και, υπό τις σημερινές συνθήκες, θα είναι ενημερωμένοι, αφού αναμφίβολα -και σε πείσμα των απόψεων που διατύπωσε σε μια εντελώς άλλη εποχή ο Έκο- τα νέα θα τους… βρουν και εκεί όπου παραθερίζουν…

Παρασκευή 26 Ιουλίου 2024

Οι «αλυσιτέλειες» της δημόσιας ζωής και οι «λυσιτέλειες» των πολιτικάντηδων

 

«Δεν είναι κάτι που το αποφασίζω εγώ. Άρα, όπως όπως λέμε και στα νομικά, αλυσιτελώς με ρωτάτε…», ήταν η άμεση αντίδραση της Κατερίνας Σακελλαροπούλου όταν στη διάρκεια της δεξίωσης για τα 50 χρόνια από την αποκατάστασης της Δημοκρατίας έγινε αποδέκτρια του ερωτήματος αν θα είναι εκείνη οικοδέσποινα της εκδήλωσης και την επόμενη πενταετία, καθώς, ως γνωστόν, την προσεχή άνοιξη ολοκληρώνεται η πρώτη θητεία της στο ύπατο πολιτειακό αξίωμα.

Η απάντηση την οποία έδωσε η Πρόεδρος της Δημοκρατίας προκάλεσε αίσθηση όχι μόνον για τον «διπλωματικό» της χαρακτήρα, αλλά και για το επίρρημα «αλυσιτελώς» το οποίο χρησιμοποίησε. Ως ωτακουστής του διαλόγου μπορώ να μεταφέρω την έκπληξη ορισμένων από τους παρισταμένους που αγνοούσαν τη σημασία της συγκεκριμένης σπάνια χρησιμοποιούμενης λέξης, με την οποία εκφράζεται το ανωφελές των πραγμάτων.

Είναι αλήθεια ότι στις μέρες μας δεν είναι συχνή η χρήση της λέξης «λυσιτέλεια», που σημαίνει ωφέλεια. Ούτε και τα παράγωγά της, από τα οποία πιο γνωστοί είναι οι επιθετικοί προσδιορισμοί «λυσιτελής» (σ.σ.: επωφελής) και «αλυσιτελής» (σ.σ.: ανώφελος). Και είναι μάλλον ευτυχής η συγκυρία που η κ. Σακελλαροπούλου την εισήγαγε, έστω ως δάνειο από τα νομικά, στην εγχώρια δημόσια ζωή στην οποία συχνά δυσκολεύεται κανείς να ξεχωρίσει το λυσιτελές από το αλυσιτελές, δηλαδή το ωφέλιμο από το ανώφελο.

Μόνον και μόνον τα ζητήματα τα οποία κυριάρχησαν κατά τη χθεσινή μέρα στη δημόσια σφαίρα, αποτελούν αψευδείς μαρτυρίες του φαινομένου.

Την επαύριο, για παράδειγμα, της επετείου αποκατάστασης της Δημοκρατίας, η βουλευτής Επικρατείας της αξιωματικής αντιπολίτευσης, η οποία έχει οριστεί αρμόδια για τα ανθρώπινα δικαιώματα, αισθάνθηκε την ανάγκη να στηλιτεύσει την ενδυματολογική επιλογή μιας από τις εκατοντάδες προσκεκλημένες στη δεξίωση στο Προεδρικό Μέγαρο, επειδή αναγνώρισε ότι προερχόταν από τον οίκο που έχει ιδρύσει η Μαρέβα Γκραμπόφσκι, η σύζυγος του πρωθυπουργού, με την οποία βρίσκεται σε δικαστική διαμάχη και εξαιτίας της οποίας μια μέρα νωρίτερα η Βουλή ήρε ομοφώνως την ασυλία της.

Πόσο, άραγε, ωφέλιμο, δηλαδή λυσιτελές, είναι για το κόμμα της κυρίας Έλενας Ακρίτα και για τους ανθρώπους που ψήφισαν τον ΣΥΡΙΖΑ ώστε να είναι εκείνη βουλευτής, η στοχοποίηση ενός οποιουδήποτε ανθρώπου για τον τρόπο που ντύνεται; Αν μάλιστα πιστέψουμε την ίδια τη βουλευτή, δεν είχε ιδέα ότι το πρόσωπο το οποίο σχολίασε επικριτικά για τον τρόπο που είχε ντυθεί ήταν η δημοσιογράφος – τηλεπαρουσιάστρια Κατερίνα Παναγοπούλου.

Αφού, όπως -άκουσον, άκουσον!- έσπευσε να διευκρινίσει δεν… παρακολουθεί το δελτίο ειδήσεων του Mega το οποίο συμβαίνει να παρουσιάζει το θύμα της επίθεσής της. Εν ολίγοις, η βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ και πρώην δημοσιογράφος θέλησε να μας κάνει να πιστέψουμε ότι αναγνώρισε το φόρεμα και τον οίκο που το έραψε, αλλά όχι εκείνη που το φορούσε…

Κάπως έτσι, πάντως, όλο το πρωινό της χθεσινής ημέρας αναλώθηκε γύρω από το… δικαίωμα κάθε ανθρώπου να φορά ρούχα τα οποία δεν αρέσουν σε κάθε είδους αυτόκλητους… αστυνόμους της καλαισθησίας. Η βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ πέτυχε να είναι για κάποιες ώρες το κεντρικό πρόσωπο της επικαιρότητας, αφού μπορεί κάποιοι να την έψεξαν, πλην όμως την ίδια ώρα άλλοι την αποθέωναν και δήλωναν έτοιμοι να δείρουν τη δημοσιογράφο του Mega.

Η… δόξα, ωστόσο, την οποία εξασφάλισε η κυρία Ακρίτα, απεδείχθη πρόσκαιρη, καθώς δεν θα μπορούσε να αφήσει ο Παύλος Πολάκης να του πάρει άλλος τα ηνία στις τυφλές και μισαλλόδοξες επιθέσεις εναντίον οποιουδήποτε τυγχάνει να μην είναι «δικός μας».

Αν δεν ήταν η -λυσιτελής, όπως εξελίχθηκε- συγνώμη της κυρίας Αθηνάς Λινού και ο λυγμός με τον οποίο τοποθετήθηκε η καθηγήτρια Επιδημιολογίας που είναι κι εκείνη -με τη λαϊκή ψήφο- βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ, δεν αποκλείεται ο πολλάκις παρεκτραπείς βουλευτής Χανίων να περνούσε αβρόχοις ποσί και μετά τη νέα άθλια επίθεση κατά της υπουργικής συνεργάτιδας που έτυχε να είναι απέναντι του στη συνεδρίαση της κοινοβουλευτικής Επιτροπής.

Αν και είχε απωλέσει προ πολλού το μέτρο, ίσως και επειδή ως «άθλιος ζήτουλας της προσοχής μέσω ύβρεων», όπως εύστοχα τον χαρακτήρισε ο Πρόεδρος της Βουλής Κώστας Τασούλας, ο κ. Πολάκης φαίνεται να είχε προεξοφλήσει την προσωπική ωφέλεια που απολάμβανε με τις άμετρες επιθέσεις που εξαπέλυε κάθε φορά.

Είναι προφανές ότι ουδόλως τον απασχόλησε που η εκτός ορίων συμπεριφορά του επισκίασε καταλυτικά την κριτική του κόμματός του και της υπόλοιπης αντιπολίτευσης για την ψυχιατρική μεταρρύθμιση αλλά και για τις εμβαλωματικές λύσεις με τις οποίες αποπειράται η κυβέρνηση να θεραπεύσει τις βαθιές πληγές του ΕΣΥ.

Είναι αποκαλυπτικό, άλλωστε, το γεγονός ότι δεν συνειδητοποίησε την τεράστια απαξία του είχε η συμπεριφορά του ούτε και μετά την ομόφωνη καταδίκη από όλες τις πτέρυγες της Βουλής. Γι΄ αυτό και στη συνέχεια αμετανόητος περιφερόταν στους διαδρόμους ζητώντας από το Κοινοβούλιο αλλά και από το κόμμα του να άρουν τη βαρύτατη μομφή που του απέδωσαν.

Την ίδια ώρα, εξάλλου, το φανατικό κοινό, με το οποίο επικοινωνεί και στο οποίο απευθύνεται, τού εξέφραζε διαδικτυακά την συμπαράστασή του. Είναι το κοινό το οποίο φοβούνταν έως τώρα τόσο ο πρώην πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ Αλέξης Τσίπρας, όσο και ο νυν Στέφανος Κασσελάκης και γι΄ αυτό δεν τού έδειξαν την πόρτα της εξόδου, παρόλο που είχε υποπέσει σε επανειλημμένα ατοπήματα.

