Συνολικές προβολές σελίδας

Παρασκευή 15 Νοεμβρίου 2024

Από πότε η αντιπολίτευση υποχρεούται να υπερψηφίζει τα κυβερνητικά νομοσχέδια;

    Στις κοινοβουλευτικές δημοκρατίες ο ρόλος της συμπολίτευσης, δηλαδή της κυβέρνησης και όσων την στηρίζουν, είναι να εισάγει και να ψηφίζει νομοσχέδια, ενώ ο ρόλος της αντιπολίτευσης, δηλαδή των πολιτικών δυνάμεων που δεν μετέχουν στη νομή της κυβερνητικής εξουσίας, περιορίζεται στην άσκηση ελέγχου για τις πράξεις και τις παραλείψεις των κυβερνώντων και στην ανάδειξη των δικών τους εναλλακτικών προτάσεων.

    Με άλλα λόγια, στις ώριμες δημοκρατίες τα πράγματα είναι απολύτως ξεκάθαρα: η κυβέρνηση κυβερνά και η αντιπολίτευση αντιπολιτεύεται. Ως εκ τούτου, όπως δεν νοείται «αντιπολιτευόμενη κυβέρνηση» και γι΄ αυτό δεν μπορεί να παραμένουν στους θώκους τους υπουργοί οι οποίοι καταψηφίζουν νομοσχέδια, έτσι ακριβώς δεν νοείται και «συμπολιτευόμενη αντιπολίτευση» η οποία να υποχρεούται να υπερψηφίζει τις κυβερνητικές νομοθετικές πρωτοβουλίες που φθάνουν στη Βουλή. 

    Ο κανόνας που ισχύει, εδώ και πολλούς αιώνες στο διεθνές πεδίο και σίγουρα από τη Μεταπολίτευση και εντεύθεν στα καθ΄ ημάς, είναι ότι η εκάστοτε κυβέρνηση εισάγει στο Κοινοβούλιο τις νομοθετικές πρωτοβουλίες της αρεσκείας της επιδιώκοντας το μεγαλύτερο δυνατόν όφελος για την κοινωνία προκειμένου να πιστωθεί πολιτικά κέρδη. Στον αντίποδα, τα κόμματα της εκάστοτε αντιπολίτευσης επιχειρούν να αναδείξουν τις αρνητικές πτυχές των κυβερνητικών πράξεων και παραλείψεων, προκειμένου να πείσουν ότι, αν βρίσκονταν εκείνοι στις θέσεις εξουσίας, η κατάσταση θα ήταν διαφορετική.  

    Και στη μια και στην άλλη περίπτωση κριτής είναι η κοινωνία, δηλαδή το εκλογικό σώμα, που πείθεται από την επιχειρηματολογία είτε των κυβερνώντων, οι οποίοι υποστηρίζουν ότι έκαναν το καλύτερο μέσα στις συγκεκριμένες συνθήκες που ήταν υποχρεωμένοι να δράσουν, είτε των αντιπολιτευόμενων, οι οποίοι αντιτείνουν ότι υπήρχε και άλλος εναλλακτικός δρόμος, τον οποίο καλούνται να υποδείξουν αν θέλουν να γίνουν πειστικοί. 

    Με λίγες εξαιρέσεις, η πιο χαρακτηριστική από τις οποίες στη δική μας κοινοβουλευτική παράδοση είναι η ευρύτερη συναίνεση στην έγκριση των αμυντικών δαπανών που προβλέπονται στον κρατικό προϋπολογισμό, οι δυνάμεις της αντιπολίτευσης καταψηφίζουν την πλειονότητα των κυβερνητικών εισηγήσεων. Άλλωστε, αν συνέβαινε το αντίθετο, δηλαδή αν τα στελέχη της αντιπολίτευσης ψήφιζαν τις κυβερνητικές προτάσεις, τότε θα αναιρούσαν τον λόγο της ύπαρξης τους, αφού θα συμπεριφέρονταν όπως τα στελέχη της συμπολίτευσης που -αμέσως ή εμμέσως- μετέχουν στην εξουσία.

    Οι λόγοι για τους οποίους καταψηφίζουν τα κυβερνητικά νομοσχέδια οι βουλευτές που έχουν εκλεγεί με τη σημαία κομμάτων τα οποία η λαϊκή ετυμηγορία κατέταξε στην αντιπολίτευση, ποικίλλουν. Και δεν περιορίζονται κατ΄ ανάγκην στις ιδεολογικές αποκλίσεις από τις κυβερνητικές εισηγήσεις.

    Αν, για παράδειγμα, μια κυβερνητική νομοθετική πρωτοβουλία έρχεται να διορθώσει προηγούμενη αστοχία της ίδιας πλειοψηφίας, η αντιπολίτευση νομιμοποιείται να μην την υπερψηφίσει για να καταδείξει την παλινωδία του υπουργού που την εισηγείται ή για να αναδείξει την αναποτελεσματικότητα του ίδιου ή του προκατόχου του. 

    Όπως και να έχει, οι κυβερνήσεις και οι υπουργοί που είναι συνεπείς με τον εαυτό τους και πιστεύουν στην ορθότητα των νομοθετικών τους πρωτοβουλιών δεν έχουν ανάγκη τη συνηγορία της αντιπολίτευσης. Εφόσον διαθέτουν την πλειοψηφία ακολουθούν τους κοινοβουλευτικούς κανόνες για την εισαγωγή, την επεξεργασία, τη συζήτηση και την ψήφιση των προτάσεων τους από τα στελέχη της συμπολίτευσης. Χωρίς να εκλιπαρούν τη στήριξη της αντιπολίτευσης ή να «κλαψουρίζουν» επειδή οι αντίπαλοί τους δεν είναι συναινετικοί.

    Οι κυβερνητικοί ιθύνοντες έχουν την ευχέρεια να ενσωματώνουν στα νομοθετήματά τους τυχόν προτάσεις, παρατηρήσεις και επισημάνσεις που μπορεί να διατυπωθούν από τα αντιπολιτευτικά έδρανα, αλλά αυτό δεν δεσμεύει τις δυνάμεις της αντιπολίτευσης να ψηφίσουν «ναι». Η ευθύνη για την υπερψήφιση των κυβερνητικών εισηγήσεων ανήκει αποκλειστικά στην πλειοψηφία. Και γι΄ αυτό, εξάλλου, όταν καταψηφιστεί κάποιο σχέδιο νόμου, δημιουργείται ζήτημα για το κατά πόσο η κυβέρνηση «διαθέτει τη δεδηλωμένη», δηλαδή αν είναι επαρκής η κοινοβουλευτική πλειοψηφία που την στηρίζει. 

    Υπό αυτή την έννοια, είναι τουλάχιστον δυσανάλογος με την πραγματικότητα και την κοινοβουλευτική μας παράδοση ο θόρυβος τον οποίο σήκωσε τις προηγούμενες ημέρες ο υπουργός Υγείας Άδωνις Γεωργιάδης για τη στάση που τήρησε στη Βουλή η αντιπολίτευση έναντι των νεών νομοθετικών ρυθμίσεων για τον -περιβόητο πλέον- προσωπικό γιατρό. Δεν είναι ανάγκη να είναι κανείς εναντίον του συγκεκριμένου θεσμού για να αρνηθεί να ψηφίσει τη πρόταση του κ. Γεωργιάδη. Αρκεί ίσως να σταθμίσει το γεγονός ότι ο εισηγητής υπουργός έχει θητεύσει άλλες δύο φορές στον ίδιο θώκο. 

    Και, παρόλο που η καθιέρωση του οικογενειακού γιατρού αποτελούσε μνημονιακή υποχρέωση -ποιος θυμάται το «δεν θα αφήσω τον Τόμσεν να μου πάρει την δόξα»;-, δεν κατέστη δυνατόν να εφαρμοστεί όλα αυτά τα χρόνια.

    Είναι χαρακτηριστικό, επίσης, ότι προς αρωγή του νυν υπουργού Υγείας προσέτρεξε και ο εκ των προκατόχων του Θάνος Πλεύρης, ο οποίος ξιφούλκησε με το ίδιο πάθος κατά της αντιπολίτευσης χρησιμοποιώντας, μεταξύ άλλων, το επιχείρημα (;) ότι νόμος για τον προσωπικό γιατρό ψηφίστηκε και επί υπουργίας του, το 2022. 

    Αντί, όμως, ο νυν και ο τέως υπουργός να αναγνωρίσουν με συστολή τη δικαιολογημένη επιφύλαξη της αντιπολίτευσης για το αν θα επιτύχει ο θεσμός που απέτυχε παταγωδώς πριν από δύο χρόνια, όπως και παλαιότερα που και πάλι είχε ψηφιστεί νόμος ο οποίος δεν εφαρμόστηκε, επέλεξαν να στρέψουν την προσοχή της κοινής γνώμης προς την κατεύθυνση της «ενοχοποίησης» της αντιπολίτευσης που λέει «όχι σε όλα».

    Σε κάθε πρίπτωση, το γεγονός ότι το ΠΑΣΟΚ επέλεξε το «παρών», ενώ άλλες δυνάμεις της αντιπολίτευσης καταψήφισαν τα άρθρα για τον προσωπικό γιατρό και τα χρηματοδοτούμενα από το Ταμείο Ανάκαμψης απογευματινά χειρουργεία δεν έχει κάποια ουσιώδη σημασία για την εφαρμογή τους. Και το ένα και άλλο ψηφίστηκαν, κατά τα κοινοβουλευτικά θέσμια, από τους βουλευτές της συμπολίτευσης και το ζητούμενο είναι πλέον αν, πως και πότε θα εφαρμοστούν.

    Εφόσον, η εφαρμογή των δύο αυτών σημαντικών μέτρων αποδειχθεί, παρά τις επιμέρους διαφωνίες που μπορεί να έχει κάποιος, επιτυχής στην πράξη, η… δόξα θα ανήκει ακέραια στον Άδωνι Γεωργιάδη και την κυβέρνηση που είναι καιρός να αντιληφθούν ότι από πουθενά δεν προκύπτει υποχρέωση της αντιπολίτευσης να υπερψηφίζει τα νομοσχέδια τους. 

    Έχει παρέλθει, άλλωστε, η εποχή που ο τρόπος με τον οποίο πολιτευόταν ο ΣΥΡΙΖΑ, είτε ως κυβέρνηση είτε ως αξιωματική αντιπολίτευση, αποτελούσε το σταθερό άλλοθι για κάθε κυβερνητική αστοχία. 

    Η σημερινή κυβέρνηση διανύει τον έκτο χρόνο της θητείας της και διαθέτει επαρκές -θετικό και αρνητικό- παρελθόν για το οποίο αξιολογείται καθημερινά. 

    Οπότε όταν έρθει η ώρα της κάλπης θα κριθεί για τα δικά της πεπραγμένα και όχι για τη (δικαιολογημένη ή μη) άρνηση της αντιπολίτευσης να συναινεί στις πρωτοβουλίες της και να ψηφίζει τις νομοθετικές ρυθμίσεις που εκείνη εισηγείται.


Παρασκευή 8 Νοεμβρίου 2024

Ο Τραμπ σάρωσε, αλλά ο τραμπισμός δεν αποτελεί λύση στα πλανητικά προβλήματα

             Η συζήτηση για τα αίτια της σαρωτικής επικράτησης του Ντόναλντ Τραμπ και των συμμάχων του στο αμερικανικό Κογκρέσο κατά τις πρόσφατες εκλογές θα διαρκέσει καιρό καθώς δεν είναι εύκολο να καταλήξει κανείς σε ένα σαφές πόρισμα που να αποτυπώνει τα «χαρίσματα» του νικητή και να απαριθμεί τα λάθη, τις παραλείψεις και τις αστοχίες των ηττημένων αντιπάλων του.

Διότι, κακά τα ψέματα, η επανάκαμψη στον Λευκό Οίκο ενός τόσο αμφιλεγόμενου και κυνικού προσώπου, το οποίο ηττήθηκε πριν από τέσσερα χρόνια, αλλά αρνήθηκε να αναγνωρίσει το αποτέλεσμα της λαϊκής ετυμηγορίας, συνιστά ένα φαινόμενο για την ανάλυση του οποίου χρειάζεται να επιστρατευθούν ερμηνευτικά εργαλεία από πολλές επιστήμες: η πολιτική επιστήμη αδυνατεί να παράσχει επαρκείς εξηγήσεις χωρίς συνδρομή της κοινωνιολογίας, της ψυχολογίας και όχι μόνο.

Στον απόηχο των πανηγυρισμών από τους ένθερμους υποστηρικτές του, ανάμεσα στους οποίους ξεχωρίζουν γνωστές και μη εξαιρετέες προσωπικότητες της διεθνούς σκηνής, όπως ο Βίκτορ Όρμπαν και ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, αλλά και της εγχώριας, όπως ο Κυριάκος Βελόπουλος, η Αφροδίτη Λατινοπούλου και κάθε άλλο ακροδεξιό απολειφάδι, είναι νομίζω χρήσιμο να ειπωθούν ορισμένα πράγματα τα οποία δεν μπορούν να περάσουν απαρατήρητα. Επειδή η λαϊκή ψήφος δεν αποτελεί κολυμβήθρα του Σιλωάμ, αλλά και διότι πολλά από αυτά τα στοιχεία για τα οποία εκλέχθηκε ο Τραμπ, αν πράγματι εφαρμοστούν, θα έχουν δραματικές συνέπειες για τις ζωές όλων μας, μηδέ εξαιρουμένων των ψηφοφόρων του.     

Με λίγα λόγια, όσο και αν ο Τραμπ δεν είναι ο πρώτος λαϊκιστής πολιτικός που καταφέρνει να «ισοπεδώσει» τους αντιπάλους τους χρησιμοποιώντας απλοϊκά λεκτικά σχήματα -συνθήματα του τύπου «I’ll fix it» («θα το διορθώσω»), η περίπτωσή του παραμένει εξαιρετική για τον απλούστατο λόγο ότι δεν κατέβαλε την παραμικρή προσπάθεια για να δείξει ότι άλλαξε και, ως εκ τούτου, στη νέα θητεία του, η οποία ξεκινά στις 20 Ιανουαρίου 2015, προτίθεται να κάνει κάτι διαφορετικό από όσα έκανε την πρώτη τετραετία.

Σε όλη, άλλωστε, την προεκλογική περίοδο εμφανίστηκε ακόμη περισσότερο κυνικός, αμετροεπής και τοξικός από όσο ήταν όταν στη διάρκεια της Προεδρίας του όταν αρνούνταν την πανδημία και προέτρεπε τους συμπολίτες του να… πίνουν χλωρίνη ή όταν αμφισβητούσε την κλιματική κρίση αποσύροντας τις ΗΠΑ από τις παγκόσμιες Διασκέψεις για το Κλίμα, δίνοντας στους πραγματικούς φίλους τους από την επιχειρηματική τάξη να μολύνουν ανεξέλεγκτοι την ατμόσφαιρα.

Με περισσή, εξάλλου, ελαφρότητα μοίραζε αφειδώς εύπεπτες υποσχέσεις για τιθάσευση του πληθωρισμού («με ένα νόμο και ένα άρθρο», ίσως;), εξαφάνιση της μετανάστευσης σε μια χώρα που δημιουργήθηκε από μετανάστες και κατάπαυση του πυρός στις πολεμικές συγκρούσεις της Ουκρανίας και της Μέσης Ανατολής μέσα στο πρώτο Σαββατοκύριακο από την ανάληψη των καθηκόντων του.

Με αναίδεια ταυτόχρονα δαιμονοποιούσε τους αντιπάλους του, χαρακτηρίζοντας -αν είναι δυνατόν!- «κομμουνίστρια» την Κάμαλα Χάρις, αλλά και τους εισαγγελείς και τους δικαστές που τον δίωκαν για διαπιστωμένα ποινικά αδικήματα ανάμεσα στα οποία ήταν προκλητικές φοροαπάτες, αλλά και δωροδοκίες, όπως εκείνη της πορνοστάρ που πληρώθηκε για να μην αποκαλύψει την παράνομη σεξουαλική συνεύρεση τους ενόσω ο μετέπειτα πλανητάρχης παρίστανε τον θεοσεβούμενο οικογενειάρχη.

Δεν δυσκολευόταν, την ίδια ώρα, να επικαλείται κάθε είδους fakenews για μετανάστες που τρώνε κατοικίδια στο Οχάιο, αλλά και να καταφύγει σε κάθε λογής συνομωσιολογικές θεωρίες, υπαινισσόμενος ότι μεθοδευόταν η δολοφονία του ή ισχυριζόμενος ότι σχεδιαζόταν νοθεία την οποία ήταν έτοιμος να καταγγείλει εφόσον δεν ήταν ο ίδιος νικητής στην προεδρική κάλπη της περασμένης Τρίτης.

Αναμφίβολα, οι εξαγγελίες για επιβολή δασμών στα γερμανικά αυτοκίνητα και εν γένει στις εισαγωγές ευρωπαϊκών και ασιατικών προϊόντων, τις οποίες με ψηφοθηρική άνεση μοίρασε, ακούστηκαν ευχάριστα στα αυτιά του μέσου Αμερικανού ψηφοφόρου που αισθάνεται ανασφάλεια επειδή τα φέρνει δύσκολα πέρα και δεν δελεάζονταν από τους ισχυρισμούς των Δημοκρατικών ότι οι… αριθμοί ευημερούν και κινδύνευε η Δημοκρατία από την επανεκλογή του Τραμπ ο οποίος δεν δίσταζε να πει ότι θα ήθελε να επιβάλει δικτατορία για μια μέρα.

Εξίσου ευχάριστα αντιμετωπίζονταν από τον οποιοδήποτε φορολογούμενο που ζει σε μια τις μεσοδυτικές Πολιτείες της «βαθιάς Αμερικής» υποσχέσεις ότι θα πάψουν να κατευθύνονται δεκάδες ή και εκατοντάδες δισεκατομμύρια δολάρια για να χρηματοδοτηθεί το ΝΑΤΟ ή για να προασπιστεί η ακεραιότητα της Ουκρανίας από την εισβολή της Ρωσίας του Πούτιν.

Η αλήθεια είναι ότι θέλει πολλή σκέψη και ακόμη περισσότερη γνώση και μεγαλύτερη περίσκεψη για να αντιληφθεί κανείς ότι ο δασμολογικός πόλεμος δεν υπήρξε ποτέ λύση στα προβλήματα της παγκόσμιας οικονομίας. Η τελευταία φορά που διάφορες χώρες ύψωσαν δασμολογικά σύνορα για να περιορίσουν το ελεύθερο εμπόριο ήταν την περίοδο του Μεσοπόλεμου και είχαν ως αποτέλεσμα την επιτάχυνση των εξελίξεων που οδήγησαν στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.

Όποιος διαθέτει στοιχειώδεις ιστορικές γνώσεις ξέρει ότι το ίδιο αποτέλεσμα είχε και η τακτική του κατευνασμού που επικράτησε στις ΗΠΑ, αλλά και στη Σοβιετική Ένωση, κατά τα πρώτα χρόνια της επέκτασης της χιτλερικής Γερμανίας η οποία κατέπινε τη μια μετά την άλλη χώρα της γειτονιάς της. Η «ουδετερότητα» και οι αποστάσεις που τήρησαν τότε οι αντίπαλες στον Χίτλερ δυνάμεις εκείνης της εποχής όχι μόνον δεν απέτρεψαν τον πόλεμο που είχε ξεκινήσει αλλά τον κατέστησαν αναπότρεπτο και φονικότερο.

Όπως και να έχει, η επιβολή δασμών δεν υπήρξε ποτέ λύση στα πλανητικά προβλήματα. Ούτε φυσικά ο απομονωτισμός μεγάλων χωρών, όπως οι ΗΠΑ οι οποίες με την -έστω- καθυστερημένη είσοδό τους στους δύο Παγκόσμιους Πολέμους καθόρισαν την έκβασή τους.

Ο καθένας, υπό αυτή τη συνθήκη, μπορεί να αντιληφθεί τι θα συμβεί αν ισχύσουν οι «εύπεπτοι» προεκλογικοί ισχυρισμοί του εκλεγμένου Αμερικανού Προέδρου τόσο για την εφαρμογή δασμών στα προϊόντα τα οποία εισάγονται από τις Ηνωμένες Πολιτείες όσο και για την ουσιαστική διάλυση της Ευρωατλαντικής αμυντικής συμμαχίας, του ΝΑΤΟ, αν πάψει να έχει τη στήριξη της Ουάσιγκτον.

Και στη μια και στην άλλη περίπτωση, ο κόσμος που μας περιβάλλει θα είναι εντελώς διαφορετικός από αυτόν που ξέρουμε. Και, μάλλον αναμφίβολα, θα είναι ένας πολύ χειρότερος κόσμος από αυτόν στον οποίο ζούμε τις τελευταίες δεκαετίες, αν όχι και τους τελευταίους αιώνες. Το αντέχουμε; Μάλλον όχι, τουλάχιστον όλοι όσοι δεν επιθυμούμε να ζούμε σε έναν πολυδιασπασμένο πλανήτη που κυριαρχείται από τον απομονωτικό αυταρχισμό.

Το ευτύχημα είναι ότι σχεδόν όλοι οι λαϊκιστές είναι ευεπίφοροι στις κωλοτούμπες, όπως καλύτερα από κάθε άλλον ξέρουμε εμείς εδώ σε αυτή τη χώρα. Και, άρα, εκείνο στο οποίο έχουμε να προσδοκούμε είναι ότι ο Τραμπ αποκλείεται να ξεφύγει από αυτόν τον κανόνα.