Με τη δικαιολογία ότι αποκάλυπτε, εντός ή εκτός εισαγωγικών, σκάνδαλα -κάποια ελάχιστα από τα οποία είχαν όντως βάση, αλλά θα μπορούσαν άνετα να καταγγελθούν χωρίς τον ακραίο τοξικό λόγο που συνόδευε τη δημοσιοποίησή τους-, ο βουλευτής Χανίων είχε εξασφαλίσει το απυρόβλητο και αισθανόταν πλέον ανεξέλεγκτος να κάνει και να λέει ό,τι θέλει.

Γέννημα ο ίδιος, αλλά συνάμα και απομεινάρι, των ακροτήτων της μνημονιακής περιόδου, έχει, όπως φαίνεται από τις πράξεις του, την εντύπωση ότι θα παραμείνει αιωνίως στον αφρό της επικαιρότητας με μόνα «προσόντα» την αμετροεπή θρασύτητα και τους λαϊκίστικους βερμπαλισμούς που τον ανέδειξαν στο πολιτικό στερέωμα, όταν διαφήμιζε τα διπλά βιβλία που τηρούσε ως δήμαρχος στα Σφακιά ή όταν απειλούσε ότι θα βάλει τρία μέτρα κάτω από τη γη όποιον τολμούσε να ασκήσει κριτική στα έργα και στις ημέρες του.

Το βήμα απαλλαγής από τον κ. Πολάκη που έκανε χθες ο αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ, θέτοντάς τον εκτός της Κοινοβουλευτικής Ομάδας, δεν είναι βέβαιο ότι θα ολοκληρωθεί. Είναι πολύ πιθανό να λειτουργήσει και πάλι ο φόβος ότι μπορεί να κάνει το δικό του κόμμα και να συσπειρώσει γύρω του όλους όσοι -λιγότεροι από το παρελθόν, αλλά όχι πολύ λίγοι- εξακολουθούν να γοητεύονται από την επικράτηση των τοξικών σχέσεων στην αντιπαράθεση μεταξύ των πολιτικών δυνάμεων.

Βλέπετε πολύ συχνά οι αλυσιτέλειες της δημόσιας ζωής συνιστούν… λυσιτέλειες για τους κάθε λογής πολιτικάντηδες, οι οποίοι, προκειμένου να επωφεληθούν οι ίδιοι, δεν… δίνουν δεκάρα ούτε για το κόμμα τους, ούτε για τη δημοκρατική ομαλότητα και τον υγιή πολιτικό διάλογο, ούτε για την χώρα.

Παρασκευή 5 Ιουλίου 2024

Εκεί που παλαιά έφτιαχναν μια Επιτροπή, τώρα φτιάχνεται μια… πλατφόρμα


Τα όσα ευτράπελα έρχονται στο φως σχετικά με την ηλεκτρονική πλατφόρμα «my coast», η οποία δημιουργήθηκε για να εντοπίζονται οι παράνομες καταλήψεις παραλιών από επιχειρηματίες που δεν έχουν την απαραίτητη άδεια για να απλώνουν ξαπλώστρες και ομπρέλες μια ανάσα από το θαλάσσιο κύμα, δείχνει την τεράστια ανθεκτικότητα της… «αθάνατης» ελληνικής γραφειοκρατίας.

Ως αντίδραση στο αποκαλούμενο «Κίνημα της Πετσέτας», που ξεκίνησε πέρυσι το καλοκαίρι από την Πάρο και επεκτάθηκε σε όλη τη χώρα με διαμαρτυρίες πολιτών που δεν έβρισκαν ελεύθερους χώρους για να ξαπλώνουν σε μια παραλία χωρίς να πληρώσουν «λύτρα» στους καταπατητές της, τα συναρμόδια υπουργεία αποφάσισαν και παρουσίασαν τον περασμένο Απρίλιο την πλατφόρμα «my coast».

Στις επίσημες ανακοινώσεις που έγιναν σε υπουργικό επίπεδο τονιζόταν ότι «οι πολίτες μπορούν να ελέγχουν αν στις παραλίες, στις οποίες βρίσκονται, τηρείται η νομιμότητα των όρων παραχώρησης και να υποβάλλουν σχετική καταγγελία σε περιπτώσεις υπέρβασης των παραχωρήσεων ή αυθαίρετης κατάληψης». Προστίθετο, μάλιστα, ότι «σε επόμενη φάση με την ενσωμάτωση εργαλείου Τεχνητής Νοημοσύνης η νομιμότητα θα ελέγχεται αυτόματα από τα πληροφοριακά συστήματα».

Όποιος τα άκουγε ή τα διάβαζε όλα αυτά, δεν μπορεί παρά να έμενε εντυπωσιασμένος. Οι δηλώσεις των αρμοδίων ήταν σαν να είχαν βρει μια λύση εφάμιλλη με το περίφημο «αυγό του Κολόμβου». Μόνον όμως που, σε συνδυασμό με τη συστηματική καταγγελιομανία, η οποία χαρακτηρίζει ουκ ολίγους συμπολίτες μας, κυρίως όταν μπορούν να κρυφτούν πίσω από την ανωνυμία του Διαδικτύου, στην πράξη απεδείχθη ότι τα πράγματα δεν ήταν -και δεν θα μπορούσε να είναι- τόσο απλά όσο εξαγγέλθηκαν.

Πριν καν συμπληρωθούν δύο μήνες από τη δημιουργία της, η πλατφόρμα βομβαρδίζεται μεν από καταγγελίες, πλην όμως, αυτές είναι τόσες πολλές που μοιάζει αδύνατο να προκαλέσουν αποτελεσματικό έλεγχο. Ο αριθμός τους έχει ξεπεράσει τις 9.000 και, όπως προκύπτει από διαρροές των αρμόδιων αρχών, ένα μεγάλο μέρος εξ αυτών αποτελεί προϊόν αλληλοκαρφωμάτων από ιδιοκτήτες τουριστικών επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στις ίδιες ή σε κοντινές παραλίες.

Με την «κουτοπόνηρη» προσδοκία ότι θα στρέψουν τις αρχές προς τους ανταγωνιστές τους, ανεβάζουν στην πλατφόρμα πλήθος από ανώνυμες καταγγελίες ευελπιστώντας ότι θα μείνουν οι ίδιοι στο απυρόβλητο. Όπως και να έχει, όμως, οι υπηρεσίες του Δημοσίου είναι υποχρεωμένες να ελέγξουν όλες τις καταγγελίες. Οπότε το ζήτημα που εκ των πραγμάτων ανακύπτει είναι που θα βρεθεί το απαραίτητο προσωπικό για να διεκπεραιώσει έναν τόσο μεγάλο φόρτο εργασίας.

Διότι, αν ήταν πράγματι επαρκώς στελεχωμένα τα ελεγκτικά όργανα των υπηρεσιών, που αδειοδοτούν τις συγκεκριμένες επιχειρήσεις, τότε θα έκαναν αυτεπάγγελτες αυτοψίες και ελέγχους. Και, άρα, δεν θα υπήρχε η ανάγκη για να δημιουργηθεί η πλατφόρμα, η οποία στην πράξη αποδεικνύεται ότι είναι το καταφύγιο για να βγάζουν διάφοροι το… άχτι τους, αλλά και η υπεκφυγή του Κράτους που κάνει «outsourcing» (σ.σ.: εξωτερική ανάθεση) στους πολίτες τις δικές του υποχρεώσεις.

Το «my coast» δεν είναι, δυστυχώς, η μόνη πλατφόρμα η οποία δεν εκπλήρωσε τις μεγάλες προσδοκίες που δημιούργησε όταν εξαγγέλθηκε. Χειρότερη ήταν η εξέλιξη που είχε η πλατφόρμα «akatharista.apps.gov.gr» στην οποία κάποιος φαεινός εγκέφαλος σκέφθηκε ότι θα έπρεπε να μπουν όλοι οι ιδιοκτήτες οικοπέδων για να δηλώσουν ότι καθάρισαν τις ιδιοκτησίες από τα ξερόχορτα έτσι ώστε να δημιουργηθούν αντιπυρικές ζώνες για τον περιορισμό των πυρκαγιών.