Παρασκευή 1 Νοεμβρίου 2024

Γιατί πρέπει να κρατάμε την αναπνοή μας για την έκβαση των αμερικανικών εκλογών

    Είχα τη σπάνια ευκαιρία να περάσω δύο φορές το κατώφλι του εμβληματικού Οβάλ Γραφείου στον Λευκό Οίκο και να παρακολουθήσω από κοντά τις συναντήσεις που είχε ο Έλληνας πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης με τους δύο τελευταίους Προέδρους των ΗΠΑ: η πρώτη τον Ιανουάριο του 2020 με τον Ντόναλντ Τραμπ και η δεύτερη τον Μάιο του 2022 με τον Τζο Μπάιντεν.
    Η πιο ζωηρή ανάμνηση που έχει καταγραφεί -ίσως και ανεξίτηλα- στη μνήμη μου από τις δύο αυτές εμπειρίες είναι η εντελώς διαφορετική αύρα που εκπέμπονταν στην ατμόσφαιρα η οποία επικρατούσε στον διασημότερο χώρο εργασίας ολόκληρου του πλανήτη, όπου τις τελευταίες πολλές δεκαετίες έχουν ληφθεί σημαντικές αποφάσεις που καθόρισαν το ιστορικό γίγνεσθαι σύμπασας της Υφηλίου και έχουν γίνει άπειρες συναντήσεις ανάμεσα στον εκάστοτε Αμερικανό Πρόεδρο και ηγέτες από όλον τον κόσμο.
    Στη συνάντηση Τραμπ - Μητσοτάκη το κυρίαρχο αίσθημα ήταν η αγωνία της ελληνικής πλευράς για την τυχόν απρόβλεπτη διάσταση που θα μπορούσε να έχει το τετ α τετ του Έλληνα πρωθυπουργού με τον Πρόεδρο των ΗΠΑ σε μια κρίσιμη συγκυρία κατά την οποία η ελληνική διπλωματία αναζητούσε ερείσματα για να αποκρούσει την εντεινόμενη τουρκική προκλητικότητα που είχε κορυφωθεί με την υπογραφή του διαβόητου παράνομου τουρκολιβυκού μνημονίου το οποίο παραβίαζε τα δικαιώματα της Ελλάδας στις θαλάσσιες ζώνες.
    Για του λόγου το αληθές, λίγες μόνον ώρες πριν από την επίμαχη συνάντηση, ο υπογράφων, αποτυπώνοντας την αγωνία που διακατείχε την ελληνική αντιπροσωπεία, επεσήμαινε χαρακτηριστικά στο protothema.gr: «Σε αντίθεση τόσο με το Κογκρέσο που ψήφισε διακομματικά τον νόμο EastMed Act που αποτελεί κόλαφο για την Τουρκία, όσο και με το Στέιτ Ντιπάρτμεντ, το οποίο έχει πάρει σαφή θέση κατά της τουρκολιβυκής συμφωνίας, ο Λευκός Οίκος εμφανίζεται διστακτικός να προχωρήσει σε μια απερίφραστη καταδίκη των συνεχιζόμενων προκλήσεων της Άγκυρας στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου».
    Ας μην ξεχνάμε ότι εκείνη την περίοδο ήταν παγκοίνως γνωστό ότι ο Τούρκος Πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν είχε άμεση πρόσβαση στον Λευκό Οίκο, κυρίως μέσω της παρασκηνιακής επαφής που διατηρούσε η Άγκυρα -και πιο συγκεκριμένα η οικογένεια Ερντογάν- με τον περίφημο Αμερικανό επενδυτή Τζάρεντ Κούσνερ, ο οποίος συνέβαινε να είναι γαμπρός και ανώτερος σύμβουλος του Τραμπ (και ο οποίος έχει ρίξει οικονομικά «δίχτυα» στην ευρύτερη περιοχή μας και τελευταία φέρεται να έχει κάνει «κολεγιά» με τον κύκλο του Αλβανού πρωθυπουργού Έντι Ράμα).
    Η ελληνική αποστολή στην αμερικανική πρωτεύουσα ανέπνευσε βαθιά όταν ολοκληρώθηκε η συνάντηση των δύο ηγετών, η οποία θεωρήθηκε ότι «πήγε καλά, επειδή δεν πήγε άσχημα», όπως ήταν ο αρχικός φόβος για το απρόοπτο που διακατείχε τους πάντες: από τον ίδιο πρωθυπουργό έως τον χαμηλότερο διπλωματικό υπάλληλο.
Σε κάθε περίπτωση, η ατμόσφαιρα στον Λευκό Οίκο δεν είχε καμία σχέση με την ενθουσιώδη υποδοχή που έτυχαν την επόμενη μέρα στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ ο Κυριάκος Μητσοτάκης και η συνοδεία του από τον υπουργό των Εξωτερικών Μάικ Πομπέο, παρουσία και του Αντιπροέδρου Μάικ Πενς. Και οι δύο Αμερικανοί αξιωματούχοι δεν φείσθηκαν εγκωμίων για την Ελλάδα και, υπό τα θερμά χειροκροτήματα των παρισταμένων, έκαναν πρόποση υπέρ του φωτεινότερου μέλλοντος στη σχέση των δύο χωρών υψώνοντας συμβολικά ποτήρια με… ούζο.
    Είκοσι οκτώ μήνες αργότερα, όταν επισκέφθηκε και πάλι την Ουάσιγκτον ο Κυριάκος Μητσοτάκης, όλα ήταν διαφορετικά. Η υποδοχή την οποία έτυχε από τον Πρόεδρο Τζο Μπάιντεν στον Λευκό Οίκο ήταν πολύ θερμή. Ενώ ακόμη θερμότερη -κατ΄ άλλους μάλλον αποθεωτική- υπήρξε η ανταπόκριση την οποία είχε η ιστορική ομιλία που απηύθυνε στο Καπιτώλιο ο Έλληνας πρωθυπουργός στη διάρκεια της Κοινής Συνόδου Γερουσίας και Βουλής των Αντιπροσώπων, παρουσία, σύμφωνα με το Πρωτόκολλο, της Αντιπροέδρου Κάμαλα Χάρις και της Προέδρου της Βουλής Νάνσι Πελόζι.
    Την ίδια περίοδο, ο Τούρκος Πρόεδρος κατέβαλλε απεγνωσμένες προσπάθειες να εξασφαλίσει μια πρόσκληση για τον Λευκό Οίκο. Πλην, όμως, ματαίως. Το αίτημα του Ερντογάν δεν ικανοποιήθηκε ούτε όταν έστησε σόου στο Σέντραλ Παρκ της Νέας Υόρκης με περαστικούς που τάχατες εκθείαζαν τη συμβολή του στην ουκρανική κρίση, ενώ ήταν γνωστό σε όλους το διπλό παιχνίδι που έπαιζε στηρίζοντας την εισβολή της Ρωσίας.
Μεταφέρω τα συγκεκριμένα -βιωματικού, κατά βάση, χαρακτήρα- στιγμιότυπα, χωρίς, ωστόσο, να τρέφω αυταπάτες ή να είμαι θιασώτης των απλοϊκών προσεγγίσεων για «φιλέλληνες» και «ανθέλληνες» όταν πρόκειται για ηγέτες άλλων χωρών που εκλέγονται από τους λαούς τους για να υπερασπίσουν τα δικά τους συμφέροντα. Από την άλλη, όμως, αρνούμαι να ενστερνιστώ την ισοπεδωτική λογική ότι «όλοι το ίδιο είναι». Και, υπό αυτό το πρίσμα, δεν θεωρώ ότι μπορούμε να είμαστε αδιάφοροι για το ποιος θα εκλεγεί την προσεχή Τρίτη ώστε να αναλάβει από τις 20 Ιανουαρίου 2025 καθήκοντα ως επόμενος Πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών.
    Κακά τα ψέματα και πέρα από τον δικό μας μικρόκοσμο σε τούτη τη γωνιά της Υφηλίου, η επιλογή των Αμερικανών ψηφοφόρων ανάμεσα στον τέως Πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ και στη νυν Αντιπρόεδρο Κάμαλα Χάρις, η οποία ατυχώς πήρε πολύ αργά το χρίσμα για να διεκδικήσει το ύπατο αξίωμα, περισσότερο ίσως από οποτεδήποτε άλλοτε στην ιστορία των εκλογικών αναμετρήσεων στις ΗΠΑ, αποτελεί ένα καθοριστικό διακύβευμα για τις τύχες όλων μας, ανεξαρτήτως από το μήκος και το πλάτος του πλανήτη στο οποίο κατοικούμε.
    Ο Ντόναλτ Τραμπ έχει, δίχως αμφιβολία, δώσει σαφή δείγματα γραφής για τον τρόπο με τον οποίο πολιτεύτηκε κατά το παρελθόν: από την αμφισβήτηση της κλιματικής αλλαγής και της πανδημίας έως την εχθροπάθεια προς κάθε τι διαφορετικό, τα fake news και την παρουσίαση των οικονομικών ανισοτήτων ως νέα κανονικότητα. Υπό αυτή τη συνθήκη, μόνον αφελείς μπορεί να πιστέψουν ότι, εφόσον πετύχει να επανέλθει στον Λευκό Οίκο, μπορεί να είναι διατεθειμένος να πολιτευθεί με διαφορετικό τρόπο στο μέλλον.
Πολύ περισσότερο όταν ο κατά γενική ομολογία αδίστακτος τέως Πρόεδρος, εφεξής δεν πρόκειται να αντιμετωπίσει τον παραμικρό φόβο απώλειας της θέσης του, αφού δεν προβλέπεται να τεθεί άλλη φορά στη βάσανο της λαϊκής ψήφου. Αν την προηγούμενη φορά που έχασε τις εκλογές ξεσήκωσε τον φιλικό προς το πρόσωπό του όχλο και τον οδήγησε στην αιματηρή πολιορκία του Καπιτωλίου, ευλόγως μπορεί ο καθείς να σκεφθεί τι «τέξεται η επιούσα» στη σφόδρα πιθανή εκδοχή της ανάδειξής του ως νικητή στην κάλπη της προσεχούς Τρίτης.
    Ο λαός (των Ηνωμένων Πολιτειών) της Αμερικής να… βάλει το χέρι του!

Παρασκευή 25 Οκτωβρίου 2024

Μαθήματα από τη «Novartis»: Οι κυβερνήσεις κυβερνούν και οι εισαγγελείς και οι δικαστές δικάζουν


                Η εξέλιξη την οποία προσέλαβε η διαβόητη «υπόθεση Novartis» μετά την ηχηρή δικαστική απόφαση για την αποκάλυψη των ονομάτων των κουκουλοφόρων μαρτύρων είναι μια καλή αφορμή για να αποφασίσει το πολιτικό μας σύστημα να αποκαταστήσει την αρχή της διάκρισης των εξουσιών για την οποία μίλησε πρώτος ο Αριστοτέλης και την συνόψισε ο Μοντεσκιέ την περίοδο του Ευρωπαϊκού Διαφωτισμού.

Το υποτιθέμενο μεγαλύτερο σκάνδαλο από ιδρύσεως του ελληνικού κράτους κατέληξε να είναι μάλλον η μεγαλύτερη πολιτική σκευωρία όλων των εποχών. Και ο λόγος που συνέβη αυτό ήταν διότι μια συνήθης υπόθεση μικροδιαφθοράς γιατρών, από εκείνες στις οποίες καταφεύγουν φαρμακευτικές εταιρίες όταν θέλουν να προωθήσουν τα σκευάσματα που παράγουν, εργαλειοποιήθηκε και έγινε αντικείμενο ακραίας κομματικής εκμετάλλευσης.

 Με στόχο να εξοντώσει τους πολιτικούς της αντιπάλους, η κυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ επιστράτευσε σκανδαλοθήρες της συμφοράς οι οποίοι έστησαν μια παράσταση η οποία από μακριά φώναζε ότι δεν βασίζονταν σε στοιχεία ή έστω ενδείξεις ενοχής και δεν ήταν περισσότερο από προϊόν μια κακοστημένης ενορχήστρωσης από ευφάνταστους και μισαλλόδοξους σεναριογράφους που ήθελαν να εκδικηθούν όποιον πολιτικό αντίπαλο αντιστρατευόταν το «σχέδιο» της τότε κυβέρνησης για παράταση της παραμονής της στην εξουσία.

Άλλωστε, πολύ πριν καταρρεύσει ως χάρτινος πύργος η «υπόθεση Novartis» είχαν διαφανεί οι αθέμιτες σκοπιμότητες που είχαν επενδυθεί σε αυτήν. Απροκάλυπτα και ως μη όφειλε, ο τότε κυβερνητικός εκπρόσωπος Δημήτρης Τζανακόπουλος επισκεπτόταν τον Άρειο Πάγο για να πιέσει τις δικαστικές αρχές να στείλουν το γρηγορότερο τον φάκελο της υπόθεσης στη Βουλή ώστε να κρεμαστούν στα μανταλάκια οι πλέον επιφανείς αντίπαλοι της τότε κυβέρνησης.

Ενώ στο ενδιάμεσο είχε στηθεί έξω από το Μέγαρο Μαξίμου παράσταση με κεντρικό πρωταγωνιστή τον γνωστό και μη εξαιρετέο «Ρασπούτιν» Δημήτρη Παπαγγελόπουλο, ο οποίος από αρχηγός της ΕΥΠ επί κυβέρνησης Καραμανλή προβιβάστηκε σε αναπληρωτή υπουργό Δικαιοσύνης και… Διαφάνειας επί των… ένδοξων ημερών της διακυβέρνησης Τσίπρα – Καμμένου.  

Το γεγονός ότι, όπως επισημάναμε από αυτή τη στήλη την προηγούμενη εβδομάδα, όταν ο Αλέξης Τσίπρας έσπευσε να διαψεύσει ότι εξέφρασε τη συγγνώμη του προς τον Ευάγγελο Βενιζέλο, ουδείς από τους ενορχηστρωτές της σκευωρίας δεν μεταμελήθηκε για τις αθλιότητες με τις οποίες δηλητηρίασαν την κοινή γνώμη, συνιστά ίσως την καλύτερη εξήγηση για την πορεία προς την κατάρρευση στην οποία κινείται έκτοτε ο ΣΥΡΙΖΑ. 

Η επένδυση στη σκανδαλοθηρία, όπως συνήθως συμβαίνει σε τέτοιες περιπτώσεις, απεδείχθη απολύτως ανεπαρκής για να καλύψει τα μεγάλα προβλήματα που προκαλούσαν στους άμοιρους Έλληνες πολίτες οι αλλοπρόσαλλες πολιτικές της κυβέρνησης του Αλέξη Τσίπρα, η οποία ξεκίνησε ως πούρα αντιμνημονιακή προτού να εφαρμόσει το πιο σκληρό -και μάλλον αχρείαστο- τρίτο Μνημόνιο, μετατρέποντας σε «ναι» το «όχι» που έβαλαν τους οπαδούς τους να ψηφίσουν στο ψευδεπίγραφο δημοψήφισμα.