Αν λάβει κάποιος υπόψη του ότι στη χώρα υπάρχουν εκατομμύρια ιδιοκτησιακά δικαιώματα επί οικοπέδων, είναι απορίας άξιον πόσοι υπάλληλοι χρειάζεται να επιστρατευθούν για να διασταυρώσουν ποιοι ιδιοκτήτες πράγματι καθάρισαν, όπως είναι εκ του νόμου υποχρεωμένοι, τα οικόπεδά τους και έσπευσαν να το δηλώσουν στην πλατφόρμα.

Όπως και ποιοι έκαναν τη δήλωση χωρίς να τα καθαρίσουν. Αλλά και ποιοι ούτε τα καθάρισαν και ούτε τα δήλωσαν, ενδεχομένως και για λόγους πραγματικής αδυναμίας (υπερήλικες και ασθενείς ιδιοκτήτες, κάτοικοι εξωτερικού, πολυϊδιοκτησίες με αβέβαιους κληρονόμους, κλπ).

Αν το ελληνικό δημόσιο διέθετε τον απαραίτητο αριθμό υπαλλήλων στον συγκεκριμένο τομέα, θα μπορούσε κάλλιστα να τους στείλει να κάνουν ελέγχους για να εντοπίσουν τα οικόπεδα που είναι ακαθάριστα και αυξάνουν τους κινδύνους για το ξέσπασμα και την επέκταση πυρκαγιών.

Σε αυτή την περίπτωση, οι συνεπείς πολίτες που ανταποκρίθηκαν στην υποχρέωση να καθαρίσουν τις ιδιοκτησίες τους δεν θα… τιμωρούνταν με την επιπλέον γραφειοκρατική υποχρέωση να μπουν στην πλατφόρμα για να υποβάλλουν μια αυτονόητη δήλωση. Κι αυτό την ίδια ώρα που όλοι προεξοφλούν ότι οι αδιάφοροι και αντικοινωνικοί συμπολίτες μας το πιθανότερο είναι ότι δεν θα υποστούν καμία κύρωση. Ή, και αν υποστούν, όπως θα επιβάλλεται να συμβεί, αυτό δεν θα γίνει επειδή δεν το δήλωσαν στην πλατφόρμα.

Κακά τα ψέματα και χωρίς ισοπεδωτική διάθεση, που θα έδινε την αφορμή να μιλήσει κάποιος για «τεχνοφοβία», αφού δεν υπάρχει αμφιβολία ότι με το gov.gr άλλαξαν πολλά πράγματα, όπως η ηλεκτρονική συνταγογράφηση και η εύκολη αναζήτηση των περισσότερων πιστοποιητικών, συχνά η πολυδιαφημισμένη ψηφιοποίηση των υπηρεσιών του ελληνικού Δημοσίου καταλήγει σε απλή μεταφορά της παραδοσιακής έγχαρτης γραφειοκρατίας στο Διαδίκτυο που, αντί να διευκολύνει, δυσχεραίνει τη ζωή του πολίτη.

Θα μπορούσα να παραθέσω αρκετά παραδείγματα που κρατούν ζωντανή την… αειθαλή ελληνική γραφειοκρατία: Όπως η υποχρέωση όσων ψήφισαν τον περασμένο μήνα με την -κατά τα άλλα επιτυχημένη- επιστολική ψήφο να συνυποβάλουν στην απαντητική επιστολή φωτοτυπία της ταυτότητας, διότι αλλιώς ακυρωνόταν η ψήφος τους.

Ή οι τεράστιες δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι φορολογούμενοι για να διεκπεραιώσουν υποχρεώσεις τους μέσω της πλατφόρμας της ΑΑΔΕ και χωρίς να μπορούν να βρουν κάποιον να τον καθοδηγήσει σε ένα περιβάλλον που δεν είναι καθόλου φιλικό προς τον χρήστη.

Δεν είναι λίγοι οι πολίτες, οι οποίοι χωρίς να είναι κατ΄ ανάγκην ψηφιακά αναλφάβητοι, νοσταλγούν την εποχή που στις δημόσιες υπηρεσίες υπήρχαν… ουρές, αφού όσοι οπλισμένοι με υπομονή περίμεναν σε αυτές έφευγαν έπειτα από κάποιες ώρες με ικανοποίηση του αιτήματός τους. Τώρα σε πολλές δημόσιες υπηρεσίες, όπως ο ΕΦΚΑ, αλλά και στις τράπεζες, χρειάζεται πολύ κόπος και προσπάθεια αρχικά για να κλείσεις διαδικτυακά ραντεβού και στη συνέχεια μπορεί να περάσουν μέρες και εβδομάδες για να γίνει το ραντεβού σου.

Τα παλαιότερα χρόνια λεγόταν -και όχι αδικαιολόγητα- ότι στο ελληνικό Δημόσιο και στα υπουργεία όταν δεν ήθελαν να λύσουν κάποιο πρόβλημα το παρέπεμπαν σε μια Επιτροπή. Τις δεκαετίες του 1970 και του 1980 λειτουργούσαν πολλές χιλιάδες επιτροπές και συμβούλια που είχαν συσταθεί γι΄ αυτό τον λόγο, αλλά και για να εξασφαλίζουν ένα μικρό επιμίσθιο τα μέλη τους.

Φοβάμαι ότι η νοοτροπία αυτή παραμένει αμετάβλητη, αφού μπορεί στις μέρες μας να μην φτιάχνονται επιτροπές, αλλά έχει βρεθεί η εξίσου εύκολη λύση να φτιάχνονται πλατφόρμες, χωρίς οι εμπνευστές και δημιουργοί τους να ενδιαφέρονται αν και πόσο βελτιώνουν ουσιαστικά την καθημερινότητα όλων μας ή απλώς μετακυλίουν τη γραφειοκρατία προς το νεοσύστατο τεχνολογικό σύμπαν.

Διότι, εν κατακλείδι, καλή και ...άγια η τεχνητή νοημοσύνη, αλλά χωρίς συναισθηματική νοημοσύνη δεν αντιμετωπίζονται σύνθετα κοινωνικά προβλήματα.

Παρασκευή 28 Ιουνίου 2024

Η «μετάλλαξη» της ΝΔ, ο γάμος των ομόφυλων, οι νέοι και το στεγαστικό

 

Υπό την αίρεση ότι μεταφέρθηκαν σωστά και με ακρίβεια όλα όσα ειπώθηκαν από τους «πικραμένους» βουλευτές της Νέας Δημοκρατίας που μίλησαν στη συνεδρίαση που έκανε η «γαλάζια» Κοινοβουλευτική Ομάδα την περασμένη Τετάρτη για την αποτίμηση του εκλογικού αποτελέσματος της 9ης Ιουνίου, (μού) δημιουργείται η εντύπωση ότι η πλειονότητα τους είτε εξέφρασε υποκριτικές ενστάσεις ή είναι απλώς εκτός τόπου και χρόνου.

Αδυνατώ ειλικρινά να αντιληφθώ ότι οι συγκεκριμένοι αιρετοί εκπρόσωποι του λαού συνομίλησαν ή ήρθαν σε κάποιου είδους επαφή με όλους εκείνους οι οποίοι πριν από ένα χρόνο είχαν ψηφίσει ΝΔ, αλλά τώρα απείχαν ή έκαναν άλλη επιλογή ψήφου. Και από αυτές τις συνομιλίες και επαφές απεκόμισαν την εντύπωση ότι σχεδόν 1,3 εκατ. Έλληνες ψηφοφόροι -αριθμός μεγαλύτερος από τους 1,125 εκατ. που έριξαν και πάλι το γαλάζιο ψηφοδέλτιο στην κάλπη- διαφοροποίησαν την εκλογική τους συμπεριφορά επειδή διαπίστωσαν «μετάλλαξη του ιδεολογικού χαρακτήρα» της κυβερνητικής παράταξης.

«Μετάλλαξη» η οποία επήλθε τώρα εξαιτίας της επιμονής της ηγεσίας της ΝΔ να στοχεύει προς το Κέντρο και είχε ως αποκορύφωμα την καθιέρωση πριν από λίγους μήνες της δυνατότητας να συνάπτεται γάμος από ομόφυλα ζευγάρια.

Δεν είναι μόνον ότι ορισμένοι από τους ενιστάμενους γαλάζιους βουλευτές δεν διαθέτουν την έξωθεν καλή μαρτυρία της συνεπούς προσήλωσης στην παράταξή τους, όπως μαρτυρά το γεγονός ότι έχουν κατά καιρούς πολιτευθεί και οι ίδιοι με άλλους πολιτικούς σχηματισμούς.

Είναι κυρίως διότι τα στοιχεία από την ανάλυση της εκλογικής συμπεριφοράς των ψηφοφόρων δεν επιβεβαιώνουν τους ισχυρισμούς που διατύπωσε μια πλειάδα εξ αυτών για τους λόγους που οδήγησαν στην υποχώρηση της εκλογικής δύναμης του κυβερνώντος κόμματος.

Η εστίαση των περισσότερων στην καθιέρωση του γάμου των ομόφυλων ως βασικού λόγου της νεοδημοκρατικής καθίζησης δεν βρίσκει έρεισμα στην πραγματικότητα. Όσο και αν, κακά τα ψέματα, είναι αλήθεια ότι το συγκεκριμένο ζήτημα ενόχλησε την πλειονότητα των οπαδών και ψηφοφόρων της ΝΔ.

Εξίσου αληθές, όμως, είναι ότι, σε αντίθεση με τις μεγαλύτερες ηλικίες οι οποίες, αν και ενοχλήθηκαν σφόδρα από τη νομική κατοχύρωση της ισότητας στον γάμο, έμειναν πιστές στο κυβερνών κόμμα, εκείνοι που γύρισαν την πλάτη στη γαλάζια ευρωκάλπη ήταν κυρίως οι νεότερες γενιές για τις οποίες δεν μπορεί να ισχυριστεί κανείς ότι η εκλογική τους συμπεριφορά επηρεάστηκε από την επίμαχη νομοθετική πρωτοβουλία.

Είναι χαρακτηριστικό, άλλωστε, ότι όπως έδειξε το exit poll το οποίο ακτινογράφησε τον τρόπο με τον οποίο ψήφισαν όσοι συμμετείχαν στην αναμέτρηση της 9ης Ιουνίου, ο ΣΥΡΙΖΑ απέσπασε προβάδισμα ψήφου στις ηλικίες 17 έως 34 ετών, συγκεντρώνοντας σε αυτή την ηλιακή ομάδα ποσοστό 18,2%, την ίδια στιγμή που η ΝΔ συγκέντρωσε μόλις το 15,9% των ψηφοφόρων από τη συγκεκριμένη δεξαμενή. Στον αντίποδα, το κυβερνών κόμμα ψηφίστηκε από το 39,9% των συνταξιούχων και η αξιωματική αντιπολίτευση απέσπασε από την ίδια ηλιακή ομάδα ποσοστό 17,4%.

Ακόμη και στους φοιτητές, για τους οποίους η Νέα Δημοκρατία πανηγυρίζει κάθε χρόνο ανακοινώνοντας θηριώδη ποσοστά για λογαριασμό της ΔΑΠ, της φοιτητικής παράταξής της στα Πανεπιστήμια, το ποσοστό που έλαβε ήταν μόλις 13%. Με αποτέλεσμα να την υπερκεράσει κι εδώ ο ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος, αν και πατώνει εκλογικά κάθε χρόνο στις φοιτητικές εκλογές, αφού έχει μια πολύ αναιμική οργάνωση νεολαίας, κατετάγη πρώτος με 17,4%. Η πολυδιαφημισμένη νομοθετική πρωτοβουλία για τα μη κρατικά ΑΕΙ, που πολλοί προεξοφλούν ότι θα οδηγήσει στην λειτουργία ιδιωτικών Πανεπιστημίων, δεν έδειξε να ενθουσιάζει ιδιαίτερα τους νέους ψηφοφόρους.

Για να έχουμε μέτρο σύγκρισης που να δείχνει παραστατικά τη διαφοροποίηση, αρκεί να επισημάνουμε ότι στις περυσινές βουλευτικές εκλογές η ΝΔ είχε καθαρό προβάδισμα έναντι του ΣΥΡΙΖΑ σε όλες τις ηλιακές ομάδες. Ειδικά, όμως, στις ηλικίες μεταξύ 17 και 24 ετών το κυβερνών κόμμα προηγήθηκε με 28,8% και ακολούθησε η αξιωματική αντιπολίτευση με 19,2%. Επίσης και στις ηλικίες από 25 έως 34 έτη, η ΝΔ το 2003 ήταν πρώτη με 27,6%, αφήνοντας δεύτερο τον ΣΥΡΙΖΑ με 20,6%.

Πέραν τούτων, εξάλλου, βέβαιο είναι ότι τα κόμματα που ξιφούλκησαν κατά του γάμου των ομόφυλων δεν κατάφεραν να εκτοξευθούν στα… ουράνια, αν εξαιρέσει κανείς την αξιοσημείωτη άνοδο του κόμματος του Κυριάκου Βελόπουλου, η οποία είναι μάλλον πολυπαραγοντική και οφείλεται και σε προσέλκυση ψήφων από αγρότες και ελεύθερους επαγγελματίες που ήθελαν να εκφράσουν δυσαρέσκεια για την ασκούμενη κυβερνητική πολιτική που τους αφορά.

Υπό αυτή τη συνθήκη, έχω την αίσθηση ότι, αν όντως οι βουλευτές της ΝΔ διέθεταν την απαραίτητη κοινωνική γείωση και τους κατάλληλους αισθητήρες, θα απέφευγαν να… «κάνουν τον πόνο τους τραγούδι», σηκώνοντας τους τόνους της κριτικής τους επειδή υπουργοποιήθηκαν στελέχη προερχόμενα από το ΠΑΣΟΚ και το Ποτάμι και όχι οι ίδιοι.

Ή, όπως ειπώθηκε στην ίδια συνεδρίαση, επειδή δεν αντικαθίστανται οι εξωκοινοβουλευτικοί, κάτι το οποίο, ειρήσθω εν παρόδω, δεν ισχύει αν θυμηθούμε την πρόσφατη καρατόμηση των Σταύρου Παπασταύρου και Γιάννη Μπρατάκου. Εκτός και αν εξαιρούνται οι συγκεκριμένοι επειδή προέρχονται από τα… «γαλάζια σπλάχνα».

Αν οι γαλάζιοι βουλευτές μιλούσαν με κάποιους από τους νέους που επέλεξαν την αποχή ή την υπερψήφιση άλλων κομμάτων, θα αντιλαμβάνονταν ενδεχομένως πόσο δυσκολότερη έχει γίνει η ζωή τους συγκριτικά με τους γονείς και τους παππούδες τους. Μπορεί την τελευταία πενταετία να υποχώρησε αισθητά η ανεργία και να αυξήθηκε ο κατώτατος μισθός με τον οποίο αμείβονται οι πιο πολλοί νέοι, το επίπεδο ζωής, όμως, ακόμη και όσων εργάζονται με πλήρες ωράριο, πόρρω απέχει, για τη μεγάλη πλειονότητα, από το να τους επιτρέπει να ζήσουν χωρίς τη στήριξη των οικογενειών τους.

        Η ακρίβεια γενικά, η οποία με διαβαθμίσεις πλήττει όλο τον πληθυσμό, αλλά ειδικότερα το οξύ στεγαστικό πρόβλημα, που επιδεινώνεται χρόνο με τον χρόνο, κάνει τον βίο αβίωτο στις γενιές που γεννήθηκαν ή μεγάλωσαν μέσα στην κρίση και δεν πρόλαβαν να γευθούν τους γλυκούς καρπούς της ευημερίας των προηγούμενων δεκαετιών. Ο στόχος για το δικό τους «κεραμίδι» που ήταν εφικτός για τους περισσότερους που ανήκαν στις μεταπολεμικές γενιές, στις μέρες μας έχει μετατραπεί σε άπιαστο όνειρο.

        Ένας νέος της εποχής μας είναι σχεδόν αδύνατο να αποκτήσει τη δική του στέγη με την κατάσταση που επικρατεί στην κτηματαγορά. Ούτε φυσικά θα μπορέσει να «τα φέρει βόλτα» και να ζήσει αξιοπρεπώς εφόσον επιλέξει να μισθώσει το δικό του ακίνητο, εγκαταλείποντας το παιδικό δωμάτιο στο πατρικό σπίτι.

Όσα λοιπόν δεν είπαν οι γαλάζιοι βουλευτές, που έδειξαν να «κόπτονται» για την ιδεολογική καθαρότητα του κόμματός τους, το οποίο υποτίθεται ότι κινδυνεύει με μετάλλαξη από τους… εξωτικούς που ήρθαν να τους πάρουν τους υπουργικούς θώκους, τα είπε την ίδια μέρα ο Γιάννης Στουρνάρας, ο οποίος στην νομισματική έκθεση της Τραπέζης της Ελλάδος επεσήμανε ότι η αντιμετώπιση του προβλήματος στέγης που αντιμετωπίζουν οι Έλληνες αποτελεί μεγάλη πρόκληση για την κυβέρνηση.