Παρατηρώντας, ωστόσο, την μεγάλη εικόνα, διαπιστώνει κανείς ότι μία από τις μεγάλες και χρόνιες παθογένειες της σύγχρονης Ελληνικής Δημοκρατίας είναι ότι το πολιτικό δυναμικό της χώρας δεν περιορίζεται στα καθήκοντα της νομοθετικής και της εκτελεστικής εξουσίας που ανήκουν στη δικαιοδοσία του. Επιμένει, αντιθέτως, να διεκδικεί για τον εαυτό του αρμοδιότητες που στις κοινοβουλευτικές δημοκρατίες του δυτικού κόσμου ανήκουν στη δικαστική εξουσία.

Πρωτίστως η νομοθεσία για την ποινική ευθύνη των υπουργών που σύμφωνα με το άρθρο 86 του Συντάγματος εμπλέκει τους απαρτίζοντες τη νομοθετική εξουσία στα χωράφια της δικαστικής εξουσίας, αλλά και το συναφές ζήτημα της βουλευτικής ασυλίας, η οποία, ανεξαρτήτως του λόγου για τον οποίο ζητείται, αίρεται μόνον με απόφαση της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας, συνιστούν δύο σοβαρούς λόγους αλλοίωσης της αρχής διάκρισης των εξουσιών.  

Στην πραγματικότητα πρόκειται για μια -κατά τα φαινόμενα- βολική κατάσταση την οποία εκμεταλλεύονται όσοι βρίσκονται σε θέσεις εξουσίας, αγνοώντας φυσικά ότι αυτές δεν είναι αιώνιες. Από τον συγκεκριμένο «πειρασμό», κακά τα ψέματα, δεν απέχουν ούτε οι σημερινοί υπουργοί, όπως μαρτυρούν δύο πολύ πρόσφατα κρούσματα θεσμικού αλαλούμ τα οποία, μπορεί να μην είναι εφάμιλλα των έργων και των ημερών του «Ρασπούτιν», καταδεικνύουν, όμως, την σύγχυση που μαστίζει την πολιτική ζωή της χώρας.

Τις προηγούμενες ημέρες ο υπουργός Μεταφορών Χρήστος Σταϊκούρας επισκέφθηκε αυτοπροσώπως τον Άρειο Πάγο για να καταθέσει την τρίτη (!) κατά σειράν μήνυση που σχετίζονταν με περιστατικά τα οποία αφορούν την ασφάλεια του σιδηροδρόμου. Ο ίδιος προέβη σε δηλώσεις αλλά απέφυγε να διευκρινίσει ποιος είναι ο ρόλος που ζητεί να διαδραματίσει η εισαγγελεύς του Αρείου Πάγου κυρία Γεωργία Αδειλίνη και πως μπορεί μια ανώτατη δικαστικός λειτουργός να διασφαλίσει την ασφαλή κυκλοφορία των τρένων.

«Θέλω να ξεκαθαρίσω κάτι σε κάθε κατεύθυνση, εργαζόμαστε μεθοδικά και επίμονα, προκειμένου να βελτιώσουμε και να ενισχύσουμε την ασφάλεια των σιδηροδρομικών μεταφορών και να αναβαθμίσουμε την ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών. Σε αυτήν την προσπάθεια παίγνια με οποιαδήποτε στόχευση δεν γίνονται αποδεκτά. Οφείλουμε όλοι μας να μην είμαστε υπεράνω αξιολόγησης, ελέγχου και εφαρμογής του νόμου», ισχυρίστηκε ο κ. Σταϊκούρας αποχωρώντας από το κτήριο του Αρείου Πάγου. Και όποιος κατάλαβε, κατάλαβε...

Τις ίδιες μέρες πληροφορηθήκαμε, από τηλεοπτικές συνεντεύξεις του ίδιου, ότι ο υπουργός Υγείας Άδωνις Γεωργιάδης επικοινώνησε προσωπικά με μια γιατρό από τη Λέσβο η οποία προέβαινε σε μαζικές μεταμεσονύκτιες συνταγογραφήσεις φαρμάκων προς συγγενικά της πρόσωπα ζημιώνοντας το ελληνικό δημόσιο με πολλές εκατοντάδες χιλιάδες ευρώ.

Είναι απορίας άξιον γιατί ένας υπουργός, ο οποίος διαπιστώνει ακραία κατασπατάληση δημόσιων πόρων, επιλέγει να επικοινωνήσει με τον παραβάτη και δεν περιορίζεται στην άσκηση των θεσμικών αρμοδιοτήτων του που είναι, αφενός, να λάβει αυθωρεί και παραχρήμα τα προβλεπόμενα διοικητικά μέτρα για να σταματήσει η παρανομία, όπως η άμεση παύση της δυνατότητας για συνταγογράφηση, αν όχι και η αποβολή από το δημόσιο σύστημα, και, αφετέρου, να απευθυνθεί στις εισαγγελικές αρχές, καλώντας τες να κινητοποιηθούν άμεσα για τα περαιτέρω.

Η επερχόμενη Συνταγματική Αναθεώρηση αποτελεί τη μεγάλη ευκαιρία για να ξεκαθαριστεί άπαξ δια παντός ότι ο ρόλος των κυβερνήσεων και των υπουργών τους είναι να κυβερνούν. Ενώ το καθήκον της απονομής της Δικαιοσύνης αποτελεί αποκλειστική υποχρέωση των εισαγγελικών και δικαστικών λειτουργών.

Παρασκευή 18 Οκτωβρίου 2024

Το τέρας που ο ίδιος δημιούργησε, δεν αφήνει τον Τσίπρα να ζητήσει συγνώμη


          Μπορεί ο σοφός λαός μας να λέει σε κάποιες περιπτώσεις ότι «από τότε που ανακαλύφθηκε η συγνώμη, χάθηκε το φιλότιμο», πλην, όμως, ο γενικά παραδεδεγμένος κανόνας είναι ότι η έκφραση αυθεντικής και ειλικρινούς συγνώμης αποτελεί απόδειξη της γενναιότητας εκείνου ο οποίος αναγνωρίζει ότι υπέπεσε σε ένα ή περισσότερα σφάλματα.

Κοινή είναι επίσης η παραδοχή ότι «ο έξυπνος παραδέχεται, ο πονηρός δικαιολογείται και ο ηλίθιος επιμένει» Και, υπό αυτό το πρίσμα, νομίζω ότι δεν ξένισε πολλούς η αμεσότητα της αντίδρασης που είχε ο -κατά τα λοιπά σιωπηλός- Αλέξης Τσίπρας όταν ένας απόμαχος πολιτικός και πάλαι ποτέ δημοσιογράφος, ο Γιώργος Λιάνης, τον εμφάνισε να έχει ζητήσει συγνώμη από τον Ευάγγελο Βενιζέλο για την «υπόθεση Novartis» που εμφανίστηκε ως «το μεγαλύτερο σκάνδαλο από ιδρύσεως του ελληνικού κράτους» πριν καταρρεύσει ως χάρτινος πύργος.

Δικαίως του λόγου, η λανθασμένη, όπως αποδείχθηκε, εικασία στην οποία προέβη ο Λιάνης προκάλεσε αίσθηση. Γιατί, εδώ που τα λέμε, δεν είναι και το πιο σύνηθες να ακούγονται συγνώμες από τα χείλη πολιτικών μας. Πολύ περισσότερο όταν είχαμε κα κάνουμε με τον πρώην πρωθυπουργό, ο οποίος δεν έδειξε την παραμικρή μεταμέλεια για τόσα και τόσα μικρά, μεγάλα, αλλά και κάποια εγκληματικά λάθη που έγιναν στα τεσσεράμισι χρόνια που κυβέρνησε τη χώρα.

Με αποκορύφωμα ίσως το ψευδεπίγραφο και διχαστικό δημοψήφισμα της 5ης Ιουλίου 2015 στο οποίο έσυρε τον τόπο για να υπογράψει την επομένη το πιο σκληρό μνημόνιο που μπορεί να φανταστεί κανείς και είχαν αποκρούσει οι προκάτοχοί του, ο Τσίπρας δεν παραδέχθηκε ποτέ ότι έκανε λάθος και έβλαψε τη χώρα και τους πολίτες της.

Από μια λιτή, πλην όμως αρκούντως αποκαλυπτική, διαρροή συνεργατών του πρώην πρωθυπουργού, που κυκλοφόρησε αμέσως μετά τις εικασίες Λιάνη, πληροφορηθήκαμε τα εξής: «Πηγές από το περιβάλλον του Αλέξη Τσίπρα αναφέρουν πως δημοσιεύματα που κάνουν λόγο για συνάντηση που είχε ο πρώην πρωθυπουργός με πολιτικούς του αντιπάλους για το θέμα της Novartis, δεν έχουν σχέση με την πραγματικότητα και στερούνται σοβαρότητας».

Ναι, ναι, καλά διαβάσατε: ο Αλέξης Τσίπρας, ο οποίος μετά την τελευταία βαριά ήττα που υπέστη πέρυσι τον Ιούνιο δήλωσε ότι «παραμέρισε» για να ανοίξει τον δρόμο στα νεότερα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ, εν συνεχεία έκανε ότι περνούσε από το χέρι του για να αναλάβει τα ηνία του κόμματος ο ουρανοκατέβατος Στέφανος Κασσελάκης, τον οποίο ακολούθως υπονόμευσε με κάθε τρόπο, εξακολουθεί να θεωρεί ότι έχει πολιτικούς αντιπάλους.

Τον περασμένο Μάρτιο σε ένα συνέδριο για την Μεταπολίτευση που οργάνωσε η «Καθημερινή» είχε δείξει ότι είχε διάθεση να τηρήσει κάποιες διακριτικές αποστάσεις από τους άθλιους χειρισμούς της κυβέρνησης των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ, λέγοντας: «Είχαμε ένα μεγάλο σκάνδαλο, η πρόθεση μας να μην παρέμβουμε σε αυτό το σκάνδαλο, έδινε την εντύπωση ότι βάζαμε στο ίδιο τσουβάλι ανθρώπους που ενδεχομένως είχαν εμπλοκή, με ανθρώπους που δεν είχαν. Υπήρξαν λάθη στους χειρισμούς μας».

Φαίνεται, όμως, ότι δεν εννοούσε τα λάθη που όλοι οι καλοπροαίρετοι παρατηρητές αντιληφθήκαμε και είχαν να κάνουν με το ότι διασύρθηκαν γνωστά πολιτικά στελέχη που εμφανίστηκαν να έχουν δωροδοκηθεί με βάση μαρτυρίες κουκουλοφόρων που δεν προσκόμισαν ούτε στοιχειώδεις ενδείξεις για να στηρίξουν τους υπαγορευμένους, κατά τα φαινόμενα, ισχυρισμούς τους. «Η υπόθεση της Novartis δημιούργησε εχθρούς, σε μια περίοδο που αναζητούσαμε συμμάχους», υποστήριξε ο κ. Τσίπρας, αναγνωρίζοντας γενικώς και αορίστως ότι «υπήρχαν λάθη στους χειρισμούς μας».

Εν ολίγοις, το πρόβλημά του πρώην πρωθυπουργού δεν ήταν ότι κατηγορήθηκαν αδίκως σημαίνοντα πολιτικά πρόσωπα άλλων παρατάξεων. Εκείνο που τον προβληματίζει ακόμη και τώρα είναι ότι έκανε εχθρούς σε μια στιγμή που ήθελε να βρει συμμάχους. Γι΄ αυτό προφανώς και μπορεί να δικαιολογήθηκε για τους λανθασμένους χειρισμούς του, επ΄ ουδενί, όμως, δεν αισθάνθηκε την ανάγκη να εκφράσει μεταμέλεια, πολύ περισσότερο να ζητήσει συγνώμη από όσους διασύρθηκαν, όπως και από όσους απλούς πολίτες δηλητηρίασε με την εχθροπαθή επιμονή του ότι εκείνοι που δεν συμφωνούσαν μαζί του το έκαναν διότι δωροδοκούνταν και εξυπηρετούσαν αλλότρια συμφέροντα.

Δεν είναι τυχαίο ότι μόλις κυκλοφόρησαν οι εικασίες Λιάνη για την υποτιθέμενη «συγνώμη Τσίπρα», ο πρώην πρωθυπουργός δέχθηκε σφοδρά πυρά από παραδοσιακούς πολιτικούς και mediaκούς συμμάχους του οι οποίοι δεν μπορούσαν να ανεχθούν ότι το «ίνδαλμα» τους αναιρούσε όλες τις θεωρίες συνωμοσίας που είχαν εξυφανθεί κατά τα χρόνια της ΣΥΡΙΖΑΝΕΛοκρατίας και με τις οποίες είχαν γαλουχηθεί.