Ο κεντρικός τραπεζίτης έθεσε «το δάκτυλο επί τον τύπον των ήλων» υπογραμμίζοντας ότι «η συνεχής αύξηση των τιμών, την οποία τροφοδοτεί η ζήτηση από το εξωτερικό, και το αυξημένο κόστος κατασκευής και δανεισμού διαμορφώνουν επίπεδα τιμών δυσανάλογα προς το διαθέσιμο εισόδημα, δυσχεραίνοντας την απόκτηση πρώτης κατοικίας και συμπαρασύροντας ανοδικά τόσο τις τιμές κατοικιών υποδεέστερων χαρακτηριστικών όσο και τα μισθώματα».

Τα στοιχεία είναι συντριπτικά: οι τιμές των ακινήτων τα τελευταία χρόνια αυξάνονται με ρυθμούς της τάξης πάνω από10% ετησίως και προσεγγίζουν τα επίπεδα προ κρίσης, ενώ στις απολαβές των εργαζομένων δεν έχει καλυφθεί ούτε το μισό χαμένο έδαφος από την εποχή που ξεκίνησε η μνημονιακή επέλαση. Και η οποία μεταξύ πολλών άλλων κατάπιε και θεσμούς όπως ο Οργανισμός Εργατικής Κατοικίας που χορηγούσε σπίτια σε αστέγους ή επιδοτούσε το επιτόκιο των δανείων για την αγορά κατοικίας.

Αναρωτιέμαι ειλικρινά τι ανταπόκριση θα εύρισκε από τους συναδέλφους του αν ένας από τους διαμαρτυρόμενους βουλευτές της ΝΔ που πήραν τον λόγο στη γαλάζια Κ.Ο. επέλεγε να προτάξει το συγκεκριμένο ζήτημα ως ένα από τα μείζονα προβλήματα που απασχολούν την κοινωνία.

Τι λέτε; Θα συγκινούνταν οι υπόλοιποι ή θα επέμεναν να θέτουν τον γάμο των ομόφυλων για να μη δυσαρεστηθεί ο… πνευματικός τους; Ας ελπίσουμε ότι το αίσθημα της (πολιτικής) επιβίωσης θα πρυτανεύσει οδηγώντας την κυβερνητική ηγεσία στη βέλτιστη επιλογή για τους πολίτες.

Παρασκευή 21 Ιουνίου 2024

Το κάρο και το άλογο της Κεντροαριστεράς

Μια από τις πολλές ανεκπλήρωτες πολιτικές εικασίες των τελευταίων χρόνων είναι και εκείνη που ήθελε «το ΠΑΣΟΚ, το οποίο πλήρωσε δυσανάλογα μεγάλο τίμημα για τη χρεοκοπία που οδήγησε τη χώρα στα τάρταρα της οικονομικής κρίσης, θα αρχίσει να ξανανεβαίνει όταν ξεκινήσει να ανεβαίνει και πάλι η χώρα».

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η χώρα, παρά τα μεγάλα προβλήματα με τα οποία εξακολουθεί να είναι αντιμέτωπη (υψηλότατο χρέος, ελλείμματα στο εμπορικό ισοζύγιο, χαμηλή αγοραστική δύναμη για τα ασθενέστερα στρώματα, μεγάλη ανισοκατανομή των εισοδημάτων, αφού τα κέρδη των μεγάλων επιχειρήσεων αυξάνονται με ταχύτερους ρυθμούς από τις απολαβές των εργαζομένων), έχει μπει σε ανοδική τροχιά, όπως μαρτυρούν ορισμένα μακροοικονομικά μεγέθη, όπως είναι η αύξηση του ΑΕΠ και η υποχώρηση της ανεργίας.

Η αλήθεια, όμως, είναι ότι δεν συνέβη το ίδιο με το κόμμα που ίδρυσε ο Ανδρέας Παπανδρέου και διαδραμάτισε κεντρικό ρόλο στα ελληνικά πολιτικά πράγματα για τρεις και πλέον δεκαετίες, προτού να εξαϋλωθεί εκλογικά ως αποτέλεσμα της επιλογής των μετέπειτα ηγεσιών του, αρχικά, να αναλάβουν μονομερώς την ευθύνη της διάσωσης της χώρας και, εν συνεχεία, να συγκυβερνήσουν με τη Νέα Δημοκρατία.

Μια μεγάλη μερίδα από τους απογοητευμένους οπαδούς, φίλους και ψηφοφόρους του ΠΑΣΟΚ δελεάστηκε από τις φρούδες ελπίδες τις οποίες καλλιέργησε ο Αλέξης Τσίπρας και μετακόμισε μαζικά στον ΣΥΡΙΖΑ που τους… «έσωσε» από τον Αντώνη Σαμάρα και τους… «παρέδωσε» στον Πάνο Καμμένο. Και σε κάθε άλλο λαϊκιστή από την άκρα Δεξιά έως την άκρα Αριστερά που ήταν έτοιμος να εκστομίσει την πιο ηχηρή μπούρδα που ακουγόταν ευχάριστα στα αυτιά ανθρώπων οι οποίοι δεν ήθελαν να χωνέψουν ότι όσο πιο επίπλαστη είναι η ευημερία που βιώνουμε, τόσο πιο επώδυνη είναι η προσγείωση στην καταβύθιση που μοιραία ακολουθεί.

Δυστυχώς ή ευτυχώς, λοιπόν, οι πολιτικές εξελίξεις δεν είναι ποτέ ευθύγραμμες. Και, υπό αυτό το πρίσμα, μπορεί η Ελλάδα να αφήνει πίσω της -αργότερα από κάθε άλλη χώρα που βρέθηκε σε παρόμοια θέση- τις δυσμενείς συνέπειες της οικονομικής κρίσης, αλλά το ΠΑΣΟΚ δεν δείχνει ικανό να ξεπεράσει τη δική του κρίση. Το δοκίμασε ανεπιτυχώς με τον Ευάγγελο Βενιζέλο, στη «βάρδια» του οποίου έσκασε και η διάσπαση του Γιώργου Παπανδρέου. Το προσπάθησε φιλότιμα με τη Φώφη Γεννηματά. Το πάλεψε φιλόδοξα και με τον Νίκο Ανδρουλάκη.

Με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, ωστόσο, η κοινή συνισταμένη και των τριών δοκιμών, οι οποίες έγιναν για να επιτευχθεί η πολυπόθητη ανάκαμψη που προσδοκούσαν οι λιγοστοί ηρωικοί πιστοί, οι οποίοι μάλλον αταβιστικά απέμειναν να ψηφίζουν το άλλοτε κραταιό ΠΑΣΟΚ, δεν ήταν άλλη από την τελματώδη στασιμότητα.

Για να πούμε τα πράγματα με το όνομά τους, δεν είναι δυνατόν σε συνθήκες ευρωεκλογών να υποχωρεί αισθητά η εκλογική απήχηση των δύο μεγαλύτερων κομμάτων -της ΝΔ περισσότερο, του ΣΥΡΙΖΑ λιγότερο- και η ηγεσία της Χαριλάου Τρικούπη να σφυρίζει αδιάφορα επειδή το ΠΑΣΟΚ είχε μια σχεδόν ανεπαίσθητη αύξηση του ποσοστού του κατά σχεδόν 1%, συγκεντρώνοντας, όμως, μικρότερο απόλυτο αριθμό ψηφοφόρων από εκείνον που είχε συγκεντρώσει πριν από έναν χρόνο στις βουλευτικές κάλπες.

Υπό αυτή τη συνθήκη, όσο και αν είχε δίκιο ο Νίκος Ανδρουλάκης όταν τις προηγούμενες ημέρες φέρεται να παρότρυνε τους «συντρόφους» του που τον αμφισβητούν να του υποδείξουν ποιες από τις προτάσεις που του υπέβαλαν δεν υλοποίησε, η πραγματικότητα που διαμορφώθηκε δεν του αφήνει περιθώρια για ελιγμούς υπεκφυγών. Από τη στιγμή που για δεύτερη συνεχόμενη εκλογική αναμέτρηση δεν καταφέρνει να επιτύχει τους στόχους του, δεν μπορεί παρά να τηρήσει την υπόσχεσή του ότι θα τεθεί «υπό καθεστώς αξιολόγησης».