Δικαιολογημένα αισθάνθηκαν σαν να τους είχε πέσει ο ουρανός στο κεφάλι τους, καθώς ήταν ο ίδιος ο Τσίπρας που τους είχε «εκπαιδεύσει» να πιστεύουν στα απλοϊκά λαϊκίστικα σχήματα, σύμφωνα με τα οποία όσοι συμφωνούν με την κυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ συνιστούσαν τις δυνάμεις του καλού και της προόδου και όλοι οι υπόλοιποι που μετείχαν του πολιτικού παιχνιδιού δεν είναι παρά εκφραστές του… απόλυτου κακού.

Στο μεταξύ εκείνο που μάλλον δεν αντελήφθη ο πρώην πρωθυπουργός είναι ότι στο συγκεκριμένο γήπεδο εμφανίστηκε νέος αστέρας που αποδίδει καλύτερα στο συγκεκριμένο παιχνίδι. Αυτός δεν είναι άλλος από το δημιούργημα του κ. Τσίπρα που ακούει στο όνομα Στέφανος Κασσελάκης. Οι υποστηρικτές του τελευταίου είναι οι πρώτοι που αντέδρασαν μόλις δημιουργήθηκε η εντύπωση ότι θα μπορούσε να μεταμεληθεί ο πρώην πρωθυπουργός για τα έργα και τις ημέρες της διακυβέρνησής του.

Με λίγα λόγια, το «τέρας», το οποίο ο ίδιος ο Τσίπρας εξέθρεψε όταν έγινε πρωθυπουργός με τη στήριξη του Καμμένου, του Ζουράρι, του Χαϊκάλη, της Ραχήλ Μακρή, αλλά και μιας πλειάδας άλλων… απολειφαδιών από το ΠΑΣΟΚ και τη Νέα Δημοκρατία, έδειξε τα δόντια του και γύρισε να κατασπαράξει τον ίδιο τον δημιουργό του, ο οποίος δυσκολεύεται πλέον να το ταΐσει με νέες αυταπάτες και ψευδαισθήσεις.

Γι΄ αυτό και μάλλον άσκοπα ο πρώην πρωθυπουργός πληρώνει αλλοδαπές εταιρίες επικοινωνίας για να του κάνουν rebranding. Από τη στιγμή που δεν διαθέτει τη γενναιότητα να αναγνωρίσει πανθομολογούμενα λάθη, κανένα rebranding δεν μπορεί να του αλλάξει την εικόνα, κυρίως όταν συνεχίζει να παίζει σε ένα γήπεδο στο οποίο υπάρχει πλέον καλύτερος παίκτης.

Δευτέρα 14 Οκτωβρίου 2024

Τα δύσκολα είναι μπροστά για τον «αναβαπτισμένο» Νίκο Ανδρουλάκη

 

Πολύ πριν από την επίσημη ανακοίνωση των αποτελεσμάτων τα οποία εξήχθησαν από τη χθεσινή κάλπη για την ηγεσία του ΠΑΣΟΚ, η εκ νέου επικράτηση του Νίκου Ανδρουλάκη ήταν δίχως αμφιβολία η πιθανότερη εκδοχή την οποία θα μπορούσε να έχει η κούρσα για το τιμόνι της Χαριλάου Τρικούπη  

Η σύνθεση του εκλογικού σώματος το οποίο κλήθηκε να λάβει την απόφαση αν θα άλλαζε ή όχι ο αρχηγός του ΠΑΣΟΚ μετά το ανεπιτυχές αποτέλεσμα των ευρωεκλογών του Ιουνίου, σε συνδυασμό με τις πρωτοβουλίες που πήρε ο ίδιος κ. Ανδρουλάκης και κυρίως η απόφασή του να προσφύγει χωρίς χρονοτριβή στην εκλογική βάση του κόμματος, εξασφάλισαν πλεονέκτημα επανεκλογής στον 45χρονο πολιτικό από την Κρήτη.   

Σε αντίθεση με την αβουλία που μάλλον δικαίως τού καταμαρτυρείται ότι επέδειξε το διάστημα των τριών ετών που παρήλθε από τον Δεκέμβριο του 2021, όταν ανέλαβε για πρώτη φορά τον θώκο που κατέχει, το τελευταίο τρίμηνο κατά το οποίο ήταν υπό πίεση, καθώς ακόμη και παραδοσιακοί σύμμαχοί του πήραν αποστάσεις ή βρέθηκαν απέναντι από την υποψηφιότητά του, ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ έδειξε ότι διαθέτει πολιτικά ανακλαστικά. Πολύ, δε, περισσότερο κατέδειξε ότι στις σημερινές συνθήκες αποτελεί τον προνομιακό εκφραστή της εκλογικής βάσης του κόμματός του.

Παρότι αντιμετώπισε τουλάχιστον τρεις ισχυρές υποψηφιότητες, κατάφερε να βγει «αναβαπτισμένος» από μια εκλογική διαδικασία που ο ίδιος οργάνωσε με τρόπο που, τηρουμένων των αναλογιών, υπήρξε υποδειγματικός. Όσο και αν συνέβαλαν σε αυτό και όλοι οι υποψήφιοι οι οποίοι συμμετείχαν στην κούρσα, εκείνος που το πιστώνεται περισσότερο είναι ο Νίκος Ανδρουλάκης. Το… αναγνώρισε, άλλωστε, και ο Στέφανος Κασσελάκης, ο οποίος, θέλοντας να εκθέσει τους «συντρόφους» του, έσπευσε να τον συγχαρεί εκθειάζοντας τις αναμφισβήτητα «άψογες δημοκρατικές διαδικασίες» που ακολούθησαν στη Χαριλάου Τρικούπη.  

Είναι, λοιπόν, όλα καλά και ευοίωνα για το ΠΑΣΟΚ και τον πρόεδρο του μετά το χθεσινό αποτέλεσμα; Κάθε άλλο, είναι η απάντηση για όποιον δεν εθελοτυφλεί και δεν θαμπώνεται από τα χειροκροτήματα και τα συνθήματα (ανάμεσά τους και το -μάλλον υπερβολικό στην παρούσα φάση- «να ‘τος, να ΄τος ο πρωθυπουργός») που ακούστηκαν χθες έξω από την ιστορική έδρα του κόμματος.

Ανταποδίδοντας τις φιλοφρονήσεις αλλά και τον ενθουσιασμό των συγκεντρωμένων οπαδών και φίλων του ο κ. Ανδρουλάκης επέμεινε να υποστηρίζει ότι «τα δύσκολα για το ΠΑΣΟΚ είναι πίσω, τα καλύτερα είναι μπροστά». Ήταν προφανώς ένας δικαιολογημένος ισχυρισμός από εκείνους που συνήθως βρίσκουν θέση σε επινίκιες δηλώσεις. Πλην, όμως, υπήρξε ταυτόχρονα ναι έκφραση που δεν καλύπτει τις εύλογες απορίες που δημιουργούνται για τους λόγους που κάτι τέτοιο δεν συνέβη έως τώρα.

Ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ δεν είναι καινούργιος στο πολιτικό κουρμπέτι, γεγονός που έχει τα θετικά του, διότι διαθέτει εμπειρία αλλά μηχανισμό που του επιτρέπει να κερδίζει τις εσωκομματικές αναμετρήσεις. Την ίδια ώρα, όμως, το ίδιο αυτό δεδομένο, το ότι δηλαδή δεν είναι νέος και άγνωστος, έχει και την αρνητική ανάγνωση, σύμφωνα με την οποία η κοινή γνώμη, δηλαδή η ευρύτερη κοινωνία πέρα από τον στενό πυρήνα όσων ψήφισαν στην εσωκομματική κάλπη, δεν τρέφει μεγάλες προσδοκίες για το πρόσωπο του.

Υπό αυτή το πρίσμα, ο Νίκος Ανδρουλάκης μπορεί να αναβαπτίστηκε στην εσωκομματική κάλπη, αλλά, κακά τα ψέματα, πρόκειται για μια αναβάπτιση που δεν του παρείχε ούτε την παραμικρή παράταση στη μηδενική περίοδο χάριτος που ούτως ή άλλως διέθετε εξαιτίας του ότι σε τελευταίες εκλογικές αναμετρήσεις δεν κατάφερε… «να σπάσει το ταβάνι» που εμποδίζει το ΠΑΣΟΚ να ξαναγίνει κόμμα εξουσίας και να προβάλλει ως αξιόμαχη εναλλακτική δύναμη ικανή να αναλάβει την ευθύνη για τη διακυβέρνηση της χώρας.

Στις βουλευτικές εκλογές του 2023 δεν εκμεταλλεύτηκε την καθίζηση του ΣΥΡΙΖΑ, ενώ στις ευρωεκλογές του 2024 δεν επωφελήθηκε από την σημαντική υποχώρηση της Νέας Δημοκρατίας. Η μικρή έως αμελητέα αύξηση της εκλογικής δύναμης την οποία πέτυχε δεν δικαίωσε τις προσδοκίες που είχαν δημιουργηθεί όταν εξελέγη πρώτη φορά στην ηγεσία του ΠΑΣΟΚ. Και ακριβώς γι΄ αυτό, τώρα που επανεξελέγη, η θέση του κ. Ανδρουλάκη είναι πολύ δύσκολη, δυσκολότερη από κάθε άλλη φορά.

Από σήμερα κιόλας και με ορίζοντα τις επόμενες εκλογές, που κανείς δεν μπορεί να είναι σίγουρος πότε θα προκηρυχθούν, ο αρχηγός του ΠΑΣΟΚ τελεί υπό καθεστώς καθημερινής αξιολόγησης. Με δεδομένη την προϊούσα διάλυση του ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος αποκλείεται να αποφύγει και νέες διασπάσεις, σε κάθε δημοσκόπηση που θα βλέπει το φως της δημοσιότητας το επόμενο διάστημα, το βασικό εύρημα στο οποίο θα στρέφουν την προσοχή τους οι αναλυτές και θα ενδιαφέρει τους πολίτες δεν θα είναι άλλο από το πόσο ανοίγει ή κλείνει η ψαλίδα ανάμεσα στην κυβερνώσα Νέα Δημοκρατία και στο κόμμα του Νίκου Ανδρουλάκη.

Ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ μπορεί να υπερασπίστηκε επιτυχώς την καρέκλα του στην εσωκομματική κάλπη, αλλά αν θέλει να τη διατηρήσει πρέπει το γρηγορότερο να λάβει γενναίες πρωτοβουλίες προς πολλές κατευθύνσεις:

*Να πάψει, πρώτον, να λειτουργεί με την «ενός ανδρός αρχή» και να αξιοποιήσει ένα από τα σοβαρά πλεονεκτήματα του κόμματός του που είναι ότι διαθέτει πολλά αξιόλογα στελέχη. Η διανομή ρόλων και γενικά η αξιοποίηση των ανθυποψηφίων του, αλλά και όχι μόνον αυτών, αποτελεί συνθήκη εκ των ων ουκ άνευ.

*Να εγκαταλείψει, δεύτερον, την περιχαράκωση στο γερασμένο εκλογικό σώμα που ψηφίζει ΠΑΣΟΚ και να ανοιχθεί σε ευρύτερες κοινωνικές δυνάμεις και κυρίως στις νεότερες γενιές οι οποίες δεν δελεάζονται από τη νοσταλγία του παρελθόντος, όταν δεν τους εκνευρίζει κιόλας επειδή θεωρούν ότι εκείνοι καλούνται να πληρώσουν τα σπασμένα από την κραιπάλη στην οποία δεν συμμετείχαν.

*Να προχωρήσει, τρίτον, στην επεξεργασία και στην παρουσίαση προς τους πολίτες ενός εφαρμόσιμου κυβερνητικού προγράμματος με ρεαλιστικές προτάσεις που να ανταποκρίνονται στη σημερινή κοινωνική πραγματικότητα και να μην επηρεάζονται από τις σειρήνες του εύκολου λαϊκισμού.