Αν πραγματικά πιστεύει στον εαυτό του, ενδιαφέρεται για το ΠΑΣΟΚ αλλά και για το πολιτικό του μέλλον και δεν αρκείται στο να ξοδέψει το όποιο πολιτικό κεφάλαιο διαθέτει για να οχυρωθεί στην καρέκλα της Χαριλάου Τρικούπη, ο Νίκος Ανδρουλάκης δεν έχει άλλη επιλογή από το να προσέλθει στη σύνοδο της Κεντρικής Επιτροπής, που είναι προγραμματισμένη για την άλλη εβδομάδα, με πρόταση για εκλογή αρχηγού από τη βάση του κόμματος εντός του προσεχούς Σεπτεμβρίου. Όπως άλλωστε του ζητούν και παραδοσιακοί σύμμαχοί του.

Οι αληθινοί ηγέτες, πολύ περισσότερο όταν έχουν τη θεμιτή φιλοδοξία να γίνουν πρωθυπουργοί, δεν κρύβονται πίσω από προσχηματικές επικλήσεις τυπικών καταστατικών προβλέψεων. Στις μέρες μας, εξάλλου, οι απόπειρες θυματοποίησης με αναφορές στα «συμφέροντα που με πολεμούν» δεν βρίσκουν έρεισμα στην κοινή γνώμη. Όπως δεν είναι αποτελεσματικές και οι απειλές για διαγραφές όσων ασκούν κριτική.

Τον τελευταίο καιρό γίνεται πολύς λόγος γύρω από την πασίγνωστη έκφραση για το άλογο και το κάρο και για το ποιος στον χώρο της Κεντροαριστεράς θα καταφέρει να τα βάλει στη σωστή σειρά, έτσι ώστε να κινηθούν προς τη σωστή κατεύθυνση.

Αναμφίβολα, ο Νίκος Ανδρουλάκης έχει εξοπλίσει το δικό του κάρο με ενδιαφέρουσες προτάσεις, χωρίς ωστόσο να πείθει -μάρτυρας τα εκλογικά αποτελέσματα- ότι ο ίδιος είναι το άλογο το οποίο, εκπροσωπώντας σε πρώτη φάση το ΠΑΣΟΚ και εν συνεχεία όλη την Κεντροαριστερά, θα μπορέσει να βγει από το σημερινό τέλμα και να δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για να κερδίσει την κούρσα που οδηγεί στη διακυβέρνηση της χώρας.

Από την άλλη, όμως, όλοι όσοι αμέσως ή εμμέσως δηλώνουν διαθεσιμότητα ή εκδηλώνουν σπουδή να τον ανταγωνιστούν και να μπουν στην κούρσα για να τον διαδεχτούν, μηδέ εξαιρουμένου του δημάρχου Αθηναίων Χάρη Δούκα, ο οποίος δεν έχει προλάβει ακόμη να δώσει δείγμα πολιτικής γραφής που να τον καθιστά αποτελεσματικό ηγέτη, μοιάζουν με άλογα που είναι διατεθειμένα να τρέξουν χωρίς καν να έχουν πίσω τους κάρο με στοιχειώδες ιδεολογικό και προγραμματικό φορτίο. Κάτι σαν déjà vu του Στέφανου Κασσελάκη, ο οποίος κέρδισε την αρχηγία του ΣΥΡΙΖΑ με το… μαγιό και με τα γνωστά αποτελέσματα.

Όπως δεν νοείται να κινηθεί κάρο χωρίς άλογο, έτσι και άλογο που τρέχει μόνο του χωρίς να ακολουθείται από κάρο δεν οδηγεί πουθενά.

 

Παρασκευή 14 Ιουνίου 2024

Τα «κατεβασμένα μολύβια» των υπουργών και άλλα «κλισέ» του ανασχηματισμού

Βρίσκω πολύ διασκεδαστικό το στερεότυπο που επαναλαμβάνεται τις παραμονές σχεδόν κάθε ανασχηματισμού και θέλει τους υπουργούς να «έχουν κατεβάσει τα μολύβια» επειδή έχουν καταληφθεί από αγωνία για το άδηλο μέλλον τους και ως εκ τούτου δεν ασχολούνται με τα καθήκοντά τους αλλά επιδίδονται σε παρασκηνιακές κινήσεις με στόχο να διατηρήσουν τους θώκους τους.

Δεν μπορώ, κατ΄ αρχήν, να φανταστώ υπουργό ο οποίος το 2024 χρησιμοποιεί… μολύβι και άρα να το έχει κατεβάσει. Στις μέρες μας, ένα κυβερνητικό στέλεχος το οποίο αποφασίζει να κατέλθει σε… απεργία το περισσότερο που μπορεί να κάνει είναι να μην ανοίξει τον υπολογιστή του γραφείου και να μη δει την αλληλογραφία που έλαβε στο ηλεκτρικό του ταχυδρομείο. Ή να μην συγκαλέσει τις αναγκαίες συσκέψεις με τους συνεργάτες του για να εξετάσουν τις εκκρεμότητες του υπουργείου του και να δουν την πορεία που έχουν οι δρομολογημένες λύσεις.

Θεωρώ επίσης πολύ προβληματικό να είναι κάποιος υπουργός και να αδιαφορεί για τα ζητήματα των αρμοδιοτήτων του κάθε φορά που διακινούνται πληροφορίες ή φήμες για κυβερνητικές αλλαγές. Στην Ελλάδα, άλλωστε, που οι ανασχηματισμοί δεν είναι τόσο σπάνιοι και οι φήμες ότι επίκεινται είναι, αντιθέτως, πολύ συχνές, δεν θα ήταν υπερβολή να ισχυριστεί κάποιος ότι όσοι υπουργοί διακατέχονται από τέτοια νοοτροπία πρέπει να έχουν κλειστούς τους υπολογιστές τους τις περισσότερες μέρες του χρόνου.

Για να είμαστε, πάντως, ειλικρινείς, χρειάζεται να αναγνωρίσουμε ότι τα τελευταία χρόνια και με αποκορύφωμα τον υπερσυγκεντρωτισμό των κυβερνητικών αρμοδιοτήτων στο Μέγαρο Μαξίμου που μέσω του αποκαλούμενου «επιτελικού κράτους» απογείωσαν το πρωθυπουργικοκεντρικό σύστημα διακυβέρνησης, τα περιθώρια για δράση και ανάληψη πρωτοβουλιών που έχουν οι υπουργοί και οι υφυπουργοί είναι από ελάχιστα έως μηδαμινά.

Αν δεν δοθεί πράσινο φως από το πρωθυπουργικό γραφείο δεν φθάνει στη Βουλή ακόμη και η πλέον ανεπαίσθητη νομοθετική πρωτοβουλία και ούτε υπογράφονται σοβαρές συμβάσεις για προμήθειες και έργα. Καλώς ή κακώς, εκτιμάται ότι έτσι αποφεύγονται άλλες κακοτοπιές, όπως είναι η εύνοια των υπουργών προς τις περιφέρειες τους ή τους πολιτικούς και προσωπικούς φίλους τους.

Όπως και να έχει, το αποτέλεσμα είναι ότι τις περισσότερες φορές τα μέλη του υπουργικού συμβουλίου και πολύ περισσότερο οι υφυπουργοί που δεν μετέχουν καν στις συνεδριάσεις που λαμβάνονται κάποιες από τις αποφάσεις, λειτουργούν στην πραγματικότητα ως απλοί διεκπεραιωτές προειλημμένων αποφάσεων, τις οποίες προσπαθούν να πιστωθούν καταφεύγοντας σε ισχυρές δόσεις επικοινωνιακής επίφασης.

Χαρακτηριστικό απότοκο, εξάλλου, αυτής της διεκπεραιωτικής νοοτροπίας, υπήρξε η άδοξη κατάληξη την οποία είχε η υποτιθέμενη μεγάλη εκστρατεία της κυβερνητικής παράταξης με την επιστράτευση 12 μεγαλόσχημων υπουργών της που «χρεώθηκαν» ισάριθμες περιφέρειες για να πείσουν τους πολίτες να ψηφίσουν τη Νέα Δημοκρατία στις πρόσφατες ευρωεκλογές. Στα παραπολιτικά δημοσιεύματα οι ταξιδευτές υπουργοί εμφανίζονταν με τα χιλιοειπωμένα «κλισέ» ότι αποτελούσαν τους «στρατηγούς της νίκης» που «όργωναν την Ελλάδα».

Στην πραγματικότητα, όμως, δεν έκαναν τίποτε περισσότερο από το να εξαντλούν την «τουρνέ» τους στην επαρχία -που μόνον «εκστρατεία» δεν ήταν- σε καφέδες και τσίπουρα με τα τοπικά κομματικά στελέχη, λίγες selfies και κάποιες ανόρεκτες χειραψίες με περαστικούς πολίτες. 