Κάποιοι παρατήρησαν ότι ο Νίκος Ανδρουλάκης σταμάτησε να εμφανίζεται συνεχώς θυμωμένος και άρχισε να χαμογελά. Απέδωσαν αυτή την αλλαγή στα μαθήματα που πήρε από τους επικοινωνιολόγους που τον συμβουλεύουν. Μένει να φανεί αν πήρε και τα υπόλοιπα μαθήματα ώστε να τον δούμε να αλλάζει και στα πιο ουσιώδη ζητήματα της πολιτικής του παρουσίας.

Δύσκολα, αλλά ίσως ποτέ δεν είναι αργά!

Παρασκευή 11 Οκτωβρίου 2024

Από τους αρνητές της πανδημίας φθάσαμε στους αρνητές των… τυφώνων


              Με αφορμή τον τυφώνα «Μίλτον» που χτύπησε τα προηγούμενα 24ωρα την Φλόριντα των Ηνωμένων Πολιτειών, οι απανταχού της υφηλίου «ψεκ» απέκτησαν το καινούργιο τους ίνδαλμα που είναι ο λεγόμενος «υπολοχαγός Νταν» ο οποίος αγνοώντας τις προειδοποιητικές εκκλήσεις των αρχών παρέμεινε εντός του ιστιοφόρου του που ήταν δεμένο στον κόλπο της Τάμπα.

                «Μούφα ο τυφώνας», «σκηνοθετημένος ο Μίλτον», «κινδυνολογούν για να κερδίσει η Κάμαλα Χάρις τις εκλογές του Νοεμβρίου», «δεν έκανε τίποτε ο Μπάιντεν για να μας προστατεύσει επειδή ξόδεψε όλα τα λεφτά για τους μετανάστες», απεφάνθη ένα μεγάλο μέρος του κοινού το οποίο παρακολουθούσε από την ασφάλεια του καναπέ του τη live streaming μετάδοση στο Tik tok που έκανε μέσα από την καμπίνα του σκάφους τους ο ιδιόρρυθμος αυτός ναυτάνθρωπος. Ο οποίος, χάρις στην παράλογη ανυπακοή του, κέρδισε μεγάλη δημοσιότητα μεταξύ των αρνητών της λογικής που τα τελευταία χρόνια αυξάνονται και πληθύνονται σε όλα τα μήκη και τα πλάτη του πλανήτη.

                Το γεγονός ότι ο συγκεκριμένος τυφώνας δεν ήταν εν τέλει τόσο καταστροφικός όσο προέβλεπαν οι αρχικές προγνώσεις των ειδικών επιστημόνων, κάνει ορισμένους να παραβλέπουν συνειδητά ότι οι επιπτώσεις θα ήταν πολύ πιο καταστροφικές αν οι αρχές δεν είχαν λάβει προληπτικά μέτρα και δεν καλούσαν τον κόσμο να απομακρυνθεί από τις περιοχές που ήταν πιθανό να πλήξει. Είναι τέτοια μάλιστα η διαστροφή της πραγματικότητας που αγνοούν ότι, παρά τα μέτρα, κάποιοι συνάνθρωποι μας έχασαν τη ζωή τους, πολύ περισσότεροι είδαν τις περιουσίες τους να καταστρέφονται και εκατομμύρια νοικοκυριά ταλαιπωρήθηκαν μένοντας για μικρότερο ή μεγαλύτερο διάστημα χωρίς ηλεκτρισμό.   

Διαβάζοντας τα επικριτικά σχόλια όσων ανακαλύπτουν σκοπιμότητες πίσω από κάθε προειδοποίηση των αρχών για επερχόμενους κινδύνους από φυσικές καταστροφές, μου έρχονται κατά νου οι τερατολογίες που -μην μου πείτε ότι τις ξεχάσατε;- ακούγονταν τους πρώτους μήνες μετά το ξέσπασμα της πανδημίας του κορωνοϊού. Για τις… κούκλες που ενταφιάζονταν και τους συγγενείς των νεκρών που παρίσταναν ψευδώς τους τεθλιμμένους επειδή τους επιδοτούσε η… νέα τάξη πραγμάτων που ήθελε να κάνει κοινωνικό πείραμα με τα lockdown. Αλλά και διότι στόχευε να μας φυτέψει με τα εμβόλια και τις μάσκες τσιπάκια ώστε να μας αποσπάσει τα προσωπικά δεδομένα που εμείς στο μεταξύ εκθέταμε οικειοθελώς στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.          

                Ο ανορθολογισμός, η συνωμοσιολογία και ο λαϊκισμός είναι πολύ παλαιά φαινόμενα τα οποία αιώνες τώρα αντιστρατεύονται τις λογικές και επιστημονικές εξηγήσεις των όσων συμβαίνουν γύρω μας. Από τις δικές μας λιτανείες κατά της ανομβρίας, που τις βλέπουμε να γίνονται ακόμη και το 2024, έως τους χορούς της βροχής, ένα έθιμο που ακολουθούσαν πολλοί αρχαίοι λαοί, από την Αίγυπτο των Φαραώ έως τους Ινδιάνους της Αμερικής, οι άνθρωποι κατέφευγαν στη μεταφυσική για να ερμηνεύσουν και να ξορκίσουν τα μετεωρολογικά φαινόμενα.

Η αλήθεια είναι ότι μέχρι πριν από μερικές δεκαετίες, η πρόγνωση του καιρού είχε πολύ μεγάλες αβεβαιότητες, καθώς βασιζόταν στην παρατήρηση και στη μνήμη, πλην, όμως, αδυνατούσε να προβλέψει τις ακραίες και απότομες αλλαγές των μετεωρολογικών συνθηκών που ήταν ζωτικής σημασίας για τη γεωργική παραγωγή, τα εμπορικά ταξίδια, τη ναυσιπλοΐα, αλλά και τις πολεμικές αναμετρήσεις. Ο Πέρσης βασιλιάς Ξέρξης θεώρησε σωστό να μαστιγώσει τη θάλασσα όταν στο πέρασμα του Ελλήσποντου μια αναπάντεχη καταιγίδα κατέστρεψε ένα μέρος του στόλου του.  

Η πρώτη απόπειρα για να δημιουργηθούν προγνωστικά μοντέλα ήταν τα αποκαλούμενα «μερομήνια», ένα πρωτόλειο σύστημα πρόγνωσης του καιρού που λάμβανε υπόψη όσα συμβαίνουν τις πρώτες ημέρες του Αυγούστου, όπως το πως κινούνται τα σύννεφα, πως πετούν τα πουλιά, πως φυσά ο άνεμος, και εν γένει παρατηρήσεις που από κάποιους αυτόκλητους ειδικούς θεωρούνταν καλοί ή κακοί οιωνοί.

Χρειάστηκε να αναπτυχθεί η επιστήμη των υπερυπολογιστών, στους οποίους διοχετεύθηκε ένας πολύ μεγάλος όγκος δεδομένων από τις καιρικές συνθήκες που επικράτησαν επί σειρά πολλών ετών, για να δημιουργηθούν τα σύγχρονα προγνωστικά μοντέλα. Μοντέλα τα οποία μας δίνουν τη δυνατότητα να ανοίγουμε τους προσωπικούς μας υπολογιστές και τα κινητά μας τηλέφωνα και να έχουμε μια σχετικά αξιόπιστη εικόνα για τις  μετεωρολογικές συνθήκες της περιοχής μας ή οποιασδήποτε άλλης σε χρονικό βάθος περίπου δέκα ημερών.

Στο ερώτημα, ωστόσο, αν οι μετεωρολογικές προγνώσεις είναι ακριβείς, η προφανής απάντηση είναι η εξής: ναι, εφόσον υπάρχουν συναφή δεδομένα. Διότι, για παράδειγμα, όταν εκδηλώνεται ένα τόσο ισχυρό καιρικό φαινόμενο, όσο ήταν εκείνο του «Dianel» που έπληξε την Θεσσαλία στις 4 Σεπτεμβρίου 2023, δεν μπορεί να γίνει εφικτή η πρόβλεψή του από τη στιγμή που δεν υπάρχουν προηγούμενα αντίστοιχα στοιχεία.

Η κλιματική κρίση, εξάλλου, που τα τελευταία χρόνια γίνεται ολοένα και πιο απειλητική, δυσκολεύει εκτός από την καθημερινότητα όλων μας και τις δυνατότητες τις οποίες έχει η παγκόσμια επιστημονική κοινότητα για να κάνει προβλέψεις που να επιβεβαιώνονται. Σε αυτή ακριβώς την εγγενή δυσκολία επενδύουν οι κάθε λογής αρνητές της λογικής για να στηρίξουν το αφήγημα της αμφισβήτησης της επιστημονικής γνώσης και των εργαλείων που αυτή χρησιμοποιεί.

Στα καθ΄ ημάς βιώνουμε συχνά πυκνά την κριτική επειδή το «112» ηχεί συχνότερα αφότου αποδεικνύεται ότι ελλοχεύει πραγματικός κίνδυνος. Μου συνέβη προσωπικά τις προηγούμενες μέρες όταν, ενώ κινούμουν στην λεωφόρο Κηφισίας στην Αθήνα, έλαβα στο κινητό μου προειδοποιητικό μήνυμα για φωτιά που είχε εκδηλωθεί σε ακατοίκητο κτήριο στον Πειραιά και εξαιτίας της είχε προκληθεί καπνός που ήταν επικίνδυνος για την ανθρώπινη υγεία.

Όπως και στη Φλόριντα που δεν επιβεβαιώθηκαν τα χειρότερα σενάρια, σε τέτοιες περιπτώσεις προκύπτει το ερώτημα για το τι είναι προτιμότερο: Να δεχόμαστε μηνύματα ακόμη και όταν η απειλή για την υγεία ή τη ζωή μας δεν επιβεβαιώνεται; Ή οι αρχές να περιμένουν πρώτα να έρθουν τα χειρότερα και κατόπιν να δρουν καλώντας τους πολίτες να απομακρυνθούν από τις περιοχές που ελλοχεύουν κίνδυνοι;

Για τους λογικούς ανθρώπους νομίζω ότι δεν υπάρχει δίλημμα. Είναι προτιμότερο να λάβουν μέτρα προφύλαξης από απειλές που δεν επιβεβαιώνονται παρά να βρεθούν αντιμέτωποι με έναν κίνδυνο για τον οποίο δεν είχαν προειδοποιηθεί. Για τους αρνητές της λογικής και άρα και των… τυφώνων, τα πράγματα είναι αλλιώς.

Αν μάλιστα, όπως είναι και το πιθανότερο, ψηφίζουν τον Ντόναλντ Τραμπ, θα εμπνέονται από τον «υπολοχαγό Νταν» και θα παραμένουν ατάραχοι (;) μέσα στα ιστιοφόρα τους…

Δευτέρα 7 Οκτωβρίου 2024

Τα ανακλαστικά των φίλων του ΠΑΣΟΚ έδειξαν προτίμηση στη σταθερότητα

                Όποιος είδε, είτε δια ζώσης, είτε μέσα από τα τηλεοπτικά πλάνα, εικόνες από τις εσωκομματικές εκλογές του ΠΑΣΟΚ είναι βέβαιο ότι δεν εξεπλάγη από το αποτέλεσμα που έβγαλαν οι κάλπες και κατά βάση από το προβάδισμα που πήρε ο Νίκος Ανδρουλάκης.

                Αναμφίβολα, η μεγάλη πλειονότητα των περισσότερων από τις 300 χιλιάδες ανθρώπους που προσήλθαν μαζικά και περίμεναν υπομονετικά στις ουρές για να εκλέξουν τον επόμενο αρχηγό του κόμματος το οποίο φιλοδοξεί να αποτελέσει την εναλλακτική πολιτική δύναμη για τη διεκδίκηση της διακυβέρνησης, ήταν άτομα μεγάλης ηλικίας.

Άτομα που δεν χρειαζόταν να είναι κάποιος κοινωνιολόγος για να διαπιστώσει ότι τα κυρίαρχα στοιχεία που τους κινητοποίησαν ήταν, αφενός, η νοσταλγία για ένα παρελθόν ευημερίας που οι συγκεκριμένες γενιές βίωσαν και απόλαυσαν επί των ημερών που κυβέρνησε το ΠΑΣΟΚ, και, αφετέρου, το γεγονός ότι, λόγω κυρίως της ηλικίας τους, δεν αρέσκονται στις απότομες αλλαγές και στις ανατροπές καθώς είναι θιασώτες των σταθερών και προβλέψιμων καταστάσεων.