Γι΄ αυτό και νομίζω ότι, μιας και καθυστερεί ο ανασχηματισμός, επειδή ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν μπορεί να αποφασίσει ποιους να κρατήσει στην κυβέρνηση και ποιους να διώξει, θα είχε μεγάλη αξία προτού να λάβει τις τελικές αποφάσεις του να ζητήσει από τους υπουργούς του δύο -κατά το μέτρο του δυνατού συνοπτικά- σημειώματα: το πρώτο με το έργο το οποίο παρήγαγαν τον τελευταίο χρόνο στο υπουργείο τους και το δεύτερο με τα αποτελέσματα που είχε η προεκλογική εκστρατεία που έκαναν.

Θα ήταν, μάλιστα, ευχής έργον αν τα σημειώματα αυτά, έστω και μόνον εκείνα με το έργο ενός εκάστου εκ των κυβερνητικών στελεχών, δίνονταν στη δημοσιότητα εν είδει απολογισμού προς τους πολίτες του πρώτου χρόνου της δεύτερης θητείας του κ. Μητσοτάκη. Έχω την αίσθηση ότι η κοινωνία θα εκτιμούσε πολύ μια τέτοια -πρωτότυπη είναι αλήθεια- κίνηση και κατ΄αυτόν τον τρόπο θα νομιμοποιείτο και ο ανασχηματισμός που ετοιμάζει ο πρωθυπουργός.

Υ.Γ. 1: Επειδή δεν μου αρέσει να παριστάνω τον μετά Χριστόν προφήτη, παραθέτω αυτούσια την ερώτηση την οποία υπέβαλα μια εβδομάδα πριν από τις ευρωεκλογές, την Κυριακή 2.6.2024, στη διακαναλική συνέντευξη που παραχώρησε ο πρωθυπουργός στα Χανιά:

«Καλημέρα, κ. Πρόεδρε. Σε περίπου τέσσερις εβδομάδες από τώρα συμπληρώνεται ο πρώτος χρόνος της δεύτερης κυβερνητικής σας θητείας. Σε αντίθεση με την πρώτη τετραετία, που αντιμετωπίσατε εξωγενείς κρίσεις, όπως η πανδημία και ο πόλεμος στην Ουκρανία, τον τελευταίο χρόνο οι κρίσεις που αντιμετωπίζετε είναι μάλλον ενδογενείς.

Το διάστημα αυτό, αλλάξατε δύο φορές την ηγεσία του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη, παραιτήθηκε ο Υπουργός Ναυτιλίας και καρατομήσαμε από το Μέγαρο Μαξίμου δύο από τους στενότερους συνεργάτες σας.

Επιπρόσθετα, στην τελευταία προεκλογική περίοδο, πέρσι δηλαδή τέτοια εποχή, ζητήσατε την ανανέωση της θητείας σας, υποσχόμενος ότι θα είναι η τετραετία των μεγάλων μεταρρυθμίσεων και οι ψηφοφόροι συγκατένευσαν σε αυτό, δίνοντας σας το εντυπωσιακό 41%.

Ωστόσο, αν εξαιρέσουμε την επιστολή ψήφο, το αναφέρατε κι εσείς μόλις, αλλά και τα μη κρατικά πανεπιστήμια, τα αποτελέσματα των οποίων δεν τα έχουμε δει ακόμη, δεν μπορώ να ανασύρω στη μνήμη μου άλλη μεγάλη μεταρρύθμιση των τελευταίων έντεκα μηνών.

Θα ήθελα, λοιπόν, να κάνετε έναν απολογισμό αυτού του πρώτου έτους της δεύτερης θητείας σας και να μου πείτε, να μας πείτε, τι έφταιξε. Εξεμέτρησε το ζην το επιτελικό κράτος; Δεν πήγε καλά το rotation στους Υπουργούς που κάνατε πέρσι ή είστε αντιμέτωπος με την λεγόμενη μεταρρυθμιστική κόπωση;

Και, εν κατακλείδι, καθώς από την ερχόμενη Κυριακή, ανεξαιρέτως του αποτελέσματος, υπό κανονικές συνθήκες ξεκινά μια αδιατάρακτη εκλογικά τριετία, τι προτίθεστε να κάνετε σε αυτή την περίοδο; Θα συνεχίσετε με το ίδιο σχήμα ή θα κάνετε αλλαγές σε πρόσωπα και δομές;».

Υ.Γ. 2: Η απάντηση που έλαβα από τον πρωθυπουργό ήταν η εξής: «Επιτρέψτε μου να διαφωνήσω με την υπόθεση εργασίας σας, κ. Τζιοβάρα. Αυτό εδώ (σ.σ.: το έδειξε) ήταν το πρόγραμμα με το οποίο εκλεγήκαμε το 2023. Και αν το διατρέξετε, θα διαπιστώσετε ότι υπάρχει απόλυτη συνέπεια μεταξύ των προεκλογικών μας δεσμεύσεων και των πολιτικών που υλοποιεί αυτή η κυβέρνηση σε πολλά διαφορετικά πεδία πολιτικής.

Αυτό είναι ένα πρόγραμμα τετραετίας. Προφανώς δεν μπορεί να υλοποιηθεί στο σύνολο του στον έναν χρόνο. Θα προσέθετα, όμως, σε αυτά τα οποία είπατε -και είναι σημαντικές μεταρρυθμίσεις- τον νέο δικαστικό χάρτη, τις σημαντικές παρεμβάσεις που έχουμε κάνει στο οικονομικό πεδίο, με αυξήσεις μισθών στους δημοσίους υπαλλήλους, παρεμβάσεις στην φορολογική μας πολιτική, τη γρήγορη υλοποίηση του Ταμείου Ανάκαμψης. Όλες αυτές είναι σημαντικές μεταρρυθμίσεις. Προσθέστε σε αυτό μεταρρυθμίσεις οι οποίες έχουν γίνει στην υγεία, η ενιαία ψηφιακή λίστα χειρουργείων, που δίνει πολύ μεγαλύτερη διαφάνεια σχετικά με το πότε ένας συμπολίτης μας πρέπει να χειρουργηθεί.

Όλες αυτές είναι πολύ σημαντικές μεταρρυθμίσεις οι οποίες έχουν υλοποιηθεί σε ένα σχετικά σύντομο χρονικό διάστημα. Κατά συνέπεια, η Νέα Δημοκρατία είναι απολύτως συνεπής στις προεκλογικές της δεσμεύσεις, αλλά βέβαια έχει ακόμα τρία χρόνια μπροστά της να υλοποιήσει το σύνολο του προεκλογικού της προγράμματος. Και θα κριθούμε τελικά στις εκλογές του 2027 για το πόσο συνεπείς είμαστε με αυτά τα οποία είπαμε και για το πόσο αποτελεσματικοί είμαστε συνολικά.

Μια από τις κεντρικές προεκλογικές μας δεσμεύσεις, για παράδειγμα, ήταν η αύξηση των μισθών. Ο κατώτατος μισθός είναι ήδη στα 830 ευρώ. Είμαστε στον δρόμο για να φτάσουμε τα 950 ευρώ. Προφανώς δεν μπορεί αυτός ο δρόμος να διανυθεί σε ένα έτος, θα διανυθεί σε τέσσερα έτη.

Ο μέσος μισθός είναι ήδη στα 1.250 ευρώ και πιστεύω ότι θα ξεπεράσει τελικά τα 1.500 ευρώ. Η ανεργία προσεγγίζει το 10%. Οι επενδύσεις από το εξωτερικό εξακολουθούν και αυξάνονται».

Δευτέρα 10 Ιουνίου 2024

Δεν κρύβονται τα 2 εκατ. των χαμένων ψηφοφόρων με το… «ευτυχώς που δεν πάθαμε και τίποτε»

Το γνωστό και αρκούντως μακάβριο ανέκδοτο με το θύμα ενός τροχαίου ατυχήματος το οποίο, προκειμένου να αποφύγει την επαπειλούμενη εκτέλεση από τον υπαίτιο του βαρύτατου τραυματισμού του, κρύβει επιμελώς τις πληγές του, αναφωνώντας «ευτυχώς που δεν πάθαμε και τίποτε…», θύμιζαν στην πλειονότητά τους οι χθεσινοβραδινές αναλύσεις του εκλογικού αποτελέσματος.

Οι περισσότεροι εκπρόσωποι των πολιτικών κομμάτων που παρήλασαν από τα στούντιο των τηλεοπτικών καναλιών έδειχναν να μην έχουν συναίσθηση ότι η έκβαση της ευρωκάλπης βοούσε από τα ηχηρά μηνύματα αποδοκιμασίας του συνόλου του εγχώριου πολιτικού συστήματος. 

Αποδοκιμασία η οποία εκφράστηκε πρωτίστως μέσω της συντριπτικής αποχής των ψηφοφόρων από την εκλογική διαδικασία και δευτερευόντως από το γεγονός ότι, με ελάχιστες -και πάντως όχι αξιομνημόνευτες- εξαιρέσεις, σχεδόν καμία από τις πολιτικές δυνάμεις που αναμετρήθηκαν σε αυτό τον εκλογικό στίβο δεν κατάφερε να περάσει τον στόχο που είχε θέσει προεκλογικά.

Αν και, για να μην αδικούμε κανέναν, πρέπει να επισημάνουμε ότι, με εξαίρεση κάποια χειροκροτήματα για την… τόνωση της ψυχολογίας των αρχηγών, έλλειψαν οι πανηγυρισμοί από τους ελάχιστους συγκεντρωμένους οπαδούς έξω από τα κομματικά γραφεία, την ίδια στιγμή δεν μπορεί να περάσει απαρατήρητο ότι στις μετεκλογικές δηλώσεις δεν ακούστηκε από κανένα ηγετικό χείλος η αναγνώριση της αυτονόητης αλήθειας που είναι ότι σχεδόν όλοι πέρασαν κάτω από τον πήχη των προσδοκιών που οι ίδιοι είχαν θέσει.

Όπως και στις τοποθετήσεις που έγιναν στα τηλεοπτικά πάνελ από στελέχη που είχαν πάει εκεί από νωρίς εφοδιασμένα με «σκονάκια» για την ωραιοποίηση της δικής τους κατάστασης και την ανάδειξη των αδυναμιών των αντιπάλων τους, έτσι και από τις δηλώσεις των αρχηγών έλειψαν οι θαρραλέες παραδοχές και η διάθεση για αυτοκριτική.

Αντιθέτως, όλοι είχαν να προβάλλουν κάποιον δικαιολογητικό ισχυρισμό, προκειμένου να διασκεδάσουν τις αρνητικές εντυπώσεις. Το κυβερνητικό κόμμα, για παράδειγμα, έδωσε έμφαση στο διψήφιο προβάδισμα που το χωρίζει από τον δεύτερο ΣΥΡΙΖΑ, υποστηρίζοντας ότι είναι η μεγαλύτερη διαφορά που έχει καταγραφεί ποτέ σε ευρωεκλογές. 

Επεχείρησε έτσι να παρακάμψει το γεγονός ότι όχι μόνον δεν πέτυχε τον στόχο της επανάληψης του 33,12% που είχε λάβει στις προηγούμενες ευρωεκλογές, αλλά και ότι, με το 28,27% στο οποίο υποχώρησε και είναι το χαμηλότερο που έχει πάρει πρώτο κόμμα σε ευρωπαϊκές εκλογές, έχασε και την άτυπη δεύτερη γραμμή άμυνας που ήταν να μην πέσει κάτω από 30%.

Ομοίως, ο ΣΥΡΙΖΑ του Στέφανου Κασσελάκη, ο οποίος υποχώρησε στο 14,9% και βρέθηκε τρεις μονάδες κάτω από το περυσινό βουλευτικό ποσοστό που πέτυχε ο Αλέξης Τσίπρας και οκτώ μονάδες κάτω από το ποσοστό που είχε στην ευρωκάλπη του 2019, επεχείρησε να ρίξει το βάρος στη μείωση της διαφοράς με τη ΝΔ από τις 23 στις 13,5 μονάδες. 

Πλην, όμως, η επιχείρηση παραπέμπει σε ένα ακόμη γνωστό και μακάβριο ανέκδοτο με τους υδατοσφαιριστές οι οποίοι, ενώ είχαν χάσει συντριπτικά τον αγώνα, πανηγύριζαν έξαλλα επειδή στο προηγούμενο παιχνίδι είχαν και… ανθρώπινες απώλειες από πνιγμό.

Ούτε φυσικά το ΠΑΣΟΚ του Νίκου Ανδρουλάκη μπορεί να είναι ευχαριστημένο με την επίδοση του 12,8% που πέτυχε σε αυτή την κάλπη διαψεύδοντας δημοσκοπήσεις και αναλυτές. 

Η αύξηση, όμως, της δύναμής του σε σύγκριση με τις βουλευτικές εκλογές του προηγούμενου χρόνου είναι πολύ ισχνή και δεν διασκεδάζει την εντύπωση από το γεγονός ότι δεν πέτυχε τον στόχο της δεύτερης θέσης που είχε θέσει. 

Πολύ περισσότερο που δεν κατάφερε να καρπωθεί από τη φθορά της κυβερνητικής παράταξης αλλά και από την εμφανή κρίση ηγεσίας που αντιμετωπίζει ο όμορος ΣΥΡΙΖΑ. 

Με τους ρυθμούς ανόδου που εμφανίζει θα χρειαστεί να περάσουν πολλές εκλογικές αναμετρήσεις για να μετατραπεί σε εναλλακτική δύναμη διακυβέρνησης.

Επίσης τα ποσοστιαία κέρδη τα οποία αποκόμισαν τα επόμενα στην κατάταξη κόμματα, όπως είναι η Ελληνική Λύση που υπερδιπλασίασε τις δυνάμεις της ή το ΚΚΕ που κινήθηκε μεν ανοδικά αλλά έχασε την τέταρτη θέση και η Φωνή Λογικής της Αφροδίτης Λατινοπούλου που απέσπασε ευρωέδρα, δύσκολα μπορεί να ισχυριστεί κάποιος ότι ανατρέπουν τους υφιστάμενους συσχετισμούς δυνάμεων ή δημιουργούν νέα δεδομένα για τους διεκδικητές της μελλοντικής διακυβέρνησης.

Σε κάθε περίπτωση, άλλωστε, από μόνο του το γεγονός ότι από αυτήν την εκλογική αναμέτρηση απουσίασαν πάνω από δύο εκατ. Έλληνες που ψήφισαν πριν από ένα χρόνο, συνιστά μια δυσμενή πραγματικότητα που ουδείς μπορεί να την παραβλέψει, χρεώνοντάς την στους αντιπάλους. 

Επειδή τα ποσοστά της αποχής μπορεί να μη δίνουν την πραγματική εικόνα, εξαιτίας του ότι οι εκλογικοί κατάλογοι χρόνια τώρα δεν έχουν εκκαθαριστεί από τεθνεώτες και ίσως και από διπλοεγγεγραμμένους, ας προσεγγίσουμε το θέμα από την μεριά της συμμετοχής.

Στις βουλευτικές εκλογές του Μαΐου του 2023 ψήφισαν σχεδόν 6,1 εκατ. Έλληνες πολίτες, αριθμός που στην επαναληπτική εκλογή που έγινε τον Ιούνιο του ίδιου χρόνου υποχώρησε στα 5,3 εκατ. ψηφοφόρους. Σε αυτές τις ευρωεκλογές οι εκλογείς που άσκησαν το δικαίωμά τους μόλις μετά βίας πέρασαν τα 4 εκατ., σπάζοντας κάθε προηγούμενο αρνητικό ρεκόρ συμμετοχής. 

Με άλλα λόγια, ένας στους τρεις που ψήφισαν πέρυσι δεν αισθάνθηκε την υποχρέωση να το επαναλάβει φέτος, παρά τη διευκόλυνση που είχαμε από την καινοτόμα διαδικασία της επιστολικής ψήφου.

Συγκριτικά, εξάλλου, με την αντίστοιχη ευρωκάλπη του 2019, η ΝΔ και ο ΣΥΡΙΖΑ έχασαν από 750 χιλιάδες ψηφοφόρους, ενώ στον αντίποδα η Ελληνική Λύση του Βελόπουλου κέρδισε 134 χιλιάδες ψηφοφόρους, το ΚΚΕ προσεταιρίστηκε 65 χιλιάδες περισσότερους ψηφοφόρους και το ΠΑΣΟΚ πρόσθεσε στις δυνάμεις του μόλις 62 χιλιάδες επιπλέον ψηφοφόρους.

Κατόπιν τούτων, ποιο αλήθεια από τα κόμματα, δικαιούται να αναλύσει τα αποτελέσματα της Κυριακής καταλήγοντας στο ανεκδοτικό… «ευτυχώς που δεν πάθαμε και τίποτε»;