Κακά τα ψέματα, ο Νίκος Ανδρουλάκης, παρότι απείχε χθες πάνω από επτά μονάδες από την προ τριετίας αντίστοιχη επίδοσή του (29,64%, έναντι 36,88% που συγκέντρωσε στην αντίστοιχη κάλπη τον Δεκέμβριο του 2021), απεδείχθη ότι ήταν εκείνος που πληρούσε περισσότερο από όλους τους άλλους υποψηφίους  αρχηγούς τα συγκεκριμένα κριτήρια. Και έτσι εξηγείται η επικράτησή του στον πρώτο γύρο απέναντι σε συνδιεκδικητές που αποτελεί «ιεροσυλία» να συγκρίνονται με ιστορικούς ηγέτες του χώρους, όπως ο Ανδρέας Παπανδρέου και -γιατί όχι;- ο Κώστας Σημίτης.

Οι επιδόσεις των πέντε ανθυποψηφίων του κ. Ανδρουλάκη δείχνουν ότι το εκλογικό σώμα των μελών, οπαδών και φίλων του ΠΑΣΟΚ δεν πείσθηκε από κάποια άλλη εναλλακτική πρόταση για την ηγεσία της Χαριλάου Τρικούπη, όσο και αν οι αντίπαλοί του αντιτείνουν ότι επτά στους δέκα ζήτησε αλλαγή ηγεσίας. Το οριακό πλασάρισμα στη δεύτερη θέση που πέτυχε ο δήμαρχος Αθηναίων Χάρης Δούκας, ο οποίος με βραχεία κεφαλή υπερσκέλισε τον αξιόμαχο, όπως απεδείχθη, Παύλο Γερουλάνο, αλλά και την εξίσου μαχητική Άννα Διαμαντοπούλου, δεν δείχνει να προβάλει ως σοβαρή απειλή για την καρέκλα του νυν προέδρου του ΠΑΣΟΚ.

Υπό αυτή τη συνθήκη, ορισμένοι έσπευσαν ήδη από το βράδυ της Κυριακής να προδικάσουν ότι το αποτέλεσμα της κάλπης στο ΠΑΣΟΚ ήταν ευνοϊκό για τη σημερινή κυβέρνηση. Διότι, κατά την εκτίμησή τους, όποιος και αν εκλεγεί στην αναμέτρηση της προσεχούς Κυριακής ανάμεσα στον κ. Ανδρουλάκη και στον κ. Δούκα, το αποτέλεσμα θα είναι ευνοϊκό για το σχέδιο του Κυριάκου Μητσοτάκη να διεκδικήσει και να πετύχει, για πρώτη φορά στα μεταπολιτευτικά χρονικά, τρίτη συνεχόμενη κυβερνητική θητεία, όπως άφησε να διαφανεί ο πρωθυπουργός στην ομιλία που εκφώνησε την περασμένη Παρασκευή στην εκδήλωση για τα πεντηκοστά γενέθλια της ΝΔ.

Η ζωή, ωστόσο, έχει αποδείξει ότι οι πολιτικές εξελίξεις δεν είναι σχεδόν ποτέ ευθύγραμμες. Τουναντίον επηρεάζονται από τη δυναμική των πραγμάτων, η οποία με τη σειρά της καθορίζεται από την πολυπλοκότητα των κοινωνικών, οικονομικών και πολιτικών καταστάσεων που κάθε φορά διαμορφώνονται. Για παράδειγμα, μπορεί ο Νίκος Ανδρουλάκης να βγήκε αποδυναμωμένος από τη χθεσινή ψηφοφορία, ωστόσο συνολικά το ΠΑΣΟΚ ενδυναμώθηκε από την εσωκομματική αναμέτρηση για την ηγεσία, εξαιτίας του υψηλού αισθήματος προσήλωσης στις επιταγές της δημοκρατικής ευθύνης και του πολιτικού πολιτισμού που επέδειξαν όλοι οι υποψήφιοι αρχηγοί καθ’  όλη την προεκλογική περίοδο.

Με αποκορύφωμα τις δηλώσεις που έγιναν μετά τα αποτελέσματα της κάλπης τόσο από τους νικητές όσο και από τους ηττημένους της αναμέτρησης, τα στελέχη του ΠΑΣΟΚ απέδειξαν ότι αξίζουν την ολοένα και πιο αυξημένη εμπιστοσύνη που τους δείχνει η ελληνική κοινωνία ιδιαίτερα το τελευταίο διάστημα που είναι συντριπτική η σύγκριση η οποία μοιραία γίνεται με τα όσα κωμικοτραγικά εκτυλίσσονται στον ΣΥΡΙΖΑ.

Μετά την υπερδεκαετή δοκιμασία της μνημονιακής περιπέτειας μια σημαντική μερίδα των Ελλήνων πολιτών φαίνεται να έχει συνειδητοποιήσει την ανάγκη να γυρίσουμε την πλάτη στις γοητευτικές Σειρήνες του λαϊκισμού και να αντιμετωπίσουμε κατάματα την πολύπλοκη πραγματικότητα που μας περιβάλει. Μια πραγματικότητα η οποία δεν μπορεί να εκφράζεται μονοδιάστατα από έναν πολιτικό πόλο. Εξάλλου, όλες οι σύγχρονες κοινοβουλευτικές δημοκρατίες χρειάζονται εναλλακτικές κυβερνητικές εφεδρείες.

Στην παρούσα συγκυρία, το ΠΑΣΟΚ αποτελεί τη μόνη πολιτική δύναμη της αντιπολίτευσης που πληροί τις προϋποθέσεις για να ασκήσει αυτόν τον ρόλο. Αν μάλιστα ισχύσουν στην πράξη τα ενωτικά μηνύματα που εξέπεμψαν όλοι οι υποψήφιοι αρχηγοί του μετά τα αποτελέσματα της πρώτης κάλπης και αγωνιστούν πράγματι από κοινού για να παρουσιάσουν εναλλακτική προγραμματική πρόταση για την διακυβέρνηση, τότε οι προοπτικές που διανοίγοντα είναι δίχως αμφιβολία με το μέρος τους.

Άλλωστε, με όλα τα στραβά και τα ανάποδα που είχε η μέχρι πρότινος αρχηγική θητεία του κ. Ανδρουλάκη, το αίτημα για σταθερότητα που διατύπωσαν με την ετυμηγορία τους οι ψηφοφόροι που προσήλθαν στη χθεσινή κάλπη του ΠΑΣΟΚ συνάδει απόλυτα με τα προτάγματα που έχει στη σημερινή εποχή η ελληνική κοινωνία.

Διότι, μπορεί η πλειονότητα των ψηφοφόρων που προσήλθαν στην εσωκομματική εκλογική διαδικασία του ΠΑΣΟΚ να ήταν πράγματι από τις μεγαλύτερες ηλικίες, πλην, όμως, και οι νεότερες γενιές, που είναι κατά τεκμήριο φορείς της αλλαγής, προτιμούν τη σταθερότητα από την αβεβαιότητα. Και απλώς περιμένουν εκείνον που θα τις πείσει να μην καταφεύγουν την αποχή, όπως κάνουν όλο και συχνότερα στις κάλπες των τελευταίων χρόνων.

Παρασκευή 4 Οκτωβρίου 2024

Η ερήμωση και ο υδροκεφαλισμός δεν απειλούν μόνον τον Έβρο

 

Στη φτωχότερη Περιφέρεια της ελληνικής επικρατείας, η οποία συμβαίνει να είναι συνάμα και εκείνη που κατέχει  το εθνικό -και ενδεχομένως και πανευρωπαϊκό- ρεκόρ των απευθείας αναθέσεων, τον περασμένο μήνα έκλεισαν τριάντα τρεις σχολικές μονάδες: 13 δημοτικά και 20 νηπιαγωγεία.

Η πλειονότητα των σχολείων στα οποία δεν θα ξαναχτυπήσει κουδούνι ήταν σε ορεινά και ημιορεινά χωριά και η επίσημη δικαιολογία για το λουκέτο που μπήκε ήταν «έλλειψη μαθητικού δυναμικού», τρεις λέξεις που ευσχήμως χρησιμοποιήθηκαν για να χρυσωθεί το χάπι της ασυγκράτητης δημογραφικής κατάρρευσης στην οποία πορεύεται η χώρα και της χωρίς ιστορικό προηγούμενο ερημοποίησης που απειλεί το μεγαλύτερο τμήμα της ελληνικής ενδοχώρας.

Για όποιον ενδεχομένως δεν κατάλαβε ποια είναι η Περιφέρεια που περιγράφω, σπεύδω να διευκρινίσω ότι είναι η Ήπειρος, η οποία εδώ και πολλά χρόνια βουλιάζει στη φτώχεια διοικούμενη από την «ενός ανδρός αρχή» που έχει εγκαταστήσει ο… αιώνιος «τοπάρχης» της Αλέξανδρος Καχριμάνης. Ο οποίος για τους μη γνωρίζοντες διατελεί περιφερειάρχης από την εγκαθίδρυση του θεσμού το 2010 και, όντας νωρίτερα αλληλοδιαδόχως δήμαρχος Μετσόβου και νομάρχης Ιωαννίνων, έχει καταφέρει να συγκεντρώσει στα χέρια του εξουσία και δύναμη που κανείς άλλος δεν είχε μετά τον περιώνυμο Αλή Πασά.

Σε αντίθεση, όμως, με τον αλήστου μνήμης Αλή, επί των ημερών του οποίου η Ήπειρος βρισκόταν στο προσκήνιο και «τα Γιάννενα ήταν πρώτα στα άρματα, στα γρόσια και στα γράμματα», στην εποχή του Καχριμάνη το μόνο που την κάνει να ξεχωρίζει είναι οι αποφάσεις του περιφερειάρχη για κάθε είδους απευθείας ρουσφετολογικές αναθέσεις έργων και προμηθειών σε ημέτερους και κάθε λογής κολλητούς. Από δημοσιεύματα, εξάλλου, στον φιλοκυβερνητικό Τύπο έγινε τις προηγούμενες ημέρες ευρύτερα γνωστό αυτό που στην Ήπειρο αποτελεί κοινό μυστικό: ότι, δηλαδή, καμία δουλειά δεν γίνεται αν ο ενδιαφερόμενος δεν περάσει από το γραφείο του περιφερειάρχη.   

Υπό αυτή την έννοια, όσοι γνωρίζουν πρόσωπα και καταστάσεις είναι βέβαιο ότι δεν εντυπωσιάστηκαν από το γεγονός ότι χωρίς την παραμικρή συστολή ο σύγχρονος «τοπάρχης» της Ηπείρου έφθασε μέχρι του σημείου να προβλέψει ειδική αυξημένη αμοιβή για κάποιον -του κύκλου του προφανώς- ο οποίος θα έχει ως καθήκον να σβήνει τα φώτα του κτηρίου της Περιφέρειας.

Ανοίγω εδώ μια παρένθεση για να επισημάνω ότι οι οικονομολόγοι της ανάπτυξης όταν ερωτώνται γιατί κάποιες χώρες είναι πλούσιες και κάποιες άλλες φτωχές υποδεικνύουν το συγκριτικό παράδειγμα δύο από τις πλέον πετρελαιοπαραγωγές χώρες του πλανήτη που είναι η Νορβηγία και η Νιγηρία. Ποια είναι η διαφορά που κατατάσσει την μεν πρώτη στις πλούσιες χώρες, τη δε δεύτερη στις πλέον πάμφτωχες; Η απρόσκοπτη λειτουργία των θεσμών και η απουσία κρουσμάτων διαφθοράς, φαινόμενα που στη μια χώρα ισχύουν και στην άλλη όχι, απαντούν οι ειδικοί.

Κατ΄ αναλογίαν, λοιπόν, αν όλα αυτά τα χρόνια λειτουργούσαν στην Ήπειρο οι θεσμοί μιας ευνομούμενης Πολιτείας, θα αρκούσε ίσως μόνον ένα μέρος από τον πακτωλό των εκατομμυρίων που έχουν διατεθεί για τις αναρίθμητες αποφάσεις των ρουσφετολογικών απευθείας αναθέσεων του περιφερειάρχη για να επιδοτηθεί η παραμονή κατοίκων στα Τζουμέρκα, στη Μουργκάνα, στην Κόνιτσα, στα Ζαγοροχώρια, στα χωριά της Άρτας και της Πρέβεζας που χρόνο με τον χρόνο τα εγκαταλείπονται από τον πληθυσμό τους και ερημώνουν.

Τον δρόμο, άλλωστε, τον έδειξε η υπουργός Κοινωνικής Συνοχής και Οικογένειας Σοφία Ζαχαράκη η οποία μόλις χθες ανακοίνωσε οικονομικά κίνητρα -ενίσχυση έως 10.000 ευρώ- για 1.000 ωφελούμενους που θα εγκατασταθούν μόνιμα σε χωριά των τριών ακριτικών δήμων της περιφερειακής ενότητας Έβρου, όπου τα τελευταία χρόνια καταγράφεται δραματική μείωση του πληθυσμού τους, που, όταν δεν μεταναστεύει, συνωστίζεται στην κοντινή μεγάλη πόλη που, εν προκειμένω, είναι η πρωτεύουσα Αλεξανδρούπολη.

Δυστυχώς, το πρόβλημα της ερήμωσης της υπαίθρου και της υδροκεφαλικής συγκέντρωσης των τοπικών πληθυσμών στις κοντινότερες μεγάλες πόλεις δεν περιορίζεται μόνον στις βόρειες περιοχές του Έβρου. Το συναντάμε όλο και πιο έντονο σε ολόκληρη τη χώρα, από την Ήπειρο και τη Θεσσαλία έως τη Μακεδονία, την ορεινή Πελοπόννησο και την ορεινή Κρήτη.

Για οικονομικούς αλλά και κοινωνικούς λόγους, που έχουν σχέση με την δυσκολία για εξεύρεση εργασίας, αλλά και με το ευρύτερο αίσθημα της ανασφάλειας για θέματα Υγείας και Παιδείας, τα χωριά μετατρέπονται σε αραιοκατοικημένους οικισμούς και οι περισσότερες πόλεις σε κωμοπόλεις. Εξαίρεση αποτελούν μόνον τα μεγάλα αστικά κέντρα που γίνονται όλο και μεγαλύτερα, ιδίως όταν διαθέτουν νοσοκομειακές και άλλες υποδομές.    

Πρόσφατα έγινε μεγάλο θέμα στα μέσα ενημέρωσης το γεγονός ότι, κόντρα στο ρεύμα, μια πολύτεκνη οικογένεια ανταποκρίθηκε σε αγγελία που εξέδωσαν οι φορείς του χωριού Φουρνά της Ευρυτανίας και η εγκατάστασή της εκεί απέτρεψε το κλείσιμο του σχολείου.

Κάτι αντίστοιχο, αλλά χωρίς την ανάλογη δημοσιότητα, έγινε το ίδιο διάστημα και στην ιστορική Καρύταινα της Αρκαδίας, όπου μετά πολλών (γραφειοκρατικών) βασάνων και κόπων μετακινήθηκε από άλλη περιοχή της χώρας μια οικογένεια κτηνοτρόφων και τα τέσσερα παιδιά της έδωσαν παράταση ζωής στο σχολείο του χωριού που είχε μείνει με μόλις επτά μαθητές.

Η συζήτηση για την λεγόμενη «αποκέντρωση» έχει γίνει πολλές φορές τις τελευταίες δεκαετίες. Πλην, όμως, οι προσπάθειες που έγιναν για να λάβει σάρκα και οστά απεδείχθησαν ατελέσφορες. Την ίδια πιθανότατα κατάληξη θα έχουν και οι πρόσφατες κυβερνητικές εξαγγελίες που περιορίζονται στον Έβρο, ενώ το πρόβλημα που αντιμετωπίζει η χώρα είναι πολύ μεγαλύτερο και αποτελεί υποσύνολο του τεράστιου δημογραφικού ζητήματος το οποίο απειλεί με συρρίκνωση και αφανισμό την εθνική αυθυπαρξία μας.

Αυτό μας αξίζει άραγε;

Παρασκευή 27 Σεπτεμβρίου 2024

Σχολεία για γονείς κατά της νεανικής παραβατικότητας


Οι αριθμοί, εφόσον δεν έχει γίνει κάποιο τραγικό λάθος στην καταγραφή τους, είναι αδιανόητα συγκλονιστικοί και ειλικρινά δεν βρίσκω άλλο επίθετο για να χαρακτηρίσω τα στοιχεία σύμφωνα με τα οποία το πρώτο οκτάμηνο του 2024 ο αριθμός των ανήλικων που συνελήφθησαν από την Ελληνική Αστυνομία έφτασε τους 8.978 και ήταν αυξημένος κατά 46% σε σχέση με το αντίστοιχο περυσινό διάστημα.

Με άλλα λόγια, κάθε μέρα οι αστυνομικές αρχές της χώρας προχωρούν στη σύλληψη 37 μαθητών δημοτικού, γυμνασίου ή λυκείου, οι οποίοι έρχονται  αντιμέτωποι με κατηγορητήρια για υποθέσεις ναρκωτικών, ξυλοδαρμούς, ληστείες, κλοπές, διαρρήξεις και άλλα αδικήματα. Από μια πρώτη ματιά, η ΕΛ.ΑΣ. «κάνει τη δουλειά της» που -με τη στενή έννοια του όρου- είναι να δρα κατασταλτικά έναντι των κρουσμάτων παραβατικότητας, συλλαμβάνοντας τους δράστες και παραπέμποντάς τους στη Δικαιοσύνη. 

Όταν, όμως, η νεανική παραβατικότητα παίρνει αυτή την έκταση, εύλογα νομίζω ότι κάθε εχέφρων άνθρωπος αναρωτιέται αν η λύση μπορεί να δοθεί μόνον με την αστυνομική καταστολή. Τα στοιχεία, άλλωστε, της χρόνο με τον χρόνο ραγδαίας αύξησης των συλλήψεων δείχνουν μάλλον ότι τα κατασταλτικά μέτρα κάθε άλλο παρά λειτουργούν αποτελεσματικά για την αναχαίτιση του συγκεκριμένου πολύπλοκου κοινωνικού φαινομένου.

Δεν είναι λίγοι οι ειδικοί που αποδίδουν την έξαρση των κρουσμάτων βίας στις συνθήκες υπό τις οποίες μεγαλώνουν τα νέα παιδιά της εποχής μας. Είναι τα παιδιά τα οποία εξ απαλών ονύχων βρέθηκαν, πριν καν σταθούν στα πόδια τους, να κρατούν μια οθόνη στα χέρια τους. Και αυτό σε πείσμα του ότι οι παιδίατροι σε όλον τον κόσμο υπογραμμίζουν ότι  με τα παιδιά δεν πρέπει να έρχονται καθόλου σε επαφή με τις οθόνες μέχρι να γίνουν δύο ετών, αλλά και αργότερα που θα πρέπει να επιβάλλονται χρονικοί περιορισμοί στην ενασχόληση των παιδιών με τον ψηφιακό κόσμο.

Νομίζω ότι όλοι έχουμε γίνει μάρτυρες της ανακλαστικής κίνησης με την οποία πολλοί γονείς, όταν θέλουν να συγκεντρωθούν σε μια δουλειά, δίνουν στο παιδί τους, που μπορεί να γίνει ακόμη βρέφος, το κινητό τηλέφωνο ή το τάμπλετ για να παίξει. Όπως έχουμε δει επίσης με πόσο πάθος προσηλώνονται στις οθόνες παιδιά προεφηβικής και εφηβικής ηλικίας που παίζουν ανταγωνιστικά παιχνίδια που περιέχουν σκηνές βίας.    

Τα πρόσφατα απανωτά κρούσματα ακραίας βίας με πρωταγωνιστές αλλά και θύματα νέα παιδιά έδειξαν ότι η νεανική παραβατικότητα δεν παρατηρείται μόνον σε υποβαθμισμένες περιοχές και ούτε αφορά αποκλειστικά τις «διαλυμένες» οικογένειες, όπως ήθελαν τα κλασσικά στερεότυπα στα οποία συχνά καταφεύγουμε για να ξορκίσουμε το «κακό». Το οποίο, ίσως και εξ αυτού, γίνεται ολοένα και πιο απειλητικό, καθώς δεν θέλουμε να αναγνωρίσουμε ότι τα 10.000 παιδιά, που υπολογίζεται ότι θα συλληφθούν συνολικά φέτος, είναι τα δικά μας παιδιά.

Αναμφίβολα, το πρόβλημα της νεανικής παραβατικότητας είναι σύνθετο και με τις διαστάσεις τις οποίες έχει λάβει πλέον δεν μπορεί να παρακάμπτεται με υπεκφυγές του τύπου «το δικό μου το παιδί δεν είναι τέτοιο…» που προβάλλονται ακόμη και από γονείς που καλούνται στο αστυνομικό τμήμα εξαιτίας «κατορθωμάτων» των βλασταριών τους. Την ίδια ώρα φαντάζει πολύ δύσκολος ο επιμερισμός της ευθύνης ανάμεσα στην οικογένεια, στη σχολική κοινότητα και στην οργανωμένη Πολιτεία που έχουν το καθήκον και την υποχρέωση να αναλάβουν προληπτική δράση.

Όλοι έχουμε υπάρξει παιδιά και, παρόλο που οι μεγαλύτερης ηλικίας Έλληνες μεγαλώσαμε σε συνθήκες που ήταν σε εντελώς διαφορετικές από τις σημερινές, πρέπει να αναγνωρίσουμε τη δύσκολη θέση των γονέων που μεγαλώνουν παιδιά στις μέρες μας. Τα παραδοσιακά γονεϊκά πρότυπα της τιμωριτικής αυστηρότητας έχουν καταρρεύσει, ενώ και η διάδοχη κατάσταση της ελευθεριότητας δεν απέδωσε τα προσδοκώμενα. Με αποτέλεσμα ο γονέας του σήμερα να ψάχνεται και να μη βρίσκει έρμα.

Εξάλλου, το μόνο βέβαιο είναι ότι στον σημερινό πολυσύνθετο κόσμο για να μπορέσει να ανταποκριθεί κάποιος στον ρόλο του γονέα πρέπει να διαθέτει τις δεξιότητες ενός αποτελεσματικού μάνατζερ, ο οποίος καλείται, εκτός από γεννήτορας, που προσφέρει αγάπη και κατανόηση άνευ ορίων, να αποτελέσει ταυτόχρονα παράδειγμα προς μίμηση, καθοδηγητής και μέντορας, αλλά και να είναι εκπαιδευτής και θεραπευτής που να μπορεί να κατανοεί και να ικανοποιεί τις ψυχολογικές και άλλες ανάγκες του/ων τέκνου/ων του. 

Κακά τα ψέματα, ο ρόλος του γονέα είναι ασυγκρίτως πιο δύσκολος από εκείνον του σχολείου και της Πολιτείας. Χωρίς κανείς να τους έχει προετοιμάσει γι΄ αυτό, οι γονείς πρέπει να διαθέτουν γνώσεις για όλα τα αναπτυξιακά, μαθησιακά, συμπεριφορικά και συναισθηματικά προβλήματα των τέκνων τους. Όπως επίσης και να παρατηρούν το παιδί σε όλες της εκδηλώσεις της ζωής του ώστε να έχουν μία όσο το δυνατό πιο ολοκληρωμένη εικόνα για τις ικανότητες και τις αδυναμίες του. 

Οι φορείς της σχολικής κοινότητας εξαντλούν συνήθως τις προσπάθειες τους στη συνδικαλιστική υπεράσπιση των «κεκτημένων» των μελών τους, ενώ η οργανωμένη Πολιτεία αρκείται στην καθιέρωση οριζόντων κανόνων και στη στατιστική καταγραφή των αυξανόμενων κρουσμάτων νεανικής παραβατικότητας Tο «parent coaching», δηλαδή η εκπαίδευση των γονέων, είναι δυστυχώς άγνωστη έννοια στη χώρα μας, και, αν εξαιρέσει κανείς κάποια βιβλία ή και σάιτ αυτοβελτίωσης που «πωλούν» αμφιβόλου αξίας συμβουλές «διά πάσα νόσο», στην πραγματικότητα οι Έλληνες γονείς είναι υποχρεωμένοι να κινούνται σχεδόν στα τυφλά και με μόνο οδηγό το ένστικτό τους.

Μήπως, λοιπόν, η καμπάνα που χτυπά ηχηρά εξαιτίας της έξαρσης της παραβατικότητας από τους νέους μας, σήμανε και την ώρα για να λειτουργήσουν σχολεία για γονείς;